22.1 C
Athens
Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

Βάνα Πεφάνη: Το θέατρο δίνει αφορμές για σκέψη, για συζήτηση, για όνειρα και σχέδια…

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

Το όνομά της αποπνέει άρωμα ποιότητας και μνήμες Θεάτρου Τέχνης. Τις ερμηνείες της σε τόνους και ρυθμούς τις αισθάνομαι φυλαγμένες κάπου στις θεατρικές μου μνήμες και μάλιστα στις πιο μαγικές από αυτές. Ερμηνείες που αφυπνίζουν, ερμηνείες μιας τολμηρής μαεστρίας, καίριες, πολυεπίπεδες και θαυμαστά απέριττες.

Δάσκαλοί της στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, μεταξύ άλλων, οι μυθικοί Ρένη Πιττακή και Μίμης Κουγιουμτζής, θεατρικές συνεργασίες -όπως με την Τζένη Καρέζη και τη Ζωή Λάσκαρη- αξιοζήλευτες.

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, συγγραφέας και καθηγήτρια υποκριτικής η Βάνα Πεφάνη έχει προσφέρει πολλά στο ελληνικό θέατρο και συνεχίζει…

Φέτος πρωταγωνιστεί για άλλη μια χρονιά στην «Πόλη» της Λούλας Αναγνωστάκη, μονόπρακτο από την ομώνυμη τριλογία (Η διανυκτέρευση, Η πόλη, Η παρέλαση) που πρωτοανέβηκε στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν το 1965.

Η παράσταση παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.

Η Βάνα Πεφάνη υποδύεται συνταρακτικά την Ελισάβετ, το πρόσωπο μιας προδομένης γενιάς, που δεν κατόρθωσε να αρθρώσει ακέραιο το λόγο της, αφού δεν είχε τελειώσει την ιστορία της. Ήταν οι μέρες της φυγής, της αναζήτησης και του φόβου· οι μέρες που χάραζαν όλο και βαθύτερα τα όρια ανάμεσα σ’ εκείνους που είχαν πολεμήσει και ηττηθεί και σ’ εκείνους που είχαν ξεφύγει ή δεν είχαν προλάβει τη μάχη. Ήταν τότε που η επαφή, η οποιαδήποτε επαφή, δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί παρά τη στιγμή του ύστατου τρόμου.

Στην «Πόλη», ένα ζευγάρι λειτουργεί και αυτοσκηνοθετείται σε σκηνικό αστικού εγκλεισμού, καθώς διανυκτερεύει σε μια πόλη χωρίς ονομασία και αντλεί ζωή από τις ζωές των κατοίκων της. Αλληλοαναιρούμενοι, αλληλοϋποσκάπτοντας ο ένας τον άλλον, ο άντρας και η γυναίκα εκφωνούν δύο παράλληλους μονολόγους, ενώ διοργανώνουν από κοινού δείπνο προς τιμήν κάθε φορά ενός ανθρώπου που μόλις γνώρισαν. Με την εμφάνιση του προσκεκλημένου αυτής της βραδιάς, αρχίζουν οι εκμυστηρεύσεις.

Με τις προδιαγραφές και την καλλιέργεια για να φιλοτεχνήσει θεατρικά μια πειστική Ελισάβετ, η Βάνα Πεφάνη στήνει το προσωπείο της θελκτικής, ματαιωμένης συζύγου, αναδεικνύοντας το αμοραλιστικό πρόσωπο της συνεργού σε ένα αναίτιο έγκλημα και φωτίζοντας τη βιαιότητα που κρύβεται στα πρόσωπα της Αναγνωστάκη, αλλά και μέσα σε όλους μας.

Στη συνέντευξη που δίνει στο catisart.gr μάς μιλά για τις ρίζες της και τις καταβολές της, για τις αναμνήσεις από την Πολίτισσα γιαγιά της και τα κυριακάτικα τραπέζια της, τις  διακοπές της μικρή στην Αίγινα και τα μονίμως χτυπημένα παιδικά της γόνατα, για τους δασκάλους της στη Σχολή που συνέβαλαν σ’ αυτό που είναι σήμερα και όλοι θαυμάζουμε.

Αναφέρεται στα κοινά σημεία που μπορεί να έχει ο Έλληνας του σήμερα με τον Έλληνα του 1965, τότε που πρωτοανέβηκε το έργο στην Αθήνα.

«Ο Έλληνας στο 2022 βιώνει τα αποτελέσματα μιας πανδημίας, ενός κοντινού πολέμου, τη δυσβάστακτη οικονομική κρίση και τον φόβο του μέλλοντος. Κατακερματισμένοι άνθρωποι με ευαίσθητες ψυχικές ισορροπίες και στις δύο χρονικές στιγμές», τονίζει και επισημαίνει: «Ναι δυστυχώς, σ’ αυτά τα 57 χρόνια απόστασης κάποιες φορές είναι σαν να μην άλλαξε τίποτα κι όμως, ταυτόχρονα, όλα έχουν αλλάξει».

Όσο για το θέατρο; «Το θέατρο γενικότερα δεν δίνει λύσεις», λέει. «Παρέχει αφορμές. Αφορμές για σκέψη, για συζήτηση, για όνειρα και σχέδια, για επικοινωνία. Το θέατρο ψυχαγωγεί. Φοβόμαστε να το πούμε έτσι, γιατί μπερδεύουμε τη λέξη ψυχαγωγία με τη λέξη διασκέδαση».

Ελπίζει, λοιπόν, ότι ο κόσμος που θα παρακολουθήσει την «Πόλη» θα ψυχαγωγηθεί, «θα νιώσει τη χαρά της ταύτισης και του συναισθήματος που προσφέρει μια θεατρική παράσταση».

Κυρία Πεφάνη, πού γεννηθήκατε και ποια είναι η καταγωγή σας;

*Γεννήθηκα στην Αθήνα και τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου κατοικώ στο κέντρο. Η καταγωγή μου από τον πατέρα μου είναι η Κεφαλονιά και από τη μητέρα μου η Κωνσταντινούπολη. Νομίζω όμως ότι είμαι και νιώθω περισσότερο Μικρασιάτισσα.

Τι δεν ξεχνάτε από τα παιδικά σας χρόνια;

*Τα κυριακάτικα τραπέζια της Πολίτισσας γιαγιάς με τα υπέροχα φαγητά και τα παιχνίδια στον κήπο, το εξοχικό στην Αγία Μαρίνα της Αίγινας, τα μονίμως χτυπημένα γόνατα απ’ το παιχνίδι με τα αγόρια και την εμμονή μου με τα επιτραπέζια.

Ποιοι από τους καθηγητές σας άφησαν τη σφραγίδα της διδασκαλίας τους στη θεατρική σας πορεία;

*Η σχολή του Θεάτρου Τέχνης στο σύνολό της. Αν θα έπρεπε να ξεχωρίσω θα έλεγα τον Γιάννη Ρήγα για τις τεχνικές μεθόδους και τη διαχείριση του Λόγου, τη Ρένη Πιττακή για τη φαντασία και τον Μίμη Κουγιουμτζή για τον αυτοσχεδιασμό. Όλοι όμως οι καθηγητές μου συνέβαλαν με τον τρόπο τους σ’ αυτό που είμαι σήμερα.

Πρωταγωνιστείτε στην «Πόλη» της Λούλας Αναγνωστάκη, σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι. Γράφτηκε, στην πρώτη παρουσίαση του έργου, ότι «Η Πόλη» αποτυπώνει τον σύγχρονο Έλληνα του 1965. Ο Έλληνας του 2022 έχει κάποια σχέση με εκείνον του 1965;

*Ο Έλληνας του ‘65 ζούσε τη μετεμφυλιακή περίοδο της χώρας. Τις μέρες που τα όρια, ανάμεσα σ’ εκείνους που είχαν πολεμήσει και ηττηθεί και σ’ εκείνους που είχαν ξεφύγει ή δεν είχαν προλάβει τη μάχη, ήταν τεράστια. Ο Έλληνας στο 2022 βιώνει τα αποτελέσματα μιας πανδημίας, ενός κοντινού πολέμου, τη δυσβάστακτη οικονομική κρίση και τον φόβο του μέλλοντος. Κατακερματισμένοι άνθρωποι με ευαίσθητες ψυχικές ισορροπίες και στις δύο χρονικές στιγμές. Ναι δυστυχώς, σ’ αυτά τα 57 χρόνια απόστασης κάποιες φορές είναι σαν να μην άλλαξε τίποτα κι όμως, ταυτόχρονα, όλα έχουν αλλάξει.

Η Βάνα Πεφάνη με τον Βασίλη Αφεντούλη.

Η μοναξιά και η έλλειψη επικοινωνίας τι ρόλο παίζουν στο ανέβασμα του έργου;

*Στην «Πόλη» οι ήρωες παρότι ζευγάρι λειτουργούν και κινούνται αυτόνομα, εξωτερικά και εσωτερικά. Η μοναξιά τους είναι αφόρητη και ο μοναδικός τρόπος να συνδεθούν τελικά είναι η ύπαρξη του τρίτου, του ξένου. Μόνο απέναντι στην απειλή γίνονται ένα. Μοναχικοί, παλεύουν μέσα από θραύσματα μνήμης ν’ ανακαλύψουν στιγμές αλήθειας, που θα τους κάνουν να επικοινωνήσουν και να αισθανθούν πως ανήκουν κάπου.

