Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
«Από πολύ μικρός τη ζωή την είδα μεσ’ απ’ τα μάτια των γυναικών, το ίδιο και τους άντρες. Οι γυναίκες εξουσίαζαν τα βρεφικά, παιδικά κι εφηβικά μου χρόνια σαν απόλυτοι μονάρχες. Όταν έκανα την Οκτωβριανή μου Επανάσταση, δεν τις εξόρισα απ’ τη ζωή μου. Τις αποκεφάλισα. Κι από τότε ζω μόνο και μόνο για να έχω τύψεις», Κώστας Ταχτσής.
Η μάνα σκληρή και απειλητική. Του προκαλούσε τρόμο. Τον έκανε να τρέμει στη σκέψη μήπως και αργοπορούσε στη δουλειά που τον είχε στείλει. Καμιά φορά όμως είχε και τα κέφια της. Τότε ήταν όλο χαρά και αγάπη. Τις δουλειές του σπιτιού τις είχε αναλάβει η κυρα-Ρωξάνη, γεμάτη ιστορίες κι αυτή. Η μάνα σιχαινόταν τη λάτρα. Τα βράδια που είχε τα κέφια της καθόταν με τις γειτόνισσες στο δρόμο και μάθαινε στα παιδιά της γειτονιάς διάφορα παιχνίδια. Αυτές ήταν οι καλύτερες στιγμές. Όταν όμως είχε τα μπουρίνια της… αλίμονό σου. Δεν τη συγκινούσε τίποτα. Ούτε το κλάμα σε έσωζε ούτε τα παρακάλια. Αντίθετα θύμωνε περισσότερο για να γίνεις άντρας και μόνο έπειτα από τις διαβεβαιώσεις σου σε άφηνε. Εκείνα τα βράδια ήταν που έβγαινε έξω και επέστρεφε τα ξημερώματα. Πέρασαν χρόνια. Το μάθημά του δεν το πήρε. Άντρας έγινε; Κι αν δεν έγινε έφταιγε άραγε η σκληρότητα της μάνας; Η αντιφατική και κυκλοθυμική συμπεριφορά της;
«”Έφτυσα! Αλίμονό σου αν χαζέψεις πάλι στο δρόμο!”.
Δεν έφτυνε ποτέ στ’ αλήθεια, μόνο με λόγια, μα το νόημα της απειλής ήταν καθαρό: Έπρεπε νάχεις γυρίσει πίσω πριν στεγνώσει το σάλιο.
Το πόσο γρήγορα στεγνώνει το σάλιο το καθόριζε εκείνη σύμφωνα με τις περιστάσεις, σύμφωνα με το κέφι της».
Ο σκηνοθέτης Βασίλης Ανδρέου κάνει τέχνη με δύναμη και μάτια ανοιχτά. Τα «Ρέστα», το έργο με τον παραπλανητικό τίτλο, είναι ένα διήγημα σπουδαίο. Αποτελεί ανατομία της τέχνης. Η παράσταση «Ο Μικρός Εγώ», που παρουσιάζεται σ’ ένα πανέμορφο ακατοίκητο σπίτι των αρχών του 20ου αιώνα, επί της οδού Κεραμεικού, στον αριθμό 88, κατακτά τη μυθιστορηματική δομή της λογοτεχνίας. Ο έμπειρος Βασίλης Ανδρέου χειρίζεται στιβαρά, με σεβασμό, αυτοπεποίθηση και χωρίς δισταγμό ένα ριζοσπαστικό έργο.
Μας αποκαλύπτει την κοινωνική ζωή της εποχής με όρους θεατρικού δρώμενου, τις συμπεριφορές και τις συναναστροφές της οικογένειας του συγγραφέα και ελέγχει απόλυτα την εντύπωση που παρουσιάζουν οι χαρακτήρες στο κοινό. Η ψυχολογική μελέτη, η κριτική απόσταση, η διαπεραστική ματιά κι ένα καυστικό χιούμορ συγκλίνουν στην επιτυχία της παράστασης. Μιας παράστασης ρέουσας και φυσικής σε αντιστοιχία με τη ρεαλιστική αφήγηση του Ταχτσή.
Το διήγημα «Τα ρέστα», αντλημένο από την ομώνυμη συλλογή, είναι ένα από τα αυτοβιογραφικά κείμενα του συγγραφέα. Eίναι εμφανής η προσπάθεια του Κώστα Ταχτσή να βρει μια ισορροπία με τους δαίμονες του παρελθόντος και μια εξήγηση για τα βασανιστικά γεγονότα της παιδικής του ηλικίας.
Βασισμένο στις αναμνήσεις του από τα τρυφερά του χρόνια που τα πέρασε στη Θεσσαλονίκη κοντά στη μητέρα του -στα επτά του χρόνια θα μεταβεί στην Αθήνα και θα μείνει με την επιβλητική και εκκεντρική γιαγιά του-, το διήγημα αποτελεί μια επίπονη για το συγγραφέα επιστροφή στο κλίμα αβεβαιότητας που χαρακτήριζε τη συμβίωση με τη μητέρα του.
Ασφαλώς σε περιόδους κρίσης ένα σύνολο κινήτρων ενεργοποιείται και μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές και εμπνευσμένες θεατρικές δουλειές όπως αυτή.
Στο «Μικρός Εγώ» (ηχητικά o τίτλος θυμίζει το «Μικρός Εγιόλφ» του Ίψεν, όπου και πάλι μια μητέρα απορρίπτει το γιο της) δεν υπάρχει μια αυστηρά οριοθετημένη προσκηνιακή περιοχή. Η δράση λαμβάνει χώρα σε, τουλάχιστον, έξι σημεία οπτικής εστίασης. Οι μετακινήσεις του κοινού και των ηθοποιών από την αυλή στα δωμάτια του παλαιού σπιτιού δημιουργούν ενδιαφέρουσες συστάδες αλληλεπίδρασης. Σαν τη συγκρότηση μιας κλειστής μυστικής ομάδας που κουβαλάει μέσα της κάτι από τη γλυκιά ενοχή των συνωμοτών. Οι θεατές μεταβάλλονται σε παρατηρητές και στιγμές στιγμές τείνουν να αγνοήσουν το γεγονός ότι παρακολουθούν παράσταση. Οι ήρωες συνυπάρχουν, συγκρούονται, ξεσπούν, παρουσία και των θεατών, σαν να μην υπάρχει ιδιωτικός χώρος, σαν να μη μένει τίποτα κρυφό.
Μια θεατρική παράσταση που έχει βασιστεί στο διήγημα «Τα ρέστα» του Κώστα Ταχτσή. Πέντε ηθοποιοί, δύο άντρες και τρεις γυναίκες, επιστρέφουν στη γειτονιά του συγγραφέα και εισβάλλουν σε ένα σπίτι με αυλή και πολλά δωμάτια έτοιμα να γεμίσουν με τον ήχο από τα κέρματα που έπεσαν από τα χέρια του Κωστή και κάθε Κωστή που πλήρωσε τα λάθη των άλλων, που πλήγωσε τους άλλους, που προσευχήθηκε στην οικογένεια και την έκανε τέχνη.
«Αχ, βρε μάνα! Έχουν περάσει – πόσα; Τριάντα χρόνια από τότε, κι ακόμα δεν έμαθα το μάθημά μου. Ακόμα δεν έγινα άντρας, ακόμα χαζεύω στο δρόμο κοιτάζοντας τα παιδιά, ακόμα μου κλέβουν οι αλήτες τα ρέστα. Κι αυτό είναι η μεγαλύτερη τιμωρία σου. Και δική μου τιμωρία – που δεν κατάλαβα, όσο ήταν καιρός, τι υπέφερες τότε, και θέλησα να σ’ εκδικηθώ. Μα που να πάρει ο διάβολος, έπρεπε να τα βάζεις μαζί μου για να ξεσπάς;».
Σε ό, τι επέμενε περισσότερο η μητέρα του, στην επιθυμία της να τον δει να γίνεται άντρας -στη δική της βέβαια σκέψη ένας άντρας καλύτερος, πιο πετυχημένος και πιο έντιμος από τον πατέρα του- ο Ταχτσής προτάσσει την ομοφυλοφιλία του. Το παιδί όχι μόνο δε θα γίνει άντρας, με την παραδοσιακή έννοια του όρου, μιας και υπήρξε ομοφυλόφιλος- αλλά θα υιοθετήσει και μια θηλυκή πλευρά, προσφέροντας μάλιστα τον έρωτά του σε άντρες επί πληρωμή.
Πρόκειται ουσιαστικά για μια σπουδή για το πώς ο εφιάλτης γίνεται πίστη και έργο τέχνης. Μια σπουδή στην οποία η αισθητική και η υποκριτική συνεργάζονται ενεργά.
Οι ηθοποιοί Βλασία Κουτσού, Φώτης Λαζάρου, Φαίδρα Παπανικολάου, Νατάσα Σφενδυλάκη, νεότατοι και πολυτάλαντοι, υπό τις πολύτιμες σκηνοθετικές οδηγίες του παιδαγωγού Βασίλη Ανδρέου, έμαθαν καλά πώς να κουμαντάρουν τη φωνή, την έκφραση, το σώμα τους. Έπαιξαν με απλότητα και ειλικρίνεια τους δύσκολους, πολλαπλούς ρόλους τους. Μελέτησαν δε τα ξεχωριστά κομμάτια έκφρασης και τις ειδικές λεπτομέρειες κάθε συγκεκριμένου ρόλου. Είναι εκπληκτικοί και πολλά υποσχόμενοι. Ο νέος ηθοποιός Γιώργος Μακρής έκανε μια ενδελεχή συναισθηματική εργασία πάνω στον ψυχισμό του παιδιού που καταπιέζεται από την έντονη και αυταρχική προσωπικότητα της μητέρας. Αρκετά καλός επίσης και ως ώριμος, εξομολογητικός συγγραφέας που τον κυνηγούν οι εφιάλτες του παρελθόντος.
Η εμπνευσμένη μουσική του Σπύρου Παρασκευάκου και η γλυκιά απόδοση των τραγουδιών από την υπέροχη φωνή της Νεφέλης Κουρή τονίζουν τις συγκινησιακές πτυχές του έργου. Πολύ κομψά, ευφάνταστα και λειτουργικά τα κοστούμια εποχής των ενδυματολόγων Αφροδίτης Μηλιώνη – Δήμου Κλιμενώφ.
Μια παράσταση ευχάριστη, τονωτική, αναζωογονητική, επωφελής και παιδευτική. Μια εξαιρετική δουλειά όλων των συντελεστών.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Βασίλης Ανδρέου
Μουσική σύνθεση: Σπύρος Παρασκευάκος
Τραγούδι: Νεφέλη Κουρή
Φωτογραφία: Γιάννης Μπορομπόκας
Ενδυματολόγοι: Αφροδίτη Μηλιώνη, Δήμος Κλιμενώφ
Παίζουν: Βλασία Κουτσού, Φώτης Λαζάρου, Γιώργος Μακρής, Φαίδρα Παπανικολάου, Νατάσα Σφενδυλάκη
Πληροφορίες
Γενική είσοδος: 10 €
Μέγιστος αριθμός θεατών: 20
Απαραίτητη κράτηση θέσεων στο τηλ.: 6985745521
Υπάρχει μετακίνηση στο χώρο.
“Ορίζοντας Γεγονότων”
Κεραμεικού 88, Αθήνα
Κυριακή και Δευτέρα στις 20:30
Είσοδος 10 ευρώ