Επιμέλεια κειμένου: Ειρήνη Αϊβαλιώτου
Olga Grjasnowa: “Gott ist nicht schüchtern”, ελληνιστί «O Θεός δεν είναι ντροπαλός»
Ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού Jürgen Holtz στις 21 Ιουνίου 2020, σε ηλικία 87 ετών, σημάδεψε το βερολινέζικο καλοκαίρι του Berliner Ensemble. Το αντιλαμβάνεται κανείς περπατώντας στην Bertοlt Brecht platz και αντικρίζοντας την ήρεμη και στοχαστικά λυπημένη φιγούρα του Bertolt Brecht στη μέση της πλατείας, να καλωσορίζει κάθε επισκέπτη, κάθε θεατή που προτίθεται να εισέλθει στο κλασικό οικοδόμημα.
Ο Oliver Reese (Διευθυντής του Berliner Ensemble από το 2017, όταν διαδέχθηκε τον Claus Peymann) έχει καταρτίσει ένα πρόγραμμα που θα ζήλευε κάθε διευθυντής εθνικού θεάτρου. Τολμηρό, καινοτόμο και επιθετικό απέναντι στις καταστάσεις και στους θεσμούς.
Παγκόσμια πρώτη στις 4 Σεπτεμβρίου 2020 για το έργο της Olga Grjasnowa “Gott ist nicht schuchtern” (“Ο Θεός δεν είναι ντροπαλός”), σε σκηνοθεσία Laura Linnenbaum (Βραβείο σκηνοθεσίας 2017 για τη σκηνοθεσία της στο Homohalal στο Κρατικό Θέατρο της Δρέσδης).
Η Amal και ο Hammoudi είναι νέοι, όμορφοι και προνομιούχοι, πιστεύουν στην επανάσταση στη χώρα τους. Αλλά ξαφνικά χάνουν τα πάντα και πρέπει να αγωνιστούν για να επιβιώσουν. Ξεφεύγουν. Ένα βασανιστικό, άμεσο και διεισδυτικό έργο.
Πού είναι το σπίτι σου; Η καριέρα σου; Και ο δρόμος σου, που πάντα μυρίζει γιασεμί; Πού είναι τα βιβλία και οι σημειώσεις σου; Πού είναι οι φίλοι και οι συγγενείς σου; Τα πάρτι και το καλοκαίρι μπροστά στην πισίνα; Ο κόσμος έχει εφεύρει μια νέα φυλή, αυτή των προσφύγων -των προσφύγων των μουσουλμάνων ή των νεοφερμένων.
Δαμασκός 2011: Μια ζωντανή πόλη με πολυσύχναστους εμπορικούς δρόμους, κατοικημένες περιοχές και μια ζωντανή πολιτιστική και νυχτερινή ζωή. Και με ανθρώπους που διαδηλώνουν ειρηνικά για μεταρρύθμιση. Όταν οι διαμαρτυρίες ενάντια στο αυταρχικό καθεστώς του Άσαντ ξεκίνησαν πριν από σχεδόν δέκα χρόνια, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η Συρία θα βυθιστεί στα ερείπια λίγο αργότερα. Πολλοί πίστευαν ότι η ελευθερία ήταν μέσα στα χέρια τους, όλα φαίνονταν πιθανά, υπήρχε μια αίσθηση ελπίδας για το μέλλον.
Η ιστορία της Amal, του Youssef και του Hammoudi ξεκινά εν μέσω αυτής της κατάστασης: ο τελευταίος μόλις ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του ως χειρουργός στο Παρίσι, η Amal έπαιξε τον πρώτο πρωταγωνιστικό της ρόλο σε μια τηλενουβέλα και ερωτεύτηκε στις διαδηλώσεις τον Youssef, φοιτητή σκηνοθεσίας στη φημισμένη Ακαδημία Παραστατικών Τεχνών της Δαμασκού.
Ένας πόλεμος συνεχίζεται στη Συρία για σχεδόν δέκα χρόνια κάτω από τα μάτια του παγκόσμιου κοινού και μέχρι στιγμής έχει σκοτώσει περίπου 400.000. Επίσης, περίπου 12 εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους. Με το προσεκτικά γλαφυρό κείμενο της Olga Grjasnowa, η σκηνοθέτις Laura Linnenbaum και ο θίασος προσπαθούν να ρίξουν ένα βλέμμα στις απαρχές του δράματος και να προσεγγίσουν ιστορίες που δεν είναι τόσο μακριά όσο κάποιοι μπορεί πολύ εύκολα να πιστέψουν.
Η Συρία του Άσαντ σε πρώτο πλάνο. Νέοι άνθρωποι με όνειρα, καλλιτέχνες με τη στενή ή την ευρεία έννοια του όρου. Αλλάζουν τα πάντα γύρω τους, τα όνειρά τους γίνονται εφιάλτες. Όλα φωτίζονται ή σκοτεινιάζουν από τον πόλεμο που μαίνεται.
Το έργο έχει ως βάση του το μυθιστόρημα της Grjasnowa. Η Laura Linnenbaum και οι συνεργάτες της στο Berliner Εnsemble ρίχνουν μία διεισδυτική ματιά σε έναν δεκάχρονο πόλεμο που διεξάγεται κάτω από τα μάλλον αδιάφορα βλέμματα της πολιτισμένης δύσης και της ανθρωπότητας γενικά που ικανοποιείται ν’ ακούει τους αριθμούς των νεκρών και των προσφύγων και δεν κάνει τίποτα ώστε να τον σταματήσει. Από αρχαιοτάτων χρόνων το λάδι κάνει τη φωτιά να διαρκεί περισσότερο.
Η Laura Linnenbaum είναι ανεξάρτητη σκηνοθέτις από το 2011 και σκηνοθετεί, μεταξύ άλλων, στο Ανόβερο, το Βερολίνο, τη Δρέσδη, το Ντίσελντορφ και τη Φρανκφούρτη. Το 2016 ήταν επιμελήτρια και καλλιτεχνική διευθύντρια του Theatertreffen “Undiscovered Neighbors” στο Chemnitz, στο οποίο απονεμήθηκε το Βραβείο Ειρήνης Chemnitz το 2017. Το 2017 ανακηρύχθηκε Διευθύντρια της Χρονιάς για την πρεμιέρα του “Homohalal” στο Κρατικό Θέατρο της Δρέσδης από το περιοδικό Theatre heute.
Η Όλγα Grjasnowa γεννήθηκε το 1984 στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν (πρώην Σοβιετική Ένωση) στους κόλπους μιας ρωσο-εβραϊκής οικογένειας. Το 1996 με την οικογένειά της μετακόμισαν στη Γερμανία ως πρόσφυγες. Είναι συγγραφέας, απόφοιτος του Γερμανικού Ινστιτούτου Λογοτεχνίας στη Λειψία. Σπούδασε χορό στο Βερολίνο και είναι επίσης αρθρογράφος του Inforadio. Το 2012 δημοσίευσε το πρώτο της μυθιστόρημα “Ο Ρώσος είναι αυτός που λατρεύει τις σημύδες”. Η Olga Grjasnowa ζει με την οικογένειά της στο Βερολίνο. Είναι παντρεμένη με τον Σύριο ηθοποιό Ayham Majid Agha, με τον οποίο έχει μια κόρη.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Laura Linnenbaum, Σκηνικό: Daniel Roskamp, Κοστούμια: Michaela Kratzer, Μουσική: Lothar Müller, Δραματουργός: Sibylle Baschung, Φωτισμοί: Arnaud Poumarat, Βίντεο: Jonas Englert.
Διανομή: Cyntia Micas, Oliver Kraushaar, Marc Oliver Schulze, Armin Wahedi.
Το κείμενο που ακολουθεί αναφέρεται στη δημιουργία του ιστορικού θεάτρου και στα πρώτα 25 χρόνια λειτουργίας του. Το μεταφέρουμε στο Διαδίκτυο από τον “Ριζοσπάστη”, όπου δημοσιεύτηκε στις 16/1/1975.
«Μπερλίνερ Ανσάμπλ», ένα θέατρο που δημιουργεί ιστορία
Στην οροφή του θεάτρου στην πλατεία Μπέρτολτ Μπρεχτ, στο κέντρο του Βερολίνου, στριφογυρίζει ολονύκτια μια φωτεινή επιγραφή που είναι ορατή από πολύ μακριά. Αυτή ειδοποιεί, όπως η σημαία του Γκλόουμπ Θίατερ του Λονδίνου την εποχή του Σαίξπηρ, ότι εδώ αρχίζει πολύ σύντομα η επόμενη παράσταση.
Εάν η επιγραφή αυτή μείνει σκοτεινή, αυτό σημαίνει ότι το θέατρο απουσιάζει σε περιοδεία ή ότι είναι διακοπές. «Μπερλίνερ Ανσάμπλ», διαλαλεί φωτεινά από εκεί ψηλά η επιγραφή αυτή, ένα απλό, συγκεκριμένο νόημα που έγινε όμως, στις δυόμισι δεκαετίες της ύπαρξής του, σύμβολο ποιότητας της θεατρικής τέχνης.
Στις 11 Γενάρη 1949 κυλούσε για πρώτη φορά η χειράμαξα της «Μάνας Κουράγιο» που την τραβούσε η ηθοποιός Χέλενα Βάιγκελ, πάνω σε μια βερολινέζικη σκηνή. Τότε η παράσταση αυτή δόθηκε στο «Γερμανικό Θέατρο» και οι κριτικοί έγραψαν κατενθουσιασμένοι: «Από σήμερα αρχίζει μια νέα εποχή για το θέατρο». Από τότε δόθηκαν πάνω από 5.000 παραστάσεις από το συγκρότημα που στεγάζεται από το 1954 σ’ εκείνο το σπίτι στο κέντρο της πρωτεύουσας της Γ.Λ.Δ., όπου δόθηκε το 1928 η επίσημη πρώτη του εντυπωσιακού έργου «Όπερα της Πεντάρας».
Ο ίδιος ο Μπρεχτ διηύθυνε ως το 1956, που πέθανε, το θέατρο αυτό. Μετά το θάνατό του ανέλαβε τη διεύθυνσή του η χήρα του Μπρεχτ Χέλενα Βάιγκελ. Μετά το θάνατο της Βάιγκελ το 1971, ανέλαβε τη διεύθυνσή του η Ρουθ Μπέργκχαους.
Από το 1949 και μετά παρουσιάστηκαν, εκτός του ήδη μυθικού «Μάνα Κουράγιο», άνω των 50 έργων του Μπρεχτ και άλλων κλασικών και σύγχρονων συγγραφέων. Κάθε νέο έργο έφερε και φέρει τη γνωστή σφραγίδα της χορογραφικής έννοιας του Μπρεχτ, που τραβάει πολλούς θεατρόφιλους και ειδικούς απ’ όλο τον κόσμο στο Βερολίνο για να τη γνωρίσουν. Το συγκρότημα που απαριθμεί γύρω στα 400 μέλη, έδωσε μέχρι τώρα πολυάριθμες παραστάσεις σε πολλές χώρες του κόσμου.
Η ουσία του θεάτρου του Μπρεχτ
Για τη δραματική τέχνη του Μπρεχτ και τις απόψεις του για το ρόλο του θεάτρου υπάρχουν πλούσια σε όγκο συγγράμματα. Ο ίδιος ο Μπρεχτ εξέφρασε επανειλημμένα γραπτά και προφορικά τις απόψεις του γι’ αυτό. Το «Μπερλίνερ Ανσάμπλ» είναι ακόμα και σήμερα -πολλά χρόνια μετά το θάνατο του ποιητή- χάρη στη δημιουργική ερμηνεία του έργου του από μια νέα γενιά θεατρικών δημιουργών που είχε εκπαιδεύσει ο ίδιος ο Μπρεχτ, ο αυθεντικός χώρος καλλιέργειας του έργου του. Αυτό δε σημαίνει μια παραδοσιακή καλλιέργεια της κληρονομιάς ή ότι καταβάλλεται μόνο η προσπάθεια στο «Μπερλίνερ Ανσάμπλ» να παίζονται «ορθά» τα έργα του Μπρεχτ.
Πολλοί χορογράφοι και ηθοποιοί που εκπαίδευσε ο ίδιος ο Μπρεχτ, πήγαν σε άλλα θέατρα και απόδειξαν τι διδάχτηκαν. Το θεατρικό κοινό -δίπλα σε εργάτες, αγρότες και υπαλλήλους πολλοί επισκέπτες απ’ ολόκληρο τον κόσμο- θεωρεί σήμερα όπως και πριν από χρόνια, ένα βράδυ στο θέατρο Μπρεχτ σαν ένα μεγάλο γεγονός.
Ο Μπρεχτ προώθησε δίπλα στην ανάπτυξη της θεατρικής τέχνης πάντοτε την ταυτόχρονη ανάπτυξη της τέχνης της παρακολούθησης του θεατρικού έργου. Τότε μόνο μπορεί να εκπληρωθεί η αποστολή του θεάτρου, όταν ο θεατής είναι έτοιμος να συνδέσει την αισθητική απόλαυση του θεάματος με μιαν ευχάριστη αλλά ακριβή διαδικασία σκέψης.
Ο χορογράφος Μάνφρεντ Βέκβερθ δήλωσε ύστερα από μια περιοδεία στην Ιταλία για την παρουσίαση του έργου «Κοριολανός» του Σαίξπηρ: «Ναι, το γεγονός ακριβώς ότι μια παράσταση που στις κριτικές χαρακτηρίζεται ως κωμωδία, δίνει αφορμή για βαθύτερη σκέψη όσον αφορά την ανθρώπινη συμβίωση, ακριβώς αυτό ώθησε κατά τη γνώμη μου τους κριτικούς στο κοινό συμπέρασμα ότι ο «Κοριολανός» είναι το παραδειγματικότερο, όσον αφορά τα έργα και την εξέλιξη του Μπρεχτ. Στις συζητήσεις είχαμε το αίσθημα ότι υπήρξε βαθιά ικανοποίηση και ότι ο φόβος ότι ο Μπρεχτ μπορούσε να καταλήξει στο μουσείο, εκμηδενίστηκε με αυτή την παράσταση του «Μπερλίνερ Ανσάμπλ».
Ύστερα από τη δεύτερη περιοδεία του συγκροτήματος στο Λονδίνο, η κριτικός Πηνελόπη Γκίλιατ, γυναίκα του δραματουργού Τζον Όσμπορν, έγραψε στον «Ομπσέρβερ»: «Έτσι ήθελε ο Μπρεχτ το θέατρο –με κίνηση, να κάνει το θεατή να σκέπτεται, όμορφα και με ευχάριστα στιγμιότυπα». Εδώ είναι πραγματικά τα κύρια κριτήρια της έννοιας του θεάτρου του Μπρεχτ, συνυφασμένα σε μια πρόταση. Όσον αφορά τις παραστάσεις του Μπερλίνερ Ανσάμπλ στο εξωτερικό, υπάρχουν συλλογές υλικού που αποτελούνται από πολλούς τόμους.
Το Βερολίνο, η πρωτεύουσα της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, είναι μια πόλη του θεάτρου. Το Μπερλίνερ Ανσάμπλ πρέπει να διατηρήσει τη φήμη του, ανάμεσα σε άλλα θέατρα που έχουν κι αυτά μεγάλη φήμη –όπως π.χ. το «Γερμανικό Θέατρο». Οι παραστάσεις που δίνονται στο εσωτερικό εξυπηρετούν την εξέταση της δουλειάς του στην κοινωνική πραγματικότητα, την επαφή με εργοστάσια και πανεπιστήμια, καθώς και πολλές άλλες προσπάθειες για συνομιλίες με το κοινό εκτός του θεάτρου. Στα εργοστάσια υπάρχουν πολλές ομάδες εργατών που φέρουν το όνομα «Μπέρτολτ Μπρεχτ» ή «Χέλενα Βάιγκελ». Μεταξύ των εργοστασίων και του Μπερλίνερ Ανσάμπλ υπάρχουν στενές και εγκάρδιες σχέσεις.
Συνεργάτες του «Μπερλίνερ Ανσάμπλ» επισκέπτονται εκτός αυτού πανεπιστήμια και ανώτερες τεχνικές σχολές για να ανταλλάξουν απόψεις με τους μαθητές και φοιτητές. Θεωρούν τη συζήτηση με τους νέους ένα βασικό μέρος της θεατρικής τους εργασίας. Έτσι είναι ευκολονόητο, ότι το Μπερλίνερ Ανσάμπλ κατέστη στις δυόμισι δεκαετίες της ύπαρξής του, για τους φίλους του θεάτρου στη Γ.Λ.Δ., ένα αναπόσπαστο τμήμα της σοσιαλιστικής πολιτιστικής ζωής.
Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ γεννήθηκε στις 10 του Φλεβάρη του 1898 στη Βαυαρία και σπούδασε Ιατρική στο Μόναχο. Τα πρώτα του έργα εκφράζουν αντιαστική διάθεση και ατομική ριζοσπαστική διαμαρτυρία ενάντια στον πόλεμο και τον ξεπεσμό του ανθρώπου στον καπιταλισμό. Το 1926 στάθηκε αποφασιστική χρονιά γι’ αυτόν καθώς για τις ανάγκες ενός θεατρικού του έργου και επειδή οι αστικές θεωρίες πολιτικής οικονομίας δεν τον ικανοποιούσαν με τις απαντήσεις τους, διάβασε το «Κεφάλαιο» του Μαρξ και από εκεί οδηγήθηκε στον Λένιν. «Γεννήθηκε» ένας νέος Μπρεχτ που εντάχθηκε στις γραμμές των κομμουνιστών εργατών της τέχνης. Μεταξύ 1924-1933 ο Μπρεχτ εργάστηκε στο Βερολίνο με τους σκηνοθέτες Μαξ Ράινχαρτ και Έρβιν Πισκέιτορ και τον συνθέτη Κουρτ Βάιλ. Όλη αυτήν την περίοδο τα θέματα των ποιημάτων του είναι παρμένα από την κατάσταση της εργατικής τάξης και την πάλη των τάξεων καθώς και από την εμπειρία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.
Το 1933 ο Μπέρτολτ Μπρεχτ εξορίστηκε στις σκανδιναβικές χώρες (1933-1941) και εν συνεχεία στις ΗΠΑ (1941-1947), από τις οποίες έφυγε αφού πρώτα παρουσιάστηκε στην περιβόητη μακαρθική αντικομμουνιστική επιτροπή. Στη Γερμανία οι ναζί έκαψαν τα βιβλία του και του αφαίρεσαν την ιθαγένεια. Στα ποιήματά του ο ζόφος του 3ου Ράιχ αποτυπώθηκε με μεγάλη ενάργεια, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και την ταξική προέλευση του φασιστικού καθεστώτος. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου έγραφε ποιήματα για να μεταδοθούν από το Ραδιοφωνικό Σταθμό της Μόσχας στους Γερμανούς φαντάρους του Ανατολικού Μετώπου, χωρίς σε αυτά να υπάρχει ούτε μια λέξη μίσους για το γερμανικό λαό.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, εγκαταστάθηκε στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, δημιούργησε την «Μπερλίνερ Ανσάμπλ» και υπερασπίστηκε αποφασιστικά την υπόθεση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και τις Λαϊκές Δημοκρατίες έως το τέλος της ζωής του. Ο Μπρεχτ τιμήθηκε με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1955 και «έφυγε», ένα χρόνο αργότερα, στις 14 του Αυγούστου 1956 στη ΓΛΔ, έχοντάς μας κληροδοτήσει ποιήματα και έργα που δεν αντανακλούν απλά την ταξική πάλη, αλλά διδάσκουν και πώς να διεξάγεται.
– Πηγές πληροφοριών: https://hamlet-talks.com, twitter.com, Ριζοσπάστης
Photos: Moritz Haase – © JR Berliner Ensemble