Ο κόσμος με τα σημερινά του προβλήματα υπάρχει περίπτωση να βρει λύσεις στην «Πόλη»;

*Το θέατρο γενικότερα δεν δίνει λύσεις. Παρέχει αφορμές. Αφορμές για σκέψη, για συζήτηση, για όνειρα και σχέδια, για επικοινωνία. Το θέατρο ψυχαγωγεί. Φοβόμαστε να το πούμε έτσι, γιατί μπερδεύουμε τη λέξη ψυχαγωγία με τη λέξη διασκέδαση. Ελπίζω λοιπόν, ότι ο κόσμος που θα έρθει στην «Πόλη» θα ψυχαγωγηθεί, θα νιώσει τη χαρά της ταύτισης και του συναισθήματος που προσφέρει μια θεατρική παράσταση.

Η κατεστραμμένη χώρα – το σκηνικό περιβάλλον της «Πόλης» – μπορεί να αποκτήσει χαρούμενα χρώματα;

*«…Υπάρχουν χρωματιστά κτήρια και κίτρινα και γαλάζια και άσπρα και ροζ…», λέει η Ελισάβετ στην «Πόλη». Η ίδια η Αναγνωστάκη φέρνει το χρώμα στην καταστροφή. Βάφουμε τη μνήμη ασπρόμαυρη ή σέπια και ξεχνάμε πως στις περιγραφές μας, ένα από τα πιο ισχυρά στοιχεία είναι το χρώμα που αποτυπώνεται και ενεργοποιεί αυτόματα το συναίσθημα. Η Ελισάβετ αποζητά την πολύχρωμη «Πόλη» της, τους ανθρώπους της, αποζητά την ελπίδα και τη χαρά. Την έχει ανάγκη. Όπως όλοι μας.

Φωτογραφίζει το σήμερα της χώρας το κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη;

*Το έργο της Αναγνωστάκη υπερβαίνει το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο, το συγκεκριμένο και το αντικειμενικό, και αποκτά μέγεθος καθολικό. Αποτυπώνει το σήμερα, το χθες και το αύριο της χώρας.

Φωτογραφίζει την αγωνία, το φόβο, το ανοίκειο, την ανάγκη επαφής και επικοινωνίας, την έλλειψη χαμόγελου. Φωτογραφίζει, σε μικρογραφία, το παιχνίδι. Αυτό που στήνεται σε βάρος του άλλου, αυτό που καταρρακώνει και εξευτελίζει προσφέροντας ένα λεπτό σπουδαιότητας και μεγαλοσύνης σ’ αυτόν που το στήνει.

Και τελικά καταστρέφει όσους συμμετέχουν, εμποδίζοντας να φύγει κάποιος αλώβητος.

Εκτός από τις μνήμες του οδυνηρού παρελθόντος. η «Πόλη» ρίχνει φως και στο μέλλον;

*Ο Φωτογράφος στην «Πόλη» αποτυπώνει το τέλος. Η «Πόλη» όμως νομίζω γράφτηκε για να φωτίσει μια καινούργια αρχή. Όταν όλα έχουν τελειώσει, όταν δεν μπορείς να αγκιστρωθείς πουθενά, όταν αυτό που είχες χάθηκε ανεπιστρεπτί, τότε σίγουρα θα ξεκινήσει κάτι καινούργιο. Επαναλαμβάνω, το κείμενο της Αναγνωστάκη είναι σπουδαίο γιατί είναι διαχρονικό και όχι επίκαιρο.

Όσοι θα παρακολουθήσουν για πρώτη φορά την «Πόλη» σε ποια χαρακτηριστικά της Ελισάβετ, του Κίμωνα και του Φωτογράφου πρέπει να εστιάσουν;

*Στην Ελισάβετ θα επιθυμούσα να εστιάσουν στην ανάγκη της να υπάρξει, να θυμηθεί και να νιώσει ότι ανήκει κάπου. Στον Κίμωνα στην απόλυτη άρνηση της μνήμης. Στον Φωτογράφο στην ανάγκη της αποδοχής και της επιβεβαίωσης καταρχήν από την οικογένειά του.

Σε μάς που σας ακούμε …τι έχετε να πείτε για τα χρόνια που έρχονται; Τι έχετε να ευχηθείτε;

*Να κάνουμε στη ζωή μας αυτά που ονειρευόμαστε και να παλεύουμε γι’ αυτά. Να αντιληφθούμε επιτέλους τη δύναμη του μαζί. Να μας τύχει το σπουδαίο που θα μας ξεκολλήσει απ’ τη μετριότητα. Να παίρνουμε θέση και ν’ αγωνιζόμαστε στον αγώνα του άλλου. Να πάψουμε να φοβόμαστε.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;

*Τον Νοέμβριο στη Θεσσαλονίκη με τη σκηνοθεσία μου στο έργο του Μηνά Βιντιάδη «Στου Μποχώρη» και σκηνοθεσία μιας παράστασης επιχορηγούμενης απ’ το Υπουργείο Πολιτισμού για τη Βιβλιοθήκη του Μεγάρου Μουσικής. Περισσότερα στοιχεία γι’ αυτήν στο μέλλον.

Αν βρισκόσαστε τώρα μπροστά σε ένα ανοιχτό παράθυρο, τι περιβάλλον θα θέλατε να αντικρίσετε;

*Καθαρούς δρόμους, ελεύθερα πεζοδρόμια από οχήματα, περισσότερο πράσινο, χαμογελαστά πρόσωπα. Ν’ ακούσω ένα δυνατό πηγαίο γέλιο.

Ποιο βιβλίο διαβάζετε αυτό τον καιρό;

*Μόλις τελείωσα το βιβλίο του Μαξ Πόρτερ «Η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά». Το συστήνω ανεπιφύλακτα. Διαπραγματεύεται μ’ έναν ευφάνταστο τρόπο την απώλεια.

Ποια είναι η σχέση σας με τα ζώα; Συμβιώνετε με κάποιο κατοικίδιο;

*Ο Μέλβιλ μου κάνει τη τιμή να συμβιώνει μαζί μου και να αντέχει το δύσκολο ωράριό μου. Ένας υπέροχος σκύλος 35 κιλών και 12μισι χρονών. Το πιο όμορφο, έξυπνο και τρυφερό μουσούδι του κόσμου. Λατρεία μεγάλη. Από μικρή έχω μάθει να συμβιώνω με σκύλους και γάτες. Ευτυχώς οι γονείς μου μας το έμαθαν αυτό.

Σας ευχαριστώ πολύ, κυρία Πεφάνη, γι’ αυτή τη συνομιλία.

*Κι εγώ ευχαριστώ.

***

Η Βάνα Πεφάνη γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι αριστούχος απόφοιτος της σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Ηθοποιός, σκηνοθέτιδα και καθηγήτρια υποκριτικής.

Υπήρξε καθηγήτρια υποκριτικής στη Δραματική Σχολή της Πετρούπολης από το 2013 έως το 2017. Έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο Παραστατικών Τεχνών του Πλύμουθ σεμινάριο υποκριτικής βασισμένο στα έργα του Ζαν Ζενέ. Επίσης, έχει διδάξει μονολόγους βασισμένους στο έργο «1900» του Αλεσσάντρο Μπαρρίκο.

Έχει γράψει τα θεατρικά έργα: «Ο δικός μας ελέφαντας», «Ένας κάποιος παράδεισος», «Heaven on Earth?», «Μεταξωτές γυναίκες» και το μονόπρακτο «Σοβαρό ατύχημα επιβάτη», που βραβεύτηκε το 2015 στο Α’ εργαστήρι θεατρικής γραφής του Εθνικού θεάτρου.

Στο θέατρο έχει συνεργαστεί με τον Βασίλη Παπαβασιλείου, τον Γιάννη Κακλέα, τον Κοραή Δαμάτη, την Αθανασία Καραγιαννοπούλου, τον Ν. Καραγέωργο, τον Γιάννη Ρήγα, τον Βασίλη Μυριανθόπουλο, την Πέμη Ζούνη, τον Άγγελο Αντωνόπουλο κ.α.

Έχει σκηνοθετήσει αρκετές παραστάσεις, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, στο Θέατρο Πέτρας, στο θέατρο 104, στο θέατρο Underground, στο θέατρο Άλμα και στο εξωτερικό σε Αγγλία, Τουρκία και Ισπανία.

Σκηνοθεσίες: O «Κάτω Παρθενώνας» του Μηνά Βιντιάδη, «Στου Μποχώρη», «Μεταξωτές Γυναίκες», έρευνα και καταγραφή του trafficking, Οι «Ατρείδες …εν συντομία», UNDERGROUND του Ιάκωβου Καμπανέλη Αυτός και το παντελόνι του.

Στην τηλεόραση έχει παίξει στα σίριαλ: Κόκκινος κύκλος, Μη μαδάς τη Μαργαρίτα, Υιός του πατέρα, Χρηματιστές, Ασημένιο Δηνάριο, Τα μυστικά της Εδέμ κ. α.

Από το 2012 είναι ιδρυτικό μέλος του Σωματείου ΠΕΤΡΑ και υπήρξε υπεύθυνη προγραμματισμού του πολυχώρου UNDERGROUND – KORAI 4 μέχρι το 2017.

Από το 2020 διδάσκει υποκριτική στο εργαστήρι δημιουργικής γραφής Tabula Rasa.

∗∗∗

 

«Η Πόλη» της Λούλας Αναγνωστάκη για δεύτερη χρονιά στο «Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης»

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -