Αντρέ Μωρουά: «Αυτοί είναι οι τέσσερις κανόνες της ζωής· δεν υπάρχουν άλλοι»
Ο Γάλλος συγγραφέας και ακαδημαϊκός υπενθυμίζει σ’ έναν νέο τέσσερις κανόνες τόσο παλαιούς όσο και ο πολιτισμός, οι οποίοι εξακολουθούν να ισχύουν ακόμα και στην εποχή της νέας τεχνολογίας και των μηδενιστικών φιλοσοφιών. Στο βιβλίο του «Ανοιχτή επιστολή σε έναν νέο για την πορεία του στη ζωή», ο Αντρέ Μωρουά «δίνει συμβουλές σ’ έναν νέο για τη στάση που πρέπει να έχει απέναντι σε σημαντικά ζητήματα, όπως η ανθρώπινη ευτυχία, η ψυχαγωγία, το χρήμα, ο γάμος, ο πολιτισμός της αφθονίας, ο φθόνος, η πολλαπλότητα του εαυτού και η αντιφατική ανθρώπινη συμπεριφορά».
Σας είπαν ότι οι παλαιές ηθικές αξίες είναι ξεπερασμένες. Λάθος. Εάν απογυμνώσετε τη σημερινή ανθρωπότητα από τις λέξεις που την περιβάλλουν, αυτό που ξεπροβάλλει είναι πάντα ο ίδιος προαιώνιος άνθρωπος. Συγγραφείς εξαγγέλλουν το τέλος του κλασικού πολιτισμού. Ισχυρίζονται ότι «οφείλουμε να αποδεχτούμε το αυτονόητο». «Με τον 20ό αιώνα» λένε «κλείνει οριστικά μία περίοδος πέντε χιλιάδων χρόνων της ανθρωπότητας –η περίοδος των μεγάλων κλασικών πολιτισμών– και έρχεται μια νέα, που δεν θα έχει πλέον καμία σχέση με την προηγούμενη· και δεν πρόκειται για μια νέα παραλλαγή της ψυχής, που θα πραγματωθεί μέσα σ’ ένα ιστορικά προκαθορισμένο σώμα, αλλά για μια εντελώς νέα ψυχή μέσα σ’ ένα νέο σώμα». Πώς; Μια νέα ψυχή μέσα σ’ ένα νέο σώμα; Διαφωνώ. Δεν υπάρχει νέο σώμα. Σάμπως όλοι δεν διαθέτουμε μία καρδιά, ένα συκώτι, αρτηρίες και νεύρα, ακριβώς όπως και ο άνθρωπος του Κρο-Μανιόν; Όσο για την ψυχή, οι ηθικές αξίες δεν επινοήθηκαν αυθαίρετα από τίποτα ξεμωραμένους ηθικολόγους. Υφίστανται γιατί, χωρίς αυτές, καμία κοινωνία αλλά και καμία ευτυχία δεν μπορούν να επιβιώσουν. Θα ξεκινήσω λοιπόν υπενθυμίζοντάς σας ορισμένους κανόνες τόσο παλαιούς όσο και ο πολιτισμός, οι οποίοι εξακολουθούν να ισχύουν ακόμα και στη σημερινή εποχή της νέας τεχνολογίας και των μηδενιστικών φιλοσοφιών.
Ο πρώτος είναι ότι δεν πρέπει να ζεις μόνο για τον εαυτό σου. Ο άνθρωπος που ομφαλοσκοπεί βρίσκει πάντα χίλιους λόγους για να είναι δυστυχής. Ποτέ δεν θα έχει κάνει όλα όσα θα ήθελε και όφειλε να κάνει, ποτέ δεν θα έχει αποκτήσει όσα θεωρεί ότι έπρεπε να αποκτήσει, και σπανίως θα τον έχουν αγαπήσει όσο ο ίδιος ονειρεύτηκε να αγαπηθεί. Αν αρχίσει να αναμοχλεύει το παρελθόν, θα νιώσει ματαίως τύψεις κι ενοχές. «Τα λάθη μας είναι προορισμένα για τη λήθη και αυτό είναι το μόνο που τους αρμόζει». Αντί λοιπόν να διαγράφετε ένα παρελθόν που τίποτα δεν μπορεί να το καταργήσει, προσπαθήστε να οικοδομήσετε ένα παρόν για το οποίο θα είστε, κάποια μέρα, υπερήφανος. Η ασυμφωνία με τον εαυτό μας είναι το χειρότερο δεινό. Όποιος ζει για τους άλλους, για την πατρίδα του, για μια γυναίκα, για ένα δημιούργημα, για τους λιμοκτονούντες, για τους κυνηγημένους, ξεχνά με θαυμαστό τρόπο τις δικές του αγωνίες, τις ταπεινές του έγνοιες. «Ο πραγματικός εξωτερικός κόσμος είναι ο πραγματικός εσωτερικός κόσμος».
Ο δεύτερος κανόνας είναι ότι πρέπει να πράττεις. Αντί να μεμψιμοιρούμε για τον παράλογο κόσμο, ας προσπαθήσουμε να μεταμορφώσουμε, ο καθένας από εμάς, τον μικρόκοσμο στον οποίο μάς μέλει να ζήσουμε. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε ολόκληρο το σύμπαν, αλλά ποιος στ’ αλήθεια θα ήθελε κάτι τέτοιο; Οι στόχοι μας είναι πιο κοντινοί και πιο απλοί: να ασκήσουμε ένα επάγγελμα, να το επιλέξουμε σωστά, να το μάθουμε σε βάθος και να γίνουμε ειδήμονες σ’ αυτό. Ο καθένας έχει το δικό του πεδίο δράσης: εγώ γράφω βιβλία, ο ξυλουργός συναρμολογεί τα ράφια για τη βιβλιοθήκη μου, ο τροχονόμος ρυθμίζει την κίνηση, ο μηχανικός κατασκευάζει, ο δήμαρχος διοικεί το δήμο. Όλοι, όταν αναλαμβάνουν εργασίες που ξέρουν να κάνουν καλά, χαίρονται τη στιγμή που τις διεκπεραιώνουν και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που, ακόμα και στον ελεύθερό τους χρόνο, επιβάλλουν στον εαυτό τους δράσεις φαινομενικά άχρηστες, όπως τα παιχνίδια ή τα αθλήματα. Ο παίκτης του ράγκμπι που κυλιέται μέσα στις λάσπες από το σπρώξιμο του αντιπάλου είναι ευτυχισμένος. Όσο για τις κοινωφελείς δράσεις, ωφελούμαστε από την αποτελεσματικότητά τους: ο δραστήριος δήμαρχος κρατάει καθαρή την πόλη, ο δραστήριος ιερέας ζωντανή την ενορία και οι επιτυχίες αυτές τούς προσφέρουν ικανοποίηση.
Ο τρίτος κανόνας είναι ότι πρέπει να πιστεύεις στη δύναμη της θέλησης. Είναι λάθος να θεωρείς το μέλλον πλήρως προδιαγεγραμμένο. Ένας σπουδαίος άνθρωπος μπορεί να αλλάξει το ρου της ιστορίας· και όποιος έχει τη δύναμη της θέλησης μπορεί να αλλάξει το ίδιο του το μέλλον. Φυσικά κανείς δεν είναι παντοδύναμος και η ελευθερία κάθε ανθρώπου έχει τα όριά της. Η ελευθερία ζει στο μεταίχμιο μεταξύ θέλησης και δυνατοτήτων. Δεν είναι στο χέρι μου να εμποδίσω έναν πόλεμο, μπορώ όμως με τα λόγια και τα γραπτά μου να κάνω μια πράξη που, αν πολλαπλασιαστεί από εκατομμύρια άλλες, θα περιορίσει τις πιθανότητες πολέμου. Μπορώ να αποφύγω να λέω στους συμπατριώτες μου, σε κάθε ευκαιρία ή και χωρίς κάποια συγκεκριμένη ευκαιρία, ότι έχουν θιγεί και ότι για να σώσουν την τιμή τους πρέπει να αυτοκτονήσουν μαζί με τη χώρα μας. Δεν εξαρτάται από μένα να κερδίζω τις μάχες, είναι όμως στο χέρι μου να είμαι ένας θαρραλέος στρατιώτης, πάντα στο πόστο μου και «σε ετοιμότητα». Και, καθώς «το όριο της θέλησης εξαρτάται από τη δική μας τόλμη», οφείλουμε πάντα, χωρίς να μας απασχολούν τα όρια, να κυβερνούμε τις ζωές μας όσο καλύτερα μπορούμε. Η οκνηρία και η δειλία είναι κινήσεις εγκατάλειψης· η εργασία και η τόλμη, ηθελημένες κινήσεις δράσης. Και πιθανότατα η δύναμη της θέλησης να είναι η βασίλισσα όλων των αρετών.
Εντούτοις, ως τέταρτο κανόνα, θα σας πρότεινα μιαν άλλη αρετή εξίσου πολύτιμη με τη θέληση: την πίστη. Πίστη στις υποσχέσεις, στις δεσμεύσεις απέναντι στους άλλους, απέναντι στον εαυτό μας. Πρέπει να είναι κανείς αξιόπιστος και να μην απογοητεύει ποτέ τους άλλους. Η πίστη δεν είναι εύκολη αρετή. Χίλιοι πειρασμοί ξεπηδούν στην πορεία προς την τήρηση της δέσμευσης. Θα μου πείτε: «Μα πώς είναι δυνατόν; Αν η γυναίκα που παντρεύτηκα αποδειχτεί φιλάρεσκη, άπιστη και ανόητη, εγώ οφείλω να της είμαι πιστός; Αν επιλέξω ένα επάγγελμα και συνειδητοποιήσω ότι δεν ανταποκρίνεται εντέλει στις προσδοκίες μου, θα απαγορεύσω στον εαυτό μου να κάνει μια νέα αρχή; Αν έχω ενταχθεί σε ένα κόμμα και ανακαλύψω ότι απαρτίζεται από ένα σωρό άπληστους και αποπροσανατολισμένους ανθρώπους, θα αρνηθώ να μεταπηδήσω σε κάποιο άλλο, το οποίο, τώρα που είμαι καλύτερα πληροφορημένος, αναγνωρίζω ως εντιμότερο;». Όχι. Πίστη δεν σημαίνει τύφλωση. Ωστόσο δεν πρέπει να αποδίδουμε σε μια προηγούμενη κακή επιλογή μας τις απιστίες που ενδεχομένως αποτελούν ένδειξη ελλιπούς γενναιοδωρίας. «Αντιθέτως, το σωστό είναι να σκεφτούμε», λέει ο Αλαίν, «ότι όλες οι επιλογές είναι κακές όταν είναι αποτέλεσμα αδράνειας και ότι όλες μπορούν να γίνουν καλές χάρη στην ισχυρή θέληση. Κανείς δεν επιλέγει το επάγγελμά του για τους σωστούς λόγους, αφού για να το επιλέξει πρέπει πρώτα να το γνωρίζει. Αλλά ούτε και τους έρωτές του επιλέγει». Συχνά όμως μπορεί να διαπλάσει μια γυναίκα, να κάνει καλά τη δουλειά που έχει επιλέξει και να μεταμορφώσει ένα κόμμα. Η πίστη παράγει αυτό που τη δικαιώνει. Φαντάζομαι ότι οι εν λόγω κανόνες ζωής σάς φαίνονται συνοπτικοί και συγχρόνως αυστηροί. Το ξέρω αλλά αυτοί είναι· δεν υπάρχουν άλλοι. Δεν σας ζητώ να διασχίσετε τη ζωή ως ένας αδιάλλακτος στωικός. Να έχετε πάντοτε την αίσθηση του χιούμορ. Να μπορείτε να χαμογελάτε ακόμα και με τον εαυτό σας – και με εμένα, επίσης. Αν δεν μπορείτε να τιθασεύετε τις αδυναμίες σας, να τις αποδέχεστε, αλλά να διατηρείτε, παρά την ύπαρξή τους, μια γερή θωράκιση. Κάθε κοινωνία της οποίας οι πολίτες δεν ζουν παρά μόνο για τις φιλοδοξίες ή τις ακολασίες τους, κάθε κοινωνία που ανέχεται τη βία και την αδικία, κάθε κοινωνία στην οποία οι άνθρωποι δεν έχουν πλέον καμία εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον και τα μέλη της παύουν να έχουν βούληση, είναι καταδικασμένη. Όσο η Ρώμη παρέμενε η Ρώμη των ηρώων, ευημερούσε. Μόλις έπαψε να σέβεται τις αξίες πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε, κατέρρευσε. Οι νέες τεχνικές αλλάζουν τους τρόπους δράσης. Δεν αλλάζουν όμως ούτε την αξία της δράσης ούτε τις αιτίες της. Έτσι ήταν εξαρχής κι έτσι θα είναι πάντα.
Απόσπασμα από το βιβλίο του André Maurois «Ανοιχτή επιστολή σε έναν νέο για την πορεία του στη ζωή», μετάφραση Ελένη Καρρά, εκδόσεις Ροές – σειρά micromega, Οκτώβριος 2017.
Ο Αντρέ Μωρουά (André Maurois, 26 Ιουλίου 1885 – 9 Οκτωβρίου 1967) ήταν Γάλλος συγγραφέας, λογοτέχνης και ακαδημαϊκός του εικοστού αιώνα.
Ο Μωρουά γεννήθηκε στην πόλη Ελμπέφ του νομού Σεν Μαριτίμ με το αρχικό όνομα Εμίλ Σαλομόν Βίλελμ Χέρζόγκ (Emile Salomon Wilhelm Herzog). Οι γονείς του ήταν Αλσατοί εβραϊκής καταγωγής: ο κατασκευστής Ερνέστ Χερζόγκ και η Αλίς Λεβύ-Ρουέφ-Χερζόγκ. Αλλά η οικογένεια είχε εγκαταλείψει την Αλσατία μετά τον Γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870-71 και είχε καταφύγει στη Νορμανδία, όπου διατηρούσε βιοτεχνία κατεργασίας μαλλιού (στο Ελμπέφ), οπότε ο γιος τους μαθήτευσε στο καλό Λύκειο «Πιέρ Κορνέιγ» στη Ρουέν.
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Εμίλ κατατάχθηκε στον γαλλικό στρατό, όπου υπηρέτησε ως διερμηνέας και αργότερα ως σύνδεσμος με τον Βρετανικό στρατό. Το πρώτο του μυθιστόρημα, Les silences du colonel Bramble (Οι σιωπές του συνταγματάρχη Μπραμπλ, 1918), ήταν μία πνευματώδης αλλά και κοινωνικά ρεαλιστική καταγραφή των σχετικών εντυπώσεων και εμπειριών του, και σημείωσε άμεση εκδοτική επιτυχία στη Γαλλία. Μεταφράσθηκε και έγινε επίσης δημοφιλές στη Μεγάλη Βρετανία και στις άλλες αγγλόφωνες χώρες. Πολλά άλλα έργα του Μωρουά μεταφράσθηκαν γρήγορα στην αγγλική (κυρίως από τον Χάμις Μάιλς), καθώς συχνά είχαν βρετανικό θέμα, όπως οι βιογραφίες του των Ντισραέλι, Λόρδου Βύρωνος και Σέλλεϋ.
Το 1938 ο Μωρουά εκλέχθηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, στην 26η έδρα της. Ο Μωρουά ενθαρρύνθηκε και υποβοηθήθηκε στο να θέσει υποψηφιότητα για μέλος από τον στρατάρχη Φιλίπ Πεταίν, πράγμα που το αναγνωρίζει με ευχαριστίες στην αυτοβιογραφία του το 1941, παρότι οι πορείες τους είχαν αποκλίνει απότομα, με τον Πεταίν να έχει γίνει πρόεδρος του φιλοναζιστικού γαλλικού καθεστώτος του Βισύ.
Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου ο Μωρουά διορίσθηκε ως Γάλλος Παρατηρητής Αξιωματικός στο Γενικό Αρχηγείο του Βρετανικού Στρατού. Με αυτή του την ιδιότητα πήγε με τον αγγλικό στρατό στο Βέλγιο. Γνώριζε προσωπικά τους κυριότερους Γάλλους κυβερνητικούς πολιτικούς και στις 10 Ιουνίου 1940 στάλθηκε από αυτούς σε αποστολή στο Λονδίνο. Η κατάρρευση της Γαλλίας και η επακόλουθη ανακωχή τερμάτισαν αυτή την αποστολή. Ο Μωρουά, όντας σε αργία, ταξίδεψε τότε από την Αγγλία στον Καναδά, γράφοντας για αυτή την περίοδο της ζωής του στο έργο Τραγωδία στη Γαλλία. Αργότερα στον πόλεμο υπηρέτησε στις Ελεύθερες Γαλλικές Δυνάμεις.
Παρότι το «Αντρέ Μωρουά» ήταν αρχικά απλώς το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο, το κατέστησε επίσημο όνομά του το 1947. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Μωρουά πούλησε την οικογενειακή επιχείρηση κατασκευής υφασμάτων.
Ο Αντρέ Μωρουά απεβίωσε στο Νεϊγύ-συρ-Σεν, κοντά στο Παρίσι, σε ηλικία 82 ετών, μετά από μία μακρά σταδιοδρομία ως συγγραφέας μυθιστορημάτων (το γνωστότερο είναι το Κλίματα), μυθιστορηματικών βιογραφιών (στις οποίες κυρίως διακρίθηκε), ιστορικών έργων, παιδικών βιβλίων, ακόμα και διηγημάτων επιστημονικής φαντασίας. Τάφηκε στο κοιμητήριο του Νεϊγύ-συρ-Σεν.
Οικογένεια
Η πρώτη σύζυγος του Μωρουά ήταν η Ζαν-Μαρί Βαντά ντε Ζύμκιεβιτς (Jeanne-Marie Wanda de Szymkiewicz), μία Ρωσίδα που είχε φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Η Ζαν-Μαρί υπέστη νευρικό κλονισμό το 1918 και το 1924 πέθανε από σηψαιμία.
Η δεύτερη σύζυγος του Μωρουά ήταν η Σιμόν ντε Καϊγεβέ (Simone de Caillevet), η οποία ήταν εγγονή της Λεοντίνης Αρμάν ντε Καϊγεβέ, ερωμένης του Ανατόλ Φρανς.
Αποφθέγματα του Μωρουά
* «Εκτιμούμε την ειλικρίνεια από όσους μας επαινούν. Η ειλικρίνεια από το μέρος των υπόλοιπων ονομάζεται θράσος.»
* «Στη λογοτεχνία, όπως και στον έρωτα, μας εκπλήσσουν οι επιλογές των άλλων.»