Του Παναγιώτη Μήλα
Ο Σταύρος Ξαρχάκος ήταν μόλις 23 χρόνων όταν το 1962 έγραψε τη μουσική για τη θεατρική παράσταση «Κόκκινα φανάρια» του Αλέκου Γαλανού, σε σκηνοθεσία Αλέξη Δαμιανού στο «Θέατρο Πορεία».
Τρία χρόνια μετά, το 1965, στις 11 Ιανουαρίου ο Ξαρχάκος έδωσε την πρώτη μεγάλη συναυλία του στο θέατρο «Κεντρικόν», που δεν υπάρχει σήμερα (στο τέρμα της οδού Κολοκοτρώνη, πίσω από το κτήριο της Μικρής Βουλής), παρουσιάζοντας τη μέχρι τότε δουλειά του.
Ερμηνευτές ήταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, η Βίκυ Μοσχολιού και η Αλέκα Μαβίλη, με σολίστ στα μπουζούκια τους Γιώργο Ζαμπέτα και Στέλιο Ζαφειρίου.
Μεταξύ των θεατών ήταν και ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, μιας και τους άλλους δύο μεγάλους, τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη, τους είχαν «καπαρώσει» -τότε- οι «γαλάζιοι» και οι «κόκκινοι».
Το πάθος αυτού του αεικίνητου νεαρού, το είδα για δεύτερη φορά λίγο αργότερα και στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά, πάλι με τη Μοσχολιού και τη Μαβίλη.
Όμως ήδη ένα χρόνο πριν, το 1964, είχα αποκτήσει για τη δισκοθήκη μου μία από τις πρώτες δημιουργίες του νεαρού συνθέτη:
Το «6+6» που περιείχε δύο ορχηστρικά καλοκαίρια, ένα σε κάθε πλευρά του δίσκου.
-Το καλοκαίρι του 1963: Παράπονο, Το τραγούδι της Ύδρας, Βαρκαρόλα, Τίτλοι από την ταινία ”Λόλα”, Στου Δεληβοριά, Πρωινό τραγούδι.
-Και το καλοκαίρι του 1964: Τα δάκρυά μου είναι καυτά, Άπονη ζωή, Χάθηκε το φεγγάρι, Στα χέρια σου μεγάλωσαν, Φθινοπωρινός Δρόμος, Αμόκ.
Οι 12 συνθέσεις ήταν οργανικές εκδοχές μερικών από τα πρώτα τραγούδια του συνθέτη που γράφτηκαν κατά την τριετία 1962-1964 για το θέατρο και τον κινηματογράφο.
Και στις 12 συνθέσεις πρωταγωνιστής στο μπουζούκι ήταν ο Γιώργος Ζαμπέτας.