Toυ Παναγιώτη Μήλα
Στη δεκαετία του ’50 το πιο προσιτό παιχνίδι ήταν οι βώλοι. Ώρες ολόκληρες παίζαμε στους χωμάτινους δρόμους της γειτονιάς. Οι βώλοι ήταν φτιαγμένοι από πηλό. Είχαν το φυσικό χρώμα του πηλού, το κεραμιδί. Αργότερα άρχισαν να βάζουν χρώμα στους βώλους.
Όμως στις καλές γειτονιές είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν από το τέλος της δεκαετίας του ‘40 οι πρώτοι «γυάλινοι βώλοι». Για να τους ξεχωρίζουμε στις συζητήσεις μας από τους πήλινους τους αποκαλούσαμε «γυαλένιους».
Στις …καλές γειτονιές τα «γυαλένια» δεν πολυκυκλοφορούσαν στα παιδικά χέρια. Γι’ αυτό άρχισαν να τους πωλούν και στις λαϊκές γειτονιές, στα ψιλικατζίδικα.
Τότε τα «γυαλένια» απέκτησαν άλλο όνομα. Τα λέγαμε «γκαζές» ή «γκαζάκια». Η ζωή μας είχε αρχίσει να παίρνει χρώμα. Τα «γκαζάκια» τότε ήταν χύμα. Τα πωλούσαν σε τιμή ανάλογή με το μέγεθός τους. Αργότερα τις βρίσκαμε σε διαφανή βάζα και στα περίπτερα.
Φυσικά οι «γκαζές» είχαν και συναλλακτική αξία αφού μπορούσαμε δίνοντας σε κάποιο συμμαθητή ή γείτονα 3-4 «γκαζάκια» να πάρουμε ένα ή δύο περιοδικά «Μίκυ Μάους» ή «κλασσικά εικονογραφημένα».
Αν το περιοδικό ήταν σχεδόν καινούργιο ή σπάνιο, με 3 – 6 «γκαζάκια» μας έδιναν ένα περιοδικό. Αν όμως ήταν πολυκαιρισμένο και πολυχρησιμοποιημένο τότε μπορούσαμε ακόμα και με ένα μεγάλο πολύχρωμο «γκαζάκι» να πάρουμε ένα «Μίκυ Μάους». Τις «γκαζές» σε άλλες περιοχές, εκτός Αθηνών, τις έλεγαν «τζιτζιλόνες».
Σήμερα ο Αρκάς με το σκίτσο και το κείμενό του, μας θύμισε εκείνα τα χρόνια…