“Η διαφημιστική ευφορία θα γίνει το μοντέλο της ανθρώπινης ευτυχίας…”
O Γκίντερ Άντερς (1902-1992) γεννήθηκε στο Mπρεσλάου της Πολωνίας. Mαθητής του Xούσερλ και του Xάιντεγκερ, βοηθός του Mαξ Σέλερ, θα γνωρίσει τη μοίρα πολλών Γερμανοεβραίων διανοουμένων της εποχής του: καταφεύγει το 1933 στο Παρίσι, όπου τον ακολούθησε λίγο αργότερα η πρώτη γυναίκα του, η Χάνα Άρεντ (παντρεύτηκαν το 1929), και το 1936 μεταναστεύει στη Νέα Υόρκη (όπου και χωρίζουν). Εκεί ο Άντερς θα ασκήσει διάφορα επαγγέλματα και θα συμμετάσχει στις συζητήσεις του Institute for Social Research, με τους Χορκχάιμερ, Αντόρνο, Μαρκούζε και άλλους. Το 1950 επιστρέφει στην Ευρώπη και εγκαθίσταται μόνιμα στη Βιέννη, όπου θα ζήσει ως το τέλος της ζωής του. Από το πολύπλευρο έργο του (φιλοσοφία, πολιτικό και αισθητικό δοκίμιο, πεζογραφία, ποίηση) τα κυριότερα κείμενά του βρίσκονται συγκεντρωμένα στο βιβλίο του “Die Antiquiertheit des Menschen”, τομ. 1 (1956) και τομ. 2 (1980), που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις C.H. Beck (Μόναχο), όπως και τα υπόλοιπα βιβλία του.
Ασχολήθηκε και έγραψε για το πρόβλημα της ηθικής ύπαρξης του ανθρώπου στην εποχή της τεχνολογίας και για τον αγώνα κατά του ναζισμού. Το έργο του εμπεριέχει φιλοσοφία, πολιτικό και αισθητικό δοκίμιο, πεζογραφία και ποίηση.
Από τη μετάφραση του Αντώνη Καραβασίλη από τη γαλλική έκδοση, (2002), αξίζει να παραθέσουμε ένα προφητικό απόσπασμα που σχετίζεται με τον ξεπεσμό και τις ζοφερές στιγμές που ζούμε σήμερα.
Το παρακάτω κείμενο είναι απόσπασμα από το «Die Antiquiertheit des Menschen» («Η απαρχαίωση του ανθρώπου»), opus magnum του Γερμανού φιλοσόφου Γκίντερ Άντερς. Γραμμένο το 1956 περιγράφει με ανατριχιαστική ακρίβεια ένα μέλλον που ταυτίζεται με τις πιο ζοφερές στιγμές του δικού μας παρόντος.
«Για να καταπνιγεί κάθε εξέγερση πριν ακόμη προλάβει να εκδηλωθεί, δεν απαιτούνται βίαια μέσα. Οι χιτλερικές μέθοδοι είναι ξεπερασμένες. Αρκεί να δημιουργηθούν εξαρτήσεις τόσο ισχυρές, ώστε η ιδέα και μόνο της εξέγερσης να μην έρχεται στο μυαλό κανενός.
Θα ήταν ιδανικό η διαμόρφωση των ατόμων να ξεκινάει από την ώρα που γεννιούνται, με τη συρρίκνωση των έμφυτων ικανοτήτων τους. Κατόπιν, η εξάρτηση θα θωρακιστεί με τον δραστικό περιορισμό της παιδείας, προσανατολισμένης στην επαγγελματική εκπαίδευση. Ένα ακαλλιέργητο άτομο έχει στενό ορίζοντα σκέψης και όσο η σκέψη του περιορίζεται σε ασήμαντες ασχολίες, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες να εξεγερθεί. Πρέπει να δημιουργηθούν προϋποθέσεις, ώστε η πρόσβαση στην πραγματική γνώση να γίνει ολοένα δυσκολότερη για τους πολλούς. […]
Θα χρησιμοποιείται η πειθώ και όχι η ωμή βία. Θα προβάλλονται μαζικά, μέσω της τηλεόρασης, «ψυχαγωγικά» προγράμματα που θα κολακεύουν πρωτίστως το συναίσθημα και τα ένστικτα. Το πνεύμα θα απασχολείται με ό,τι ελαφρύ, ασήμαντο, παιδαριώδες. Σε ένα περιβάλλον ακατάσχετης φλυαρίας με αδιάκοπη μουσική υπόκρουση, η ανάπτυξη της σκέψης θα παρεμποδίζεται. Το σεξ θα τεθεί στην πρώτη γραμμή των ανθρωπίνων ενδιαφερόντων — δεν υπάρχει καλύτερο κοινωνικό ηρεμιστικό!
Γενικά, θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να αποβάλουν τη σοβαρότητα από την ύπαρξη, να γελοιοποιήσουν τα υψηλά ιδανικά, να καλλιεργήσουν μια διαρκή απολογία της ελαφρότητας, έτσι ώστε η διαφημιστική ευφορία να γίνει το μοντέλο της ανθρώπινης ευτυχίας και υπόδειγμα της ελευθερίας. […]
Ό,τι αποκοιμίζει τη διαύγεια του μαζικού ανθρώπου είναι κοινωνικά ωφέλιμο, ό,τι απειλεί να τον αφυπνίσει πρέπει να διακωμωδηθεί, να καταπνιγεί, να καταπολεμηθεί. Κάθε θεωρία που θα αμφισβητεί το σύστημα, πρέπει να καταδικάζεται ως ανατρεπτική και τρομοκρατική, το ίδιο κι εκείνοι που την υποστηρίζουν».