25.5 C
Athens
Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2024

«Όρνιθες» του Αριστοφάνη από τον Άρη Μπινιάρη με μια καθαρή θεατρική γραφή στην Επίδαυρο

Γράφει η θεατρολόγος Μαρία Μαρή

Το διήμερο της Παρασκευής 9 και του Σαββάτου 10 Αυγούστου 2024 στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 18.400 θεατές χειροκρότησαν θερμά όλους τους συντελεστές της παράστασης «Όρνιθες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία του Άρη Μπινιάρη.

Πέρσες, Προμηθέας Δεσμώτης και τώρα πρώτη φορά με κωμωδία του Αριστοφάνη ο Μπινιάρης αναμετριέται με τους «Όρνιθες». Κι ενώ λέγεται ότι «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, τον τρων οι κότες», στην περίπτωση του Άρη Μπινιάρη έγινε το ακριβώς αντίθετο.

Πώς φανταζόμαστε μια ιδανική πολιτεία; Μια πολιτεία, που διαπνέεται από ηθικές αξίες και περιορισμούς, με προσωπική επιλογή και όχι επιβολή. Μια κοινωνία της οποίας η ηθική τελείωση και η πνευματική διαύγεια των μελών της θα προκύπτει μέσα από την παιδεία τους και την αποπομπή των τοξικών και καρκινικών παραγόντων.
Αυτή είναι η κοινωνία που ονειρεύτηκαν οι «Όρνιθες» του Άρη Μπινιάρη, πιστές στον Αριστοφάνη, με μελέτη της αρχετυπικής παράστασης του Κουν και με σύγχρονη πνοή.

Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος και ο Γιώργος Χρυσοστόμου στους ρόλους του Πισθέταιρου και του Ευελπίδη αντίστοιχα, μαζί με μια πλειάδα εξαιρετικών ηθοποιών: Κώστας Κορωναίος στο ρόλο του Έποπα, Στέλιος Ιακωβίδης, στους ρόλους του Χρησμολόγου και του Προμηθέα, Κωνσταντίνα Τάκαλου ως ποιήτρια και ως Ίρις, Ερρίκος Μηλιάρης στον ρόλο του Μέτονα και του Ηρακλή, Μάριος Παναγιώτου ως Επίτροπος και Ποσειδώνας, Θανάσης Ισιδώρου ως Συκοφάντης και ο Χορός: Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Κώστας Phoenix, Θανάσης Ισιδώρου, Τάσος Κορκός, Σοφία Κουλέρα, Αυγουστίνος Κούμουλος, Μαρία Κυρώζη, Κυριάκος Σαλής, Αλεξία Σαπρανίδου, Ειρήνη Τσέλλου, προσπάθησαν με τη δυναμική διδασκαλία του Άρη Μπινιάρη να ιδρύσουν τη δική τους ιδανική πολιτεία στους αιθέρες μακριά από τους ανθρώπους, την ιδανική Νεφελοκοκκυγία.

Με συνεργάτες την Έλενα Τριανταφυλλοπούλου (δραματουργική επεξεργασία και διασκευή), τον Πάρι Μέξη (σκηνικά και κοστούμια), τον Αλέξανδρο Δράκο Κτιστάκη (μουσική σύνθεση), τον Αλέξανδρο Βαρδαξόγλου (κινησιολογία), τον Βαγγέλη Μούντριχα (σχεδιασμός φωτισμών) ο Άρης Μπινιάρης επιχείρησε μια σύγχρονη διασκευή της διαχρονικής αριστοφανικής κωμωδίας τοποθετώντας στο επίκεντρο την αποκατάσταση μιας κοσμικής δικαιοσύνης.

Ο Αριστοφάνης, όντας απογοητευμένος από την τροπή του Πελοποννησιακού Πολέμου, βρίσκει την ευκαιρία μέσα από το έργο του αυτό να διακωμωδήσει τους συκοφάντες και τους κόλακες του δήμου, καθώς και τις θεωρίες για νέα πολιτεύματα.

Τον 21ο αιώνα αυτό το έργο του Αριστοφάνη, μετά την τρομοκρατία της πανδημίας και των πολέμων δε θα μπορούσε να μην είναι η απηυδισμένη αντίσταση και απέλπιδα, αγανακτισμένη αναζήτηση ενός καλύτερου αύριο από τους δυο φίλους, τον Πισθέταιρο (Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο) και τον Ευελπίδη (Γιώργο Χρυσοστόμου).

Η αρχική σκηνή που με φόβο και άγνοια πλησιάζουν τα πουλιά προσομοιάζει με τον Μπέκετ και το «Περιμένοντας τον Γκοντό», μια τραγική υπαρξιακή, μεταφυσική κωμωδία και μια επανάσταση, ενάντια τόσο στις κοινωνικές, όσο και στις ανθρώπινες συνθήκες.

Ο ένας, ο Πισθέταιρος, κρατά ένα δέντρο, δώρο προσφορά και εξιλέωσης στα πτηνά. «Εγώ είμαι εσύ και κι ο άλλος απαντά ότι και αυτός είναι εκείνος». Είναι φοβισμένοι και δεν ξέρουν πού ακριβώς βρίσκονται. Είναι και οι δυο τους σε ταραχή. Κάθε τόσο ο Πισθέταιρος φωνάζει κωμικά στον Ευελπίδη να ηρεμήσει λίγο, «ενώ έχει μουδιάσει το παπάρι του από τον ιδρώτα».

Πώς να καλέσουν τα πουλιά; Δεν ξέρουν. Είναι απόλυτα μόνοι και ανυπεράσπιστοι. Αυτοί μόνοι το σκέφτηκαν να αναζητήσουν αλλού, πέραν της διεφθαρμένης γης μια λύση, μια καλύτερη ζωή. Με συνοδεία ένα δέντρο ψάχνουν συμμάχους. Θέλουν να φύγουν από την πόλη, που πληρώνουν φόρους, όπου ο ένας πατά πάνω στον άλλο, όπου επικρατεί η λαμογιά και η κερδοσκοπία και αναζητούν μια καλύτερη πόλη από τη δική τους για να ζήσουν με ηρεμία και χαρά.

Η επαφή τους με τον κόσμο των πουλιών θα τους δώσει την ιδέα να ιδρύσουν μια καινούργια πολιτεία στους αιθέρες, μεταξύ γης και ουρανού.

Επιθυμούν να βρουν το πουλί τσαλαπετεινό (που άλλοτε ήταν άνθρωπος, ο βασιλιάς Τηρέας) για να το ρωτήσουν σε ποια πόλη μπορεί κανείς να ζήσει ήσυχα, πλούσια και ειρηνικά και πώς είναι να ζήσεις με τα πουλιά.

Όλα γίνονται δραστικά και γρήγορα. Τα πουλιά δε μένουν ποτέ στατικά και ακίνητα.

Όταν πια βρίσκουν τον τσαλαπετεινό, τον Έποπα, εκείνος τους απογοητεύει, καθώς δεν έχει να προτείνει καμιά πόλη, που να τους αρέσει. Τότε όμως ο Πισθέταιρος λέει την ιδέα του να ιδρύσουν μαζί με τον τσαλαπετεινό Τηρέα, την πόλη των πουλιών στους αιθέρες, στο μεσοδιάστημα δηλαδή μεταξύ του κόσμου των ανθρώπων και του κόσμου των θεών. «Αυτόν τον πόλο, τόπο, αν τον περιχαρακώσουν, δεν θα τον λέγανε πόλη;».
Ο τσαλαπετεινός, ο Έποπας με κίνηση χεριών και κοστούμι, πείθεται και καλεί τα πουλιά για να τους ανακοινώσουν μαζί το σχέδιο του Πισθέταιρου.

Τα πουλιά εμφανίζονται αγριεμένα από την εισβολή των ανθρώπων και θεωρώντας ότι ο τσαλαπετεινός τους πρόδωσε, ετοιμάζονται να επιτεθούν στους εισβολείς.

Η μουσική κάνει αναφορά σ’ εκείνη την παράσταση του Κουν αφήνοντας μικρό μουσικό υπαινιγμό σεβασμού και προοπτική συνέχειας. Επιθετική η κίνηση των πτηνών. Τα Εμού, τα μεγαλόσωμα εκείνα πτηνά, όπως και άλλα αιμοβόρα και αρπακτικά πτηνά τους επιτίθενται.
«Θέλετε να ζήσετε εδώ με μας; Ούτε καν!». Αναζητούν τον ανόσιο αυτόν που τους κάλεσε, κάνοντας έμμεση και τιμητική αναφορά σε εκείνη την παράσταση σταθμό από το Θέατρο Τέχνης του 1959 σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν, σκηνικά Γιάννη Τσαρούχη και Χορογραφίες Ραλλούς Μάνου.

«Πού, πού, πού είναι αυτός που μας κάλεσε;». Τα πουλιά έχουν αγριέψει, αλλά οι δυο φίλοι είναι έξυπνοι και πράγματι στο έλεός τους. Ο Πισθέταιρος τους λέει ότι οι μυαλωμένοι έχουν εχθρούς, γιατί ο εχθρός σε κάνει να μάθεις».

Προσκαλεί τα πουλιά να τους μάθουν πώς θα ενεργήσουν, τι θα κάνουν.
«Εσείς θα μας διδάξετε!».

Ο Ευελπίδης δεν μπορεί, αγχώνεται στην επαφή του με τα ζώα.

Ο Πισθέταιρος τους λέει ότι «η βασιλεία του κόσμου ανήκει στα πουλιά, δηλαδή σε εκείνους. Είναι τα αρχαιότερα όντα, πριν ακόμα κι από τη γη. Οι άνθρωποι τα εξημερώνουν, τα σκοτώνουν, τα πιάνουν με απόχες, τα ψήνουν, τα βάζουν στο φούρνο, στο τραπέζι τους και μετά τα πετούν ψοφίμια στις χωματερές».

Τους φουσκώνει τα μυαλά, λέγοντάς τους ότι αν χτίζανε μια πόλη, θα έπαιρναν την εξουσία από τους θεούς. Οι μυρωδιές από τις θυσίες δεν θα έφταναν στους θεούς. Θα τρώγανε τους σπόρους από τα χωράφια των ανθρώπων, δεν θα καθάριζαν τα αμπέλια από τα ζιζάνια, «δεν θα λαλούσε ο πετεινός την ώρα» και άλλα δεινά.

Η παρουσία τους θα ήταν εντελώς απαραίτητη για τους ανθρώπους και τους θεούς. Το θέμα είναι ότι αυτοί οι δυο επειδή είναι άνθρωποι δεν πετούν, όμως οι τσαλαπετεινοί, τα αθάνατα, τα άφθαστα παιδιά του αιθέρα είναι πρόθυμοι να τους μάθουν.

Η μουσική του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη είναι συγκλονιστική. Επική όπου χρειάζεται, δυναμική, σύγχρονη και με πολλές παραδοσιακές αναφορές σε σημεία.
Τα πουλιά μαθαίνουν στον Πισθέταιρο και τον Ευελπίδη να πετούν.
Τους παίρνουν στα χέρια τους και πετούν με τη βοήθειά τους. Ο Πισθέταιρος και ο Ευελπίδης νιώθουν περίεργα.

Πρέπει όλοι μαζί να βρουν ένα όνομα για την πόλη τους. Η φαντασία πετάει στα σύννεφα, τα αστέρια στον ουρανό, το τιτίβισμα των νεογνών, όλοι μαζί σε κύκλο αποφάσισαν ότι ο όνομα αυτής θα είναι Νεφελοκοκκυγία.

Τα πουλιά πείθονται να ιδρύσουν τη Νεφελοκοκκυγία (= κατοικία των κούκων στα σύννεφα, την πόλη δηλαδή των πουλιών) με στόχο να αναδειχτούν ρυθμιστές της θεϊκής εξουσίας λειτουργώντας ως ενδιάμεσοι των θεών με τους ανθρώπους. Αναλαμβάνουν ευθύς εργασίες, άλλοι για τις σκαλωσιές, άλλοι στους τροχούς, άλλοι στη φωτιά για το χτίσιμο του τείχους που θα περιβάλλει τη χώρα των πουλιών και θα εμποδίζει έτσι την τσίκνα από τις θυσίες των ανθρώπων να ανεβαίνει στους θεούς. Δεν παραλείπουν να υμνήσουν την αδάμαστη, τη σκοτεινή τους μητέρα, τη νύχτα, που τα πάντα σμίγει και τα πάντα φροντίζει: «Μητέρα των ονείρων σε σένα παραδίνομαι, έλα και διώξε τους νυχτερινούς φόβους, στείλε το φως σου σε μένα!». Η μουσική που συνοδεύει το χορικό είναι μυσταγωγική, με συμπαντικές αναφορές.

Ενώ το χτίσιμο της πόλης βρίσκεται σε εξέλιξη, καταφθάνουν απρόσκλητοι επισκέπτες από τον κόσμο των ανθρώπων, διεκδικώντας αυθαίρετα εξουσίες και προνόμια, ενώ παράλληλα απεσταλμένοι των θεών του Ολύμπου διαμαρτύρονται θορυβημένοι για την αμφισβήτηση της θεϊκής κυριαρχίας καθώς η νέα πόλη εμποδίζει τους καπνούς από τις θυσίες να φτάσουν στον ουρανό.

Θα καταφέρουν ο Πισθέταιρος και ο Ευελπίδης, με τη συμβολή των πουλιών, να ολοκληρώσουν το χτίσιμο της Νεφελοκοκκυγίας; Πόσο εύκολο θα είναι να πραγματώσουν τη δική τους ουτοπία;

Οι παρουσίες του Πισθέταιρου (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος) και του Ευελπίδη (Γιώργος Χρυσοστόμου) είναι δυναμικές, διαφορετικές, αντιστικτικές και συμπληρωτικές.

Σαν τον Βλαντιμίρ και τον Εστραγκόν στο «Περιμένοντας τον Γκοντό» με πιο έντονο κωμικό στοιχείο ο Πισθέταιρος και πιο δωρικός ο Ευελπίδης προσπαθούν με απέλπιδα αγώνα για ένα καλύτερο μέλλον.

Πριν ακόμα καλά καλά χτιστεί η πόλη καταφθάνει ο Ιερέας, Χρησμολόγος (Στέλιος Ιακωβίδης), σεβάσμιος γέρος, που κρατώντας κεραυνό στο χέρι του, να τους φοβερίσει, να μην τα βάζουν με τα θεία και κάνει ό,τι μπορεί για να μη χάσει τη δουλειά του. Απευθυνόμενος αγανακτισμένος στο θεό του λέει «απέδωσε δικαιοσύνη!» για να τον διορθώσουν με το σωστό «Απόδωσε!».
Και σκοταδιστής, και οπισθοδρομικός και παραδόπιστος και αγράμματος. Τους ρίχνει κατάρες, ενώ τα πουλιά τον διώχνουν.

Ακολουθεί η Ποιήτρια (Κωνσταντίνα Τάκαλου), που τους ενημερώνει ότι έχει συνθέσει ποιήματα για την όμορφη πόλη τους. Μιλά για την αξία της υψηλής παιδείας, τους υπόσχεται να διοργανώνει ατελείωτες εκδηλώσεις για τις οποίες εκείνη έχει ήδη γράψει τις κριτικές, πριν αυτές γίνουν. Υπερφίαλη, φιλόδοξη, απωθητική μιλά συνεχώς μέχρι να τη διακόψει ο Πισθέτερος με τη χαρακτηριστική του ατάκα «Για ηρέμησε λίγο!».

Το αντάλλαγμα που ζητά για το «θεάρεστο» αυτό έργο της είναι να εμφανίζεται σε όλες τις εκδηλώσεις και βέβαια ένα ποσοστό επί των κερδών. Ο Ευελπίδης τη διώχνει, ενώ ακολουθεί ο Μέτων (Ερρίκος Μηλιάρης), αρχιτέκτονας, έτοιμος να γεωμετρήσει τον αέρα, αφού τους πουλήσει την ιδέα ότι είναι ένας από αυτούς, ένας όμοιός τους, κάνοντας τις φωνές των πουλιών, παίζοντας με τον Χορό και προσποιούμενος ότι και ο ίδιος είναι πουλί που κάθεται πάνω σε κλαδί.

Θα τους σχεδιάσει την πολιτεία τους με το αζημίωτο φυσικά. Η κερδοσκοπία στο μεγαλείο της. Τα πουλιά παραμυθιάζονται ότι θα γίνουν ο καλύτερος τουριστικός προορισμός.

«Ζήσε τον μύθο σου μαζί μας! Επίδαυρος 2024!».

Τον πιάνουνε όμως και τον πετούν έξω. «Δυο πετεινοί στο ίδιο κοτέτσι δεν κάνουν!».

Με την ευκαιρία των Ορνίθων κρίνονται τα «ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα». Χτυπούν τον Μέτονα, αυτόν που θέλει να τα κτίσει όλα, που το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι το κέρδος του.
Τον κατονομάζουν ρυπαρό και τρισάθλιο και τον διώχνουν, ενώ του λένε «θα μας κλάσεις μια μάντρα…», αυτό που κανείς δεν λέει στη σύγχρονη, ξέφρενη ανοικοδόμηση, όλοι έρμαια του κέρδους.

Δεν αργεί να έρθει ο επόμενος, σαν κουρδιστό παιχνίδι. Ο Συκοφάντης (Θανάσης Ισιδώρου), με μια τσάντα με στοιχεία για όλους μιλά ασταμάτητα με κολακείες, ενώ λέει στον Πισθέταιρο να του πει πότε να σταματήσει. Όταν του το λέει εκείνος δεν σταματά και λέει το ποιηματάκι του απ’ έξω, ενώ η γλώσσα του τον προδίδει.

«Αξιότιμε, πάνσοφε, πολυδόξαστε, άρρωστε! [διορθώνει] Άριστε!» και του φιλά τα πόδια, ενώ στη συνέχεια εξελίσσεται σε δικτατορίσκο απειλώντας.

Επισημαίνει στον Πισθέταιρο ότι δεν μπορεί να προδώσει τη γενιά του, να κάνει δουλειές και να ζει έντιμα. Ο Πισθέταιρος τρελαίνεται. Πέφτει κάτω και καλεί τα πουλιά να αφοπλίσουν τον Συκοφάντη, να του πάρουν την τσάντα του εκβιασμού. Τέτοια στοιχεία τους κλέβουν την ορμή και τη βουή, είναι ώρα να ελευθερώσουν ό,τι πετάει. Η μουσική απίθανη. Ουρανέ στο στήθος σου αναπαύομαι.

Στη συνέχεια έρχεται απεσταλμένη των θεών του Ολύμπου, η Ίρις (Κωνσταντίνα Τάκαλου) και παραπονιέται που η πόλη τους έφραξε τους καπνούς από τις θυσίες των ανθρώπων και οι θεοί πεινούν. Τους απειλεί.
Ο Πισθέταιρος με δήθεν τρεμάμενη φωνή την κοροϊδεύει «Εσείς οι θεοί; Γελώ!».

Η Ίρις επιμένει «Τα πουλιά, θεοί; Γελώ! Ξυπνήστε ζώα προτού είναι αργά! Γελώ! Οι μικροί, που τα έβαλαν με τους ισχυρούς! Σκουπίδια θα σας κάνω στάχτη με τους κεραυνούς!».

Η ερμηνεία της Κωνσταντίνας Τάκαλου ευδιάκριτα διαφορετική στους δυο ρόλους.
Ως ποιήτρια πουλά τις υπηρεσίες της, με επιθετική πώληση, ενώ ως Ίρις απειλεί, έρχεται να πουλήσει νταηλίκι.

Ο Ευελπίδης πέφτει κάτω και της λέει να τον χτυπήσει, αυτόν, που είναι «απολίτιστο και πρωτόγονο, ασήμαντο σκουπίδι». Την κοροϊδεύουν μαζί με τον Πισθέταιρο μέχρι να την ξεφορτωθούν. Τώρα πρέπει να προμηθευτούν φτερά για τους ανθρώπους.

Προς το τέλος εμφανίζεται ο Προμηθέας, πάντα αντιεξουσιαστής. Τους λέει να μη λένε το όνομά του και υποψιαστούν κάτι οι «επάνω». Ενημερώνει μυστικά τον Πισθέταιρο και του λέει ότι ο Δίας καταστράφηκε. Καμιά τσίκνα από σφαχτάρια δεν ανεβαίνει πλέον εκεί πάνω. Τους συμβουλεύει να κλείσουν ειρήνη μόνο αν ο Δίας τους παραδώσει την εξουσία. Πρέπει να βάλουν τα δυνατά τους, γιατί υπάρχουν κι άλλες μάχες που πρέπει να δοθούν. Πρώτη φορά συμβαίνει κάτι τέτοιο να είναι σύμμαχοι του ανθρώπου τα πτηνά.

Πραγματικά, όπως έχει προειδοποιήσει ήδη ο Προμηθέας, φτάνει αντιπροσωπεία των θεών για να διαπραγματευτεί την ελεύθερη διακίνηση της τσίκνας. Η αντιπροσωπεία απαρτίζεται από τον διπλωμάτη Ποσειδώνα και τον φοβερό φαγά Ηρακλή. Και οι δυο φορούν μεγάλες μάσκες, έτσι που να ξεχωρίζουν από τους δυο ήρωες και τα πουλιά. Ο Ηρακλής κρατά ένα ρόπαλο και ο Ποσειδώνας, μια τρίαινα. Ο Ηρακλής είναι θετικός να καρυδώσει αυτόν που έχτισε την πόλη. Η κίνηση του Ηρακλή γκροτέσκο.

Ο επιτυχημένος σχεδιασμός των σκηνικών των κοστουμιών, των μασκών και των αντικειμένων είναι του Πάρι Μέξη.

Η κινησιολογία του Αλέξανδρου Βαρδαξόγλου πολύ μελετημένη. Κάθε ρόλος έχει τη δική του κίνηση, ανάλογα με τις απαιτήσεις του. Άλλη κίνηση η ποιήτρια, άλλη η Ίρις, άλλη ο Συκοφάντης, άλλη ο Μέτων. Κάθε ρόλος διαφορετική κινησιολογία.

Εξαιρετικός ο χορός: Μιχάλης Βαλάσογλου, Θανάσης Ισιδώρου, Τάσος Κορκός, Σοφία Κουλέρα, Αυγουστίνος Κούμουλος, Μαρία Κυρώζη, Κώστας Phoenix, Κυριάκος Σαλής, Αλεξία Σαπρανίδου, Ειρήνη Τσέλλου.

Η κίνησή τους δυναμική, εξάλλου αναφέρονται σε δυνατά πουλιά πελαργούς, ερωδιούς, πελεκάνους, νεροπούλια, εμού, αρπακτικά πουλιά. Συντονισμένη κίνηση και φωνές σε μια σύγχρονη θεατρική οπτική πιο κοντά στον θεατή.

Εξαιρετικοί οι φωτισμοί του Βαγγέλη Μούντριχα συνέβαλαν καθοριστικά στη σκηνοθετική οπτική.

Ο Άρης Μπινιάρης έχει πια καθαρή θεατρική γραφή φανερή και στην κωμωδία, την οποία υπηρέτησε με σεβασμό και βαθιά μελέτη.

***

Ο Άρης Μπινιάρης σε περιοδεία με τους «Όρνιθες» και τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -