Ένα από τα σημαντικότερα πλήγματα που είχε δεχθεί σε όλη της την ιστορία η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ήταν η πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Δυτικούς χριστιανούς. Η Πόλη είχε αμέτρητα πλούτη, τα οποία ζήλευαν ακόμα και οι πιο πλούσιοι δυτικοί άρχοντες, οι οποίοι άδραξαν την ευκαιρία για λεηλασία και πλιάτσικο άνευ προηγουμένου.

Η κατάσταση στο Βυζάντιο και η πολιορκία
Την περίοδο εκείνη η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ταλαντευόταν από αψιμαχίες πολιτικών και αρχόντων για τη θέση του αυτοκρατορικού θρόνου. Διαμάχες, κόντρες, δολοπλοκίες και υπονόμευση προσώπων στην Αυλή αλλά και στον θρόνο, δεν επέτρεπαν την οργάνωση όσον αφορά το στρατιωτικό τομέα αλλά και τον πολιτικό, να δημιουργηθεί μια υγιής βυζαντινή δύναμη που θα μπορούσε να προστατεύσει τους πολίτες της αλλά και να αμυνθεί έναντι των ξένων δυνάμεων που καραδοκούσαν για την κατάληψη της Πόλης.
Την ευκαιρία άδραξαν οι Δυτικοί, που με το πρόσχημα μιας Δ’ Σταυροφορίας για τη λύτρωση των Αγίων Τόπων, πέρασαν από τη Βασιλεύουσα, μόνο που δεν προχώρησαν παραπάνω. Παρατηρώντας πόσο αδύναμη είχε γίνει η άμυνα της Πόλης, ο Δόγης της Βενετίας Δάνδαλος έπεισε τους υπόλοιπους άρχοντες, μαζί με τον αρχηγό της εκστρατείας τον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό να κατακτήσουν την απόρθητη μέχρι τότε πόλη.
Η πολιορκία ξεκίνησε στις 12 Απριλίου 1204. Την Κωνσταντινούπολη τότε υπερασπιζόταν ο Αλέξιος Ε’ Μουρτζουφλός. Η αμυνόμενοι πολεμούσαν σθεναρά έναντι των καλύτερα οργανωμένων σταυροφόρων, όμως η έλλειψη οργάνωσης και ηγετών οδήγησε στην κατάληψη τεσσάρων πύργων και τριών πυλών από τους επιτιθέμενους. Οι σταυροφόροι είχαν εισέλθει πλέον στην Πόλη.
Ο Αλέξιος Ε’ Μουρτζουφλός, ήταν ακριβώς το αντίθετο από τον τελευταίο Αυτοκράτορα του Βυζαντίου, τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Η έλλειψη ηγετικής συμπεριφοράς και η ανανδρία οδήγησαν στη φυγή του παρόλο που ο βυζαντινός στρατός είχε τα μέσα και την αριθμητική δύναμη να αντισταθεί. Πάνω στην κρίσιμη στιγμή, οι Βυζαντινοί άρχοντες εξέλεξαν νέο Αυτοκράτορα τον Κωνσταντίνο Λάσκαρη. Ο Λάσκαρης ανέλαβε αμέσως τα καθήκοντά του ως νέος Αυτοκράτορας, παρόλα αυτά δεν έβλεπε την προθυμία του λαού να αντισταθεί στην εισβολή, γεγονός που αργότερα ο λαός της Κωνσταντινούπολης θα το πλήρωνε ακριβά. Απελπισμένος και απογοητευμένος ο Λάσκαρης, κατέληξε στην οδό της διαφυγής προκειμένου να σωθεί εφόσον δεν υπήρχε προθυμία από τον ίδιο το λαό.

Προσπάθειες αποφυγής λεηλασιών
Η ροή των γεγονότων οδήγησε τους ανώτερους άρχοντες της εκκλησίας στην απόφαση να παραδώσουν την Πόλη στους εισβολείς σε μια προσπάθεια αποφυγής λεηλασιών και σφαγής του πληθυσμού. Η απίστευτη οργή, το μίσος και το ένστικτο της λεηλασίας που είχαν οι δυτικοί Σταυροφόροι για τους Ορθόδοξους και αντίστροφα, δεν έφερε τα αποτελέσματα που επιθυμούσε η εκκλησία.
Οι εκκλησιαστικοί άρχοντες δέχθηκαν τους άρχοντες των Σταυροφόρων για να ακολουθήσει η διαδικασία της παράδοσης της Πόλης. Οι τελευταίοι αντί να δούνε έναν στρατό παραταγμένο για την άμυνα της Πόλης, δεν πίστευαν ότι αντίκρισαν μια ομάδα ανθρώπων της εκκλησίας. Ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός δέχθηκε την παράδοση αλλά μαζί με τους υπόλοιπους άρχοντες της Δ’ Σταυροφορίας, αποφάσισαν να ακολουθήσουν το δρόμο της λεηλασίας.
Αλλά και σε περίπτωση που έπαιρναν αντίθετη απόφαση από αυτή της λεηλασίας, ήταν αδύνατο να σταματήσουν το μένος των τυχοδιωκτών στρατιωτών τους. Όλος ο πλούτος της Κωνσταντινούπολης ήταν μπροστά τους και είχαν την ευκαιρία να τον αρπάξουν, μια ευκαιρία που είχε δοθεί μόνο σε αυτούς στα τόσα χρόνια της ιστορίας της και η βαρβαρότητα και το ένστικτο του τυχοδιώκτη δεν θα την άφηναν να φύγει έτσι εύκολα. Οι άρχοντες αρκέστηκαν στο να κάνουν κατάληψη των δύο πλουσιότερων ανακτόρων του Βουκολέοντα και των Βλαχερνών, ενώ η υπόλοιπη πόλη αφέθηκε στο έλεος των Σταυροφόρων.
Λεηλασίες άνευ προηγουμένου
Τα γεγονότα που ακολούθησαν δεν είχαν προηγούμενο. Αμέτρητοι κάτοικοι της Πόλης βασανίστηκαν για να παραδώσουν τα υπάρχοντα και τα χρυσαφικά τους στους κατακτητές, οι οποίοι εισέβαλαν στα σπίτια πραγματοποιώντας ένα πλιάτσικο άνευ προηγουμένου. Πέρα από την κλοπή υπαρχόντων και χρυσαφικών, ακολούθησε και βιασμός των γυναικών, ενώ παράλληλα την κατάσταση επιδείνωσε η ανακάλυψη κελαριών με κρασί, με το οποίο οι κατακτητές μέθυσαν και ικανοποιούσαν τις ορέξεις τους σε βάρος των γυναικών και σκοτώνοντας πολίτες.
Από τη μανία τους δεν ξέφυγαν ούτε πολύτιμα εκκλησιαστικά σκευάσματα, που καταστράφηκαν για να μείνει μόνο το πολύτιμο υλικό από το οποίο ήταν κατασκευασμένα ενώ παράλληλα καταστράφηκαν και σπουδαία έγγραφα. Και πώς θα μπορούσε να ξεφύγει η εκκλησία, με τον πλούτο που διέθετε αλλά και με το θρησκευτικό μίσος ανάμεσα στους Καθολικούς και τους Ορθοδόξους να βρίσκεται στο απόγειό του.
Άλλες λεηλασίες που ακολούθησαν ήταν οι αυτοκρατορικοί τάφοι στον ναό των Αγίων Αποστόλων για την απόκτηση των αντικειμένων που βρίσκονταν μέσα και έξω από αυτούς. Η Αγία Σοφία βεβηλώθηκε και σφαγιάστηκαν όσοι πολίτες προσπάθησαν να βρουν εκεί καταφύγιο. Όλες οι εικόνες και τα αντικείμενα του σπουδαιότερου ναού της χριστιανοσύνης καταστράφηκαν μέσα σε τρεις μέρες, μετατρέποντας τον σε στάβλο. Επίσης, μια πόρνη τοποθετήθηκε στον πατριαρχικό θρόνο και ο Τίμιος Σταυρός διαμελίστηκε και μοιράστηκε στους αρχηγούς της Σταυροφορίας.
Η μεταφορά των θησαυρών
Τα χρόνια που ακολούθησαν, αμέτρητοι θησαυροί της Κωνσταντινούπολης μεταφέρθηκαν στις χώρες των τυχοδιωκτών Σταυροφόρων. Για παράδειγμα, στη Γαλλία μεταφέρθηκαν η κάρα του Αγίου Στεφάνου, τα λείψανα του Άγιου Θωμά, το ακάνθινο στεφάνι του Χριστού κ.α. Επίσης στη Βενετία, υπάρχουν ακόμα και σήμερα τα χρυσοχάλκινα άλογα που κοσμούσαν κάποτε τον ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, μαζί με άλλους πολύτιμους θησαυρούς. Επιπρόσθετα, πολλά αγάλματα ρωμαϊκά και ελληνικά καταστράφηκαν ή μεταφέρθηκαν σε άλλες χώρες.
Η πολιτισμική και υλική καταστροφή της Κωνσταντινούπολης, ήταν το χειρότερο πλήγμα στην ιστορία της χιλιόχρονης ιστορίας του Βυζαντίου. Ακόμα και μετά την ανακατάληψή της από την Αυτοκρατορία της Νίκαιας, δεν μπόρεσε ποτέ να συνέλθει από αυτή την καταστροφή. Η λαμπρότερη πόλη του κόσμου είχε μείνει πλέον γυμνή από τα πλούτη της που ξεπερνούσαν κάθε φαντασία και δεν κατάφερε να επανέλθει στα ένδοξα χρόνια της, ώσπου ο Μωάμεθ ο Πορθητής έδωσε το τελειωτικό χτύπημα το 1453.
Η άποψη της βυζαντινής ιεραρχίας και των αγροίκων, τα αντιλατινικά αισθήματα, τα εγκλήματα και τα σκάνδαλα
Γράφει ο καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Πάρις Γουναρίδης:
«Η έκπληξη που προκάλεσε στη βυζαντινή κοινωνία η Α’ Σταυροφορία (1096-1099) σύντομα μετατράπηκε σε εχθρότητα.
»Η φραγγική διάβασις εκλήφθηκε ως επιθετική ενέργεια και κάποιοι Βυζαντινοί πίστευαν πως οι Σταυροφόροι είχαν ενδομυχούντα λογισμόν…και αυτήν την Βασιλεύουσαν [Κωνσταντινούπολη] κατασχείν.
»Η δυσπιστία που αναπτύχθηκε με τις επόμενες Σταυροφορίες (1147-1149, 1189-1192) εμπέδωσε την ιδέα πως χάσμα διαφοράς εστήρικται μέγιστον και πως Βυζαντινοί και Δυτικοί ήταν ταις γνώμαις ασυναφείς»
Eugene Delacroix, «Η είσοδος των Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη στις 12 Απριλίου 1204»
Τα αντιλατινικά αισθήματα
Ο Πάρις Γουναρίδης τονίζει ότι δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους «προσκυνητές» της Δ’ Σταυροφορίας ήταν το καταλυτικό γεγονός για τη διαμόρφωση της αρνητικής εικόνας των Δυτικών.
«Τα “αντιλατινικά” ωστόσο αισθήματα των λαϊκών τάξεων δεν ήταν σταθερά και δεν κάλυπταν την αρνητική στάση τους απέναντι στους βυζαντινούς αξιωματούχους.
»Ο Νικήτας Χωνιάτης αναφέρει πως οι αγροίκοι, οι κάτοικοι των περιχώρων της Κωνσταντινούπολης, μετά την είσοδο των Σταυροφόρων ευχαριστούσαν τον Θεό για το κατάντημα των μελών της γραφειοκρατικής πολιτικο-εκκλησιαστικής ιεραρχίας, που με επικεφαλής τον πατριάρχη πήραν τον δρόμο για την εξορία. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν έτοιμοι να δεχθούν τη λατινική κυριαρχία και σε πολλές περιοχές το έκαναν.
»Η εικόνα των Δυτικών, όπως εμφανίζεται στις πηγές, διαμορφώθηκε από αυτούς που συνοπτικά αποτελούσαν τη γραφειοκρατική πολιτικο-εκκλησιαστική ιεραρχία, αυτούς που ο ανώτατος διοικητικός υπάλληλος και ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης, λέει ότι συνενκοινώνουν ημίν σχήματος και λογικών εν μεθέξει παιδεύσεων. Γι’ αυτούς η ανωτερότητα του βυζαντινού πολιτισμού ήταν αυτονόητη.(…)
«Η υπεροχή όμως αναφερόταν και στον υλικό πολιτισμό. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος αναφέρει πως, όταν οι Νορμανδοί κατέλαβαν την πόλη του (1185), έχυσαν και το παλιό, καλό κρασί.
»Οι Δυτικοί, κατά τον Ευστάθιο, δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσουν τα αγαθά του πολιτισμού που κάνουν ευχάριστη τη ζωή, τα πολιτικά. Περιφρονούσαν τα έργα τέχνης που έβγαιναν από τα βυζαντινά εργαστήρια, ενώ θεωρούσαν ευτελή αντικείμενα, καρφιά και μαχαιρίδια, ως πολύτιμα.
»Εξάλλου, τα καρυκεύματα και τα καλλυντικά τούς ήταν άγνωστα, θεωρούσαν την κανέλα ως ροκανίδι, τη σταφίδα ως κάρβουνο και το ροδόνερο ως ύδωρ αχρείον.
Palma il Giovane, Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204
Εγκλήματα και σκάνδαλα
«Εξίσου με τους Λατίνους, τα μέλη της γραφειοκρατικής ιεραρχίας περιφρονούσαν και τα λαϊκά στρώματα της βυζαντινής κοινωνίας. Η διασφάλιση ωστόσο της “ιδεολογικής αυθεντίας” οδηγούσε τα μέλη της γραφειοκρατικής ιεραρχίας να αποζητήσουν, ως τάξη, ιδιαίτερα μετά το 1204, τη διαμόρφωση μιας πολιτιστικής κοινότητας, σε αντίθεση με τους Λατίνους.
»Ο αντιλατινισμός βασιζόταν στην αρνητική εικόνα της λατινικής εκκλησίας και των ανθρώπων της, που είχε διαμορφωθεί ήδη στην εποχή του πατριάρχη Φωτίου (867-877, 886-893) και είχε εμπεδωθεί στην εποχή του σχίσματος (1054)»
David Aube
Η επαφή όμως με τους Σταυροφόρους έφερε νέες κατηγορίες.
«Οι αντιπαπικές κατηγορίες πήραν συγκεκριμένη μορφή. Η βίαιη συμπεριφορά των Σταυροφόρων κατά την είσοδό τους στην Πόλη δεν εξηγείται μόνον από τον βάρβαρο χαρακτήρα τους, αλλά από τη φήμη ότι ο Πάπας και τα μέλη της λατινικής ιεραρχίας είχαν ήδη συγχωρέσει φόνους και άλλες αμαρτίες Σταυροφόρων.
»Κατηγορίες για την ιερουργία αιμομικτικών γάμων, για ιεροσυλία στα έθιμα της βάπτισης και της θείας κοινωνίας τόνιζαν τη διαφορά ανάμεσα σε Βυζαντινούς και Δυτικούς.
»Το ξύρισμα, ιδιαιτέρως των κληρικών, γίνεται, στις αρχές του 13ου αιώνα, πραγματική και ικανή αιτία για να κατηγορηθούν οι Λατίνοι ως αιρετικοί, αλλά κυρίως εμφανίζεται και ως απόδειξη θηλυπρέπειας (το γένειον ξηρώνται και γυναικίζονται)
»Η αγαμία των κληρικών της δυτικής εκκλησίας μετατρέπεται σε σκαμπρόζικο θέμα. Οι κληρικοί δέχονται τη νύχτα τις ερωμένες τους αφώνως και αθεάτως και θεωρούν τη συνεύρεση ως όνειρο.
»Εξάλλου, με την κατηγορία της δημόσιας παιδεραστίας τίθεται σε αμφισβήτηση η ηθική υπόσταση των δυτικών αρχιερέων. Αυτή η κατηγορία γίνεται συγκεκριμένη. Ο Στιλβής αναφέρει πως μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, κάποιος καρδινάλιος πήγε στον ναό του Αρχαγγέλου, στον Ανάπλου.
»Εκεί, αφού επέχρισε τις εικόνες με ασβέστη και πέταξε στη θάλασσα τα λείψανα των αγίων, ο δυτικός ιεράρχης ιερούργησε με συνοδεία γυμνών παιδιών. Η κατηγορία της παιδεραστίας συνδυάζεται με αυτήν της εικονομαχίας και της ιεροσυλίας».