Το ποιητικό έργο “Σύσσημον” του Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι ένας ποταμός γεμάτος ορμή και παραφορά, μια ακλόνητη δύναμη λόγου, είναι η λογοτεχνία που αντιστέκεται. Παραθέτω, δίχως προφάσεις και σχόλια, σπαράγματα πολύτιμων στίχων για να μπορέσουμε ανενόχλητοι να σκεφτούμε και να θαυμάσουμε.
Μέσα στο δωμάτιο ήμασταν εμείς
που διανύσαμε γυμνοί και μόνοι τη μεγάλη μαύρη εποχή.
Το διάβα μας το μυστικό ήταν διάτρητο.
Γεράσαμε για να καταλάβουμεπως φυλάγουμε ένα σκηνικό –κι ούτε μπορούσαμε να προφητέψουμε.
*
Είχαμε δει ό, τι περισσότερο είχαμε ανάγκη
να γίνεται ένα τίποτα. Δεν προφητεύεται αυτό-
σκαλώσαμε και μείναμε.
*
Όλες μου οι αρχές συντρίφτηκαν από την εμπειρία
και πάνω απ’ τα συντρίμμια τους δεν ήθελα
ούτε δάσκαλο ούτε δικαστή ούτε πατέρα
παρά ένα φίλο
και κρύφτηκα πίσω απ’ τη γλώσσα-
θα γκρεμιζόντουσαν οι μύθοι.
*
Κοιμάμαι το άρωμά της.
Κοιμούνται τα νερά. Κοιμάται η θάλασσα.
Κοιμούμαι πάνω στο σταυρό.
Μόνο ένα μεγάλο πάθος (σαν το δικό μου)
μπορεί να διαπράξει τούτο το αμάρτημα:
του ύπνου πάνω στο σταυρό.
*
Ενώ λοιπόν είμαι άρχοντας
και είμαι φτιαγμένος για τη διασκέδαση
η φύση με βάρυνε με τη μοίρα
να σκέφτομαι δραματικά
να μην ελευθερώνομαι ποτέ από κάτι που κάνω
και αιώνια να δίνω λόγο για τις πράξεις μου.
*
H χίμαιρα που μας ωθεί να ζήσουμε στις γωνιές
μ’ έσπρωξε στην τρώγλη της αυτοκριτικής
έμεινα χρόνια σ’ αυτήν την τρώγλη στο τέλος ήπια απ’ το αίμα μου.
*
Τώρα πάντως έπεσε η πρώτη φτυαριά.
Πόσο θα της μοιάζει και η τελευταία
ούτε ο λογοτέχνης δεν θα μπορούσε να το πει.
Κακό που σε βρήκε, θα γίνεις πνεύμα.
Ενώ λίγο πιο πριν μιλώντας για την απώλεια ενός φίλου αποφαίνεται πικρά και ειρωνικά:
Τίποτα δεν είναι αθάνατο. Πολύ σκληρή είναι η ζωή
αλλά μετά είναι όλα εύκολα. Παρηγορηθείτε.
*
Διός και Ποσειδώνος αστρική σύνοδος
Ρέματα θυμωμένα
ερημικό κρεβάτι
κλάμα λύκου-
Θα τέλειωσε η αναζήτηση του Αγγέλου
που είναι το μυστήριο του άλλου – (Κι άραξα σε πέτρες.)
Και βροντολογάει θεολογία.
Το ‘να ξοπίσω στ’ άλλο τα αστροπελέκια της θλίψης
Γιόμισαν τα ουράνια θεολόγους.
*
Κοίταξα και χαμογέλασα. Όλη η ανθρωπότητα είναι
που φροντίζει τον τάφο ενός που δεν αγάπησε.
*
Τώρα ανακαλώ ένα φάσμα ερωτισμού…
Φέρνω κοντά μου την πτώση της ύλης στην σιωπή.
*
Και δύο αχτίνες του ήλιου
μέσα στη νύχτα
πέσαν στα μάτια μου-
τα μάτια της.
Συντρίμμι
Εγκάρδιε νυχτερινέ ήλιε
είμαι ανθρώπινο συντρίμμι.
*
Ουράνιο τόξο φεγγαριού-
Γεφύρι από κόκκινο χρυσάνθεμο-
Καντήιλα στην ομίχλη-
Μην κλαις αγάπη μου.
*
Όλοι είμαστε σα να μην υπήρξαμε ποτέ
δεν βλέπω την ακτή της λογικής-
δε μπορώ να βρω το μίσος κάτω απ’ τα δάκρυα.
*
Τραβήχτηκα στη μικρή εσχατολογική νήσο της αποτυχίας όλων των αναζητήσεων
και είχα στα χέρια μου τη φθορά μιας παράδοσης που μόνο στα έσχατα θα ξεπεραστεί-
είχα στα χέρια μου φθορά κι αντινομία.- Μ’ έφερε στην τέχνη η χίμαιρα που μας ωθεί να ζήσουμε στις γωνιές –Κι από τότε τρέφω γι’ αυτήν τη χίμαιρα κακία πουλιού
έτσι γνώρισα την περιοχή του οίκτου για τη σοφία
αυτού του κόσμου που εμώρανε ο Θεός.