25.5 C
Athens
Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Η “μικρή δύναμη” που πρώτη αποτίναξε τη δουλεία και θέλησε να στηρίξει την Ελληνική Επανάσταση

Τότε που ολόκληρη η Ευρώπη καταδίκαζε την ελληνική επανάσταση, μια μικρή, φτωχή χώρα της Καραϊβικής στεκόταν στο πλευρό των Ελλήνων με όσα μέσα μπορούσε να προσφέρει.

Πριν από 199 χρόνια, η Ελλάδα κήρυξε κι επίσημα την έναρξη του αγώνα για την ανεξαρτησία της από τον οθωμανικό ζυγό. Ωστόσο, κανένα κράτος της Γηραιάς Ηπείρου και καμία «Μεγάλη Δύναμη» δεν είδε καταρχάς με θετικό μάτι την επανάσταση.

Έχοντας ήδη ζήσει τη Γαλλική Επανάσταση, τους πολέμους του Ναπολέοντα και με τις επαναστάσεις σε Ιταλία και Ισπανία να βρίσκονται σε εξέλιξη, οι Ευρωπαίοι καταδίκασαν πάραυτα την ελληνική επανάσταση παρόλο που αυτή δεν ήταν κοινωνική, όπως όλες οι υπόλοιπες, αλλά εθνικοαπελευθερωτική. Εξάλλου, μια ενδεχόμενη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα ανέτρεπε ριζικά τις ισορροπίες στην Ευρώπη κάτι που κανείς από τους μεγάλους δεν ήθελε. Η μόνη στήριξη στα πρώτα βήματα της επανάστασης ήρθε από πολύ μακριά, από ένα έθνος που ήξερε καλά και το ίδιο τι σημαίνει να αποζητάς την ανεξαρτησία σου.

Η ταπεινή Αϊτή με την περήφανη καρδιά

Η ηγεσία των ελληνικών επαναστατικών δυνάμεων και η Πελοποννησιακή Γερουσία αμέσως μετά την κήρυξη της Επανάστασης στην Α’ Εθνοσυνέλευση Επιδαύρου υπογράφουν τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Ελλάδος, το οποίο αποτελεί την πρώτη πράξη διεθνούς δικαίου της επαναστατημένης χώρας. Παράλληλα, επιφανείς Έλληνες που ζούσαν στο Παρίσι, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, κοινοποίησαν έκκλησή τους προς την παγκόσμια κοινότητα, δια της οποίας ζητούσαν βοήθεια και συμπαράσταση προς την επανάσταση.

Η μοναδική απάντηση ήρθε από το «Χαΐτιον», τη σημερινή Αϊτή. Η φτωχή και ταπεινή Αϊτή είχε αποκτήσει και η ίδια την ανεξαρτησία της από τους Γάλλους, λίγο μετά το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης. Την 1η Ιανουαρίου 1804, η Αϊτή ανακηρύσσει την ανεξαρτησία της και γίνεται το πρώτο ελεύθερο κράτος εγχρώμων, ενώ λίγο πριν – το 1794 – γίνεται και η πρώτη χώρα που καταργεί επίσημα τη δουλεία. Μέχρι και το 1820 οι διαμάχες στην Αϊτή τόσο με τους Γάλλους και τους Ισπανούς όσο και για την ανάληψη της εξουσίας δεν έχουν σταματήσει. Μέχρι που τελικά αναλαμβάνει την εξουσία ο μιγάς Ζαν Πιερ Μπουαγέ, ο οποίος συνέβαλε και στην ολοκληρωτική επιτυχία της επανάστασης στη χώρα του. Η χώρα παρέμενε φτωχή και μόλις είχε αρχίσει να ανακάμπτει από τις συνεχείς μάχες, όμως αυτό δεν σταμάτησε τον Μπουαγέ από το να εκφράσει ανοιχτά τη στήριξη της χώρας του στον ελληνικό λαό και τον δίκαιο αγώνα του.

Ο Αϊτινός πρόεδρος ήταν ο μόνος που απάντησε θετικά στην επιστολή που είχε αποστείλει ο Αδαμάντιος Κοραής και οι υπόλοιποι επιφανείς Έλληνες στην παγκόσμια κοινότητα. Ο Μπουαγιέ με απαντητική επιστολή στις 15 Ιανουαρίου 1822 αναγνωρίζει το δικαίωμα των Ελλήνων γι’ αυτοδιάθεση και μιλά με θερμά λόγια για την επανάσταση. Αποτελεί την πρώτη επίσημη αναγνώριση της ελληνικής επανάστασης και του ελληνικού κράτους.

«Με μεγάλο ενθουσιασμό μάθαμε ότι η Ελλάδα αναγκάστηκε τελικά να αρπάξει τα όπλα, για να αποκτήσει την ελευθερία της και τη θέση που της ανήκει ανάμεσα στα κράτη. Πολίτες, μεταφέρετε στους συμπατριώτες σας τις θερμότερες ευχές για απελευθέρωση, που σας στέλνει ο λαός της Αϊτής», έγραφε μεταξύ άλλων ο Ζαν Πιερ Μπουαγέ.

