Οι Fenian ήταν ένα κίνημα που είχε δημιουργηθεί το 1848 από εξόριστους Ιρλανδούς στις ΗΠΑ και την Αγγλία βασικά, και που είχε ως στόχο του την επίτευξη με κάθε τρόπο της ανεξαρτησίας της Ιρλανδίας.
Ο φενιανισμός:
Ιρλανδικό εθνικιστικό κίνημα που πήρε την ονομασία του από τη μυστική εταιρεία των φένιαν, της οποίας η δράση αναπτύχθηκε κυρίως κατά τη διάρκεια τού 1860, στην Ιρλανδία, στις ΗΠΑ, στη Βρετανία κ.α.
[Ετυμολογία: Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. fenianism < fenian «φένιαν» < ιρλδ. feinne ή fiann < Finn Μac Cumhai όν. αρχηγού θρυλικής ομάδας Ιρλανδών πολεμιστών]
Από τη Χειραφέτηση ως το μεγάλο λιμό και την εξέγερση του 1848
Από το 1830 ως το ξέσπασμα του μεγάλου λιμού της περιόδου 1846-1851, κύριο χαρακτηριστικό της ιρλανδικής εσωτερικής πολιτικής υπήρξε η απόπειρα να γίνουν πράξη οι μεταρρυθμίσεις που απέρρεαν από την Καθολική χειραφέτηση του 1829.
Η ριζοσπαστικοποίηση όμως του ιρλανδικού εθνικού κινήματος δεν υπήρξε αποτέλεσμα μόνο των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων στις σχέσεις τόσο μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών στην Ιρλανδία όσο και μεταξύ των δύο τελευταίων με τους Άγγλους. Ήταν αποτέλεσμα και της οικονομικής επανάστασης των αρχών του 19ου αιώνα, ειδικά στη Βρετανία, που προκάλεσε τον μεγαλύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό που υπέστη ο κόσμος από την εποχή της ίδρυσης των πόλεων, η οποία είχε καταστροφικές συνέπειες ειδικά για την Ιρλανδία, και η οποία, σε μεγάλο βαθμό, άλλαξε την πολιτική του ιρλανδικού εθνικού κινήματος, κάνοντάς το απείρως πιο επαναστατικό.
Η επανάσταση στον τομέα της έγγειας ιδιοκτησίας αποτελούσε την πολιτική πλευρά της διάσπασης της παραδοσιακής αγροτικής κοινωνίας. Η εισβολή της νέας αγροτικής οικονομίας και της παγκόσμιας αγοράς αποτέλεσε την οικονομική της πλευρά. Στην περίοδο 1787-1848 αυτός ο οικονομικός μετασχηματισμός ήταν ακόμα ατελής, όπως φαίνεται από τον πολύ περιορισμένο ρυθμό της μετανάστευσης. Οι σιδηρόδρομοι και τα ατμόπλοια δεν είχαν ακόμα αρχίσει να δημιουργούν μία ενιαία παγκόσμια γεωργική αγορά, και αυτό ως τη μεγάλη ύφεση της γεωργίας προς τα τέλη του 19ου αιώνα. Η τοπική γεωργία ήταν συνεπώς κατά μεγάλο μέρος προφυλαγμένη από τον διεθνή, ή ακόμα και από τον διαπεριφερειακό ανταγωνισμό. Ο βιομηχανικός ανταγωνισμός δεν είχε ακόμα επηρεάσει σημαντικά τις πολυάριθμες χειροτεχνίες του χωριού και τις οικιακές βιοτεχνίες. Ίσως έστρεψε κάποιες από αυτές στην αυξημένη παραγωγή για ευρύτερες αγορές. Οι νέες γεωργικές μέθοδοι, εκτός από τις περιοχές με επιτυχημένη καπιταλιστική γεωργία, άρχισαν να διεισδύουν στην ύπαιθρο με πολύ αργό ρυθμό, μολονότι οι νέες βιομηχανικές καλλιέργειες, ιδίως του ζαχαρότευτλου, καθώς και αυτές του καλαμποκιού και της πατάτας, σημείωσαν εντυπωσιακή πρόοδο. Χρειάστηκε μία εξαιρετική οικονομική συγκυρία, όπως η άμεση γειτνίαση με μία άκρως βιομηχανική οικονομία και η αναχαίτιση της ομαλής ανάπτυξης, για να προκληθεί σε μία αγροτική κοινωνία πραγματικά συγκλονιστική μεταβολή με καθαρά οικονομικά μέσα. Αυτή η συγκυρία υπήρξε, και η συγκλονιστική μεταβολή επήλθε πράγματι στην Ιρλανδία.
Στην Ιρλανδία η κατάσταση ήταν πραγματικά δραματική. Εδώ ένας πληθυσμός από μικρούς, οικονομικά καθυστερημένους, άκρως ανασφαλείς ενοικιαστές γης, που μετά βίας εξασφάλιζε τα προς το ζην από την καλλιέργειά της, πλήρωνε τεράστια ενοίκια σε ένα μικρό σώμα Βρετανών και Ιρλανδών Προτεσταντών γαιοκτημόνων που δεν την καλλιεργούσαν οι ίδιοι και κατά κανόνα έμεναν μακριά από τα κτήματά τους. Εκτός από το βορειοανατολικό της τμήμα (Ulster), η χώρα είχε από καιρό αποβιομηχανιστεί χάρη στη μερκαντιλιστική πολιτική της βρετανικής κυβέρνησης και, πιο πρόσφατα, με τον ανταγωνισμό της βρετανικής βιομηχανίας. Μία και μόνη τεχνική καινοτομία, η αντικατάσταση των παλαιών καλλιεργειών με την πατάτα, επέτρεψε να αυξηθεί σημαντικά ο πληθυσμός, διότι ένα στρέμμα γης φυτεμένο με πατάτα μπορεί να θρέψει περισσότερους ανθρώπους παρά ένα στρέμμα χόρτο ή ό,τι άλλο. Η ζήτηση των γαιοκτημόνων για τον μέγιστο αριθμό ενοικιαστών και, αργότερα, για εργατική δύναμη που θα καλλιεργούσε τα νέα κτήματα τα οποία τροφοδοτούσαν την αναπτυσσόμενη βρετανική αγορά, ευνόησε τον πολλαπλασιασμό των μικρών κλήρων: ως το 1841, στο Connacht,1 το 64% των μεγάλων κτημάτων είχαν έκταση μικρότερη από 20 στρέμματα, χωρίς να υπολογίσουμε τον άγνωστο αριθμό των μικροσκοπικών κλήρων με έκταση κάτω από 4 στρέμματα. Έτσι, κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα και τα πρώτα χρόνια του 19ου, ο πληθυσμός αυξήθηκε σημαντικά και ζούσε με κάπου μισό ως ένα κιλό πατάτες την ημέρα ανά άτομο και, τουλάχιστον ως τη δεκαετία του 1820, με λίγο γάλα και, κάπου κάπου, λίγη ρέγκα. Ο πληθυσμός αυτός ζούσε σε φτώχεια που όμοια της δεν υπήρχε στη δυτική Ευρώπη.2
Εφόσον δεν υπήρχε εναλλακτική απασχόληση (η εκβιομηχάνιση είχε αποκλειστεί) μπορούσε να προβλέψει κανείς με μαθηματική ακρίβεια το τέλος αυτής της κατάστασης. Μόλις ο πληθυσμός θα αυξανόταν τόσο ώστε να απορροφήσει και το τελευταίο κομματάκι βαλτότοπου όπου θα μπορούσε να καλλιεργηθεί πατάτα θα ερχόταν η καταστροφή. Λίγο μετά το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια της. Η έλλειψη τροφίμων και οι επιδημίες άρχισαν να αποδεκατίζουν ένα λαό του οποίου τη δυσφορία μπορεί κανείς ευκολότατα να καταλάβει. Οι κακές σοδειές και οι αρρώστιες στα σπαρτά ήταν απλώς και μόνο η χαριστική βολή για έναν πληθυσμό ήδη καταδικασμένο. Κανείς δε γνωρίζει και κανείς ποτέ δε θα μάθει ακριβώς το ανθρώπινο κόστος του μεγάλου ιρλανδικού λιμού του 1847, που ήταν και η μέγιστη ανθρώπινη καταστροφή στην ευρωπαϊκή ιστορία της περιόδου 1815-1914. Σύμφωνα με κατά προσέγγιση υπολογισμούς, περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι πέθαναν από την πείνα ή από τις συνέπειές της και άλλο ένα εκατομμύριο εγκατέλειψαν το ταλαιπωρημένο νησί μεταξύ του 1846 και του 1851. Το 1820 η Ιρλανδία είχε κάτι λιγότερο από 7 εκατομμύρια κατοίκους. Το 1846 είχε περίπου 8,5 εκατομμύρια, και έκτοτε μειώνεται συνεχώς με τη μετανάστευση.3 Heu dira fames! έγραφε ένας ιερέας, επιστρέφοντας στο ύφος των χρονικογράφων του Μεσαίωνα, Heu saeva hujus memorabilis anni pestilenti.4 Μεταξύ 1841 και 1911, η Ιρλανδία έχασε σχεδόν τον μισό πληθυσμό της.5
Τον Αύγουστο του 1848, ακολουθώντας το παράδειγμα της υπόλοιπης Ευρώπης, και υπό τη δραματική κατάσταση που είχε προκαλέσει ο λιμός, η Ιρλανδία ξεσηκώθηκε, σε μία εξέγερση που εξελίχτηκε σε μία σειρά αψιμαχιών με την αστυνομία, η οποία γρήγορα τελείωσε με τη σύλληψη και τον εκτοπισμό των ηγετών της εξέγερσης, η οποία έτσι και αλλιώς ποτέ δεν έλαβε μαζικό χαρακτήρα. Οι ακραίες διαστάσεις που έλαβε ο λιμός εξηγούν, σε μεγάλο βαθμό, γιατί δεν έγινε επανάσταση στην Ιρλανδία, παρότι υπήρχε σαφώς επαναστατικό πνεύμα, και οι Ιρλανδοί μετανάστες πρέπει να υπήρξαν βασικοί υποστηρικτές των σχεδίων των Χαρτιστών για εξέγερση στην Αγγλία κατά τη διάρκεια του 1848. Ένας άλλος παράγοντας στον οποίο πρέπει να δοθεί έμφαση ήταν η τεράστια αστυνομική παρουσία. Υπήρχαν 13.000 αστυνομικοί στην Ιρλανδία των μέσων του 19ου αιώνα, δηλαδή ένας για κάθε 500 κατοίκους, δεκατέσσερις φορές περισσότερους από την Πρωσία, το απολυταρχικό “αστυνομικό κράτος”, και τέσσερις φορές περισσότεροι από τη Γαλλία, την πιο αστυνομοκρατούμενη χώρα της ηπειρωτικής Ευρώπης.6
Η εμφάνιση των Φένιανς: ιδεολογία και δράση
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1850 οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιρλανδία φαίνονταν να σταθεροποιούνται σε ένα αρκετά βολικό, για τη βρετανική ηγεσία, καθεστώς. Οι γαιοκτήμονες χρησιμοποιούσαν την εξουσία τους προκειμένου να εξασφαλίσουν τις ψήφους των ενοίκων τους, και συμφέροντα μάλλον παρά πολιτικές αρχές κινούσαν τα νήματα. Και ενώ αυτή η ευνοϊκή κατάσταση φαινόταν ότι μπορούσε να εξασφαλίσει την ειρήνη για δεκαετίες, μία νέα οργάνωση δημιουργήθηκε στην Ιρλανδία για να εκμεταλλευτεί την αγγλογαλλική ένταση που κατάτρεχε το Ηνωμένο Βασίλειο στα τέλη της δεκαετίας του 1850: η Αδελφότητα των Fenians (Fenian Brotherhood).
Eίναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς το μύθο και την πραγματικότητα του Φενιανισμού. Πολλές φορές έχει μπει στο μικροσκόπιο της σύγχρονης ιστορικής έρευνας, παρόλα αυτά η δυναμική του, τα κίνητρά του, η ιδεολογία του και το πόσο σοβαρή απειλή υπήρξε για το βρετανικό κράτος είναι ζητήματα που ακόμα παραμένουν ανοιχτά. Η Αδελφότητα ιδρύθηκε από τον James Stephens στο Δουβλίνο το 1858 και οφείλει κάποια από τα χαρακτηριστικά της στους Ενωμένους Ιρλανδούς (United Irishmen). Όπως και οι τελευταίοι αναζητούσαν ξένη, κατά βάση τη γαλλική, βοήθεια. Ανέπτυξε όμως δύο χαρακτηριστικά που την απομάκρυναν από τις παλαιότερες οργανώσεις στην Ιρλανδία. Είχε αγροτική πολιτική, η οποία διακήρυσσε ότι “η γη είναι ιδιοκτησία του λαού” και όχι “κληρονομιά της προνομιούχας τάξης”. Έτσι έπρεπε “να αποσπαστεί από το κράτος με τέτοιους όρους ώστε να προστατεύουν και να προωθούν τα συμφέροντα του λαού”.7
Oι Fenians ήταν ακούραστοι επικριτές των γαιοκτημόνων, το ίδιο όμως και των πλουσίων αλλά και εύπορων αγροτών, ιδιαίτερα εκείνων που μετέτρεπαν τη γη τους σε βοσκοτόπια, στερώντας έτσι από τη φτωχή εργατιά και την τελευταία της ελπίδα για κάποιο εισόδημα. Κινήθηκαν ιδεολογικά πέρα από τον μεσοαστικό ριζοσπαστισμό του 1798 και τους ρομαντικούς του 1848, και κέρδισαν την υποστήριξη των νέων, των πόλεων και των κωμοπόλεων, των Ιρλανδών στο βρετανικό στρατό και των Ιρλανδών που ζούσαν στη Μεγάλη Βρετανία. Ένας κατάλογος ονομάτων που θεωρούνταν ύποπτοι ως Fenians, που συντάχθηκε στο Κάστρο του Δουβλίνου μεταξύ του 1866 και του 1871, περιλαμβάνει ένα δάσκαλο της δημόσιας εκπαίδευσης, έναν εργάτη υφασματοπωλείου, έναν επόπτη δημοσίων έργων, ένα βοηθό υφασματέμπορου, έναν εκδότη εφημερίδας, έναν πράκτορα εφημερίδων, έναν υφασματέμπορο, έναν καταστηματάρχη, έναν οπλίτη του 84ου Συντάγματος Πεζικού, ένα βαρελά, ένα φοιτητή ιατρικής, έναν πράκτορα ασφαλιστικής εταιρείας, έναν παπουτσή και έναν εμπορικό υπάλληλο.8
Επρόκειτο για μία ετερόκλητη ομάδα και αν τα μέλη της είχαν κάτι κοινό ήταν ότι κανείς τους δεν προερχόταν από τον σκληρό πυρήνα της αγροτικής Ιρλανδίας: τους ανερχόμενους ενοικιαστές γης. Αυτό αποτελούσε μεγάλη αδυναμία, όπως αποτελούσε και το γεγονός ότι δεν μπορούσαν να συμβιβαστούν με τον ρόλο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στην Ιρλανδία. Παρόλα αυτά οι Fenians δεν ήταν τόσο εχθρικοί απέναντι στη θρησκεία όπως πίστευαν οι μεταγενέστεροι μελετητές τους. “Ποτέ δεν είχαμε πρόθεση να χρησιμοποιήσουμε ούτε μία λέξη ενάντια στους ιερείς ως υπουργούς της θρησκείας”, έγραψε ο Fenian Charles Kickham.9
Σε καμία περίπτωση, τους Fenians δεν τους χαρακτήριζε αντικληρικανισμός. Και παρά την εχθρότητα της καθολικής ιεραρχίας, η οποία φοβόταν ότι η Ιρλανδία υπέφερε από τον άθεο επαναστατικό πυρετό της ηπειρωτικής Ευρώπης, πολλά μέλη του κατώτερου κλήρου συμπαθούσαν τους Fenians. Έτσι η Αδελφότητα είχε βρεθεί εγκλωβισμένη: ούτε διέκοψε αποφασιστικά τις σχέσεις με την Εκκλησία με τέτοιο τρόπο που θα έκανε τον κοσμικό εθνικισμό της πραγματικότητα, ούτε δέχτηκε να υποταχθεί στην Εκκλησία προκειμένου να κερδίσει την υποστήριξή της, η οποία ήταν απαραίτητη αν ο Φενιανισμός ήθελε να πάρει με το μέρος του την πλειοψηφία των Ιρλανδών.
Οι Fenians δεν έμοιαζαν με σοβαρή απειλή. Έγραφαν πολύ, μιλούσαν, έβγαζαν δημόσιους λόγους και διαφωνούσαν μεταξύ τους. Ήταν, ωστόσο, τυχεροί διότι τις δεκαετίες του 1850 και 1860 ήταν ευνοϊκή συγκυρία το να είσαι Ιρλανδός και Καθολικός. Ρωμαιοκαθολικοί από την Ιρλανδία εντυπωσίαζαν στην Ευρώπη, πολεμώντας στην Ιταλία (για λογαριασμό της Γαλλίας και κατά των Αυστριακών) και, το 1861, έδειξαν τη στρατιωτική τους ανδρεία στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865). Οι Fenians προχώρησαν σε μία προπαγανδιστική κίνηση “συμβολικού” πραξικοπήματος όταν μετέφεραν το σώμα του νεκρού Terence Bellew MacManus, από την Αμερική στο Δουβλίνο και του έκαναν μία εντυπωσιακή κηδεία τον Νοέμβριο του 1861.10
Ήταν πολύ δύσκολο όμως όλες αυτές οι εκδηλώσεις τιμής και συναισθηματικής υπερηφάνειας να μετατραπούν σε πολιτικό αγώνα. Ακόμα και μία μεγάλη συγκέντρωση, όπως αυτή στην κηδεία του ΜacManus, δεν αποτελούσε απαραίτητα σημάδι ότι το έθνος θα υποστήριζε μία ενδεχόμενη επανάσταση. Το 1867 οι Fenians έδωσαν επιτέλους το πρώτο τους χτύπημα με στόχο την απελευθέρωση. Αποδείχτηκε σποραδικό, χωρίς σημαντική υποστήριξη, που σύντομα κατεπνίγη. Μέλη των Fenians στη Μεγάλη Βρετανία δεν κατάφεραν πολλά περισσότερα, παρόλα αυτά όμως, οι επιθέσεις τους είχαν σημαντικό αντίκτυπο στη βρετανική κοινή γνώμη. Η άμεση και βίαιη βρετανική καταστολή έδωσε στους Fenians την τόσο αναγκαία για αυτούς ενίσχυση της δημόσιας εικόνας τους. Το Νοέμβριο του 1869 τρεις Fenians κρεμάστηκαν γιατί είχαν πάρει μέρος σε μία απόπειρα απόδρασης που κατέληξε στο θάνατο ενός αστυνομικού στο Manchester. Oι τρεις σύντομα έγιναν τραγούδι και γρήγορα έγιναν γνωστοί ως “Μάρτυρες του Μanchester”. Ετήσια προσκυνήματα γίνονταν στη μνήμη τους. Αυτό φυσικά ενδυνάμωσε ακόμα περισσότερο τη σύνδεση εθνικισμού και Καθολικισμού, παρά την τυπική καταδίκη του Φενιανισμού από τον Πάπα το 1870. Η “αγάπη για την πατρίδα” και η “αγάπη για τη θρησκεία”, όπως παρατηρούσε ο Καρδινάλιος Paul Cullen, ήταν πλέον αδιαχώριστες.11
Oι Ιρλανδοί Καθολικοί πέρασαν, μέσω του Φενιανισμού, σε μία περίοδο εκ νέου ανακάλυψης της συνείδησής τους, αλλά παρέμενε το βασικό ζήτημα: θα μπορούσαν να τη μετατρέψουν σε πολιτικό λόγο; Η βρετανική κυβέρνηση θορυβήθηκε από τις εξελίξεις στην Ιρλανδία, ειδικά και μετά την καμπάνια του Ιουλίου του 1869, που ζητούσε αμνηστία για τους φυλακισμένους Fenians. Είχε έρθει η ώρα τo ζήτημα της αυτοδιάθεσης (Home Rule) της Ιρλανδίας, έστω και σε κάποιο βαθμό, να συζητηθεί σοβαρά. Έπρεπε να γίνουν μεταρρυθμίσεις και να βρεθεί η χρυσή τομή όσον αφορά τις σχέσεις Καθολικών και Προτεσταντών. Όλα αυτά φυσικά μέσα στο πλαίσιο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Η επίτευξη αυτών των δύο απαραίτητων προϋποθέσεων που θα οδηγούσε στην αυτοδιάθεση επρόκειτο να κυριαρχήσουν στην πολιτική σκηνή Αγγλίας και Ιρλανδίας από το 1870 και ως το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου.
Ο Charles Parnell, η κρίση του 1879-1891 και η πορεία προς το καθολικό δικαίωμα ψήφου
Η εμφάνιση του Charles Stewart Parnell (1846-1891) στο πολιτικό σκηνικό δυναμίτισε ακόμα περισσότερο την ήδη τεταμένη, από τις αποτυχίες της βρετανικής κυβέρνησης να προσφέρει μία βιώσιμη λύση στο πρόβλημα, ατμόσφαιρα. Ο τελευταίος αναζητούσε υποστηρικτές ανάμεσα στα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία του ιρλανδικού εθνικισμού. Το 1876 έγινε διαβόητος όταν δήλωσε ότι οι “Μάρτυρες του Manchester”, δεν ήταν δολοφόνοι όπως τους αποκαλούσαν οι Άγγλοι. Τον Αύγουστο του 1877 εκλέχτηκε πρόεδρος της Ομοσπονδίας υπέρ της Αυτοδιάθεσης της Μεγάλης Βρετανίας (Home Rule Confederation of Great Britain), μίας οργάνωσης της οποίας ο εθνικισμός ήταν πιο ανεπτυγμένος από αυτόν των περισσότερων Ιρλανδών. Το Μάρτιο του 1878, στο Λονδίνο, ο ίδιος συναντήθηκε μυστικά με ηγέτες των Fenians προκειμένου να συζητήσουν μία αμοιβαία συνεργασία. Όλα τα παραπάνω έκαναν τις αρχές να ασχοληθούν με τον Parnell, παρόλα αυτά δεν αποτελούσε, ακόμα, σοβαρό κίνδυνο. Ο ίδιος και το Ιρλανδικό Κόμμα υπέρ της Αυτοδιάθεσης (Irish Home Rule Party) ήλπιζαν, στην καλύτερη περίπτωση, να πετύχουν μία μεταρρύθμιση της τοπικής κυβέρνησης. Η καριέρα του και η εθνικιστική πολιτική του, όμως, πήραν μία νέα τροπή από ευρύτερες εξελίξεις, οι οποίες βρίσκονταν πέρα από τον έλεγχό τους. Μία νέα επανάσταση ήταν ήδη στα σκαριά. Η αγροτική οικονομική ύφεση του 1878 απείλησε να βυθίσει την Ιρλανδία, και ιδίως τη δυτική Ιρλανδία, σε μία επισιτιστική κρίση, χειρότερη ίσως και από το “μαύρο ’47”. Αυτό δεν έγινε πραγματικότητα, ωστόσο η ύφεση υπήρξε εξαιρετικά επώδυνη, αρκετά ώστε να πλήξει την πλειονότητα των μικρών ενοικιαστών γης και πολλούς εύπορους αγρότες. Η διαφορά με τις προηγούμενες κρίσεις ήταν ότι αυτή τη φορά υπήρχε στη δυτική Ιρλανδία ένα μαζικό και καλά οργανωμένο κίνημα. Αυτό ήταν αποκλειστικά επίτευγμα των ντόπιων ακτιβιστών.12
Δε θα μπούμε σε λεπτομέρειες για την κοινωνική έκρηξη στην Ιρλανδία που, εξαιτίας της ύπαρξης αυτού του κινήματος, κράτησε πάνω από μία δεκαετία, με συνεχείς εξεγέρσεις και τρομοκρατική δράση. Το κύριο επίτευγμά της ήταν ότι ανάγκασε τους Βρετανούς να παραχωρήσουν καθολικό δικαίωμα ψήφου.
Παραπομπές
1. Μία από τις τέσσερις επαρχίες της Ιρλανδίας. Οι άλλες τρεις είναι το Munster, το Leinster και το Ulster. Βλέπε και το χάρτη στο τέλος που προέρχεται από το έργο του Κ.ΤHEODORE ΗΟPPEN, Ireland since 1800: Conflict and Conformity (London, 1989), σελ. xiv.
2. Κ.Η. CONNELL, “Land and Population in Ireland”, Economic History Review, II, 3, 1950, σελ. 285, 288.
3. Ε.J. HOBSBAWM, Η Εποχή των Επαναστάσεων, 1789-1848, σελ. 234-237.
4. S.H. COUSENS, “Regional Death Rates in Ireland during the Great Famine”, Population Studies, XIV, 1, 1960, σελ. 65.
5. E.J. HOBSBAWM, H Εποχή των Αυτοκρατοριών, 1875-1914, σελ. 72.
6. J. SPERBER, The European Revolutions, 1848-1851, σελ. 261.
7. Irish People, 30 Ιουλίου 1864.
8. State Paper Office of Ireland (SPOI), Irish Crimes Records 1866-1872, VIIIB, W.P. 3/6, 7.
9. D.G. BOYCE, Ireland, 1828-1923: From Ascendancy to Democracy, σελ. 41.
10. R.V. COMERFORD, The Fenians in context: Irish politics and society, 1848-1882 (Dublin, 1985), σελ. 74-80.
11. D.G. BOYCE, Ireland, 1828-1923: From Ascendancy to Democracy, σελ. 42.
12. Ο.π., σελ. 47-48.
- Αρχική εικόνα: Οι Fenians επιτίθενται σε βρετανικό αστυνομικό φορτηγό και απελευθερώνουν κρατούμενους. Αρχείο Hulton / Getty Images