Σταλάζει η πρωινή δροσιά από κάθε φύλλο του Κήπου. Αν και υγρασία είναι, εντούτοις ασφαλώς πολλή η Χαρά. Περιδιαβάζει ο Διαβάτης, ενώ αρχικώς εβγήκε για Δουλειά. Συντέμνει* κάπως, όχι σε χρόνο, μόνο από διάθεση, το χρέος του για δουλειά. Αλλά όμως κέρδος κομίζει από την πρώτη τρυφερότητα της Ημέρας. Ευεργεσία του ‘ρχεται, όθε δεν εζητήθη. Δρόσο Ψυχής, όθε δεν αναμένετο. Πώς όλες οι Ώρες οι ακολουθούσες την Πρωίαν ευλογούνται. Πώς άυλον αποτύπωμα τους μένει. Ακόμη η Εσπέρα έρχεται, με χαμήλωμα των φώτων και με αστέρια, και μένει, φως εωθινό*. Διαρκεί μέχρι του ύπνου. Και κατακλίνεται ευτυχής εκείνος ο Διαβάτης, τυλίγεται στο σύνηθες της Ησυχίας σινδόνι και μόνος δεν αισθάνεται: τυλίγεται η ψυχή του με φως γαλήνης όχι ξένον, όχι αλλότριο* της δρόσου αυτής, που αντίκρισε, σαν έβγηκε, το πρωί. |
συνάντημα: συναπάντημα.
συντέμνω: συντομεύω.
εωθινός: πρωινός.
αλλότριος: ξένος, άσχετος.
Πηγή: Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής
Τ. Κ. Παπατσώνης, πρωτοπόρος της μοντέρνας ποίησης στον νεοελληνικό λογοτεχνικό χώρο και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το 1967, υπήρξε μία από τις σπουδαιότερες μορφές της νεοελληνικής λογοτεχνίας που, δυστυχώς, όπως υποστηρίζει και η επιστημονική κοινότητα, παραμένει ακόμα και σήμερα αδικημένος ως προς την προσφορά στα νεοελληνικά γράμματα. Εκτός από το καινοτόμο, για την εποχή του, ποιητικό έργο, τα ταξιδιωτικά βιβλία και την εισαγωγή στην Ελλάδα κορυφαίων λογοτεχνών μέσω των μεταφράσεών του, εξίσου σημαντικά είναι και τα γραπτά κριτικού περιεχομένου που μας άφησε.