Καρντάσης (ο) [καρντάσηδες] |(διαλεκτ.) ο αδελφικός, γκαρδιακός φίλος. Επίσης (σπανιότ.) αρκαντάσης (ο) κ. (οικ) καρντάσι (το). (ΕΤΥΜ, <τουρκ. Kardas «(ομογάστριος) αδελφός» < Karin «κοιλιά, γαστήρ + επιθημα –das].
Σελίδα 843
Γκαρδιακός, -ήγ –ιά, -ό, (λαικ.) αυτός με τον οποίο μας συνδέουν ιδιαίτεροι συναισθηματικοί δεσμοί: φίλοι – ΣΥΝ. Επιστήθιος, κολλητός.
Σελίδα 419
Επιστήθιος. Αυτός με τον οποίο διατηρούμε πολύ στενές σχέσεις. Αγαπημένος, προσφιλής, ακριβός, κολλητός.
Σελίδα 657
Κολλητός. Πολύ αγαπητός και στενός φίλος, αχώριστος σύντροφος.
Σελίδα 917
Φίλος. Το πρόσωπο με το οποίο συνδέεται κανείς με σχέση αμοιβαίας αγάπης, αφοσίωσης και κατανόησης…
Σελίδα 1885
***
Από το «Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας», του Γιώργου Μπαμπινιώτη. Δεύτερη Έκδοση 2002.
***
Σημείωση Catisart: Ζητάμε συγγνώμη για τη χρήση της εικόνας των «αγίων» των παιδικών μας χρόνων, των αδελφών Ντάλτον. Η σημερινή πραγματικότητα δεν έχει καμία σχέση με την αγνότητα του Joe, την τρυφερότητα του Jack, τον ρομαντισμό του William και την ευγένεια του υπέροχου Averell.