21.1 C
Athens
Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2024

Chaim Soutine: Άνοιξε δρόμους στην τέχνη αλλά δεν κατάφερε να «βγάλει την κραυγή από μέσα του»

Ο Chaim Solomonovitch Soutine γεννήθηκε το 1894 και ήταν το δέκατο από τα έντεκα παιδιά μιας πάμπτωχης οικογένειας Εβραίων από το Σμιλάβιτσι της Λευκορωσίας. Επρόκειτο για ένα μέρος όπου έμεναν αποκλειστικά Εβραίοι, σαν ένα είδος γκέτο.

Βίωσε τη στέρηση, τον αντισημιτισμό του τσαρικού καθεστώτος αλλά και την απόρριψη από τους ομοθρήσκους του καθώς εκείνος, ενάντια στον εβραϊκό νόμο που απαγορεύει την αναπαράσταση ανθρώπων και ζώων, ζωγράφισε σε πρώιμη εφηβική ηλικία, το πορτρέτο ενός ηλικιωμένου άνδρα – πιθανότατα ραβίνου. Η τιμωρία που του επεφύλαξε ο γιος του ραβίνου -χασάπης το επάγγελμα- λέγεται ότι ήταν αποτρόπαια. Φυλάκισε τον έφηβο Soutine στο πίσω μέρος του χασάπικου, παρέα με τα κρεμασμένα σφάγια και βιαιοπράγησε εναντίον του. Οι γονείς του κατέθεσαν μήνυση για βάναυση συμπεριφορά και άσκηση βίας και τα 25 ρούβλια αποζημίωσης που έλαβαν όταν δικαιώθηκαν, έκλεισαν το εμφανές μέρος της υπόθεσης.

Σύμφωνα με τους βιογράφους του, αυτό το περιστατικό αποτελεί την απαρχή της σειράς πινάκων με τα σφάγια που ζωγράφισε κατ’ επανάληψη ο καλλιτέχνης. Επίσης, λέγεται ότι στα πρώιμα χρόνια του στο Παρίσι, χρόνια απόλυτης ένδειας, οι γείτονές του στο Montparnasse κάλεσαν την αστυνομία διαμαρτυρόμενοι για τη δυσωδία που ανέδυε το σφάγιο που κρατούσε ο Σουτίν στο στούντιό του για να το ζωγραφίσει. Την ίδια περίοδο ο Σαγκάλ επισκεπτόμενος τον Σουτίν έβαλε τις φωνές καθώς αντίκρισε αίμα να κυλά κάτω από την πόρτα του ζωγράφου. Πίστεψε ότι είχαν δολοφονήσει τον καλύτερό του φίλο!

Ο Σουτίν θεωρείται στις μέρες μας ως ένας από τους μεγάλους εξπρεσιονιστές ζωγράφους. Γεννήθηκε στην τότε Ρωσία, αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Γαλλία, όπου υπήρξε μέλος της Ecole de Paris. Σπούδασε τέχνη στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της πόλης Βίλνιους και στη συνέχεια στο Παρίσι με καθηγητές της Ecole des Beaux-Arts.

Ο ίδιος ο καλλιτέχνης, πέρα από την ενδελεχή μελέτη του πίνακα του Ρέμπραντ στο Μουσείο του Λούβρου, αναφέρεται σε αυτήν την εμμονή του στην αναπαράσταση σφαγμένων ζώων ως εξής:
«Είδα κάποτε τον χασάπη του χωριού να στραγγαλίζει ένα πουλί και να στραγγίζει μετά το αίμα του. Ήθελα να ουρλιάξω αλλά η γεμάτη χαρά έκφρασή του έπνιξε την κραυγή μέσα μου. Αυτήν τη κραυγή, τη νοιώθω πάντα εκεί, στον λαιμό μου. Όπως τότε που παιδί, ζωγραφίζοντας ένα τραχύ πορτρέτο του καθηγητή μου, προσπάθησα μάταια να τη βγάλω. Όταν ζωγράφισα το σφάγιο, αυτή την κραυγή ήθελα να βγάλω. Δεν το έχω καταφέρει ακόμη».

Ο Σουτίν πέθανε σε ηλικία 50 ετών, αφού πλέον είχε αναγνωριστεί ως ζωγράφος, μια αναγνώριση που όμως δεν κατάφερε να «βγάλει την κραυγή από μέσα του». Η ζωγραφική του, που δεν ήταν βέβαια μόνο σφάγια, ο τολμηρός τρόπος χειρισμού των χρωμάτων αλλά και το ηθελημένα ατελές ή παραμορφωμένο σχέδιό του άνοιξαν νέους δρόμους στην τέχνη. Ζωγραφίζοντας με πυρετώδεις ρυθμούς, καταστρέφοντας αλύπητα πολλά έργα του αλλά και επιζωγραφίζοντας παλιά του τελάρα, άφησε πίσω του περίπου 500 πίνακες και θεωρείται από τους κορυφαίους του εξπρεσιονισμού και της λεγόμενης Σχολής του Παρισιού μαζί με τον Μοντιλιάνι και τον Σαγκάλ.

Ο Σουτίν σηματοδοτεί τη γενιά των εξπρεσιονιστών ζωγράφων με την εκφραστική δύναμη των έργων του και τη φιγούρα του «καταραμένου καλλιτέχνη», βιώνοντας τις περιπέτειες και τις υπερβολές της παριζιάνικης μποέμικης ζωής.

Τα έργα του, που ταξίδεψαν μέχρι και τις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ των δεκαετιών του 1930 και του 1950, ξαναδιαβάστηκαν από τους ιστορικούς τέχνης υπό το φως των νέων καλλιτεχνικών θεωριών. Οι πίνακές του, με τις εμφανείς χειρονομιακές κινήσεις του πινέλου και την τόλμη του να χρησιμοποιήσει μεγάλη ποσότητα χρωστικής ουσίας (πάστας) στους καμβάδες του, οδήγησαν τους κριτικούς και επιμελητές να τον ανακηρύξουν «προφήτη», προάγγελο του αμερικανικού αφηρημένου εξπρεσιονισμού.

Ο Σουτίν δεν διστάζει διόλου μπροστά στην ποσότητα της χρωστικής ύλης, στις γυμνές λαζούρες, στα έντονα χρώματα, ενώ ειδικά στις παραμορφώσεις σπιτιών και χωριών θα έλεγε κανείς πως αγγίζει την ψυχεδέλεια. Η θεματολογία του, ευρέως γνωστή, είναι πορτρέτα μαγείρων, σερβιτόρων, κρεμασμένα πουλερικά και βοοειδή και κυρίως σε αυτά οι φωτοσκιάσεις θυμίζουν επιρροές του Ρέμπραντ.

Κράτησε αποστάσεις κι έμεινε ανεπηρέαστος από την ακμάζουσα αβάν γκαρντ της εποχής εκείνης διατηρώντας το δικό του ύφος. Συνδέθηκε φιλικά με τον Σαγκάλ και τον Μοντιλιάνι και ο δεύτερος ήταν αυτός που τον σύστησε στον έμπορο τέχνης Λ. Ζντορόφσκι, ο οποίος του εξασφάλισε τα έξοδα για να ταξιδέψει και να εγκατασταθεί για κάποιο χρονικό διάστημα στον Νότο της Γαλλίας και να τον ζωντανέψει με τον χρωστήρα του.

Ο Σουτίν σε όλα του τα έργα αποσυνθέτει δραματικά το χρώμα αλλά κυρίως τη φόρμα, εκφράζοντας έτσι μια μεγάλη αγωνία και θλίψη, συναισθήματα όμως τα οποία τον εμπνέουν να μετατρέψει ακόμη και τα πιο τετριμμένα και συμβατικά θέματα σε ποιητικές εικόνες. Συχνά υπό την επήρεια του αλκοόλ, κατέστρεφε τα έργα του ή ζωγράφιζε καινούργια επάνω σε προηγούμενα. Ο Σουτίν ήταν καταδιωγμένος ως Εβραίος κατά τη διάρκεια του πολέμου και πέθανε το 1943. Συγκαταλέγεται στους κορυφαίους εξπρεσιονιστές παγκοσμίως.

O Σουτίν, που πέθανε μέσα σε τραγικές συνθήκες, σήμερα συγκαταλέγεται στους κορυφαίους εξπρεσιονιστές της ρωσικής τέχνης και οι πίνακές του εκτιμώνται σε εκατομμύρια ευρώ.

 

Mε πληροφορίες από: www.peopleandideas.gr, WIKIPEDIA

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -