Του Παναγιώτη Μήλα
Όπως διάβασα στην εφημερίδα «Αυγή» την Κυριακή 23 Ιουλίου 2017, ο ΣΥΡΙΖΑ απάντησε στα όσα έγραψε ο Γιάννης Βαρουφάκης, πρώην υπουργός της Κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, στο τελευταίο του βιβλίο.
Στην απάντηση αυτή – απευθυνόμενοι σε τρίτο πρόσωπο και όχι ευθέως – στον σύντροφό τους, λένε μεταξύ των άλλων:
«Η πολιτική δεν είναι κουτσομπολιό και ο δήθεν ριζοσπαστικός λόγος του αποδεικνύεται διαρκώς ότι είναι η άλλη όψη των πιο αντιδραστικών απόψεων μέσα και έξω από τη χώρα. Του ευχόμαστε καλές πωλήσεις στο νέο του βίπερ».
Ακριβώς αυτή η τελευταία λέξη μου θύμισε τα μοναδικά ΒΙΠΕΡ της δεκαετίας του 1970. Τα περίφημα ΒΙβλία ΠΕΡιπτέρου.
Στη μετά τον πόλεμο εποχή – και μέχρι πριν από 30 χρόνια – οι διευθυντές των εφημερίδων ήταν ζυμωμένοι με την καθημερινότητα και δεν είχαν κρεμασμένο στο γραφείο τους κάποιο ντοκτορά ή κάποιο δεύτερο, τρίτο ή τέταρτο μεταπτυχιακό. Τα πτυχία τους ήταν οι κυκλοφορίες των εφημερίδων που διηύθυναν. Οι διευθυντές τότε δεν ξάπλωναν νωχελικά στις δάφνες των ιστορικών τίτλων των οποίων κρατούσαν το τιμόνι. Αντιθέτως έκαναν – ακόμη και σε εύκολους καιρούς – κάθε δυνατή προσπάθεια για να απογειώσουν τις όποιες εκδόσεις του «μαγαζιού» στο οποίο είχαν τη γενική ευθύνη.
Μια τέτοια περίπτωση είναι και τα Βιβλία Περιπτέρου, τα γνωστά μας ΒΙΠΕΡ τα οποία εμπνεύστηκε ο δημοσιογράφος Χρήστος Πασαλάρης, ο οποίος τότε ήταν επικεφαλής στις Εκδόσεις Πουρνάρα.
Δική του ιδέα ήταν να ανοίξει τη νέα εποχή του βιβλίου στην Ελλάδα και να αποδείξει ότι το βιβλίο μπορεί να έχει ΚΑΙ κορυφαία ποιότητα ΚΑΙ χαμηλή τιμή.
Ο Πασαλάρης έδωσε την ευκαιρία στον κόσμο να πάει στο περίπτερο και να αγοράσει μόνο με 14 δραχμές ένα βιβλίο. Τότε η εφημερίδα στοίχιζε 3 δραχμές. Τα ΒΙΠΕΡ φιλοξένησαν όλους τους μεγάλους ξένους συγγραφείς (Αλμπέρ Καμύ, Αλέξανδρος Δουμάς, Στέφαν Τσβάιχ, Φρανς Κάφκα κ.λπ.), όλους τους νομπελίστες, όλους τους Έλληνες συγγραφείς (Κονδυλάκης, Ψαθάς, Παπαδιαμάντης, Κάλβος, Σουρής, στρατηγός Μακρυγιάννης, Λιλίκα Νάκου κ.λπ.) και όλους τους ποιητές. Τα φθηνά και ποιοτικά βιβλία ήταν στη διάθεση του κοινού.
Είχαν τουλάχιστον 200 σελίδες και μικρό σχήμα 11, 5 Χ 17, 5 εκ. Ήταν αυτοτελή, αλλά κυκλοφόρησαν και μεγάλα συγγράμματα σε πολλούς τόμους, σε συνέχειες.
Η βιβλιοδεσία τους ήταν η καλύτερη δυνατή με αυτή την τιμή. Τα βιβλία ήταν χαρτόδετα, με κόλλα στη ράχη, και με χαρτί δημοσιογραφικό, όπως της εφημερίδας δηλαδή. Ο στόχος ήταν να μπορεί ο καθένας να έχει στο σπίτι του βιβλία που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να αποκτήσει.
Όλη η ελληνική και ξένη ποιοτική λογοτεχνία πέρασε τα χρόνια εκείνα από τις προθήκες των περιπτέρων.
Έστω και μόνο αυτή την παρακάτω παράγραφο ας τη διαβάσουν αυτοί που διευθύνουν σήμερα εκδοτικές εταιρείες και εφημερίδες μήπως τυχόν και καταλάβουν πως οι απλές ιδέες δεν έχουν ανάγκη μεταπτυχιακού:
«Τα ΒΙΠΕΡ ήταν η μεγαλύτερη εκδοτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού βιβλίου. Τον πρώτο χρόνο της κυκλοφορίας τους πούλησαν 6.000.000 αντίτυπα. Τα επόμενα χρόνια ο αριθμός των αντιτύπων αυξήθηκε. Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα διευρύνθηκε πολύ».
Και δυο λόγια για τον Χρήστο Πασαλάρη
Γεννήθηκε στα Εξάρχεια στις 14 Ιουλίου 1925. Σήμερα είναι 92 χρόνων και εξακολουθεί να αρθρογραφεί. Σπούδασε Ιατρική και Πολιτικές Επιστήμες στην Αθήνα και Δημοσιογραφία στις ΗΠΑ.
Ο πατέρας του έδρασε στο γαλλικό σοσιαλιστικό κίνημα και η μητέρα του, γεννημένη στο Μοναστήρι, ήταν κόρη του Μακεδονομάχου Ναούμ Κωνσταντινίδη, οπλαρχηγού του Παύλου Μελά. Σύζυγός του υπήρξε η σπουδαία ζωγράφος Λούη Σηλυβρίδου-Πασαλάρη.
Στην Κατοχή (1941-1944, ο Χρήστος Πασαλάρης (ως «Αλέξης») έδρασε στον παράνομο τύπο της Αντίστασης. Συνελήφθη από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε στου Γουδή και στο Χαϊδάρι και διέφυγε ως εκ θαύματος την εκτέλεση στην Καλλιθέα. Δραπέτευσε λίγο πριν από την απελευθέρωση.
Ξεκίνησε την επαγγελματική καριέρα το 1946 στον «Ριζοσπάστη» ως αθλητικός συντάκτης και στη συνέχεια ως αρχισυντάκτης. Τότε – πριν κλείσουν την εφημερίδα – όλοι οι αρχισυντάκτες ο ένας μετά τον άλλον στάλθηκαν για διακοπές στα ξερονήσια. Το 1946 ο Πασαλάρης κλείστηκε στη Μακρόνησο ως τα τέλη του 1950, παρέα με τους Μίκη Θεοδωράκη, Θανάση Κανελλόπουλο, Κώστα Δεσποτόπουλο, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Γιάννη Βούλτεψη και άλλους.
– Μετά την απόλυσή του, το 1951, εργάστηκε ως αρχισυντάκτης στις εφημερίδες «Ταχυδρόμος», «Έθνος», «Φιλελεύθερος», «Αθηναϊκή» και «Εμπρός». Συνεργάτες του υπήρξαν τότε οι Αλέκος Φιλιππόπουλος, Γιάννης Καψής, Τάκης Λαμπρίας, Δημήτρης Μαρούδας, Νίκος Φώσκολος, Κώστας Πρετεντέρης, Αλέκος Σακελλάριος, Κωστής Χαιρόπουλος, Νταίζη Μαυράκη και άλλοι.
–Από το 1953, εργάστηκε επί 17 χρόνια στο συγκρότημα Λαμπράκη ως Αρχισυντάκτης και Διευθυντής Σύνταξης στα «Νέα» που, χάρη και στο σπουδαίο επιτελείο της, έγινε επί πολλά χρόνια η πρώτη ελληνική εφημερίδα. Αποχώρησε το 1970 λόγω πολιτικής διαφωνίας με την ιδιοκτησία, όπως για τον ίδιο λόγο είχε αποχωρήσει και από το «Εμπρός».
– Από το 1970 ως το 1974 διηύθυνε το εβδομαδιαίο περιοδικό «Επίκαιρα» του Γιάννη Πουρνάρα με ξεχωριστούς συνεργάτες τον Φρέντυ Γερμανό, τον ΚΥΡ, τον Νίκο Μαστοράκη, τον Γιώργο Λιάνη, τον Γιώργο Μπέρτσο, τη Σοφία Μαλτέζου και άλλους, χάρη στους οποίους ξεπέρασε τα 70.000 τεύχη. Τότε εμπνεύστηκε και τα περίφημα ΒΙΠΕΡ. Αποχώρησε και πάλι όμως λόγω πολιτικής διαφωνίας με την ιδιοκτησία.
– Λίγο πριν από την πτώση της Χούντας εκλήθη να διευθύνει την τιμωρημένη «Βραδυνή», η οποία τον Ιούλιο του 1974, με την επάνοδο του Κωνσταντίνου Καραμανλή ξεπέρασε τα 300.000 φύλλα, ρεκόρ που ουδέποτε μέχρι σήμερα καταρρίφθηκε.
– Μετά την αποχώρησή του από τη «Βραδυνή», λόγω και πάλι πολιτικής διαφωνίας με την ιδιοκτησία, εκλήθη το 1975 να διευθύνει την «Απογευματινή» του Νάσου Μπότση που επί πολλά χρόνια διατήρησε την κορυφαία θέση στην κυκλοφορία.
– Τον Απρίλιο του 1983, μετά το θάνατο του Νάσου Μπότση και λόγω πολιτικής πάντοτε διαφωνίας με τον εκδότη Νίκο Μομφεράτο, δέχθηκε πρόταση του Άρη Βουδούρη να του «στήσει» και να διευθύνει τον «Ελεύθερο Τύπο», με επιτελείς τον Ανδρέα Μπόμη και τον Γιάννη Βούλτεψη. Η εφημερίδα κατέρριψε αμέσως ρεκόρ κυκλοφορίας με 250.000 φύλλα. Η συνεργασία όμως με την ιδιοκτησία δεν μακροημέρευσε λόγω και πάλι διαφωνίας σε θέματα δεοντολογίας.
Αμέσως μετά ο Χρήστος Πασαλάρης εκλήθη να διευθύνει την έγκυρη «Μεσημβρινή» του ομίλου Βαρδινογιάννη που τετραπλασίασε την κυκλοφορία της, διατηρώντας παράλληλα το υψηλό κύρος της. Αλλά και εκεί υπήρξαν διαφωνίες με το ίδιο αποτέλεσμα.
– Από το 1990 ως τον Ιούνιο του 2009, εργάστηκε ως διευθυντής ή σύμβουλος έκδοσης και αρθρογράφος στις ιδρυματικές πλέον εφημερίδες «Απογευματινή» και «Ελεύθερος Τύπος» και από το 2014 ως κύριος αρθρογράφος και σύμβουλος έκδοσης στην εφημερίδα Realnews.
– Από το 1968 έως το 2015, εργάστηκε ως καθηγητής δημοσιογραφικών σπουδών σε σχολές δημοσιογραφίας (όπως ήταν η δι΄αλληλογραφίας Σχολή “Πεντάς”), πλήθος δε διακεκριμένων σήμερα δημοσιογράφων υπήρξαν μαθητές του.
– Ο Χρήστος Πασαλάρης πρωτοπόρησε στον αθηναϊκό Τύπο: Με την προβολή ανθρωπίνων θεμάτων στις πρώτες σελίδες. Με την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στην ειδησεογραφία. Με τη μαχητική αρθρογραφία και στόχο τον έλεγχο της εξουσίας. Με την ακομμάτιστη ειδησεογραφία. Με την εφαρμογή της νέας τεχνολογίας και κυρίως με την αυστηρή τήρηση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Για το λόγο αυτό, εκλήθη τον Ιούνιο του 2015 ως επικεφαλής της επιτροπής δεοντολογίας της ΕΡΤ.
Τον Φεβρουάριο του 2016 παρασημοφορήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, με τον Χρυσό Φοίνικα. Επίσης έχει τιμηθεί: Δις από το “Ίδρυμα Μπότση” (1986 και 1998) για την ευδόκιμη υπηρεσία του. Από το «Ίδρυμα Ιπεκσί» (1989) για το καλύτερο ρεπορτάζ. Από την Ακαδημία Αθηνών (1985) για το βιβλίο του «Μια ζωή τίτλοι». Από το Δήμο Αθηναίων με χρυσό μετάλλιο για την προσφορά του στο λειτούργημα. Από το ελληνικό κράτος με το μετάλλιο αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, όπως επίσης και από την οργάνωση «Μπουμπουλίνα» για τον ίδιο λόγο. Από τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη για την προσφορά πινάκων της αείμνηστης συζύγου του Λούης για τα καρκινοπαθή παιδιά. Το 2009 η Βουλή καθιέρωσε «Ετήσιο βραβείο πολιτικής αρθρογραφίας» στο όνομα του Χρήστου Πασαλάρη.
Τα βιβλία του είναι:
– Πώς να γίνετε δημοσιογράφος (1970) – Έξι εκδόσεις
– Οι άσσοι της αστροναυτικής (1970) – Δύο εκδόσεις
– Καλημέρα νέα τεχνολογία (1983)
– Η πράσινη αλεπού (1987)
– Μια ζωή τίτλοι (1989) – Πέντε εκδόσεις
– Στου κουφού την πόρτα (1992)
– Οι βαρόνοι των media – Τρεις εκδόσεις
– Όρτσα και μη φοβάσαι (1994)
– Την αλήθεια και ας πονάει (2002) – Δύο εκδόσεις
– Η ιστορία του Τύπου (2006) – Δύο εκδόσεις
– Κάθε παλιό να σβηστεί (2015)
Να θυμίσω εδώ ότι ο συγγραφέας διαθέτει τις εισπράξεις από τα βιβλία του εξ ολοκλήρου υπέρ των απόρων σπουδαστών της δημοσιογραφίας.
Τα χόμπι του είναι: Ανεμοπορία, κολύμβηση, ταξίδια, κλασική μουσική.
Οι αρχές που διδάσκει είναι: «Να μη φοβόμαστε το θάνατο, Να μη λατρεύουμε το χρήμα».
- Τα βιογραφικά στοιχεία του Χρήστου Πασαλάρη είναι από την ιστοσελίδα «Σαν σήμερα».