Όπως τονίζει, η Αϊτή είναι μια φτωχή χώρα που ακόμα παλεύει με τα δικά της προβλήματα. Ωστόσο, αυτό δεν τους σταματά να προσφέρουν την πενιχρή αλλά άκρως σπουδαία βοήθειά τους. Η Αϊτή στέλνει στους Έλληνες 45 τόνους καφέ προς πώληση, ώστε να αγοραστούν καριοφίλια και άλλα πολεμοφόδια, αλλά και 100 Αϊτινούς εθελοντές. Οι 100 αυτοί ήρωες από την Αϊτή δεν καταφέρνουν να φτάσουν ποτέ στην Ελλάδα καθώς πεθαίνουν από τις κακουχίες κατά τη διάρκεια του μεγάλου ταξιδιού προς τη χώρα μας. Ωστόσο, η θυσία τους ίσως είναι από τις πιο ηρωικές που σημειώθηκαν από μη Έλληνες κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Με αυταπάρνηση ξεκίνησαν για ένα ταξίδι σε μια τόσο μακρινή χώρα, ένα σχεδόν αδύνατο ταξίδι με τα μέσα της εποχής, με μόνο σκοπό να βοηθήσουν κάποιους «αγνώστους» ώστε να απελευθερωθούν.

Οι Ευρωπαίοι

Αρκετούς μήνες μετά αφού η Αϊτή αναγνωρίζει την επανάσταση και οι 100 Αϊτινοί ξεκινούν για το μακρό ταξίδι τους, οι Μεγάλες Δυνάμεις συνεχίζουν να καταδικάζουν την Ελληνική Επανάσταση.

Εξάλλου ήδη από τον Νοέμβριο του 1820 στο Συνέδριο της Ιεράς Συμμαχίας η Ρωσία, η Πρωσία και η Αυστρία υπέγραψαν πρωτόκολλο, που διακήρυσσε το δικαίωμά τους να επεμβαίνουν στρατιωτικά σε τρίτες χώρες με σκοπό την αντιμετώπιση των επαναστατικών κινημάτων. «Σύμφωνα με τις αρχές της Ιεράς Συμμαχίας, κάθε επανάσταση ήταν έργο του Σατανά και κάθε σκλαβιά κάτω από το ζυγό του σουλτάνου είναι ευλογημένη από το Θεό», αναφέρουν οι ιστορικοί.

Στην ίδια λογική στις 14 Δεκεμβρίου 1822 η Ιερή Συμμαχία καταδίκασε την ελληνική επανάσταση θεωρώντας τη διακήρυξή της «αυθάδη και αδεξία». Οι εκπρόσωποι της Συμμαχίας αρνήθηκαν να δεχτούν την ελληνική αντιπροσωπεία που είχε πάει στη Βερόνα, για να ζητήσει βοήθεια. Την επιτροπή αποτελούσαν οι Παλαιών Πατρών Γερμανός, Γεώργιος Μαυρομιχάλης, Ανδρέας Μεταξάς και ο φιλέλληνας Γάλλος πλοίαρχος Ζουρντέν, και είχαν σκοπό να παρουσιάσουν τις θέσεις των επαναστατημένων Ελλήνων. Ιδιαίτερα έντονες ήταν οι αντιδράσεις κατά της επανάστασης από την Αυστρία με τον καγκελάριο Μέτερνιχ και κυρίως από τη Βρετανία καθώς φοβούνταν ότι η εμπλοκή της Ρωσίας σε πόλεμο κατά της Τουρκίας θα άλλαζε τις ισορροπίες στην Ευρώπη και θα ισχυροποιούσε τη Ρωσία φέρνοντάς την στη Μεσόγειο.

Χρειάστηκαν πολλές μάχες, πραγματικές και πνευματικές, των Ελλήνων και πιέσεις από Φιλέλληνες, για να αρχίσει να μεταστρέφεται η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση. Η πρώτη που διαφοροποιήθηκε και άρχισε να στηρίζει τους Έλληνες ήταν τελικά η Βρετανία, η οποία αναγνώρισε την επανάσταση ενάμιση χρόνο μετά την Αϊτή.

Η επιστολή του Μπουαγέ

Η επιστολή του προέδρου της Αϊτής προς τους Έλληνες με την οποία αναγνωρίζεται η Ελληνική Επανάσταση διασώθηκε σε ελληνική μετάφραση στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» του φιλικού και αγωνιστή του ’21, Ιωάννου Φιλήμονος:

«Ζαν Πιερ Μπουαγέ,

πρόεδρος του Χαϊτίου, προς τους Πολίτας της Ελλάδος Α. Κοραήν, Κ. Πολυχρονιάδην, Α. Βογορίδην και Κ. Κλωνάρην.

Εις τα Παρίσια

Πριν ή δεχθώμεν την επιστολή υμών, σημειουμένην εκ Παρισίων τη 20η παρελθόντος Αυγούστου, έφθασεν ενταύθα η είδησις της επαναστάσεως των συμπολιτών υμών κατά του δεσποτισμού, του επί τρεις περίπου διαρκέσαντος εκατονταετηρίδας. Μετά μεγάλου ενθουσιασμού εμάθομεν ότι η Ελλάς αναγκασθείσα τέλος πάντων εδράξατο των όπλων, ίνα κτήσηται της ελευθερίαν αυτής και την θέσιν, ήν μεταξύ των εθνών του κόσμου κατείχε.

Μία τόσον ωραία και τόσον νόμιμος υπόθεσις, και προ πάντων αι συνοδεύσασαι ταύτην πρώται επιτυχίαι, ουκ εισίν αδιάφοροι τοις Χαϊτίοις, οίτινες, ως οι Έλληνες επί πολύν καιρόν έκλινον τον αυχένα υπό ζυγόν επονείδιστον και δια των αλύσεων αυτών συνέτριψαν την κεφαλήν της τυραννίας.
Ευχηθέντες προς τον ουρανόν, όπως υπερασπισθή τους απογόνους του Λεωνίδου, εσκέφθημεν ίνα συντρέξωμεν τας γενναίας δυνάμεις τούτων, ει μη διά στρατευμάτων και πολεμοφοδίων, τουλάχιστον διά χρημάτων, ως χρησίμων εσομένων διά προμήθειαν όπλων, ών έχετε ανάγκην. Συμβεβηκότα όμως, επιβαλόντα τη πατρίδι ημών μεγάλην ανάγκην. επησχόλησαν όλον το χρηματικόν, εξ ού η Διοίκησις ηδύνατο καταβάλει μέρος. Σήμερον έτι η επανάστασις, η κατά το ανατολικόν μέρος της νήσου επικρατούσα, υπάρχει νέον προς την εκτέλεσιν αυτού του σκοπού κώλυμα. Επειδή το μέρος όπερ ηνώθη μετά της Δημοκρατίας, ής προεδρεύω, υπάρχει εν μεγίστη ενδεία και προκαλεί δικαίως μεγάλην του ταμείου ημών την δαπάνην. Εάν δ’ επέλθωσι κατάλληλοι, ως επιθυμούμεν, αι περιστάσεις, τότε βοηθήσωμεν προς τιμήν ημών τοις τέκνοις της Ελλάδος, όσον δυνηθώμεν.

Πολίται, διερμηνεύσατε προς τους συμπατριώτας υμών τας θερμοτέρας ευχάς, άς λαός του Χαϊτίου αναπέμπει υπέρ της ελευθερώσεως αυτών. Οι μεταγενέστεροι Έλληνες ελπίζουσιν εν τη αναγεννωμένη ιστορία τούτων άξια της Σαλαμίνος τρόπαια. Είθε παρόμοιοι τοις προγόνοις αυτών αποδεκνυόμενοι και υπό των διαταγών του Μιλτιάδου διευθυνόμενοι, δυνηθώσιν εν τοις πεδίοις του νέου Μαραθώνος τον θρίαμβον της ιεράς υποθέσεως, ήν επεχείρησαν υπέρ των δικαιωμάτων αυτών, της θρησκείας και της πατρίδος. Είθε, τέλος, διά των φρονίμων διατάξεων αυτών μνημονευθώσιν εν τη ιστορία οι κληρονόμοι της καρτερίας και των αρετών των προγόνων.
Τη 15η Ιανουαρίου 1822 και 19η της Ανεξαρτησίας
Μπόγερ».

 

(Photo by Pierre Michel Jean / AFP)

 

Η Αϊτή σήμερα

Η Αϊτή παραμένει και σήμερα μια ελεύθερη χώρα, η οποία όμως συνεχίζει να αντιμετωπίζει πολύ έντονα προβλήματα. Αποτελεί μια από τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας, του χαμηλότερου προσδόκιμου ζωής, του υψηλότερου ποσοστού ανθρώπων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, του μεγαλύτερου ποσοστού αναλφαβητισμού και ανεργίας, των πιο βάρβαρων δικτατοριών.

Τον Ιανουάριο του 2010 δέχτηκε ακόμα ένα πλήγμα. Ένας σεισμός μεγέθους 7 Ρίχτερ ισοπέδωσε το μεγαλύτερο μέρος της χώρας στοιχίζοντας τη ζωή σε τουλάχιστον 300.000 ανθρώπους και προκαλώντας τεράστιες καταστροφές με 1,6 εκατ. ανθρώπους να μένουν άστεγοι.

Η Ελλάδα ήταν μια από τις πρώτες χώρες που απέστειλε βοήθεια στην Αϊτή με τους Έλληνες διασώστες να συμβάλλουν τα μέγιστα στον εντοπισμό ζωντανών ανάμεσα στα χαλάσματα. Μάλιστα, στις 24 Ιανουαρίου Έλληνες και Γάλλοι διασώστες, ανέσυραν ζωντανό έναν 24χρονο από τα ερείπια ξενοδοχείου, δώδεκα ημέρες μετά τον καταστροφικό σεισμό των 7 Ρίχτερ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε έναν χρόνο από τώρα η Ελλάδα γιορτάζει τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει κάποια πρόβλεψη για να τιμηθεί η Αϊτή, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε επίσημα την Επανάσταση και οι 100 εθελοντές της που πέθαναν στο ταξίδι τους ως εδώ.

