12.4 C
Athens
Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2023

«Σταρ». Είθε να λάμψει πάλι στην Ομόνοια ένα από τα πιο λαμπερά μεταπολεμικά αστέρια…

Του Παναγιώτη Μήλα

Την οδό Αγίου Κωνσταντίνου, στην Ομόνοια, την ανεβοκατέβαινα, πάντα με τα πόδια, δύο φορές την ημέρα επί πέντε χρόνια. Από το 1976 μέχρι και το 1981, τότε που δούλευα ως γελοιογράφος στις εφημερίδες «Αυγή» και «Ριζοσπάστης». Πρώτα το απόγευμα στις 4 και τέλος λίγο μετά τα μεσάνυχτα.

-Πάντα συνωστισμός, όλες τις ώρες, έξω από το φαρμακείο του Μπακάκου, στη γωνία αριστερά, εμβληματικός χώρος κάθε είδους συναντήσεων.
-Συνωστισμός, για αρκετές ώρες, λίγο πιο κάτω, αριστερά και στον Ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου.
-Απέναντι από την εκκλησία, κίνηση, όχι μεγάλη τότε, στο Εθνικό Θέατρο.
-Γεμάτα με κόσμο τα εμπορικά και από τις δύο πλευρές του δρόμου.
-Μυρωδιές, φωνές, μουσικές, τραγούδια, παρέες στις 2-3 μπιραρίες δεξιά στην αρχή του δρόμου, κοντά στην πλατεία.
-Και τέλος, ουρές στο ταμείο για ένα εισιτήριο στον κινηματογράφο «Σταρ». Στον αριθμό 10 του δρόμου.
Το περπάτημα και από στα δύο πεζοδρόμια ήταν συναρπαστικό:

-Το Εθνικό Θέατρο, σε σχέδια του μεγάλου αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ. Το 1880 ο βασιλιάς Γεώργιος Α´ είχε λάβει μια χορηγία 10.000 λιρών από τον ομογενή της Αγγλίας Ευστράτιο Ράλλη. Τα χρήματα αυτά ήταν η βάση για την ανέγερση του Θεάτρου που θεμελιώθηκε το 1891 και άνοιξε ύστερα από δέκα χρόνια, το 1901. Από τότε λειτούργησε ως προέκταση της βασιλικής αυλής μέχρι να αναλάβει τη διεύθυνσή του το 1932 ο Ιωάννης Γρυπάρης και πρώτος σκηνοθέτης του ο κορυφαίος σκηνοθέτης και κριτικός Φώτος Πολίτης.
Τα χρόνια που περνούσα από εκεί χαρακτηριστικά έργα ήταν: «Ο γλάρος» με τον Στέλιο Βόκοβιτς, σε σκηνοθεσία Γιώργου Θεοδοσιάδη, το 1976. «Καποδίστριας», με τον Νίκο Τζόγια σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, το 1976. «Δωδεκάτη νύχτα», με την Αιμιλία Υψηλάντη σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου, το 1976. «Το προξενιό της Αντιγόνης» με τον Γρηγόρη Βαφιά, σε σκηνοθεσία Κώστα Μπάκα, το 1977. «Φοιτηταί» με την Τιτίκα Βλαχοπούλου, σε σκηνοθεσία Στέλιου Παπαδάκη, το 1977. «Η γειτονιά του Τσέχωφ» με τον Κώστα Κοκκάκη, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, το 1977.  «Ο γυάλινος κόσμος» με τη Βάσω Μανωλίδου, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, το 1978. «Ένας μήνας στην εξοχή» με τη Μαίρη Αρώνη, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, το 1979. «Πλατόνοφ» με τον Νικήτα Τσακίρογλου, σε σκηνοθεσία Κώστα Μπάκα, το 1980, «Εισαγγελέας» με τον Νίκο Τζόγια, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, το 1981.

-Ακριβώς απέναντι ο Ιερός Ναός του Αγίου Κωνσταντίνου. Αρχιτέκτονας, ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου (1812-1885), εκπρόσωπος της πρώτης περιόδου του κλασικισμού, ο δημιουργός του ναού της Αγίας Ειρήνης στην οδό Αιόλου, του Αγίου Γεωργίου Καρύτση δίπλα στο Θέατρο Μουσούρη, της καθολικής αρχιεπισκοπής του Αγίου Διονυσίου στην Πανεπιστημίου δίπλα στο Οφθαλμιατρείο, που είναι δικό του έργο επίσης, του Αρσακείου απέναντι από το Θέατρο Κοτοπούλη Rex και του Πολυτεχνείου στην Πατησίων.
Ο ναός άρχισε να κτίζεται το 1871 και τελείωσε το 1893. Στην ολοκλήρωση και τη διακόσμηση του γιγαντιαίου ναού συνέβαλε με χορηγία και η μητέρα του Κωνσταντίνου, βασίλισσα Όλγα. Στην τελετή θεμελίωσης ο Καυταντζόγλου διακήρυξε τον ελληνικό ρυθμό και επιτέθηκε σε όσους εκτιμούσαν τον βυζαντινό ρυθμό.

Ο Καυταντζόγλου δεν πρόλαβε να δει το έργο του τελειωμένο και, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, μετά τον θάνατό του έγιναν αρκετές τροποποιήσεις, πιθανότατα από τον Ερνέστο Τσίλερ, τον αρχιτέκτονα του Εθνικού Θεάτρου.
Από τα χαρακτηριστικά του ναού είναι πως το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, οι πιστοί και ο κλήρος με χτυπήματα στα στασίδια και παρατεταμένες κωδωνοκρουσίες υποδέχονται την Πρώτη Ανάσταση.

-Ένα άλλο κτήριο που τραβούσε και τότε την προσοχή μου, ήταν ένα νεοκλασικό στη συμβολή των οδών Αγίου Κωνσταντίνου και Μενάνδρου (δίπλα στο Εθνικό Θέατρο) που έχει χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού «έργο τέχνης χρήζον κρατικής προστασίας». Το κτήριο ονομάστηκε Μέγαρο Εϋνάρδου προς τιμήν του Ελβετού οικονομολόγου Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδου, θερμού φιλέλληνα, φίλου και υποστηρικτή του Ιωάννη Καποδίστρια. Το 1876, ο κτηματίας Χρήστος Αντωνόπουλος αγόρασε το οικόπεδο στη συμβολή των οδών Αγίου Κωνσταντίνου και Μενάνδρου, όπου λίγα χρόνια αργότερα ανεγέρθηκε το κτήριο. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 έγιναν ορισμένες προσθήκες στο αρχικό σχέδιο. Το 1942, οι απόγονοι του Αντωνόπουλου το πούλησαν στην Εθνική Τράπεζα. Από τη δεκαετία του 1950 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Εθνική εκμίσθωνε το ισόγειο σε εμπορικές επιχειρήσεις και σε εταιρείες, ενώ στον πρώτο και τον δεύτερο όροφο λειτούργησε το Ξενοδοχείο «Πατρίς».

Το 1992 αποφασίστηκε η ιδιόχρησή του, με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως Πολιτιστικό Κέντρο της Εθνικής Τράπεζας (ΕΤΕ). Το 1993 πραγματοποιήθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης του κτηρίου από τις Τεχνικές Υπηρεσίες της Τράπεζας. Το 1998, με απόφαση του διοικητή της ΕΤΕ και προέδρου του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ) Θεόδωρου Καρατζά, το Μέγαρο Εϋνάρδου άρχισε να λειτουργεί ως Πολιτιστικό Κέντρο του ΜΙΕΤ.
Τα τελευταία χρόνια στο Μέγαρο Εϋνάρδου έχουν παρουσιαστεί πολλές εκθέσεις εικαστικών τεχνών και έχουν διοργανωθεί παρουσιάσεις βιβλίων από το εκδοτικό πρόγραμμα του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης.
Στο Μέγαρο Εϋνάρδου στεγάζεται το Αρχείο Χαρτογραφίας και το Μουσείο Παξινού-Μινωτή.

-Ακριβώς απέναντι, στην πλατεία μπροστά από την εκκλησία και στον αριθμό 27 είναι το παλαιό ξενοδοχείο «Δελφοί». Στο ισόγειο αναμμένα παράθυρα, θυμίζουν βιεννέζικο καφέ. Εντυπωσιακό κτήριο, πανέμορφο και μέσα για συζήτηση και ποτό σε ήρεμο περιβάλλον.

-Πιο κάτω στον αριθμό 46, ένα τριώροφο σαν κόσμημα, έρχεται από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’20 και μας φέρνει χίλιες και μία ιστορίες για τους ανθρώπους που στέγασε. Δυστυχώς βρίσκεται – όπως πολλά άλλα – σε φάση κατάρρευσης.

Η πολυκατοικία στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου 57, με είσοδο εκεί που είναι το περίπτερο. Εδώ ήταν τα γραφεία της εφημερίδας “Ριζοσπάστης” μέχρι το 1990.

-Τέλος, στον αριθμό 57, σε μια άοσμη και άχρωμη πολυκατοικία, στον 5ο και στο 6ο όροφο, στεγαζόταν τότε η εφημερίδα «Ριζοσπάστης» πριν μετακομίσει στον Περισσό. Το σημερινό άρωμα έρχεται από το κεμπαπτζίδικο που είναι δίπλα στην είσοδο και από τις αναμνήσεις των όμορφων χρόνων.

Κινηματογράφος “Σταρ”. Ιανουάριος 1947 (Φωτογραφία Δημήτρη Χαρισιάδη. Αρχείο Μουσείου Μπενάκη).

Και τώρα πάμε στο αστέρι μας

Ύστερα από αυτή την τεράστια εισαγωγή, καιρός είναι να πάμε σε άλλον ένα αρχιτέκτονα και στο μεταπολεμικό αστέρι του τίτλου.
Πρόκειται να σας πω για τον αρχιτέκτονα Ζακ Μοσσέ, ο οποίος έφτιαξε τον κινηματογράφο «Σταρ», στον αριθμό 10 της οδού Αγίου Κωνσταντίνου.

Στο ίδιο πεζοδρόμιο με τον Εθνικό Θέατρο και μισό λεπτό με τα πόδια από το μετρό της Ομόνοιας.
Ο μαραγκός Γιουδά Μοσσέ απέκτησε το 1990 τον Ζακ, ο οποίος σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Παρίσι, στη σχολή Ecole Special des Travaux Publics du Batiment et de L’ Industrie από όπου πήρε το δίπλωμά του το 1922. Αμέσως άρχισε να εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, ως ελεύθερος επαγγελματίας, κτίζοντας αλλά και αναλαμβάνοντας αρχιτεκτονικές μελέτες.

Στις 9 Απριλίου του 1941 οι Γερμανοί κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη και 9 μέρες μετά, ο Ζακ Μοσσέ μαζί με άλλους, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Σύμφωνα με μαρτυρίες συγγενών του, επί ένα χρόνο βρισκόταν φυλακισμένος στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου στην Αθήνα, πιθανόν δουλεύοντας κι εκεί σε τεχνικά έργα. Φαίνεται, ωστόσο, ότι διασώθηκε από τη θηριωδία των Γερμανών, επειδή ήταν, μάλλον, υπήκοος Αργεντινής.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εργάστηκε τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη. Στη Θεσσαλονίκη, ανάμεσα σε άλλα έργα του, έχτισε στα 1948-1950 το «Ολύμπιον Μέγαρο», εκεί που στεγάζεται το Φεστιβάλ Κινηματογράφου και το δίδυμο αδελφάκι του ακριβώς απέναντι, το «Ηλέκτρα Παλλάς». Άλλα φημισμένα κτήρια του Μοσσέ είναι στη συνοικία Ουζιέλ στο Ντεπώ, το κατάστημα Χάιμ Άλβο στην Ίωνος Δραγούμη, η ελευθεροτεκτονική στοά «Λοζίς Βεριτάς» στη γωνία των οδών Βαλαωρίτου και Βηλαρά, η οικοδομή στην οδό Αγίου Μηνά 4 του Χανανέλ Νάαρ και το κτήριο Μποτόν Σατικούδη στην οδό Βενιζέλου.
«Ο Ζακ Μοσσέ, αν και επηρεάζεται από τις τάσεις της εποχής, δεν παύει να διατηρεί την προσωπική του έκφραση στα σχέδια των κτηρίων που αναλαμβάνει, διατηρώντας κατακόρυφα στοιχεία, διμερή και τριμερή, που καταλήγουν σε ημικυκλικά τοξωτά υπέρθυρα, συνδυάζοντας απλό διάκοσμο από σοβά».

