Αυτή η γυναίκα που ρίχνει γάλα σε μία πήλινη λεκάνη είναι το «πορτρέτο» μιας ολόκληρης εποχής, μιας χώρας και ενός από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες των Κάτω Χωρών. Και την ίδια στιγμή αποτελεί ένα ολόκληρο κεφάλαιο ιστορίας για την αστική κοινωνία της Ολλανδίας του 17ου αιώνα με φωτογραφική αποτύπωση ρεαλιστικών λεπτομερειών της «νεκρής φύσης» σε ένα σπίτι της εποχής με το ήπιο λευκό χαρακτηριστικό φως του ολλανδικού ήλιου να τονίζει τη μορφή και τις λεπτομέρειες των αντικειμένων. Το έργο έχει μέγεθος δυσανάλογο της σημασίας και της αξίας του, μόλις 45.5 επί 41 εκατοστά όμως τα όσα διηγείται και συμβολίζει είναι τόσα που έχουν γραφτεί ολόκληρα βιβλία για αυτόν τον πίνακα. Γνωστός ως «η γαλατού» φέρει τη σφραγίδα του Γιοχάνες Βερμέερ (1632-1675) και αποτελεί από τα κοσμήματα του Βασιλικού Μουσείου του Άμστερνταμ, του Ρέικσμουζέουμ.
Ποια είναι όμως η «γαλατού;» Μια από τις θεωρίες εστιάζει στην Τάνεκε Εβερποελ, την υπηρέτρια της οικογένειάς του μια που ο καλλιτέχνης δεν είχε τη δυνατότητα να πληρώνει μοντέλα για να δημιουργεί τα έργα του, επιλέγοντας ανθρώπους που πλαισίωναν την καθημερινότητά του. Το όνομά της το γνωρίζουμε από τύχη καθώς επενέβη σαν μάρτυρας σε έναν καβγά ανάμεσα στο βίαιο πατέρα του και την πεθερά του Μαρία Θινς.
Εικονίζει μια Ολλανδέζα υπηρέτρια (εξ ου και ο δεύτερος τίτλος με τον οποίο είναι γνωστό το έργο) η οποία ρίχνει γάλα σε μια πήλινη λεκάνη με τέτοια επιμέλεια σαν να προσέχει να μη χυθεί ούτε σταγόνα έξω. Για τον λόγο αυτό «η γαλατού» θεωρείται ως μια αλληγορία της ολλανδικής αρετής της εύρωστης οικονομίας κατά τη «χρυσή» λεγόμενη εποχή, τον 17ο αιώνα. Αυτή είναι και η μόνη κίνηση στον πίνακα που χαρακτηρίζεται από τις λεπτομέρειες του σπιτιού στο οποίο βρίσκεται η γυναίκα.
Το βλέμμα της είναι «καρφωμένο» στο κανάτι και τη ροή του γάλακτος ενώ το σώμα της μοιάζει παγωμένο σαν άγαλμα καθώς όλη της η προσοχή είναι στραμμένη σε αυτό που κάνει, σχεδόν σαν ιεροτελεστία. Η γυναίκα βρίσκεται στο κέντρο του πίνακα μπροστά σε ένα τραπέζι στρωμένο με ένα τραπεζομάντιλο με το φως που μπαίνει από το παράθυρο να τονίζει τις λεπτομέρειες πάνω στο απλωμένο ψωμί με το μοναδικό τρόπο που απογείωσε με την πινελιά του ο Βερμέερ, «μαέστρος» άλλωστε της καθημερινότητας, των νεκρών φύσεων και των προσωπογραφιών. Τίποτα σε αυτό τον πίνακα δεν είναι τυχαίο όπως βεβαίως τα χρώματα που έχει επιλέξει ο μεγάλος καλλιτέχνης, τα τρία βασικά για τη ζωγραφική. Κίτρινο, γαλάζιο και κόκκινο, συνθέτουν το ρούχο της κυρίαρχης μορφής, χαρακτηριστικής για τα έργα του.
Ο πίνακας εικονίζει μια Ολλανδέζα υπηρέτρια (εξ ου και ο δεύτερος τίτλος με τον οποίο είναι γνωστό το έργο) η οποία ρίχνει γάλα σε μια πήλινη λεκάνη με τέτοια επιμέλεια σαν να προσέχει να μη χυθεί ούτε σταγόνα έξω. Για τον λόγο αυτό «η γαλατού» θεωρείται ως μια αλληγορία της ολλανδικής αρετής της εύρωστης οικονομίας κατά τη «χρυσή» λεγόμενη εποχή, τον 17ο αιώνα. Αυτή είναι και η μόνη κίνηση στον πίνακα που χαρακτηρίζεται από τις λεπτομέρειες του σπιτιού στο οποίο βρίσκεται η γυναίκα.