H Δημοκρατία της Αϊτής αποτελεί χώρα που καταλαμβάνει το δυτικό τμήμα του νησιού της Ισπανιόλας στην Καραϊβική. Στη δικαιοδοσία της περιλαμβάνει και τα μικρότερα νησιά Γκονάβ, Τορτούγα, Les Cayemites και Ιλ α Βας, ενώ το ακατοίκητο νησί Ναβάσα διεκδικείται τόσο από τη χώρα αυτή όσο και από τις ΗΠΑ.

Η Αϊτή μοιράζεται το νησί της Ισπανιόλας με τη Δομινικανή Δημοκρατία. Το χερσαίο τμήμα της Αϊτής καταλαμβάνει 27.750 τ.χλμ. Ο πληθυσμός της είναι 11.743.017 κάτοικοι, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις του 2020.

Η πρωτεύουσα της Αϊτής είναι το Πορτ-ο-Πρενς (Port-au-Prince), που βρίσκεται στο κύριο νησί, την Ισπανιόλα. Πρώην γαλλική κτήση, η Αϊτή ήταν η δεύτερη χώρα στο δυτικό ημισφαίριο, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, που διακήρυξε την ανεξαρτησία της το 1804. Η χώρα έγινε η πρώτη ανεξάρτητη δημοκρατία Αφροαμερικανών και το μόνο κράτος που γεννήθηκε έπειτα από επιτυχημένη επανάσταση των δούλων. Η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας έγινε την 1η Ιανουαρίου 1804.

Παρά τη σχετική μακροζωία της, είναι η πιο φτωχή χώρα του δυτικού ημισφαιρίου.

Το όνομα της χώρας σημαίνει «υψηλή γη».

 

 

Ιστορία

Οι λευκοί έφτασαν στη χώρα για πρώτη φορά με τον Χριστόφορο Κολόμβο, το 1493 και βρήκαν εκεί πολλούς ιθαγενείς κατοίκους. Αυτός ονόμασε το νησί Ισπανιόλα. Οι νέοι άρχοντες του νησιού αποδεκάτισαν τον πληθυσμό των αυτοχθόνων μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Το 16ο αιώνα οι λευκοί έφεραν στο νησί δούλους από την Αφρική. Η εγκατάσταση των Γάλλων στα δυτικά της χώρας συντελέστηκε το 1697. Το 1749 οι Γάλλοι ίδρυσαν και τη σημερινή πρωτεύουσα, Πορτ-ο-Πρενς, η οποία έγινε το 1770 πρωτεύουσα της αποικίας του Αγίου Δομίνικου, σε αντικατάσταση της Καπ Αϊσιέν. Έπειτα από τη Γαλλική Επανάσταση οι Νέγροι άρχισαν να διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Η αποχώρηση των Γάλλων έγινε το 1803 και το 1804 η χώρα έγινε ανεξάρτητη, με πρώτο Αυτοκράτορα τον Ζαν Ντεσαλέν. Η Αϊτή ήταν η πρώτη χώρα στον κόσμο που αναγνώρισε την Ελληνική Επανάσταση και την Ελλάδα ως ανεξάρτητο κράτος. Μόλις τελείωσε τον δικό της απελευθερωτικό πόλεμο εναντίον των Γάλλων αποικιοκρατών, κατεστραμμένη οικονομικά, έστειλε στο Παρίσι, στον Αδαμάντιο Κοραή, 25 τόνους καφέ να εκποιηθούν, για να αγορασθούν όπλα για τον ελληνικό αγώνα.

Οι αρχές στο νεαρό κράτος φρόντισαν να εκδιωχθούν οι Γάλλοι, με ειδικό θέσπισμα. Έπειτα από περίοδο ταραχών και επαναστάσεων, την εξουσία ανέλαβε ο Ανρί Κριστόφ. Το 1858 η χώρα έγινε δημοκρατία. Το 1915 καταλήφθηκε από τις ΗΠΑ και η κατοχή διατηρήθηκε μέχρι το 1934. Ακολούθησαν εσωτερικές ταραχές και το 1957 ανέλαβε πρόεδρος ο απολυταρχικός Φρανσουά Ντιβαλιέ, ο οποίος έμεινε γνωστός ως «Πάπα Ντοκ».

Το 1986 ανατράπηκε ο γιος του, Ζαν Κλοντ Ντιβαλιέ και μέσα σε μία τετραετία άλλαξαν πέντε διαφορετικές κυβερνήσεις. Ο Ζαν-Μπερτράν Αριστίντ έγινε δημοκρατικός Πρόεδρος, ανατράπηκε όμως με πραξικόπημα το 1991 και αποκαταστάθηκε στην προεδρία το 1994, έπειτα από επέμβαση του ΟΗΕ.

Στις 7 Φεβρουαρίου 2002 ορκίστηκε Πρόεδρος ο Αριστίντ για μία ακόμα πενταετία και υποχρεώθηκε να παραιτηθεί το 2004, έπειτα από εμφύλιες συγκρούσεις, οι οποίες προκάλεσαν για μία ακόμη φορά επέμβαση των Ευρωπαίων και Αμερικανών. Έπειτα από μεταβατική εξουσία του Μπονιφάς Αλεξάντρ, πρόεδρος αναδείχθηκε το 2006 ο Ρενέ Πρεβάλ.

 

Τιμωρία σκλάβας κατά τη διάρκεια της Αποικιοκρατίας. (Βρετανικό Μουσείο)

 

Ισπανική κυριαρχία

Ως απαρχή της ιστορίας της θεωρείται η ανακάλυψή της από τον Χριστόφορο Κολόμβο, στις 6 Δεκεμβρίου 1492. Ο Γενουάτης θαλασσοπόρος έδωσε στο νησί το όνομα Νησί της Ισπανίας (Ισπανιόλα). Τα επόμενα χρόνια, η κυριαρχία των Ισπανών εδραιώθηκε στο νησί και συνοδεύτηκε από ωμότητα και βαρβαρότητα, με μαζική θανάτωση των ιθαγενών και τη χρησιμοποίηση κάποιων από αυτούς ως δούλων. Η φοβερή εκείνη γενοκτονία αποστέρησε τους λευκούς από εργατικά χέρια, τα οποία ήταν απαραίτητα για τις εργασίες στις φυτείες και στα ορυχεία. Γύρω στο 1517 άρχισε η μαζική εισαγωγή σκλάβων, προερχόμενων από την Αφρική.

Κυριαρχία Γάλλων

Γάλλοι πειρατές εγκαταστάθηκαν στο νησί το 17ο αιώνα και ίδρυσαν μόνιμους σταθμούς, όπως το περίφημο ορμητήριο στο Νησί της Χελώνας (Τορτούγα). Το 1697 με την υπογραφή της συνθήκης του Ρίσβικ, το δυτικό τμήμα του νησιού παραχωρήθηκε από την Ισπανία στη Γαλλία. Έτσι, το ανατολικό τμήμα πήγε στην Ισπανία και μετεξελίχθηκε στο σημερινό κράτος της Δομινικανής Δημοκρατίας. Και οι δύο αποικίες (γαλλική και ισπανική) που σχηματίστηκαν τότε ονομάζονταν Άγιος Δομίνικος (Σεν Ντομένγκ και Σάντο Ντομίνγκο).

 

Σιδερένια μάσκα – κολάρο για τους σκλάβους και ανάλογα εξαρτήματα ποδιών

 

Αντιαποικιακός αγώνας και Επανάσταση

Η γαλλική αποικία αποτέλεσε σύντομα το κέντρο του Νέου Κόσμου. Ωστόσο, έκδηλες ήταν οι κοινωνικές αντιθέσεις, αφού το σύνολο σχεδόν του πλούτου ήταν συγκεντρωμένο στα χέρια μιας μειονότητας λευκών γαιοκτημόνων, η οποία με την αυταρχικότητά της προκάλεσε την αντίδραση των Νέγρων, που κορυφώθηκε με την εξέγερση του 1791, οπότε επί διετία οι Νέγροι επιδόθηκαν σε σφαγές και εκτοπισμούς όλων των λευκών στη χώρα. Την περίοδο αυτή αναδείχθηκε ως επικεφαλής της Επανάστασης ο Τουσέν Λ’ Ουβερτίρ. Το 1794 καταργήθηκε η δουλεία και τρία χρόνια αργότερα ο Λ’ Ουβερτίρ ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής του νησιού Ισπανιόλα, το οποίο εν τω μεταξύ είχε ενοποιηθεί μετά την παραχώρηση από τους Ισπανούς του ανατολικού τμήματος στο νέο καθεστώς. Το 1801 συγκλήθηκε Εθνοσυνέλευση και ο Λ’ Ουβερτίρ έγινε ισόβιος Πρόεδρος. Η διακυβέρνησή του ήταν πολύ σημαντική και φρόντισε να προβεί σε μέτρα για τον εκσυγχρονισμό του υπό σύσταση κράτους, όπως η θεσμοθέτηση της πλήρους κατάργησης κάθε φυλετικής ή άλλης διάκρισης. Επίσης, καθιερώθηκε η ισότητα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των πολιτών.

Ανεξαρτησία και απόσχιση του Νότου

Το 1802 οι Γάλλοι επιχείρησαν να ανακαταλάβουν το νησί και τελικά ο Λ’ Ουβερτίρ παραδόθηκε και αιχμαλωτίστηκε, για να πεθάνει στην Μπεζανσόν της Γαλλίας. Οι κάτοικοι του νησιού όμως κατάφεραν να εκδιώξουν τους Γάλλους εισβολείς και ίδρυσαν το πρώτο ανεξάρτητο κράτος εγχρώμων στο Νέο Κόσμο, την πρώτη μέρα του 1804. Πρώτος Πρόεδρος του κράτους ανέλαβε ο αυταρχικός Ντεσαλέν, ο οποίος αυτοανακηρύχθηκε Αυτοκράτορας με το όνομα Ιάκωβος Α΄ και δολοφονήθηκε στη διάρκεια εξέγερσης, το 1806. Τον διαδέχθηκε στην εξουσία ο Ανρί Κριστόφ, μετέπειτα Βασιλιάς Ερρίκος Α΄, επίσης τυραννικός, επί των ημερών του οποίου συντελέστηκε η απόσχιση των νότιων περιοχών και η ανακήρυξή τους σε ανεξάρτητο κράτος, με Πρόεδρο το συνετό Στρατηγό Πετιόν (1807). Την ίδια περίοδο οι Ισπανοί εγκαταστάθηκαν ξανά στα ανατολικά του νησιού. Ο Πετιόν κυβέρνησε στο Νότο με σύνεση και βασικός συνεργάτης του ήταν ο μιγάς Ζαν Πιερ Μπουαγιέ, ο οποίος και τον διαδέχθηκε, μετά το θάνατό του, στο αξίωμα του ισόβιου Προέδρου στο Νότο.

 

 

Το έργο του Μπουαγιέ

Ο Μπουαγιέ εμπνεύστηκε την εξέγερση του 1820 κατά του διεφθαρμένου καθεστώτος του Βορρά. Τότε ο Ανρί Κριστόφ αυτοκτόνησε και η Αϊτή ενοποιήθηκε ξανά. Το 1821 ο Μπουαγιέ συνέβαλε στην επιτυχία της επανάστασης που είχε εκδηλωθεί στις κατεχόμενες από την Ισπανία ανατολικές περιοχές. Το 1822 οι περιοχές αυτές ενσωματώθηκαν στο κράτος. Ο ηγέτης αυτός, που φρόντισε να ανασυγκροτήσει το κράτος του οικονομικά και κοινωνικά, αλληλογραφούσε με τον Αδαμάντιο Κοραή και πρώτος από όλους τους πολιτικούς ηγέτες του κόσμου, αναγνώρισε το δίκαιο του ελληνικού απελευθερωτικού αγώνα και την υπόσταση της Ελλάδας ως μέλους της Διεθνούς Κοινότητας (1822). Το 1825 προχώρησε στην αποκατάσταση των σχέσεων με τη Γαλλία και θεωρήθηκε ενδοτικός σε βαθμό τέτοιο, που αναγκάστηκε να παραιτηθεί έπειτα από εξέγερση (1843) και να αναχωρήσει στο εξωτερικό, αφήνοντας στην εξουσία τον αντίπαλό του Στρατηγό Σαρλ Ριβιέρ Εράρ. Ακολούθησε νέα ταραχώδης περίοδος και η οριστική απόσχιση των ανατολικών περιοχών του νησιού. Αυτές αποτέλεσαν τη Δομινικανή Δημοκρατία, το 1844.

Ταραχώδης περίοδος και εισβολή των ΗΠΑ

Έπειτα από ταραχές, το 1847 κατέλαβε την εξουσία ο Στρατηγός Φοστέν Σολούκ, μετέπειτα Αυτοκράτορας Φοστέν Α΄ (1849- 1859), ο οποίος ήταν τυραννικός και ανατράπηκε σε πραξικόπημα του στρατού, το 1859 από το Φαμπρ Ζεράρ, ο οποίος έγινε ισόβιος Πρόεδρος και ανατράπηκε επίσης με πραξικόπημα (1867).

Στη συνέχεια, ανέλαβαν στην εξουσία διάφοροι πολιτικοί και στρατιωτικοί, οι οποίοι εισήγαγαν πάρα πολλές συνταγματικές αλλαγές. Το 1910 ανατράπηκε ο πρόεδρος Σιμόν και το 1912 δολοφονήθηκε ο Πρόεδρος Λεκόντ, το 1913 πέθανε ο πρόεδρος Ογκίστ, το 1914 ανέλαβαν διαδοχικά την εξουσία οι Στρατηγοί Ζαμόρ και Νταλμιβάρ και το 1915 ανατράπηκε και λιντσαρίστηκε από τον όχλο ο πρόεδρος Γκιγιόμ Σαμ.

Την κατάσταση αυτή εκμεταλλεύτηκαν οι ΗΠΑ, που επενέβησαν στρατιωτικά, τον Σεπτέμβριο του 1915 και κατέστησαν τη χώρα συγκαλυμμένο προτεκτοράτο. Τη εξουσία ανέλαβαν οι υπόλογοι στις ΗΠΑ Φιλίπ Νταρντιγκενάβ (1915-1922) και Λουί Μπορνό (1922-1930). Κατά τη μεταβατική κυβέρνηση του Εζέν Ρουά και εξαιτίας της ανόδου των εθνικιστών, που απείλησαν τους Αμερικανούς, οι Αμερικανοί αποχώρησαν από το νησί (1934).

Η διακυβέρνηση από τους Ντιβαλιέ

Ο Ρουά κυβέρνησε ως το 1941 και τον διαδέχθηκε ο Ελί Λεσκό, ο οποίος φρόντισε να πάρει το μέρος των Συμμάχων κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1946 έπειτα από κινητοποιήσεις, ο Λεσκό παραιτήθηκε και η τριμελής χούντα που εν τω μεταξύ κατέλαβε την εξουσία όρισε πρόεδρο τον Ντιμαρσέ Εστιμέ, ο οποίος ανατράπηκε το 1950 από την τριμελή χούντα που τον είχε διορίσει και διατηρήσει στην εξουσία.

