“Δεν θέλω να ‘χω καμία σχέση με τους πολιτικούς. Η καρδιά τους ξηραίνεται και καταλήγει να εξαφανιστεί από το στήθος τους. Η ελαστική συνείδησή τους μεταλλάσσεται σε καουτσούκ ή δεν ξέρω κι εγώ σε ποια άλλη ύλη, το ίδιο μαύρη και το ίδιο διαστελλόμενη”.
Nathaniel Hawthorne
* Ναθάνιελ Χόθορν (Nathaniel Hawthorne, 4 Ιουλίου 1804 – 19 Μαΐου 1864). Αμερικανός συγγραφέας μυθιστορημάτων και διηγημάτων.
Γεννήθηκε στις 4 Ιουλίου του 1804 στο Σάλεμ της Μασαχουσέτης. Ο πατέρας του, που ήταν καπετάνιος, πέθανε το 1808 από κίτρινο πυρετό. Τότε ο Ναθάνιελ, η μητέρα του και οι δύο αδελφές του μετακόμισαν στο σπίτι συγγενών της μητέρας του. Αργότερα, το 1816 μετακόμισαν στο Ρέιμοντ του Μέιν, σε σπίτι που έχτισε για αυτούς ο θείος του. Ύστερα από τρία χρόνια επέστρεψε στο Σάλεμ για να πάει σχολείο. Στη συνέχεια, και παρά τις αντιρρήσεις του Ναθάνιελ, ο θείος του, με δικά του έξοδα, τον έστειλε να σπουδάσει στο Κολέγιο Μπόουντεν. Στη διαδρομή προς το Κολέγιο, κατά τη διάρκεια μιας σύντομης στάσης στο Πόρτλαντ, συνάντησε τον Φράνκλιν Πιρς, μετέπειτα πρόεδρο των ΗΠΑ, με τον οποίο συνδέθηκε με βαθιά φιλία.
Μετά την αποφοίτηση του, το 1825, ο Ναθάνιελ Χόθορν φέρεται να πρόσθεσε ένα [w] στο επίθετό του (Hathorne-Hawthorne), θέλοντας να διαχωρίσει τον εαυτό του από ορισμένους προγόνους του, που ως δικαστές ήταν διαβόητοι για τις πολύ αυστηρές ποινές που επέβαλλαν, όπως από τον πρόγονό του, Τζων Χόθορν, που ήταν ένας από τους δικαστές στη δίκη των Μαγισσών του Σάλεμ και ο μοναδικός που δεν μετανόησε ποτέ για τις αποφάσεις του.
Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Μπόουντεν, ο Ναθάνιελ είχε βάλει στοίχημα με κάποιον φίλο του ένα μπουκάλι κρασί, ότι δε θα παντρευόταν τα επόμενα δώδεκα χρόνια. Κέρδισε μεν το στοίχημα αλλά τελικά νυμφεύτηκε το 1842 τη ζωγράφο Σοφία Πήμποντυ, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά. Η Πήμποντυ θαύμαζε τον Χόθορν και σε ένα ημερολόγιό της ανέφερε ότι ο πλούτος και το βάθος των έργων του της προκαλούσε ζάλη.
Ο Χόθορν ξεκίνησε το συγγραφικό του έργο το 1832 με τη δημοσίευση δύο διηγημάτων του:
1. Ο συγγενής μου ο ταγματάρχης Μολινέ
2. Η ταφή του Ρότζερ Μάλβιν
Το 1839, όταν διορίστηκε στο τελωνείο της Βοστώνης, άρχισε να δημοσιεύει μικρές ιστορίες σε διάφορα περιοδικά, χωρίς όμως κάποια από αυτές να τραβήξει την προσοχή των αναγνωστών. Την άνοιξη του 1837, ο Horatio Bridge συγκέντρωσε και εξέδωσε σε έναν τόμο, με τίτλο Twice-Told Tales, όλες αυτές τις ιστορίες και έτσι ο Ναθάνιελ Χόθορν έγινε γνωστός στην περιοχή. Το 1846 διορίστηκε επιθεωρητής πλοίων στο λιμάνι του Σάλεμ, έχασε όμως αυτή τη θέση μετά την ήττα των Δημοκρατικών, στις προεδρικές εκλογές δύο χρόνια αργότερα (ο Χόθορν υποστήριζε το Δημοκρατικό Κόμμα). Η απόλυσή του έγινε αντικείμενο μεγάλης συζήτησης στη Νέα Αγγλία εκείνη την περίοδο, ιδιαίτερα μετά την επιστολή διαμαρτυρίας του Χόθορν που δημοσίευσε η εφημερίδα Boston Daily Advertiser που υποστήριζε τους Δημοκρατικούς. Το ίδιο εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων “Βρύα από ένα παλιό αρχοντικό”.
Στα μέσα Μαρτίου του 1850, εκδόθηκε το γνωστότερο ίσως βιβλίο του Χόθορν, το “Άλικο Γράμμα” (The Scarlet Letter), το οποίο πούλησε σε λιγότερο από δέκα μέρες περισσότερα από δυόμισι χιλιάδες αντίτυπα. Ο κριτικός Edwin Percy Whipple, αν και φίλος τού συγγραφέα, άσκησε αρνητική κριτική για το έργο αυτό του Χόθορν, μιλώντας για τη “νοσηρή ένταση” του έργου και τη “λεπτομερή καταγραφή ψυχολογικών λεπτομερειών που μπορούν να προκαλέσουν έντονο πόνο”. Αντίθετα για τον συγγραφέα Ντ. Λώρενς (D. H. Lawrence), το “Άλικο Γράμμα” είναι ένα από τα τελειότερα έργα της αμερικανικής λογοτεχνίας.
Τέλη Μαρτίου του 1850 ο Χόθορν μετακόμισε, με την οικογένειά του, στο Λένοξ, στα υψώματα του Μπέρκσαϊρ, στη δυτική Μασαχουσέτη, όπου τον επόμενο χρόνο έγραψε “Το σπίτι με τα εφτά αετώματα”. Αυτό το έργο, κατά τον κριτικό Τζέιμς Ράσελ Λόουελ (James Russell Lowell, ) είναι καλύτερο από το “Άλικο Γράμμα” και αποτελεί την πιο πολύτιμη συμβολή στην ιστορία της Νέας Αγγλίας. Στο Μπέρκσαϊρ γνωρίστηκε με τον Χέρμαν Μέλβιλ, που εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Χόθορν και του αφιέρωσε το γνωστότερο έργο του, το “Μόμπι Ντικ”, “σε ένδειξη θαυμασμού για την ιδιοφυΐα του”. Στο Μπέρκσαϊρ, το 1852, ο Χόθορν έγραψε τη βιογραφία του Φραγκλίνου Πιρς, στην οποία τον παρουσιάζει ως φιλήσυχο και ήρεμο άνθρωπο αποσιωπώντας τις φήμες για το πρόβλημα που αντιμετώπιζε με το αλκοόλ ενώ αναφέρει και την άποψη του μετέπειτα προέδρου των ΗΠΑ για τη δουλεία, ότι “η δουλεία δε θεραπεύεται με ανθρώπινα μέτρα αλλά θα εξαφανιστεί κάποια στιγμή σαν όνειρο”. Στο Μπέρκσαϊρ έγραψε και το “The Blithedale Romance”, που είναι το μόνο έργο που ο Χόθορν έγραψε σε πρώτο πρόσωπο. Την ίδια χρονιά πήγε να μείνει με την οικογένειά του στο Κόνκορντ.
Μετά τη νίκη του Φραγκλίνου Πιρς στις εκλογές του 1853, ο Χόθορν διορίστηκε πρόξενος στο Λίβερπουλ και παρέμεινε στη θέση αυτή όσο διήρκεσε και η θητεία του Πιρς. Έπειτα περιηγήθηκε για ενάμιση χρόνο στην Ιταλία και αφού έμεινε για λίγο στην Αγγλία, όπου έγραψε το μυθιστόρημα “Ο μαρμάρινος φαύνος”, επέστρεψε το 1860 στο Κόνκορντ, στις ΗΠΑ, όπου αφοσιώθηκε αποκλειστικά στο γράψιμο.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του Χόθορν είχαν αρχίσει να διαφαίνονται σημάδια ψυχολογικής κατάρρευσης στα χειρόγραφά του. Τελικά πέθανε στον ύπνο του στη διάρκεια ενός ταξιδιού με τον Φραγκλίνο Πιρς στο Πλύμουθ, στο Νιου Χαμσάιρ (New Hampshire), στις 19 Μαΐου του 1864.
Έργα του Χόθορν στα Ελληνικά
– The Scarlet Letter (Tο άλικο γράμμα, 1850): Σπ. Γεροδήμου (“Γνώση”)
– The House of the Seven Gables (Το σπίτι με τα εφτά αετώματα, 1851): Ε. Καλλιφατίδη (“Gutenberg”)
– Twice-Told Tales (Ξαναειπωμένες ιστορίες, διηγήματα, 1837)
– The Minister’s Black Veil (Το μαύρο πέπλο του ιερέως): Δάφνη Μηλιώνη (“Πατάκης”, 1997)
– Mr.Higginbotham’s Catastrophe (Η καταστροφή του κ. Χίγκιμπόθαμ): Στ. Αντωνίου (“Οδός Πανός”, 1988)
– The Prophetic Pictures (Οι προφητικές εικόνες): Δάφνη Μηλιώνη (“Πατάκης”, 1997)
– Snow flakes (Νιφάδες χιονιού): Δάφνη Μηλιώνη (“Πατάκης”, 1997)
– The Gentle Boy (Το ευγενικό αγόρι): Στ. Αντωνίου (“Οδός Πανός”, 1988)
– Wakefield (Γουέικφηλντ): Στ. Αντωνίου (“Οδός Πανός”, 1988)
– Footprints in the Seashore (Πατημασιές στην άμμο): Δάφνη Μηλιώνη (“Πατάκης”, 1997)
– Mosses from an Old Manse (Βρύα από ένα παλιό πρεσβυτέριο, διηγήματα, 1846)
– Rappaccini’s Daughter: Κλ. Λυμπέρη, ως “Βεατρίκη” (“Νεφέλη”, 1997)
– The Snow-Image, and Other Twice-Told Tales (Η εικόνα του χιονιού και άλλες Ξαναειπωμένες ιστορίες, διηγήματα, 1852)
– My Kinsman, Major Molineux (Ο συγγενής μου, ο ταγματάρχης Μολινέ): Στ. Αντωνίου (“Οδός Πανός”, 1988)