Για ποια γυναίκα γράφτηκε από τον Αττίκ το «Ας ερχόσουν για λίγο»; Με ποιον τρόπο γίνονταν γνωστά τα τραγούδια τότε που δεν υπήρχε ραδιόφωνο; Υπήρχε ελαφρύ «επαναστατικό» τραγούδι πριν από τον Μίκη Θεοδωράκη; Το «Ζητάτε να σας πω» είναι αλήθεια ότι γράφτηκε σε 10 λεπτά;
Αυτά και άλλα τόσα ερωτήματα απαντώνται στο βιβλίο – CD που εκδόθηκε [το 2017] από τη Μικρή Άρκτο με τίτλο «Ο Αττίκ στο Παρίσι». Για πρώτη φορά, ύστερα από 110 χρόνια, τα χαμένα τραγούδια του Αττίκ από την παρισινή του περίοδο κυκλοφορούν σε αυτό το βιβλίο-cd.
Ο μουσικός και τραγουδιστής Γιώργης Χριστοδούλου, λάτρης του Αττίκ, για δύο ολόκληρα χρόνια ερεύνησε και μελέτησε χαμένα έργα του Αττίκ που δεν έχουν δισκογραφηθεί, από την περίοδο που ο Έλληνας δημιουργός μεγαλουργούσε ως συνθέτης στο Παρίσι.
Το αποτέλεσμα της έρευνάς του είναι το βιβλίο – CD. Σε αυτό συμπεριλαμβάνονται οι υπέροχες μελωδίες του Αττίκ με τους γαλλικούς στίχους (βαλς, εύθυμα τραγούδια του καμπαρέ, τάνγκο, μελοποιημένη ποίηση), των οποίων σήμερα υπάρχουν μόνο οι παρτιτούρες, και παρότι μερικά από αυτά έγιναν μεγάλες επιτυχίες στην εποχή τους, δεν ηχογραφήθηκαν ποτέ.
Έπειτα από 110 χρόνια και πάλι στο φως
Το 1907, ο Αττίκ φτάνει στο Παρίσι για να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες. Εγκαταλείπει, όμως, τις σπουδές του για να γραφτεί στο Κονσερβατόριο όπου γίνεται δεκτός από τον Gabriel Fauré.
Σχεδόν αμέσως θα εργαστεί ως πιανίστας στα café-concert της πόλης, θα μελοποιήσει ποίηση και θα συνθέσει τραγούδια, μουσική δωματίου και lied. Θα παίξει στα πιο μεγάλα θέατρα του Παρισιού και θα μοιραστεί τη σκηνή με την Κολέτ και τον Μωρίς Σεβαλιέ, θα δώσει τραγούδια στους δημοφιλέστερους Γάλλους ερμηνευτές, ενώ θα υπογράψει πολύχρονο συμβόλαιο με τον μεγαλύτερο εκδοτικό οίκο της εποχής.
Είναι η τελευταία περίοδος της ξέγνοιαστης «Μπελ Εποκ» στο Παρίσι του Πικάσο, του Μαρσέλ Προυστ και του Ζαν Κοκτό. Για τον νεαρό Αττίκ, 22 ετών τότε, ήταν η αρχή μιας μεγάλης καριέρας, με πολλές επιτυχίες και περίπου τριακόσια τραγούδια. Συνεργάστηκε ως ηθοποιός με διάφορους θιάσους και συμμετείχε σε περιοδείες σε διάφορες χώρες ως το 1930, οπότε εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και δημιούργησε την περίφημη «Μάντρα του Αττίκ».
***
Ο Αττίκ (Κλέων Τριανταφύλλου) γεννήθηκε στην Αθήνα (19 Μαρτίου 1885) και ήταν γιος της Εριθέλγης Ραπτάκη. Από τη μητέρα του ήταν εγγονός του Δημητρίου Ραπτάκη, ιατρού και βουλευτή Κυθήρων στην Ιόνιο Βουλή, και της Κλεοπάτρας Κορωναίου, αδελφής του στρατιωτικού Πάνου Κορωναίου.
Μεγάλωσε στην Αίγυπτο, όπου παρακολούθησε μαθήματα μουσικής. Λίγο πριν από τον θάνατό του πρωταγωνίστησε στην ταινία “Χειροκροτήματα” του Γιώργου Τζαβέλλα που είχε κάποια σχεδόν αυτοβιογραφικά στοιχεία. Στην ταινία αυτή ο Αττίκ, κουρασμένος από τις κακουχίες της Κατοχής και υπερβολικά μελοδραματικός, σε λίγα θύμιζε τη γεμάτη δυναμισμό και ευφυΐα προσωπικότητα του δημιουργού της «Μάντρας». Τραγούδια του συνθέτη στην ταινία απέδωσε η ηθοποιός Ζινέτ Λακάζ.
Λίγους μήνες μετά (29 Αυγούστου 1944) ο Αττίκ αυτοκτόνησε παίρνοντας υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών. Ένα επεισόδιο με ένα Γερμανό στρατιώτη που τον χτύπησε καθώς οδηγούσε το ποδήλατό του, φαίνεται πως στάθηκε όχι η αιτία αλλά η αφορμή μάλλον για μια προαναγγελθείσα αυτοκτονία, αποτέλεσμα κατάθλιψης στην οποία είχε περιπέσει.
Άλλο ένα ταξίδι στο Παρίσι
Ο μουσικός και τραγουδιστής Γιώργης Χριστοδούλου το φθινόπωρο του 2013 βρήκε στο Παρίσι την πρώτη παρτιτούρα και ξεκίνησε την έρευνα για να συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος από το διάσπαρτο αυτό υλικό το οποίο όλοι έως τώρα, θεωρούσαν χαμένο. Η διαδρομή που πέρασε μέσα από αρχεία, βιβλιοθήκες, συλλέκτες και εκδοτικούς οίκους, κατέληξε στη δημιουργία ενός βιβλίου-cd με τίτλο «Ο Αττίκ στο Παρίσι».
Το πρώτο τραγούδι που έγραψε ο σπουδαίος τραγουδοποιός, τραγούδια του καμπαρέ με σκαμπρόζικους στίχους, μελωδικά βαλς και μπολερό, μελοποιημένη ποίηση και μία σύνθεση για πιάνο, ηχογραφούνται σε πρώτη εκτέλεση ύστερα από έναν αιώνα.
Η αναλλοίωτη φρεσκάδα αυτών των μελωδιών, το μοναδικό αναγνωρίσιμο στυλ του Αττίκ και η ευρηματικότητα στις αρμονίες και τις μελωδικές γραμμές του, αποδεικνύουν από την πρώτη κιόλας ακρόαση τη σπουδαιότητα αυτών των τραγουδιών.
Ο Γιώργης Χριστοδούλου, τραγουδώντας στα γαλλικά, ισπανικά, ελληνικά, αναδεικνύει όλη τη χρωματική γκάμα των συνθέσεων. Συνοδοιπόροι του, ο πιανίστας Χάρης Σταυρακάκης και τρεις ακόμα μουσικοί, ο Κώστας Σηφάκης στο κοντραμπάσο, ο Νίκος Παπαβρανούσης στα τύμπανα και ο Καταλανός κλαρινετίστας Juli Aymí.
Συμμετέχουν, στο ισπανόφωνο «Tan solo tú», ο πολυβραβευμένος Ναπολιτάνος τραγουδοποιός Alessio Arena και στο «Έλα, μα μη βιαστείς» (με ελληνικούς στίχους του Γιώργη Χριστοδούλου βασισμένους σε μια ανέκδοτη μελωδία του συνθέτη), η Πολυξένη Καράκογλου.
Οι ηχογραφήσεις έγιναν στην Αθήνα και τη Βαρκελώνη.
H δίγλωσση (ελληνικά, γαλλικά) έκδοση που κυκλοφορεί από τη Μικρή Άρκτο, περιλαμβάνει ένα αναλυτικό εισαγωγικό κείμενο του Γιώργη Χριστοδούλου με πολλές άγνωστες έως τώρα πληροφορίες για το έργο του συνθέτη και συνοδεύεται από σπάνιο αρχειακό υλικό από εξώφυλλα από παρτιτούρες, φωτογραφίες και χειρόγραφα που βγαίνουν για πρώτη φορά στο φως.