Επιμέλεια: Παναγιώτης Μήλας
Στις 25 Απριλίου 1919 στη γερμανική πόλη της Βαϊμάρης, ιδρύθηκε η Ανώτατη Σχολή Κατασκευών και Σχεδιασμού – Bauhaus.
Κυριολεκτικά, αυτή η λέξη μεταφράζεται από τα γερμανικά ως “οικοδόμηση”. Ο πρώτος διευθυντής και εμπνευστής του σχολείου ήταν ο Γερμανός αρχιτέκτονας Walter Gropius, ο οποίος διατύπωσε την κύρια αρχή του ως εξής:
«Θέλουμε να εφεύρουμε και να δημιουργήσουμε ένα νέο κτίριο του μέλλοντος μαζί, όπου όλα θα συγχωνεύονται σε μια ενιαία εικόνα: αρχιτεκτονική, γλυπτική. , ζωγραφική, ένα κτίριο που, σαν ναοί, που ανέβηκαν στον ουρανό από τα χέρια των τεχνιτών, θα γίνει ένα κρυστάλλινο σύμβολο μιας νέας, επερχόμενης πίστης»
***
Ο Βάλτερ Γκρόπιους (Walter Gropius) γεννήθηκε στο Βερολίνο στις 18 Μαΐου 1883 και έφυγε από τη ζωή την 5η Ιουλίου 1969 στη Βοστόνη, σε ηλικία 86 ετών, γνωρίζοντας μία μοναδική αναγνώριση: Το Bauhaus και το όραμά του, θα επηρεάζουν για χρόνια την αρχιτεκτονική.
Ο Γκρόπιους πίστευε πως οι καλλιτέχνες και οι τεχνίτες πρέπει να έχουν την ίδια, θεμελιακή, αισθητική μόρφωση και ανάπτυξη. Στο μανιφέστο του αναφέρει: «Δεν υπάρχει διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις εφαρμοσμένες τέχνες, τη γλυπτική και τη ζωγραφική, είναι όλα τμήματα του οικοδομείν».
Οι κάτοικοι της Αθήνας από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 γνώρισαν το έργο και τη φιλοσοφία του Γερμανού αρχιτέκτονα βλέποντας να χτίζεται το εμβληματικό κτήριο της πρεσβείας των ΗΠΑ.
Τα έργα άρχισαν το 1959 και ολοκληρώθηκαν το 1961, με συνολικό κόστος 1,5 εκατομμύριο δολάρια.
Ο αρχιτέκτονας Περικλής Σακελλάριος ήταν ο άνθρωπος που είχε αναλάβει την επίβλεψη του έργου, συντονίζοντας τους περίπου 350 μηχανικούς και εργάτες που έφεραν εις πέρας τις εργασίες.
Η πρεσβεία των ΗΠΑ εγκαινιάστηκε με μία λαμπρή τελετή στις 6 Σεπτεμβρίου του 1961.
Ύστερα από 56 χρόνια και συγκεκριμένα από τον Σεπτέμβριο του 2018 στο εσωτερικό της άρχισαν εργασίες ανακαίνισης του κτηρίου. Το κόστος τους θα αγγίξει τα 345 εκατομμύρια δολάρια. Θα ολοκληρωθούν το 2022.
Την αρχιτεκτονική επίβλεψη του έργου, έχει η εταιρεία Ann Beha Architects, με έδρα τη Βοστόνη. Το κατασκευαστικό κομμάτι θα φέρει εις πέρας η εταιρεία Caddell Construction Company.
Το έργο προβλέπει την κατασκευή νέων χώρων γραφείων, αναβάθμιση της δομής του αρχικού κτηρίου της πρεσβείας και του παρακείμενου παραρτήματος, αλλά και την εγκατάσταση ηλεκτρονικών και μηχανολογικών συστημάτων τα οποία θα ανταποκρίνονται στα σύγχρονα κατασκευαστικά κριτήρια.
Στόχος των εργολάβων είναι να διατηρήσουν πολλά από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του κτηρίου, όπως το κύριο λόμπι, τη μαρμάρινη πρόσοψη και τις μοναδικές σκάλες.
Επίσης, πρόκειται να κατασκευαστεί ένας νέος, αντιπροσωπευτικός χώρος για την πρεσβεία, ο οποίος θα συνδέει το αρχικό κτήριο με το μεταγενέστερο παράρτημα.
Περισσότεροι από 620 άνθρωποι θα απασχοληθούν στο έργο, εκ των οποίων οι 500 θα είναι εργαζόμενοι στην ελληνική αγορά, ενώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η συνεισφορά στην τοπική οικονομία θα είναι της τάξεως του 1,2 εκατομμυρίου ευρώ το μήνα.
Ο σχεδιασμός του έργου θα είναι φιλικός προς το περιβάλλον, με βασικό στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας. Για το σκοπό αυτό, το νερό της βροχής θα χρησιμοποιείται ξανά για να καλύπτονται οι ανάγκες ποτίσματος, μειώνοντας το κόστος ύδρευσης.
***
Οι Έλληνες αρχιτέκτονες Άρης Κωνσταντινίδης και Ιωάννης Δεσποτόπουλος ακολούθησαν τη γραμμή Μπάουχαους. Χαρακτηριστικά τους έργα είναι το Νοσοκομείο “Σωτηρία” [Ι. Δεσποτόπουλος, αναμόρφωση το 1950] και Ωδείο Αθηνών [1969] και το Συγκρότημα Εργατικών Κατοικιών στη Νέα Φιλαδέλφεια [Άρης Κωνσταντινίδης, 1955-1957].
***
Ο Βάλτερ Γκρόπιους (Walter Gropius) γεννήθηκε στο Βερολίνο στις 18 Μαΐου 1883. Ήταν το τρίτο παιδί του Βάλτερ Άντολφ Γκρόπιους και της Manon Auguste Pauline Scharnweber. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Μόναχο και στο Πολυτεχνείο στο Σαρλόττενμπουργκ του Βερολίνου.
Το 1911, παντρεύτηκε τη χήρα του διάσημου συνθέτη Γκούσταβ Μάλερ, Άλμα Μάλερ, με την οποία απέκτησε μία κόρη, τη Μανόν. Η Μανόν πέθανε το 1935 από πολιομυελίτιδα. Ο Βάλτερ Γκρόπιους και η Άλμα χώρισαν το 1920. Το 1923, παντρεύτηκε την Ise Frank. Μαζί ζήσανε μέχρι τον θάνατό του. Το ζευγάρι, υιοθέτησε μία κόρη, την Beate Gropius, γνωστή ως Ati.
Το 1908 o Γκρόπιους βρήκε απασχόληση στην εταιρεία του Πέτερ Μπέρενς (Peter Behrens), ενός από τους πρώτους βιομηχανικούς σχεδιαστές. Ανάμεσα στους συναδέλφους του συγκαταλέγονταν οι Μις φαν ντερ Ρόε (Mies van der Rohe) και Ντίτριχ Μαρκς.
Το 1910 o Γκρόπιους άφησε την εταιρεία Μπέρενς και μαζί με το συνάδελφό του Άντολφ Μέγερ άνοιξε ένα γραφείο στο Βερολίνο.
Μαζί μοιράστηκαν τις ιδέες για ένα από τα δημιουργικά νεωτεριστικά κτήρια που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το εργοστάσιο παπουτσιών Φάγκους στο Άνφελντ της Γερμανίας, χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά στοιχεία άγνωστα και πρωτοποριακά για την αρχιτεκτονική της εποχής, όπως το γυαλί. Τα αρμόδια μέλη της UNESCO αποφάσισαν να αποδώσουν σε αυτό το κτήριο, τον τίτλο του Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Οι γυάλινοι τοίχοι-κουρτίνες αυτού του κτηρίου κατέδειξαν και τη νεωτεριστική ανησυχία ότι η μορφή απεικονίζει τη λειτουργία και την υποστήριξή του για την εργατική τάξη. Άλλες εργασίες αυτής της πρόωρης περιόδου περιλαμβάνουν το κτήριο για την έκθεση Werkbund στην Κολωνία, το 1914.
***
Στόχος του ήταν «να κτίσει το μέλλον» και σε όλη τη του ζωή εργάστηκε προς αυτή την κατεύθυνση.
Με την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο ιδρυτής και διευθυντής της σχολής Εφαρμοσμένων Τεχνών, Bέλγος ζωγράφος – αρχιτέκτονας Ανρί βαν ντε Βέλντε που δέσποζε στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης, διόρισε διάδοχό του τον Βάλτερ Γκρόπιους στη θέση του διευθυντή της σχολής όταν θα επαναλειτουργούσε.
Το 1919 η σοσιαλιστική συμμαχία της Θουριγκίας με πρωτεύουσα τη Βαϊμάρη, έδωσε άδεια στον Γκρόπιους να συγχωνεύσει τη Σχολή των Εφαρμοσμένων Τεχνών και την Ακαδημία Καλών Τεχνών, δημιουργώντας έτσι το Μπαουχάουζ (Bauhaus), όπου όλες οι τέχνες συνέκλιναν με την αρχιτεκτονική.
Η Σχολή Μπαουχάους σε φάση απογείωσης
Από το 1923, αρχίζει η κοινή πορεία του Γκρόπιους και του Μις βαν ντερ Ρόε, στο Bauhaus.
Μάλιστα στις 15 Αυγούστου 1923 μετά από επιθυμία της κυβέρνησης της Θουριγγίας, η Σχολή Μπαουχάους πραγματοποιεί έκθεση με έργα των τεσσάρων ετών της ύπαρξής της. Μεταξύ των δασκάλων της σχολής που συμμετέχουν στην έκθεση είναι οι Παουλ Κλέε και Βασίλι Καντίνσκι.
Ήδη, από τα τέλη του 1919, οι αρχές της Βαϊμάρης κατηγόρησαν το Μπαουχάουζ ότι είχε αριστερίζουσες πολιτικές κατευθύνσεις, και είχαν εν μέρει δίκιο, αν και ο Γρόπιους προσπαθούσε να αποφεύγει κάθε πολιτική σχέση με τα κόμματα, καθώς πίστευε ότι με αυτόν τον τρόπο προστάτευε τη σχολή.
Οι αρχές από την πλευρά τους κατέκριναν τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα του Μπαουχάουζ, λέγοντας ότι προτιμούσε τους Eβραίους και τους «ξένους» από τους Γερμανούς.
Από τους πρώτους «ξένους» δασκάλους που διάλεξε ο Γκρόπιους ήταν ο γερμανο-αμερικανικής καταγωγής ζωγράφος Λάιονελ Φάινινγκερ και ο αυστριακός ζωγράφος Γιοχάνες Iτεν, ενώ λίγο αργότερα εντάχθηκαν στα εργαστήρια ο Pώσος Βασίλι Καντίνσκυ, ο Eλβετός Πάουλ Κλέε και ο Oύγγρος Λάζλο Μοχόλυ-Νάγκυ.
Το 1925, η σχολή Bauhaus, επαναλειτουργεί στη πόλη Ντεσσάου. Ο δήμαρχος της πόλης Φριτς Xέσσε, προσδοκώντας ότι η πόλη του θα αποκτήσει αίγλη, χρηματοδότησε και την κατασκευή των νέων κτιρίων όπου θα στεγαζόταν η σχολή.
Οι νέοι χώροι σχεδιάστηκαν από τον Γκρόπιους και ολοκληρώθηκαν το 1926. Το αρχιτεκτονικό αυτό σύμπλεγμα με τη ρευστότητα, τη διαφάνεια και την ασυμμετρία του, αποτέλεσε το πραγματικό μανιφέστο της μοντέρνας αρχιτεκτονικής.
Ο Γκρόπιους αρνήθηκε την αμοιβή του για να κατασκευαστεί το αρχιτεκτονικό ατελιέ που δεν υπήρχε μέχρι τότε, το οποίο ανέλαβε το 1927 να σχεδιάσει ο Χανς Μάιερ.
Το 1928 αποχωρεί ο Γκρόπιους από το Bauhaus και εγκαθίσταται ως ελεύθερος αρχιτέκτων στο Βερολίνο.
Το 1934 αρχίζει προπαγάνδα των ναζί ενάντια στον κύκλο των αρχιτεκτόνων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται «εβραιο-μπολσεβίκοι» και το Bauhaus περιγράφεται ως «εκκλησία του μαρξισμού».
Η παραγωγικότερη και σημαντικότερη αρχιτεκτονικά περίοδος της ζωής του ήταν η δεκαετία 1923-1934.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 κατάφερε να αποδράσει από το ναζιστικό καθεστώς. Πήγε πρώτα στην Αγγλία και λίγα χρόνια αργότερα, το 1937, εγκαταστάθηκε στην Αμερική. Εκεί γίνεται καθηγητής Αρχιτεκτονικής στο Χάρβαρντ ενώ παράλληλα εργάζεται ως ελεύθερος αρχιτέκτων.
Το 1945 ίδρυσε το γραφείο The Architects Collaborative (TAC) στο Κέιμπριτζ.
Από το 1950 επανέρχεται επαγγελματικά στη Γερμανία και αναλαμβάνει τη σχεδίαση κτιριακών συγκροτημάτων στο Βερολίνο. Το 1960 κατασκευάζει στο Βερολίνο την «πόλη του Γκρόπιους» (Gropiusstadt).
Τα έργα του δρομολόγησαν αλλαγές στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Ο δημιουργός του Bauhaus, σχεδίασε προϊόντα, σπίτια, εργοστάσια, νοσοκομεία, παιδικούς σταθμούς, πανεπιστήμια, ουρανοξύστες και μια ολόκληρη πόλη στη Γερμανία. Όλα στη σχεδιαστική φιλοσοφία που ο ίδιος οραματίστηκε.
***
Η παραπάνω ανάρτηση στο Catisart έγινε στις 5 Ιουλίου του 2019.