Είναι μόλις 29 ετών, κατάγεται από την Ολλανδία και κέρδισε το φετινό περιζήτητο λογοτεχνικό βραβείο Booker International για το μυθιστόρημα «The Discomfort of Evening». Αυτό που διακρίνει τον/τη Μαριέκε Λούκας Ράινβελντ από την Ολλανδία – πέρα από το ότι έκανε συγγραφικό ντεμπούτο και απέσπασε μία τέτοια μεγάλη λογοτεχνική διάκριση – είναι ότι δεν επιθυμεί να προσδιορίζεται με βάση το φύλο και προτιμά την αναφορική αντωνυμία αυτοί/αυτούς (στα αγγλικά they/them). Επίσης γίνεται ο/η νεαρότερος/η κάτοχος βραβείου Μπούκερ, το έπαθλο του οποίου, 50.000 λίρες, μοιράστηκε με τη μεταφράστρια του μυθιστορήματος Μισέλ Χάτσισον.
Το βραβευμένο με Booker International μυθιστόρημα είναι ήδη μπεστ σέλερ στην Ολλανδία. Παρακολουθεί τη διάλυση μιας ακραία θρησκευόμενης οικογένειας της σύγχρονης Ολλανδίας μέσα από τα μάτια ενός παιδιού, της Τζας. Ένα κορίτσι από μία ευσεβή χριστιανική αγροτική οικογένεια, του οποίου ο αδελφός πεθαίνει σε δυστύχημα, καθώς εκείνη εύχεται ο αδελφός της να πεθάνει αντί του κουνελιού της. Η οικογένεια χάνεται μέσα στη θλίψη και καταρρέει καθώς εμπλέκεται σε όλο και πιο επικίνδυνες ψευδαισθήσεις.
Όπως η Τζας, ο/η Ράινβελντ μεγάλωσε σε μια αυστηρή θρησκευτική κοινότητα σε μια αγροτική περιοχή των Κάτω Χωρών. Και όπως συνέβη στην Τζας, η οικογένειά τους έχασε τον δεκάχρονο αδελφό της όταν ο/η Μάρεκε ήταν τριών ετών.
Αναλυτικά, ένα δεκάχρονο κοριτσάκι, έξαλλο που ο πατέρας του της απαγορεύει να κάνει πατινάζ, εύχεται να πεθάνει ο μεγαλύτερος αδελφός της, που αντίθετα έχει αυτό το προνόμιο. Ο πάγος σπάει και αυτός πνίγεται. Από κει και πέρα, μια κόλαση ξεσπάει στο σπίτι, η οικογένεια σπαράσσεται και η μικρή βυθίζεται σε ένα σκοτάδι φαντασιώσεων.
Η συγγραφέας δεν έχει κρύψει ότι το βιβλίο έχει και αυτοβιογραφικά στοιχεία, έχασε κι αυτή τον αδελφό της σε μικρή ηλικία και μεγάλωσε σε έντονα φονταμενταλιστικό χριστιανικό περιβάλλον – οι γονείς της δεν έχουν διαβάσει ακόμα το βιβλίο της.
Ήδη βραβευμένος/η συγγραφέας στην Ολλανδία, ο/η Ράινβελντ συνεχίζει να εργάζεται σε μια γαλακτοκομική φάρμα, που όμως δεν είναι η οικογενειακή. «Η γεωργία με κρατάει γειωμένο/η. Οι αγελάδες είναι οι καλύτεροι φίλοι μου. Μου αρέσει να καθαρίζω τους στάβλους και να σκουπίζω τις κοπριές», είπε σε μια πρόσφατη συνέντευξη.
Κατά την ομιλία αποδοχής του βραβείου ο/η Ράινβελντ είπε: «Μπορώ μόνο να πω ότι είμαι τόσο περήφανος/η όσο μια αγελάδα με επτά μαστάρια», χαρακτηρίζοντας το βραβείο «μεγάλη τιμή». Πρόσθεσε επίσης ότι ενώ έγραφε το μυθιστόρημα είχε γράψει στον τοίχο πάνω από το γραφείο της/του τη φράση «να είμαστε αδυσώπητοι».
«Σήμερα, όταν ο κόσμος έχει γυρίσει ανάποδα και δείχνει τη σκοτεινή πλευρά του, θυμάμαι συχνά αυτές τις λέξεις. Γι’ αυτό, γράψτε, διαβάστε, κερδίστε, χάστε, αγαπήστε ο ένας τον άλλον, αλλά να είστε αδυσώπητοι σε αυτό», είπε.
Κέρδισε απόλυτα την κριτική επιτροπή με ένα μυθιστόρημα «σοκαριστικό», «αποτρόπαιο», αλλά με «ποιητική διάσταση», και με τη δύναμη «να ξανακάνει τον κόσμο καινούργιο περνώντας μέσα από αβάσταχτες καταστάσεις», η συγγραφέας που δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της ούτε ως άνδρα ούτε ως γυναίκα αλλά ως «κάτι ενδιάμεσο», όπως λέει.
Ντυμένη με αντρικό κοστούμι, η 29χρονη Ολλανδέζα Μαρίκε Λούκας Ράινβελντ δέχτηκε το βραβείο. Έγινε και η νεότερη συγγραφέας που το κέρδισε ποτέ. Ίσως και η πιο προχωρημένη και τολμηρή επιλογή για έναν θεσμό που, προάγοντας τη μεταφρασμένη στα αγγλικά ξένη λογοτεχνία, έχει στεφανώσει πασίγνωστους, μέχρι και νομπελίστες.
Η νεαρή Μαρίκε ήταν σταρ στην Ολλανδία κυρίως ως μεγάλο ποιητικό ταλέντο, ενώ το πρώτο της μυθιστόρημα είχε γίνει αμέσως μπεστ-σέλερ και μεταφραστεί από τη Γαλλία και την Κίνα μέχρι την Ισπανία. Προφανώς τώρα θα γίνει ανάρπαστο παντού.
Τέλος καλό, λοιπόν, για ένα σπουδαίο βραβείο που κατάφερε να απονεμηθεί με καθυστέρηση τριών μηνών -λόγω κορονοϊού και κλειστών βιβλιοπωλείων- σε μια τελετή που μεταδόθηκε ψηφιακά.
Το «The Discomfort of Evening» θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ίκαρος, σε μετάφραση Μαρίας Αγγελίδου.