Έπειτα από διαβουλεύσεις ανάμεσα στους στρατιωτικούς, νέος Πρόεδρος ανέλαβε ο Συνταγματάρχης Πολ Μαγκλουάρ, ο οποίος θέσπισε νέο Σύνταγμα (1950) και επιχείρησε να κάνει οικονομικές αλλαγές χωρίς αποτέλεσμα. Ο Μαγκλουάρ αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να φύγει από τη χώρα, το 1956. Τον διαδέχθηκε ο μεταβατικός Πρόεδρος Ζοζέφ Νεμούμ Πιερ Λουί (1956-57) και ο Φρανκ Σιλβέν, ο οποίος διενήργησε εκλογές τον Σεπτέμβριο του 1957. Νικητής των εκλογών αναδείχθηκε ο Νέγρος γιατρός Φρανσουά Ντιβαλιέ, που είχε υποσχεθεί κοινωνική δικαιοσύνη και πρόοδο. Οι προσδοκίες αυτές όμως διαψεύστηκαν.

Ο Ντιβαλιέ εγκατέστησε ένα προσωποπαγές καθεστώς που στηρίχθηκε στη βία και στη διαφθορά, με τη χρήση της παραστρατιωτικής οργάνωσης «Το Τον Μακούτ». Επικαλούμενος τον κομμουνιστικό κίνδυνο, εξαπέλυσε διώξεις εναντίον των πολιτικών αντιπάλων του και μεθόδευσε εκλογές (1961) με ένα μόνο ψηφοδέλτιο, που εξασφάλισαν την επανεκλογή του για εξαετία. Επί των ημερών του, επιδεινώθηκαν οι σχέσεις της χώρας με τις ΗΠΑ και κυρίως με τη γειτονική Δομινικανή Δημοκρατία. Το 1965, ο από το 1964 ισόβιος Πρόεδρος Ντιβαλιέ, αναγκάστηκε να υποκύψει σε αμερικανικές πιέσεις και να αποκαταστήσει ομαλότερες σχέσεις με τη Δομινικανή Δημοκρατία. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες απόπειρες ανατροπής του Ντιβαλιέ και καταγγέλθηκε διεθνώς η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το καθεστώς του. Ο «Πάπα Ντοκ», όπως ονομαζόταν ο δικτάτορας, πέθανε στις 22 Απριλίου 1971 και τον διαδέχθηκε στην εξουσία ο «Μπέιμπι Ντοκ», Ζαν Κλοντ Ντιβαλιέ.

Επί προεδρίας του Ζαν Ντιβαλιέ, η χώρα έφτασε στο χειρότερο σημείο της οικονομικής κρίσης και θεωρούνταν η φτωχότερη του Δυτικού Ημισφαιρίου. Το 1985 ο υιός Ντιβαλιέ αναγκάστηκε να προβεί σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Το Φεβρουάριο του 1986 ανατράπηκε ο Ντιβαλιέ έπειτα από εξέγερση του λαού και κατέφυγε στη Γαλλία. Τον διαδέχθηκε στην εξουσία ο στρατηγός Ανρί Ναμφί, ο οποίος φρόντισε να ψηφιστεί με δημοψήφισμα (Μάρτιος 1987) ένα νέο, φιλελεύθερο Σύνταγμα. Ακολούθησαν όμως εσωτερικές ταραχές, έπειτα από την ακύρωση των εκλογών του Νοεμβρίου του 1987. Στις νέες εκλογές (Ιανουάριος 1988) δε συμμετείχαν τα περισσότερα κόμματα και αναδείχθηκε πρόεδρος ο Λεσλί Μανιγκά. Τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου ο νέος ηγέτης ανατράπηκε με πραξικόπημα από το Ναμφί και το Δεκέμβριο ο Ναμφί ανατράπηκε κι αυτός με πραξικόπημα από το στρατηγό Προσπέρ Αβρίλ. Ο Αβρίλ παραιτήθηκε το 1990.

Η διακυβέρνηση του Αριστίντ και η δεύτερη αμερικανική επέμβαση

Το 1990 εξελέγη πρόεδρος ο Ζαν Μπερτράντ Αριστίντ στις εκλογές εκείνης της χρονιάς. Το 1991 ο Αριστίντ ανατράπηκε με πραξικόπημα από το στρατηγό Ραούλ Σεντράς. Το πραξικόπημα προκάλεσε κύμα χιλιάδων προσφύγων, οι οποίοι εγκατέλειψαν τη χώρα.

Οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις κατά του νέου καθεστώτος και τον Σεπτέμβριο του 1994 πραγματοποιήθηκε η δεύτερη εισβολή των Αμερικανών στο νησί. Ο Αριστίντ επαναφέρθηκε στην εξουσία και το 1995 διεξήχθησαν προεδρικές εκλογές στις οποίες δεν έλαβε μέρος ο Αριστίντ. Κέρδισε ο Ρενέ Πρεβάλ, με την υποστήριξη του Αριστίντ, που επανεξελέγη το 2000, σε εκλογές που αμφισβητήθηκαν από την Αντιπολίτευση.

Εμφύλιες συγκρούσεις, ανατροπή Αριστίντ και νέες εκλογές

Διεθνείς Οργανισμοί, όπως η ΕΕ, αρνήθηκαν να παράσχουν οικονομική βοήθεια και έκαναν λόγο για μη σεβασμό των δημοκρατικών διαδικασιών στις εκλογές του 2000. Το 2003 ξέσπασαν ταραχές και αυξήθηκαν οι φωνές που ζητούσαν την παραίτηση του Αριστίντ.

Στις 17 Δεκεμβρίου 2001 εκδηλώθηκε απόπειρα πραξικοπήματος με στρατιώτες να επιχειρούν να καταλάβουν το Προεδρικό Μέγαρο και να ανατρέψουν τον πρόεδρο, εκτοξεύοντας μια χειροβομβίδα πριν εξουδετερωθούν από τις δυνάμεις ασφαλείας, με 4 νεκρούς, ανάμεσά τους δύο περαστικούς. Ο Αριστίντ βρισκόταν στο σπίτι του με την οικογένειά του, την ώρα της απόπειρας ανατροπής του. Η επίθεση στο Προεδρικό Μέγαρο ήταν έργο του Γκι Φιλίπ, πρώην ανωτάτου στελέχους της αστυνομίας, τον οποίο είχε απολύσει ο προηγούμενος Πρόεδρος Ρενέ Πρεβάλ, κατηγορώντας τον για απόπειρα πραξικοπήματος.

Ένοπλοι αντάρτες, με επικεφαλής τον Γκι Φιλίπ, κατέλαβαν τις πόλεις Γκονάιβ και Καπ Αϊσιέν, το Φεβρουάριο του 2004. Προς τα τέλη του μήνα έφτασαν και στην πρωτεύουσα και ο Αριστίντ παραιτήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου και διέφυγε στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Την ίδια στιγμή, στρατιωτικές δυνάμεις της Γαλλίας, των ΗΠΑ και του Καναδά αναπτύχθηκαν στη χώρα, για την αποκατάσταση της τάξης. Ακολούθησαν οι προεδρικές εκλογές του 2006, στις οποίες Πρόεδρος εξελέγη ο Ρενέ Πρεβάλ.

Ταραχές 2008

Την άνοιξη του 2008 ξέσπασαν ταραχές στη χώρα, για τη ραγδαία άνοδο των τιμών των τροφίμων. Στις 9 Απριλίου ο πρόεδρος Ρενέ Πρεβάλ απηύθυνε διάγγελμα και προσπάθησε να καθησυχάσει τους κατοίκους. Τουλάχιστον 5 άτομα βρήκαν το θάνατο στις ταραχές, ενώ εξαγριωμένα πλήθη λεηλάτησαν σούπερ μάρκετ. Λίγες ημέρες μετά, και σε μια προσπάθεια για εκτόνωση της κατάστασης, η Γερουσία με 16 ψήφους υπέρ ψήφισε υπέρ της αποπομπής του πρωθυπουργού Ζακ-Εντουάρ Αλεξίς, στις 12 Απριλίου του 2008.

Στις 27 Απριλίου 2008 ο πρόεδρος Πρεβάλ διόρισε νέο πρωθυπουργό τον Ερίκ Πιερ. Τον Μάιο του ιδίου χρόνου, ο διορισμός του Πιερ εγκρίθηκε μεν από τη Γερουσία στις 7 Μαΐου, απορρίφθηκε όμως από τη Βουλή στις 12 Μαΐου 2008 με 51 κατά και 35 υπέρ.

Το 2008 ο ΟΗΕ ανακοίνωσε ότι από την αρχή της χρονιάς ως το Μάιο, περισσότεροι από 150 άνθρωποι είχαν πέσει θύματα απαγωγής για λύτρα στην αμερικανική χώρα.

Σεισμός 2010

Στις 12 Ιανουαρίου 2010 στις 21:53 UTC, η Αϊτή χτυπήθηκε από ένα σεισμό 7,0 βαθμών Ρίχτερ, τον μεγαλύτερο σεισμό στη χώρα τα τελευταία 200 χρόνια. Το επίκεντρο του σεισμού ήταν λίγο έξω από την πρωτεύουσα Πορτ-ο-Πρενς.

Το αποτέλεσμα του σεισμού ήταν εκτεταμένες καταστροφές, με την πλειονότητα των κτηρίων να συντριβούν λόγω κακού σχεδιασμού. Το πρωί μετά τον σεισμό (13 Ιανουαρίου) ο πρόεδρος της Αϊτής Ζαν-Μαξ Μπελρίβ είπε, σε ζωντανή συνέντευξη στο CNN, ότι εκτιμούσε τον αριθμό των νεκρών «σε 200.000», ενώ ο μεγαλύτερος αριθμός που έχει αναφερθεί είναι 316.000 νεκροί.

Αρκετοί επώνυμοι και κυρίως ανώνυμοι βοήθησαν την Αϊτή με οικονομική συνδρομή.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -