Επιμέλεια κειμένου: Ειρήνη Αϊβαλιώτου
Το «Λεωφορείον ο Πόθος» (τίτλος πρωτότυπου A streetcar named Desire) είναι ένα από τα κορυφαία έργα θεατρικού ρεαλισμού του 20ου αιώνα και το πλέον γνωστό του βραβευμένου με Πούλιτζερ Αμερικανού θεατρικού συγγραφέα Τενεσί Ουίλιαμς. Σ’ αυτό ο συγγραφέας εξετάζει τον πνευματικό και ηθικό ξεπεσμό μιας πρώην καλλονής του Αμερικανικού Νότου, της Μπλανς Ντιμπουά, της οποίας η εξεζητημένη ευγένεια είναι ασυμβίβαστη με τη σκληρή πραγματικότητα που την εκπροσωπεί ο βάναυσος άντρας της αδελφής της, Στάνλεϊ Κοβάλσκι. Το έργο έγινε ευρύτερα γνωστό μέσα από την κινηματογραφική μεταφορά του Ελία Καζάν το 1951, με πρωταγωνιστές τη Βίβιαν Λι και τον Μάρλον Μπράντο.
Η Μπλανς Ντιμπουά, μια ευαίσθητη, εξαντλημένη γυναίκα, μια μοναχική και νευρωτική δασκάλα, φτάνει στο σπίτι της μικρότερης αδελφής της Στέλλα και του συζύγου της Στάνλεϊ Κοβάλσκι. Εγκαθίσταται μαζί τους και επιμένει να ζει υπεροπτικά και νοσταλγώντας τα περασμένα “μεγαλεία”. Η κόντρα της με τον σκληροτράχηλο μετανάστη από την Πολωνία, Στάνλεϊ, αποπνέει έναν απαγορευμένο και έντονο ερωτισμό. Αποκαλύπτεται πως η Μπλανς έχει κατασπαταλήσει την οικογενειακή περιουσία των δύο αδερφών κι ότι εκτός των άλλων είχε διωχτεί από το σχολείο στο οποίο δούλευε λόγω ανάρμοστων σχέσεων με διάφορους άνδρες, έτσι διαλύονται οι πιθανότητές της να έφτιαχνε τη ζωή της με τον φίλο του Στάνλεϊ, Μιτς. Το δράμα κορυφώνεται με τον βιασμό της Μπλανς από τον Κοβάλσκι, η Μπλανς χάνει τα λογικά της και αποχωρεί με τη συνοδεία ψυχιάτρου.
Το έργο, γραμμένο το 1947, έχει εμβληματικούς πρωταγωνιστές ρόλους που έχουν ερμηνεύσει κατά καιρούς σπουδαίοι ηθοποιοί στο θέατρο και στον κινηματογράφο- τον Πολωνό μετανάστη Στάνλεϊ Κοβάλσκι, σκληρό, εκρηκτικό και ανερχόμενο μικροαστό, και την αδερφή της γυναίκας του, Μπλανς Ντιμπουά, απόγονο αριστοκρατικής οικογένειας του Αμερικανικού Νότου, ανατρεπτική, «αλλόκοτη» και νευρωτική. Η κανονικότητα της ζωής του Στάνλεϊ και της γυναίκας του, Στέλλας και του κοινωνικού τους περίγυρου ανατρέπεται από την άφιξη της Μπλανς. Μέσα από την επαφή των διαφορετικών κοσμοθεωριών και συναισθημάτων, ο Τ. Ουίλιαμς θίγει ψυχοκοινωνικά θέματα, όπως οι αντοχές των αντιλήψεων και των ηθικών κανόνων της κοινωνίας και των ανθρώπων, η βία, τα ερωτικά πάθη, η μοναξιά και η ανάγκη συντροφικότητας και αγάπης, αλλά και θέματα ταμπού για την εποχή, όπως ο ρατσισμός, οι νευρικές διαταραχές και η κατάθλιψη.
Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη το 1947 σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν, ενώ το 1949, έχοντας ήδη αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές και το βραβείο Πούλιτζερ, ανέβηκε στο Λονδίνο σε σκηνοθεσία Λόρενς Ολίβιε. Το 1951, έγινε διάσημο σε όλον τον κόσμο με την πολυβραβευμένη μεταφορά του στον κινηματογράφο. σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν και με πρωταγωνιστές τη Βίβιαν Λι, που είχε υποδυθεί τη βασική ηρωίδα Μπλανς Ντιμπουά στο Λονδίνο και τον Μάρλον Μπράντο που είχε υποδυθεί το κεντρικό ρόλο του Πολωνού μετανάστη Στάνλεϊ Κοβάλσκι στη Νέα Υόρκη.
Πολλές ήταν οι σπουδαίες Ελληνίδες και ξένες ηθοποιοί που υποδύθηκαν τον θρυλικό ρόλο της Μπλανς Ντιμπουά. Μεταξύ αυτών, η Τζέσικα Λανγκ, η Γκλεν Κλόουζ, η Κέιτ Μπλάνσετ κ.ά. Στην Ελλάδα, το «Λεωφορείον ο Πόθος» θα δώσει στη Μελίνα Μερκούρη τον πρώτο μεγάλο της ρόλο, όταν το 1949 θα ερμηνεύσει την Μπλανς Ντιμπουά στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν, ενώ εξέχουσα ήταν η ερμηνεία και της Έλλης Λαμπέτη το 1966 (λέγεται μάλιστα ότι ο Σεφέρης εξέφρασε τον ενθουσιασμό του για την ερμηνεία της σε προσωπική επιστολή που έστειλε στην ηθοποιό).
Ο Τενεσί Ουίλιαμς είχε επιρροές από τον Άντον Τσέχωφ, τον Αύγουστο Στρίντμπεργκ κι άλλους συγγραφείς. Συνήθης φυσιογνωμία στα έργα του είναι η ηρωίδα στα όρια της παράνοιας, με καθαρές επιρροές από τη ζωή της αδερφής του, Ρόουζ. Από την αδερφή του και τη μητέρα του φαίνεται ότι εμπνέεται για τους γυναικείους χαρακτήρες (Laura, Amanda) στον «Γυάλινο Κόσμο», ενώ ο χαρακτήρας της Μπλανς Ντιμπουά στο «Λεωφορείον ο Πόθος» φαίνεται να βασίστηκε στη Ρόουζ, αλλά και στον ίδιο, καθώς την περίοδο που έγραφε το έργο, πίστευε ότι θα πεθάνει κι ότι αυτό θα αποτελούσε το κύκνειο άσμα του.
Στο «Λεωφορείον ο Πόθος», ο Ουίλιαμς ξεσκεπάζει τα μύχια του συναισθηματικού κόσμου του καθενός από εμάς, επισημαίνοντας ότι το σύνολο των ηθικών κανόνων που διέπουν τις κοινωνίες ανά εποχή είναι ευθέως ανάλογο με τις ελεύθερες ή μη ελεύθερες αντιλήψεις των ανθρώπων.
Η ζωή του
Μετά την αποφοίτησή του από το Λύκειο ξεκίνησε σπουδές δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, τις οποίες διέκοψε γιατί τις θεωρούσε βαρετές και το 1936 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του άρχισε να γράφει θεατρικά έργα και συνέχισε να γράφει ακόμη και όταν, κατά την οικονομική κρίση, είχε προσληφθεί σ’ ένα εργοστάσιο υποδηματοποιίας του Σεντ Λούις. Μικροί θίασοι παρουσίασαν μερικά από τα έργα του και τον ενθάρρυναν να σπουδάσει δραματουργία στο Πανεπιστήμιο της Άιοβα, απ’ όπου αποφοίτησε το 1938.Η πρώτη του τιμητική διάκριση ήταν το βραβείο που απέσπασε το 1939 με μία σειρά μονόπρακτα που είχαν τον τίτλο «American Blues». Παρά το βραβείο, ο Ουίλιαμς συνέχισε να εργάζεται σε διάφορες δουλειές, από ταξιθέτης θεάτρου μέχρι σεναριογράφος του Χόλιγουντ, ώσπου ήρθε η επιτυχία με το θεατρικό «Ο Γυάλινος Κόσμος» («The Glass Menagerie», 1944). Στο έργο του αυτό παρουσιάζει μια ξεπεσμένη οικογένεια του Αμερικανικού Νότου που ζει σε μία λαϊκή πολυκατοικία. Πραγματεύεται την αποτυχία μιας καταπιεστικής μητέρας, της Αμάντα, που ζει με τις παραισθήσεις ενός ρομαντικού παρελθόντος και του κυνικού γιου της Τομ, να εξασφαλίσουν συνοδό για την ανάπηρη και νοσηρά ντροπαλή κόρη της οικογένειας, Λάουρα, που ζει σ’ έναν δικό της, φανταστικό κόσμο με μια συλλογή γυάλινων ζώων.
Η επόμενη μεγάλη επιτυχία του Ουίλιαμς ήρθε τρία χρόνια αργότερα με το έργο «Λεωφορείο ο Πόθος» («A Streetcar Named Desire», 1947), που κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ.
Ο Ουίλιαμς έγραψε επίσης δύο μυθιστορήματα, τη «Ρωμαϊκή Άνοιξη της κυρίας Στόουν» («The Roman Spring of Mrs Stone», 1950) και το «Moise and the World of Reason» (1975), καθώς και δοκίμια, ποιήματα, σενάρια, διηγήματα και μία «Αυτοβιογραφία» («Memoirs», 1975). Ο Τενεσί Ουίλιαμς άφησε την τελευταία του πνοή σ’ ένα ξενοδοχείο της Νέας Υόρκης στις 25 Φεβρουαρίου 1983.
Πώς “γεννήθηκε” το “Λεωφορείον ο Πόθος”
Ο σπουδαίος Aμερικανός συγγραφέας, μιλώντας στο “The Paris Review” και τον δημοσιογράφο Dotson Rader στο τεύχος 81 (1981), απαντά στην ερώτηση από πού προέρχονται τα έργα του. Στην απάντησή του βρίσκεται η γενεσιουργός αιτία και αυτού του διάσημου θεατρικού. Αναφέρει:
“Η διαδικασία με την οποία έρχεται σε μένα η ιδέα για ένα έργο ήταν κάτι που ποτέ δεν μπορούσα να εντοπίσω. Φαίνεται να υλοποιείται σιγά σιγά. Σαν μια οπτασία που γίνεται όλο και πιο καθαρή. Είναι ακαθόριστο στην αρχή, όπως στο Λεωφορείον, το οποίο ήρθε μετά τον Γυάλινο Κόσμο. Είχα την εικόνα μιας γυναίκας προς το τέλος της νεότητάς της. Καθόταν στην καρέκλα, δίπλα στο παράθυρο, μόνη της, με το σεληνόφως να ρέει στο απελπισμένο της πρόσωπο, ενώ την έχει στήσει ο άνθρωπος που σχεδίαζε να παντρευτεί.
Νομίζω ότι σκεφτόμουν την αδερφή μου, διότι ήταν τρελά ερωτευμένη με νεαρό άνδρα ο οποίος εργαζόταν στην International Shoe Company και την επισκεπτόταν. Ήταν πολύ όμορφος και ήταν βαθιά ερωτευμένη μαζί του. Όποτε χτυπούσε το τηλέφωνο, σχεδόν λιποθυμούσε. Πίστευε ότι ήταν αυτός και θα την καλούσε σε ραντεβού. Βλέπονταν κάθε δεύτερο βράδυ, και μετά, ξαφνικά, δεν ξαναπήρε τηλέφωνο. Τότε ήταν που άρχισε να εξασθενεί πνευματικά η Rose. Από αυτή την εικόνα εξελίχθηκε το Λεωφορείον. Εκείνη την εποχή του είχα δώσει τον τίτλο Η καρέκλα της Μπλανς στο φεγγάρι, ο οποίος είναι πολύ κακός. Παρ’ όλα αυτά, ήταν απ’ αυτή την εικόνα, μια γυναίκα να κάθεται δίπλα στο παράθυρο, που μου ήρθε το Λεωφορείον.
Φυσικά, ο άνδρας που φλέρταρε την αδερφή μου δεν έμοιαζε καθόλου με τον Στάνλεϊ. Ήταν ένας νεαρός, απόφοιτος του Harvard. Είχε κάθε πλεονέκτημα. Ήταν στη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, όμως ήταν φιλόδοξος. Εν τω μεταξύ, ο πατέρας μου κατείχε διευθυντική θέση στην εταιρεία υποδημάτων και ο νέος σκεφτόταν ότι ο γάμος με τη Rose θα τον ωφελούσε. Τότε, δυστυχώς, ο πατέρας μου έμπλεξε σε σκάνδαλο και παραλίγο να χάσει τη δουλειά του. Σίγουρα δεν θα ήταν υποψήφιος για θέση στο διοικητικό συμβούλιο. Μάλιστα, κάποιος του είχε κόψει κομμάτι από το αυτί μετά από καβγά στο πόκερ! Έπρεπε να αποκατασταθεί. Πήραν χόνδρο από τα πλευρά του και δέρμα από τον κώλο του και έφτιαξαν κάτι που έμοιαζε με κουνουπίδι στο πλάι του κεφαλιού του. Κι έτσι, κάθε φορά που κάποιοι έμπαιναν στο ασανσέρ με τον πατέρα μου έπαιρναν μια παράξενη έκφραση και άρχιζαν να γελάνε. Τότε ήταν που ο νεαρός σταμάτησε να επικοινωνεί με την Rose. Ήξερε ότι το γέλιο αυτό είχε παρατραβήξει και είχε φτάσει μέχρι και τις εφημερίδες”.
Όπως φαίνεται από τα λόγια του ίδιου του Ουίλιαμς, ασήμαντα και σχεδόν αφανή, φανταστικά-πραγματικά, γεγονότα της ζωής του τον οδήγησαν να γράψει το 1947 το “Λεωφορείον ο Πόθος”. Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και η εκμάθηση του πόκερ. Εργάτης θεάτρου, στη διάρκεια του “Γυάλινου Κόσμου”, τον δίδαξε το γνωστό χαρτοπαίγνιο. Ο Ουίλιαμς είχε ήδη αρχίσει να γράφει το έργο και η παρτίδα πόκερ πήρε σημαντική θέση στη δράση.
Ο συγγραφέας άντλησε από τις εμπειρίες του για να δημιουργήσει έργα που έδωσαν ιδιαίτερη “φωνή” στη μετεμφυλιακή περίοδο (τέλη 1800-αρχές 1900). Η εκλεπτυσμένη αλλά σάπια κοινωνία που φέρνει στο φως, εξαφανίζεται γρήγορα την εποχή που γράφει.
Τα έργα του εξερευνούν τη σεξουαλική απογοήτευση και την καταστολή της βίας. Θέματα που προκάλεσαν σοκ στο κοινό. Πολλοί από τους χαρακτήρες του υποφέρουν από μοναξιά, συχνά στο σημείο της κατάρρευσης. Βάναυσα και εύθραυστα στοιχεία συγκρούονται σε πολλά από τα έργα του. Η δική του προσπάθεια να αντέξει σε μια δυσανεκτική κοινωνία απέναντι στους ομοφυλόφιλους, οι περίοδοι κατάθλιψης και η εξάρτησή του από αλκοόλ, βαρβιτουρικά, αμφεταμίνες, αντανακλώνται στην απομόνωση που βιώνουν οι απόκληροι στα έργα του.
Το μεγαλύτερό του επίτευγμα στο “Λεωφορείον ο Πόθος” είναι η απεικόνιση, μέσω των χαρακτήρων, της ψυχολογικής κατάστασης της εργατικής τάξης. Στα έργα εκείνης της περιόδου αυτό γινόταν με διδακτικό ύφος, επικεντρωμένο στον κοινωνικό σχολιασμό. Φαίνονταν σαν “ντοκιμαντερίστικο δράμα”. Αντίθετα, ο Ουίλιαμς επιδίωκε να παρουσιάσει αυτούς τους χαρακτήρες ως ψυχολογικά εξελισσόμενες οντότητες. Κάποιους, μάλιστα, προσπαθεί να τους εκθέσει όπως είναι, με τους δικούς τους όρους, χωρίς να τους εξιδανικεύει.
- Αρχική φωτογραφία: Η Έλλη Λαμπέτη στο ρόλο της Μπλανς Ντιμπουά