Στην οδό Αιγύπτου -πρώτη πάροδος δεξιά!
Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως.
Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε από
τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε.
Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε
Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,
Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε.
Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες,
Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες.
Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα
οι ίδιοι στα παιδιά τους
ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα.
Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών
των παιδιών τους.
Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται
η Τράπεζα Συναλλαγών
– εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεταιΤουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως
-εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν-.
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής
Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία,
τις ωραίες εκκλησιές
Η Ελλάς των Ελλήνων.
∗∗∗
Σήμερα, στην οδό Αιγύπτου, παραμένει το μέγαρο που αναφέρεται στο παραπάνω απόσπασμα από τη “Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.” του Μανόλη Αναγνωστάκη.
“Το κείμενο του Αναγνωστάκη, ενός ποιητή του αστικού τοπίου της Θεσσαλονίκης, που ήταν και ο αγαπημένος του χώρος, είναι γνωστό σε πολλούς. Δείχνει τη Θεσσαλονίκη σε δύο διαφορετικά χρονικά επίπεδα. Το παρελθόν της κατοχής, του εμφυλίου και του πολέμου αντιπαραβάλλεται με το παρόν της εμπορευματοποίησης, της εξαγοράς. Βέβαια υποκρύπτεται και το πολιτικό περιβάλλον της εποχής, δηλαδή η χούντα, ενώ υπάρχει και μια έμμεση συνομιλία με την καβαφική ποίηση ήδη από τον τίτλο του ποιήματος αυτού” σχολιάζει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο επίκουρος καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Μιχάλης Μπακογιάννης.