Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Μία από τις πιο εκλεπτυσμένες μορφές του θεάτρου μας και προσωπικά ιδιαιτέρως αγαπητή, η Αγγελική Καρυστινού μοιάζει φιγούρα αέρινη που μοσχοβολά γιασεμί. Ως ηθοποιός, σκηνοθέτης και θεατρολόγος, είναι αφιερωμένη στην τέχνη της, κινείται θαρρετά και συγκροτημένα, εκπληρώνοντας ταυτόχρονα τον μύχιο πόθο κάθε δημιουργού: να μεταγγίσει τους καρπούς της τέχνης του, εξελίσσοντας ένα τολμηρό στυλ και χαράσσοντας τη δική της πορεία στην ελληνική σκηνή.
Σπούδασε στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης – Κάρολος Κουν. Εργάζεται ως ηθοποιός στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στη σκηνοθεσία στην East15 – University of Essex, όπου έλαβε διάκριση, και παρακολούθησε το εκπαιδευτικό μεταπτυχιακό πρόγραμμα του GITIS στη Μόσχα. Οι σκηνοθετικές της δουλειές περιλαμβάνουν τα έργα: «Η πτωτική άνοδος του Αρτούρο Ούι» του Μ. Μπρεχτ στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, «Το γαϊτανάκι» του Α. Σνίτσλερ στο Βeton 7, «Κυρία Λώρα» της Μ. Καραπάνου στο Κτήριο elculture, «A Chandelier in my Kitchenette» του Ken McLoone, στο Φεστιβάλ Brighton Fringel, «No dogs in this fight», performance βασισμένη στα Ημερολόγια του Νιζίνσκι στο The Garage της Αγγλίας. Έχει διδάξει το μάθημα της υποκριτικής και του αυτοσχεδιασμού στην Ανώτερη Δραματική Σχολή Πράξη Επτά, στην Ανώτερη Δραματική Σχολή Πέτρας και στο Θέατρο των Αλλαγών. Παράλληλα διδάσκει θεατρική αγωγή στο Αρσάκειο Τοσίτσειο, αλλά και σε ομάδες ενηλίκων. Έχει συγγράψει κείμενα για το θέατρο, αλλά κι ένα παιδικό βιβλίο, «Το μεγάλο ταξίδι της Μαριάνθης», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Η Αγγελική Καρυστινού πρωταγωνιστεί στο επιτυχημένο έργο «Camille Claudel Mudness» του Γιάννη Λασπιά, για δεύτερη χρονιά. Το έργο διαδραματίζεται στον εγκαταλελειμμένο χώρο μιας γκαλερί, που η σύνθεσή του θυμίζει παραμελημένη σκηνική εγκατάσταση ψυχιατρικής πτέρυγας. Η Camille Claudel η πρώτη γυναίκα γλύπτρια και η Constance Pascal η πρώτη γυναίκα ψυχίατρος συναντιούνται σε ένα φανταστικό πρωτότυπο διάλογο σχέσης γιατρού – ασθενούς. Μέσα από τις συναντήσεις τους ξετυλίγονται οι αντισυμβατικές ζωές των δύο γυναικών και αναπτύσσεται ένας ισχυρός δεσμός. Η Constance θα έρθει αντιμέτωπη με ένα ολόκληρο «αντρικό» σύστημα που καταδικάζει σε εγκλεισμό και απομόνωση τα άτομα που διεκδικούν το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης και επιλογής. Οι χαρισματικές δύο γυναίκες καταφέρνουν κάτω από αντίξοες συνθήκες να θέσουν τη δική τους παρουσία σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία.
Το έργο -δεξιοτεχνικά παιγμένο και γραμμένο- περιγράφει τις ζωές αυτών των δύο γυναικών, που η Ιστορία δεν αναγνώρισε την αξία τους και αντιμετώπισαν πόλεμο ακριβώς επειδή ήταν ικανές. Έχει όμως κι μια άλλη ενδιαφέρουσα διάσταση: αντιπαραβάλλει τον κόσμο της τέχνης με αυτόν της επιστήμης.
Να σημειώσω εδώ πως σαν ένα δώρο του ανέμου και της τύχης η Αγγελική αποφάσισε να ασχοληθεί με το θέατρο όταν -παιδί ακόμα- μαγεύτηκε παρακολουθώντας μια παράσταση της Ξένιας Καλογεροπούλου, τη μεγάλη επιτυχία «Ελίζα», όπου έπαιζε η Μάνια Παπαδημητρίου με την οποία τώρα έχει τη χαρά να συνεργάζεται στο «Camille Claudel Mudness» (η Μάνια υποδύεται την Camille Claudel) και να είναι φίλες.
Ενώ ετοιμάζεται να σκηνοθετήσει τον Ένκε Φεζολλάρι σε ένα μονόλογο για τον Παζολίνι, μην τη χάσετε στο «Camille Claudel Mudness», το οποίο φέτος θα ανέβει στο θέατρο «Τόπος Αλλού».
Η αδιαφιλονίκητη δύναμη του ταλέντου της και της στέρεης θεατρικής της γνώσης, διαπερνά τη λαμπρή παράσταση, χαρίζοντάς της ζωντάνια, καθαρότητα, ειλικρίνεια και αθωότητα, τα απλά συστατικά μιας μεγαλειώδους ερμηνείας.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί μας μιλάει για το θέατρο, τη ζωή και την κοινωνία, για τα σχέδιά της, τα όνειρα που κάνει και για τη γενιά της. Κάποιοι τα καταφέρνουν, κάποιοι χάνουν τον εαυτό τους, κάποιοι φεύγουν, λέει. “Κάθε εποχή έχει τις δικές της Ιφιγένειες. Αλλά πιστεύω ότι ακόμα η δική μου γενιά -θέλω να πιστεύω- έχει λίγο χρόνο μπροστά της κάτι να κάνει, έστω και μικρό, κάτι που θα είναι τουλάχιστον για μια πιο μεγάλη αλλαγή στο μέλλον”.
* Μεγάλωσα στην Αθήνα και κατά περιόδους μου κολλάει μια διαφορετική εικόνα. Αυτή την εποχή λοιπόν θυμάμαι έντονα που βγαίναμε στα σκαλιά της πολυκατοικίας όλα τα κορίτσια και παίζαμε κούκλες. Μάλλον γιατί σκεφτόμουν πού είναι τα παιδιά της δικής μας πολυκατοικίας και τι κάνουν κλεισμένα στα σπίτια τους.
Ποιες ήταν οι πρώτες σου καλλιτεχνικές επιρροές;
* Η νονά μου που ήταν πολύ θεατρόφιλη, με πήγαινε συνέχεια σε παραστάσεις, αλλά και σε μουσεία. Οι γονείς μου επίσης μου διάβαζαν πολύ και πάντα κάναμε όλοι μαζί κάτι δημιουργικό, ακόμα και τα παιχνίδια μας είχαν να κάνουν με κατασκευές, παζλ κτλ.
Τι ήταν εκείνο που σου κέντρισε το ενδιαφέρον στο θέατρο ώστε να ασχοληθείς επαγγελματικά με τον χώρο του θεάτρου;
* Μια παράσταση της Ξένιας Καλογεροπούλου, η «Ελίζα». Έπαιζε μάλιστα η Μάνια Παπαδημητρίου με την οποία τώρα έχω τη χαρά να συνεργάζομαι και να είμαστε φίλες. Όταν είχα δει λοιπόν εκείνη την παράσταση είχα μαγευτεί και είπα ότι αυτό θέλω να το κάνω κι εγώ. Μέσα μου όμως, την επιθυμία αυτή την εξέφρασα τελικά φωναχτά πολύ μεγάλη.
Μίλησέ μου για τις σπουδές σου και για τους δασκάλους που άφησαν τα ίχνη τους στην τωρινή πορεία σου;
* Σπούδασα στο Θέατρο Τέχνης, είχα δασκάλους όλους τους παλιούς του Κουν, τον Λαζάνη, τον Κουγιουμτζή, αλλά και το κύριο Γράμψα με τον οποίο επίσης δουλεύουμε μαζί πλέον – είμαι καθηγήτρια αυτοσχεδιασμού στη σχολή του την Πράξη Επτά και τον ευχαριστώ για αυτή την ευκαιρία μου έδωσε, – την Πέπη Οικονομοπούλου, τον Δημήτρη Οικονόμου… Όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του, μου έδωσαν κάτι. Αργότερα έκανα μεταπτυχιακά στην Αγγλία πάνω στη σκηνοθεσία και στη Ρωσία ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα -η εμπειρία μου στο εξωτερικό μου άλλαξε οριστικά όλη την οπτική μου για το θέατρο και την αντίληψή μου. Εκεί το θέατρο αντιμετωπίζεται ως δουλειά και η τέχνη ως μια κατασκευή κι όχι ως μια εκκεντρικότητα ή χειρότερα ψυχοπαθολογία, έχει σύστημα και λογική, προϋποθέτει έρευνα. Επίσης ο καλλιτέχνης είναι ένα άτομο που ανήκει στον κόσμο και δεν ζει έξω από αυτόν, τουλάχιστον ο καλλιτέχνης του θεάτρου.
Τι θα ήθελες να μας πεις για το «Camille Claudel Mudness», το έργο του Γιάννη Λασπιά στο οποίο πρωταγωνιστείς;
* Είναι μια καθαρή και πολύ συγκινητική βιογραφία δύο γυναικών, της μεγάλης γλύπτριας Καμίλ Κλωντέλ και μιας σημαντικής ψυχολόγου, της Κονστάνς Πασκάλ, δύο γυναικών που παραγνωρίστηκαν από την Ιστορία και αντιμετώπισαν πόλεμο ακριβώς επειδή ήταν ικανές. Έχει όμως κι μια άλλη ενδιαφέρουσα διάσταση: αντιπαραβάλλει τον κόσμο της τέχνης με αυτόν της επιστήμης.
Ποια είναι η Constance Pascal, η γυναίκα την οποία υποδύεσαι;
* Ήταν μια από τις πρώτες ψυχιάτρους στη Γαλλία. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ρουμανία, αλλά σε νεαρή ηλικία έφυγε από το σπίτι της για να σπουδάσει Ιατρική. Άσκησε νέες μεθόδους για την εποχή, κατάργησε τους ζουρλομανδύες, χρησιμοποίησε την ψυχανάλυση, κατάφερε να γίνει διευθύντρια, έκανε ένα παιδί εκτός γάμου. Παρ’ όλα αυτά, ήταν μια γυναίκα πολύ προσγειωμένη, μια ήρεμη δύναμη που κατάφερε να αντιμετωπίσει πολλά στερεότυπα και τελικά να ζήσει τη ζωή της όπως εκείνη ήθελε.
Στο έργο βλέπουμε δύο γυναίκες, που εν έτει 1913 κατάφεραν μέσα από αντίξοες συνθήκες να θέσουν τη δική τους παρουσία σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Σήμερα οι γυναίκες έχουν το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης και επιλογής στο βαθμό που θα έπρεπε;
* Σίγουρα περισσότερο, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, γιατί σε άλλες χώρες η θέση των γυναικών είναι υποβαθμισμένη, έως ανύπαρκτη. Όμως και πάλι, ακόμα κι εδώ στην Ευρώπη οι γυναίκες αντιμετωπίζουν θέματα, δεν έχουν ας πούμε τις ίδιες ευκαιρίες στην εργασία, το θέμα της μητρότητας πολλές φορές θεωρείται σχεδόν μειονέκτημα, δεν τους αναγνωρίζεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, ίσως όχι όπως παλιότερα που ήταν δαχτυλοδεικτούμενες, αλλά και πάλι υπάρχει μια έμμεση καταπίεση που έχει επιπτώσεις και σε προσωπικό και σε κοινωνικό επίπεδο. Σκεφτείτε μια ανύπαντρη γυναίκα στα σαράντα: μπροστά της δεν θα την πουν γεροντοκόρη όπως το 1913, αλλά θα το πουν πίσω από την πλάτη της. Αυτό και μόνο το σχόλιο θα της κοστίσει πάρα πολλά. Ή για να έρθουμε και στον δικό μας χώρο, σκεφτείτε πόσο περισσότερες γυναίκες δουλεύουν σε αυτόν συγκριτικά με τους άνδρες -έχουμε στατιστικά στοιχεία που το επιβεβαιώνουν- κι όμως πόσες έχουν διοικητικές θέσεις ή θέσεις εξουσίας; Και ποιο το αντεπιχείρημα; Μα δεν έχουμε τόσες ικανές για να διευθύνουν, να σκηνοθετούν, να ανεβάζουμε τα έργα τους; Όπως λέει και ο Μπρεχτ: «Όλα από κάτι τέτοιες αντικειμενικές διαπιστώσεις ξεκινούν»…
Ποια ήταν από τις πιο ενδιαφέρουσες αντιδράσεις ή σχόλια που εισπράξατε από το κοινό στην παράσταση «Camille Claudel Mudness»;
* Ότι οι ιστορίες των γυναικών είναι με έναν τρόπο σημερινές. Η Μάνια κυρίως οδηγεί τον ρόλο της σε ένα άλλο επίπεδο, πέρα από τα προσωπικά και ψυχικά θέματα της Κλωντέλ κι έτσι η ιστορία αυτή τελικά μιλάει για την ελευθερία και το τι σημαίνει να εκφράζομαι τελικά σε μια συντηρητική κοινωνία.
Ποια είναι τα επόμενα θεατρικά σου σχέδια;
* Πέρα από την Καμίλ Κλωντέλ του Γιάννη Λασπιά σε σκηνοθεσία του Πάνου Κούγια με τη Μάνια βέβαια και τη Μαρίνα Χρονόπουλου, που αυτή τη φόρα θα παιχτεί στο Τόπος Αλλού, θα σκηνοθετήσω έναν μονόλογο για τον Πιέρ Πάολο Παζολίνι με τον Ένκε Φεζολλάρι.
Ποια είναι, κατά τη γνώμη σου, η ψυχολογική λειτουργία του θεάτρου;
* Η παρηγοριά. Αλλά το θέατρο πέρα από την ψυχολογική λειτουργία, είναι ένας χώρος ανοιχτού διαλόγου, όπου τα ερωτήματα μένουν πάντα ερωτήματα, πράγμα που κατά τη γνώμη μου δημιουργεί μια συνθήκη καθαρής Δημοκρατίας.
Το κοινό είναι παρτενέρ ή αντίπαλος;
* Για μένα δεν είναι τίποτα από τα δύο, είναι ο άλλος ομιλητής σε αυτόν τον διάλογο. Μόνο που η φωνή του δεν ακούγεται την ώρα της παράστασης –ελπίζουμε τουλάχιστον.
Η δουλειά του ηθοποιού εμπεριέχει και αντιφάσεις;
* Μόνο… Κι αντιθέσεις, όπως η ίδια η ζωή.
Αν μπορούσες να ξεχωρίσεις μία ή δύο αγαπημένες ηρωίδες που θα ήθελες να υποδυθείς, ποιες θα ήταν και γιατί;
* Αγαπώ όλες τα ηρωίδες του Τσέχωφ πολύ, τα έργα του Μπρεχτ, μου αρέσει τόσο πολύ η Σεν Τε από τον «Καλό άνθρωπο του Σετσουάν». Βασικά όμως μου αρέσουν συγγραφείς, οι μεγάλοι κλασικοί για παράδειγμα σου δίνουν τρομερό υλικό προς εξερεύνηση.
Ηθοποιία ή σκηνοθεσία; Ποιο από τα δύο σου δίνει μεγαλύτερο αίσθημα ελευθερίας;
* Και τα δύο υπό κάποιες συνθήκες, ενώ υπό άλλες μπορούν να γίνουν εξίσου ασφυκτικά. Όταν δουλεύω ως ηθοποιός, δεν έχω άγχος για διαδικαστικά κι οργανωτικά θέματα κι αυτό είναι μεγάλη ελευθερία. Όταν εργάζομαι ως σκηνοθέτης μπορώ να προσπαθήσω τουλάχιστον να γίνει αυτό που έχω στο μυαλό μου. Δεν θα γίνει ποτέ ακριβώς, αλλά αυτή είναι η ομορφιά και μαζί μια άλλου είδους ελευθερία, που δίνει τον χώρο σε πολλούς ανθρώπους να εκφράζονται.
Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση και ποια η μεγαλύτερη ανησυχία που σου δίνει η δουλειά σου;
* Η μεγαλύτερη ικανοποίηση είναι όταν ανακαλύπτω κάτι, η μεγαλύτερη ανησυχία είναι το ότι νομίζω ότι κάθε φορά αυτή είναι η τελευταία παράσταση.
Το θέατρο χρειάζεται κρατική επιχορήγηση;
* Ναι, όχι αυτή που δίνεται τώρα. Φυσικά καταλαβαίνουμε όλοι ότι κι αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα και δεδομένων των συνθηκών ίσως είναι το καλύτερο που μπορεί να γίνει, όμως η τέχνη χρειάζεται χρήματα όχι απλώς για να αποπερατωθεί μια παράσταση, αλλά για να πληρώνονται οι άνθρωποι κανονικά και να μη δουλεύουν σε οχτακόσιες δουλειές. Η κατάσταση λοιπόν σήμερα -σίγουρα αυτό δεν ισχύει μόνο στο θέατρο- είναι ότι όλοι τρέχουμε δεξιά κι αριστερά μέχρι εξαντλήσεως. Έτσι όμως δεν μπορεί να υπάρξει έρευνα που χρειάζεται χρόνο, δεν μπορεί να υπάρχει αφοσίωση, δεν θα γίνουν ποτέ κανονικές πρόβες, δεν μπορεί τίποτα να λειτουργήσει όπως θα έπρεπε. Από την άλλη βέβαια, πιστεύω και σε αυτό που έλεγε ο Παζολίνι, ότι δηλαδή ένα σύστημα δεν πρόκειται ποτέ να δώσει για κάτι που μπορεί να το αμφισβητήσει, ή να του δημιουργήσει τριγμούς…
Με ποιους χαρακτήρες ανθρώπων δυσκολεύεσαι να συνεργαστείς;
* Με τους υπερόπτες.
Τι είναι αυτό που πιστεύεις ότι σε χαρακτηρίζει;
* Η επιμονή και το ότι δεν φοβάμαι να μιλήσω.
Ποιοι άνθρωποι, πράγματα και τόποι σε έχουν σημαδέψει;
* Οι γονείς μου, όλα τα ταξίδια που έχω κάνει, πολλά βιβλία, περίπου δέκα ταινίες, μια δυο παραστάσεις, σίγουρα πάνω από εκατό πίνακες, άπειρες συζητήσεις, εκατοντάδες λάθη…
Πώς φαντάζεσαι τα μελλοντικά βήματά σου στο χώρο της τέχνης;
* Δεν φαντάζομαι, γιατί πραγματικά νομίζω σε κάθε παράσταση ότι αυτή είναι τελευταία… Το ζω όλο αυτό το δράμα…
Τι θα ήθελες να ευχηθείς για τον τόπο μας;
* Να επικρατήσει το δίκαιο. Αλλά για να συμβεί, πρώτα πρέπει να το έχουμε ανάγκη όλοι μας.
Τι σημαίνει για σένα η λέξη περιπέτεια;
* Η ίδια η ζωή.
Η γενιά σου τι ακούσματα και τι ερεθίσματα έχει; Την απασχολεί η ποιότητα;
* Η γενιά μου μεγάλωσε χωρίς μεν τους μεγάλους μύθους -Κουν, Χατζιδάκις κ.τλ.- αλλά με αφοσιωμένους ανθρώπους σε αυτό που έκαναν, όπως ο Βογιατζής, ο Παπαβασιλείου, για να αναφέρω μόνο δύο καλλιτέχνες του χώρου μας, οπότε νομίζω ότι η πλειονότητα πιστεύει σε ένα θέατρο που έχει ουσία και άρα την απασχολεί η ποιότητα. Βέβαια, πολλά συνέβησαν σε αυτό τον τόπο, πολλά χάθηκαν ή και απαξιώθηκαν, κι επειδή οι άνθρωποι πρώτα απ’ όλα θέλουν να επιβιώσουν και με την κυριολεκτική αλλά και με πιο υπαρξιακή έννοια, κάπου παρασύρονται από το ρεύμα… Έτσι επικρατούν διάφορες μόδες, που προσφέρουν μια κάποια επιβίωση. Κάποιοι τα καταφέρνουν, κάποιοι χάνουν τον εαυτό τους, κάποιοι φεύγουν… Κάθε εποχή έχει τις δικές της Ιφιγένειες. Αλλά πιστεύω ότι ακόμα η δική μου γενιά -θέλω να πιστεύω- έχει λίγο χρόνο μπροστά της κάτι να κάνει, έστω και μικρό, κάτι που θα είναι τουλάχιστον για μια πιο μεγάλη αλλαγή στο μέλλον.
Ποια άλλη μορφή τέχνης σε ενδιαφέρει;
* Η λογοτεχνία, ο χορός, η ζωγραφική, ο κινηματογράφος, η μουσική.
H δημοσιότητα βοηθά τον καλλιτέχνη;
* Βοηθάει έναν άνθρωπο που δουλεύει στην τέχνη, όχι απαραίτητα την καλλιτεχνική του πλευρά.
Πώς περνάς τον ελεύθερο χρόνο σου;
* Βγαίνω πολύ έξω με φίλους, βλέπω ταινίες, κάνω πιλάτες, διαβάζω, κάνω ταξίδια και πολλές συζητήσεις ακόμα και με αγνώστους.
Ποιο βιβλίο διαβάζεις αυτό τον καιρό;
* Πολλά κείμενα του Παζολίνι, ή για τον Παζολίνι, και στα διαλείμματα τον «Επικίνδυνο οίκτο» του Στέφαν Τσβάιχ, τρομερή ανάλυση ενός συναισθήματος με το οποίο δεν έχει ασχοληθεί και πολύ τη λογοτεχνία απ’ όσο ξέρω.
Πώς κρίνεις τη συμπεριφορά των Ελλήνων προς τα ζώα;
* Γενικά οι Έλληνες, επειδή παλιότερα ζούσαν σε μονοκατοικίες κι είχαν πάντα ζώα γύρω τους, είναι φιλόζωοι. Υπάρχουν φυσικά και μερικοί που βγάζουν όλη τη βία τους σε αυτά τα αθώα πλάσματα, πράγμα που μου φαίνεται τόσο άρρωστο, αλλά αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο.
Τέλος, ποια είναι η δική σου σχέση με τα ζώα; Συμβιώνεις με κάποιο κατοικίδιο;
* Ναι, είχα πάντα ζώα. Τώρα έχουμε τον Φάνη, έναν υπέροχο και καλόκαρδο άσπρο γάτο, πολύ τρυφερό, καθόλου πονηρό κι εντυπωσιακά στωικό.
***
«Camille Claudel Mudness»
Μετά την επιτυχία που γνώρισε τον περσινό χειμώνα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Καλαμάτα, η παράσταση «Camille Claudel Mudness» του Γιάννη Λασπιά σε σκηνοθεσία Πάνου Κούγια, κάνει πρεμιέρα στο θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ τη Δευτέρα 1η Οκτωβρίου 2018, όπου και θα παιχτεί για οκτώ (8) μόνο παραστάσεις.
Στο ρόλο της Camille Claudel η αξιόλογη Μάνια Παπαδημητρίου και δίπλα της η ταλαντούχα Αγγελική Καρυστινού ως Κονστάνς Πασκάλ, ενώ η Μαρίνα Χρονοπούλου τις συνοδεύει στο πιάνο.
Το έργο διαδραματίζεται στον εγκαταλελειμμένο χώρο μιας γκαλερί, που η σύνθεσή του θυμίζει παρατημένη σκηνική εγκατάσταση ψυχιατρικής πτέρυγας. Ένα πιάνο ενεργοποιεί τον χώρο και συνοδεύει ό,τι σε λίγο θα γεννηθεί.
Η Camille Claudel, η πρώτη γυναίκα γλύπτρια και η Constance Pascal, η πρώτη γυναίκα ψυχίατρος, συναντιούνται σε ένα φανταστικό πρωτότυπο διάλογο σχέσης γιατρού – ασθενούς. Μέσα από τις συναντήσεις τους ξετυλίγονται οι αντισυμβατικές ζωές των δύο γυναικών και αναπτύσσεται ένας ισχυρός δεσμός. Η Constance θα έρθει αντιμέτωπη με ένα ολόκληρο «αντρικό» σύστημα που καταδικάζει σε εγκλεισμό και απομόνωση τα άτομα που διεκδικούν το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης και επιλογής. Δυο γυναίκες που κατάφεραν μέσα από αντίξοες συνθήκες να θέσουν τη δική τους παρουσία σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία.
Η Camille και η Constance δεν συναντήθηκαν ποτέ, αλλά έζησαν και εργάστηκαν στην ίδια πόλη διαφορετική χρονική περίοδο, μοιράστηκαν παρόμοιες εμπειρίες, αντιμετώπισαν κοινές δυσκολίες και δόθηκαν με το ίδιο πάθος στην Τέχνη και την Επιστήμη.
Συντελεστές
Κείμενο: Γιάννης Λασπιάς
Σκηνοθεσία: Πάνος Κούγιας
Σκηνικά- κοστούμια: Τζίνα Ηλιοπούλου, Λίνα Σταυροπούλου
Μουσική: Μαρίνα Χρονοπούλου
Video: Βάσω Μιχαλοπούλου
Φωτογραφίες: Βασίλης Μακρής
Επικοινωνία: Le Canard qui Parle
Παίζουν:
Μάνια Παπαδημητρίου (Camille Claudel),
Αγγελική Καρυστινού (Constance Pascal),
Μαρίνα Χρονοπούλου (πιανίστρια)
Πληροφορίες
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00
Για 8 παραστάσεις
Από 1/10/18 στο ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ
Κεφαλληνίας 17 και Κυκλάδων, Κυψέλη
Κρατήσεις: 2108656004, 2108679535 ή μέσω viva.gr
Διάρκεια παράστασης: 70 λεπτά
Τιμές εισιτηρίων
Γενική είσοδος: 10 ευρώ
Groups άνω των 5 ατόμων: 8 ευρώ
Σπουδαστές, τρίτη ηλικία, άνεργοι, αλλοδαποί: 5 ευρώ
Γίνονται δεκτές όλες οι πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες
www.topos-allou.gr
https://www.facebook.com/ToposAllouAeroplio/