11.4 C
Athens
Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2023

«Ο Γάμος» του Μάριου Ποντίκα από την ομάδα ΝΑΜΑ: Η Αφέντρα, ένα από τα πιο τραγικά γυναικεία πρόσωπα του θεάτρου

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

               Εκείνη τη νύχτα άδειασα τόσο,

               που όταν μου πέταξαν το μαχαίρι

               δε βρήκε πού να καρφωθεί.

               Τάσος Λειβαδίτης

Η λογοτεχνία και το θέατρο αναπαριστούν τη ζωή. Προβάλλουν καταστάσεις που συμβαίνουν γύρω μας, μπροστά μας ή και πίσω μας. Καταστάσεις που συνέβησαν πριν από μας ή συμβαίνουν παράλληλα με μας. Πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών, μέσα σε οικογένειες και φιλικές συντροφιές. Περιγράφουν τα πάθη των ανθρώπων, τις σκληρές πλευρές της ζωής τους. Η λογοτεχνία και το θέατρο σε προετοιμάζουν, σε αφοπλίζουν, σε σφυρηλατούν για όλα όσα είναι πιθανό να συναντήσεις. Μπορεί να μην έχω υποστεί σεξουαλική κακοποίηση αλλά σίγουρα έχω ζήσει έστω και για μερικά δευτερόλεπτα, έστω κι από την ασφάλεια του σπιτιού μου ή ανάμεσα στο θεατρικό κοινό, αυτό το φρικτό συναίσθημα της παραβίασης του σώματός σου, της ύπαρξής σου. Και αυτό το κατόρθωσα μέσα από την ανάγνωση της λογοτεχνίας, μέσα από την παρακολούθηση σπουδαίων θεατρικών παραστάσεων.

Όπως η παράσταση της Ελένης Σκότη, που μας παρουσίασε στην Κεντρική Σκηνή του θεάτρου Επί Κολωνώ τον ανυπέρβλητο «Γάμο» του Μάριου Ποντίκα. Η Ελένη Σκότη για άλλη μια φορά με μια σκηνοθεσία της έθεσε το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων. Το άγγιγμα της πληγής πονάει τόσο που με το πέρας της παράστασης αναρωτιέσαι πώς θα συνέλθεις από την αλήθεια της οποίας έγινες μάρτυρας.

Ο «Γάμος» γράφτηκε το 1980. Διαδραματίζεται το 1979. Πρωτοπαρουσιάστηκε το 1981 στο Θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν. Οι κριτικές τότε υπήρξαν στην πλειονότητά τους αρνητικές ή έστω επιφυλακτικές. Σήμερα το έργο είναι επίκαιρο όσο ποτέ. Και η πατίνα του χρόνου, οι καταστάσεις που βιώσαμε τα σαράντα ένα αυτά χρόνια που μεσολάβησαν, του έδωσαν μια αριστουργηματική ποιότητα.

Μπορεί το έργο να αναφέρεται στην περίκλειστη κοινωνία μιας λαϊκής αθηναϊκής συνοικίας του 1979 που οι νέοι της εποχής περιμένουν να ενηλικιωθούν για να αποδράσουν από αυτήν με όποιον τρόπο, αλλά αυτή η πνιγηρή αίσθηση βρίσκει ανταπόκριση και αναμοχλεύει και δικά μας συναισθήματα εκείνης της εποχής που λαχταρούσαμε να δραπετεύσουμε από τον δικό μας οικογενειακό κλοιό, να ανοίξουμε τα φτερά μας και να πετάξουμε.

Ο τρόπος γραφής του Μάριου Ποντίκα χτυπάει τις φλέβες και της δικής μας συλλογικής μνήμης.

Η υπόθεση

Η ανήλικη θυγατέρα μιας φτωχής οικογένειας, που ζει σε μια γειτονιά της Αθήνας, βιάζεται. Ακολουθούν οι αλλεπάλληλοι «βιασμοί» της από την οικογένεια, την κοινωνία, τη Δικαιοσύνη, τον Τύπο. Η υποκριτική αντιμετώπιση του περίγυρου οδηγεί την κοπέλα στην αυτοπυρπόλησή της. Αυτή η πράξη της, στην οποία εξωθείται από τον πατέρα και τη μεγαλύτερη αδελφή της, είναι μια… κάποια λύση για την οικογένεια…

Το έργο του Μάριου Ποντίκα πραγματεύεται θέματα όπως η έμφυλη βία, η κουλτούρα του βιασμού, η διαμόρφωση της κοινής γνώμης, το συμφέρον, η πατριαρχία.

Το κουβάρι ξετυλίγεται, «η τιμή του κοριτσιού», που «το χαλάσανε», μια οικογένεια ανάστατη, ένα δυστυχισμένο πλάσμα που σύρεται απάνθρωπα και χάνει την αξιοπρέπειά του. Τι σημαίνει να σε βιάζουν εν έτει 1979; Ο αρραβωνιαστικός φεύγει με σιγανά βηματάκια γιατί το εμπόρευμα βγήκε σκάρτο, παρότι έδωσαν τα χέρια με τον πατέρα και η συμφωνία έκλεισε. Κορίτσι άσπιλο σαν αρνάκι, λευκό σαν περιστέρα. Το εμπόρευμα ήταν αρίστης ποιότητας. Η ανύπαντρη μεγάλη αδελφή που “ντροπιάστηκε” εξαιτίας της μικρής αδελφής, το δικαστήριο, οι μάρτυρες κατηγορίας και υπεράσπισης, ο ιατροδικαστής, η γειτονιά. Τελικά οι πάντες γύρω έχουν χάσει και μόνο το βιασμένο κορίτσι παραμένει βουβό και αποσβολωμένο.

Καλοακονισμένο ξυράφι

Το έργο σήμερα δικαιώνει το συγγραφέα του στο φως του χρόνου και εξακολουθεί να κόβει σαν καλοακονισμένο ξυράφι. Το θέατρο του Ποντίκα συγκροτεί ένα ολοζώντανο δραματικό μωσαϊκό της ελληνικής κοινωνίας που εκτείνεται από τα κρίσιμα μετεμφυλιακά χρόνια, περνά από τα βασανιστικά χρόνια της χούντας των συνταγματαρχών και φτάνει στο σημερινό μεταίχμιο.

Η σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη δεν διστάζει να ρίξει φως στο πυκνό σκοτάδι που βρίσκεται πίσω από την ηθογραφία της ελληνικής οικογένειας στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όπως φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση το έργο, και το εξυψώνει σε ένα ευρύτερο δραματουργικό πλαίσιο αναπτύσσοντας με το κοινό μια ψυχαναλυτική και ψυχοθεραπευτική σχέση. Πολλές φορές δε κατά τη διάρκεια της παράστασης μετατοπίζει ευφυώς το κέντρο βάρους από το σημαντικό στο οδυνηρά γελοίο. Αγριότητα, σκληρότητα, πικρό χιούμορ, ρεαλισμός, ωμότητα σε μια παράσταση αδρή και καθαρή που αποκαλύπτει μια κοινωνία υποκριτική και κτηνώδη, μια κοινωνία που ασκεί ανεμπόδιστη βιασμούς στο σώμα, στην ψυχή και στη σκέψη γυναικών.

Οι συντελεστές

Η Ελένη Σκότη σχεδίασε και εκτέλεσε μια θαυμάσια σε οργάνωση, αισθητική και λειτουργία παράσταση. Επιπλέον πλάι της είχε άξιους συνεργάτες και συμπαραστάτες. Πρώτος απ’ όλους ένας θεατράνθρωπος με κύρος, ο Γιώργος Χατζηνικολάου, που δούλεψε με λιτότητα και μέτρο το εξαίρετο σκηνικό.

Μια έξοχη πρόταση, γόνιμη και ευπρόσδεκτη, έκανε και η Μαρία Αναματερού στα κοστούμια.

Έξοχη και με τόνους υπαινιχτικούς η δουλειά του Στέλιου Γιαννουλάκη στη μουσική.

Κινηματογραφικής χροιάς η επιμέλεια των φωτισμών από τον Αντώνη Παναγιωτόπουλο.

Οι ερμηνείες

Οι ηθοποιοί όλοι ξεχωριστοί, άριστοι στους ρόλους τους, σοφά διδαγμένοι από τη σκηνοθέτιδά τους, μια σκηνοθέτιδα που ξέρει να επιλέγει τους καλύτερους και να τους εμπιστεύεται.

Ο Ηλίας Βαλάσης για άλλη μια φορά μας εντυπωσιάζει με τη δυναμική του. Πέτυχε άριστα να μας δώσει τον κούφιο και βαρύγδουπο πατέρα – αφέντη με τις μικρές, μωρές και μιαρές φιλοδοξίες του. Πάμπολλοι έπαινοι αξίζουν σ’ αυτόν τον ταλαντούχο και σεμνό καλλιτέχνη που χρόνια τώρα θαυμάζουμε σε απαιτητικές παραστάσεις.

Ο Στέλιος Δημόπουλος στους πολλαπλούς ρόλους του ήταν ρηξικέλευθος. Έχει θαυμάσια κίνηση και ώριμη φωνή, με εσωτερικό κραδασμό. Από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του. Το κείμενο γι’ αυτόν ξεκινάει από το μυαλό αλλά διυλίζεται στα σπλάχνα και την καρδιά.

Στο ρόλο της Μάνας διέπρεψε η Μαρία Κάτσενου. Ηθοποιός θαυμάσια, με πλούσια εκφραστικά προσόντα που ξέρει να κρατά τις ισορροπίες. Μας παρουσίασε μια γυναίκα της μικροζωής. Μια γυναίκα που πότε μιλά, πότε μορφάζει, πότε ζει, πότε φυτοζωεί, χωρίς ποτέ να έχει τη δύναμη να προστατεύσει την ίδια της την κόρη.

Η Αθανασία Κουρκάκη έπλασε την Αδελφή με δεινότητα. Με πρόσωπο που δονείται και συσπάται από τη διαστροφική χαρά για τα δεινά της μικρής αδελφής. Μαζί με τον Πατέρα ενσαρκώνουν τους ωμούς και πωρωμένους βασανιστές της Αφέντρας. Στην ερμηνεία της ήταν ευδιάκριτη η ανθρωποφαγία, η υποκρισία, η μοχθηρία. Το σώμα της, η φωνή της, το πρόσωπό της ενσάρκωναν ανάγλυφα το άτομο που φλέγεται να ορίζει τις ζωές των άλλων, αντλώντας απροσμέτρητη ηδονή από τις συμφορές τους. Εύστοχη, γλαφυρή, με θαυμαστή εκφραστικότητα και μεγάλη δεξιοτεχνία.

Το εσωτερικό παίξιμο της νεαρής και ταλαντούχας Μέγκυ Σούλι με το συγκλονιστικά εκφραστικό πρόσωπο και την εύγλωττη σωματικότητα πηγαίνει την παράσταση σε άλλες διαστάσεις. Τραγική ηρωίδα και σύμβολο, η Αφέντρα είναι ένα από τα πιο τραγικά γυναικεία πρόσωπα που έχουν υπάρξει στη θεατρική σκηνή. Ολόκληρη μια θυσία.

Η ομάδα ΝΑΜΑ έχει τη δύναμη να πατά γερά στην ελληνική πραγματικότητα της εποχής του έργου, να την ανακαλύπτει και να την αναπλάθει σε τέχνη. Με τον “Γάμο” μάς έδωσε μια παράσταση συγκλονιστική, μια παράσταση τομή.

∼•∼

Πληροφορίες για την παράσταση εδώ:

«Ο Γάμος» του Μάριου Ποντίκα, στο θέατρο Επί Κολωνώ, αιχμηρός σαν ακονισμένο ξυράφι

 

…και εδώ:

«Ο Γάμος» του Μάριου Ποντίκα από την Ομάδα Νάμα – Δείτε το trailer και τις φωτογραφίες της παράστασης

 

Τάσος Λειβαδίτης, «Η τελευταία εντολή»

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -