Η ηθοποιός και σκηνοθέτις Αννέτα Παπαθανασίου ήταν αδελφική φίλη και συνεργάτις της Χρύσας Σπηλιώτη, της ηθοποιού και συγγραφέως που τόσο άδικα χάσαμε στη φονική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου 2018 στο Μάτι Αττικής, μια πυρκαγιά που προκάλεσε εκατόμβη θυμάτων κι έκανε την περιοχή “κρανίου τόπο”.
Ταλαντούχες πολύ και οι δύο, με ευγένεια, ευφυΐα και χιούμορ, είχαν ταιριάξει και ήταν αχώριστες.
Στον επικήδειο που εκφώνησε την Τρίτη 31 Ιουλίου 2018 στο Κοιμητήριο Χαλανδρίου, η Αννέτα εξήρε το εξαιρετικό ταλέντο της Χρύσας και αναφέρθηκε στη μακρά τους φιλία έως το τελευταίο της έργο. Συγκεκριμένα είπε:
“Χρύσα μου και Δημήτρη έχει έρθει πολύς κόσμος στην τελευταία σας παράσταση…
Χρύσα μου έχω γράψει τόσα για σένα για να μιλήσω σήμερα και όλα τα έσβησα. Πού είσαι να μου τα διορθώσεις; Ήμασταν μαζί προχθές και μου διόρθωνες ένα κείμενο που έγραψα και τώρα, αυτό που γράφω για σένα, πού να στο στείλω να μου το διορθώσεις; Γράφεις πολύ προσωπικά, μου έλεγες, γράψε πιο ουδέτερα. Και τώρα μόνο προσωπικά μπορώ να γράψω: – Θέλω να σου θυμίσω ότι κανονίσαμε να πάμε βόλτα με τη βάρκα του Δημήτρη, ότι να μην ξεχάσεις, έχουμε να πληρώσουμε το ΦΠΑ. Θυμήθηκες να κάνεις τη δήλωση; Θέλω να σου παραπονεθώ ότι πάλι ξέχασα πού έβαλα τα κλειδιά μου. Ότι δεν τα βρίσκω και μήπως έχω αρχή αλτσχάιμερ και εσύ για πολλοστή φορά να με συμβουλέψεις να πάρω μια ατζέντα και να γράφω ό,τι έχω να κάνω και εγώ να σου απαντήσω… το κάνω βρε Χρύσα αλλά μετά δεν βρίσκω την ατζέντα… και να γελάσουμε. Γελάγαμε πολύ. Αχ Χρύσα μου, πέρασες πολλά και δύσκολα, αλλά όταν με έπαιρνες τηλέφωνο για να τα πούμε, πάντα στο τέλος γελάγαμε με τα προβλήματά μας και λέγαμε ότι αφού είμαστε καλά αυτό έχει σημασία. Και τώρα γλυκιά μου δεν είμαστε καλά…
Γράψαμε μαζί και παίξαμε στο «Φώτα Παρακαλώ», ήμασταν δυο κλόουν, αστείοι, θέλαμε να μάθουμε στα παιδιά τη διαδικασία του θεάτρου μέσα από το γέλιο. Στο σπίτι μου έγραψες το «Ποιος Ανακάλυψε την Αμερική;». Κάθε σκηνή τη διαβάζαμε τη νύχτα και το πρωί την ξαναδιαβάζαμε. Μετά έγραψες το «Σκοτσέζικο ντους» και εκεί στο καμαρίνι στο θέατρο “Ιλίσια Βολονάκης” σου μίλησα για τον Δημήτρη.
Τον Δημήτρη τον γνώρισα στην Άνδρο, περιμέναμε στην ουρά για το πλοίο και ο Δημήτρης μέσα σε ένα Ντε Σε Βο με πολλά πράγματα, με τον σκύλο, την μικρή Αλίκη και με μία… χελωνίτσα όπως μου φώναζε η Αλίκη, μου έδινε πληροφορίες. Γνωριστήκαμε και γίναμε φίλοι. Μας γνώρισε τα μονοπάτια της Άνδρου. Τα ρέματα… Ήταν ήρεμος, γλυκός. Μουσικός, ψαράς, αθλητής. Με το μυαλό μου τότε σκέφτηκα ότι μπορεί να ταίριαζε με τη Χρύσα. Και πράγματι, ταίριαξαν, δεν υπήρχε πιο καλό και πιο δεμένο ζευγάρι. Υποστήριζαν ο ένας τον άλλον, αγαπιόντουσαν και τώρα θα είναι μαζί, εκεί.
Στο τελευταίο έργο της, «Εγώ ο Νικόλαος Μάντζαρος», η Χρύσα στην παράσταση ξεκινούσε ανάβοντας ένα σπίρτο. Το φύσηξε και μας μίλησε: “…Το ‘σκασα από τον τάφο μου. Έπιασε φωτιά στο κοιμητήριο κι άρχισα να πυρώνομαι! Ε! Όχι είπα, δεν κάηκα ζωντανή, να καώ πεθαμένη; Ευχήθηκα μ’ ούλη μου την καρδιά να εξαφανιστώ… ε μιράκολο γίνηκε!…”.
Τα κατάφερε το ‘σκασε, viva la liberta. Το ‘σκασαν μαζί με τον Δημήτρη και μας άφησαν…”.
***
“Ποιος ανακάλυψε την Αμερική;”
Το πρώτο έργο της Χρύσας Σπηλιώτη είναι μια γλυκόπικρη κωμωδία με ένα άμεσο και μεστό κείμενο που θέτει στον θεατή σημαντικά ερωτήματα.
Αν ένας άνθρωπος κοντά στο τέλος του αναπολούσε όλη του τη ζωή, τι θα ανακαλούσε ακριβώς με την επιλεκτική μνήμη; Στιγμές! Στιγμιότυπα από διάφορες εποχές, χαρούμενα, πικρά, ευτυχισμένα, αστεία. Άραγε όλο αυτό μπορεί να μην είναι βαρύ, να είναι ανάλαφρο, αισιόδοξο, αστείο, μέχρι ξεκαρδιστικό; Μια φορά και σήμερα δύο γυναίκες σκύβουν μέσα τους αναζητώντας τη δική τους ελευθερία και ευτυχία. Θέλουν να τα αλλάξουν όλα και να υπογράφουν τη ζωή τους με το δικό τους χέρι. Θα τα καταφέρουν;
Δύο γυναίκες ξετυλίγουν το κουβάρι της ζωής τους στο ψυχογράφημα της Χρύσας Σπηλιώτη.
Μια φορά ήταν η Αμερική… Ήταν πόθοι, έρωτες, επιθυμίες, επιτυχίες, προσδοκίες, συγκινήσεις, επιβεβαιώσεις. Ήταν όμως και λάθη, αποτυχίες, απογοητεύσεις, ματαιώσεις, διαψεύσεις. Ήταν ναυάγια αλλά και διασώσεις. Ήταν δηλαδή η ζωή εκεί έξω και η ζωή εδώ, μέσα μας. Και ήταν μια φορά, δύο κοριτσάκια -η Λίζα κι η Καίτη- που γνωρίστηκαν στα οκτώ τους χρόνια και που εμείς θα ταξιδέψουμε μαζί τους ως τα 88 τους, αφού τίποτα δεν μπορούσε να τις χωρίσει. Ένα θεατρικό έργο, μια πορεία σαν ταξίδι μακρινό, ένας κόσμος σαν την ίδια μας τη ζωή, με το γέλιο της και με το δάκρυ της.
- Η βασική φωτογραφία είναι από το αρχείο της ΕΡΤ.