Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ντέιβιντ Μάμετ: “Το ότι ένας σκηνοθέτης είναι καλός στο να κινεί ανθρώπους γύρω από έναν καναπέ ή ότι ένας συγγραφέας είναι δεξιοτέχνης στους πνευματώδεις διαξιφισμούς δεν τους δίνει το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το χρόνο του κοινού για να κάνουν κήρυγμα. Στην πραγματικότητα ένα σωστό κοινό που πληρώνει εισιτήριο δεν θα ανεχτεί (και ούτε πρέπει να το κάνει) τέτοιες ανοησίες και θα στείλει τον επίδοξο καθοδηγητή να κάνει άλλη δουλειά. Εκτός αν είναι επιχορηγούμενος”…
Ντέιβιντ Μάμετ: «Εκείνος λέει, ότι ήταν απλώς ένα μάθημα. Εκείνη, σεξουαλική παρενόχληση.
Όποιον και να πιστέψετε, θα κάνετε λάθος»…
***
Δύο υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης βγήκαν στο φως της δημοσιότητας μέσα σε μία ημέρα (1.11.2017) στη Βρετανία.
-Γράφοντας στους «Times», η 31χρονη ακαδημαϊκός και αρθρογράφος Κέιτ Μόλτμπι, η οποία συμμετέχει σε εκστρατείες του Συντηρητικού Κόμματος, αναφέρει ότι ο κατά 30 χρόνια μεγαλύτερός της αναπληρωτής πρωθυπουργός Ντέιμιαν Γκριν, φίλος των γονιών της, την είχε αγγίξει με τρόπο ανάρμοστο στο γόνατο σε επαγγελματική συνάντησή τους το 2015.
-Λίγες ώρες αργότερα, την παραίτησή του υπέβαλε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας της Μεγάλης Βρετανίας, Sir Μάικλ Φάλον, ο οποίος παραδέχθηκε πως το 2002 είχε χαϊδέψει στο πόδι μία γυναίκα δημοσιογράφο, την Τζούλια Ζάρτλεϊ Μπουεραπό.
***
Οι ειδήσεις αυτές μας παραπέμπουν απευθείας στην παράσταση «Ολεάννα», το εμβληματικό έργο του βραβευμένου με Πούλιτζερ συγγραφέα Ντέιβιντ Μάμετ, που παρακολουθήσαμε πρόσφατα και παρουσιάζεται για δεύτερη χρονιά από τις 21 Οκτωβρίου στο καλόγουστο θέατρο OLVIO.
Ο Δημήτρης Πετρόπουλος, στο ρόλο του καθηγητή Πανεπιστημίου και η Ντάνη Γιαννακοπούλου (υποψήφια φέτος για το βραβείο «Μελίνα Μερκούρη» με το έργο «Άγριος Σπόρος» του Γιάννη Τσίρου, θέατρο Επί Κολωνώ) στο ρόλο της φοιτήτριας, βρίσκονται παγιδευμένοι σε ένα ανελέητο παιχνίδι εξουσίας.
Στην παράσταση, που σκηνοθετεί ο νέος και πολλά υποσχόμενος σκηνοθέτης Νικορέστης Χανιωτάκης, βλέπουμε την εμπιστοσύνη καθώς και τον λογικό ανθρώπινο λόγο μεταξύ ενός ώριμου άνδρα και μιας νέας γυναίκας να βρίσκονται σε σοβαρό κίνδυνο.
Κατάχρηση εξουσίας και σεξουαλική παρενόχληση
Στην «Ολεάννα», ένας επιτυχημένος καθηγητής πανεπιστημίου προτείνει σε μια φοιτήτριά του να της προσφέρει βοήθεια ώστε να κατανοήσει το μάθημά του και να περάσει τις εξετάσεις. Ο Τζων βρίσκεται στο απόγειο της σταδιοδρομίας του και παρά τα προσωπικά του προβλήματα δείχνει να θέλει να βοηθήσει την Κάρολ. Εκείνη αρχικά δέχεται και το μάθημα ξεκινά. Προχωρώντας όμως, αυτό που ξεκίνησε ως ένα αθώο και σύνηθες φροντιστήριο, εξελίσσεται σε ένα παιχνίδι λέξεων, παρεξηγήσεων και παρερμηνειών. Αποτέλεσμα, η φοιτήτρια να κατηγορήσει τον καθηγητή για κατάχρηση εξουσίας και σεξουαλική παρενόχληση.
Η «Ολεάννα» ωστόσο δεν είναι απλώς ένα έργο για τη σεξουαλική παρενόχληση. Αυτό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Κυρίως αποτελεί ένα έργο για την εκπαίδευση και τη γλώσσα, για την επικοινωνία, για την καχυποψία αλλά και για την εξουσία και τις σχέσεις των δύο φύλων.
Με το δίκιο μοιρασμένο ισόποσα ανάμεσα στους δύο ήρωες, ο συγγραφέας ρυθμίζει με τέτοιο τρόπο τη δράση, ώστε ο θεατής, αν και μάρτυρας των όσων έχουν συμβεί, ν’ αδυνατεί να καταλήξει με βεβαιότητα στο ποιος από τους δύο ήρωες έχει δίκιο ή άδικο. Επιλέγοντας να τοποθετήσει τη δράση σ’ έναν «αποστειρωμένο» και προστατευμένο χώρο, όπως αυτόν ενός πανεπιστημίου -άντρου υψηλής εκπαίδευσης και βιτρίνα των αξιών και του πολιτισμού μας-, ο Μάμετ γράφει με την «Ολεάννα» ένα έργο για την πολιτική ορθότητα.
Η πολιτική ορθότητα
Σίγουρα, χάρη στο κίνημα της πολιτικής ορθότητας αποκαταστάθηκαν ορισμένες κοινωνικές αδικίες. Διαπιστώνεται όμως ότι υπήρξε εκφυλισμός και εκτροπή αυτής της κίνησης προς μια μορφή ελέγχου της σκέψης που απειλεί την ελευθερία της έκφρασης και προς μια συμμόρφωση στις απαιτήσεις ομάδων πίεσης. Ο Ουμπέρτο Έκο μάλιστα θεωρούσε ότι η πολιτική ορθότητα τείνει να εξελιχθεί σε νέας μορφής φονταμενταλισμό.
Με το δυνατό αυτό δυαδικό δράμα του, ο David Mamet διερευνά την καταστροφή που μπορεί να φέρει η δυσλειτουργική επικοινωνία και η υπερβολική πολιτική ορθότητα.
Η κατηγορία της σεξουαλικής παρενόχλησης δεν είναι παρά το προπέτασμα του καπνού, πίσω από το οποίο κρύβονται άλλοι, πολύ πιο ουσιαστικοί λόγοι που φέρνουν τους δύο ήρωες σε αντιπαράθεση. Για παράδειγμα οι σχέσεις εξουσίας, όπως αυτές διαμορφώνονται μέσα σ’ ένα πανεπιστήμιο, μεταξύ δασκάλων και φοιτητών, ή οι αντιπαλότητες που προκύπτουν από τις κοινωνικές διαφορές ή τις διαφορές φύλου.
Την εποχή που γράφτηκε το έργο, το 1992, διαβάστηκε πρωτίστως ως μια καταγγελία της «πολιτικής ορθότητας», ωστόσο η ανάγνωση αυτή περιορίζει τα επίπεδα του κειμένου και το αδικεί.
Το βασικό θέμα του δεν είναι τόσο το αν υπήρξε ή δεν υπήρξε σεξουαλική παρενόχληση αλλά το πώς η εξουσία αλλοτριώνει τελικά αυτόν που την αποκτά, είτε είναι ο καθηγητής είτε είναι η φοιτήτρια, είτε είναι άντρας αυτός που την ασκεί είτε γυναίκα.
Ο Μάμετ, ένας από τους διασημότερους συγγραφείς, σεναριογράφους και σκηνοθέτες, έγραψε ένα έργο με κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις, άρρηκτα συνδεδεμένο με το ξέσπασμα των γυναικών που σημειώθηκε το 1990 στις ΗΠΑ και την παρακίνησή τους να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους με πληθώρα καταγγελιών για σεξουαλικές παρενοχλήσεις σε βάρος τους στον εργασιακό -κυρίως- χώρο. Σεξουαλική παρενόχληση είναι οποιαδήποτε ανεπιθύμητη λεκτική, μη λεκτική ή σωματική συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα που αποσκοπεί ή έχει ως αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ενός προσώπου ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος.
Το έργο θεωρείται ένα από τα πιο προκλητικά του συγγραφέα, ο οποίος είναι γνωστός για την ακριβή χρήση της αμερικανικής γλώσσας και το ενδιαφέρον του για τη σχέση που διαμορφώνεται μεταξύ λόγου και συμπεριφοράς. Παρουσίασε για πρώτη φορά την «Ολεάννα» τον Μάιο του 1992 στο Καίμπριτζ της Μασαχουσέτης και ήταν η πρώτη του παραγωγή με τον θίασο Back Bay Theater. Ακολούθως, το 1993, ανέβηκε με εξαιρετική επιτυχία στο Royal Court Theatre σε σκηνοθεσία Χάρολντ Πίντερ. To 1994 o ίδιος ο Μάμετ μετέφερε το έργο του και στον κινηματογράφο με τον ομώνυμο τίτλο.
Η ουτοπική πραγματικότητα
Στην «Ολεάννα» παρακολουθούμε μια προσπάθεια διερεύνησης της σύγκρουσης ανάμεσα στην ουτοπία της δημοκρατικής ιδέας και στην πραγματικότητα της διαχείρισής της. Μέσα σε ένα πανεπιστημιακό περιβάλλον που φαντάζει δημοκρατικό και ελεύθερο, ο Μάμετ τοποθετεί έναν καθηγητή και μία φοιτήτρια σε μια σφοδρή αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Οι δυο τους μας κάνουν έναν πολύ επικίνδυνο συνδυασμό. Η ανάγκη και των δύο για κυριαρχία και ασφάλεια καθιστά αδύνατη την επικοινωνία και την κατανόηση. Η σκληρότητα της πραγματικότητας τούς παραμορφώνει σε θηρία και η πολιτισμένη δημοκρατία που τους περιβάλλει αποδεικνύεται ουτοπική. Δε στοχεύει όμως μόνο στην παρουσίαση των καταστάσεων ή των πράξεων των ηρώων του ο συγγραφέας, αλλά προχωρεί βαθύτερα. Εκείνο που σαφώς επιδιώκει είναι να καταστήσει τους θεατές κοινωνούς των συναισθημάτων, των πιο μύχιων σκέψεων, αλλά και των απώτερων κινήτρων των δύο μονομάχων. Κάπως έτσι προκύπτει το καίριο ερώτημα σχετικά με την ύπαρξη ή όχι μιας μόνης, αντικειμενικής και αληθινής πραγματικότητας.
Ο Νικορέστης Χανιωτάκης μας κατέστησε μάρτυρες μιας συνάντησης που αποκαλύπτει δύο διαφορετικούς κόσμους. Μιας συνάντησης που εξελίσσεται σε ένα ανελέητο παιχνίδι φύλων και εξουσίας. Σκηνοθετικά συνέθεσε έναν εκπληκτικό διάλογο, μας παρουσίασε δε ένα σοβαρό θεατρικό δείγμα κοινωνικού ψυχογραφήματος, σε μια εποχή μάλιστα μεγάλων κοινωνικών και πολιτικών ανακατατάξεων, με οξυμμένη την κρίση και στην εκπαίδευση.
Τα ερωτήματα, οι απορίες και τα επιχειρήματα
Η μεγαλοφυΐα του έργου και η εξαιρετική παράσταση που παρακολουθήσαμε στο θέατρο OLVIO, τόνωσαν κατόπιν τις συζητήσεις μεταξύ του κοινού, δημιουργήθηκαν “πηγαδάκια” στο φουαγιέ του θεάτρου, όπου ακούστηκαν γόνιμες απορίες αλλά και επιχειρήματα:
Ο καθηγητής παρενόχλησε τη φοιτήτρια στην πρώτη πράξη;
Μήπως συμπεριφέρθηκε ακατάλληλα;
Μήπως αξίζει να στερηθεί την προαγωγή και το καινούργιο του σπίτι;
Ποια είναι τα κίνητρα της φοιτήτριας;
Μήπως είναι υπερευαίσθητη;
Είναι σωστό να κατηγορήσει τον καθηγητή της ότι είναι σεξιστής;
Μήπως απλώς αντιδρά υπερβολικά;
Μήπως είναι ερωτευμένη μαζί του;
Σε ποιους αναφέρεται όταν μιλάει για την «ομάδα» της;
Ένα αριστουργηματικό έργο που καλεί τον θεατή να σκεφτεί και να πάρει θέση απέναντι σε θεμελιώδη ερωτήματα της εποχής μας. Ένας κρυμμένος δυναμίτης.
Το τραγούδι από τη Νορβηγία
Αν και οι περισσότεροι πιστεύουν ότι Ολεάννα είναι το όνομα της κοπέλας του έργου, εν τούτοις ο τίτλος του Μάμετ παραπέμπει σε έναν τόπο. Για την ιστορία αναφέρουμε ότι το όνομα του έργου Oleanna (Oleana) δεν σχετίζεται με τα ονόματα των πρωταγωνιστών αλλά είναι δανεισμένο από ένα νορβηγικό λαϊκό τραγούδι που μεταφράστηκε στα αγγλικά και διαδόθηκε από το πρώην μέλος του Weavers, Pete Seeger. Οι στίχοι αφορούν την επιθυμία του τραγουδιστή να φύγει από τη Νορβηγία και να δραπετεύσει στην Oleanna, μια ουτοπική χώρα όπου το σιτάρι και το καλαμπόκι απλώς φυτεύονται και μεγαλώνουν μόνα τους, ενώ οι άνθρωποι ξεκουράζονται και φιλοσοφούν.
«Αχ, πόσο στην Ολεάννα
θα ‘μουν ευχαριστημένος,
κι όχι στη Νορβηγία
σκλάβος αλυσοδεμένος»
Μια πολύκροτη δικαστική υπόθεση
H “Ολεάννα”, όταν πρωτοανέβηκε το 1992, συνέπεσε χρονικά με μια πολύκροτη δικαστική υπόθεση. Επρόκειτο για τη μήνυση κατά του Clarence Thomas, υποψήφιου για το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, που κατηγορήθηκε για σεξουαλική παρενόχληση καθηγήτριας πανεπιστημίου. Το κείμενο δεν άρεσε ιδιαίτερα στο βορειοαμερικανικό φεμινιστικό λόμπι, το οποίο κατηγόρησε τον συγγραφέα για μισογυνισμό.
Όταν ο συγγραφέας ρωτήθηκε τι ήθελε να πει γράφοντας την “Ολεάννα”, απάντησε: «Τίποτα δεν ήθελα να πω. Το έργο ήθελα να γράψω. Ξέρω ότι για πολλούς ανθρώπους είναι πολύ δύσκολο να αποδεχτούν κάτι απλό: ότι ενώ φαίνεται πως ένα έργο εμπεριέχει κάποιο μήνυμα, ο ίδιος ο συγγραφέας δεν είχε καμία πρόθεση να στείλει το μήνυμα αυτό. Εγώ το μόνο που θέλω είναι να γράψω μια ιστορία. Να παρακολουθήσω τις πράξεις προσώπων με μεγάλο θεατρικό ενδιαφέρον μέχρι τη λογική τους κατάληξη, για να δούμε πού αυτές οδηγούν». (Απόσπασμα από ζωντανή τηλεοπτική συνέντευξη του Ντ. Μάμετ στο Charlie Rose Show, από το βιβλίο “David Mamet in Conversation”).
Η παράσταση
Σε μια αριστοτεχνικά στημένη από το σκηνοθέτη και αρκούντως διφορούμενη από το συγγραφέα συνάντηση, ο Τζων βρίσκεται κατηγορούμενος για σεξουαλική παρενόχληση και γενικότερα για ηθική παρεκτροπή από τη φοιτήτριά του, η οποία, αρπάζοντας την ευκαιρία για εξουσία που της δίνεται, διεκδικεί αποκατάσταση της αδικίας όχι μόνο εκ μέρους της ίδιας αλλά και της «ομάδας» της.
Το ευτυχές της σύγχρονης και χυμώδους παράστασης το οφείλουμε στον σκηνοθέτη Νικορέστη Χανιωτάκη.
Η Έλλη Λιδωρικιώτη φιλοτέχνησε το κατάλληλο για την εκτέλεση ενός κινητικού θεάματος σκηνικό. Απλά και σωστά τα κοστούμια των χαρακτήρων. Η επιμέλεια κίνησης από τη Νατάσα Παπαμιχαήλ πιθανόν να επιζητούσε περισσότερο ρεαλισμό.
Οι φωτισμοί της Χριστίνας Θανάσουλα εναρμονίζονταν με τη δραματικότητα της παράστασης.
-Ο εκλεκτός ηθοποιός Δημήτρης Πετρόπουλος με πειστικότητα αλλά και με ανάλαφρες νότες όπου χρειάζεται πλάθει ένα αδρό περίγραμμα του Τζων, δίνοντάς μας τη δεδομένη ατμόσφαιρα της αμηχανίας, της ανησυχίας, του άγχους και όλων των κλιμακώσεων του ρόλου.
-Η Ντάνη Γιαννακοπούλου, μια υπερταλαντούχα ηθοποιός, περνάει από τη μια ηρωίδα στην άλλη (από τη Χαρούλα του «Άγριου Σπόρου» στην Κάρολ της «Ολεάννας») με την ευκαμψία των ήχων της μουσικής κλίμακας. Ως Κάρολ γεμίζει τη σκηνή και μας δείχνει τις μεγάλες της δυνατότητες, την τόλμη της στη θεατρική έκθεση και την πολύμορφη δουλειά που έκανε πάνω στο ρόλο. Αισθητική απόλαυση η ερμηνεία της.
Δράση, καθαρότητα και ένταση εξυπηρέτησαν την παράσταση. Ο Νικορέστης Χανιωτάκης, ένας αναμφίβολα ικανότατος καλλιτέχνης, με παλμό, πυκνότητα σκηνών και δραματική ροή στη σκηνοθεσία του δημιούργησε ακέραια δραματική συγκίνηση και αγωνία.
Μια αξιόλογη παράσταση, που καλό θα ήταν να μην τη χάσετε. Μια παράσταση για την ίδια τη ζωή, τη ζωή μας. Για τη ζωή που κρύβουμε πίσω από τις λέξεις. Για τη ζωή που παραβλέπουμε μπροστά στις φιλοδοξίες μας. Για τη ζωή που ξοδεύουμε για να κερδίσουμε μια θέση. Για τα οφίτσια, για τις καρέκλες, για τα προνόμια, για τις ρεβάνς. Για τη ζωή που κατέληξε να μη μας ανήκει.
Συντελεστές
Μετάφραση-Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Σκηνικά- Κοστούμια: Έλλη Λιδωρικιώτη
Επιμέλεια Κίνησης: Νατάσα Παπαμιχαήλ
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Βοηθός σκηνοθέτη: Έμμα Μαυρέλη
Φωτογραφία-Video: Νίκος Βούλγαρης
Ερμηνεύουν: Δημήτρης Πετρόπουλος, Ντάνη Γιαννακοπούλου
Πληροφορίες
ΟΛΕΑΝΝΑ
του Ντέιβιντ Μάμετ
Μέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή στις 21:30, Σάββατο και Κυριακή στις 20:00
Διάρκεια: 85 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Θέατρο OLVIO
Τιμές εισιτηρίων: Ταμείο: 12€ κανονικό, 9€ μειωμένο (για φοιτητές, ανέργους, ΑΜΕΑ)
Προπώληση: από 8€
Θέατρο OLVIO
Ιερά Οδός 67 & Φαλαισίας 7, Βοτανικός, τηλ.: 210 34 14 118
Ώρες κράτησης εισιτηρίων: 17:00- 21:00
Επικοινωνία: www.olviotheater.gr, [email protected] και στο Face book: OLVIO.theater
***
Ο Ντέιβιντ Άλαν Μάμετ με τα δύσκολα παιδικά του χρόνια
Ο Ντέιβιντ Άλαν Μάμετ, όπως είναι ολόκληρο το όνομά του, γεννήθηκε στο Σικάγο του Ιλινόις στις 30 Νοεμβρίου του 1947 όντας ο μοναδικός γιος του Bernard και της Leonore Mamet οι οποίοι είχαν και μία νεότερη κόρη.
Ο πατέρας του Μάμετ ήταν δικηγόρος εργατικού δικαίου και αγαπούσε τόσο τη συζήτηση με επιχειρήματα όσο και το να διδάσκει τα παιδιά του πώς να παρακολουθούν μια συζήτηση, να κάνουν ερωτήσεις πάνω σε διάφορα θέματα και να εκφράζονται με όσο το δυνατόν πιο ακριβή τρόπο. Ο νεαρός Μάμετ είχε περάσει πολλά απογεύματα στο γραφείο του πατέρα του κάνοντας τηλεφωνήματα και δακτυλογραφώντας γράμματα στη γραφομηχανή.
Τα υψηλά πρότυπα των γονιών του ωστόσο σε συνδυασμό με το διαζύγιό τους όταν εκείνος ήταν μόλις έντεκα ετών είχαν σαν αποτέλεσμα τα παιδικά του χρόνια να μην αποτελούν την πιο ευτυχισμένη περίοδο της ζωής του. Υπήρξε ιδιαίτερα κοντά με την αδερφή του αλλά στα δεκαπέντε του ξεκινώντας να εργάζεται στο Hull House Theatre κατάφερε να ανακαλύψει τον προσωπικό του προορισμό. Λίγο αργότερα θα ξεκινούσε να σπουδάζει φιλολογία και θέατρο στο Goddard College στο Βερμόντ από όπου και αποφοίτησε το 1969 ενώ έπαιζε στο Neighborhood Playhouse School of Theater της Νέας Υόρκης.
Το 1971 ο Μάμετ ξεκίνησε να διδάσκει θέατρο στο Goddard και έγραψε πλήθος θεατρικών έργων. Το πρώτο του έργο που θα τραβήξει την προσοχή, “The Duck Variations” το 1972, εμφανίζει χαρακτηριστικά τα οποία βρίσκονται σε πολλές επόμενες δουλειές του όπως το σταθερό περιβάλλον, οι λίγοι χαρακτήρες, η απλή πλοκή και ο διάλογος που καταγράφει την καθημερινή ομιλία. Το έργο του “Sexual Perversity in Chicago” το 1974, το οποίο μεταφέρθηκε αργότερα στον κινηματογράφο με τον τίτλο “About Last Night”, εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ αντρών και γυναικών, ενώ το “American Buffalo” του 1975 με το οποίο ο Μάμετ έλαβε το New York Drama Critics Circle Award λαμβάνει χώρα σε ένα παλιατζίδικο όπου τρεις άντρες προσπαθούν να κλέψουν ένα πολύτιμο νόμισμα. Άλλα έργα του από εκείνη την περίοδο περιλαμβάνουν τα έργα: A Life in the Theatre, The Woods, Reunion, Dark Pony και The Sanctity of Marriage.
Το έργο Glengarry Glen Ross το οποίο αποτελεί το πιο αξιόλογο έργο του, είναι η ιστορία τεσσάρων κτηματομεσιτών της Φλόριντα που προσπαθούν να αναδειχθούν σε καλύτερο πωλητή ο καθένας εξαπατώντας στην προσπάθειά τους αυτή ανυποψίαστους πελάτες. Το έργο βραβεύτηκε τόσο με το New York Drama Critics Circle Award όσο και με Βραβείο Πούλιτζερ. Ακολουθούν τα έργα Edmond το 1982, Prairie du chien και The Shawl το 1985 και το Speed-the-Plot το 1988 όπου η Madonna έκανε και την πρώτη της εμφάνιση στο Broadway.
Η ενασχόληση ωστόσο του Μάμετ με τη συγγραφή δεν περιορίστηκε μόνο σε βιβλία και θεατρικά έργα. Έγραψε και αρκετά σενάρια για τον κινηματογράφο. Ποιος δεν γνωρίζει το “Ο Ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δύο φορές” του 1981 το οποίο αποτέλεσε μια πολύ επιτυχημένη προσπάθεια για να ακολουθήσει το The Verdict το 1982 βασισμένο στην ομώνυμη νουβέλα του Barry Reed το οποίο και προτάθηκε για Βραβείο Όσκαρ, ενώ το 1987 προχώρησε ένα βήμα παρακάτω σκηνοθετώντας το σενάριο που έγραψε για την ταινία House of Games.
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980, ο Μάμετ δημοσίευσε δύο συλλογές δοκιμίων, το Writing in Restaurants και το Some Freaks. Και τα δύο δοκίμια περιείχαν απόψεις του συγγραφέα για ποικίλα θέματα, όπως η φιλία, η θρησκεία, η πολιτική, η ηθική, η κοινωνία και φυσικά το θέατρο. Μάλιστα ο Μάμετ δίδαξε ένα διάστημα στη Δραματική Σχολή του Πανεπιστημίου του Yale και του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, ενώ συχνά δίνει διαλέξεις σε μαθήματα της Atlantic Theater Company της οποίας αποτέλεσε και ιδρυτικό μέλος.
Τα τελευταία χρόνια ο Μάμετ συνεχίζει και σκηνοθετεί ενώ παράλληλα γράφει θεατρικά έργα, δοκίμια και σενάρια. Στις τελευταίες του κινηματογραφικές δουλειές περιλαμβάνονται τα έργα Oleanna, The Winslow Boy, State and Main, Heist, Catastrophe και Redbelt, ενώ το 1999 έγραψε το βιβλίο δοκιμίων Jafsie and John Henry και το 2001 κυκλοφόρησε τη νουβέλα του Wilson: A Consideration of the Sources.
Το 2004 ξαναέγραψε την κλασική ιστορία του Φάουστ με τίτλο Faustus για το θέατρο και τον Μάιο του 2010 βγήκε η νουβέλα The Trials of Roderock Spode, ενώ τον Ιούνιο του 2011 κυκλοφόρησε το βιβλίο The Secret Knowledge: On the Dismantling of American Culture. Τελευταία του δουλειά αποτελεί στον κινηματογράφο η ταινία “Come Back to Sorrento” και το θεατρικό έργο “The Anarchist”.
***
Μεγάλη Βρετανία: Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός “της άγγιξε το γόνατο”…
Στο σκάνδαλο των σεξουαλικών παρενοχλήσεων από Βρετανούς πολιτικούς εμπλέκεται σήμερα το πρωί (1.11.2017) το όνομα του αναπληρωτή πρωθυπουργού Ντέιμιαν Γκριν, έπειτα από άρθρο-καταγγελία σε βάρος του από την ακαδημαϊκό και αρθρογράφο Κέιτ Μόλτμπι.
Γράφοντας στους Times, η 31χρονη Μόλτμπι, η οποία συμμετέχει σε εκστρατείες του Συντηρητικού Κόμματος, αναφέρει ότι ο κατά 30 χρόνια μεγαλύτερός της Ντέιμιαν Γκριν, φίλος των γονιών της, την είχε αγγίξει με τρόπο ανάρμοστο στο γόνατο σε επαγγελματική συνάντησή τους το 2015.
Όπως αναφέρεται στο άρθρο, είχαν συναντηθεί ώστε η ίδια να ζητήσει κάποιες συμβουλές για μια εργασία επί της πολιτικής ζωής που είχε αναλάβει. Ο κ. Γκριν φέρεται να της είπε κάποια στιγμή ότι θα μπορούσε να τη βοηθήσει να ξεκινήσει μία πολιτική σταδιοδρομία, πριν γυρίσει τη συζήτηση στις σεξουαλικές σχέσεις στο Γουέστμινστερ.
Στη συνέχεια της είπε ότι η δική του σύζυγος είχε μεγάλη κατανόηση και μετά έβαλε το χέρι του στο γόνατό της. «Ένιωσα ένα ανεπαίσθητο χέρι στο γόνατο μου – ήταν τόσο σύντομο ώστε μπορούσε σχεδόν να αρνηθεί ότι έγινε», αναφέρει η κα Μόλτμπι.
Όπως γράφει η αρθρογράφος, απέφευγε τον κ. Γκριν ύστερα από εκείνη τη συνάντηση επί ένα χρόνο, όταν κάποια στιγμή έλαβε ένα μήνυμα από εκείνον με το οποίο της έλεγε ότι είχε θαυμάσει μία φωτογραφία της σε εφημερίδα στην οποία φορούσε κορσέ, ζητώντας της παράλληλα να συναντηθούν.
Η κα Μόλτμπι σχολιάζει ότι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης πιθανότατα «δε γνωρίζει πόσο αμήχανη, ντροπιασμένη και επαγγελματικά υπονομευμένη» ένιωσε μετά το καταγγελλόμενο περιστατικό.
Ο κ. Γκριν αντέδρασε με δήλωση που χαρακτηρίζει ως «απολύτως και εντελώς αναληθές» το ότι έκανε κάποια ενέργεια σεξουαλικού περιεχομένου έναντι της Κέιτ Μόλτμπι.
Πρόσθεσε ότι το μήνυμά του είχε σταλεί ως πρόσκληση σε μία φίλη να συναντηθούν για να τα πουν.
«Αυτή η αναληθής κατηγορία έρχεται ως απόλυτο σοκ και προκαλεί βαθιά αναστάτωση, ιδίως από κάποια που θεωρούσα προσωπική φίλη», προσθέτει η δήλωση του αναπληρωτή πρωθυπουργού.
Εκπρόσωπος της Ντάουνινγκ Στριτ είπε ότι η πρωθυπουργός Μέι έχει ζητήσει από τον γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου σερ Τζέρεμι Χέιγουντ να εξακριβώσει τι συνέβη και να προβεί σε αναφορά το συντομότερο δυνατό.
Η καταγγελία κατά του Ντέιμιαν Γκριν έρχεται λίγες ώρες μετά την καταγγελία της 25χρονης ακτιβίστριας των Εργατικών Μπεξ Μπέιλι ότι πριν από έξι χρόνια προϊστάμενός της στο μηχανισμό του κόμματος τη βίασε και ότι άλλο μέλος του κόμματος τής είχε υποδείξει να σιωπήσει.
Ταυτόχρονα, το κανάλι ITV παρουσίασε συνέντευξη με γυναίκα η ταυτότητα της οποίας δεν αποκαλύφθηκε, η οποία κατήγγειλε πως το 2016 ένας βουλευτής την έσπρωξε με τη βία στο κρεβάτι του δωματίου του σε ξενοδοχείο όπου έμεναν κατά τη διάρκεια επαγγελματικού ταξιδιού στο εξωτερικό, επιχειρώντας να τη φιλήσει.
Δικηγόροι του βουλευτή είπαν στο ITV ότι απορρίπτει κατηγορηματικά την κατηγορία.
***
Μεγάλη Βρετανία: Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας “της χάιδεψε το πόδι”…
Την παραίτηση του υπέβαλε ο Μάικλ Φάλον από τη θέση του υπουργού Εθνικής Άμυνας της Μεγάλης Βρετανίας. Όπως μεταδίδουν βρετανικά μέσα (1.11.2017) ο κ. Φάλον τόνισε πως είναι πιθανό η συμπεριφορά του να μην υπήρξε η πρέπουσα κατά το παρελθόν. Η συγκεκριμένη παραίτηση έρχεται σε συνέχεια των πολλών πρόσφατων δημοσιευμάτων που έκαναν λόγο για σκάνδαλο σεξουαλικών παρενοχλήσεων στο Westminster. Πρόσφατα ο Sir Μάικλ Φάλον παραδέχθηκε πως το 2002 είχε χαϊδέψει μία γυναίκα δημοσιογράφο στο πόδι. Η Τζούλια Ζάρτλεϊ Μπουερ, η οποία ήταν το θύμα της συγκεκριμένης υπόθεσης, είχε επιλέξει να μην αναφερθεί προσωπικά στον πρώην πλέον υπουργό Άμυνας.