Μια Ελλάδα στο 1984, μια Ελλάδα στο μεταίχμιο με πρωταγωνίστριες τις γυναίκες στο κέντρο της κοινωνικής ζωής, σε ένα αποκαλυπτικό φωτογραφικό λεύκωμα.
Το Photometria International Photography Festival και η Λέσχη Δημιουργικής Φωτογραφίας “Φωτόραση” παρουσιάζουν τον φωτογράφο Κωνσταντίνο Πίττα και το λεύκωμά του “Αθήνα, η πόλη των γυναικών”.
Η βιβλιοπαρουσίαση θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017 στο χώρο της Λέσχης Δημιουργικής Φωτογραφίας Φωτόραση, στο ισόγειο του ΚΕ.ΠΑ.Β.Ι. έναντι του πωλητηρίου (Αρχιεπισκόπου Μακαρίου 11), στα Ιωάννινα.
Το βιβλίο θα παρουσιάσει ο ίδιος ο φωτογράφος Κωνσταντίνος Πίττας.
Την παρουσίαση προλογίζει ο διευθυντής του Photometria International Photography Festival, Παππάς Παναγιώτης.
“Mπορεί μια φωτογραφία να πει μια ιστορία; Οι φωτογραφίες του Κωνσταντίνου Πίττα αφηγούνται όλες μια ιστορία. Στο προηγούμενο βιβλίο του, “Εικόνες μιας άλλης Ευρώπης”, που έγινε επιτυχία και οδήγησε σε μια μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, αφηγήθηκε ιστορίες Ευρωπαίων, γυναικών και ανδρών, από χώρες του Δυτικού κόσμου αλλά και από χώρες της ανατολικής Ευρώπης λίγο πριν από την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου. Το δεύτερο λεύκωμά του, που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες, με τίτλο “Αθήνα, πόλη των γυναικών”, έχει επίσης φωτογραφίες που τραβήχτηκαν τη δεκαετία του 1980 και έμειναν, για δεκαετίες, κλεισμένες στα κουτιά. Κατά τον φωτογράφο, οι περισσότερες τραβήχτηκαν μέσα σε μερικούς μήνες, από τον Μάρτιο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1984. Είχε, λέει, μόλις ανακαλύψει τον φακό, ήταν νέος, κοινωνικά ευαίσθητος, ορεξάτος και φωτογράφιζε με πάθος.
Οι φωτογραφίες του δεν ήταν φωτογραφίες ρεπορτάζ. Δεν περιείχαν συμβολισμούς. Δεν ήταν αισθητικά “ωραίες”, η αισθητική δεν υποσκέλιζε το περιεχόμενο. Δεν είχαν πολιτικό μήνυμα. Και δεν έκαναν ευτελή, προκάτ κοινωνιολογία – κι ας ήταν τεκμήρια της κοινωνικής ζωής στην Ελλάδα, ενσταντανέ μιας πολύπλοκης, πολυδύναμης καθημερινότητας σε εξέλιξη. Οι αθηναϊκές φωτογραφίες του Κωνσταντίνου Πίττα αφηγούνται τις ιστορίες των αγνώστων που συναντούσε στον δρόμο, οι εικόνες του είναι μικρά διηγήματα για μικρές ζωές, των Αθηναίων της εποχής, με τις χαρές και τις τραγωδίες τους. Η “εσωτερική” διάσταση των ανθρώπων είναι το χαρακτηριστικό αυτής της δουλειάς. Ο Πίττας καταδύεται στα σκοτάδια που έχει ο καθένας μέσα του. Όπως και στην άλλη του δουλειά, έτσι και δω με την Αθήνα πέτυχε μια στιγμή-μεταιχμιο, τη στιγμή που άλλαζε οριστικά η Ελλάδα προς αυτό που είναι σήμερα(…)”
Ηλίας Κανέλλης, Ελευθερία του Τύπου, 16/4/17
”Ο Κωνσταντίνος Πίττας προκάλεσε την προσοχή με τους “Ευρωπαίους” (της δεκαετίας του ’80) που παρουσίασε στο Μουσείο Μπενάκη. Τώρα απομονώνει την Αθήνα και παρουσιάζει εκείνο το βλέμμα από το 1984 σε ένα νέο βιβλίο με τίτλο “Αθήνα, πόλη των γυναικών”. Από τις φωτογραφίες αυτές, οι 27 εκτέθηκαν στο Γαλλικό Ινστιτούτο και επτά στο Μπενάκη, μαζί με τις ευρωπαϊκές. Οι υπόλοιπες 60 παρουσιάζονται για πρώτη φορά (…)”
Νίκος Βατόπουλος, Η Καθημερινή, 22/4/17
Εκείνη τη χρονιά φωτογράφιζα μετά μανίας τους Αθηναίους, στον δρόμο, στο κέντρο και στις γειτονιές, στον Ηλεκτρικό, παντού. Περπατούσα από το πρωί μέχρι το βράδυ, διέσχιζα με τα πόδια όλο το Λεκανοπέδιο απ’ άκρη σ’ άκρη παρατηρώντας τους ανθρώπους. Βλέπω τώρα, με την απόσταση του χρόνου, πόσες πολλές φωτογραφίες είχα τραβήξει όπου στο ίδιο καρέ συνυπάρχουν τρεις γενιές γυναικών, της ίδιας πάντα οικογένειας, όπως σε αυτήν εδώ στην Πλάκα. Κόρη, μητέρα και γιαγιά εκείνη την εποχή έβγαιναν μαζί βόλτα το απόγευμα, συχνά πιασμένες χέρι χέρι, και στο Περιστέρι και στο Παγκράτι και στην Ερμού. Τα σώματα και τα βλέμματα ήσαν πιο κοντά το ένα στο άλλο όσο απομακρυνόσουν από το κέντρο προς τις λαϊκές συνοικίες. Η ομοιότητα των προσώπων πολλές φορές ήταν τέτοια, που νόμιζες ότι έβλεπες το ίδιο άτομο σε τρεις διαφορετικές περιόδους της ζωής του. Τις έβλεπα να περπατούν και αισθανόμουν ότι σκηνοθετούσαν υποσυνείδητα εκεί μπροστά μου τη ζωή τους, που ήταν αυτό ακριβώς, η οικογένεια, και μου πρόσφεραν γενναιόδωρα την εικόνα τους, με το να βρίσκονται εκεί, εκείνη τη στιγμή, και εγώ δεν είχα παρά να τη δω και να πατήσω το κουμπί της μηχανής, δεν έκανα καμιά βαριά δουλειά… Θυμάμαι που εμφάνιζα τις φωτογραφίες τις νύκτες και το πρώτο πράγμα που έβλεπα καθώς η εικόνα πρόβαλλε σιγά σιγά μέσ’ από τα χημικά, ήταν η ομοιότητα των προσώπων, οι δεσμοί αίματος που είχαν μεταξύ τους, τα δεσμά της αγάπης. Κι αν για μένα η οικογένεια ήταν αποπνικτική υπόθεση τότε, για τις περισσότερες από αυτές τις γυναίκες ήταν όλη τους η ζωή, το κουκούλι που τις προστάτευε από τον έξω κόσμο, σε μια μικρή, βαθιά συντηρητική, περίκλειστη κοινωνία. Εκατομμύρια τέτοια κουκούλια, το ένα δίπλα στ’ άλλο, και απ’ έξω τείχη ψηλά. Από τότε ως σήμερα, τα κουκούλια ξέφτισαν λιγάκι…