Του Παναγιώτη Μήλα
[email protected]
Πρόσφατα παρακολούθησα την παράσταση «Πνιγμονή» σε κείμενο και σκηνοθεσία του Δημήτρη Καρατζιά, η οποία παρουσιάζεται στο θέατρο “Vault”. Πρωταγωνίστρια, στο ρόλο της Χαντισέ, ήταν η Αθηνά Τσιλύρα. Όπως έγραψα μετά, “την ώρα που παρακολουθούσα την παράσταση είχα στο μυαλό μου την Κατίνα Παξινού, την Αλέκα Κατσέλη, την Αντιγόνη Βαλάκου αλλά και την Μπέτυ Αρβανίτη και την Αννίτα Δεκαβάλλα και σκεφτόμουν πως όλες θα καμάρωναν τη συνάδελφό τους Αθηνά Τσιλύρα”. Την Παξινού την είχα ακούσει στο ραδιόφωνο. Τις άλλες τέσσερις τις έχω δει στο θέατρο. Τώρα η Αθηνά Τσιλύρα με τη μεστή ερμηνεία της ως μάνα ισάξια παίρνει θέση δίπλα τους, μιας και η «Πνιγμονή» είναι μια εκδοχή του “Σπιτιού της Μπερνάρντα Άλμπα” του Λόρκα. Με κίνηση επιβλητική, υποβλητική φωνή, αποφασιστική ματιά, αγέρωχη ψυχή, δυνατή καρδιά και πάθος πύρινο κέρδισε τη δύσκολη αναμέτρηση με τον αδάμαστο ρόλο και οδήγησε και τις συναδέλφους της σε υψηλά υποκριτικά επίπεδα. Η Αθηνά Τσιλύρα, με τρόπο που θυμίζει τις ηρωίδες των αρχαίων κλασικών τραγωδιών, ερμηνεύει με δραματικότητα και ζήλο. Με τις φλέβες τεντωμένες στο λαιμό της μας οδηγεί στη λύτρωση. Με μάτια βουρκωμένα κεντά μία μία τις λέξεις. Με το χαμόγελο της Τζοκόντα ζωγραφίζει μία μία τις φράσεις και με αριστοτεχνικά λιτό ερμηνευτικό τρόπο ολοκληρώνει ένα παραδοσιακό στολίδι για το θέατρο του σήμερα.
Αυτό το στολίδι διεκδίκησα να γνωρίσω από κοντά. Ζήτησα λοιπόν από την κυρία Τσιλύρα να προχωρήσουμε σε μια συνέντευξη για το catisart.gr. Ευτυχώς για μένα δέχθηκε, κι έτσι μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω την άλλη πλευρά του εαυτού της. Χάρηκα διπλά μιας και, όπως θα διαπιστώσετε από τη συζήτηση που είχα μαζί της και την οποία θα διαβάσετε, όσα έγραψα παραπάνω, στον πρόλογο, είναι φτωχά γι’ αυτόν τον μοναδικό άνθρωπο.
Με πήρε μαζί της στο προσωπικό ταξίδι της είναι της. Μου έδειξε πώς μπορείς να ανεβαίνεις ψηλά χωρίς να στηρίζεσαι σε μπαστούνι. Ένας αργαλειός αρκεί… Μου είπε ποιο είναι το μυστικό για να βγεις στεγνός περνώντας μέσα από μια «Καταιγίδα» αλλά και μου αποκάλυψε ποιος είναι ο δεύτερος άνθρωπος στη ζωή της. Μίλησε και για ένα μάθημα που πήρε εξ ουρανού. Τα δύσκολα όμως τα άφησε για το τέλος, όταν μου ζήτησε να λύσω μαζί της κάποιες ασκήσεις άλγεβρας. Εκεί τα χρειάστηκα και της ζήτησα να πάμε καλύτερα στην Επίδαυρο και να μου μιλήσει για το αρχαίο θέατρο. Αργήσαμε λίγο πηγαίνοντας επειδή ακολουθούσαμε μια… χελώνα. Η συζήτηση όμως είχε πολύ ενδιαφέρον. Θα το δείτε, αρκεί να έρθετε κι εσείς μαζί μας.
Μέσα από τους τίτλους κάποιων από τα έργα στα οποία συμμετείχε η Αθηνά Τσιλύρα, θα παρακολουθήσουμε τη δημιουργία της προσωπογραφίας της στην οθόνη του υπολογιστή. Ελάτε. Η συνέντευξη αρχίζει.
Φωτογραφίες: Δημήτρης Πιτσάκης
«Το μινόρε της αυγής»: Πείτε μας για τα παιδικά σας χρόνια, κάποιες αναμνήσεις και κάτι για την οικογένειά σας.
* Γεννήθηκα στην Αθήνα κάποιο Σεπτέμβρη. Νωρίς νωρίς, μόλις που είχα καταφέρει να πατήσω τα πόδια μου στη γη, έφαγα μια πέτρα στο κεφάλι. Ούτε ξέρω από πού μου ήρθε, ούτε η μάνα μου είδε. Μου άφησε ένα ωραίο σημάδι, για να θυμάμαι ότι τα χέρια των ανθρώπων εκτός από το να χαϊδεύουν κάνουν και άλλα πράγματα: Χτυπάνε, σημαδεύουν, σκοτώνουν, λεηλατούν. Ήταν μάθημα ζωής εξ ουρανού. Ο πατέρας μου είναι από την Πάτρα και η μητέρα μου από την Κρήτη. Συναντήθηκαν στην Αθήνα και από τότε παραμένουν μαζί και φανταστείτε αγαπιούνται ακόμα. Σπάνιο, ε; Ο πατέρας μου είναι ένας άνθρωπος που λατρεύει το διάβασμα. Νομίζεις ότι έχει καταπιεί βιβλιοθήκες. Η μητέρα μου πάλι είναι ένας πάρα πολύ δραστήριος άνθρωπος. Αεικίνητη, χειμερινή κολυμβήτρια. Κάθε φορά που τη βλέπω να πέφτει στο νερό με τόσο κρύο, δεν το πιστεύω. Έχω δύο αδέλφια, μικρότερα από μένα, καμία σχέση με το θέατρο. Δεν θα ξεχάσω την εποχή που η μητέρα μου αποφάσισε να βοηθήσει την οικογένεια οικονομικά. Έβαλε τότε έναν αργαλειό στο σπίτι. Όμως δεν είχε ιδέα για το πώς λειτουργεί. Έμαθε. Δούλευε ατέλειωτες ώρες τα βράδια αφού έβαζε εμάς πρώτα να κοιμηθούμε. Έφτιαξε πολλά υφαντά. Τα πουλούσε στο «Νίκος και Τάκης» και έτσι δεν μας έλειψε τίποτα. Μάλιστα μερικά τα χρησιμοποίησα και στο έπιπλο της Χαντισέ στην «Πνιγμονή». Οι δεσμοί αίματος είναι ισχυροί. Η οικογένειά μου είναι για μένα το μεγαλύτερό μου στήριγμα. Μ’ έμαθαν ν’ αγαπώ την οικογένεια και να αφοσιώνομαι σ’ αυτήν. Τώρα αυτό το “αφοσιώνομαι” ίσως να έπρεπε να μην το είχα μάθει και τόσο καλά.
«Το χρυσό αγόρι»: Θα θέλαμε να μάθουμε κάτι για τον γιο σας…
* Ο γιος μου ο Αλέξανδρος είναι 20 χρονών και σπουδάζει στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Λάτρης του αθλητισμού. Ευλογημένο πλάσμα και χαίρομαι που κρατάει τη θετική πλευρά των πραγμάτων της οικογένειάς μας. Αισθάνομαι πολύ τυχερή που υπάρχει στη ζωή μου. Αγαπάω πολύ τα παιδιά και ήθελα να κάνω μια μεγάλη οικογένεια. Δεν τα κατάφερα. Ας πρόσεχα…
«Το αγαπημένο μας παιχνίδι»: Ήταν από την αρχή το θέατρο το αγαπημένο σας παιχνίδι; Πώς έγινε η επιλογή; Ποια ήταν η πρώτη παράσταση που είδατε;
* Όχι, δεν ήταν το θέατρο η πρώτη μου αγάπη. Τα μαθηματικά ήταν. Εκεί λοιπόν που θα έδινα στο Πανεπιστήμιο, θ’ ακολουθούσα τη σχολή του πατέρα, συνέβη κάτι και άλλαξαν όλα. Συνάμα εκείνη την περίοδο γνωρίζω κάποιον. Ήταν ηθοποιός στο Θέατρο Τέχνης. Μου μίλαγε συνέχεια για θέατρο. Μου έφερε να διαβάσω ένα θεατρικό, μετά άλλο και άλλο. Άνοιξε τότε ένας ολόκληρος κόσμος μπροστά μου. Και έτσι, όχι ότι ήλπιζα ότι θα με πάρουν και μέχρι να έρθει η επόμενη χρονιά να δώσω στο Πανεπιστήμιο, με έπεισε να δώσω εξετάσεις στο Εθνικό και στο Θέατρο Τέχνης. Πέρασα και στις δυο σχολές. Πήρα και μια υποτροφία από το Εθνικό και προτίμησα να πάω εκεί. Τότε ήταν η πρώτη παράσταση που είδα ή τουλάχιστον αυτή θυμάμαι έντονα: Ήταν η «Καταιγίδα» του Αύγουστου Στρίντμπεργκ σε σκηνοθεσία Τζόρτζιο Στρέλερ. Ακόμα τη θυμάμαι. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση. Θυμάμαι τον τρόπο που μίλαγαν οι ηθοποιοί. Είχα την αίσθηση ότι δεν είχε καμία σχέση με αυτό το ορθοφωνικό που διδασκόμασταν στο Εθνικό. Και έτσι από πολύ νωρίς άρχισα να παρατηρώ ηθοποιούς, σχολές και δασκάλους. Ακόμη άρχισα ν’ αμφισβητώ και ν’ αναρωτιέμαι για πολλά.
«Αλέξανδρος Δελμούζος»: Υπήρξε μεγάλος παιδαγωγός. Εσείς έχετε κάποιους δασκάλους που δεν τους ξεχνάτε και από το ξεκίνημά σας και από τη δραματική σχολή;
* Δυστυχώς από το σχολείο δεν έχω δασκάλους που να θυμάμαι. Στο φροντιστήριο, όταν έκανα για το Πανεπιστήμιο, ήταν πολύ καλύτερα και οι σχέσεις μου μαζί τους και ο τρόπος που δίδασκαν. Όσον αφορά τη Δραματική Σχολή πέρασα τρία μαγικά χρόνια. Ήταν πάρα πολύ όμορφα. Προσπάθησα να καταλάβω βέβαια αν τελικά μπορεί να διδάξει κανείς το θέατρο. Στη Σχολή συνάντησα σπουδαίους ανθρώπους και είχα σημαντικούς δασκάλους μου έμαθαν πολλά και σε πρακτικό και σε θεωρητικό επίπεδο. Όμως παρά την πολύ καλή σχέση που είχα με τους δασκάλους μου και το σεβασμό που τους είχα, όταν τελείωσα τη Σχολή και άρχισα να δουλεύω σε διάφορα θέατρα, ένιωσα έντονα την ανάγκη ότι έπρεπε ν’ ανακαλύψω και να βρω το δικό μου προσωπικό δρόμο.
Γι’ αυτό τον δρόμο είναι η επόμενη ερώτηση:
«Παράλληλοι δρόμοι»: Η επιλογή σας για το θέατρο ήταν η μοναδική ή είχατε και κάτι άλλο στα σχέδιά σας;
* Είχα και τα μαθηματικά. Αλλά τελικά δεν σπούδασα. Καμιά φορά ζητάω από το γιο μου να μου βάζει αλγεβρικές παραστάσεις για να τις λύσω. Μερικές τις θυμάμαι και τις λύνω, για κάποιες άλλες όμως χρειάζομαι τη βοήθεια του Αλέξανδρου.
«Ο δεύτερος άνθρωπος»: Αν το θέατρο είναι η πρώτη σας αγάπη, το σινεμά και η τηλεόραση είναι για σας ο… δεύτερος άνθρωπος;
* Στο θέατρο νιώθω πιο ελεύθερη. Το σινεμά και η τηλεόραση έχουν να κάνουν νομίζω πιο πολύ με τον σκηνοθέτη, με τα πλάνα, με τον τρόπο γυρίσματος, με το μοντάζ, με το αν έχεις ενδιαφέρον πρόσωπο που να μπορείς να μην το κουνάς πολύ. Το σινεμά έχει άλλη τεχνική και άλλη δική του γοητεία. Και ενώ μου αρέσει τόσο πολύ να παίζω στο θέατρο, τρελαίνομαι για να βλέπω σινεμά και βλέπω πολύ. Είναι η πιο όμορφη απάτη του κόσμου γι’ αυτό βέβαια τ’ αγαπάω πιο πολύ από την τηλεόραση.
«Αντιγόνη»: Κάποιες μνήμες από την Επίδαυρο και από τις πρώτες σας επαγγελματικές εμπειρίες;
* Στην Επίδαυρο πήγα πολύ μικρή και έχω την αίσθηση ότι θα ξαναπάω πολύ μεγάλη. Δεν ξέρω γιατί το λέω αυτό. Αδιευκρίνιστο είναι. Ασφαλώς η Επίδαυρος είναι μαγικό μέρος και αν συμβεί να βρεθώ πάλι εκεί τότε… όχι, σίγουρα όχι, δεν θα χρησιμοποιήσω χειλόφωνο. Θα το απαιτήσω κιόλας. Οι φωνές καθάριες στο χώρο έχουν άλλη αίσθηση. Άλλωστε η θαυμάσια ακουστική του θεάτρου και η πολύ καλή κατάστασή του, νομίζω το επιβάλλουν, τουλάχιστον μέσα μου.
«Η λάμψη»: Πόσο χρήσιμη και πόσο επικίνδυνη είναι η αναγνωρισιμότητα και η φήμη για την πορεία ενός ηθοποιού;
* Ανάλογα τι θέλει κανείς απ’ αυτή τη ζωή. «Αδιαφορώ για τη δόξα. Με φυλακίζει μες στα πλαίσια που καθορίζει εκείνη κι όχι εγώ», αυτό έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις. Και συμφωνώ απόλυτα μαζί του. Η φήμη τι άλλο είναι από μικροπράγματα. Η ουσία είναι αλλού.
«Τζακ ποτ»: «Μεταφορικά» έχετε νιώσει κάποια στιγμή κερδισμένη από τις επιλογές σας;
* Πάντως δεν έχω μετανιώσει γιατί ήμουν εγώ. Δεν ακολούθησα συμβουλές από κανένα. Έκανα και κάνω μόνο ό, τι αγαπάει η ψυχή μου αν και η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές η ζωή με πήγαινε αλλού. Μου άνοιγε δρόμους και για πιο εμπορικά πράγματα που θα μου πρόσφεραν τη δυνατότητα να έχω και αρκετά χρήματα. Δεν πήγα όμως. Δεν το ένιωθα. Μ’ αυτή την έννοια νιώθω κερδισμένη, γιατί ακολούθησα αυτό που ήθελα: Το προσωπικό ταξίδι της ψυχής μου.
«Ατέλειωτη αγάπη»: Για ποιους τη νιώσατε, τη νιώθετε;
* Αγαπάω πολύ, αγαπήθηκα πολύ, θα συνεχίσω ν’ αγαπάω, δεν γίνεται αλλιώς. Απλά λέω να κάνω ένα διάλειμμα τώρα. Να ονειρευτώ κάτι που θέλω και να συνεχίσω να κάνω πάλι την ίδια βλακεία: Να θέλω ένα λεπτό για ν’ αγαπήσω και μια ολόκληρη ζωή για να ξεχάσω ό, τι θα τραβήξω. Μα αυτή είναι η ζωή και παρ’ όλες τις τεράστιες απώλειες την αγαπώ πολύ τη ζωή.
«Άγονη γραμμή»: Κάνατε ποτέ κάποια λάθη στις επιλογές σας;
* Φαντάζομαι πως θα έχω κάνει. Δεν τα αξιολογώ όμως, γιατί προέρχονται από αυτό που είμαι εγώ και όχι αυτό που θα ήθελαν να μου επιβάλλουν οι άλλοι, μιας τρέχουσας λογικής ίσως.
«120 ντεσιμπέλ»: Ακούτε «φωνές» που σας φοβίζουν ή «φωνές» που σας ηρεμούν;
* Δεν με φοβίζει τίποτα και δεν με ηρεμεί τίποτα, τη μια μέρα. Την επομένη μπορεί να με φοβίζουν πολλά και να με ηρεμούν κάποια. Πού να βρω άκρη. Παλεύω και εγώ με αυτό το τέρας μέσα μου. Αυτό είναι ο μεγαλύτερος εχθρός μου.
«Γυναίκες δηλητήριο»: Ο τίτλος αυτής της ταινίας του Νίκου Ζερβού έχει σχέση με την πραγματικότητα;
* Έχει; Δεν ξέρω. Πάντως εγώ δεν έχω γνωρίσει τέτοιες γυναίκες. Μόνο ως ηρωίδες στο σινεμά τις έχω δει. Εκεί όντως υπάρχουν πολλές.
«Τα τσακάλια»: Έχουμε σήμερα γύρω μας; Μας απειλούν;
* Εννοείτε το εμπορικόν του πράγματος αν μας απειλεί; Ή η αβυσσαλέα πλευρά των ανθρώπων; Και τα δύο πάντως δημιουργούν μια υπέροχη ισορροπία στη ζωή. Και αν η ψυχή σου είναι αλλού και αν ταξιδεύεις με άλλους καιρούς, αν έχεις μάθει να σπας λίγο τα όριά σου, τίποτα δεν μπορεί να σε τρομάξει ή να σε απειλήσει.
«Γέρμα»: Ήταν καλός ο Λόρκα μαζί σας από τότε που τον γνωρίσατε; Τι σας έχει προσφέρει;
* Στη Γέρμα γνώρισα τη Ρένη Πιττακή. Μεγάλη ηθοποιός. Την ευχαριστώ πολύ. Τεράστια εμπειρία για μένα. Έμαθα πολλά από αυτή τη συνεργασία.
«Πνιγμονή»: Η συμμετοχή και η ερμηνεία σας σε αυτή την παράσταση τι ρόλο έχει παίξει στη ζωή σας;
* Μ’ έχει κάνει ευτυχισμένη. Η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορέσω εύκολα να την αποχωριστώ. Αλλά κάποια στιγμή θα ρίξει αυλαία. Έτσι γίνεται πάντα. Θα πάρω και εγώ το μπαστούνι μου και μια φωτογραφία που αγαπάω ιδιαίτερα, πολλές αναμνήσεις και… πώς θα την ξεχάσω; Η «Πνιγμονή» σε βάζει στον κόσμο της. Δεν γλιτώνεις απ’ αυτό. Θα μείνει ζωντανή. Θα της λείπει μόνο το κοινό. Δεν πειράζει…
Ακολουθούν τρεις λέξεις – ερωτήσεις που έχουν σχέση με την «Πνιγμονή»:
«Ψυχή»: Πόσο χρήσιμη είναι στη σημερινή εποχή;
* Αν υπάρχει είναι πολύ χρήσιμη. Να είναι ανοιχτή και άγρυπνη. Ο εντός της ψυχής προς αυτήν διάλογος επονομάσθηκε διάνοια.
«Καταπίεση»: Νιώσατε ποτέ;
* Έχω φάει τόση καταπίεση που κάποια στιγμή έσκασα και είπα δεν γίνεται άλλο. Και βρίσκεσαι σ’ αυτό το οριακό σημείο, που εκεί πια δεν υπάρχουν περιθώρια ούτε για πολλές κουβέντες, ούτε για τίποτα. Είναι να κάνεις το πρώτο βήμα και μετά διανύεις χιλιόμετρα μιας ζωής. Χιλιόμετρα που αξίζει να ζει κάθε άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του.
«Μπαστούνι»: Ποιο στήριγμα – συμβουλή θα δίνατε σε ένα νέο ηθοποιό;
* Να ακολουθούν τον εαυτό τους. Αυτοί θα κάνουν το ρόλο. Ούτε ο σκηνοθέτης, ούτε κανένας άλλος. Απ’ αυτούς θα βγει. Οι ρόλοι δεν είναι κάτι άλλο, άπιαστο, απρόσιτο, είναι κομμάτια του εαυτού μας. Να διαβάζουν πολύ. Να ασκούν τον εαυτό τους. Να φαντάζονται, να οραματίζονται, να δουλεύουν πολύ, να παρατηρούν πολύ, ν’ αγαπούν τις μοναχικές τους ώρες, να τις επιδιώκουν, θα μάθουν πολλά εκεί. Ν’ ανακαλύπτουν τις σκοτεινές τους πλευρές, να ξέρουν να τις διαβάζουν. Κάποτε δούλευα με τον Μίνωα Βολανάκη. Ήταν σοφός άνθρωπος. Τον ρώτησε λοιπόν ένας συνάδελφος: «Είναι φορές που δεν μπορώ να αισθανθώ τίποτα από το ρόλο. Δεν ξέρω πώς να τον ξεκινήσω». Και ο Βολανάκης του απάντησε: «Και οι καλόγεροι, όταν ξεκινούν το κομποσκοίνι μπορεί να μην αισθάνονται τίποτα, ξεκινούν όμως και κάνουν προσευχή».
Τώρα η προτελευταία ερώτηση:
«Φήμες»: Μπορείτε να μας πείτε κάτι για τα επόμενα σχέδιά σας;
* Υπάρχει κάτι που σκέφτομαι, υπάρχει κάτι που μου έχουν πει, μπορεί να τα κάνω και τα δυο ή τίποτα απ’ αυτά και να κάνω αυτό που θα έρθει αύριο. Θα εξαρτηθεί από πολλά το επόμενο βήμα.
Και η τελευταία:
Κατοικίδιο: Ποια είναι η γνώμη σας για τα ζώα συντροφιάς; Εσείς έχετε; Είχατε;
* Είχα πάντα και νομίζω δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτά. Μικρή μάζευα όλες τις γάτες. Γέννησε μια, και έκανε πέντε. Τα πήρα στο σπίτι, τους έβγαλα και ονόματα, μια χαρά περνούσα μαζί τους. Τα πήρε όμως η μάνα μου και τα πήγε σε μια οικογένεια που είχαν κήπο. Θα μπορούσα και να τα βλέπω, μου είπε, λες και μου έκανε χάρη. Κόντεψα να τρελαθώ. Έτσι μόλις πήγα στο δικό μου σπίτι, πριν καν το επιπλώσω, πήρα το σκύλο μου. Σήμερα έχω ένα αδέσποτο, πανέξυπνο και πολύ ζωηρό. Έχω και ένα κανίς pocket. Είναι μια κούκλα, δεν το λέω εγώ. Βλέπω τις κατακτήσεις που έχει όταν βγαίνουμε βόλτα. Έχω ακόμη δυο παπαγαλάκια – ρολόγια. Κάθε μέρα στις 7 η ώρα ξεσηκώνουν το σπίτι. Υπάρχουν ακόμη κάποιες γάτες εκτός σπιτιού και μια χελώνα που πηγαινοέρχεται. Την πηγαίνω στο βουνό για να είναι με τη φαμίλια της. Εκείνη όμως γυρίζει πίσω. Την ξαναπηγαίνω αλλά την άλλη μέρα την ξαναβλέπω μπροστά μου. Τι να θέλει δεν ξέρω. Μάλλον της αρέσει ν’ αφήνει τη φαμίλια και να βολτάρει πέρα-δώθε. Λέω, να δεις που η χελώνα θα είναι αρσενική…
Κυρία Τσιλύρα σας ευχαριστώ πολύ για τη συνομιλία και η επόμενη συνάντησή μας στην Επίδαυρο.
* Σας ευχαριστώ κι εγώ.
* Το cat is art ευχαριστεί τον Δημήτρη Πιτσάκη για τη φωτογράφιση.