Αργότερα κατέβηκε στην Αθήνα όπου του αποδίδουν το Μέγαρο Κοσμετάτου, στη γωνία Ακαδημίας και Ομήρου, καθώς και το κτήριο στη διασταύρωση Ακαδημίας με Κοραή. Τέλος, βεβαιωμένα ανέλαβε στην περιοχή Γουδή την κατασκευή στρατιωτικών εγκαταστάσεων με πρωτομάστορα τον φίλο του Γιώργο Τσολίσο.

Επίσης τον κινηματογράφο «Σταρ», με επιρροές από το μοντέρνο κίνημα, ο οποίος κτίστηκε στη διετία 1946 -1947 και λειτούργησε το διάστημα 1947 – 2010. Αρχικά με επιχειρηματίες τους Καμχή, Κόμο, Μαύρο και Ζακ Μοσσέ. Στη συνέχεια με τον Σάββα Πυλαρινό, ενώ τα τελευταία χρόνια επιχειρηματίας ήταν ο Αντώνης Φραντζής.
Είναι ένα κτήριο πανύψηλο, σχεδόν σαν το «Rex». Τα γράμματα που σχηματίζουν τη λέξη «Σταρ» είναι κεφαλαία και στα ελληνικά: κάθετα, τεράστια, φωτεινά, δεσπόζουν στο δρόμο.

Ο κινηματογράφος χρησιμοποιούσε μοντέρνα μηχανήματα ήχου και κλιματισμό, ενώ είχε δύο εξαιρετικούς εξώστες, καπνιστήρια και θεωρεία. Συνολικά είχε 1.100 θέσεις, που αργότερα έγιναν 998. Στη συνέχεια έγιναν 850 και όταν έκλεισε το 2010 ήταν πολύ λιγότερες. Έπαιζε «από πρωίας», αλλά είχε ακριβότερο εισιτήριο από τον ανταγωνισμό, διότι ήταν καλύτερου επιπέδου από το «Κοτοπούλη», το «Κοσμοπολίτ», το «Μοντιάλ», την «Αλάσκα» ή το «Πάνθεον». Ανήκε πάντα στην Α΄ προβολή, όμως η προσπάθεια να κρατηθεί αστικό σινεμά στην Ομόνοια απέτυχε.

Φαίνεται ότι, στην αρχή τουλάχιστον, δεν πήγαινε καλά, όπως προκύπτει από δημοσίευμα της εποχής (Νοέμβριος 1947): «Η απελπιστικά μικρή κίνησις εις τα εισιτήρια του «Σταρ», η σχεδόν πάντοτε κενή πλατεία του με θεατάς αριθμουμένους εις τα δάκτυλα, γεννά αναπάντητα ερωτήματα. Οικοδομικώς δεν είναι κακός ο κινηματογράφος, εις διακόσμησιν δεν υστερεί, θέρμανσιν έχει, αερισμόν έχει. Τότε πού οφείλεται η ομαδική αποχή του κοινού; Μήπως εις τα καθίσματά του, τα οποία είναι ομολογουμένως κάπως στενώτερα του δέοντος ή εις την όχι αρτίαν απόδοσιν των φωνητικών μηχανημάτων; Μήπως φταίει και η κακή εκλογή των έργων του; Ας εξετάση το ζήτημα με κάποιαν μεγαλυτέραν προσοχήν η διεύθυνσίς του, διότι είναι κρίμα ένας νεότευκτος κινηματογράφος, όπως το «Σταρ», να έρχεται σχεδόν τελευταίος σε εισιτήρια».

Αργότερα, φιλοξενούσε προγράμματα 6-8 και 8-10 με τον Γιώργο Οικονομίδη και την ορχήστρα τζαζ του Γιώργου Μουζάκη. Τραγουδούσαν ο Πιέρο Λοβάττι και η Καίτη Ντένις. Παράλληλα υπήρχαν διάφορες ατραξιόν σε ένα «πρόγραμμα μιας ώρας».

Στον κινηματογράφο αυτό «γεννήθηκε» ένας περίφημος σκηνοθέτης, ο Βασίλης Γεωργιάδης, ο οποίος «συνήθιζε να συχνάζει στο μπαρ του σινεμά και να βλέπει αδιάλειπτα τις ταινίες που προβάλλονταν εκεί. Εκεί έτυχε να διαβάσει στην εφημερίδα για την ίδρυση της Ακαδημίας Κινηματογραφικών Σκοπών, την οποία διηύθυνε ο Ελληνοαμερικανός Ορφέας Καραβίας. Χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισε να εγγραφεί και να παρακολουθήσει τα μαθήματα σκηνοθεσίας. Γρήγορα απογοητεύτηκε από την ποιότητα των σπουδών και ίσως να τα παρατούσε, αν δεν ερχόταν σε επαφή με το μοντάζ, που τον γοήτευσε κι έγινε αιτία να ολοκληρώσει τις σπουδές του στη “σχολή”. Έτσι, έπειτα και από άλλες περιπέτειες, έκανε τα πρώτα του κινηματογραφικά βήματα ο μετέπειτα σπουδαίος σκηνοθέτης.

Στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν ο κινηματογράφος άλλαξε κατηγορία και μπήκε στην ομάδα με τα τσοντάδικα της πρωτεύουσας. Από την ταράτσα μέχρι τη μεγαλόπρεπη μαρκίζα της εισόδου επί της Αγίου Κωνσταντίνου, μια τεράστια αφίσα – λάβαρο καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της πλατιάς πρόσοψης, δείχνοντας μια ημίγυμνη και σχετικά σεμνή γυναίκα. Θα μπορούσε να είναι καμπαρέ, για παράδειγμα. Στην είσοδο του σινεμά, τα στοιχεία του παλιού μεγαλείου διατηρούνται αλώβητα: όμορφα μαρμάρινα τρίχρωμα πλακάκια, στις αποχρώσεις του καφέ, γυαλιστερά μεταλλικά «κορδόνια» αναμονής για τους εισερχόμενους, βαριές και αξιόπιστες πόρτες, ευρυχωρία στο ταμείο και στην είσοδο. Mάρμαρα, γυαλιστερό μέταλλο, υπέροχες προθήκες, σιδερένιες πόρτες μοναδικές. Παλαιά αρχοντιά.
***
Σε δημοσίευμά της, η εφημερίδα «Αυγή», με την υπογραφή Δ.Σ.Κ. γράφει το 2010: «Τέλος εποχής. Το «Σταρ», εδώ δίπλα στα γραφεία της εφημερίδας μας, ένας ιστορικός κινηματογράφος των Αθηνών, μια υπέροχη νεοκλασική αίθουσα που τα τελευταία 25 χρόνια δούλευε με ταινίες σεξ, έκλεισε την Τετάρτη. Το νοίκι παραήταν ακριβό (20.000 ευρώ το μήνα), η κρίση δεν κάνει εξαιρέσεις, ο ιδιοκτήτης δεν κατέβαινε στο ενοίκιο και ο επιχειρηματίας που εκμεταλλευόταν την αίθουσα, έβαλε λουκέτο. Και τώρα; Δύσκολο να γλιτώσει το κτήριο. Κάποιο σούπερ μάρκετ, κάποια εμπορική αλυσίδα θα το καταλάβει αργά ή γρήγορα».
***
Την εποχή της έντονης παρακμής του «Σταρ», τότε που περνούσα από την περιοχή πεζός, κάποια από τα έργα που προβλήθηκαν ήταν: «Η Μινόσκα απ’ το Κρεμλίνο» (1977), «Ο ματωμένος θρύλος», «Ερωτικές αδυναμίες», «Ο κίτρινος πράκτωρ εναντίον της μαφίας», «Νταχάν», «Μεγάλη επίθεσι», «Εισβολή του πάνθηρος», «Ιδιωτικές απολαύσεις της Ελίζαμπεθ» (1978), «4 λεπτά για 4 εκατομμύρια δολάρια», «Στο νησί του καταραμένου ηφαιστείου», «10 τίγρεις του καράτε», «Τα παιδιά της πιάτσας» (1979), «Δολοφονώντας τους πεθαμένους», «Οι μάγκες κάνουν σούζα», «Άγρια μέρα», «Μια γροθιά σαν του Μπρους Λη», «Άγρια μέρα», «Καλιφόρνια», «Κούβα, ο δρόμος των λύκων» (1980), «Ο σχιζοφρενής με το ψαλίδι», «Σκύλα εναντίον πόρνης» (1981), «Ασημένιος δράκος του καράτε» , «Ένας λυκάνθρωπος στο Λονδίνο». Όλες αυτές οι τριτοτέταρτες ταινίες συνοδεύονταν και από μία ταινία σεξ έτσι ώστε σιγά σιγά το «Σταρ» να μεταβληθεί σε κανονικό τσοντάδικο μέχρι και το 2010 που έκλεισε.

Μέχρι και σήμερα, παραμένει κλειστό, με άδηλο μέλλον. Μιλάμε για ένα κτήριο υπαρκτό, ακόμα εν ζωή και με ενέργεια. Μιλάμε για το «Μέγαρο» της Ομόνοιας. Το λαμπερό μεταπολεμικό αστέρι που περιμένει να λάμψει και πάλι στην περιοχή. Να γίνει ζευγάρι με το Εθνικό Θέατρο και κάποια στιγμή να γίνει ένα από τα ακριβά αρχιτεκτονικά διαμάντια της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, αν γίνει πεζόδρομος που θα ενώνει τις πλατείες Ομονοίας και Καραϊσκάκη. Όπως ήταν και το αρχικό σχέδιο του αρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρι – στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 – τότε που είχε προτείνει την πεζοδρόμηση και της οδού Πανεπιστημίου. Για σκεφτείτε την εικόνα. Από την Πλατεία Καραϊσκάκη μέχρι και το Σύνταγμα ένα καταπράσινος πεζόδρομος. Δεν είναι δύσκολο να γίνει αν το θελήσει κάποιος…

  • Στοιχεία για τον Ζακ Μοσσέ, πήρα από το βιβλίο «Η εβραϊκή παρουσία στον ελλαδικό χώρο». Επιμέλεια έκδοσης: Άννα Λαμπροπούλου – Κώστας Τσικνάκης, Εταιρεία Μελέτης Ελληνικού Εβραϊσμού, Αθήνα 2008.
  • Στοιχεία για τον κινηματογράφο «Σταρ», πήρα από το βιβλίο του Δημήτρη Φύσσα «Τα σινεμά της Αθήνας 1896-2013. Ιστορίες του αστικού τοπίου», που κυκλοφορεί ελεύθερο στο Διαδίκτυο.
  • Στοιχεία για τις πεζοδρομήσεις, από τον αρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρι (Λαμία 1905 – Αθήνα 1978), σε συνέντευξη που του πήρα το 1975.
  • Πρώτη ανάρτηση στο Catisart στις 28 Αυγούστου του 2017.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -