Του Παναγιώτη Μήλα
Τώρα που #Μένουμε_σπίτι σκεπτόμουνα ότι η σκηνοθέτις και χορογράφος Ελένη Γκασούκα και μόνο επειδή είχε αναλάβει τη χορογραφία της Τελετής Λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004, είχε πραγματοποιήσει ένα γεγονός που ήταν κορυφαίο. Μας είχε συγκινήσει, μας είχε κάνει να νιώσουμε υπερήφανοι. (Άλλους φανερά και άλλους κρυφά)…
Στη συνέχεια δημιούργησε τη θεατρική ομάδα «Ήρωες» και από το 2005 άρχισε να γράφει θεατρικά έργα και να σκηνοθετεί. Τα έργα της: Ήρωες (2006), Φουρκέτα (2008), Η Φτωχούλα του Θεού (2012), Εγώ η Γωγώ (2013). Το τελευταίο βραβεύτηκε από το κοινό με το «Πρώτο Βραβείο Σύγχρονου Νεοελληνικού Έργου». Στη συνέχεια, το 2016, έγραψε ένα έργο κόντρα στον χαρακτήρα της. Τίτλος του «Βούβα», που σημαίνει: βουβαμάρα, σιωπή, το αντίθετο του μιλάω, το αντίδοτο του εκφράζομαι…
Η Ελένη Γκασούκα όμως δεν σιωπά. Έχει άποψη. Δεν μιλάει για να προκαλέσει. Δεν κάνει συλλογή από likes, ούτε μετράει έναν προς έναν τους followers. Σκέπτεται πολύ πριν μιλήσει και με όσα λέει υπάρχουν πολλοί που δυσαρεστούνται. (Άλλοι φανερά και άλλοι κρυφά)…
Όμως υπάρχουν ακόμα περισσότεροι που με τα λεγόμενά της προβληματίζονται. (Άλλοι φανερά και άλλοι κρυφά)…
Αυτό το τελευταίο, το κατάφερε σκηνοθετώντας το «Χελιδόνι» (La Golondrina) του Guillem Clua, σε μετάφραση της Μαρίας Χατζηεμμανουήλ και με πρωταγωνιστές τους Σοφία Σεϊρλή και Βασίλη Μαυρογεωργίου.
Και λέω ότι «το κατάφερε» γιατί και μόνο η επιλογή αυτού του έργου – με αυτό το θέμα – ήθελε μεγάλη τόλμη στην εποχή που ζούμε, την εποχή της …δήθεν ελεύθερης σκέψης.
***
Τώρα – και απολύτως δικαιολογημένα – θα με ρωτήσετε τι σχέση έχει αυτός ο (τεράστιος) πρόλογος με τον κορονοϊό, την καραντίνα και τις παράλληλες απώλειες του lockdown.
Μα φυσικά και έχει απόλυτη σχέση μιας και η συγγραφέας και σκηνοθέτις Ελένη Γκασούκα δεν είναι δήθεν, δεν θέλει να αρέσει, δεν ακολουθεί κάποια περιστασιακή μόδα, ούτε χρησιμοποιεί αενάως μια συγκεκριμένη …συνταγή δημιουργίας στιγμιαίων μόνο εντυπώσεων.
Η Ελένη Γκασούκα είναι αυθεντική και αποκλειστικά για τον λόγο αυτό αξίζει να την ακούσουμε…
***
– Ένας καλλιτέχνης του θεάτρου που εξ ορισμού ανήκει στο «τώρα» πώς μπορεί να υπάρξει σε μια επείγουσα κατάσταση, όπως η καραντίνα και η πανδημία;
*Δεν ξέρω για τους άλλους καλλιτέχνες, μπορώ να μιλήσω για τον εαυτό μου. Θέλω να πω ότι δεν νομίζω ότι γενικεύεται το ζήτημα της καραντίνας στους καλλιτέχνες ως κάτι απόλυτα διαφορετικό. Απ’ ό,τι παρατήρησα μιλώντας διαρκώς και με φίλους καλλιτέχνες και μη, περίπου μοιραστήκαμε τα ίδια συναισθήματα. Την εναλλαγή του φόβου, της αγωνίας, της μοναξιάς με την παραδοχή και την ελπίδα. Ένα είναι το πιο ενδεικτικό. Η πλήρης απουσία έμπνευσης. Αυτή αν υπάρξει θα εμφανιστεί σίγουρα αργότερα αφού πρώτα φιλτραριστεί.
– Πώς δημιουργούμε νέες φόρμες στην τέχνη στον καιρό του κορονοϊού;
* Σίγουρα ο αναγκαστικός εγκλεισμός είναι από μόνος του μια φόρμα και έχει εντοπιστεί εδώ και πολλά χρόνια καλλιτεχνικά με τον όρο δυστοπία. Ας ελπίσουμε πως το αντίθετό του, η ουτοπία, να είναι πιο κοντά στην επερχόμενη καλλιτεχνική πρόταση γιατί θα εμπεριέχει την ελπίδα και την αισιοδοξία ως προοπτική. Δεν θέλω να είμαι ενταγμένη στους καλλιτέχνες «Κασσάνδρες». Είναι εσωτερική μου ανάγκη η πρόταση με προοπτική.
-Η αγωνία για την υγεία μπορεί να φρενάρει την έμπνευση και τη δημιουργία;
* Η αγωνία για την υγεία έχει τσακίσει την κάθε καλλιτεχνική δραστηριότητα. «Πρώτα η υγεία» είναι το μότο ενός ολοκλήρου λαού, ενός πολιτισμού, μιας παράδοσης βαθύτατα ελληνικής. Κι είναι ένας από τους λόγους νομίζω που πειθαρχήσαμε στα μέτρα. Ευτυχώς…
***
-Ευτυχώς, που μιλήσαμε. Χάρηκα πολύ και σας ευχαριστώ.
*Κι εγώ, ευχαριστώ.