Ποια είναι όμως η «γαλατού;» Μια από τις θεωρίες εστιάζει στην Τάνεκε Εβερποελ, την υπηρέτρια της οικογένειας του μια που ο καλλιτέχνης δεν είχε τη δυνατότητα να πληρώνει μοντέλα για να δημιουργεί τα έργα του, επιλέγοντας ανθρώπους που πλαισίωναν την καθημερινότητα του. Το όνομα της το γνωρίζουμε από τύχη καθώς επενέβη σαν μάρτυρας σε έναν καβγά ανάμεσα στο βίαιο πατέρα του και την πεθερά του Μαρία Θινς.
Η «γαλατού» είναι μια από τις πολλές γυναίκες που κυριαρχούν στο έργο του Γιοχάνες ή Γιαν Βερμέερ, επιλογή που φυσικά δεν ήταν τυχαία. Όλη του η ζωή περιστρεφόταν γύρω από γυναίκες, τη μητέρα, τη γυναίκα, τις κόρες, την πεθερά του, πρόσωπα που σημάδεψαν και την καλλιτεχνική του διαδρομή. Οι γυναίκες του Βερμέερ είναι όλες σεβάσμιες με την πινελιά του να τις αντιμετωπίζει με τρυφερότητα και μεγάλη ευαισθησία, αίσθημα που κυριαρχεί στο θεατή καθώς βυθίζεται μέσα στον κόσμο που δημιούργησε ο μεγάλος αυτός καλλιτέχνης της Ολλανδικής Ντελφτ, από τους κορυφαίους εκφραστές της ολλανδικής ζωγραφικής του 17ου αιώνα μαζί με τον Ρέμπραντ.
Museumstraat 1, 1071 XX Amsterdam, Ολλανδία
Λεπτομέρεια από τον πίνακα «Η Προκήρυξη» (1656), που πιστεύεται ότι είναι αυτοπροσωπογραφία του ΒερμέερΠοιος ήταν όμως ο Βερμέερ; Ο Γιοχάνες Βερμέερ (Johannes Vermeer) ήταν Ολλανδός ζωγράφος, που δημιούργησε στην εποχή του Μπαρόκ και θεωρείται μεταξύ των σπουδαιότερων ζωγράφων όλων των εποχών. Γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1632 στην πόλη Ντελφτ της Νότιας Ολλανδίας, στο απόγειο του Χρυσού Αιώνα της Ολλανδίας.
Λίγες πληροφορίες έχουμε για τη ζωή του Γιοχάνες Βερμέερ. Έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στη γενέτειρά του, παντρεύτηκε μία πλούσια γυναίκα στα 21 του και μαζί της έκανε έντεκα παιδιά. Στα αρχεία του Ντελφτ, το όνομά του αναφέρεται περισσότερο για τις οικονομικές δοσοληψίες του, καθώς διηύθυνε με τη γυναίκα του ένα πανδοχείο που το κληρονόμησε από τον πατέρα του και ο ίδιος εμπορευόταν έργα τέχνης

Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική ξεκίνησε αρκετά νωρίς, με θέματα παρμένα από τη μυθολογία, αλλά από τη δεκαετία του 1650 άρχισε να ζωγραφίζει διακριτικά φωτισμένους εσωτερικούς χώρους με περίπλοκη συμβολολογία – ένα στυλ που διακρίνεται από τα παραδοσιακά ολλανδικά μοτίβα και αποτέλεσε ένα από τα χαρακτηριστικά της τέχνης. Ο Βερμέερ αιχμαλώτισε την καθημερινότητα με λαμπερές και εξαίσιες λεπτομέρειες, δημιουργώντας αριστουργήματα, όπως «Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι» (1665) που εκτίθεται στο μουσείο Μαουριτσχάις της Χάγης.
Άλλοι γνωστοί και σημαντικοί πίνακές του είναι: «Ο Χριστός στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας» (1654-1656), «Στο σπίτι της προαγωγού» (1656), «Η υπηρέτρια που χύνει το γάλα» (1658), «Η γυναίκα στο παράθυρο» (1660), «Άποψη του Ντελφτ» (1660), «Η τέχνη της ζωγραφικής» (1666-1668), «Ο αστρονόμος» (1668) και «Το ερωτικό γράμμα» (1670).
Από τις υπάρχουσες πληροφορίες, ο Γιοχάνες Βερμέερ φαίνεται ότι πέθανε πάμπτωχος και καταχρεωμένος, στις 15 Δεκεμβρίου 1675, σε ηλικία 43 ετών, αφήνοντας σύζυγο και έντεκα παιδιά (τα οκτώ ανήλικα). Η χήρα του αναγκάστηκε να δώσει ως ενέχυρο μερικά έργα του ώσπου να εξοφλήσει τα σημαντικά χρέη που της άφησε ο καλλιτέχνης. Το 1696 σ’ έναν πλειστηριασμό στο Άμστερνταμ πουλήθηκαν 21 έργα του σε σχετικά καλές τιμές.
Στις 12 Νοεμβρίου 1995, άνοιξε τις πύλες της στην Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον, έκθεση με τους 21 από τα 35 υπάρχοντες πίνακες του Βερμέερ.
Πηγή: © SanSimera.gr