Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Στη Μεσόγειο γεννήθηκαν και άνθησαν κατά την Αρχαιότητα τρεις μεγάλοι πολιτισμοί και τρεις από τις σπουδαιότερες θρησκείες. Όποιος θέλει να γράψει μια ιστορία της Μεσογείου αναπόφευκτα θα αναφερθεί στον πολιτισμό της θάλασσας, του λιμανιού και του πλοίου. Η ιστορία της περιοχής είναι η ιστορία της αλληλεπίδρασης των πολιτισμών και των ανθρώπων από τα εδάφη γύρω από τη θάλασσα, μια οδός μεταφορών, εμπορίου και πολιτιστικών ανταλλαγών μεταξύ διαφορετικών λαών, που περιλαμβάνει τρεις ηπείρους: τη Δυτική Ασία, τη Βόρεια Αφρική και τη Νότια Ευρώπη. Αυτό αυτήν ξεκίνησε ο κόσμος. Ήταν ο δρόμος του Καίσαρα. Ο δρόμος του Αννίβα προς τη δόξα. Ήταν οι εμπορικές διαδρομές των Φοινίκων και των Καρχηδονίων, των Οθωμανών και Βυζαντινών… Όλοι προερχόμαστε από αυτή τη θάλασσα και ξανά στη θάλασσα αυτή γυρίζουμε. Η Μεσόγειος γέννησε τον κόσμο. Η ιστορία της είναι σημαντική για την κατανόηση της προέλευσης και ανάπτυξης του πολιτισμού. Σήμερα είναι ακριβώς αυτό που έλεγε ο ποιητής Δημήτρης Χριστοδούλου: «Μεσόγειος του φόβου και των πικρών καιρών». Σήμερα η θάλασσα αυτή δεν είναι μόνο λίκνο αλλά και τάφος, δεν είναι μόνο δεσμός αλλά και καταδίκη, δεν είναι μόνο ευλογία αλλά και πεδίο μάχης με τα κύματα.
Ένα κομμάτι της Μεσογείου
Ένα κομμάτι αυτής της Μεσογείου είναι κι ένα ιταλικό νησί που βρίσκεται μεταξύ της Σικελίας και των ακτών της Τυνησίας. Η Λαμπεντούζα (ιταλικά Lampedusa), ή κατά τους Έλληνες ναυτικούς “Λαμπηδούσα”. Πρόκειται για την αρχαία νήσο Λεπάδουσσα, όπως την αναφέρουν ο Στράβων και ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (Δ’, γ 44), της συστάδας των “Πελαγίων νήσων”, όπως συνεχίζει ν’ αποκαλείται μέχρι και σήμερα. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Lampedusa e Linosa. Με μήκος μόλις 11, 2 χλμ., το πελαγονήσι αυτό, ιδιαίτερα από το 2010 και αργότερα, με τη γενικότερη πολιτική και κοινωνική αναστάτωση στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, αποτελεί τόπο άφιξης χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων από χώρες της Αφρικής οι οποίοι προσπαθούν να περάσουν στην Ευρώπη με αυτοσχέδια ή ακατάλληλα μέσα.
Στο θεατρικό έργο “Λαμπεντούζα” του Βρετανού Άντερς Λουστγκάρτεν, που παρακολουθήσαμε στο Θέατρο του Νέου Κόσμου (Κεντρική Σκηνή), σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, είδαμε τη μοναξιά και την αγριότητα της Λαμπεντούζα. Και η μεγάλη μοναξιά της Λαμπεντούζα είναι ότι τίποτα δεν αλλάζει στους νόμους και στις πολιτικές. Οι νεκροί του νησιού είναι οι νεκροί όλης της Ευρώπης. Η θεματική επικαιρότητα του έργου απόλυτη. Η διαχρονικότητά του αναμφισβήτητη και ο λόγος του πραγματικά δυνατός. Σε μια εποχή που η μετακίνηση πληθυσμών είναι σε έξαρση, που τα ανθρώπινα όνειρα φυλακίζονται, που ο φανατισμός γιγαντώνεται, ο Στέφανο και ο φίλος του από το Μάλι, η Ντενίζ και η Πορτογαλίδα φίλη της είναι οι δικοί μας άνθρωποι, είναι άνθρωποι σαν όλους εμάς, ζουν ανάμεσά μας.
Οι δύο ηθοποιοί –Αργύρης Ξάφης και Χαρά-Μάτα Γιαννάτου– μας αφηγήθηκαν έναν ύμνο στην ομορφιά της ψυχής και τη φρίκη της προσφυγιάς. Παρακολουθήσαμε μια ξενάγηση σε έναν τόπο που υποχρεώνει την Ευρώπη που φοβάται τον άλλον, τον διαφορετικό, να προβληματιστεί για το μέλλον της και να επαναπροσδιορίσει τις αξίες της.
Το παραδείσιο νησί της Λαμπεντούζα, με τη φημισμένη Παραλία των Λαγών, κείται εκεί που η Βόρεια Αφρική συναντά την Ιταλία. Θα μπορούσε να είναι η Λέσβος στο βορειοανατολικό Αιγαίο. Γραφικά χωριά, ονειρεμένες παραλίες και παράξενα σκουπίδια που ξεβράζει η θάλασσα. Θα μπορούσε να είναι το Φαρμακονήσι στα Δωδεκάνησα. Βράχοι, άνυδρο τοπίο και σοροί παιδιών σκόρπιοι στην άμμο.
Οι δύο ήρωες
Η οικογένεια του Στέφανου είναι ψαράδες πάππου προς πάππου. Όμως στις αρχές του 21ου αιώνα η ψαριά του είναι πολύ διαφορετική. Δουλειά του είναι τώρα να περισυλλέγει σώματα μεταναστών από τα παγωμένα νερά της Μεσογείου.
Πιο βόρεια, στις σκοτεινές γωνιές της Αγγλίας, η Ντενίζ, μια Κινεζοεγγλέζα εργαζόμενη φοιτήτρια, πηγαίνει πόρτα πόρτα για να μαζέψει δόσεις καταναλωτικών δανείων για λογαριασμό μιας εισπρακτικής εταιρείας. Είναι μιγάδα, είναι διαφορετική και εισπράττει διακρίσεις από εκείνους που θέλουν να την ξεφορτωθούν.
Άβολες δουλειές, για ανθρώπους που η φτώχεια, η κρίση, η ανεργία τους έχουν ρίξει στο περιθώριο. Κι όμως υπάρχει ελπίδα και ζεστασιά, που θα τη βρουν εκεί που διόλου δεν το περιμένουν. Ο Στέφανο και η Ντενίζ είναι θύματα του ίδιου συστήματος, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Ο συγγραφέας
Το ύφος του συγγραφέα είναι καθαρό, δεν καταφεύγει σε παρεκβάσεις και δεν αναλώνεται σε επουσιώδη. Αποδεικνύει βέβαια και κάτι ακόμη: ότι τον συναρπάζει και τον πονά το θέμα του.
Ο Άντερς Λουστγκάρτεν (Anders Lustgarten) είναι Βρετανός θεατρικός συγγραφέας. Γεννημένος από Αμερικανούς γονείς ουγγροεβραϊκής καταγωγής, σπούδασε κινέζικη ιστορία στην Οξφόρδη και έκανε διδακτορικό στο ίδιο θέμα στην Αμερική. Εκεί, μετά το πέρας των σπουδών του, άρχισε να διδάσκει θέατρο σε φυλακισμένους και στράφηκε ο ίδιος στη θεατρική γραφή. Από το 2007 έχει γράψει συνολικά 22 έργα, για το Ρόγιαλ Κορτ, το θέατρο Σόχο, το Μπόλτον Όκταγκον, το Εθνικό Θέατρο κ.ά. Επίσης έχει δουλέψει για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Παράλληλα ασχολείται με τον διεθνή πολιτικό ακτιβισμό και ιδιαίτερα με το ρόλο των πολυεθνικών εταιρειών στις αναπτυσσόμενες χώρες. Έχει κερδίσει το βραβείο Κάθρην Τζόνσον, ενώ το 2011 πήρε το βραβείο Χάρολντ Πίντερ για νέους συγγραφείς για το έργο “If You Don’t Let Us Dream, We Won’t Let You Sleep” (Αφού δε μας αφήνετε να ονειρευτούμε, δε θα σας αφήσουμε να κοιμηθείτε), που ανέβηκε στο Ρόγιαλ Κορτ το 2013. Η “Λαμπεντούζα” γράφτηκε ύστερα από παραγγελία του θεάτρου Σόχο του Λονδίνου, στο πλαίσιο αφιερώματος στο σύγχρονο πολιτικό θέατρο. Ανέβηκε στο Σόχο την άνοιξη του 2015 και επαναλήφθηκε στο Hightide Festival το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, ύστερα από τη μεγάλη ανταπόκριση που βρήκε από το κοινό.
«Το προσφυγικό είναι η μεγάλη προδοσία του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όλων αυτών των αρχών δηλαδή πάνω στις οποίες υποτίθεται ότι στηρίζεται η Γηραιά Ήπειρος. Είναι η βία που ασκείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία πρέπει ως πολίτες να αποφασίσουμε εάν συνεχίζουμε να ανεχόμαστε», υποστηρίζει.
Πολιτικό έργο
Η βάση του έργου στηρίζεται στην Ιστορία και προσπαθεί να εντάξει τα γεγονότα μέσα σε ένα ιστορικό πλαίσιο. Καθώς από τον αιματηρό Τρωικό Πόλεμο, «σε όλες τις ιστορικές περιόδους, από την πρώιμη αρχαιότητα μέχρι σήμερα, βίαια γεγονότα με πλήθος θυμάτων διαδέχονται συνεχώς το ένα το άλλο», όπως εύστοχα παρατηρεί η θεατρολόγος Μαρία Παπαλέξη στο σημείωμά της στο πρόγραμμα του έργου. Η «Λαμπεντούζα» δεν μιλά μόνο για κάποιους που διασχίζουν τη Μεσόγειο για να αλλάξουν τόπο. Μιλά και για τη θέση των Ευρωπαίων.
Ένα πολιτικό έργο που δείχνει πώς η ανθρώπινη επαφή και η ενσυναίσθηση μπορεί να κάνουν τα πράγματα καλύτερα, χωρίς να στηρίζονται κατ’ ανάγκην οι άνθρωποι σε ιδεολογίες ή σε κόμματα. Το αποτέλεσμα είναι ένα εντυπωσιακό δείγμα ριζοσπαστικού θεάτρου.
Δημιουργούνται κοινά και παράλληλα στοιχεία στα γεγονότα της ζωής αυτών των δύο ηρώων. Πολύ συχνά καθρεφτίζεται ο ένας στον άλλο και η φωνή του ενός ακούγεται σαν ηχώ του άλλου. Οι δύο ιστορίες λειτουργούν υπέροχα μαζί, και το φινάλε αγγίζει την καρδιά.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να διηγηθείς μια τέτοια ιστορία. Ο ένας και αλάνθανστος είναι να πεις την αλήθεια. Πολλοί υποστηρίζουν ότι λένε την αλήθεια, αλλά οι περισσότεροι δεν τη λένε. Ένας άλλος τρόπος είναι το χιούμορ. Ο Άντερς Λουστγκάρτεν θέλει να κάνει τους θεατές να γελάνε, όπως στη σκηνή με το σκύλο. Η γραφή του είναι ακτινοβόλα σε ένταση, συνδυάζοντας την αλήθεια με το χιούμορ. Οι περιγραφές των πνιγμών έχουν μια αγέρωχη τραγικότητα που προέρχεται από την ωμή λεπτομέρεια συνδυασμένη με ποιητική δεξιοτεχνία.
Ένα θυμωμένο κείμενο – καταπέλτης, πικρό και όμως αισιόδοξο για την πιο σημαντική ίσως πρόκληση της εποχής μας.
Το μεταναστευτικό
Εμείς και η Ιταλία, για λόγους γεωγραφικούς και γεωφυσικούς, είμαστε οι αποδέκτες αναρίθμητων φυγάδων. Χιλιάδες όμως είναι και οι πνιγμένοι στα νερά του Αιγαίου, της Μεσογείου και στους βάλτους του Έβρου.
Περίπου 800 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους μόνο σε ένα τραγικό ναυάγιο στα ανοιχτά της Λαμπεντούζα τον Απρίλιο του 2015, εκτιμούν οι εκπρόσωποι της Ύπατης Αρμοστείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (HCR) και του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ), ύστερα από τη διασταύρωση των μαρτυριών που συνέλεξαν από τους επιζώντες.
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι οι πρόσφυγες και οι κατατρεγμένοι που πνίγονται στα νερά μας είναι δικοί μας νεκροί.
Τα τελευταία χρόνια ζούμε -με τις δικές μας κυρίως πολιτικές και κομματικές επιλογές- τους εφιάλτες της χρεοκοπίας, της ανεργίας, της φτώχειας και της παρακμής. Οι πολιτικοί μας, χθεσινοί και σημερινοί, είναι επιλογή δική μας.
Ένα τρανό πρόβλημα είναι το μεταναστευτικό. Άνθρωποι ξεκινούν να σωθούν μην έχοντας άλλη ελπίδα από τη φυγή, λησµονώντας ολότελα πόσο απατηλή και ύπουλη είναι αυτή η απεγνωσμένη πράξη που το όνοµα ελπίδα της είχαν δώσει.
Η φτώχεια και η απόγνωση είναι τα θέματα της «Λαμπεντούζα». Αυτό δε που εντυπωσιάζει, είναι η ικανότητα του συγγραφέα να αντιμετωπίζει τους μετανάστες όχι με την ευγενή καλοσύνη του Ευρωπαίου, αλλά να μας τοποθετεί μέσα σε μιαν απτή πραγματικότητα. Γράφει με συγκλονιστική και ανατριχιστική ακρίβεια για την τύχη των νεκρών μεταναστών που πνίγονται στα παγωμένα νερά.
Ο Στέφανο χαρακτηριστικά λέει πως τα πτώματα στο νερό γλιστρούν ανάμεσα στα δάχτυλα σαν ογκώδεις λιγδωμένοι σάκοι σκουπιδιών.
Το έργο, παρ’ όλα αυτά, μιλά για την επιβίωση της ελπίδας. Ο Στέφανο γίνεται φίλος με έναν μηχανικό από το Μάλι και περιμένουν με ανυπομονησία την άφιξη της συζύγου του. Στη δική της κρίση, η Ντενίζ βρίσκει μια καλή φίλη στο πρόσωπο μιας καταχρεωμένης Πορτογαλίδας ανύπαντρης μητέρας.
Οι συντελεστές
Σαν άγγελοι προπομποί μηνύματος ανθρωπιάς οι Αργύρης Ξάφης και Χαρά-Μάτα Γιαννάτου παίζουν παντού, βρίσκονται παντού στη σκηνή δίχως να συναντώνται ποτέ, προσπαθώντας να δώσουν στο κοινό τους εικόνες και συναίσθημα, να εντοπίσουν, με τον δικό τους καλλιτεχνικό κώδικα, το στίγμα της εποχής.
Ο Αργύρης Ξάφης, υποβλητικός και μεγαλειώδης, συλλαμβάνει όλη την οργή και την αγανάκτηση ενός ανθρώπου που, ακόμα και τα όνειρά του, είναι στοιχειωμένα από το θάνατο. Αυτός ο άνθρωπος όμως καταφέρνει να ξεφύγει και να μας προσφέρει ως μάθημα μια συγκλονιστική χειρονομία φιλίας.
Έξοχη και η Χαρά – Μάτα Γιαννάτου, μια υπέροχη παρουσία στο σανίδι, μεταφέρει την πληγωμένη πικρία της Κινεζοεγγλέζας που ζει σε μια υποβαθμισμένη περιοχή της χώρας της, όπου οι θέσεις απασχόλησης είναι επισφαλείς, οι μισθοί είναι σε ύφεση, η στέγαση είναι προβληματική και τα επίπεδα εκπαίδευσης είναι κατά πολύ χαμηλότερα από αυτά του Λονδίνου. Ομοίως μεταδίδει και μια απύθμενη γλυκύτητα και προθυμία να παραδοθεί σε μια πράξη απροσδόκητης φιλανθρωπίας.
Απλά τα κοστούμια, όπως ακριβώς τα ζητά το έργο. Εντυπωσιακά τα σκηνικά, μια σύγχρονη αλληγορική εγκατάσταση, κάτι μεταξύ ανεμοδαρμένων βράχων και πεσμένων στην παραλία κορμών δέντρων. Πολύ καλή δουλειά από τη Μαγδαληνή Αυγερινού.
Δύο ακόμα δημιουργοί συντελούν στην άρτια αισθητική της παράστασης. Ο Σταύρος Γασπαράτος στη μουσική και ο Σάκης Μπιρμπίλης στους φωτισμούς. Ικανότατοι θεατράνθρωποι, με πολλές επιτυχίες στο ενεργητικό τους.
Η μετάφραση της Αγγελικής Κοκκώνη έχει ροή και μεστότητα ταιριαστή με τις θερμοκρασίες του έργου.
Τη συγκλονιστική παράσταση αποτελούν δύο παράλληλες αποκαλυπτικές εξομολογήσεις για τη μοναξιά, το θυμό, το φόβο και το οδυνηρό αίσθημα ματαίωσης κάθε ανθρώπου που βιώνει το περιθώριο, τον διωγμό, τη βία, την απελπισία και τον αποκλεισμό. Έργο αφύπνισης με έμφαση στον ακτιβισμό, τη φιλία και την εντιμότητα, έργο δίκαιο που μας έκανε να βουρκώσουμε.
* To link της παράστασης: http://nkt.gr/play/189/lampentoyza/
Ταυτότητα της παράστασης
Μετάφραση: Αγγελική Κοκκώνη
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Σκηνικά-Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Τζάθας
Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου
Κεντρική φωτογραφία: Δημοσθένης Γαλλής
Παίζουν οι ηθοποιοί:
Αργύρης Ξάφης, Χαρά-Μάτα Γιαννάτου
Χρήσιμα στοιχεία
Κεντρική Σκηνή – Θέατρο του Νέου Κόσμου
Aπό 23/12/2016 έως 06/01/2017
ΤΕΤΑΡΤΗ 21:15
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21:15
ΚΥΡΙΑΚΗ 19:00
Αντισθένους 7 & Θαρύπου, 117 43 Αθήνα
T: 210 9212900
F: 210 9212901
[email protected]
Σημείωμα του σκηνοθέτη
«Οι μετανάστες δε βάζουν σε μια τσάντα τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας πίσω παιδιά και οικογένεια, λαδώνοντας και παλεύοντας να χωθούν στις ρόδες ενός τρένου ή πίσω απ’ τα κιβώτια σ’ ένα φορτηγό μαζί με άλλους σαράντα, δεν υποφέρουν τους σκοτωμούς και τους βιασμούς αγαπημένων τους, μόνο και μόνο για να τσεπώσουν επιτέλους αυτό το επίδομα από 67 λίρες και 46 πένες τη βδομάδα από το βρετανικό δημόσιο.»
Αυτά λέει η Ντενίζ σε κάποιο σημείο στη Λαμπεντούζα, κι εγώ θα συμπλήρωνα ότι ο πρόσφυγας δεν θα έβαζε σε κίνδυνο τα παιδιά του, τη γυναίκα του, φορτώνοντάς τους σ’ ένα σαπιοκάραβο για να περάσουν στην Ελλάδα ή στην Ιταλία, αν δεν θεωρούσε ότι κινδυνεύουν έτσι λιγότερο απ’ ό, τι στον πόλεμο στη Συρία ή στο Μάλι σήμερα, στο Λίβανο ή στη Λιβύη χτες.
Σύμφωνα με τη Frontex, oι φετινές αναχωρήσεις σκαφών από την Αίγυπτο στην Ιταλία έχουν ξεπεράσει τις χίλιες. Πριν από τη νέα εκατόμβη στα μέσα του Σεπτέμβρη, ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης είχε καταγράψει 3.212 θανάτους προσφύγων και μεταναστών φέτος στη Μεσόγειο. Ένας μακάβριος απολογισμός, αυξημένος περίπου 15% συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Παρά τη συνολική μείωση των αφίξεων, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ εκτιμά πως το 2016 θα είναι η πιο φονική χρονιά στη Μεσόγειο. Γιατί τώρα πια η θάλασσα, η αρχή της ζωής, έχει γίνει για τόσους και τόσους συνώνυμο του θανάτου, τώρα που τα επίγεια σύνορα, και τα δικά μας, έχουν γεμίσει φράχτες, κι οι άνθρωποι, δυστυχώς, δεν είναι σαν τα αποδημητικά πουλιά να περνάνε από πάνω.
Πριν από 19 χρόνια, Οκτώβριο πάλι, ανέβασα εδώ τη “Βρομιά” του Ρόμπερτ Σνάιντερ, με ήρωα έναν άραβα μετανάστη. Τίποτα δεν βελτιώνεται στην πολιτισμένη Ευρώπη μας, με τα νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αντίθετα, χειροτερεύουν τα πράγματα. Και δεν είναι απλώς στατιστικοί πίνακες, αλλά ανθρώπινες ζωές. Τους βλέπουμε όμως σαν ανθρώπους; Φοβάμαι πως όχι, γι’ αυτό και αντέχουμε τις επαναλαμβανόμενες ειδήσεις με τα διαμελισμένα ή τα ξεβρασμένα κορμιά. Που λίγο λίγο περνάνε στις σύντομες αναφορές, στις μέσα σελίδες, στα μονόστηλα.
Το θέατρο έχει άλλο θεό: ανέκαθεν αφηγείται ανθρώπινες ιστορίες, εδώ το προσφυγικό ξεκολλάει από την αφηρημένη πολιτική διάσταση για να πάρει σάρκα και οστά, ανάσα, ήχο και ζεστασιά. Υπάρχει μια πραγματικότητα στους πρόσφυγες, ίδια με τη δική μας πραγματικότητα: έχουν κι αυτοί πρόσωπα, ονόματα, αγαπάνε, πονάνε, ερωτεύονται, παίζουν, μιλάνε από το κινητό με τη μάνα τους στην άλλη άκρη του κόσμου. Προσπαθούν να κρατήσουν αξιοπρέπεια, έχουν όνειρα, έχουν φόβους, έχουν, έχουμε…
Γι’ αυτό επανέρχομαι σε τέτοιες αφηγήσεις, από τον “Κοινό Λόγο” μέχρι τη Λαμπεντούζα, γιατί είναι πολλοί, είμαστε πολλοί εκείνοι που καλωσορίζουμε τους πρόσφυγες, κι όπως λέει ο Στέφανο στο τέλος του έργου, οι άνθρωποι αυτοί μας δίνουν ελπίδα. Από αισιοδοξία κάνω θέατρο.
Στις λίγες σελίδες του προγράμματος της παράστασης, αντί για πολιτικά ή θεωρητικά κείμενα, που περνούν τόσο συχνά μπροστά απ’ τα μάτια μας, επιλέξαμε να δούμε τον πρόσφυγα και τον μετανάστη με τον τρόπο της ποίησης του 20ού και του 21ου αιώνα».
Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
* Να σκέφτεσαι τους άλλους – Μαχμούντ Νταρουίς (Ένα από τα ποιήματα του προγράμματος)
«Το αίμα τους αιώνες σκάλισε εκεί
τα βράχια και τους κάβους και τη βαθιά σιωπή
νησιά σαν περιστέρια αιώνιες φυλακές
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τις βροχές
μεσ’ τη Μεσόγειο»
(Απόσπασμα: «Μεσόγειος», στίχοι: Δημήτρης Χριστοδούλου, μουσική: Ζωρζ Μουστακί, από τον δίσκο Le Métèque (Ο μέτοικος) του 1971)