Ο μεγάλος γλύπτης του 20ου αιώνα, Αλμπέρτο Τζακομέτι, όταν κάποτε ρωτήθηκε ποιο από τα έργα του θα έσωζε σε περίπτωση πυρκαγιάς, απάντησε ότι θα έσωζε τη γάτα του. Η ζωή μιας γάτας είναι πιο σημαντική από την τέχνη. Το μπρούντζινο γλυπτό του, «Η γάτα», ολοκληρώθηκε το 1951 και θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα του.
Ο Αλμπέρτο 1901 – 1966) ήταν το μεγαλύτερο από τα τέσσερα παιδιά του μετα-ιμπρεσιονιστή ζωγράφου, Τζιοβάνι Τζακομέτι, και της Αννέτα Τζακομέτι. Ο Αλμπέρτο μεγάλωσε σε ένα ευχάριστο οικογενειακό και εξαιρετικά καλλιτεχνικό περιβάλλον που πυροδότησε το πάθος του για την τέχνη.
Ήταν όμως η μητέρα του Αννέτα που ασκούσε ιδιαίτερη επιρροή στον νεαρό Αλμπέρτο κάτι που συνεχίστηκε για όλη του τη ζωή. Η Αννέτα γυναίκα μορφωμένη, με ισχυρή προσωπικότητα, είχε σχέση λατρείας αλλά και σεβασμού με τα παιδιά της Αλμπέρτο, Ντιέγκο, Μπρούνο και Οτίλια. Όπως γράφει η Κατρίν Γκριενέ στο βιβλίο της, «υπήρξε προστατευτική αλλά με την αγάπη της διατήρησε ζωντανό και συμπαγή τον πυρήνα της οικογένειας».
Ο Αλμπέρτο Τζακομέτι καταγράφηκε ως ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες αλλά και μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του 20ου αιώνα. Το έργο του επηρεάζεται αμείλικτα από μια ασυμβίβαστη και απαιτητική φύση.
Πέρασε την παιδική του ηλικία στο στούντιο του πατέρα του στην Ελβετία και στη συνέχεια ως φοιτητής μελετούσε με την καθοδήγηση του γλύπτη Αντουάν Μπουρντέλ. Σχετικά νωρίς απομακρύνθηκε από τις αρχικές καλλιτεχνικές τάσεις και προσχώρησε αρχικά στον κυβισμό και στη συνέχεια στο σουρεαλισμό. Κέρδισε άμεσα την αναγνώριση με χαρακτηριστικό παράδειγμα ο θαυμασμός και η φιλία του Αντρέ Μπρετόν. Γρήγορα απομακρύνθηκε από τα έργα που του έφεραν φήμη. Οι επιλογές του είχαν ως αποτέλεσμα να μείνει στο περιθώριο των mainstream κινημάτων.
Μια τρομακτική εμπειρία
Σε ηλικία είκοσι ετών γνώρισε έναν άνδρα που η σύντομη συναναστροφή τους καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τη ζωή του. Τον πρωτοσυνάντησε το 1921 ενώ ταξίδευε με τρένο για την Πομπηία. Στις συζητήσεις που είχαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ο ηλικιωμένος άνδρας αποδείχτηκε εξαιρετικά καταρτισμένος και ευφυής. Ήταν ο Ολλανδός βιβλιοθηκονόμος Βαν Μιούερς. Κάποια στιγμή αργότερα, ο Βαν Μιούερς κάλεσε τον Αλβέρτο να τον συνοδεύσει σε ένα ταξίδι στις ιταλικές Άλπεις και τη Βενετία, πρόσκληση που δέχτηκε αμέσως. Οι επιστολές στους γονείς του αποκαλύπτουν ότι έμαθε πολλά πράγματα από αυτόν τον καλλιεργημένο άνθρωπο, ο οποίος γνώριζε τα πάντα σχετικά με τα λουλούδια και τα φυτά. Ωστόσο, το ταξίδι τελείωσε απότομα και δραματικά. Ο Βαν Μιούερς αρρώστησε και πέθανε λίγη ώρα μετά. Με δεδομένο ότι δεν μπορούσε να βρεθεί γιατρός, ο Αλμπέρτο φρόντισε για τις τελευταίες στιγμές του Ολλανδού, αλλά φρόντισε και για τα σχετικά μετά το θάνατο. Το συμβάν αυτό σημάδεψε τον εικοσάχρονο καλλιτέχνη και άφησε βαθύτατο σημάδια στην προοπτική του για τη ζωή και το θάνατο.
Σε μια επιστολή προς τους γονείς του, έγραψε: «Αγαπητοί μου, είμαι ακόμα γεμάτος τρόμο και έκπληξη, αισθάνομαι χαμένος. Η μοίρα μπορεί να είναι τόσο ανεξήγητη και τρομερή. Λιγότερο από τρεις ώρες πριν, ο κ. Βαν Μιούερς πέθανε μπροστά σε μένα και σε μια καμαριέρα. Είναι τρομακτικό, φαίνεται ακατανόητο».
Σεξουαλική ανεπάρκεια
Ο Τζακομέτι είχε πρόβλημα ανδρικής στειρότητας κι αυτό τον βασάνιζε σε όλη του τη ζωή. Η στειρότητα ήταν αποτέλεσμα μιας παρωτίτιδας από την οποία προσβλήθηκε στα εφηβικά του χρόνια. Αυτός ήταν και ο λόγος που κατέφευγε στα πορνεία. Ήταν το μοναδικό σεξουαλικό καταφύγιο όπου ένιωθε άνετα. Κάποτε εξομολογήθηκε: «Πάντα ένιωθα πολύ ανεπαρκής, σεξουαλικά. Όταν ήρθα στο Παρίσι, το 1922, στα ερωτικά θέματα πάντα αποτύχαινα. Γι’ αυτό συνεχώς προτιμούσα να πηγαίνω με πόρνες… Όταν ζεις με το πρόβλημα της ανικανότητας, μια πόρνη είναι ιδανική. Πληρώνεις∙ αν το βάλεις ή όχι, δεν έχει σημασία. Με μια «φυσιολογική» γυναίκα, όταν υπεισέρχονται και τα συναισθήματα μάλιστα, αν μετά από μια ώρα σηκωθείς να φύγεις, η γυναίκα είναι αμήχανη, δεν καταλαβαίνει και η αποτυχία έχει τις συνέπειές της. Γι’ αυτό, όταν ήμουν 25 ετών, δεν μπορούσα να αντέξω να περάσω τη νύχτα με μια γυναίκα που μου άρεσε».
Ο κύκλος των κορυφαίων
Στο απόγειο της καριέρας του ο Τζακομέτι συναναστράφηκε τους κορυφαίους της διανόησης στο Παρίσι κι αυτοί με τη σειρά τους αποζητούσαν τη σχέση με τον καλλιτέχνη. Ήταν μια σημαντική φιγούρα στη σκηνή της τέχνης στη γαλλική πρωτεύουσα. Συναναστρεφόταν με τον Φράνσις Μπέικον, τον Λουίς Μπουνιουέλ, τη Σιμόν ντε Μπoβουάρ και τον Ζαν Πολ Σαρτρ, αργά τις νύχτες έκανε σιωπηλές βόλτες με τον Σάμιουελ Μπέκετ και ήταν τακτικός επισκέπτης στο στούντιο του Πάμπλο Πικάσο, αν και συχνά ο ένας επέκρινε τη δουλειά του άλλου. Ο Πικάσο ασκούσε κριτική στον Τζιακομέτι για τη συνεχή επανάληψη στο έργο του ενώ ο Τζιακομέτι επέκρινε τον Πικάσο για το διακοσμητικό, επιφανειακό χαρακτήρα του έργου του. Υπήρξε φίλος με τον συγγραφέα – ιστορικό Καρλ Αϊνστάιν ο οποίος ασχολήθηκε με το έργο του στο βιβλίο τέχνη του 20ου αιώνα.
Το τροχαίο και η εσωστρέφεια
To 1938 επιστρέφοντας στο σπίτι του, ο Τζακομέτι χτυπήθηκε από αυτοκίνητο που οδηγούσε ένας μεθυσμένος. Συνέβη τόσο γρήγορα που καλά καλά δεν είχε καταλάβει τι έγινε. «Ξαφνικά ήξερα ότι κάτι είχε συμβεί στο πόδι μου, επειδή ένιωθα σαν να μην ήταν πλέον μέρος του σώματός μου», είπε. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο με σπασμένο πόδι, όπου παρέμεινε για μια εβδομάδα – γεγονός που τον έκανε πιο εσωστρεφή. Ο Τζιακομέτι ως άνθρωπος που ηρέσκετο να ομφαλοσκοπεί, έδωσε μεγάλη σημασία στο ατύχημα.
Το πόδι του δεν έγινε τελείως καλά αφού επέστρεψε γρήγορα στο στούντιο και απέφευγε τις φυσικοθεραπείες. Ως αποτέλεσμα, να του μείνει μία αστάθεια γι’ αυτό αναγκάστηκε να χρησιμοποιεί ένα μπαστουνάκι που έγινε αναπόσπαστο μέρος του εκκεντρικού χαρακτήρα του.
Αυτοκριτική χωρίς όρια
Πάντα δυσαρεστημένος με το έργο του, ο Τζακομέτι έφτιαχνε και ξανάφτιαχνε τα γλυπτά του και πάντα τα έργα του μέχρι την τελευταία στιγμή δεν τα θεωρούσε ολοκληρωμένα. Η αυτοκριτική του έμεινε παροιμιώδης και είναι γνωστή η περίπτωση της έκθεσής του στην Μπιενάλε της Βενετίας, όταν, την τελευταία στιγμή, καθώς η έκθεση ήταν ήδη κρεμασμένη, άρπαξε τις βούρτσες του και άρχισε να ζωγραφίζει τα γλυπτά, την τελευταία νύχτα. Για τον Τζακομέτι, τίποτα δεν ήταν πάντα όπως θα έπρεπε να είναι.