23.4 C
Athens
Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2024

“Τα παιδιά του ήλιου”, αλληγορία και επαναστατικό προμήνυμα από τον Γκόρκι

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

«Η ευτυχία μοιάζει μικρή όταν την κρατάς στα χέρια σου. Άφησέ την να φύγει και θα δεις πόσο μεγάλη και πολύτιμη είναι». (Μαξίμ Γκόρκι)

H λογοτεχνία του Γκόρκι είναι ποτισμένη βαθιά από την αλήθεια της ανθρώπινης φύσης. Μας υπενθυμίζει γιατί υπάρχουν συγγραφείς που μας έκαναν να αγαπήσουμε το διάβασμα και να διαβάζουμε τη ζωή των ηρώων τους σαν να ζούμε τη δική μας. Η επιτυχία του είναι η αποτύπωση της ανθρώπινης ανασφάλειας και των πόθων σε μία κοινωνία που οι άνθρωποί της έχουν φραγμούς, εκφράζουν πάθη και αγωνίες, ενθουσιάζονται και απογοητεύονται, επαναστατούν, ερωτεύονται ή σκέφτονται να ερωτευτούν, βρίσκουν αντίκρισμα ή αποχωρούν νικημένοι.
Το 1905, ο Μαξίμ Γκόρκι, «συνεχίζοντας από κει που σταμάτησε ο Τσέχωφ», γράφει “Τα παιδιά του ήλιου”, ενώ βρίσκεται ακόμα στη φυλακή μετά την αιματηρή καταστολή των μεγάλων διαδηλώσεων στην Αγία Πετρούπολη από τη φρουρά του τσάρου, που πυροδότησε ουσιαστικά την πρώτη ρωσική επανάσταση.
Η παράσταση σε απόδοση – δραματουργική επεξεργασία – σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, σκηνικά-κοστούμια Βασίλη Παπατσαρούχα,
φωτισμούς Σάκη Μπιρμπίλη, μετάφραση Ελένης Μπακοπούλου, παραστάθηκε στο Θέατρο Τέχνης / Υπόγειο, με ύφος σουρεαλιστικό και υπέροχα μοναδικό. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία και πήρε επανειλημμένες παρατάσεις. Τόσο οι αποκαλυπτικά τολμηρές σκέψεις του Γκόρκι, οι θεατρικά διαχυτικές χειρονομίες των ηθοποιών, οι καυστικοί αφορισμοί, όσο και η ανατρεπτική ορμή και ο ιδιόρρυθμος συναισθηματισμός της παράστασης ήταν μια ολοζώντανη εμπειρία. Οι συντελεστές μάς οδήγησαν κατευθείαν στην ψυχή του σπουδαίου δραματουργού. Γύρω μας η αχλή μιας ατμόσφαιρας έντονου και πικρού ρομαντισμού, καθώς και μια περίεργα άγρια ομορφιά που αποζητά το πάθος.
Ο σκηνοθέτης και οι συντελεστές μας δίδαξαν την τέχνη της διείσδυσης στο βάθος του ανθρώπινου χαρακτήρα, τις αρχές της τέχνης και την αλήθεια της ζωής. Την ποίηση για την αδικημένη ζωή, τη μεταπήδηση από την περιγραφή της καθημερινότητας της ζωής στα ύψη της ρομαντικής αντίληψης της πραγματικότητας.

Κωνσταντίνα Τάκαλου

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι με το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης το μεγάλο αυτό έργο έπαψε να παίζεται. Ξαναπαίχτηκε στη Ρωσία το 2008 με τεράστια επιτυχία, ενώ τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται σε όλη την Ευρώπη.
Ο Γκόρκι αφηγείται όσα διαδραματίζονται στο παρηκμασμένο περιβάλλον μιας αστικής έπαυλης, δίνοντας πολιτική διάσταση σε μια «τσεχωφική» ατμόσφαιρα. Οι διανοούμενοι ένοικοι της έπαυλης, ζουν με τα πάθη, τις αδυναμίες και τα θηριώδη υπαρξιακά και κοινωνικά τους ερωτήματα, που τους καταβροχθίζουν, παραμένοντας εμμονικά ανυποψίαστοι για οτιδήποτε συμβαίνει πέρα από τη μικρή τους πραγματικότητα, ενώ έξω μαίνεται μια φονική επιδημία χολέρας. Μια χολέρα – αλληγορία και προμήνυμα. Ζουν με την ψυχή κολλημένη στην απαντοχή του αβέβαιου, του σκοτεινού αύριο. Στο έργο διάχυτη υπάρχει μια κατάφαση για την αποτυχία του ανθρώπου, για την ανία και την αδυναμία, μια νοσταλγία για τη χαμένη αθωότητα, μια προσδοκία για την κατάκτηση.
Πρωταγωνιστής είναι ο επιστήμονας Προτάσοφ, εμμονικός με τα πειράματά του, αλλά με όση ευκολία μπορεί να κατανοήσει μονοκύτταρους οργανισμούς, άλλο τόσο δυσκολεύεται να επικοινωνήσει αληθινά με τους ανθρώπους γύρω του. Είναι καλομαθημένος και μαλθακός και αν ζούσε στο σήμερα μάλλον θα ήταν ένας ιδιόρρυθμος επιστήμονας με εμμονές και παραξενιές, που με δυο ατάκες του θα μπορούσε να σε βγάλει εκτός εαυτού… Από την άλλη υπάρχει η αδερφή του η Ελιζαβέτα, με την οποία ελάχιστη σχέση έχει. Φέρει τραύματα του παρελθόντος και πιο συγκεκριμένα από μια διαδήλωση στην οποία είχε παρευρεθεί και βάφτηκε στο αίμα. Δύσκολα συνέρχεσαι από τέτοια γεγονότα, πόσω μάλλον αν έχεις μεγαλώσει μέσα στην ευμάρεια. Για αυτό το λόγο η Ελιζαβέτα περνά διαρκώς κρίσεις μετατραυματικού σοκ και ξοδεύει το χρόνο της σχεδιάζοντας εμμονικά σε όλο της το κορμί σύμβολα της επανάστασης. Δηλώνει αηδιασμένη από τη συμπεριφορά της αστικής τάξης και είναι εν πολλοίς η εμβληματική φωνή του Γκόρκι στο έργο. Στο σπίτι αυτών των δύο εκτυλίσσεται ολόκληρη η πλοκή, μέχρι το σημείο που θα έρθει ο λαός και δια της βίας θα αποδείξει τη ματαιότητα των επιδιώξεων της ξεπεσμένης μπουρζουαζίας.

Χάρης Φραγκούλης, Γιάννης Κότσιφας, Μαρία Καλλιμάνη

Ο Χάρης Φραγκούλης κράτησε τον κεντρικό ρόλο του επιστήμονα Προτάσοφ. Η ερμηνεία του ήταν συνειδητά κωμική. Σου έδινε την εικόνα του ίδιου του Γκόρκι. Αφηρημένος, χαμογελαστός και χαμένος, αμήχανος και καλοσυνάτος, περνώντας τα δάχτυλα μέσα από τα μαλλιά, ονειροπολώντας και βυθισμένος στις σκοτούρες ή ρίχνοντας το κεφάλι προς τα πίσω για να καθαρίσει το πρόσωπο από τις ατίθασες τούφες, χειρονομώντας και ανοιγοκλείνοντας τα μάτια με απορία. Μια ευγενική φύση, ένας ανέμελος δίκαιος, ένας αδικημένος ταγμένος στο σκοπό του. Eξαιρετικός ο Κλέων Γρηγοριάδης. Ρεαλιστικός και ειλικρινής, απέδωσε θαυμάσια τον ευθύ, φλεγματικό, ειλικρινή, μπλαζέ και απαθή κτηνίατρο. Συναρπαστική η Κωνσταντίνα Τάκαλου στο ρόλο της Ελιζαβέτας. Με εσωτερικότητα και θαυμάσια πειθαρχία. Η ερμηνεία της μαγνήτιζε. Πολυεδρική, εύστροφη, εύπλαστη, χαιρόμασταν να τη βλέπουμε. Ο Μάκης Παπαδημητρίου υπήρξε άρτιος στο ρόλο του κτηνιάτρου που είναι ερωτευμένος με την Ελιζαβέτα. Πλαστουργούσε έντεχνα και με απαράμιλλο σαρκασμό μια αθεράπευτη θλίψη που καλυπτόταν από το έξυπνο χιούμορ του. Η Φωτεινή Μπαξεβάνη επίσης πολύ καλή ως μια απλοϊκή και εύπιστη γυναίκα που, αφού διαπιστώνει ότι η ζωή της έχει καταστραφεί ύστερα από έναν αποτυχημένο γάμο συμφέροντος, βλέπει στο πρόσωπο του Προτάσοφ τη λύτρωσή της και καταφεύγει στο ώριμο παραλήρημα της ερωτικής δίψας. Η ερμηνεία της ήταν πρωτίστως κωμικοτραγική. Η Ιωάννα Μαυρέα μας επιφύλαξε μια υποδειγματικά γλαφυρή ερμηνεία με ιδιότυπη εκφραστικότητα στο ρόλο της νταντάς. Η Μαρία Καλλιμάνη, ως μνηστή, ξεχώριζε για την ευαισθησία της ερμηνείας της. Είχε φόρτιση και ζύγιασμα, σιγουριά και μέτρο αλλά κυρίως είχε ψυχή. Ο Γιάννης Κότσιφας εκπροσωπούσε την υπεροπτική αστική τάξη ερμηνεύοντας ένα ζωγράφο που αγνοεί επιδεικτικά τον βάρβαρο όχλο. Πάλεψε ώριμα με την αινιγματική αμφισημία του ρόλου και κέρδισε. Έδωσε ένα θαυμάσιο σκηνικό στίγμα, με καλλιεργημένη φωνή και προσωπική γοητεία. Προσεγμένα και τα περάσματα των νεότερων Αδριανού Γκάτσου και Άρη Ντελία.
Παραπαίοντας μεταξύ γελοιότητας, ζόφου, τρυφερότητας, σαρκασμού, φιλοσοφίας και αθωότητας οι ήρωες του έργου «Τα Παιδιά του Ήλιου» σχεδιάζουν συνεχώς και εκ νέου με ασυγχώρητη ανεδαφικότητα το μέλλον, λειτουργώντας ανελλιπώς με την ίδια αναποτελεσματική και σισύφεια λογική της νοσταλγίας για την ουτοπία που έχει ανεπίστρεπτα χαθεί. Εγκλωβισμένοι στον μικρόκοσμο του ναρκισσισμού τους, «τα παιδιά του ήλιου» δεν θα ακούσουν την απειλητική βοή του εξεγερμένου όχλου που, φρενιασμένα έντρομος από την επιδημία, αναζητά εξιλαστήρια θύματα.
Με γρήγορες μεταβάσεις από την περιγραφή στην εσωστρέφεια, από τον πόνο στον κυνισμό, από την απόγνωση στην έκπτωση και από την παραίτηση στο μύθο της σωτηρίας, η παράσταση ήταν από αυτές που δεν ξεχνιούνται. Είχε χιούμορ, ζέση και ονειρεμένη θεατρική μαγεία.

Ταυτότητα παράστασης

Μετάφραση: Ελένη Μπακοπούλου
Απόδοση-δραματουργική επεξεργασία-σκηνοθεσία: Νίκος Μαστοράκης
Σκηνικά-κοστούμια: Βασίλης Παπατσαρούχας
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός σκηνοθέτη: Ιωάννα Μπιτούνη
Πρωταγωνιστούν (αλφαβητικά):
Κλέων Γρηγοριάδης, Μαρία Καλλιμάνη, Γιάννης Κότσιφας, Ιωάννα Μαυρέα, Φωτεινή Μπαξεβάνη, Μάκης Παπαδημητρίου, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Χάρης Φραγκούλης
και οι: Αδριανός Γκάτσος, Άρης Ντελία.

Πληροφορίες

Μαξίμ Γκόργκι
“Τα παιδιά του ήλιου”
Θέατρο Τέχνης – Υπόγειο
Πεσμαζόγλου 5, Αθήνα
Τηλέφωνο ταμείου: 2103228706

Η αλληλογραφία

Τσέχωφ και Γκόρκι

Ο Γκόρκι και ο Τσέχωφ εκτιμούσαν ο ένας τον άλλο. Η αλληλογραφία μεταξύ τους είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Πάντα, άλλωστε, οι αλληλογραφίες είναι ενδιαφέρουσες, ακόμη κι αν είναι μεταξύ ταπεινών ή αγράμματων ανθρώπων. Δίνουν το πραγματικό πλαίσιο της εποχής και των σχέσεων. Πόσω μάλλον όταν είναι μεταξύ δύο γιγάντων του πνεύματος.

Η αλληλογραφία Τσέχωφ – Γκόρκι αφορά το διάστημα από τον Νοέμβριο του 1898 έως τον Ιούνιο του 1904. (Τον Ιούλιο 1904 ο Τσέχωφ πεθαίνει σε ηλικία 44 ετών).
Το πρώτο βήμα – επιστολή το κάνει ο Γκόρκι, θαυμαστής του Τσέχωφ και δέκα χρόνια μικρότερός του. Δημιουργείται μια βαθιά και ζεστή σχέση που κρατάει μέσα στις συνεχείς αντιξοότητες της ζωής και των δύο. Προβλήματα υγείας, εκδοτικές περιπέτειες, διώξεις και περιορισμοί στον Γκόρκι για πολιτικούς λόγους. Το ακαδημαϊκό χάσμα που τους χωρίζει δεν στέκεται εμπόδιο.
Ο Γκόρκι περισσότερο ανοικτός, θερμός και μαχητικός, με εκτενέστερες επιστολές ζητάει την κρίση και τη συμβουλή του Τσέχωφ για τα νέα έργα του πριν εκδοθούν και αυτός ανταποκρίνεται με στοχασμό και πραότητα. Τον παρακινεί να γράψει θέατρο.
Συναντήσεις τους πραγματοποιούνται στη Μόσχα ή στη Γιάλτα αραιά και όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν.

•ΓΚΟΡΚΙ/…επειδή όλα όσα λέγονται από καρδιάς είναι αλίμονο ανόητα. Ανόητα κι ας είναι σπουδαία…

•ΓΚΟΡΚΙ/…η βλακεία του κοινού άλλωστε είναι ανυπέρβλητη…

•ΤΣΕΧΩΦ/…Ποτέ μην αποτυπώσετε στο χαρτί τον πρόεδρο κάποιου ζέμστβο! Τίποτα δεν είναι πιο εύκολο από το να παρουσιάσει κανείς αντιπαθητικούς εκπροσώπους της εξουσίας…

•ΓΚΟΡΚΙ/…Και δε φταίω εγώ που έχετε αναστατώσει τόσο την ψυχή μου. Και γιατί να μην το πω σε σας τον ίδιο τι σημαίνετε για μένα.

•ΤΣΕΧΩΦ/Δεν είμαι αυστηρός, ράθυμος είμαι, περνάω τον καιρό μου κάνοντας περιπάτους… Δεν βουλιάζουμε επειδή γράφουμε. Αντίθετα γράφουμε γιατί βαλτώνουμε και δεν μπορούμε πια να ξεφύγουμε.

•ΓΚΟΡΚΙ/Είστε νομίζω ο πρώτος λεύτερος άνθρωπος που ανταμώνω, ο πρώτος που δεν υποκλίνεται σε τίποτα.

•ΓΚΟΡΚΙ/Θα ήθελα να είμαι ολότελα μόνος, σαν εσάς. Καλή η οικογένεια, αλλά σεις τα καταφέρνετε ακόμη καλύτερα χωρίς οικογένεια.

•ΤΣΕΧΩΦ/Οι φήμες που με θέλουν να γράφω μυθιστόρημα τροφοδοτούνται από κάποια αυταπάτη, γιατί ούτε καν πρόθεση δεν έχω για κάτι τέτοιο.

•ΤΣΕΧΩΦ/Υποφέρω να βλέπω το θέαμα όλων αυτών των φυματικών όταν ζητιανεύουν και τις κουρελιασμένες τους κουβέρτες καθώς ξεψυχάνε. Αποφασίσαμε να χτίσουμε ένα σανατόριο, έχω συντάξει μάλιστα μια έκκληση. Δε διαθέτω άλλα μέσα. Διαδώστε το όπου έχετε επαφές, ίσως μπορέσουν να στείλουν κάτι.

•ΓΚΟΡΚΙ/…όπως πλακώνει τους φτωχούς ανθρώπους η μιζέρια…

•ΓΚΟΡΚΙ/…οι συγγραφείς είναι πολύ υποταγμένοι στο κοινό…

•ΤΣΕΧΩΦ/Πρέπει να διευρύνετε τους ορίζοντές σας, να πλουτίσετε τις γνώσεις σας, να τις επεκτείνετε…

•ΤΣΕΧΩΦ/…πρέπει να φύγω μακριά, δε με νοιάζει πού, αρκεί να’ ναι κάπου μακριά και για καιρό…

•ΓΚΟΡΚΙ/…Ελάτε να φύγουμε, Αντόν Πάβλοβιτς! Η ζωή εκεί έχει ενδιαφέρον, εδώ είναι μουντή.

•ΤΣΕΧΩΦ/…θα φλυαρήσουμε και θα σεργιανίσουμε οι δυο μας ώρες ατέλειωτες.

•ΓΚΟΡΚΙ/Ο Μπούνιν, ξέρετε είναι ευφυέστατος άνθρωπος. Έχει εξαιρετικά λεπτή αντίληψη της ομορφιάς και σε συναρπάζει όταν είναι ειλικρινής. Δεν ξέρω αν θα γράψει αριστουργήματα πάντως θ’ αφήσει ευφυή έργα υψηλής ευαισθησίας.

•ΤΣΕΧΩΦ/Εκείνο που λείπει από τον Αντρέγιεφ είναι ο αυθορμητισμός.

Τολστόι – Τσέχωφ – Γκόρκι

Τολστόι, Γκόρκι, Τσέχωφ στην Κριμαία το 1901

Δίπλα στον ηλικιωμένο Λέοντα Τολστόι και στον ώριμο Άντον Τσέχωφ στέκονται την ίδια εποχή τα φλογερά νιάτα του Μαξίμ Γκόρκι. Ο Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πεσκόφ, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Μαξίμ Γκόρκι, με την παραδοσιακή ρώσικη μπλούζα του που κουμπώνει στον ένα ώμο, γράφει οραματιζόμενος τη μεγάλη Επανάσταση. Είναι ο μόνος από τους τρεις που θα προλάβει το 1917. Ευτυχώς ίσως για τους άλλους δύο που, παρά τις ιδέες τους, μάλλον δεν θα… ευημερούσαν με τους μπολσεβίκους. Ο Μαξίμ όμορφος, με φουντωτό μουστάκι και γεροδεμένος. Νιώθει μεγάλο σεβασμό απέναντι στον Τολστόι χωρίς να λείπει και μια κριτική διάθεση. Με τον Τσέχωφ όμως έχει μια αδελφοσύνη και οικειότητα. Άλλωστε ο Μαξίμ θα έχει πολλά να διδαχθεί για το θέατρό του από τα έργα του Άντον. Από την πλευρά του, με όλη τη συμπάθεια που του έχει, ο Τσέχωφ γράφει για τον Μαξίμ ότι «εξωτερικά δίνει την εντύπωση ξυπόλητου, αλλά από μέσα του είναι άνθρωπος πολύ λεπτός και με έχει γοητεύσει. Θα ήθελα να τον συστήσω σε γυναίκες, γιατί πιστεύω ότι του χρειάζονται, αλλά αντιδρά». «Το μόνο που ενοχλεί πάνω στον Μαξίμ», έγραφε, «είναι η χωριάτικη πουκαμίσα του».
Σε μια εποχή που μερίδα των προοδευτικών κριτικών θεωρούσε τον Τσέχωφ παρακμιακό και τον κατηγορούσε για κοινωνική αδιαφορία, ο Γκόρκι αναγνώρισε σε αυτόν μια αδελφή ψυχή, διαποτισμένη από την ίδια αποστροφή για την ευτέλεια και τη χαμέρπεια που κυριαρχούσαν στη ρωσική ζωή. Κάτω από τη φαινομενική απαισιοδοξία του Τσέχωφ, ο Γκόρκι διέκρινε την ίδια αγάπη για τους ανθρώπους και την ίδια νοσταλγία για μια ζωή διαυγή, γεμάτη φως. Αυτό το αίσθημα δίνει στον Γκόρκι τη δύναμη να απευθύνει στον μεγάλο συγγραφέα τούτες τις δειλές, αλλά και γεμάτες πάθος, ευφυΐα και παραδοξολογία, επιστολές, στις οποίες ο Τσέχωφ απαντά με τη λεπτή διεισδυτικότητα, το τακτ και την ευγένεια που είχε ανάγκη ο τραχύς και αυτοδίδακτος Γκόρκι για να νιώσει ότι ανήκει κι αυτός στον ιερό κόσμο της λογοτεχνίας. Ο Τσέχωφ τον ωθεί να διαβεί το κατώφλι αυτό.

Έτσι βλέπουμε, στις αρχές του 20ού αιώνα, την παραμονή των μεγάλων επαναστατικών αναταραχών, τον πιο διακριτικό, τον πιο λεπταίσθητο, αλλά και τον πιο πιστό εκπρόσωπο της μεγάλης ρωσικής ουμανιστικής παράδοσης, να μεταλαμπαδεύει λίγο πριν πεθάνει τις ιδέες αυτές στον ενθουσιώδη νεαρό συγγραφέα του προλεταριάτου, ο οποίος έμελλε να γίνει ιδρυτής της σοβιετικής λογοτεχνίας.

Μέσα στις μεγάλες αλλαγές που τότε ετοιμάζονταν στη Ρωσία, ο Γκόρκι ενώνεται με τους επαναστάτες και ρίχνεται στον αγώνα με όπλο την πένα του. Οι οραματισμοί του είναι οραματισμοί κάθε καταπιεσμένου Ρώσου κι η πνοή του έργου του είναι το επαναστατικό φύσημα που έχει συνεπάρει το λαό.

Κεντρικός άξονας του έργου του είναι ο άνθρωπος σαν λειτουργικό μέλος της ομάδας, με την κοινή ψυχή και τα κοινά ιδανικά. «Αφεντικό είναι όποιος δουλεύει» θα πει στους «Μικροαστούς» και τα λόγια του θα πέσουν σαν ενθουσιώδες σύνθημα στο πλήθος. Κι η στάση του θα έρθει σε σύγκρουση με την άρχουσα τάξη και την ουσιαστικά αδιαμόρφωτη τάξη των μικροαστών. Σ’ αυτούς εξαπολύει επίθεση, όχι μόνο στους εμπόρους και τους υπαλλήλους μα και στους διανοούμενους που δεν αγωνίζονται στο πλευρό του λαού. Και δεν διστάζει να τους φωνάξει κατά πρόσωπο: «Να τρώτε και να χορταίνεται, να έχετε τη ζέστη σας, να βιάζετε και να διαφθείρετε τις γυναίκες, κάνοντας τάχα πως τις αγαπάτε, η ησυχία σας, η ευκολία σας, η γωνίτσα σας -να την όλη κι όλη η ευτυχία σας».

Πολλοί αμφισβήτησαν τη λογοτεχνική αξία των έργων του. Βρήκαν κουραστικές τις αφηγήσεις του και στα θεατρικά του μιμήσεις του Τσέχωφ κι έλλειψη υψηλής δραματικότητας. Όσο κι αν μπορούμε να διαπιστώσουμε τούτα τα στοιχεία σε μερικά έργα του, δε μπορούμε να παραβλέψουμε τη γενικότερη αξία τους. Ο Γκόρκι είναι ο μοναδικός Ρώσος συγγραφέας που με τόση ανθρωπιά στράφηκε στην ψυχολογία του Ρώσου εργάτη και παρακολούθησε την πορεία του.

Στέφαν Τσβάιχ. Μελέτημα για τον Γκόρκι

• …δε μας δείχνει μονάχα σε τι ο ρωσικός λαός είναι Ρωσικός, αλλά προπαντός σε τι είναι λαός, τι μέρος αποτελεί, του μοναδικού λαού του δυστυχισμένου και καταπιεζομένου, του παγκόσμιου προλεταριάτου.
• …χωρίς παραπανίσιο οπτιμισμό μέσα στο θρίαμβο, δυνατός την ώρα του κινδύνου και χωρίς περηφάνια στην επιτυχία, έμπασε τους ανθρώπους μέσα στο έργο του τον ένα κοντά στον άλλο μέχρις ότου να σχηματίσουν μια στρατιά, ένα μπλοκ, μιαν εικόνα του αιώνιου λαού, αυτή την πρώτη ύλη κάθε δημιουργίας και κάθε δημιουργικής δύναμης.

Η ζωή του Γκόρκι

Μάκης Παπαδημητρίου, Κωνσταντίνα Τάκαλου

Ο Μαξίμ Γκόρκι (ψευδώνυμο του Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πεσκόφ) γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου 1868 στο Νίζνι Νόβγκοροντ. Όταν ήταν τριών ετών (1871) πέθανε ο πατέρας του και η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε και ανέθεσε την ανατροφή του μικρού Αλεξέι στους γονείς της. Ο παππούς του φερόταν αρκετά σκληρά και μετά το θάνατο της μητέρας του (1879) τον έριξε στη βιοπάλη σε ηλικία έντεκα ετών. Σε αντίθεση η γιαγιά του ήταν πολύ πράος χαρακτήρας, από την οποία κληρονόμησε την τρυφερότητα και το αφηγηματικό ταλέντο.
Αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές, όπως πωλητής σε κατάστημα παπουτσιών, νυχτοφύλακας, μαθητευόμενος σε εικονογράφο, μαραγκός, κηπουρός. Την εποχή που δούλευε ως λαντζέρης σε ποταμόπλοιο του Βόλγα, ο μάγειρας τον μύησε στον κόσμο της ανάγνωσης και των βιβλίων, με αποτέλεσμα το διάβασμα να γίνει το μεγαλύτερο πάθος του.
Την εποχή της εφηβείας του ήρθε σε επαφή με τις ρωσικές επαναστατικές ιδέες, μέσα από τη συνάντησή του με τους Ναρόντνικους, τους οποίους όμως απέρριψε λόγω της τάσης τους να εξιδανικεύουν το Ρώσο μουζίκο. Λίγο μετά το θάνατο της γιαγιάς του, απογοητευμένος από τη ζωή, κάνει απόπειρα αυτοκτονίας (12 1εκεμβρίου 1887), αλλά τελικά σώζεται και συνεχίζει τον αγώνα της βιοπάλης. Το 1889 έγινε η πρώτη σύλληψή του στο Νίζνι Νόβγκοροντ και το 1898 η δεύτερη σύλληψή του στην Τιφλίδα.
Ξεκίνησε να γράφει για βιοποριστικούς λόγους επιφυλλίδες σε επαρχιακές εφημερίδες και δημοσίευσε διηγήματα στον επαρχιακό Τύπο της Τιφλίδας με πρώτο διήγημα το Μακάρ Τσουντρά (1892). Η συγγραφική του σταδιοδρομία, όμως, ξεκίνησε με τη δημοσίευση σε περιοδικό της Πετρούπολης του διηγήματος Τσελκάς (1895), το οποίο συνδύαζε στοιχεία ρομαντισμού και ρεαλισμού. Η φήμη του εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα. Το 1896 παντρεύτηκε την Κατερίνα Πάβλοβνα Βόλζινα και απέκτησε ένα γιο, το Μαξίμ, ο οποίος πέθανε δύο χρόνια πριν από τον πατέρα του, το 1934, και μια κόρη, την Κατιούσα, η οποία πέθανε πολύ νέα. Ο Γκόρκι και η Κατερίνα ακόμη και μετά το χωρισμό τους διατήρησαν φιλικές σχέσεις και αρκετές φορές η Κατερίνα, ως στέλεχος της επαναστατικής κυβέρνησης στο Κρεμλίνο, μεσολάβησε υπέρ του πρώην συζύγου της. Εν τω μεταξύ ο δημοσιογράφος έγινε μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Το πρώτο μυθιστόρημά του ήταν το Φομά Γκορντέγιεφ (1899). Από το βιβλίο αυτό και ύστερα η άνοδος του ρωσικού καπιταλισμού έγινε ένα από τα κύρια θέματα της πεζογραφίας του. Το μυθιστόρημά του Η μάνα (1906) είναι το μοναδικό μεγάλο έργο που αφιέρωσε στο ρωσικό επαναστατικό κίνημα. Τα πιο μεγάλο έργο που αφιέρωσε στο ρωσικό επαναστατικό κίνημα. Τα πιο γνωστά θεατρικά του είναι Οι μικροαστοί (1902), Στον βυθό (1902), Οι παραθεριστές (1905), Οι εχθροί (1906), Βάσια Ζελέζνοβα (1910).
Από το 1899 ως το 1906 ζούσε στην Πετρούπολη και υποστήριξε το ρωσικό μαρξισμό που εκπροσωπούσε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα.

Μετά τη διάσπαση του κόμματος, το 1903, τάχθηκε με το μέρος της μπολσεβικικής πτέρυγας, αλλά δεν έγινε ποτέ επίσημα μέλος του κόμματος του Λένιν και κάποια στιγμή ήρθε και σε προσωπική ρήξη μαζί του.
Το 1901 έγιναν φοιτητικές ταραχές και δημοσιεύτηκε το πεζοτράγουδό του «Αλμπατρός» στο αριστερό περιοδικό Η Ζωή, το οποίο έκλεισαν οι Αρχές και ο Γκόρκι φυλακίστηκε, αλλά σύντομα αφέθηκε ελεύθερος και λόγω φυματίωσης εγκαταστάθηκε για λίγο στην
Κριμαία. Το 1902 εξελέγη μέλος της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, αλλά για πολιτικούς λόγους αναιρέθηκε η εκλογή του, γεγονός που οδήγησε στην παραίτηση του Τσέχωφ και του Κορολένκο από την Ακαδημία. Την ίδια εποχή ο Γκόρκι άνοιξε τον εκδοτικό οίκο «Ζνάνιγιε» («Γνώση»), με σκοπό να δώσει ευκαιρία να εκφραστούν νέοι συγγραφείς με επαναστατικές τάσεις. Το 1903 παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο τη Μαρία Αντρέγεβα και έζησαν μαζί περίπου ως το 1920.
Ο Γκόρκι έλαβε ενεργό μέρος στην Επανάσταση του 1905 και τον επόμενο χρόνο συνελήφθη, αλλά δεν κρατήθηκε, χάρη στις διαμαρτυρίες του πνευματικού κόσμου του εξωτερικού. Από το 1906 έζησε επτά χρόνια ως πολιτικός εξόριστος. Επισκέφθηκε μαζί με τη σύντροφό του, την ηθοποιό Μαρία Φιοντόροβνα (Αντρέγιεβνα), την Αμερική, η οποία τον απογοήτευσε, όπως φαίνεται και από τα αφηγήματά του για τη Νέα Υόρκη με τίτλο Η πόλη του κίτρινου διαβόλου (1906). Αρκετό διάστημα έζησε στο Κάπρι (1908-1912), το οποίο έγινε το κέντρο των δυσαρεστημένων από το τσαρικό καθεστώς Ρώσων διανοούμενων.
Αν και εξακολουθούσε να υποστηρίζει το κίνημα του Λένιν, είχε πέσει σε δυσμένεια επειδή έδειχνε να συντάσσεται με μια θρησκευτικοπολιτική θεωρία. Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, συμφώνησε με τους μπολσεβίκους που αντιτάχθηκαν στη συμμετοχή της Ρωσίας σ’ αυτόν. Αλλά το 1917 αντιτάχθηκε και στην κατάληψη της εξουσίας από τους μπολσεβίκους και κατήγγειλε τις δικτατορικές μεθόδους του Λένιν από τις στήλες της εφημερίδας του «Νόβαγια Ζιζν» («Νέα Ζωή»), μέχρι τον Ιούλιο του 1918, όταν την διέκοψε η λογοκρισία με εντολή του Λένιν. Από το 1919 ο Γκόρκι συνεργάστηκε με την κυβέρνηση του Λένιν και προσπάθησε να μετριάσει τις ταλαιπωρίες των συναδέρφων του συγγραφέων και να διασώσει τα έργα τέχνης από την καταστροφή.
Κορυφαίο έργο του θεωρείται η αυτοβιογραφική τριλογία του: Παιδικά χρόνια (1913-1914), Στα ξένα χέρια (1915-1916), Τα πανεπιστήμιά μου (1923). Ο τρίτος τόμος αποπερατώθηκε στην Ιταλία και ο τίτλος είναι ειρωνικός, γιατί το όνειρό του να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο του Καζάν δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ και το μοναδικό πανεπιστήμιο για το Γκόρκι στάθηκε η ίδια η ζωή.
Το 1919 διεύθυνε την έκδοση του περιοδικού Βσεμίρναγια Λιτερατούρα (Παγκόσμια Λογοτεχνία), στην οποία συνεργάζονταν οι πιο γνωστοί συγγραφείς Ευρώπης και Αμερικής.
Από το 1921 ως το 1928 έζησε στο Σορέντο και έκανε συχνά ταξίδια στη Γερμανία και αλλού. Ήδη από το 1921 συνδέθηκε ερωτικά με τη βαρώνη Μαρία Ντε Μπούμπεργκ, η οποία μιλούσε αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά, ρωσικά και αρχικά έκανε χρέη γραμματέα στον Γκόρκι, ο οποίος δεν γνώριζε καμιά ξένη γλώσσα. Καθυστέρησε την επιστροφή του στη Ρωσία και λόγω των προβλημάτων της υγείας του, αλλά και εξαιτίας της απογοήτευσής του από τη Σοβιετική Ένωση των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων. Το 1932, ύστερα από πρόσκληση του Στάλιν, εγκαταστάθηκε οριστικά στην ΕΣΣΔ μέχρι το θάνατό του, το 1936. Την εποχή εκείνη ο Γκόρκι έγινε κήρυκας της σταλινικής πολιτικής ορθοδοξίας και το 1934, που ιδρύθηκε η Ένωση Σοβιετικών Συγγραφέων, έγινε ο πρώτος πρόεδρός της. Επίσης, ο Γκόρκι συνέβαλε στη θεμελίωση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Τα έργα της τελευταίας συγγραφικής περιόδου του αναφέρονται στην προεπαναστατική περίοδο, όπως Η Υπόθεση Αρταμόνοφ (1925) και Η ζωή του Κλιμ Σαμγκίν (1927-1936), που είναι μια τετραλογία με την οποία επιχειρείται η σκιαγράφηση της ρωσικής ιντελιγκέντσιας στην περίοδο 1870-1924.
Ο θάνατος του Γκόρκι περιβλήθηκε από κάποιο μυστήριο, γιατί πέθανε ξαφνικά στις 18 Ιουνίου 1936, ενώ βρισκόταν υπό ιατρική παρακολούθηση. Από πολλούς υποστηρίχθηκε ότι ο Γκόρκι είχε πέσει θύμα αντισοβιετικής συνωμοσίας και υπήρχαν ισχυρισμοί ότι πίσω από την εντολή θανάτου του Γκόρκι κρυβόταν ο Στάλιν, πράγμα που δεν αποδείχθηκε. Σαν απόδειξη αυτής της φήμης θεωρήθηκε το γεγονός ότι δεν βρέθηκαν ποτέ οι προσωπικές σημειώσεις του Γκόρκι.

Ο ερωτικός Γκόρκι

Στα δεκαεννιά του χρόνια, όπως γράφει η Νατάλια Μιχάιλενκο στο μπλογκ «Σύγχρονη Ρωσία», ο Γκόρκι ένιωθε ασφυκτικά ακοινώνητος, και επιχείρησε να αυτοκτονήσει. Η σφαίρα διαπέρασε τον πνεύμονα, με αποτέλεσμα χρόνιες πνευμονικές παθήσεις που τον ταλαιπώρησαν όλη του τη ζωή. Όταν συνήλθε, προσέφυγε σε ψυχίατρο. Ο γιατρός τον συμβούλεψε: «Βρες μια κοπέλα, που να ξέρει από έρωτα. Θα σε θεραπεύσει».
Ο Γκόρκι συνάντησε μια γυναίκα παντρεμένη, έξι χρόνια μεγαλύτερή του. Η σχέση όμως δεν ευοδώθηκε. Εκείνη δεν ήθελε να εγκαταλείψει τον άντρα της. Χώρισαν, αλλά σε δύο χρόνια ξαναβρέθηκαν. Όταν ο Γκόρκι έμαθε ότι εκείνη μένει πια μόνη της, χωρίς άντρα, λιποθύμησε από την ευτυχία. Συνδέθηκαν και πάλι, εγκαταστάθηκαν στο λουτρό ενός σπιτιού όπου διέμενε ένας αλκοολικός ιερέας. Αυτό έδινε μια ιδιαίτερη νότα στη σχέση τους.
Το θέμα του φύλου ήταν πάντα ευαίσθητο για τον συγγραφέα. Νέος παραβρισκόταν τακτικά σε όργια, αλλά ποτέ δεν είχε πάρει μέρος σ’ αυτά. Κολλημένος στον τοίχο, τραγουδούσε λαϊκά τραγούδια, με την ελπίδα ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα πληρώσει για τις αμαρτίες των συνευρισκόμενων και θα τους φέρει στο σωστό δρόμο. Ο λογοτέχνης περιέγραψε αργότερα αυτές τις σκηνές στο μυθιστόρημα «Η ζωή του Κλιμ Σαμγκίν».

Για ένα διάσημα, ο Γκόρκι συζούσε με μια νεαρή ιερόδουλη, και ισχυριζόταν ότι προσπαθεί να τη βοηθήσει να βρει τον σωστό δρόμο. Έπειτα γνώρισε την ηθοποιό του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, Μαρία Αντρέγεβα, μαθήτρια του Στανισλάβσκι. Εκείνη ήταν τότε παντρεμένη. Ο Γκόρκι ταξίδεψε μαζί της στην Αμερική, για να συγκεντρώσουν χρήματα για την επανάσταση, και τη σύστηνε παντού ως σύζυγό του. Στο τέλος, ξέσπασε σκάνδαλο στον Τύπο, ο οποίο αποκάλεσε τον συγγραφέα αναρχικό και δίγαμο. Δεν τους επέτρεπαν να μείνουν στα ίδια δωμάτια στα ξενοδοχεία, λέγοντας: «Εδώ δεν είναι Ευρώπη». Τελικά, ο Γκόρκι δεν κατάφερε να συγκεντρώσει χρήματα για την επανάσταση. Τον εμπόδισε ο έρωτας.
Μετά την επανάσταση, τον προσέγγιζαν συχνά για να ζητήσουν βοήθεια. Μια φορά, τον βρήκε μια νέα ποιήτρια, κλαίγοντας. Έχω μωρό, και δεν έχω πια γάλα. Ο Γκόρκι έγραψε αμέσως στην αρμόδια υπηρεσία, ώστε να της χορηγήσουν το γάλα, και για να προχωρήσει το θέμα πιο γρήγορα, έκανε νύξη ότι πρόκειται για δικό του, εξώγαμο τέκνο. Και τότε άρχισαν να προσέρχονται νέες μητέρες. Σε λίγο ο υπεύθυνος για το γάλα αναστατώθηκε και δήλωσε ότι δεν είναι σε θέση να εξασφαλίζει τόσο πολύ γάλα σε όλα τα παιδιά του Γκόρκι, ενώ ο ίδιος ο λογοτέχνης θα έπρεπε να ντραπεί – με τέτοια θέση που κατείχε!

Το 1919, αμέσως μετά την επανάσταση, γνώρισε μια κυρία με το επώνυμο Μπενκεντόρφ-Μπούντμπεργκ. Το όνομά της ήταν επίσης Μαρία, και ανέλαβε τη θέση της γραμματέως του Γκόρκι. Είχε φήμη διεθνούς τυχοδιώκτριας. Έλεγαν πως είχε σχέση με την αγγλική υπηρεσία κατασκοπείας, και ταυτόχρονα με την αντίστοιχη σοβιετική. Την έλεγαν «ρωσίδα μυλαίδη», παραπέμποντας στην ηρωίδα του μυθιστορήματος του Δουμά «Τρεις σωματοφύλακες».
Άρχισαν να συζούν. Όλα έβαιναν καλώς, αλλά κάποια στιγμή έφτασε στη Ρωσία ο γνωστός άγγλος συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας Χέρμπερτ Γουέλς. Δεν μπόρεσε να βρει δωμάτιο σε ξενοδοχείο, και εγκαταστάθηκε στον Γκόρκι. Ο Γουέλς έχει αφήσει ένα απωθητικό πορτρέτο της συζύγου του Γκόρκι: «Είναι μια γυναίκα ακατάστατη, το μέτωπό της γεμάτο ρυτίδες από το άγχος, η μύτη της σπασμένη. Τρώει γρήγορα, δαγκώνοντας μεγάλες μπουκιές, πίνει πολλή βότκα, έχει τραχιά, μπάσα φωνή, προφανώς, γιατί καπνίζει πολύ».
Όλα αυτά δεν στάθηκαν εμπόδιο στον Γουέλς να τα φτιάξει μαζί της. Μια φορά, δήθεν τυχαία, μπέρδεψε την πόρτα και μπήκε στο δωμάτιό της. Το πρωί ο Γκόρκι τους βρήκε στο ίδιο κρεβάτι. Η Μαρία παρηγορούσε αργότερα τον άντρα της: «Γιατί αντιδράς έτσι! Αφού ακόμη και για την πιο ερωτική γυναίκα, δύο γνωστοί λογοτέχνες μαζί είναι πολύ! Κι έπειτα, ο Χέρμπερτ είναι μεγαλύτερός σου!».
Μετά τον θάνατο του Γκόρκι, η Μαρία μετακόμισε στο Λονδίνο. Η ιστορία της με τον Γουέλς συνεχίστηκε και μετατράπηκε σε σοβαρή σχέση. Δεν σταμάτησε ποτέ να εκπλήσσει τον Γουέλς. Μπορούσε να πιεί τόσο πολύ τζιν, όσο δεν είναι σε θέση να πιεί ούτε ναύτης, και να παραμένει νηφάλια. Όταν μεγάλωσε, ξεκινούσε κάθε πρωί με δύο σφηνάκια βότκα και μόνο μετά καθόταν να φάει το πρωινό της. Δεν παντρεύτηκε ποτέ τον Γουέλς. Όλο θυμόταν τον Γκόρκι. Ο προλετάριος συγγραφέας είχε τελικά μια ασυνήθιστη σύζυγο. Μια σύζυγο για την οποία ακόμη και τώρα κυκλοφορούν θρύλοι.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -