Το τείχος που χωρίζει Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους
Το τείχος που υψώνεται στα σύνορα ανάμεσα στο Ισραήλ και στη Δυτική Όχθη είναι από τα πιο αποτρεπτικά και εχθρικά στον κόσμο. Από κοντά, απ’ όποια πλευρά κι αν στέκεσαι, το βλέπεις να ορθώνεται στα ύψη, προξενώντας δέος και φόβο. Μπροστά στη δυσθεώρητη κατασκευή από ατσάλι και τσιμέντο, αισθάνεσαι μικρός όχι μόνο από το μέγεθός του αλλά και απέναντι σε αυτό που συμβολίζει. Εσύ βρίσκεσαι από τη μια πλευρά· «αυτοί» είναι από την άλλη.
Σε λίγα λεπτά απόστασης με το αυτοκίνητο νότια των τειχών της Παλιάς Πόλης στην Ιερουσαλήμ ορθώνονται στο βάθος τα καινούργια τείχη της Βηθλεέμ. Καθώς πλησιάζετε, βλέπετε ότι αποτελούνται από τσιμεντένιες πλάκες ύψους οχτώ μέτρων, με συρματόπλεγμα στην κορυφή. Ορισμένα τμήματα είναι ηλεκτροφόρα και σε διάφορα σημεία είναι τοποθετημένα ψηλά παρατηρητήρια με σκονισμένη, χοντρή αλεξίσφαιρη τζαμαρία, από τα οποία νεαροί Ισραηλινοί στρατιώτες κοιτάζουν και στις δύο ζώνες.
Στον ισραηλινό τομέα υπάρχει άνεση χώρου, αλλά μόλις περάσετε από ένα σημείο ελέγχου στην άλλη πλευρά οδηγείτε σε δρόμους που ίσα ίσα χωράει να περάσει ένα αυτοκίνητο, με χαμηλά συγκροτήματα σπιτιών που έχουν το τείχος πίσω τους. Είναι μια κατάσταση απελπιστική, τρομακτική, καταπιεστική και απόκοσμη.
Η διέλευση των συνόρων είναι μια εξαιρετικά καταθλιπτική εμπειρία, ιδιαίτερα όταν διέρχεστε από τα τσιμεντένια τμήματα, όπως κάνουν οι περισσότεροι ξένοι. Αυτά είναι τα τμήματα που τοποθετούνται δίπλα στις αστικές περιοχές για να αποφεύγονται τα πυρά από ελεύθερους σκοπευτές από τα ψηλότερα κτήρια. Το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου φράγματος, μήκους 700 χιλιομέτρων, είναι απλός φράχτης.
Στα τσιμεντένια τμήματα, ο Βρετανός καλλιτέχνης Banksy με τα γκράφιτι χρησιμοποίησε στο έργο του την παράξενη αντίθεση μεταξύ του τείχους και της καθημερινής ζωής. Για αρκετά χρόνια έκανε τοιχογραφίες στην παλαιστινιακή πλευρά. Μερικές είναι πλέον διάσημες: ένα μικρό κορίτσι διενεργεί σωματική έρευνα για οπλοκατοχή σ’ έναν στρατιώτη των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF), ένα λευκό περιστέρι φοράει ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο, ένα κορίτσι μεταφέρεται με μπαλόνια πάνω από ένα τείχος (βλ. φωτό που ακολουθεί). Υπάρχει μια ιστορία στην οποία ένας Παλαιστίνιος είπε στον καλλιτέχνη ότι είχε κάνει το τείχος να δείχνει όμορφο. Ο Banksy τον ευχαρίστησε, λαμβάνοντας όμως την εξής απάντηση: «Δεν θέλουμε να είναι όμορφο. Μισούμε αυτό το τείχος».
Όπως κι αν ονομάζεται το τείχος, παραμένει μνημείο μιας από τις πιο δυσεπίλυτες διενέξεις του κόσμου στην οποία είναι εγκλωβισμένοι τραγικά Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι.
Όμως οι αιτίες της τραγωδίας αυτής δεν είναι γέννημα των πρόσφατων δεκαετιών και ούτε ευθύνονται αποκλειστικά οι δύο λαοί. Για την ακρίβεια, φαίνεται ότι μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης έχουν οι Άγγλοι, οι οποίοι κατέλαβαν τη Μέση Ανατολή μετά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (για το πώς δημιουργήθηκαν τα κράτη της Μέσης Ανατολής και μπήκαν οι βάσεις για όσες καταστροφές ακολούθησαν, έχουμε ένα διαφωτιστικό άρθρο που μπορείτε να βρείτε εδώ).
Σημαντική σημείωση: Πολλά από όσα θα διαβάσετε είναι αποσπάσματα των βιβλίων του δημοσιογράφου Tim Marshall «Αιχμάλωτοι της Γεωγραφίας», «Υψώνοντας Τείχη» και «Για μια Σημαία». (Περισσότερα για το ποιος είναι ο Tim Marshall μπορείτε να διαβάσετε εδώ.) Το εμπλουτισμένο άρθρο μας ρίχνει φως σε ορισμένα σημεία της σύγκρουσης Ισραηλινών και Παλαιστινίων, καθώς και στις εσωτερικές διαιρέσεις των δύο πλευρών. Χρειάζεται, προφανώς, να διαβάσετε πολλούς τόμους για να σχηματίσετε ολοκληρωμένη άποψη για όλα όσα αφορούν την περιοχή.
Μια πολύ σύντομη, απλουστευμένη ιστορία της διαμάχης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης
Σε αντίθεση με μια εσφαλμένη αντίληψη, η συγκεκριμένη διαμάχη δεν είναι προαιώνια και ούτε έχει τη βάση της σε θεολογικές διαφορές. Το χρονικό της εκτείνεται περίπου στα τελευταία εκατό χρόνια. Οι Οθωµανοί θεωρούσαν την περιοχή που εκτείνεται δυτικά του ποταµού Ιορδάνη µέχρι τις ακτές της Μεσογείου, µέρος της επικράτειας της Συρίας, και μετά τον Πρώτο Παγκόσµιο πόλεµο η περιοχή της Παλαιστίνης πέρασε υπό βρετανική κυριαρχία.
