Των Ειρήνης Αϊβαλιώτου – Παναγιώτη Μήλα
Φωκίωνος Νέγρη, ώρα 10 το πρωί. Πάρκαρε τη μοτοσικλέτα του και μας πλησίασε. Καθίσαμε σ’ ένα καφέ και αν τον παρατηρούσε κανείς έδινε την εντύπωση του «ανθρώπου με τα όμορφα μάτια», για τον οποίο γράφει ο Τσαρλς Μπουκόφσκι. Ένας δυνατός γνήσιος άνθρωπος με όμορφα μάτια.
Δεν ξέρω τι βλέπει ο Ηλίας Βαλάσης όταν κοιτάζεται στον καθρέφτη, Ξέρω μόνο πως αν πάρει μια βαθιά ανάσα, θα δει έναν άνθρωπο ελεύθερο, μαχητικό και περήφανο. Έναν άνθρωπο όρθιο που δεν τα παρατά, που τον διεγείρει το δύσκολο.
Γιατί ο Ηλίας δεν είναι από τους ανθρώπους που χρειάζονται καθρέφτη για να δουν την ομορφιά τους. Η ομορφιά του αντανακλάται στα μάτια όσων τον εκτιμούν, κι είναι πολλοί αυτοί. Όλη η ομορφιά του κρύβεται στην ψυχή, στην καρδιά και το μυαλό του.
Μιλάμε μαζί του για τον «Γάμο» του Μάριου Ποντίκα σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη, την παράσταση στην οποία πρωταγωνιστεί φέτος. Μιλάμε ακόμη για την Ομάδα Νάμα, στην οποία είναι ενταγμένος. Αισθάνεται μέρος μιας μαγείας που συμβαίνει στο ελληνικό θέατρο, λέει στο catisart.gr. Θεωρεί την Ελένη Σκότη «βυθισμένη μέσα σ’ αυτό που κάνει». «Είναι μέσα σε έναν ωκεανό ιδεών και δημιουργίας», επισημαίνει.
Μεγάλος ποιητής γι’ αυτόν είναι ο συγγραφέας Γιάννης Τσίρος, σε έργα του οποίου έχει παίξει δύο φορές, τον «Άγριο Σπόρο» και τα «Αξύριστα πηγούνια».
Όσο για τους ρόλους που ονειρεύεται να παίξει; «Θα ήθελα πολύ να μου δοθεί η ευκαιρία να παίξω εντελώς αντίθετα πράγματα από αυτά που μπορεί η φυσιογνωμία μου να δείχνει», απαντά. «Όσο πιο πολύ τσαλακώνομαι σε ένα ρόλο, τόσο πιο πολύ μ’ αρέσει», τονίζει χαρακτηριστικά.
Κλείνουμε αυτή τη συζήτηση, που μοιάζει με απόδραση από τα περιοριστικά καθημερινά δεσμά της ανθρώπινης ύπαρξης, με μια ιστορία από το Παρίσι. Μια ιστορία για ένα γιατρό και ένα σκύλο. Μια από εκείνες τις ωραίες ιστορίες που ξέρει να διηγείται ο τρυφερός και άγιος Ηλίας Βαλάσης.
Ηλία, πού γεννήθηκες, πού μεγάλωσες και τι δεν ξεχνάς από τα παιδικά σου χρόνια;
*Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, μεγάλωσα στο νησί της Λήμνου και αυτό που δεν ξεχνάω από τα παιδικά μου χρόνια είναι το νησί, η πέτρα, ο ήλιος, η θάλασσα, η Ελλάδα.
Πότε μπήκαν η υποκριτική και το θέατρο στη ζωή σου;
*Όταν ήμουν πολύ μικρός, στη Λήμνο, με διάλεξαν ανάμεσα σε πολλά παιδιά από την Α΄ γυμνασίου και από την ΣΤ’ Δημοτικού να παίξω σε μια παράσταση. Ήταν το έργο του Δημήτρη Ψαθά «Οι τρελοί της εποχής». Έπειτα από σειρά δοκιμών οι δάσκαλοί μας αποφάσισαν να ερμηνεύσω εγώ τον πρωταγωνιστικό ρόλο του κυρίου Αγησίλαου.
Αυτό που συνέβη ήταν ανεξήγητο. Με πήρε ένα μαγικό χέρι και με έβαλε στο φυσικό μου χώρο, τη θεατρική σκηνή. Θυμάμαι τη στιγμή που παίξαμε όλα τα σχολεία της Λήμνου, σε έναν τεράστιο χώρο. Είχαμε ανέβει στο κέντρο της σκηνής και γύρω γύρω ήταν όλα τα παιδιά και οι καθηγητές. Αυτή η μία ώρα που διήρκεσε η παράσταση, ήταν η πιο όμορφη στιγμή της μέχρι τότε ζωής μου. Ήταν σαν κάτι να μου έλεγε, ότι αυτό πρέπει να κάνεις από εδώ και πέρα… Συγκλονιστική στιγμή. Όμως τότε δεν το κατάλαβα. Πέρασαν πολλά χρόνια για να ασχοληθώ αποκλειστικά με το θέατρο.
Βέβαια η υποκριτική, δηλαδή το να υποκρίνεσαι με την έννοια τού να παίζεις, δεν μου έλειψε καθόλου. Όλοι οι άνθρωποι παίζουμε καθημερινά. Η ζωή έχει τις δυσκολίες της και πάντα χρειάζεται να βάλεις προσωπεία για να παίξεις, να αλλοιώσεις τη φωνή σου, να αλλοιώσεις το πρόσωπό σου, να διαφοροποιηθείς, έτσι ώστε να καταφέρεις το ποθητό αποτέλεσμα.
Πιο μικρός, χρειάστηκε πολλές φορές να παίξω ένα ρόλο. Αργότερα, πιο μεγάλος ως στρατιωτικός, άλλο προσωπείο είχα μέσα στη μονάδα απέναντι στους μαθητές μου και στις εκπαιδεύσεις και άλλο προσωπείο όταν έβγαινα. Ήμουν τελείως διαφορετικός. Οπότε το να παίξω δεν μου έλειψε καθόλου στη ζωή μου, έπαιζα κάθε μέρα. Το να παίζεις είναι ένα πολύ ισχυρό όπλο στις κακοτυχίες και στις αναποδιές της ζωής.
Τι θα ήθελες να πεις για τον Πατέρα, τον ήρωα που υποδύεσαι στο θεατρικό έργο του Μάριου Ποντίκα, «Γάμος».
*Όσοι παρακολουθούν αυτό το έργο, θεωρούν ότι είναι αδύνατον να υπάρχει τόση βία σε έναν άνθρωπο, ή τέτοια σκληρή αντιμετώπιση. Πιστεύουν ότι δεν μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο στη ζωή. Εγώ λοιπόν αυτό που βλέπω σε αυτό τον χαρακτήρα, είναι αυτό που έβλεπα πολλά χρόνια γύρω μου σε κάποιες οικογένειες που γνώριζα και που γνωρίζω ακόμα. Αυτό το σκληρό πρόσωπο βλέπω σ’ αυτό τον χαρακτήρα. Αυτός ο χαρακτήρας ζει και βασιλεύει και είναι γύρω μας. Δυστυχώς οι περισσότεροι ή κλείνουν τ’ αυτιά, ή κλείνουν τα μάτια τους. Όμως ο χαρακτήρας αυτός είναι εκεί. Κάποιοι κρύβονται πίσω από το δάκτυλό τους, ή πίσω από στερεότυπα που δεν τους επιτρέπουν να δουν αλλά η αλήθεια είναι ότι αυτός υπάρχει και είναι εκεί. Μέσα μας… Όμως δεν το δεχόμαστε… Κοιτάμε στον καθρέφτη και λέμε ψέματα… Ενώ αυτός υπάρχει ακόμα και μέσα μας…
Η Αφέντρα, η κόρη σου στο έργο, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης δεν μιλά. Αν μιλούσε, τι πιστεύεις ότι θα έλεγε;
*Νομίζω ότι η λέξη που αφορά όλα τα κακοποιημένα παιδιά – μιλώντας εκ πείρας – είναι μία. Δεν θα έλεγε τους μονολόγους του πατέρα, θα έλεγε μόνο τη λέξη «γιατί»…
Θα ρωτούσε όλους αυτούς που βρίσκονται δίπλα της με ένα σκληρό «γιατί»…
Μόνο μια λέξη βασάνιζε και το δικό μου το μυαλό, το «γιατί»…
Η Αφέντρα πότε σταμάτησε να μιλάει;
*Μετά το συμβάν του βιασμού. Είναι ιατρικό γεγονός. Το αναφέρει στις σημειώσεις του ο συγγραφέας. Το ότι σταμάτησε να μιλάει είναι άσχετο από τη συμπεριφορά του πατέρα… Σταμάτησε εξαιτίας του βιασμού… Μόνον ιατρικά εξηγείται αυτό που έπαθε.
Αυτό δεν είναι μόνον άρνηση. Είναι καθαρά ψυχολογικό. Θέλει να μιλήσει, προσπαθεί αλλά δεν μπορεί… Σταματάει η λειτουργία του εγκεφάλου. Ο εγκέφαλος δεν μπορεί να δώσει εντολή για ομιλία.
Μάλιστα αυτό φαίνεται πεντακάθαρα έτσι όπως ερμηνεύει τον ρόλο της Αφέντρας η Μέγκυ Σούλι. Είναι εξαιρετική ηθοποιός, είναι μαγική. Χωρίς να μιλάει, λέει τα πάντα. Έχει όλους τους διαλόγους μέσα της. Οι θεατές φεύγουν συγκλονισμένοι από την Αφέντρα. Είναι μια συναρπαστική ηθοποιός.
Είναι ο πατέρας ένα σύμβολο; Και αν είναι, τι συμβολίζει;
*Είναι σύμβολο της αμορφωσιάς κατ’ εμέ. Είναι το σύμβολο μιας κοινωνίας η οποία δεν έχει αγωγή. Το κακό είναι ότι έχουν περάσει τόσο πολλά χρόνια -από τότε που έγραψε ο Μάριος Ποντίκας το έργο- και ακόμα στην κοινωνία μας υπάρχει συμπεριφορά αμορφωσιάς, υπάρχει το ανάγωγο, υπάρχει το ανήθικο, το χωρίς αρχές, το χωρίς όρια. Αυτός ο άνθρωπος, ο πατέρας, συμβολίζει μια κολλημένη, λασπωμένη συμπεριφορά, η οποία πρέπει να αποκολληθεί από τη ρίζα. Δυστυχώς άνθρωποι με αυτή τη συμπεριφορά υπάρχουν και σήμερα και ο λόγος της ύπαρξής τους είναι ένας και μόνο: η ατιμωρησία.
Η κοινωνία μας με την ατιμωρησία που υπάρχει, επιτρέπει τέτοιες συμπεριφορές επειδή όταν εμφανίζονται δεν τις κόβει από τη ρίζα. Δυστυχώς η ατιμωρησία κρατάει ζωντανούς αυτούς τους χαρακτήρες.
Πώς θα περιέγραφες την Ελλάδα της εποχής που διαδραματίζεται ο «Γάμος» και πώς τη σημερινή εποχή;
*Είναι σκληρό αυτό που θα πω, αλλά είναι και μεγάλη αλήθεια. Δεν έχει αλλάξει η εποχή. Είναι η ίδια. Έχει αλλάξει μόνο το νούμερο στα χρόνια. Το 1979 έχει γίνει 2022 και δεν έχει αλλάξει τίποτα. Αυτό έχω να πω γι’ αυτές τις δύο εποχές. Η κοινωνία τότε συγκάλυπτε το έγκλημα, μια σφαλιάρα, μια κακή συμπεριφορά. Ο περίγυρος έλεγε ότι «δεν τρέχει τίποτα».
Τώρα όμως η συγκάλυψη γίνεται με άλλο τρόπο. Στα λόγια λέμε ότι κάτι τρέχει πολύ σοβαρό, αλλά όταν φθάσουν τα πράγματα στα δικαστήρια, όλοι αυτοί οι κακοποιοί και οι εγκληματίες τιμωρούνται με ποινές που τους επιτρέπουν σύντομα να είναι και πάλι έξω.
Άρα τι άλλαξε; Τίποτε. Στην ουσία το έγκλημα μένει ατιμώρητο και το μόνο που έχει αλλάξει είναι το νούμερο της χρονιάς. Όπως είπα πριν, το 1979 έγινε 2022.
Πόσο χρήσιμο μπορεί να φανεί το συγκεκριμένο έργο στην εποχή που ζούμε;
*Ξεκινώντας από την Ελένη Σκότη και τον Γιώργο Χατζηνικολάου και περνώντας προς όλη την ομάδα, το ζητούμενο είναι η γροθιά στο στομάχι, η αφύπνιση. Το να μπορέσουμε και εμείς με κάποιο τρόπο να ξυπνήσουμε τη συνείδηση των ανθρώπων και να καταφέρουμε μια έστω μικρή αντίδραση. Είτε στην ψυχή του άλλου, είτε στη συμπεριφορά του.
Δεν μπορεί αυτό να συνεχιστεί. Έτσι εμείς με τον τρόπο μας προσπαθούμε να καταφέρουμε να σκιρτήσει η ψυχή του ανθρώπου. Να μην κοιμόμαστε. Δεν πρέπει να κοιμόμαστε πια. Πρέπει να τον ξεσηκώσεις και να τον διεγείρεις τον άνθρωπο. Τώρα πια απλά το συγκαλύπτουμε, κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας και κάνουμε ότι δεν βλέπουμε. Όμως τα γεγονότα μάς διαψεύδουν και γι’ αυτό πρέπει να αντιδράσουμε. Να δούμε τα κακώς κείμενα και να τα καταγγείλουμε. Να μην αφήσουμε να περάσουν 15 χρόνια. Να μην αφήσουμε κάποιος να εγκληματεί και ύστερα από 20 χρόνια να πούμε, «α! αυτός έκανε εκείνο, αυτός έκανε το άλλο». Όχι. Πρέπει να το κάνουμε τη στιγμή που συμβαίνει. Να μην επιτρέψουμε την κακομεταχείριση να υπάρχει. Να κόψουμε τον ομφάλιο λώρο της εγκληματικότητας και της ακατάσχετης βίας. Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό το πράγμα απέναντι στα παιδιά, απέναντι στους ανθρώπους, απέναντι στις γυναίκες, απέναντι ο ένας στον άλλον. Δεν μπορεί να εξακολουθήσει να συμβαίνει.
Πώς αισθάνεσαι, Ηλία, που βρίσκεσαι ενταγμένος στην ομάδα «ΝΑΜΑ», μια ομάδα που έχει διανύσει μια μεγάλη πορεία στα ελληνικά θεατρικά πράγματα, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90;
*Η ομάδα «ΝΑΜΑ» είναι ιερή. Εκπροσωπούν και αγαπούν την τέχνη με πάθος, με αυταπάρνηση και με αδιάκοπη δουλειά. Θέλουν τα πάντα να είναι στο ελάχιστο ακριβέστατα, στο απειροελάχιστο ακριβέστατα, δεν αφήνουν ούτε ένα περιθώριο λάθους. Αυτό είναι για μένα μαγικό και αισθάνομαι μέρος μιας μαγείας που συμβαίνει στο ελληνικό θέατρο. Αισθάνομαι μέρος ενός μαγικού πράγματος που συμβαίνει στο ελληνικό θέατρο. Σκέψου ότι υπήρξαν πρόβες με την Ελένη Σκότη μόνο για την υπόκλιση, αν αυτό σου λέει κάτι. Μόνο η υπόκλιση, πρόβες, όχι πρόβα, πρόβες. Φαντάσου τι γινόταν για όλη την προηγούμενη παράσταση…
Τι θα ήθελες να πεις για τη σκηνοθέτιδά σου στο «Γάμο», την Ελένη Σκότη;
*Η Ελένη είναι αυτό που λέμε τεράστια. Να το διατυπώσω σωστά μάλλον. Η Ελένη δεν έχει όρια. Είναι βυθισμένη μέσα σ’ αυτό που κάνει. Είναι μέσα σε έναν ωκεανό ιδεών και δημιουργίας. Η Ελένη όταν δουλεύει χάνεται μέσα σ’ αυτό που κάνει. Μεταμορφώνεται. Γίνεται όλοι οι ρόλοι. Πέφτει σε χειμερία νάρκη της πρόβας. Πέφτει και ξυπνάει όταν τελειώνει όλο αυτό. Εσύ το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να παρασυρθείς και να γίνεις ένα με αυτό το δημιουργικό όνειρο. Δεν τη νοιάζουν τα ονόματα, δεν τη νοιάζει ποιος, γιατί, πού, πότε. Τη νοιάζει μόνο η δουλειά. Μπορεί – και το έχει αποδείξει πάρα πολλές φορές – να πάρει τον «κανέναν» και να τον κάνει «τα πάντα». Απλά αυτός ο κανένας πρέπει να δουλεύει μαζί. Να δουλέψει μαζί της, να την πιστέψει, να κολυμπήσει μαζί της σ’ αυτό τον ωκεανό της δημιουργίας. Όσο άγγελος είναι στην προσωπική της ζωή, τόσο δαίμονας γίνεται την ώρα της δουλειάς.
Αν δεν μπορείς να αντέξεις τη σκληρή δουλειά, πρέπει να πας σπίτι. Αλλιώς κάθισε εκεί και απλώς επωφελήσου.
Είναι συγκλονιστικό ότι σε όλες τις παραστάσεις χρησιμοποιεί μαθητές της. Είναι – τι να σου πω τώρα – ό,τι πιο τίμιο και σπάνιο, από τα πιο τίμια και σπάνια πράγματα που υπάρχουν στο ελληνικό θέατρο. Τους ίδιους της τους μαθητές να τους χρησιμοποιεί ως πρωταγωνιστές. Να τους πιστεύει, να τους εμπνέει, να τους γαλουχεί και να τους εκτινάσσει.
Ποια είναι τα σχέδιά σου για τη συνέχεια;
*Αυτά τα αφήνω στον Θεό.
Υπάρχουν ρόλοι τους οποίους ονειρεύεσαι να υποδυθείς στο θέατρο και ποιοι είναι αυτοί;
*Η αλήθεια είναι ότι τα συμβατικά πράγματα δεν μου πολυαρέσουν. Θα ήθελα πολύ να μου δοθεί η ευκαιρία να παίξω εντελώς αντίθετα πράγματα από αυτά που μπορεί η φυσιογνωμία μου να δείχνει. Θέλω τελείως διαφορετικά πράγματα. Όσο πιο πολύ τσαλακώνομαι σε ένα ρόλο, τόσο πιο πολύ μ’ αρέσει, τόσο πιο πολύ με ιντριγκάρει…
Έχω πει πάνω από τρεις, τέσσερις φορές «όχι» σε μια παράσταση που μου λέγανε να παίξω εμένα.
Εμένα τι να με κάνω, για ποιο λόγο;
Θα ήθελα να κάνω κάτι που είναι τελείως κόντρα σε μένα, όπως είναι ο Πατέρας.
Ο Πατέρας στο «Γάμο» είναι ένας χαρακτήρας που σιχαίνομαι.
Για αυτόν τον ρόλο η Ελένη Σκότη και ο Γιώργος Χατζηνικολάου μού έλεγαν «μην τον κρίνεις, φαίνεται από τις κινήσεις σου άμα τον κρίνεις. Πρέπει να βουλιάξεις μέσα σ’ αυτόν, να τον πιστέψεις, να τον αγαπήσεις και να τον υπερασπιστείς μέχρι την τελευταία ρανίδα του αίματός σου. Αλλιώς αυτό κλωτσάει. Αν όμως τον πιστέψεις τότε αυτός θα λάμψει».
Οπότε αυτό ήταν το δύσκολο για μένα μιας και εγώ ως πατέρας δεν έχω αγγίξει ποτέ τα παιδιά μου. Ούτε με τα μάτια μου δεν τα έχω αγγίξει.
Έχω δύο αγόρια και δεν τα έχω μαλώσει ποτέ και τώρα με καλούσε η φύση του ρόλου να σκοτώσω την ίδια μου την κόρη. Αυτό ήταν τελείως κόντρα σε μένα αφού τώρα έπρεπε να κάνω πράγματα στα παιδιά και στη γυναίκα μου που δεν έχω τολμήσει ούτε να τα σκεφτώ στην πραγματική μου ζωή.
Οι λέξεις συνέπεια και πειθαρχία, τι σημαίνουν για έναν ηθοποιό;
*Τα ίδια που σημαίνουν για ένα στρατιωτικό. Μην ξεχνάς ότι εγώ ήμουν στρατιωτικός στους βατραχανθρώπους για 17 χρόνια. Η συνέπεια και η πειθαρχία είναι η αρχή των πάντων. Εκτός από αυτά έχει σημασία και η παραμικρή λεπτομέρεια. Τα πάντα πρέπει να είναι στο απειροελάχιστο ακριβέστατα και μέσα στην απόλυτη ακρίβεια, συνέπεια και πειθαρχία. Μόνον έτσι μπορείς να νιώσεις ελεύθερος και να κάνεις ό,τι θέλεις.
Υπάρχει κάποιος ποιητής που αγαπάς ιδιαίτερα;
*Θεωρώ αυθεντική ποίηση τη συγγραφή του Γιάννη Τσίρου. Αν προσέξεις το γράψιμό του θα δεις ότι πολλοί μονόλογοι είναι συγκλονιστικά ποιήματα. Άρα μπορώ να σου πω με μεγάλη βεβαιότητα ότι ως ποιητή εκτιμώ ιδιαίτερα τον Γιάννη Τσίρο.
Τι σε κάνει να θυμώνεις και με τι γελάς περισσότερο;
*Με κάνει να θυμώνω πολύ η ασέβεια των ανθρώπων, η αγένεια, το άξεστο δηλαδή, που θεωρώ ότι είναι και η βάση της εγκληματικότητας. Είναι η αρχή για μια εγκληματική συμπεριφορά.
Αντίθετα με κάνει να γελάω η αθωότητα των ανθρώπων. Οι άνθρωποι που μοιάζουν με παιδιά και δεν έχουν κανένα ψήγμα εγωισμού και ιδιοτέλειας.
Ηλία, φτάσαμε στην τελευταία ερώτηση: Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Υπάρχει κάποιο κατοικίδιο με το οποίο συμβιώνεις;
*Η σχέση μου με τα ζώα είναι όπως είναι η σχέση μου με τα παιδιά μου. Έχω μια γάτα και ένα σκύλο. Μάλιστα ο σκύλος ήταν η αρχή της οικογένειάς μου. Είχα πάρει λοιπόν ένα σκύλο. Πριν παντρευτώ είπα στη γυναίκα μου ότι «αυτό θα είναι το παιδάκι μας. Για να δούμε αν θα τα καταφέρουμε». Η σχέση μου λοιπόν με τον Λίο, τον σκύλο μας, κατέληξε να είναι μια οικογενειακή σχέση, μια σχέση συγγένειας. Οπότε όταν κατάλαβα ότι τα πάμε τέλεια με το σκυλάκι, τότε αποφασίσαμε να κάνουμε και παιδάκι.
Θα σου πω μια μικρή ιστορία: Κάποτε στο Παρίσι πήγαμε σε ένα καφέ. Σε εκείνη την περιοχή απαγορεύονταν οι σταθμεύσεις. Όμως είδα ένα πολύ ακριβό αμάξι, μια Bentley, να είναι παράνομα σταθμευμένη. Ρώτησα λοιπόν «πώς και άφησε αυτός ο άνθρωπος εδώ το αμάξι του;». Μου απάντησαν ότι αυτός ήταν ο μεγαλύτερος παιδίατρος στο Παρίσι. Στη συνέχεια ρώτησα ξανά «δεν τον πειράζει κανένας αυτόν, δεν τον ακουμπάει κανένας;».
Είναι – μου απάντησαν – ο κορυφαίος της Γαλλίας. Μπήκα στον πειρασμό να του κάνω μια ερώτηση.
Σηκώθηκα, τον πλησίασα, του είπα για το …παράνομο παρκάρισμα που έκανε και στη συνέχεια του εξήγησα ότι θέλω να του κάνω μια ερώτηση.
Τη χρεώνετε;
Μου λέει, «αναλόγως»…
-Εντάξει λέω εγώ. Θα σας την κάνω και αν είναι πολύ ακριβή, μη μου την απαντήσετε.
Γιατρέ θέλω να κάνω παιδάκι. Ποια είναι η συμβουλή σας;
Και ξέρετε τι μου απάντησε;
-Σκυλάκι έχετε;
Τι σχέση έχει αυτό, του είπα.
-Αν δεν έχετε σκυλάκι, αν δεν ξέρετε να φροντίσετε ένα σκυλάκι, τότε μην κάνετε παιδάκι…
Έτσι με αυτή την απάντηση με έπεισε…
Με αυτή την τρυφερή ιστορία που μας αφηγήθηκες ολοκληρώσαμε τη συζήτησή μας, Ηλία. Θέλω να σε ευχαριστήσω για όλα όσα μοιράστηκες μαζί μας. Χίλιες ευχαριστίες…
*Κι εγώ ευχαριστώ πολύ το Catisart για τη φιλοξενία.
•Διαβάστε επίσης: