24.7 C
Athens
Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Το κίνημα για τα δικαιώματα των ζώων, η ιστορία του και τα ηθικά σοκ

 

Το κίνημα για τα δικαιώματα των ζώων, που μερικές φορές ονομάζεται και κίνημα της απελευθέρωσης των ζώων, κίνημα της ατομικότητας των ζώων ή κίνημα υπεράσπισης των ζώων, είναι ένα κοινωνικό κίνημα που επιδιώκει ένα τέλος στην άκαμπτη ηθική και νομική διάκριση μεταξύ ανθρώπινων και μη-ανθρώπινων ζώων, αλλά και στη θεώρηση των ζώων ως ιδιοκτησία. Επιδιώκει ακόμη την παύση της χρήσης των ζώων στις βιομηχανίες έρευνας, τροφίμων, ένδυσης και ψυχαγωγίας.

Είναι ένα από τα λίγα παραδείγματα κοινωνικών κινημάτων που δημιουργήθηκε και διατηρείται σε μεγάλο βαθμό ακαδημαϊκά, από φιλοσόφους.

 

 

Όροι και παρατάξεις

Αν και όλοι οι απελευθερωτές των ζώων πιστεύουν ότι τα μεμονωμένα συμφέροντα των μη-ανθρώπινων ζώων αξίζουν αναγνώριση και προστασία, το κίνημα μπορεί να χωριστεί σε δύο γενικά στρατόπεδα.

Οι συνήγοροι των δικαιωμάτων των ζώων (animal rights advocates) ή αλλιώς οι απελευθερωτές των δικαιωμάτων των ζώων (animal rights liberationists), πιστεύουν ότι αυτά τα βασικά συμφέροντα παρέχουν κάποιου είδους ηθικά δικαιώματα στα ζώα, ή/και θα έπρεπε να αποφέρουν νομικά δικαιώματα σε αυτά· βλ. για παράδειγμα το έργο του Τομ Ρίγκαν (Tom Regan). Οι ωφελιμιστές συνήγοροι των δικαιωμάτων των ζώων, από την άλλη πλευρά (utilitarian animal rights liberationists), δεν θεωρούν ότι τα ζώα κατέχουν ηθικά δικαιώματα, αλλά πιστεύουν, σε ωφελιμιστικό επίπεδο, ότι αφού τα ζώα διαθέτουν την ικανότητα να πονούν, τότε ο πόνος τους θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη σε κάθε φιλοσοφία της ηθικής (σημ.: ο ωφελιμισμός στην απλούστερη μορφή του υποστηρίζει ότι βασίζουμε τις ηθικές μας αποφάσεις στη μέγιστη δυνατή ικανοποίηση όσο το δυνατόν περισσότερων ατόμων). Έτσι, υποστηρίζουν ότι το να εξαιρεθούν τα ζώα από αυτή τη θεώρηση αποτελεί μια μορφή διάκρισης που την ονομάζουν ειδισμό ή σπισισμό (speciesism)· βλ. για παράδειγμα το έργο του Πίτερ Σίνγκερ (Peter Singer).

Παρά τις διαφοροποιήσεις αυτές, οι όροι “απελευθέρωση των ζώων” και “δικαιώματα των ζώων” γενικά χρησιμοποιούνται κατ’ εναλλαγή.

Θα μπορούσαμε επίσης να κάνουμε το διαχωρισμό ανάμεσα στη μεταρρυθμιστική (reformist) ή mainstream παράταξη και τη ριζοσπαστική (radical abolitionist) ή παράταξη άμεσης δράσης (direct action). Η mainstream παράταξη έχει σε μεγάλο βαθμό μετατραπεί σε επάγγελμα και επικεντρώνεται στην προσέλκυση δωρεών και την απόκτηση εκπροσώπησης στα ΜΜΕ. Αυτή η εστίαση στην κινητοποίηση πόρων που αναζητείται μέσω της εναρμόνισης με κυρίαρχα πολιτιστικά πλαίσια οδηγεί σε συμβιβασμό με τους εκάστοτε στόχους. Οι παράγοντες του μεταρρυθμιστικού κινήματος θεωρούν πως το πρόβλημα είναι η κακομεταχείριση των μη-ανθρώπινων ζώων, οραματίζονται μια λύση που περιλαμβάνει κοινωνική μεταρρύθμιση και αναλαμβάνουν πλαίσια δράσης που εμπεριέχουν ηθικά σοκ. Έχει παρατηρηθεί ότι η δύναμη του κινήματος για τα δικαιώματα των ζώων στις ΗΠΑ είναι επικεντρωμένη γύρω από Μη Κερδοσκοπικές Οργανώσεις που προτιμούν μετριοπαθείς στόχους κοινωνικής μεταρρύθμισης και τείνουν να είναι ισομορφικές.

Η ριζοσπαστική παράταξη θεωρεί πως το πρόβλημα είναι η χρήση των μη-ανθρώπινων ζώων, οραματίζεται μια λύση που επεκτείνεται στον βιγκανισμό και αναλαμβάνει πλαίσια δράσης που εμπεριέχουν μια λογική και θεωρητική εστίαση. Ο Γκάρι Φραντσιόνε (Gary Francione), ηγέτης της ριζοσπαστικής παράταξης, διαμόρφωσε την προσέγγισή του σε απάντηση της εστίασης του παραδοσιακού κινήματος στη μεταρρύθμιση πολιτικής. Τα μέλη αυτής της παράταξης θεωρούν τη μεταρρύθμιση πολιτικής αντιπαραγωγική και χρησιμοποιούν ως όπλα πειθούς τη μη-βίαιη εκπαίδευση και την ηθική επιχειρηματολογία. Βλέπουν την προώθηση του βιγκανισμού ως ένα μέσο χαμηλού κόστους ευκαιρίας (opportunity cost) για τη δημιουργία μιας αντισπισιστικής κουλτούρας και την απόθεση οικονομικής απειλής στο αγροτικό-κτηνοτροφικό βιομηχανικό σύμπλεγμα.

Η παράταξη άμεσης ή μαχητικής δράσης χρησιμοποιεί ως όπλα πειθούς την καταστροφή ιδιοκτησίας, τις απελευθερώσεις, τον εκφοβισμό και την άμεση βία, και οραματίζεται μια λύση του προβλήματος χρήσης των ζώων που εστιάζει στην αλλαγή της κοινωνίας διαμέσου της βίας και του φόβου. Οι παράγοντες των δικαιωμάτων των ζώων συχνά απορρίπτουν αυτή την παράταξη, τονίζοντας πως η βία αποτελεί αντιπαραγωγική τακτική και ενθαρρύνει την καταστολή (όπως π.χ. το νόμο Animal Enterprise Terrorism Act στις ΗΠΑ), ενώ θέτει κάποιες οικονομικές ή πολιτικές προκλήσεις στα υφιστάμενα συστήματα.

Μικρότερες παρατάξεις περιλαμβάνουν ομάδες που επικεντρώνονται γύρω από τη θρησκευτική προσέγγιση θεωριών για τα δικαιώματα των ζώων, καθώς και τους βιγκαναρχικούς (veganarchists), των οποίων η προσέγγιση χαρακτηρίζεται από μια κριτική στον καπιταλισμό με την αιτιολογία ότι έχει οδηγήσει στη μαζική εκμετάλλευση μη ανθρώπων, ανθρώπων και περιβάλλοντος.

Οι ερευνητές επισημαίνουν πως όλος αυτός ο κατακερματισμός είναι συχνό φαινόμενο στα κοινωνικά κινήματα και τα βοηθά στο να διατηρούνται υγιή.

 

 

Ιστορικό

Το Κίνημα για τα Δικαιώματα των Ζώων έχει τις ρίζες του στο κίνημα για την προστασία των ζώων την εποχή της Βικτοριανής Αγγλίας, το οποίο δημιουργήθηκε από αριστοκράτες ηθικολόγους σε απάντηση της κακομεταχείρισης αστικών αλόγων και αδέσποτων σκύλων. Άλλες αρχικές επιρροές αποτέλεσαν μεταξύ άλλων: το μυθιστόρημα του Άπτον Σίνκλερ (Upton Sinclair) Η Ζούγκλα (1906), που τράβηξε την προσοχή στις μυστικές δραστηριότητες των σφαγείων· οι συνθήκες του Χένρι Σολτ (Henry Salt) πάνω στα δικαιώματα των μη-ανθρώπινων ζώων, εμπνευσμένες από αμπολισιονιστικά επιχειρήματα που αναγνώριζαν την προσωπικότητα των ανθρώπων που θεωρούνταν ιδιοκτησία· και το Alcott House of New England, μια κοινότητα που κατοικούσε στον Υπόγειο Σιδηρόδρομο (Underground Railroad) των ΗΠΑ και απαιτούσε από τους ενοίκους της να ακολουθούν βίγκαν διατροφή.

Το σύγχρονο κίνημα

Το σύγχρονο κίνημα θεωρείται πως εγκαθιδρύθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο στις αρχές της δεκαετίας του 1970 από μια ομάδα μεταπτυχιακών φοιτητών φιλοσοφικής του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που πλέον είναι γνωστοί ως η “Ομάδα της Οξφόρδης”. Ηγέτες της ομάδας αποτελούσαν οι Ρόσαλιντ (Rosalind) και Στάνλεϊ Γκόντλοβιτς (Stanley Godlovitch), απόφοιτοι της φιλοσοφικής που είχαν πρόσφατα γίνει χορτοφάγοι. Τα αδέλφια Γκόντλοβιτς συνάντησαν τους Τζον Χάρις (John Harris) και Ντέιβιντ Γουντ (David Wood), επίσης απόφοιτους της φιλοσοφικής, οι οποίοι γρήγορα πείστηκαν από τα επιχειρήματα υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων κι έγιναν και αυτοί χορτοφάγοι. Η ομάδα άρχισε να θέτει ενεργά το ζήτημα σε διαπρεπείς ηθικούς φιλοσόφους της Οξφόρδης, όπως ο καθηγητής Ρίτσαρντ Χέαρ (Richard Hare), τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και κατά τη διάρκεια διαλέξεων. Η προσέγγισή τους δε βασιζόταν στο συναισθηματισμό («καλοσύνη προς τα κουτά ζώα»), αλλά στα ηθικά δικαιώματα των ζώων. Σύντομα ανέπτυξαν (και δανείστηκαν) μια γκάμα ισχυρών επιχειρημάτων προς υποστήριξη των απόψεών τους, σε βαθμό που ο κλινικός ψυχολόγος της Οξφόρφης Ρίτσαρντ Ράιντερ (Richard Ryder), ο οποίος θα γινόταν γρήγορα μέλος της ομάδας, γράφει ότι «σπάνια κάποιος σκοπός διαθέτει τόσο λογικά επιχειρήματα και και είναι τόσο καλά διανοητικά εξοπλισμένος».

Το 1965, ένα άρθρο της συγγραφέως Μπρίτζιτ Μπρόφι (Brigit Brophy) στους Sunday Times αποτέλεσε καθοριστικό σημείο στο να ανάψει η σπίθα του κινήματος. Η Μπρόφι έγραψε:

«Η σχέση του Homo Sapiens (ανθρώπου) με τα άλλα ζώα είναι μια σχέση συνεχούς και αδιάλειπτης εκμετάλλευσης. Χρησιμοποιούμε την εργασία τους· τα τρώμε και τα φοράμε. Τα εκμεταλλευόμαστε προς τέρψη των προκαταλήψεών μας: ενώ στο παρελθόν συνηθίζαμε να τα θυσιάζουμε στους θεούς μας και να χρησιμοποιούμε τα εντόσθιά τους για να προβλέψουμε το μέλλον, τώρα τα θυσιάζουμε στο βωμό της επιστήμης και πειραματιζόμαστε στα όργανά τους με την ελπίδα – ή από καθαρή τύχη – να μπορέσουμε να δούμε λίγο πιο ξεκάθαρα στο παρόν».

Οι φιλόσοφοι ανακάλυψαν αυτό το άρθρο και εμπνεύστηκαν από τη σθεναρή μη συναισθηματική πολιτική του. Την ίδια περίπου στιγμή, ο Ράιντερ συνέταξε τρεις επιστολές στην Daily Telegraph, σε απάντηση των επιχειρημάτων της Μπρόφι. Η Μπρόφι διάβασε τις επιστολές του Ράιντερ και τον έφερε σε επαφή με τα αδέλφια Γκόντλοβιτς και τον Τζον Χάρις, οι οποίοι είχαν αρχίσει να σχεδιάζουν την έκδοση ενός βιβλίου πάνω στο θέμα, που ήταν εν μέρει εμπνευσμένο και από την πολεμική της Μπρόφι. Οι φιλόσοφοι είχαν επίσης συναντήσει την Μπρόφι σχετικά με την πιθανότητα έκδοσης μιας συλλογής δοκιμίων πάνω στο ζήτημα. Πίστευαν αρχικά ότι ένα βιβλίο με συνεισφορές των Μπρόφι, Ρουθ Χάρισον (Ruth Harrison), Μορίν Ντάφι (Maureen Duffy) και άλλων γνωστών συγγραφέων θα κινούσε το ενδιαφέρον των εκδοτών, αλλά όταν η αρχική πρόταση απορρίφθηκε από τον πρώτο εκδότη που προσέγγισαν, ο Γκιλς Γκόρντον (Giles Gordon) του Victor Gollancz πρότεινε πως η έκδοση θα ήταν πιο εφικτή αν το έργο περιελάμβανε δικά τους γραπτά. Αυτή ήταν η ιδέα πίσω από το «Ζώα, Άνθρωποι και Ηθική».

Το 1970, ο Ράιντερ επινόησε τον όρο «σπισισμός» (ή «ειδισμός» στα ελληνικά) (speciesism) που τον πρωτοχρησιμοποίησε σε ένα αυτοεκδιδόμενο φυλλάδιο για να περιγράψει την ανάθεση αξίας στα συμφέροντα των όντων βάσει της ιδιότητάς τους να ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο είδος. Ο Ράιντερ στη συνέχεια συνεισέφερε στο έργο Ζώα, Άνθρωποι και Ηθική: Μια Έρευνα για την Κακομεταχείριση των Μη-ανθρώπινων Ζώων (1972), που επιμελήθηκαν τα αδέλφια Γκόντλοβιτς και ο Τζον Χάρις, και που απέκτησε ιδιαίτερα ισχυρή επιρροή. Εξίσου ισχυρή επιρροή απέκτησε και το δοκίμιο της Ρόσαλιντ Γκόντλοβιτς «Ζώο και Ηθική», που εκδόθηκε το ίδιο έτος.