Οι εβραίοι ζούσαν σε µια περιοχή που λεγόταν εδώ και αιώνες Ισραήλ, αλλά η βασανισµένη τους ιστορία τους σκόρπισε στα πέρατα της γης. Το Ισραήλ παρέµεινε γι’ αυτούς η «Γη της Επαγγελίας» και η Ιερουσαλήµ συγκεκριµένα θεωρούνταν ιερός τόπος. Ωστόσο, µέχρι το 1948 οι Άραβες µουσουλµάνοι και οι χριστιανοί αποτελούσαν την καθαρή πλειοψηφία στην περιοχή για πάνω από χίλια χρόνια. Αυτός ο συνδυασμός των γεγονότων είναι ένα από τα κομβικά σημεία της σύγκρουσης.
Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, παράλληλα µε την εγκαθίδρυση της Βρετανικής κυριαρχίας στην Παλαιστίνη, το διεθνές σιωνιστικό κίνηµα, το οποίο επιθυµούσε να ενωθεί µε τους µειοψηφούντες οµόθρησκούς του στα εδάφη της Παλαιστίνης, µεγεθύνθηκε και, σε συνδυασµό µε τα πογκρόµ στην Ανατολική Ευρώπη, όλο και περισσότεροι εβραίοι άρχισαν να εγκαθίστανται στην περιοχή. Οι Βρετανοί διάκειντο ευνοϊκά προς τη δηµιουργία µιας «εβραϊκής πατρίδας» στην Παλαιστίνη και επέτρεπαν στους Εβραίους να µεταναστεύουν εκεί και να αγοράζουν εδάφη από τους Άραβες.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο και το Ολοκαύτωµα, ο αριθµός των Εβραίων που προσπάθησαν να µεταβούν στην Παλαιστίνη αυξήθηκε δραµατικά. Οι εντάσεις µεταξύ εβραίων και µη εβραίων κλιμακώθηκαν και µια εξαντληµένη από τον πόλεμο Βρετανία µεταβίβασε το πρόβληµα στα νεοσύστατα Ηνωµένα Έθνη, τα οποία το 1948 ψήφισαν υπέρ της διχοτόµησης της περιοχής σε δύο κράτη. Οι Εβραίοι συµφώνησαν, οι Άραβες είπαν «όχι». Το αποτέλεσµα ήταν πόλεµος, µε τον οποίο δηµιουργήθηκε το πρώτο κύµα Παλαιστίνιων προσφύγων που εγκατέλειπαν την περιοχή και Εβραίων προσφύγων που συνέρρεαν στην περιοχή από ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.
Ως αποτέλεσμα του πολέμου το Ισραήλ κατάφερε να επιβιώσει και με την εκεχειρία ορίστηκε η Πράσινη Γραμμή που για 20 χρόνια αποτελούσε de facto τα σύνορα του νεοσύστατου κράτους. Η Ιορδανία κατέλαβε την περιοχή της Δυτικής Όχθης, συµπεριλαµβανοµένης της ανατολικής Ιερουσαλήµ και η Αίγυπτος κατέλαβε τη Γάζα, θεωρώντας την προέκταση της επικράτειάς της. Καµία χώρα δεν την απασχόλησε να προσφέρει στους ανθρώπους που ζούσαν εκεί υπηκοότητα ή να δώσει στους Παλαιστίνιους κρατική υπόσταση. Εν τω µεταξύ, η Συρία θεωρούσε ολόκληρη την περιοχή τµήµα µιας ευρύτερης Συρίας και τους ανθρώπους που ζούσαν εκεί Σύρους.
Όμως το 1967, κατά τη διάρκεια του αστραπιαίου Πολέμου των Έξι Ημερών, το Ισραήλ νίκησε τους αντιπάλους του προς κάθε κατεύθυνση και κατέλαβε τη Δυτική Όχθη, την Ιερουσαλήμ και τη Γάζα, κατακτώντας ακόμα την περιοχή του Σινά και τα Υψίπεδα του Γκολάν. Ακολούθησε ένας ακόμα Αραβο-Ισραηλινός πόλεμος (Γιομ Κιπούρ 1973) ο οποίος δεν άλλαξε το status quo της περιοχής. Μετά από δεκαετίες υπό ισραηλινή κυριαρχία, η απογοήτευση και ο θυμός των Παλαιστινίων οδήγησε στις βίαιες εξεγέρσεις και διαδηλώσεις της Πρώτης Ιντιφάντα (1987-93).
Η «Ιντιφάντα» προέρχεται από την αραβική λέξη ναφάντα, που σημαίνει απαλλαγή και, επί του προκειμένου, μεταφράζεται ως απελευθέρωση από την καταπίεση. Μετά από μερικά χρόνια εύθραυστης ειρήνης, κατά τη διάρκεια των οποίων το Ισραήλ εξακολούθησε να κατέχει τη Γάζα, η διαμάχη δεκαετιών για τα εδάφη οδήγησε σε έξαρση βίας και πάλι το 2000 και πάνω στο ξέσπασμα αυτής της Δεύτερης Ιντιφάντα άρχισε να χτίζεται το τείχος που χωρίζει το Ισραήλ από τη Δυτική Όχθη. Το τι επιτυγχάνει είναι θέμα που σηκώνει συζήτηση.
Η άποψη των Παλαιστινίων είναι ότι το τείχος αποτελεί δικαιολογία για την αρπαγή της γης και τη δημιουργία «εδαφικών τετελεσμένων», εξαλείφοντας τις πιθανότητες μιας λύσης δύο κρατών, καθώς η πορεία του «λοξοδρομεί» μέσα σε Παλαιστινιακά εδάφη. Το Ισραήλ παραπέμπει σε τοπογραφικούς λόγους για τη θέση του τείχους, ενώ σε αρκετά σημεία η επέκτασή του συμπεριλαμβάνει «Οικισμούς».
Υπάρχουν περίπου 400.000 Εβραίοι που ζουν σε οικισμούς στη Δυτική Όχθη. Ο όρος «οικισμοί» παραπέμπει σε μικρούς καταυλισμούς, τοποθετημένους ίσως σε άγονους, ανεμοδαρμένους λόφους. Ωστόσο, παρόλο που πολλοί ξεκίνησαν έτσι, μερικοί έχουν εξελιχθεί σε πλήρως ανεπτυγμένες πόλεις με δημαρχεία, σουπερμάρκετ και σχολεία. Οι δρόμοι που συνδέουν τις πόλεις-οικισμούς μεταξύ τους και με το Ισραήλ δυσκολεύουν τους Παλαιστίνιους να μετακινηθούν στη Δυτική Όχθη ή να διατηρήσουν μεγάλες περιοχές συνεχόμενης επικράτειας.
Υπάρχουν επίσης περισσότεροι από 200.000 Εβραίοι που ζουν στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, την οποία προσάρτησε το Ισραήλ το 1967, αλλά που οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν ως πρωτεύουσα ενός μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους. (Οι Ισραηλινοί Εβραίοι τείνουν να αντιλαμβάνονται την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική Όχθη ως ξεχωριστές οντότητες. Δεν συμβαίνει το ίδιο στο μυαλό των Παλαιστινίων.)
Το ζήτημα των εποικισμών διχάζει σε ένα βαθμό την ισραηλινή κοινή γνώμη και υπάρχει πάντα μια έντονη συζήτηση για την ορθότητα, τη νομιμότητα και την ηθικότητα της ύπαρξής τους. Πάντως, οι θρησκευόμενοι Εβραίοι έποικοι ισχυρίζονται ότι δικαιούνται να ζουν στη Δυτική Όχθη επειδή ήταν μέρος του αρχαίου Ισραήλ και τους το υποσχόταν η Βίβλος. Οι εκκοσμικευμένοι έποικοι υποστηρίζουν ότι το Ισραήλ πήρε την περιοχή από την Ιορδανία, η οποία στη συνέχεια παραιτήθηκε των αξιώσεών της στα εδάφη και ότι, ως εκ τούτου, η παρουσία τους δεν είναι παράνομη – μια άποψη που δεν συμμερίζεται η διεθνής κοινότητα. (Αναλυτικά μπορείτε να διαβάσετε και εδώ.)
«Κοιτάξτε εκείνα τα τείχη!» αναφωνεί ένας Παλαιστίνιος φίλος που προτιμά να μην αποκαλυφθεί το όνομά του. «Είναι απαίσια! Είναι όλα μέρος ενός σχεδίου για να κλέψουν τη γη μας. Μετακινούν το Τείχος εκατοντάδες μέτρα εντός των παλαιστινιακών εκτάσεων, ώστε αργότερα να μπορούν να πουν ότι πρέπει να το διαπραγματευτούμε, παρόλο που ήταν εξαρχής δικό μας». Καθώς οδηγούμε παράλληλα με το τείχος, δείχνει οργισμένος προς τις παλαιστινιακές περιοχές που κάποτε ήταν γεμάτες ελιές και τώρα ξεριζώθηκαν για να δημιουργηθεί μια ουδέτερη ζώνη, η οποία φοβάται ότι μια μέρα θα γίνει κι αυτή ισραηλινό έδαφος. «Πάντα αυτό έκαναν», λέει. «Δημιουργούν αυτό που ονομάζουν εδαφικά τετελεσμένα, αλλά είναι τα δικά τους τετελεσμένα στο δικό μας έδαφος».
Οι Ισραηλινοί, από την άλλη πλευρά, έχουν μια πολύ διαφορετική άποψη για το τείχος: ακόμα και τα γκράφιτι και οι ζωγραφιές στη δική τους πλευρά του τείχους λένε μια άλλη ιστορία. Κάποια από αυτά είναι κατά των Παλαιστινίων και υποστηρίζουν την ανάγκη ύπαρξης του τείχους. Κάποια είναι υπέρ των Παλαιστινίων και απεικονίζουν τα δεινά που υφίστανται. Πολλά όμως είναι απλώς εικόνες τοπίων που έχουν σχεδιαστεί για να κάνουν το τείχος «αόρατο» (όπως βλέπετε και στη φωτογραφία παρακάτω).
Η πλειονότητα των Ισραηλινών τάσσεται υπέρ του τείχους και πιστεύει ότι είχε θετικά αποτελέσματα. Καθώς το τείχος σταδιακά περιέβαλλε τη Δυτική Όχθη, οι βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας και οι επιθέσεις με πυροβόλα όπλα στο Ισραήλ μειώθηκαν δραματικά και η ισραηλινή κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι υπάρχει άμεση συνάρτηση μεταξύ του τείχους και των στατιστικών.
Οι επικριτές ωστόσο έχουν διαφορετική άποψη. Υποστηρίζουν ότι κατασκευάστηκε την ίδια στιγμή που οι εχθροί του Ισραήλ μείωναν συνειδητά τον ρυθμό των επιθέσεων, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι οι επιθέσεις αυτοκτονίας βλάπτουν τον αγώνα τους στα μάτια του έξω κόσμου, και ότι δεν άξιζαν το υψηλό κόστος των ισραηλινών ανταπαντήσεων. Ο Φαουάζ Γκερζ, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο London School of Economics, πιστεύει ότι έτσι έχουν τα πράγματα: «Η Χαμάς και οι υπόλοιπες παλαιστινιακές οργανώσεις έλαβαν μια συνειδητή απόφαση να σταματήσουν να πραγματοποιούν επιθέσεις εντός του Ισραήλ εξαιτίας πολιτικών και στρατηγικών προβλημάτων».
Η διαιρεμένη κοινωνία του Ισραήλ
Όμως δεν υπάρχει μόνο το τείχος που χωρίζει το Ισραήλ από τα Παλαιστινιακά εδάφη. Εντός του Ισραήλ υπάρχουν διάφορα νοητά τείχη. Το Ισραήλ είναι μια χώρα που εμπεριέχει την έννοια της διαίρεσης με πολλούς τρόπους, με πολύ διαφορετικούς ανθρώπους να ζουν δίπλα δίπλα – ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, να μην μπορούν να ζήσουν δίπλα δίπλα.
Το Ισραήλ είναι ένα νέο έθνος κι ένα χωνευτήρι. Πρόκειται για μια μικρή χώρα με πληθυσμό 8,6 εκατομμυρίων κατοίκων, οι οποίοι όμως έχουν πολύ διαφορετικό εθνοτικό υπόβαθρο. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός Ρώσων, για παράδειγμα, εκ των οποίων περισσότεροι από ένα εκατομμύριο έφτασαν στο Ισραήλ τη δεκαετία του 1990, όταν ο πληθυσμός της χώρας ήταν μόλις 5 εκατομμύρια. Αντικατοπτρίζοντας τον πολυκερματισμό της ισραηλινής κοινωνίας, η πολιτική της χώρας είναι πολυδιασπασμένη –πιο πολύ από τις περισσότερες δημοκρατίες– με αριστερά πολιτικά κόμματα, δεξιά κόμματα, αραβικά κόμματα και θρησκευτικά κόμματα και περαιτέρω υποδιαιρέσεις εντός αυτών.
Η πρώτη απογραφή του Ισραήλ πραγματοποιήθηκε το 1948, τη χρονιά που διακηρύχθηκε η ισραηλινή ανεξαρτησία. Τότε, το 86% του συνολικού πληθυσμού ήταν Εβραίοι, το 9% μουσουλμάνοι, το 3% χριστιανοί και το 1% Δρούζοι (αραβική μειονότητα, που δεν αυτοπροσδιορίζεται ως μουσουλμανική). Έως την απογραφή του 2014, ο μουσουλμανικός πληθυσμός είχε σχεδόν διπλασιαστεί φτάνοντας στο 16,9%, οι Δρούζοι ανέρχονταν στο 2%, ενώ το εβραϊκό ποσοστό είχε υποχωρήσει στο 75% και το χριστιανικό στο 2%. Το υπόλοιπο 4% αποτελείται από μια ποικιλία μειονοτήτων.
Ωστόσο, ακόμα και μέσα στην ίδια την εβραϊκή πλειονότητα υπάρχουν βαθύτατες διαιρέσεις. Οι περισσότεροι εμπίπτουν σε μια από τις εξής δύο κατηγορίες – είτε είναι Ασκενάζι είτε Σεφαρδίτες. Στο τέλος όλοι εντοπίζουν τις ρίζες τους στο Ισραήλ της περιόδου πριν από τη διασκόρπιση των φυλών από τους Ρωμαίους, αλλά οι Ασκενάζι συχνά έχουν πιο ανοιχτόχρωμο δέρμα και η πιο πρόσφατη προέλευσή τους είναι από την Ευρώπη. Οι Σεφαρδίτες έχουν πάρει το όνομά τους από την εβραϊκή λέξη για την Ισπανία –Σεφεράδ– και αποτελούνται ως επί το πλείστον από τις εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίους που εκδιώχθηκαν από τις αραβικές χώρες μετά την ανακήρυξη του κράτους του Ισραήλ το 1948.
Οι Ασκενάζι έτειναν να είναι η ελίτ και σε μεγάλο βαθμό οι κυρίαρχοι στον πολιτικό και επιχειρηματικό κόσμο από την ίδρυση του κράτους, εν μέρει επειδή πολλοί από αυτούς ήταν καλά μορφωμένοι και εν μέρει επειδή είχαν φτάσει στο Ισραήλ περίπου το 1900, δεκαετίες πριν από τους Σεφαρδίτες.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, οι Σεφαρδίτες έχουν αυξήσει την επιρροή τους και τα θρησκευτικά τους κόμματα είναι συχνά αυτά που κρίνουν την ισορροπία των πολιτικών δυνάμεων και, συνεπώς, συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνασπισμού. Πρακτικά, οι θρησκευτικές διαφορές μεταξύ τους είναι ελάχιστες, αλλά οι πολιτισμικές και πολιτικές διαφορές που οφείλονται στις μεσανατολίτικες και ευρωπαϊκές καταβολές τους αντίστοιχα σημαίνουν ότι, αν και οι γάμοι μεταξύ των δύο πλευρών δεν είναι σπάνιοι, εντούτοις δεν συνηθίζονται. Όσον αφορά την κουλτούρα τους, οι Σεφαρδίτες είναι πολύ πιο κοντά στη Μέση Ανατολή τόσο στις μουσικές όσο και στις διατροφικές επιλογές, ενώ οι ρίζες της διατροφής των Ασκενάζι βρίσκονται στην εβραϊκή κουζίνα της Ανατολικής Ευρώπης.
Είτε πρόκειται για Ασκενάζι είτε για Σεφαρδίτες, υπάρχει άλλη μια, σκληρότερη θρησκευτική διαστρωμάτωση στον εβραϊκό πληθυσμό: αυτή μεταξύ του κοσμικού (49%), του παραδοσιακού (29%), του θρησκευτικού (13%) και του υπερορθόδοξου στοιχείου (9%) – επίσης γνωστοί ως Χαρεντίμ, αυτοί που ριγούν από δέος μπροστά στον Θεό. Σε όλες αυτές τις κατηγορίες, η πλειοψηφία θα δήλωνε ως θρησκεία της την εβραϊκή: το 87% των κοσμικών εξακολουθεί να γιορτάζει το εβραϊκό Πάσχα και οι μισοί λένε ότι ανάβουν ένα κερί στη λειτουργία της Παρασκευής. Υφίστανται ωστόσο πολλοί σαφείς διαχωρισμοί μεταξύ τους, που είναι ορατοί σε ολόκληρη την κοινωνία.
Αυτές οι στρωματώσεις ζουν όλες μαζί σε μια μικρή χώρα και μιλάνε την ίδια γλώσσα, αλλά σπάνια έχουν κοινωνικές επαφές. Στην πραγματικότητα, πολλές γειτονιές είναι χωρισμένες σύμφωνα με αυτές τις γραμμές και υπάρχουν πλέον συνοικίες στην Ιερουσαλήμ, καθώς και τμήματα του Τελ Αβίβ και άλλων πόλεων, όπου ολόκληρες περιοχές είναι σχεδόν αποκλειστικά κοσμικές ή θρησκευτικές. Οι γάμοι μεταξύ κοσμικών και υπερορθόδοξων είναι ιδιαίτερα ασυνήθιστοι.
Πολλοί κοσμικοί Εβραίοι λένε ότι αισθάνονται εξίσου άβολα στην ιδέα ένα από τα παιδιά τους να παντρευτεί έναν Χαρεντίμ, όσο και αν παντρευτεί έναν χριστιανό. Τα παιδιά τους πιθανότατα θα έχουν πάει σε διαχωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα – οι μεν Χαρεντίμ σε σχολεία αρρένων και θηλέων μόνο για Χαρέντιμ, οι δε κοσμικοί σε μη θρησκευτικά σχολεία.
Υπάρχουν βέβαια μεικτές θρησκευτικές/κοσμικές γειτονιές στις αστικές περιοχές, αλλά ακόμα κι εδώ μπορείτε να διακρίνετε σε δευτερόλεπτα ποιος είναι ορθόδοξος και ποιος όχι. Οι υπερ-θρησκευόμενοι και οι κοσμικοί, από την άλλη, είναι σχεδόν αόρατοι ο ένας για τον άλλο. Αυτό είναι αμφίδρομο. Οι Χαρεντίμ με τα γούνινα καπέλα, τις μακριές φαβορίτες, τις λευκές κάλτσες και τα ρούχα που στους ξένους φαίνονται σαν ρόμπες δεν πρόκειται να ρωτήσουν μια κοσμική γυναίκα για οδηγίες στον δρόμο και αντιστρόφως.
Η διαφορά μεταξύ των στρωματώσεων είναι σαφής και από οικονομική άποψη. Η οικονομία του Ισραήλ κινείται σχετικά καλά σε σχέση με τις περισσότερες χώρες, αλλά η ευημερία του είναι πολύ άνισα κατανεμημένη και το χάσμα μεταξύ των διαφόρων ομάδων διευρύνεται. Η φτώχεια είναι διάχυτη –ένας στους πέντε Ισραηλινούς ζει σε μια οικογένεια όπου το εισόδημα είναι μικρότερο από το μισό του εθνικού μέσου όρου (διπλάσιο του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ)– και οι Χαρεντίμ τείνουν να είναι στη χειρότερη κατάσταση από αυτή την άποψη, για διάφορους λόγους.
Οι μεγάλες οικογένειες επιτείνουν τα επίπεδα της φτώχειας και οι Χαρεντίμ τείνουν να έχουν περισσότερα παιδιά από τους σύγχρονους ορθόδοξους και τους κοσμικούς. Σε μια δημοσκόπηση του Ερευνητικού Κέντρου Pew, το 28% των Χαρεντίμ δήλωσε ότι είχαν εφτά παιδιά και πάνω, ενώ μόλις το 1% των κοσμικών είχε τόσο πολλά. Οι Χαρεντίμ είναι επίσης πιο πιθανό να είναι άνεργοι, καθώς πολλοί επιλέγουν να μελετήσουν την Τορά αντί να εργαστούν.
Αυτές οι κοινωνικές διαφορές επηρεάζουν επίσης την πολιτική σφαίρα. Οι περισσότεροι που ανήκουν στην κατηγορία των κοσμικών, για παράδειγμα, βλέπουν τους εαυτούς τους πρώτα ως Ισραηλινούς και ύστερα ως Εβραίους. Οι περισσότεροι ορθόδοξοι θεωρούν τους εαυτούς τους πρώτα Εβραίους και ύστερα Ισραηλινούς. Κι αυτό είναι κάτι που μπορεί να επηρεάσει και να διαμορφώσει τις εσωτερικές πολιτικές διαιρέσεις. Σε γενικές γραμμές, οι Σεφαρδίτες Ισραηλινοί κλίνουν προς τα δεξιά του πολιτικού τόξου, ενώ οι Ασκενάζι είναι περισσότερο μοιρασμένοι. Τα πιο θρησκευόμενα στρώματα τείνουν να υποστηρίζουν κυρίως θρησκευτικά πολιτικά κόμματα, ενώ οι Χαρεντίμ θα ψηφίσουν απλά ό,τι τους λέει ο ραβίνος τους.
Τα θρησκευτικά κόμματα τείνουν, για παράδειγμα, να κυριαρχούν σε θέματα εκπαίδευσης και θρησκείας και, όπως έχουμε δει, οι απόψεις τους δεν συμπίπτουν κατ’ ανάγκη με εκείνες του υπόλοιπου πληθυσμού. Οι υπερορθόδοξοι αγωνίζονται αδιάκοπα για να διατηρήσουν το δικαίωμα να επιβλέπουν τις γαμήλιες τελετές και προσπαθούν να επιβάλουν, συχνά με βίαιο τρόπο, την άποψή τους ότι κανένας δεν πρέπει να οδηγεί το Σάββατο, ειδικά στις γειτονιές τους – μια άποψη που ενίοτε συνοδεύεται από οδοφράγματα για να εμποδιστεί η διέλευση των οχημάτων.
Πολλοί αντιτίθενται σε οποιαδήποτε μορφή εδαφικού συμβιβασμού με τους Παλαιστίνιους: Αν και το 66% των Εβραίων Ισραηλινών υποστηρίζουν συνολικά μια λύση δύο κρατών προς επίλυση της διένεξης, περίπου το 60% των ψηφοφόρων των θρησκευτικών κομμάτων τάσσονται φανατικά υπέρ της λύσης του ενός κράτους.
Εν τω μεταξύ, οι εκκοσμικευμένοι Ισραηλινοί εκφράζουν την έντονη αγανάκτησή τους για το γεγονός ότι, παρά τις συνεχιζόμενες πολιτικές και δικαστικές διαμάχες, οι υπερορθόδοξοι δεν είναι υποχρεωμένοι να υπηρετούν στον στρατό, αλλά συγχρόνως λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση για παροχές στήριξης των κοινοτήτων και των έργων τους. Φοβούνται επίσης ότι θα καταστούν μειονότητα και θα οδηγηθούν μακριά από την Ιερουσαλήμ, καθώς το ποσοστό γεννήσεων στις θρησκευτικές σέχτες είναι κατά πολύ υψηλότερο – ένας παράγοντας που θεωρείται επίσης οικονομική απειλή για τη χώρα, δεδομένου ότι ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό των Χαρεντίμ είναι άνεργοι.
Παρ’ όλες τις «φυλετικές» θρησκευτικές και ταξικές διαιρέσεις μεταξύ των Ισραηλινών Εβραίων, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι πίσω από αυτούς τους διαχωρισμούς υποβόσκει μια λανθάνουσα ενότητα ενάντια στις εξωτερικές απειλές, όταν ο πληθυσμός τείνει να ομονοεί: «Το Ισραήλ είναι μια εξαιρετικά ισχυρή συνεκτική χώρα σε περιόδους πολέμου… όταν έρχεται ο πόλεμος η χώρα είναι ενωμένη. Πολλοί λένε ότι η πραγματική απειλή για το Ισραήλ είναι οι διαιρέσεις, ότι αυτές μόνο μπορούν να το λυγίσουν. Αλλά παραμένει μια πάρα πολύ ισχυρή χώρα». Ισχυρή ίσως να είναι. Αλλά όσο ενωμένοι κι αν είναι οι Εβραίοι Ισραηλίτες, υπάρχει άλλη μια διαχωριστική γραμμή –μεταξύ αυτών και του αραβικού πληθυσμού του Ισραήλ– κι αυτή είναι πιθανόν να μη γεφυρωθεί παρά μόνο αν εξασφαλιστεί η ισότητα στο εσωτερικό του Ισραήλ και μια δίκαιη λύση δύο κρατών με τους Παλαιστίνιους.
Οι Ισραηλινοί Άραβες έχουν πλήρη υπηκοότητα, με κοινωνικά και θρησκευτικά δικαιώματα εγγυημένα από τον νόμο. Διαχειρίζονται τα δικά τους πολιτικά κόμματα, εφημερίδες και ραδιοτηλεοπτικoύς σταθμούς. Διορίζονται στο Ανώτατο Δικαστήριο και παίζουν για την εθνική ποδοσφαιρική ομάδα. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ζουν στην ίδια χώρα με τους Ισραηλινούς και είναι ίσοι απέναντι στον νόμο, ζουν χωριστά από αυτούς.
Η πλειοψηφία των παιδιών των Ισραηλινών Αράβων πηγαίνει σε αραβόφωνα σχολεία. Ζουν σε αμιγώς αραβικά χωριά και σε αραβικές γειτονιές. Όταν τα παιδιά μεγαλώσουν, θα διαβάζουν αραβικές εφημερίδες και θα ακούν αραβικούς σταθμούς και ακόμα και όταν θα παρακολουθούν στην τηλεόραση εκπομπές εθνικής εμβέλειας, θα διαπιστώνουν ότι υποεκπροσωπούνται. Σχεδόν όλα θα μιλούν άπταιστα εβραϊκά, αλλά θα τα χρησιμοποιούν μόνο σε κοινόχρηστους χώρους εργασίας.
Όπως και οι Χαρεντίμ, συνήθως βρίσκονται στο τελευταίο σκαλί της μισθολογικής πυραμίδας, αλλά ενώ για πολλούς από τους υπερορθόδοξους είναι επιλογή τους να μην εργάζονται, οι Ισραηλινοί Άραβες συχνά δεν έχουν πρόσβαση στις υψηλότερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Τα ποσοστά φτώχειας ανέρχονται στο 50% για τις οικογένειες των Αράβων, με ανάλογα υψηλά επίπεδα για τους Χαρεντίμ. Επί δεκαετίες οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση ανά μαθητή ήταν σημαντικά χαμηλότερες στις αραβικές περιοχές, αν και το 2016 εισήχθη ένα Πενταετές Σχέδιο που υποτίθεται ότι θα αντιμετώπιζε αυτό το ζήτημα. Ως παρεπόμενο του χαμηλού εκπαιδευτικού επιπέδου, οχτώ από τις δέκα φτωχότερες πόλεις του Ισραήλ είναι αραβικές και οι Ισραηλινοί Άραβες υφίστανται διακρίσεις.
Αυτή η «αραβικότητα» είναι το μόνο πράγμα που ενώνει τους Άραβες στις δύο πλευρές του Τείχους –είναι μια ταυτότητα που διαπερνά τα εθνικά σύνορα–, παρ’ όλα αυτά, όμως, υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ τους. Χρησιμοποιούμε συχνά υπεραπλουστευτικές γενικεύσεις, όπως «Ισραηλινοί», «Άραβες» και «Παλαιστίνιοι». Οι γενικεύσεις αυτές μπορεί να είναι χρήσιμες για την κατανόηση της ευρύτερης πολιτικής και γεωπολιτικής, αλλά πίσω από την επιφάνεια δεσπόζει η πολυπλοκότητα και εδρεύουν οι μικρές διαιρέσεις που εν συνόλω συγκροτούν αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως μεγάλη εικόνα, είτε πρόκειται για «Ισραηλινούς» είτε για «Παλαιστίνιους».
Η διαίρεση των Παλαιστινίων
Αφήνοντας το Τείχος πίσω για να περάσουμε στα παλαιστινιακά εδάφη, η μείζων διαίρεση εδώ είναι εδαφική. Υπάρχουν πολλά εμπόδια για τη δημιουργία ενός ενιαίου παλαιστινιακού κράτους, μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένα ενιαίο παλαιστινιακό έδαφος αλλά δύο – η Δυτική Όχθη και η Γάζα. Η απόσταση ανάμεσά τους δεν είναι το πραγματικό πρόβλημα. Αν μπορούσαν να συμφωνήσουν όλες οι πλευρές, τα 40 χιλιόμετρα του ισραηλινού εδάφους που τις χωρίζουν θα μπορούσαν να συζευχθούν με μια κρεμαστή γέφυρα ή μια υπόγεια σήραγγα. Ωστόσο, οι δύο περιοχές παραμένουν χωρισμένες όχι μόνο λόγω γεωγραφίας, αλλά και λόγω πολιτικής και ιδεολογίας.
Ακόμα και αν, θεωρητικά, το Ισραήλ ήταν έτοιμο να διαπραγματευτεί, δεν θα μπορούσε να το κάνει επειδή οι Παλαιστίνιοι κάθε άλλο παρά ομόθυμοι είναι πάνω στο ζήτημα. Το σχετικά κοσμικό κίνημα της Φατάχ είναι η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στην Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία διοικεί τα 2,5 εκατομμύρια Παλαιστίνιους στη Δυτική Όχθη, ενώ το ριζοσπαστικό ισλαμιστικό κίνημα της Χαμάς είναι υπεύθυνο για τα 1,7 εκατομμύρια στη Λωρίδα της Γάζας. Οι απόψεις τους για την ενδεδειγμένη πολιτική απέναντι στο Ισραήλ διαφέρουν.
Η μεν Χαμάς παραμένει ένα ισλαμιστικό κίνημα, το οποίο, μολονότι στο Νέο Καταστατικό του 2017 αποδέχεται την πιθανότητα εγκαθίδρυσης ενός παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, το Άρθρο 20 εξακολουθεί να δηλώνει ότι: «Η Χαμάς απορρίπτει οποιαδήποτε εναλλακτική λύση πέρα από την πλήρη και καθολική απελευθέρωση της Παλαιστίνης, από τον ποταμό μέχρι τη θάλασσα», αναφερόμενο στον Ιορδάνη ποταμό και τη Μεσόγειο θάλασσα.
Το Νέο Καταστατικό μπορεί να μετριάζει εν μέρει την αιχμηρή αντισημιτική γλώσσα του αρχικού καταστατικού, αλλά δεν αντικαθιστά επίσημα το πρωτότυπο και η οργάνωση εμμένει στη χρήση βίας για την επίτευξη των στόχων της. Εξακολουθεί να θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση από μεγάλο μέρος της Δύσης. Η δε Φατάχ είναι ένα κοσμικό κίνημα, τουλάχιστον στη θεωρία, και αποδέχεται επίσημα τη θέση περί «δύο κρατών για δύο λαούς».
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2018 σημειώνονταν κρούσματα βίας επί σειρά εβδομάδων, καθώς χιλιάδες Παλαιστίνιοι εξαπέλυαν επιθέσεις εναντίον του φράκτη της Γάζας για να διαδηλώσουν το «δικαίωμα επιστροφής» τους στον τόπο όπου ζούσαν οι οικογένειές τους το 1948 και όπου τώρα βρίσκεται το Ισραήλ.
Δεκάδες Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν και εκατοντάδες τραυματίστηκαν καθώς οι Ισραηλινοί στρατιώτες έβαλαν με πραγματικά πυρά από την άλλη μεριά των συνόρων. Αρκετά ηγετικά στελέχη της Χαμάς συμμετείχαν στις διαδηλώσεις και καλούσαν τους διαδηλωτές να είναι έτοιμοι να πεθάνουν ως μάρτυρες. Πολλοί από τους νεκρούς και τους τραυματίες ήταν μαχητές της Χαμάς, μερικοί εξ αυτών ένοπλοι, και καταγράφηκαν κάποιες παραβιάσεις του φράχτη, αλλά τα περισσότερα θύματα ήταν άοπλοι και πυροβολήθηκαν από μακρινή απόσταση, ξεσηκώνοντας διεθνή θύελλα αντιδράσεων για μαζική και δυσανάλογη χρήση βίας. Οι ισραηλινές δυνάμεις άνοιξαν πυρ ακόμα και όταν δεν πληρούνταν οι κρίσιμες προϋποθέσεις του διεθνούς δικαίου για την προσφυγή σε φονική βία.
Η κάθε πλευρά είδε τα γεγονότα μέσα από το δικό της πρίσμα. Οι Παλαιστίνιοι ισχυρίστηκαν ότι η ίδια η ύπαρξη του τείχους καταδείκνυε την ιστορική αδικία που διαπράχθηκε εναντίον τους. Οι Ισραηλινοί είπαν ότι υπάρχουν ισραηλινά χωριά σε απόσταση ενάμισι χιλιομέτρου από το τείχος που έπρεπε να προστατευτούν.
Κάπως έτσι, πίσω από το μεγάλο Τείχος, ζουν 2,5 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι. Πολλοί νεότεροι Παλαιστίνιοι απορούν, χωρίς βέβαια να καταλαγιάζουν τα αισθήματά τους προς το Ισραήλ, γιατί οι δικές τους ηγεσίες υπολείπονταν των προσδοκιών επί σειρά γενεών. Αποτελεί γενική παραδοχή ότι μεγάλο μέρος της Παλαιστινιακής Αρχής είναι διεφθαρμένο και η στήριξη σήμερα προς τη γενιά των πολιτικών που ανήλθαν στην εξουσία την εποχή του Αραφάτ και στη συνέχεια του Αμπάς είναι ελάχιστη.
Μερικοί στράφηκαν προς τη Χαμάς, πιστεύοντας ότι η βία θα αντιστρέψει μια μέρα την κατάσταση, και αυτή τη στιγμή είναι έντονος ο διχασμός μεταξύ Φατάχ και Χαμάς. Πολλοί είναι απαυδισμένοι και από τις δύο μεγάλες παρατάξεις και στη Δυτική Όχθη κυκλοφορεί ο ψίθυρος ότι η συνεργασία της Παλαιστινιακής Αρχής με το Ισραήλ σε θέματα ασφάλειας την καθιστά «συνυπόλογο» της κατοχής.
Καθώς παρατηρείται τόσο μεγάλο χάσμα εντός των δύο πληθυσμών, αλλά και μεταξύ αυτών, φαίνεται σχεδόν απίθανο να προκριθεί μια λύση δύο κρατών που να είναι αποδεκτή απ’ όλα τα μέρη στο εγγύς μέλλον, παρόλο που έχει πολλούς υποστηρικτές. Υπάρχουν τόσες πολλές προκλήσεις και εμπόδια –πού θα βρίσκονται τα σύνορα, πώς θα αντιμετωπιστούν τόσο οι έποικοι όσο και οι πρόσφυγες, τι θα συμβεί με την Ιερουσαλήμ–, που καμία χώρα δεν φαίνεται να μπορεί να συγκροτήσει μια συνεκτική πολιτική που θα χαίρει της καθολικής έγκρισης εντός των συνόρων της, πόσω μάλλον και από τις δύο πλευρές. Κι έτσι, προς το παρόν, τα τείχη παραμένουν στη θέση τους.
Το σύγχρονο κράτος του Ισραήλ γεννήθηκε μέσα στη βία και αισθάνεται ότι αναγκάζεται να πάει σε πόλεμο ανά κάθε δεκαετία της ύπαρξής του. Η κατάσταση είναι εύθραυστη και δεν χρειάζεται πολύ για να αναζωπυρωθεί η σύγκρουση, όπως είδαμε στα τέλη του 2017, όταν ο τότε πρόεδρος Τραμπ αναγνώρισε επισήμως την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, προκαλώντας αναταραχές σε όλη την περιοχή.
Το Ισραήλ θεωρεί την Ιερουσαλήµ την παντοτινή και αδιαίρετη πρωτεύουσα του κράτους του. Σύµφωνα µε την εβραϊκή θρησκεία, εκεί βρίσκεται ο βράχος πάνω στον οποίο ο Αβραάµ ήταν έτοιµος να προσφέρει τον γιο του Ισαάκ για θυσία, ακριβώς πάνω από τα Άδυτα των Αδύτων, τον ναό δηλαδή του βασιλιά Σολοµώντα. Για τους Παλαιστίνιους, η Ιερουσαλήµ έχει επίσης θρησκευτική σηµασία, µε βαθιά απήχηση µάλιστα σε ολόκληρο τον µουσουλµανικό κόσµο: θεωρείται η τρίτη πιο ιερή πόλη στο Ισλάµ, επειδή, σύµφωνα µε την παράδοση, ο Προφήτης Μωάµεθ ανήλθε στους ουρανούς από τον ίδιο αυτό βράχο, ο οποίος βρίσκεται εκεί που σήµερα είναι «το πιο Αποµακρυσµένο Τζαµί» (το τέµενος Αλ Άκσα).
Από στρατιωτική άποψη, η Ιερουσαλήµ δεν είναι ύψιστης στρατηγικής γεωγραφικής σηµασίας –δεν έχει κάποια βιοµηχανική παραγωγή άξια λόγου, ούτε ποταµούς ούτε αεροδρόµια–, αλλά από πολιτισµική και θρησκευτική άποψη η αξία της είναι ανεκτίµητη: η ιδεολογική σπουδαιότητα του σηµείου είναι πιο σηµαντική από τη γεωγραφική του θέση.
Η Γάζα βρίσκεται µακράν στην πιο δύσκολη θέση από τις δύο παλαιστινιακές «οντότητες» που υπάρχουν αυτή τη στιγµή. Δεν έχει παρά 40 χιλιόµετρα µήκος και 12 χιλιόµετρα πλάτος. Εντός αυτού του χώρου συνωστίζονται περίπου 1,8 εκατοµµύρια άνθρωποι. Στην ουσία, πρόκειται για µια «πόλη-κράτος», που βρίσκεται όµως σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης. Εξαιτίας της διένεξης µε το Ισραήλ, οι πολίτες της είναι εγκλωβισµένοι από τρεις µεριές από ένα τείχος ασφαλείας, το οποίο ανέγειραν το Ισραήλ και η Αίγυπτος, και στα δυτικά τους από τη θάλασσα. Την τελευταία δεκαετία είδαµε έναν ασύµµετρο ανταγωνισµό εξοπλισµών να σηµειώνει δυναµική αύξηση, µε τους αντάρτες στη Γάζα να αναζητούν πυραύλους µεγαλύτερου βεληνεκούς και το Ισραήλ να αναπτύσσει ένα σύστηµα αντιπυραυλικής άµυνας.
Η αστική πυκνότητα της Γάζας την καθιστά µεν ένα εξαιρετικό πεδίο µάχης γι’ αυτούς που την υπερασπίζονται, αλλά για τους πολίτες της είναι ένας εφιάλτης, καθώς δεν έχουν πού να πάνε για να προφυλαχθούν από τον πόλεµο, ούτε υπάρχει δυνατότητα σύνδεσης µε τη Δυτική Όχθη, παρότι η απόσταση µεταξύ των δύο δεν είναι παρά 40 χιλιόµετρα. Μέχρι να επιτευχθεί µια ειρηνευτική συµφωνία, οι πολίτες της Γάζας ούτε να πάνε πουθενά µπορούν ούτε πολλά περιθώρια επιλογών έχουν, µένοντας τελικά απλά εκεί που είναι.
Η Δυτική Όχθη έχει σχεδόν εφτά φορές το µέγεθος της Γάζας, αλλά περιβάλλεται από ξηρά. Μεγάλο µέρος της καταλαµβάνει µια συστάδα βουνών από βορρά προς νότο. Από στρατιωτική άποψη, αυτό δίνει σε όποιον κατέχει τα υψώµατα τον έλεγχο επί της παράκτιας πεδιάδας στη δυτική πλευρά της οροσειράς και επί της κοιλάδας της Ιορδανίας στα ανατολικά. Αφήνοντας στην άκρη την ιδεολογία των εβραίων εποίκων, οι οποίοι επικαλούνται το βιβλικό δικαίωµά τους να κατοικούν στις περιοχές που αποκαλούν Ιουδαία και Σαµάρεια, η θέση των Ισραηλινών είναι ότι από στρατιωτική άποψη δεν γίνεται να επιτραπεί σε µια µη ισραηλινή δύναµη να ελέγχει αυτά τα υψώµατα, καθώς βαριά όπλα µπορούν να βάλουν κατά της παράκτιας πεδιάδας στα ανατολικά, όπου κατοικεί περίπου το 70% του πληθυσµού του Ισραήλ. Στην πεδιάδα αυτή βρίσκονται επίσης τα πιο σηµαντικά οδικά δίκτυα, πολλές από τις επικερδείς εταιρείες τεχνολογίας, το διεθνές αεροδρόµιο και η βαριά βιοµηχανία της χώρας.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους της αξίωσης του Ισραήλ για «ασφάλεια» και της επιµονής του στην άποψη ότι, ακόµα και αν εγκαθιδρυθεί ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, δεν θα είναι δυνατόν να τοποθετήσει στρατό µε βαρύ οπλισµό σε αυτά τα υψώµατα και το Ισραήλ θα πρέπει να διατηρήσει τον έλεγχο των συνόρων µε την Ιορδανία. Επειδή το Ισραήλ είναι τόσο µικρό σε µέγεθος, δεν διαθέτει καθόλου «στρατηγικό βάθος», δεν έχει δηλαδή δυνατότητα σύµπτυξης σε περίπτωση που παραβιαστεί η άµυνά του, και γι’ αυτό τον λόγο, από στρατιωτική άποψη, έχει επικεντρώσει όλες τις προσπάθειές του στο να µην επιτρέψει σε κανέναν να πλησιάσει σε αυτό.
Μακάρι να μπορούσε ο επίλογος αυτού του άρθρου να ήταν τόσο αισιόδοξος όσο το γκράφιτι που δείξαμε παραπάνω, «Τα παιδιά της ειρήνης». Καθώς οι συγκρούσεις στην περιοχή συνεχίζονται, το μέλλον της περιοχής εξακολουθεί να είναι αβέβαιο. Προφανώς για να μπορέσει να λειτουργήσει μια συμφωνία, πρέπει και οι δύο πλευρές να κατανοήσουν το σκεπτικό του αντιπάλου τους, τη νομική και ηθική πλευρά των απαιτήσεών τους και να αναλογιστούν την ιστορία της περιοχής.
ΥΓ: Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τον κόσμο γύρω μας, προτείνουμε ανεπιφύλακτα την τριλογία της Γεωπολιτικής του Tim Marshall. Αιχμάλωτοι της Γεωγραφίας, Υψώνοντας Τείχη, Για μια σημαία.