Με αφορμή την έκθεση «Η γοητεία της ζωής στην Ελλάδα», που λαμβάνει χώρα στο Μουσείο Μπενάκη στην οδό Κουμπάρη 1 (Αθήνα), το Ίδρυμα Λητώς και Άγγελου Κατακουζηνού μοιράζεται με τους αναγνώστες μας τα δύο σχέδια του John Craxton που χάρισε ο ίδιος στον Άγγελο (Βαγγέλη) και στη Λητώ Κατακουζηνού.
Μην παραλείψετε να επισκεφτείτε την έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη.
Γκίκας – Craxton – Leigh Fermor
Η γοητεία της ζωής στην Ελλάδα
Από τις 7 Ιουνίου στο Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζεται μια συναρπαστική ανασκόπηση της ζωής και του έργου τριών σημαντικών προσωπικοτήτων της τέχνης και των γραμμάτων του 20ού αιώνα, – του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, του John Craxton και του Patrick Leigh Fermor – μέσα από μια έκθεση που διερευνά τη φιλία που τους ένωσε για σχεδόν μισό αιώνα, καθώς και την αγάπη που μοιράζονταν για την Ελλάδα και τον ελληνικό κόσμο.
Η έκθεση διοργανώθηκε από τη Λεβέντειο Πινακοθήκη σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη και το Craxton Estate και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Λεβέντειο Πινακοθήκη, το χειμώνα του 2017. Η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη θα διαρκέσει έως τις 10 Σεπτεμβρίου, ενώ τον επόμενο χρόνο θα παρουσιαστεί στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο (Μάρτιος-Ιούλιος 2018).
Η έκθεση με τίτλο Γκίκας, Craxton, Leigh Fermor: η γοητεία της ζωής στην Ελλάδα αντανακλά μέσα από τα κείμενα του Leigh Fermor και το ζωγραφικό έργο του Γκίκα και του Craxton, τις μαγευτικές τους εξερευνήσεις κατά τη διάρκεια της ζωής τους, με πηγές έμπνευσης την Ύδρα, την Καρδαμύλη, την Κρήτη και την Κέρκυρα. Μια γοητευτική επισκόπηση, τόσο της προσωπικότητας και του αλληλένδετου έργου τους, όσο και των όψεων της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της ζωής τους, παρουσιάζεται σε μια έκθεση-αφιέρωμα στους τρεις μεγάλους δημιουργούς που τίμησαν με το έργο τους τη χώρα που τους ενέπνευσε.
Μέσα από ζωγραφικά έργα του Γκίκα και του Craxton και τα κείμενα του Leigh Fermor, επιστολές, σημειώσεις, εκδόσεις και αφιερώσεις, αλλά και πολλές σπάνιες φωτογραφίες από τη ζωή των τριών δημιουργών, η έκθεση δεν καταδεικνύει μόνο την αγάπη τους για την Ελλάδα, την ιστορία, το μύθο, την ύπαιθρο και τον ελληνικό τρόπο ζωής, αλλά επιδιώκει να αντικατοπτρίσει τις συναρπαστικές αναζητήσεις τους, τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις, αλλά και την αφοσίωσή τους στη χαρά της ζωής.
Τα έργα που παρουσιάζονται προέρχονται από την Πινακοθήκη Γκίκα του Μουσείου Μπενάκη, το Craxton Estate στο Λονδίνο, τη Λεβέντειο Πινακοθήκη στη Λευκωσία, καθώς και από πολλές ιδιωτικές συλλογές και μουσεία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
- Επιμέλεια έκθεσης: Εβίτα Αράπογλου, Ian Collins, Sir Michael Llewllyn-Smith και Ιωάννα Μωραΐτη. Γενικός συντονισμός: Δήμητρα Θεοδότου Αναγνωστοπούλου
- Η έκθεση συνοδεύεται από ομότιτλη έκδοση σε επιμέλεια της Εβίτας Αράπογλου, με κείμενα των επιμελητών και πλούσιο φωτογραφικό υλικό, στην Ελληνική και Αγγλική γλώσσα. Πρόκειται για μία έκδοση του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη και της Λεβεντείου Πινακοθήκης.
Η ζωή των τριών δημιουργών στην Ελλάδα
Το 1945 και το 1946 είναι τα χρόνια γνωριμίας τους. Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας γνωρίζει τον John Craxton και τον Patrick Leigh Fermor στο Λονδίνο, ενώ αργότερα οι δύο τελευταίοι συναντιούνται στην Αθήνα. Η φιλία ανάμεσα στους τρεις άνδρες αποδείχθηκε ιδιαίτερα ανθεκτική, αφού διήρκεσε για περίπου πενήντα χρόνια και αναπτύχθηκε με κοινό σημείο αναφοράς την αγάπη τους για την Ελλάδα. Η Ελλάδα αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της σχέσης τους και συνάμα έμπνευση, που φανερώνεται σε κάθε πτυχή του έργου τους. Εκτός από την Αθήνα και το Λονδίνο, τέσσερις ακόμη τόποι επισφράγισαν τη φιλία τους: η Ύδρα, η Καρδαμύλη, η Κρήτη και η Κέρκυρα. Είναι ακριβώς οι τόποι που επέλεξαν να ζήσουν.
Η Ύδρα συνιστά ένα σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή και των τριών φίλων, αλλά και ένας πόλος έλξης Ελλήνων και ξένων, διανοουμένων και καλλιτεχνών. Για τον Γκίκα ήταν το σπίτι των παιδικών του χρόνων και αργότερα το καταφύγιό του, ο τόπος έμπνευσής του. Για τον Leigh Fermor, «μια πηγή ευτυχίας», όπως έλεγε ο ίδιος, ένα ησυχαστήριο για τη συγγραφή του βιβλίου του “Μάνη”. Για τον Craxton, ένας τόπος δημιουργίας λίγο πριν ανακαλύψει τον δικό του παράδεισο στην Κρήτη.
Το 1947 ο Craxton επισκέπτεται για πρώτη φορά την Κρήτη και, όταν ξαναγυρίζει έναν χρόνο αργότερα, ζωγραφίζει έργα με θέμα τους Κρητικούς βοσκούς. Ο τόπος και οι άνθρωποι τον γοητεύουν και έτσι το 1960 αποφασίζει να ακολουθήσει το όνειρό του και να ζήσει στα Χανιά – «στην αγαπημένη μου πόλη, στο αγαπημένο μου νησί». Το σπίτι πάνω από το βενετσιάνικο λιμάνι έγινε ο κύριος τόπος εργασίας του· πολλοί από τους πιο γνωστούς πίνακές του, με χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες, σκηνές από την καθημερινή ζωή, καθώς και τοπία της κρητικής γης, δημιουργούνται εκεί.
Ο Leigh Fermor ανακαλύπτει τον δικό του παράδεισο-καταφύγιο στην Καρδαμύλη. Ο φίλος του, ο Γκίκας, γοητευμένος από τη φύση της περιοχής, ζωγραφίζει τοπία της, αλλά και δημιουργεί έργα για τη διακόσμηση του σπιτιού. Εκεί ο Leigh Fermor θα αφοσιωθεί στη συγγραφή: «Επιτέλους μπορούσα να βηματίζω ανάμεσα στα ελαιόδεντρα επί ώρες, σχηματίζοντας φράσεις και διαλύοντάς τες σε κομματάκια ξανά»…
Τελευταίος σταθμός, η Κέρκυρα. Ένα παλιό ελαιοτριβείο στις Σινιές της Κέρκυρας θα αποτελέσει τον νέο τόπο συνάντησης και δημιουργίας από τη δεκαετία του ’70 για τους Γκίκα, Craxton και Leigh Fermor. Εκεί ο Γκίκας θα δημιουργήσει ένα νέο «ειδυλλιακό σκηνικό», «ένα καταφύγιο μοναδικής ατμόσφαιρας και γοητείας», που θα μοιραστεί και θα εμπνεύσει και τους τρεις.
- Αρχική φωτογραφία: Ο Νίκος και η Barbara Γκίκα, με τον John Craxton, τον Patrick και την Joan Leigh Fermor στο σπίτι τους στην Ύδρα, 1958