Ήταν σε μια κριτική του Ζώα, Άνθρωποι και Ηθική για το New York Review of Books όπου ο Αυστραλός φιλόσοφος Πίτερ Σίνγκερ πρωτοδιατύπωσε τα κεντρικά του επιχειρήματα με βάση τον ωφελιμισμό και αντλώντας αντιστοιχίες ανάμεσα στην απελευθέρωση των γυναικών και την απελευθέρωση των ζώων. Από την κριτική αυτή γεννήθηκε το έργο “Η Απελευθέρωση των Ζώων”, που εκδόθηκε το 1975, και από πολλούς θεωρείται η “βίβλος” του κινήματος.

Άλλα βιβλία που θεωρούνται σημαντικά περιλαμβάνουν το Η Υπόθεση για τα Δικαιώματα των Ζώων (1983) του φιλόσοφου Τομ Ρίγκαν· το Φτιαγμένοι από Ζώα: Οι Ηθικές Επιπτώσεις του Δαρβινισμού (1990) του Τζέιμς Ρέιτσελς (James Rachels)· το Ζώα, Ιδιοκτησία και Νόμος (1995) του φοιτητή της νομικής Γκάρι Φραντσιόνε (Gary Francione)· το Τραντάζοντας το Κλουβί: Προς τα Νομικά Δικαιώματα των Ζώων (2000) του επίσης φοιτητή της νομικής Στίβεν Μ. Γουάιζ (Steven M. Wise) και το Δικαιώματα των Ζώων και Ηθική Φιλοσοφία (2005) του Τζούλιαν Χ. Φράνκλιν (Julian H. Franklin).

 

 

Το φύλο, η τάξη και άλλοι παράγοντες

Το κίνημα αποτελείται κατά κύριο λόγο από λευκές γυναίκες της ανώτερης και μεσαίας τάξης, κάτι που οφείλεται στις σχέσεις του με το Βικτοριανό κίνημα για την προστασία των ζώων, καθώς και τα αμερικάνικα φεμινιστικά και περιβαλλοντικά κινήματα. Ως εκ τούτου, συνδέεται γενικά στην κοινωνική σφαίρα με τις γυναίκες, τη θηλυκότητα και τη θηλυπρέπεια. Η δημόσια εντύπωση για το κίνημα επηρεάζεται από σεξιστικές αξιολογήσεις· όσοι βρίσκονται εκτός του κινήματος τείνουν να θεωρούν τους ακτιβιστές παράλογους λόγω του υπερβολικά φορτισμένου συναισθηματισμού τους. Γνωρίζοντάς το, οι ακτιβιστές έχουν στρατηγικά ενσωματώσει άντρες σε θέσεις ηγεσίας και θεωρητικής ανάπτυξης, με σκοπό να νομιμοποιήσουν το συνολικό κίνημα και να αντιταχθούν σε δημοφιλείς απόψεις σχετικά με την υπεροχή του συναισθήματος στα κινήματα για τα δικαιώματα των ζώων. Η τακτική αυτή βασίζεται στη διαδεδομένη πεποίθηση ότι οι άντρες αποτελούν ορθολογικά άτομα που δεν ενδίδουν στο συναίσθημα, και ακολουθεί μια γενικότερη τάση στον κοινωνικό ακτιβισμό που επιχειρεί να διαρρήξει τις παραδοσιακές συνδέσεις με τη θηλυκότητα και τις ιδιωτικές σφαίρες δίνοντας έμφαση στον ορθολογισμό, τα δικαιώματα και τη δικαιοσύνη.

Σε μια γνωστή περίπτωση, άτομα που είχαν στοχοποιηθεί από τον αντικυνηγετικό ακτιβισμό χρησιμοποίησαν δείκτες βασιζόμενους στην κοινωνική τάξη και το φύλο για να αξιολογήσουν τους ισχυρισμούς των ακτιβιστών. Οι κυνηγοί συσχέτισαν τον παραλογισμό με τη θηλυκότητα και την απειρία στο κυνήγι και την άγρια φύση με υπαλληλικές θέσεις, κι έτσι απέρριψαν τις κατηγορίες. Αντιθέτως, οι κυνηγοί πλαισίωσαν την έννοια του κυνηγιού, που το ονόμασαν διαχείριση της άγριας πανίδας, με ορθολογικούς, επιστημονικούς και αλτρουιστικούς όρους, νομιμοποιώντας το ως προστατευτικό μέτρο.

Κάποιοι σημειώνουν ότι η σύσταση του κινήματος μπορεί να αποθαρρύνει την κινητοποίηση συγκεκριμένων δημογραφικών στοιχείων. Μια ανάλυση περιεχομένου σε εξώφυλλα περιοδικών από επιφανείς οργανισμούς για τα δικαιώματα των ζώων (PeTA και VegNews) αποκάλυψε ότι τα περισσότερα από τα μέλη που παρουσιάζονταν ήταν λευκά, θηλυκά και αδύνατα. Με αυτό, και με δεδομένη τη σύσταση του κινήματος που χαρακτηρίζεται κυρίως από λευκές αδύνατες γυναίκες, έχει παρατηρηθεί ότι τα επικοινωνιακά μέσα των οργανισμών αυτών φαίνεται να αποτυπώνουν τον τύπο του ιδανικού ακτιβιστή, κι έτσι προσελκύουν αδύνατες λευκές γυναίκες, ενώ αποτρέπουν άλλους. Επίσης τακτικές που επικεντρώνονται στη φυλή, το φύλο και το σωματότυπο μπορεί επίσης να συνεισφέρουν στην αποτροπή εν δυνάμει μελών του κινήματος. Παράδειγμα αποτελούν κάποιες τακτικές που οικειοποιούνται γλωσσικά και οπτικά στοιχεία από το δουλεμπόριο Αφρικανών και το Ολοκαύτωμα κι έχουν στιγματιστεί από μη λευκές κοινότητες. Ακόμη, το κίνημα διατηρεί κάποια ρατσιστικά στερεότυπα σχετικά με την προδιάθεση μη λευκών ατόμων να ασκήσουν βία σε ζώα· τα στερεότυπα αυτά αναδύθηκαν στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία έπειτα από την κατάργηση της δουλείας, όπου η κοινωνία και ο ίδιος ο νόμος θεωρούσαν πως οι μη λευκοί διέθεταν μια έμφυτη τάση προς την κακομεταχείριση των ζώων.

Επιπλέον η σεξουαλικοποίηση της «ιδανικής» γυναίκας χρησιμοποιείται συχνά ως τακτική κινητοποίησης, αλλά μπορεί να αποβεί αντιπαραγωγική, αφού αποξενώνει τις γυναίκες που δεν διαθέτουν τους «ιδανικούς» σωματότυπους. Το σωματικό μέγεθος αποτελεί συνηθισμένη τακτική για την απεικόνιση του βιγκανισμού ως έναν υγιή και θετικό τρόπο ζωής, κι έτσι ευθυγραμμίζεται με τη δημοφιλή συσχέτιση της παχυσαρκίας με την ηθική αποτυχία. Οι τακτικές αυτές ίσως συνεισφέρουν στην ανισότητα των φύλων, αφού οι μη ρεαλιστικές και σεξουαλικοποιημένες απεικονίσεις των γυναικών συνδέονται με την κοινωνική τους υποτίμηση. Η έλλειψη ποικιλίας στην αντιπροσώπευση μπορεί να μειώνει την αξιοπιστία και την εμβέλεια του κινήματος, καθώς μέλη περιθωριοποιημένων ομάδων είναι πιο πιθανό να κινητοποιηθούν όταν εκπροσωπούνται στο κίνημα. Ένα κίνημα χωρίς αποκλεισμούς, με ισχυρή αλληλεγγύη, θα μείωνε το ρίσκο που συνδέεται με τη συμμετοχή (π.χ. κοινωνικό στιγματισμό, έλλειψη εναλλακτικών, νομική δίωξη), βοηθώντας έτσι στην αύξηση και τη διατήρηση της συμμετοχικότητας.

 

 

Τρέχουσα κατάσταση του κινήματος

Το κίνημα φαίνεται ότι έχει πάψει πλέον να βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού. Κατά τις δεκαετίες του 1980 και 1990, ενδυναμώθηκε με την απορρόφηση πλήθους ακαδημαϊκών και επαγγελματιών που που περιελάμβαναν δικηγόρους, ιατρούς, ψυχολόγους, κτηνιάτρους και πρώην ζωοτόμους, ενώ πλέον αποτελεί κοινό θέμα μελέτης σε φιλοσοφικά τμήματα της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Μαθήματα πάνω στους νόμους για τα ζώα διδάσκονται σε 92 από τις 180 νομικές σχολές των ΗΠΑ και το κίνημα έχει κερδίσει την υποστήριξη επιφανών ακαδημαϊκών της νομικής, συμπεριλαμβανομένων των Άλαν Ντέρσοβιτς (Alan Dershowitz) και Λόρενς Τράιμπ (Laurence Tribe) του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Ο νόμος για τα δικαιώματα των ζώων έχει επίσης εμπλουτισθεί με νέα κεφάλαια από διάφορους δικηγορικούς συλλόγους, ενώ εντός του Αμερικανικού Δικηγορικού Συλλόγου προτείνονται συχνά ψηφίσματα που αφορούν τα δικαιώματα των ζώων.

Ο Μάικλ Σοκαράς (Michael Socarras) της δικηγορικής εταιρείας Greenberg Traurig δήλωσε στην Ένωση Αμερικανικών Κολεγίων Ιατρικής: «Παρατηρείται μια πολύ σημαντική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο πολλοί άνθρωποι στις νομικές σχολές αλλά και επαγγελματίες δικηγόροι σκέφτονται για τα ζώα. Η αλλαγή αυτή δεν έχει φτάσει ακόμη στην κοινή γνώμη. Παρ’ όλα αυτά, [στις ΗΠΑ] η κοινωνική αλλαγή μπορεί και πρέπει να προκύψει μέσα από τα δικαστήρια, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν λειτουργούν ως δημοκρατικοί θεσμοί. Γι’ αυτό το λόγο, η εξέλιξη της κοσμοθεωρίας των ελίτ νομικών είναι εξαιρετικά σημαντική…».

Φιλοσοφικοί και νομικοί στόχοι

Το κίνημα έχει ως στόχο να συμπεριλάβει τα ζώα στην κοινωνία της Ηθικής θέτοντας τα βασικά συμφέροντα των μη-ανθρώπινων ζώων ισότιμα με αυτά των ανθρώπων. Ένα τέτοιο βασικό συμφέρον θα ήταν, για παράδειγμα, να μην εξαναγκάζεται κάποιος στον πόνο για λογαριασμό κάποιου άλλου ατόμου, ανθρώπινου ή μη. Τελικός στόχος είναι τα ζώα να μην ανήκουν πλέον στη σφαίρα της ιδιοκτησίας, αλλά να τους αποδοθεί προσωπικότητα, δηλαδή να τους απονεμηθούν νομικά δικαιώματα ώστε να προστατεύονται τα βασικά συμφέροντά τους.

«Ποιοι είμαστε εμείς που έχουμε θέσει τους εαυτούς μας σε αυτό το βάθρο και πιστεύουμε πως μπορούμε να πάρουμε από τους άλλους τα πάντα – συμπεριλαμβανομένης και της ζωής τους – απλώς και μόνο επειδή το θέλουμε; Δεν θα έπρεπε να σταματήσουμε και να σκεφτούμε για ένα λεπτό ότι ίσως να είναι και αυτοί σαν κι εμάς; Άλλα έθνη, άλλα άτομα, άλλες κουλτούρες. Απλώς άλλοι. Όχι υπάνθρωποι, αλλά απλώς διαφορετικοί από τους ανθρώπους».

Οι απελευθερωτές υποστηρίζουν ότι μπροστά στο νόμο τα ζώα έχουν αξία μόνο σχετικά με τη χρησιμότητα ή το όφελος που αποφέρουν στον ιδιοκτήτη τους, ενώ δεν έχουν καμία απολύτως εγγενή αξία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, το κράτος και οι ομοσπονδιακοί νόμοι διαμορφώνουν τους κανόνες που διέπουν τη χρήση των ζώων μόνο βάσει της θέσης τους ως ιδιοκτησία. Οι απελευθερωτές επισημαίνουν ότι οι νόμοι του Τέξας για τη Βιαιότητα στα Ζώα (Texas Animal Cruelty Laws) εφαρμόζονται μόνο σε κατοικίδια που ζουν υπό την κηδεμονία ανθρώπων και εξαιρούν τα πτηνά, τα ελάφια, τα κουνέλια, τους σκίουρους και άλλα άγρια ζώα που δεν κατέχονται από ανθρώπους, ενώ αγνοούν ότι η δικαιοδοσία για τέτοια πλάσματα ανήκει στους διορισμένους από την πολιτεία υπεύθυνους για την άγρια ζωή.

Ο Νόμος για την Ευημερία των Ζώων (Animal Welfare Act) στις ΗΠΑ εξαιρεί «τα καταστήματα κατοικίδιων ζώων,… τις πολιτειακές και κρατικές πανηγύρεις, τις επιδείξεις με ζώα, τα ροντέο, τις εκθέσεις καθαρόαιμων σκύλων και γατών και κάθε πανηγύρι ή έκθεση που έχει ως στόχο να προωθήσει τις κτηνοτροφικές τέχνες και επιστήμες». Δε γίνεται καμία αναφορά στο γεγονός ότι τέτοιες δραστηριότητες υπάγονται στη δικαιοδοσία των σχετικών με την κτηνοτροφία πολιτειακών υπηρεσιών. Το Υπουργείο Γεωργίας δίνει την επιπρόσθετη ερμηνεία ότι ο Νόμος εξαιρεί ακόμη τα ψυχρόαιμα ζώα, αλλά και τα θερμόαιμα ζώα που «δε χρησιμοποιούνται για έρευνα, εκπαίδευση, πειράματα,… εκθετικούς σκοπούς ή ως κατοικίδια, [και] τα αγροτικά ζώα που δε χρησιμοποιούνται για φαγητό, μαλλί ή παραγωγικούς σκοπούς».

Το βασισμένο στο Σιάτλ Great Ape Project (GAP), που ιδρύθηκε από τον Πίτερ Σίνγκερ, αποτελεί μια εκστρατεία ώστε να υιοθετήσουν τα Ηνωμένα Έθνη τη Διακήρυξη των Μεγάλων Πιθήκων (Declaration on Great Apes) η οποία θέτει χιμπαντζήδες, μπονόμπο, γορίλες και ουρακοτάγκους ως μέλη μιας «ισότιμης κοινωνίας» με τα ανθρώπινα όντα. Η διακήρυξη αυτή επιθυμεί να επεκτείνει και στους μη-ανθρώπινους πιθήκους την προστασία τριών βασικών συμφερόντων: το δικαίωμα στη ζωή, την προστασία της ατομικής ελευθερίας και την απαγόρευση των βασανιστηρίων.

 

 

Νομικές αλλαγές που επέφερε το κίνημα

Όσον αφορά την εκστρατεία για την παύση θεώρησης των ζώων ως ιδιοκτησία, το κίνημα είχε αρκετές επιτυχίες σε πολλές χώρες. Το 1992 η Ελβετία αναθεώρησε το σύνταγμά της ώστε τα ζώα να αναγνωρίζονται ως όντα και όχι ως αντικείμενα. Ωστόσο, το 1999 το ελβετικό σύνταγμα γράφτηκε ολοκληρωτικά από την αρχή. Μια δεκαετία αργότερα, η Γερμανία απόδωσε δικαιώματα στα ζώα με μια αναθεώρηση του συντάγματός της το 2002, κι έγινε έτσι η πρώτη χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έπραξε κάτι τέτοιο. Ο γερμανικός Αστικός Κώδικας είχε αναθεωρηθεί αντίστοιχα το 1997. Η αναθεώρηση αυτή, όμως, δεν έχει αποφέρει μέχρι στιγμής μεγάλο αντίκτυπο στην πρακτική του γερμανικού νόμου.

Η μεγαλύτερη ίσως επιτυχία του κινήματος για τα δικαιώματα των ζώων ήταν η παραχώρηση βασικών δικαιωμάτων σε πέντε είδη ανθρωπίδων στη Νέα Ζηλανδία το 1999. Πλέον απαγορεύεται η χρήση αυτών των ειδών στην έρευνα, τον πειραματισμό και τη διδασκαλία. Άλλες κυβερνήσεις, όπως η βρετανική το 1986, είχαν επίσης υλοποιήσει την απαγόρευση τέτοιων πειραμάτων. Ορισμένες άλλες χώρες έχουν ομοίως απαγορεύσει ή περιορίσει σημαντικά τη χρήση μη-ανθρώπινων ανθρωπίδων στην έρευνα. Ακόμη, στις 17 Μαΐου 2013, η Ινδία διακήρυξε ότι όλα τα κητοειδή αποτελούν «μη-ανθρώπινα πρόσωπα».

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπάρχει ένας νόμος για την ευημερία των ζώων (Animal Welfare Act) που εισήχθη το 1966. Ο νόμος αυτός προστατεύει τα ζώα κατά τη διαδικασία της έρευνας, της μεταφοράς και της πώλησης. Σε γενικές γραμμές, τα ζώα προστατεύονται από κάθε είδος βασανισμού, αμέλειας ή φόνου. Έκτοτε έχουν γίνει αρκετές αναθεωρήσεις για τον εκσυγχρονισμό του. Για να κατηγορηθεί κάποιος για κακοποίηση ζώου απαιτείται σύλληψη και δίκη. Πέρα από τον γενικό αυτό νόμο που καλύπτει το σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών, υπάρχουν επιμέρους νόμοι για την προστασία των ζώων που διαφοροποιούνται ανάλογα με την πολιτεία. Αν και υπάρχουν πολιτικές και βαριές συνέπειες, οι νόμοι αυτοί δεν επιβάλλονται με την ίδια πυγμή και αμεσότητα όπως αντίστοιχοι για το κοινό έγκλημα.

 

 

Στρατηγική και ρεπερτόριο τακτικών

Τα νέα μέσα επικοινωνίας, όπως το Διαδίκτυο και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, έχουν χρησιμοποιηθεί ευρύτατα από συντελεστές του κινήματος για τα δικαιώματα των ζώων και τους πολέμιούς τους. Ριζοσπαστικές παρατάξεις του κινήματος βασίζονται σε ιστοσελίδες, ιστολόγια (blogs), podcasts, βίντεο και online forums ώστε να προβάλλουν τον βίγκαν τρόπο ζωής και να συμμετάσχουν σε άλλες προσπάθειες κινητοποίησης, υπερβαίνοντας έτσι τον αποκλεισμό που υπόκεινται από τις κυρίαρχες παρατάξεις του χώρου. Η χρήση του Διαδικτύου έχει επιτρέψει στο κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων να εξαπλωθεί σε διακρατικό επίπεδο. Για παράδειγμα, η θεωρία και το ρεπερτόριο επιχειρημάτων του Κινήματος των Δικαιωμάτων των Ζώων της Κωνσταντινούπολης αντλούν από αντίστοιχες διαφόρων άλλων χωρών που έχουν εξαπλωθεί μέσω του Διαδικτύου. Το Διαδίκτυο χρησιμοποιείται επίσης από τους ακτιβιστές για την οικοδόμηση κοινότητας και την αποφυγή στιγματισμού, και μπορεί να είναι ένα προτιμώμενο μέσο ακτιβισμού για τα περιθωριοποιημένα μέλη, όπως τα παχύσαρκα άτομα.

Το 2001, το Stop Huntingdon Animal Cruelty (SHAC), μια ομάδα για τα δικαιώματα των ζώων που ιδρύθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο με στόχο τον τερματισμό των πρακτικών ζωοτομίας από το Huntingdon Life Sciences (HLS), δημοσίευσε στην ιστοσελίδα της ονόματα στόχων που συνδέονταν με το HLS, τοποθετώντας την εκστρατεία ενάντια στην HLS σε μια καθολικά προσβάσιμη κεντρική πηγή πληροφοριών που επέτρεπε αυξημένη υποστήριξη και συμμετοχή με μειούμενο κόστος ευκαιρίας. Το SHAC.net κατέγραφε στόχους για «κατονομασία και διαπόμπευση», απέστελλε μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας για δράση και διευκόλυνε τη γραπτή και ψηφιακή επικοινωνία μεταξύ ακτιβιστών και στόχων. Όταν αργότερα η βρετανική κυβέρνηση εμπόδισε την ομάδα SHAC να δημοσιεύει αναφορές του ALF στην ιστοσελίδα της, ένας ακτιβιστής δημιούργησε τον ιστότοπο Bite Back, ο οποίος ήταν καταχωρισμένος στις ΗΠΑ κι έτσι επέτρεπε στο ALF να δημοσιεύει αναφορές χωρίς αντίποινα. Πολέμιοι του κινήματος έχουν επίσης χρησιμοποιήσει ICT· αξιωματικοί επιβολής του νόμου έχουν παρακολουθήσει ακτιβιστές της SHAC και έχουν αποδεχτεί στιγμιότυπα ηλεκτρονικών επικοινωνιών ως απόδειξη σε δικαστήρια. Ο Dylan Barr, ο οποίος απέκτησε πρόσβαση σε θυρίδες ηλεκτρονικής αλληλογραφίας της Washington Mutual Bank και 5.000 email, προκάλεσε ζημιές αξίας $5.000 και καταδικάστηκε για εκβιασμό.

Τα ICT έχουν διευκολύνει τις προσπάθειες ακτιβιστών για μυστική παρακολούθηση, μέσω της χρήσης καμερών, Διαδικτύου και τηλεόρασης για τη συλλογή και διάδοση αποδείξεων σε περιπτώσεις κακοποίησης μη-ανθρώπινων ζώων, με στόχο την προσέλκυση δημοσιότητας και την ευαισθητοποίηση πάνω στο κίνημα.

Μυστική παρακολούθηση

Το 1981 ο Άλεξ Πατσέκο (Alex Pacheco) εξέθεσε την παράνομη έρευνα σε μακάκους που διεξήγαγε το εργαστήριο του Έντουαρντ Τάουμπ (Edward Taub) στο Silver Spring του Μέριλαντ. Η αστυνομία έκανε επιδρομή στις ερευνητικές εγκαταστάσεις σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, γεγονός που προσέλκυσε δημοσιότητα στους ισχυρισμούς των πολέμιων της ζωοτομής. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1990 οι Μάικ Ηάσκισον (Mike Huskisson) και Μέλοντι Μακ Ντόναλντ (Melody McDonald) βιντεοσκόπησαν τον Βίλχελμ Φέλντμπεργκ (Wilhelm Feldberg) να πραγματοποιεί παράνομη έρευνα· το ενοχοποιητικό βίντεο δημοσιεύτηκε και το εργαστήριο του Φέλντμπεργκ έκλεισε με συνοπτικές διαδικασίες. Η ομάδα SHAC ιδρύθηκε όταν η Ζούι Μπρόουτον (Zoe Broughton) διεξήγαγε μυστική παρακολούθηση σε ζωοτόμους και ανακάλυψε στοιχεία κακοποίησης μη-ανθρώπινων ζώων. Βίντεο και φωτογραφίες από μυστικές παρακολουθήσεις κυκλοφορούν συχνά τόσο εκτός όσο και εντός Διαδικτύου και χρησιμοποιούνται για την πρόκληση ηθικού σοκ που θα κινητοποιήσει τους θεατές να συμμετάσχουν στο κίνημα. Μέλη της ριζοσπαστικής παράταξης, ιδιαίτερα αυτοί στο στρατόπεδο του Φραντσιόνε, υποστηρίζουν ότι οι γραφικές απεικονίσεις του πόνου που ανακαλύπτεται κατά τις μυστικές παρακολουθήσεις εστιάζουν στη θεραπεία, και όχι στη χρήση, και πως αυτή η εστίαση, ενώ είναι χρήσιμη στην εξασφάλιση της κοινωνικής μεταρρύθμισης, είναι ωστόσο αντιπαραγωγική για τη γενικότερη κατάργηση της εκμετάλλευσης των ζώων.

Μποϊκοτάζ

Οι απελευθερωτές των ζώων συνήθως μποϊκοτάρουν βιομηχανίες που χρησιμοποιούν ζώα. Η σημαντικότερη από αυτές είναι η βιομηχανική κτηνοτροφία, η οποία παράγει την πλειονότητα του κρέατος, των γαλακτοκομικών προϊόντων και αβγών στις βιομηχανικές χώρες. Η μεταφορά των αγροτικών ζώων για σφαγή, η οποία συχνά απαιτεί αυτά να εξάγονται ζωντανά, έχει αποτελέσει τα τελευταία χρόνια ένα σημαντικό ζήτημα για τις ομάδες υποστήριξης των δικαιωμάτων των ζώων, ιδίως στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Σκανδιναβία.

Η συντριπτική πλειονότητα των υπερμάχων των δικαιωμάτων των ζώων υιοθετούν χορτοφαγική ή βίγκαν διατροφή. Μπορεί επίσης να αποφύγουν ρούχα που είναι κατασκευασμένα από δέρματα ζώων, όπως τα δερμάτινα παπούτσια, και δεν χρησιμοποιούν προϊόντα που είναι γνωστό ότι περιέχουν ζωικά παράγωγα. Ακόμη αποφεύγονται όσο είναι δυνατόν προϊόντα που περιέχουν συστατικά που έχουν δοκιμαστεί σε ζώα. Αρκετά κοινά είναι τα μποϊκοτάζ σε επίπεδο εταιρείας. Για παράδειγμα, η εταιρεία Procter & Gamble δοκιμάζει πολλά από τα προϊόντα της σε ζώα, με αποτέλεσμα πολλοί υποστηρικτές των δικαιωμάτων των ζώων να μποϊκοτάρουν εξ ολοκλήρου τα προϊόντα της εταιρείας, είτε έχουν δοκιμαστεί σε ζώα είτε όχι.

Υπάρχει μια αυξανόμενη τάση στο αμερικανικό κίνημα για την αφιέρωση όλων των πόρων στην προβολή της χορτοφαγίας. Τα 9.8 δισεκατομμύρια ζώων που θανατώνονται κάθε έτος στις ΗΠΑ για τροφή υπερβαίνουν κατά πολύ τον αριθμό των ζώων που χρησιμοποιούνται με άλλους τρόπους. Ομάδες όπως οι Vegan Outreach και Compassion Over Killing αφιερώνουν το χρόνο τους για να εκθέτουν πρακτικές της βιομηχανικής κτηνοτροφίας με τη δημοσίευση πληροφοριών για τους καταναλωτές και με την οργάνωση μυστικών ερευνών.

 

 

Ηθικά σοκ

Το ηθικό σοκ είναι μια τακτική κατά την οποία η προσοχή του στόχου εστιάζεται σε μια συγκεκριμένη εκδοχή μιας κατάστασης με σκοπό τη δημιουργία κατακραυγής και τελικά την ενθάρρυνση των στόχων για συμμετοχή στην υποστήριξη ενός κινήματος ή ισχυρισμού. Στο Κίνημα για τα Δικαιώματα των Ζώων τα ηθικά σοκ συχνά χρησιμοποιούνται με τη μορφή γραφικών απεικονίσεων που περιγράφουν λεπτομερώς την κακοποίηση μη-ανθρώπινων ζώων. Το Farm Animal Rights Movement (FARM), ένας δημοφιλής οργανισμός για τα δικαιώματα των ζώων, έχει χρησιμοποιήσει ηθικά σοκ σε μια καμπάνια της κατά την οποία προσφερόταν σε περαστικούς αμοιβή ενός δολαρίου με αντάλλαγμα την παρακολούθηση ενός γραφικού βίντεο που απεικόνιζε τον πόνο μη-ανθρώπινων ζώων. Τα μη-ανθρώπινα ζώα που απεικονίζονται σε ηθικά σοκ συχνά εμφανίζουν κοινά χαρακτηριστικά με ανθρώπινα μωρά (π.χ. μεγάλα κεφάλια και μάτια, κλάμα ή κλαψούρισμα, μικρά, θηλαστικά). Υπάρχει μια συνεχιζόμενη διαμάχη στο Κίνημα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ηθικών σοκ. Έχει βρεθεί ότι πολλοί ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ζώων συμμετέχουν στο κίνημα αφότου έχουν εκτεθεί σε ηθικά σοκ, και ότι τα ηθικά σοκ που εφαρμόζονται σε αγνώστους είναι πιο πιθανό να τους κινητοποιήσουν απ’ ό,τι τα ήδη υπάρχοντα κοινωνικά δίκτυα. Παρ’ όλα αυτά, κάποιες έρευνες δείχνουν και το αντίθετο. Από την άλλη πλευρά, ηθικά σοκ που στοχοποιούν τη γενικότερη δημόσια σφαίρα (π.χ. αυτά που χρησιμοποιούν οι υποστηρικτές του βιγκανισμού) είναι λιγότερο πιθανό να έχουν αποτέλεσμα από αυτές που έχουν πιο απομακρυσμένους και λιγότερο ορατούς στόχους (π.χ. τους ζωοτόμους).

Άμεση δράση

Μια φωτιά, που αποδόθηκε στην Oxford Arson Squad, προκάλεσε ζημιές αξίας £500.000 στο λεμβοστάσιο του Londbridges, Oxfordshire, στις 4 Ιουλίου 2005.
Το κίνημα υιοθετεί πληθώρα προσεγγίσεων και έχει δημιουργηθεί ένα βαθύ σχίσμα όσον αφορά τη χρήση άμεσης δράσης και βίας, με πολύ λίγους ακτιβιστές και συγγραφείς να υποστηρίζουν δημόσια αυτή τη μορφή δράσης. Οι περισσότερες ομάδες απορρίπτουν τη βία κατά προσώπων, τον εκφοβισμό, τις απειλές και την καταστροφή περιουσίας: για παράδειγμα, η Βρετανική Ένωση για την Κατάργηση της Ζωοτομής (British Union for the Abolition of Vivisection, BUAV) και η Animal Aid. Αυτές οι ομάδες επικεντρώνονται στην εκπαίδευση και την έρευνα, καθώς επίσης και στη διενέργεια μυστικών ερευνών σε εγκαταστάσεις όπου γίνονται δοκιμές σε ζώα. Υπάρχουν κάποια στοιχεία σχετικά με τη συνεργασία της BUAV και της ALF: Για παράδειγμα, η BUAV δώριζε χώρο για τα γραφεία της ALF στο Λονδίνο κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1980.

Άλλες ομάδες δεν καταδικάζουν την καταστροφή περιουσίας ή τον εκφοβισμό, αλλά δεν συμμετέχουν οι ίδιες σε τέτοιου είδους ενέργειες. Αντιθέτως, επικεντρώνονται στην εκπαίδευση, την έρευνα, τη διεξαγωγή εκστρατειών στα ΜΜΕ και τις μυστικές έρευνες σε ύποπτες εγκαταστάσεις: για παράδειγμα το People for the Ethical Treatment of Animals (PETA).

Μια τρίτη κατηγορία ακτιβιστών λειτουργεί χρησιμοποιώντας το μοντέλο της ακέφαλης αντίστασης (leaderless resistance), κατά το οποίο εργάζονται σε μυστικά κύτταρα (covert ή clandestine cells) που αποτελούνται από μικρό αριθμό έμπιστων φίλων, ή από ένα άτομο που ενεργεί μόνο του. Τα κύτταρα αυτά συμμετέχουν στην άμεση δράση: για παράδειγμα, πραγματοποιώντας επιδρομές για απελευθέρωση ζώων από εργαστήρια και αγροκτήματα, χρησιμοποιώντας ονόματα όπως το Μέτωπο για την Απελευθέρωση των Ζώων (Animal Liberation Front, ALF), ή χρησιμοποιώντας μποϊκοτάζ και στόχευση οποιουδήποτε ατόμου ή επιχείρησης συνδέεται με το αμφιλεγόμενο εργαστήριο πειραμάτων σε ζώα Huntingdon Life Sciences (HLS), χρησιμοποιώντας κάποιο όνομα καμπάνιας όπως το Stop Huntingdon Animal Cruelty (SHAC). Εμπρησμοί, καταστροφή περιουσίας και βανδαλισμοί έχουν συνδεθεί με διάφορες ομάδες για τα δικαιώματα των ζώων.

Ακτιβιστές, οι οποίοι έχουν πραγματοποιήσει ή απειλούν για πράξεις φυσικής βίας, έχουν ενεργήσει χρησιμοποιώντας τα ονόματα: Animal Rights Militia (ARM), Justice Department, Revolutionary Cells-Animal Liberation brigade (RCALB), Hunt Retribution Squad (HRS) και Militant Forces Against Huntingdon Life Sciences (MFAH).

Ορισμένοι ακτιβιστές έχουν αποπειραθεί εκβιασμό και άλλες παράνομες δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα η εκστρατεία εκφοβισμού για το κλείσιμο της φάρμας Darley Oaks, κατά την οποία έγινε χρήση hate mail, κακόβουλων τηλεφωνημάτων, απειλών για βόμβες, επιθέσεις εμπρησμών και καταστροφή περιουσίας, με αποκορύφωμα την κλοπή του πτώματος της Γκλάντις Χάμοντ (Gladys Hammond), πεθεράς των ιδιοκτητών, από έναν τάφο στο Σταφορντσάιρ. Πάνω από χίλιες επιθέσεις του ALF μέσα σε ένα χρόνο μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο προκάλεσαν υλικές ζημιές αξίας £2.6 εκατομμυρίων, γεγονός που ώθησε κάποιους ειδικούς να ισχυριστούν ότι τα δικαιώματα των ζώων βρίσκονται τώρα στην κορυφή της λίστας των αιτιών για την πρόκληση βίας στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Υπάρχει, επίσης, ένας αυξανόμενος αριθμός «ανοικτών διασώσεων», στις οποίες οι απελευθερωτές εισχωρούν σε επιχειρήσεις ώστε να απομακρύνουν ζώα, χωρίς προσπάθεια απόκρυψης της ταυτότητάς τους. Οι ανοικτές διασώσεις συχνά πραγματοποιούνται από αφοσιωμένα άτομα που είναι πρόθυμα να φυλακιστούν αν γίνουν διώξεις, αλλά μέχρι στιγμής κανένας αγροκτήμονας δεν θέλησε να ασκήσει μήνυση.

Πολλές από τις ιδέες που χρησιμοποιούνται από εκείνους που ασκούν άμεση δράση αναπτύχθηκαν από Βρετανούς ακτιβιστές.

 

 

Στοχοποιώντας ερευνητές

Ακτιβιστές έχουν βάλει στο στόχαστρο μεμονωμένους ερευνητές και έχουν εμφανιστεί στις οικίες τους στη μέση της νύχτας, απειλώντας τις οικογένειες και τα παιδιά τους.

Κατά συντριπτική πλειοψηφία, όμως, το κίνημα για τα δικαιώματα των ζώων είναι ειρηνικό, και κρούσματα βίας έχουν χρησιμοποιηθεί σε προσπάθειες αμαύρωσης του συνόλου του κινήματος.

Ποινικοποίηση των μεθόδων άμεσης δράσης

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ χαρακτηρίζει τις underground ομάδες Μέτωπο για την Απελευθέρωση των Ζώων και Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Γης ως τρομοκρατικές οργανώσεις.

Στις 13 Νοεμβρίου του 2003, ένα επεισόδιο της σειράς “60 Minutes” του CBS News κατήγγειλε ότι οι «οικο-τρομοκράτες» (eco-terrorists), ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών για να αναφερθεί στο Μέτωπο για την Απελευθέρωση των Ζώων και το Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Γης, θεωρούνται από το FBI ως «η μεγαλύτερη εθνική τρομοκρατική απειλή.»

Ο Τζον Λιούις (John Lewis), Αναπληρωτής Βοηθός Διευθυντής της Αντιτρομοκρατικής πτέρυγας του FBI, αναφέρει σε μια συνέντευξη του επεισοδίου ότι οι ομάδες αυτές «έχουν προκαλέσει ζημιές αξίας μεγαλύτερης των 100 εκατομμυρίων δολαρίων σε εθνικό επίπεδο» και ότι «βρίσκονται σε εξέλιξη περισσότερες από 150 έρευνες για οικο-τρομοκρατικά εγκλήματα».

Ο Animal Enterprise Terrorism Act, ο νόμος που επιτρέπει στις ομοσπονδιακές αρχές να «βοηθήσουν στην παρεμπόδιση, την καλύτερη διερεύνηση και δίωξη μεμονωμένων ατόμων που επιδιώκουν να σταματήσουν τη βιοϊατρική έρευνα μέσα από πράξεις εκφοβισμού, παρενόχλησης και βίας», υιοθετήθηκε στις ΗΠΑ το 2006. Έχει επίσης αναφερθεί πως επιφέρει «μια ανατριχιαστική επίδραση» στην ελευθερία του λόγου.

 

 

Δραστηριότητα μεταξύ κινημάτων

Ριζοσπαστικές παρατάξεις για τα δικαιώματα των ζώων αναγνωρίζουν τις διάφορες αδικίες απέναντι σε άλλες ομάδες, δίνοντας έτσι έμφαση στη διασύνδεση ανάμεσα στη διάκριση μεταξύ ανθρώπων και μη-ανθρώπινων ζώων. Στο Διαδίκτυο έχει αρχίσει να αναδύεται ένας διατομεακός προσανατολισμός, τόσο σε ιστοσελίδες όσο και σε κοινωνικά δίκτυα, καθώς και σε δραστηριότητες εκτός διαδικτύου. Στην Τουρκία, ομάδες για τα δικαιώματα των ζώων συχνά συμμετέχουν και σε άλλα κοινωνικά κινήματα, ευθυγραμμίζοντας διαδικτυακές και μη εκστρατείες. Κατά τις διαδηλώσεις στο Πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης το 2013, που ξεκίνησαν ως ένα περιβαλλοντικό κίνημα ενάντια σε προσπάθειες αστικής ανάπτυξης, συμμετείχαν ομάδες από ποικίλα κοινωνικά κινήματα. Ανάμεσά τους υπήρχαν και ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ζώων που είδαν τις διαμαρτυρίες ως μια ευκαιρία για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους σχετικά με τον σπισισμό. Η συμμετοχή τους στις διαδηλώσεις άλλαξε την εντύπωση πολλών παρατηρητών που μέχρι τότε θεωρούσαν τους ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ζώων ως ελιτιστές. Αυτό ενίσχυσε τη νομιμοποίηση και επέτρεψε την επέκταση του δικτύου· το κίνημα για τα δικαιώματα των ζώων στην Κωνσταντινούπολη αποτελείται από παράγοντες που συμμετέχουν σε πολλαπλά κινήματα, όπως το φεμινιστικό, το LGBT+ και το αντιμιλιταριστικό, και αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ κινημάτων έχει οδηγήσει σε αυξανόμενη κάλυψη του βιγκανισμού και των δικαιωμάτων των ζώων από αριστερίζουσες ιστοσελίδες πληροφόρησης στην Τουρκία.

Αντι-κινηματικές ενέργειες

Η εναντίωση στο Κίνημα για τα Δικαιώματα των Ζώων έρχεται κυρίως από εταιρικούς και κυβερνητικούς παράγοντες. Τα ΜΜΕ, οι αγροτικές επιχειρήσεις και οι βιομηχανίες βιοϊατρικής συχνά παρουσιάζουν τους ακτιβιστές με αρνητικές αποχρώσεις, χαρακτηρίζοντας το κίνημα ως μισάνθρωπο, σκανδαλοθηρικό και επικίνδυνο για τις επιστημονικές προσπάθειες και την ευζωία των ανθρώπων εξαιτίας των υψηλών επιπέδων εμπάθειας των ακτιβιστών για τα μη-ανθρώπινα ζώα. Τα ΜΜΕ παρουσιάζουν επίσης συχνά τα μη-ανθρώπινα ζώα ως αντικείμενα. Μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες έχουν πάρει νομικά μέτρα για να εμποδίσουν τους διαδηλωτές από τη στοχοποίησή τους.

Συχνά γίνεται αντιπαραβολή της ριζοσπαστικής παράταξης του Κινήματος για τα Δικαιώματα των Ζώων με τους επικρατούντες μεταρρυθμιστικούς οργανισμούς του κινήματος οι οποίοι θεωρούν τη ριζοσπαστική υπεράσπιση ως ιδεαλιστική και σχισματική. Αυτοί οι οργανισμοί για τα δικαιώματα των μη-ανθρώπινων ζώων που προσανατολίζονται στη μεταρρύθμιση χρησιμοποιούν τους πόρους τους για να αντιπαρατεθούν στους ριζοσπαστικούς ισχυρισμούς.

Ένα άλλο παράδειγμα βλέπουμε στο δημοψήφισμα της Ελβετίας το 1998, στο οποίο οι ισχυρισμοί των πολέμιων της ζωοτομής ότι η έρευνα στα ζώα θα πρέπει να απαγορευτεί αντικρούστηκε με επιχειρήματα που κινητοποίησαν ακόμα περισσότερο την κοινή γνώμη. Οι πολέμιοι της ζωοτομής παρουσίαζαν την έρευνα στα ζώα ως μέσο για τη διευκόλυνση της γενετικής τροποποίησης τροφίμων με την ελπίδα ότι θα προκαλέσουν το γενικό φόβο, αλλά οι ισχυρισμοί τους ανατράπηκαν από επιστήμονες και ερευνητές οι οποίοι παρουσίασαν τη ζωοτομή ως ιατρικά απαραίτητη για την εξασφάλιση της ανθρώπινης ευζωίας.

 

 

-Πηγή πληροφοριών: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

  • Οι πίνακες ζωγραφικής είναι του Φιλανδού καλλιτέχνη Samuli Heimonen. Μέσα από τα σουρεαλιστικά έργα ζωγραφικής του, διερευνά τα μεγάλα ερωτήματα της ανθρωπότητας, χρησιμοποιώντας τη μεταφορά και την αγάπη του για τα ζώα και τη φύση ως έναν τρόπο έκφρασης.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -