6.8 C
Athens
Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

Μορφέας Παπουτσάκης: “Τα σπουδαία δεν κραυγάζουν, είναι γύρω μας, μέσα μας”

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

Moυ κέντρισε το ενδιαφέρον όταν εμφανίστηκε ως Απόλλωνας στη σκηνή του Κέντρου Ελέγχου Τηλεοράσεων, στο πλευρό της Χρύσας Καψούλη και στο φινάλε του έργου «Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας» του Δημήτρη Δημητριάδη. Θέλησα να μάθω γι’ αυτόν και νομίζω πως πέτυχα διάνα. Όταν ήταν παιδί στην Κρήτη ο Μορφέας Παπουτσάκης έπαιζε με λάσπες, εξερευνούσε σπηλιές, θαύμαζε τα εργόχειρα των γυναικών της οικογένειας και παρακολουθούσε το θείο του να ζωγραφίζει τα τριαντάφυλλα του κήπου τους. Αργότερα στο γυμνάσιο, οι πρώτες αποδράσεις από το σχολείο οδήγησαν αναπόφευκτα τα βήματά του στο αρχαιολογικό μουσείο Ηρακλείου και την Κνωσό. Εκεί θαμπώθηκε με τα λαμπερά χρώματα των μινωικών τοιχογραφιών και τα περίτεχνα αρχαία αντικείμενα. Σήμερα συνδιαλέγεται με την αρχέγονη φωνή των πραγμάτων και την αλληγορική τους αξία. Κάνει διάλογο με τον θεατή μέσα από θραύσματα υλικών, εννοιών, λέξεων, καθώς και μέσα από έναν κολεκτιβισμό δεδομένων και πραγμάτων που ο ίδιος αξιοποιεί με τρόπο αξιοπερίεργο και αξιοσημείωτο, όσο και αξιοθαύμαστο. Έναν τρόπο που επιτρέπει την αποφυγή της συνοχής και τη μετατόπιση, από τον πίνακα σε καμβά, στη ζωγραφική πάνω σε ένα φαινομενικά ασήμαντο και ευτελές υλικό όπως το κουρέλι και η κουρελού. Μεταχειρισμένες κουρελούδες, κομματάκια από υφάσματα που έχουν κάνει τον κύκλο τους, τζάντζαλα ξεφτισμένα, ράκη γεμάτα μνήμες, φθαρμένα κομματάκια ρούχων μικρότερα ή μεγαλύτερα υφασμένα μεταξύ τους με περισυλλογή και με εγγεγραμμένες πάνω τους ζωές και ψυχές, μεταλλάσσονται σε αισθητικά προϊόντα με πνευματική υπόσταση. Με ένα προκλητικό πνεύμα άρσης του εκπολιτισμού, μεταμορφώνει τις κουρελούδες των γιαγιάδων μας αποκαθιστώντας μια άμεση επαφή με τα προσιτά υλικά και ευνοώντας την ανταλλαγή μεταξύ αντίθετων πόλων ενέργειας. Ο θεατής των έργων του καλείται να επαναπροσδιορίσει τη στάση του απέναντί τους ενεργοποιώντας μνήμες και αξιοποιώντας συνειρμούς. Ο Μορφέας Παπουτσάκης επανακαθορίζει και επαναφέρει στο παρόν την κουρελού, κάνοντας τους δικούς του παραλληλισμούς λόγω του ονόματος, αλλά και του τρόπου δημιουργίας της. Χρησιμοποιεί την ισορροπία και τη δύναμη της βαρύτητας για να φανεί η φωνή των πραγμάτων και να αποκαλύψει τις συμβολικές σχέσεις που συνεχίζουν να υπάρχουν στον κόσμο, παρά τη διαφαινόμενη αταξία. “Μεγαλώσαμε με κουρελούδες. Είμαστε κουρελούδες”, λέει. Μέσα στην κουρελού, αναγνωρίζει την αξία της οικογένειας, της παράδοσης, της προσφοράς, και του re-use κάποιου υλικού -στην προκειμένη περίπτωση ενός ρούχου- που έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του. Όπως μας εξηγεί, αναφερόμενος στην έμπνευσή του, μια κουρελού αποτελεί τον παραλληλισμό του ανθρώπου. Συντελείται από μικρές στιγμές, φαινομενικά ασήμαντες, που όμως στο σύνολό τους δομούν μια προσωπικότητα. Αν το νήμα που συγκρατεί τα κουρέλια είναι ελλιπές, ήτοι οι παραδόσεις, η ταυτότητα,  η οικογένεια, η κριτική σκέψη, τότε τα κουρέλια αποδομούνται. Εκεί το σύνολο καταρρέει, και είναι ευάλωτο σε φαινόμενα όπως ο ρατσισμός, η βία, η εχθρότητα στο διαφορετικό και το καινούργιο. Δεν μπορούμε παρά να εντυπωσιαστούμε από τα έργα του κύκλου «Άνθρωπος – Κουρελού» («Human Rugs», ο τίτλος του project), καθώς μας καθιστούν συμμέτοχους σε μια διαμαρτυρία ενάντια στην τυποποίηση και την υποτιθέμενη αποδοτικότητα του μοντέρνου τεχνολογικού πολιτισμού, συλλαμβάνοντας το νόημα του προσωρινού, του φευγαλέου, του ευμετάβλητου και του ανακυκλώσιμου της ζωής. Πλαστικότητα, κλίμακα, αίσθηση κίνησης, φαντασιακές εσοχές, έκρηξη χρωμάτων, έκσταση, ζωντάνια και τραγικότητα σε μια εικαστική τέχνη που ανάγεται στην arte povera και παραπέμπει με ευφυείς υπαινιγμούς σε Μαρκ Ρόθκο, Βασίλι Καντίνσκι και Τζάκσον Πόλοκ. Αν παρατηρήσεις τις λεπτομέρειες των έργων του, θα δεις τις υπόγειες αρτηρίες του αίματος που συνδέονται μεταξύ τους. Μια εικόνα μυστηριακή. Αλλά αυτό που κυρίως ενδιαφέρει τον Μορφέα ως καλλιτέχνη δεν είναι το αίμα που τρέχει από μια πληγή, αλλά το αίμα που δεν φαίνεται. Και η δύναμη αυτού του αίματος είναι ακαταμάχητη, καθότι δεν μπορείς να σταματήσεις με τίποτα αυτόν που κινείται με ορμητικότητα.

Διαβάστε τη συνέντευξη.

* Γεννήθηκα στην Κρήτη πριν από 33 χρόνια, και νιώθω τυχερός που τα πράγματα και οι ανθρώπινες σχέσεις ήταν πιο απλές. Παρόλο που μεγάλωσα στο κέντρο του Ηρακλείου θυμάμαι τηλέφωνο είχε μονάχα στα καφενεία, ενώ η οικογένεια και ο κολεκτιβισμός ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με το σκεπτικό και το μέτρο του ανθρώπου, της οικογένειας και της κοινότητας – γειτονιάς. Έπαιξα με λάσπες, έκανα εξερευνήσεις σε γερμανικά καταφύγια και σπηλιές, βόλτες με τα ποδήλατα, αγροτικές εργασίες με τους γονείς, σχολείο κι άλλα απλά και όμορφα πράγματα.

Με τι καλλιτεχνικά ερεθίσματα μεγαλώσατε;

* Νιώθω τυχερός που μεγάλωσα στην επαρχία και, κυρίως, στην Κρήτη. Η ζωή του ανθρώπου ήταν συνυφασμένη με τη δημιουργία και την τέχνη, σε όλες τις στιγμές της καθημερινότητας. Από τα καλιτσούνια και τα εργόχειρα που έκαναν οι γυναίκες, μέχρι τα ενετικά κτίσματα που βρίσκονται διάσπαρτα στην πόλη. Στο γυμνάσιο, οι πρώτες κοπάνες από το σχολείο, με έκαναν συχνό επισκέπτη στο αρχαιολογικό μουσείο και την Κνωσό. Εκεί θαμπώθηκα με τα λαμπερά χρώματα των μινωικών τοιχογραφιών και τα περίτεχνα αντικείμενα που βρίσκονται στις προθήκες. Ίσως γι’ αυτό κι αργότερα σπούδασα συντήρηση αρχαιοτήτων. Ενώ στη δουλειά μου σήμερα, είναι ευανάγνωστα εκείνα τα λαμπερά χρώματα.

Πότε, πώς και με την παρότρυνση ποίου αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τις καλές τέχνες;

* Ήταν μια απόφαση που πήρα ασυνείδητα σε ηλικία 6-7 ετών βλέποντας τον θείο μου να ζωγραφίζει τριαντάφυλλα που μόλις είχε κόψει απ’ τον κήπο του παππού. Αργότερα, είχα την παρότρυνση των καθηγητών μου στο σχολείο, μιας και η γραφιστική καθώς και η συντήρηση αρχαιοτήτων που ακολούθησα εμπεριείχαν ελεύθερο σχέδιο και χρώμα, που με μύησαν σταδιακά στον κόσμο της ζωγραφικής.

Σε ποιες σχολές τέχνης και σε ποιους μεγάλους καλλιτέχνες στρέψατε το βλέμμα, όταν ξεκινούσατε την πορεία σας στα εικαστικά;

* Πάντα θαύμαζα τον Μιχαήλ Άγγελο και την Αναγέννηση. Αργότερα, ήρθε και κάποιο μεταπτυχιακό στη Φλωρεντία, οπότε όταν πια επέστρεψα σπίτι, το μεταμόρφωσα στη δική μου Καπέλα Σιξτίνα. Μπορείτε να φανταστείτε τη φρίκη της μάνας μου!!! Για πολλά χρόνια ένιωθα ελλιπής σε σχέση με τα παιδιά που είχαν τελειώσει κάποια σχολή καλών τεχνών. Είχα όμως την τύχη να μαθητεύσω στο εργαστήριο κάποιου ανθρώπου που σήμερα αναγνωρίζω ως κομβική στιγμή στη μετέπειτα πορεία μου. Πέρα από μια όμορφη φιλία, ένιωσα πως ήταν η δική μου σχολή. Πως ένας άνθρωπος που έχει κατακτήσει πράγματα εντός και εκτός συνόρων, είδε κάτι σε μένα. Ένιωσα κι εγώ σημαντικός. Τα υπόλοιπα ήρθαν με πολλή προσωπική εργασία, πάντα όμως φρόντιζα να το διασκεδάζω και να το απολαμβάνω. Μιας κι απώτερος σκοπός μου δεν είναι να γίνω αναγνωρίσιμος, αλλά να μοιραστώ.

Κουρελού: είδος υφαντού χαλιού, μικρού μεγέθους, που γίνεται με κομμάτια από διάφορα υφάσματα. Τι σας έκανε να χρησιμοποιήσετε την κουρελού ως πρώτη ύλη στα έργα σας;

* Όπως είπα και πριν, τα πρώτα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στην Κρήτη. Παντού γύρω μου αντιθέσεις, βουνό και θάλασσα, η παράδοση και το τώρα, όπως και στο μέσα μου. Οπότε με ιντρίγκαρε το να χρησιμοποιήσω εκείνο το ποταπό υλικό που φέρει το όνομα «κουρελού», και να του δώσω μια άλλη αξία. Να το επαναπροσδιορίσω και να το επαναφέρω στο σήμερα, κάνοντας τους δικούς μου παραλληλισμούς λόγω του ονόματος, αλλά και του τρόπου δημιουργίας του.

Τι θέλετε να δείξετε με τη συγκεκριμένη δουλειά σας;

* Μέσα από αυτή τη δουλειά, κάνω ένα πάντρεμα ανάμεσα στην τέχνη της αναπτυσσόμενης Αμερικής μετά τον πόλεμο και της ήδη κατεστραμμένης Ευρώπης. Αυτό είναι η Ελλάδα για μένα σήμερα, όπως και αρκετές άλλες χώρες βιώνουν μια ταχεία ανάπτυξη και παράλληλα τον ψυχρό πόλεμο των πολυεθνικών και των οικονομικών συμφερόντων.

Tι σας συγκινεί στο είδος αυτό: η μνήμη που φέρει, η υπομονή, η επιμέλεια, τα ήθη και τα έθιμα που χάθηκαν;

* Η κουρελού είναι ένα παραδοσιακό υλικό, το οποίο φτιάχνεται από τα παλιά, φθαρμένα ρούχα της οικογένειας. Φέρει απίστευτες μνήμες, είτε σαν κάθε κουρέλι ξεχωριστά, είτε σαν ενιαίο αντικείμενο – σύνολο. Μεγαλώσαμε με κουρελούδες. Είμαστε κουρελούδες. Μέσα στην κουρελού, αναγνωρίζω την τεράστια αξία της οικογένειας, της παράδοσης, της προσφοράς, και του re-use κάποιου υλικού -στην προκειμένη περίπτωση ενός ρούχου- που έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του. Τόσο μεγάλες έννοιες και αξίες, υπό το πρίσμα ενός τόσο ποταπού ονόματος, όπως η λέξη «κουρελού». Τελικά, τα σπουδαία δεν κραυγάζουν, είναι παντού γύρω μας, στα σπίτια μας, μέσα μας. Ακόμα κι αν το συστατικό τους στοιχείο, είναι τα κουρέλια.

Ποιος είναι ο παραλληλισμός στο σκεπτικό του έργου σας;

* Για μένα η κουρελού είναι ο καλύτερος καμβάς που θα μπορούσα να επιλέξω γιατί φέρει ζωή πριν ακόμα εγώ επέμβω πάνω της. Ο παραλληλισμός που κάνω, «Άνθρωπος – Κουρελού» («Human Rugs», ο τίτλος του project) είναι ο εξής: Όπως μια κουρελού αποτελείται – δομείται από μικρά τμήματα ρούχων, έτσι είναι κι ο άνθρωπος. Αποτελείται από μικρές στιγμές, φαινομενικά ασήμαντες, που όμως στο σύνολό τους δομούν μια προσωπικότητα. Αν το νήμα που συγκρατεί τα κουρέλια είναι ελλιπές (παραδόσεις, ταυτότητα, αξίες, οικογένεια, κριτική σκέψη), τότε τα κουρέλια αποδομούνται. Εκεί το σύνολο καταρρέει, και είναι ευάλωτο σε φαινόμενα όπως ο ρατσισμός, η βία, η εχθρότητα στο διαφορετικό και το καινούργιο.

Οι κουρελούδες που χρησιμοποιείτε είναι παλιές και μεταχειρισμένες; Ή καινούργιες και σύγχρονες; Είναι χειροποίητες;

Με συγκινεί το υλικό που έχει μνήμες, που φανερώνει τον χαρακτήρα του ιδιοκτήτη του μέσω της χρήσης, κι αυτό είναι το ζητούμενό μου άλλωστε στη δουλειά αυτή. Όλοι οι κοντινοί μου άνθρωποι έχουν προσφέρει κι αυτοί το «κουρελάκι» τους. Από την άλλη όταν θέλω να δουλέψω και δεν έχω στο στοκ μου παλιές και χειροποίητες, χρησιμοποιώ και καινούργιες κι εκεί φροντίζω να τις… ταλαιπωρήσω εγώ.

Πόσο δύσκολη είναι η διαδικασία ζωγραφικής πάνω σε κουρελού και τι τεχνική και υλικά χρησιμοποιείτε;

* Σίγουρα έχει έναν βαθμό δυσκολίας μια τέτοια επιφάνεια. Από την άλλη αν εστιάσεις σε εκείνο που θεωρητικά είναι ελάττωμα, ως προτέρημα, τότε μπορείς να κάνεις θαύματα, και να το χρησιμοποιήσεις υπέρ σου. Έτσι δε συμβαίνει και στη ζωή; Τα υλικά που χρησιμοποιώ, λόγω του κόνσεπτ της έκθεσης, ανήκουν σε μια ευρεία γκάμα: από λάδια και σκόνες αγιογραφίας, λαδομπογιά, μέχρι φωτογραφίες, παπούτσια, κι ό, τι άλλο βάλει ο νους σου.

Ποια προσωπικά στοιχεία που δεν εκφράζονται στην καθημερινότητα βρίσκουν διέξοδο στην εικόνα;

* Παρατηρώντας το σύνολο της δουλειάς μου όλα αυτά τα χρόνια, συνειδητοποιώ πως ο έρωτας κι ο φόβος γι’ αυτόν, είναι το κυρίαρχο στοιχείο.

Η τέχνη αποτελεί και μια αφορμή για να συνειδητοποιήσουμε τη θέση μας στον κόσμο;

* Για μένα η τέχνη είναι αρχικά η ψυχανάλυση του δημιουργού, η έκφρασή του κι ο αυτοπροσδιορισμός του σε μια κατάσταση και εποχή. Όταν αυτό είναι πηγαίο και ειλικρινές σίγουρα μπορεί να μιλήσει και για άλλους ανθρώπους, ή το σύνολο της εποχής του.

Πώς επιδρά ένα έργο τέχνης στον άνθρωπο;

* Είναι καθαρά προσωπικό θέμα με βάση τα βιώματά του κι αυτό που έχει μέσα του. Μπορεί ένα έργο τέχνης να είναι από αδιάφορο έως το καθρέφτισμα της ψυχής του αποδέκτη.

Κάποιοι λένε πως όταν ένα έργο τέχνης ολοκληρώνεται παύει να ανήκει στο δημιουργό του. Ποια είναι η γνώμη σας;

* Τι να πω; Για μένα πάντα η δουλειά μου εμπεριέχει αρκετό συναίσθημα και δεν μπορώ να αποδεσμευτώ από αυτή σαν κάτι ξένο. Είναι κάτι σαν παιδιά μου.

Οι εικαστικές τέχνες πάντα έχουν ως ύλη τον άνθρωπο και τα βιώματά του και μόνον;

* Ναι, άλλωστε ο αποδέκτης είναι ο ίδιος ο άνθρωπος.

Σας είδαμε να εμφανίζεστε στη σκηνή του Κέντρου Ελέγχου Τηλεοράσεων, στο πλευρό της Χρύσας Καψούλη, στο έργο «Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας» του Δημήτρη Δημητριάδη. Πόσο σας συγκινεί το θέατρο και τι αποκομίσατε από αυτή την παράσταση;

* Αγαπώ το θέατρο, έχω δουλέψει σε αρκετές παραστάσεις σκηνογραφικά-ενδυματολογικά, μάλιστα πριν από δύο χρόνια έλαβα το πρώτο βραβείο σκηνογραφίας ερασιτεχνικού θεάτρου. Η πρόταση της κυρίας Καψούλη με εξέπληξε ευχάριστα, δεν έχω ξαναεκθέσει όμως τον εαυτό μου πάνω στη σκηνή. Μεγάλη τιμή για μένα να δουλέψω με τη Χρύσα σε κείμενο του κου Δημητριάδη και μουσικές του Μιχάλη Δέλτα. Ακόμα δεν έχω ολοκληρώσει τη διαδικασία επεξεργασίας εκείνων που αποκόμισα μιας και ήταν τόσο πολλά, το σημαντικότερο όμως ήταν πως πρέπει να είσαι σίγουρος γι’ αυτό που κάνεις, να είσαι εκεί, και να το απολαμβάνεις.

Στα έργα σας υπάρχει και μια ψυχαναλυτική ματιά;

* Θα μπορούσα να απαντήσω ότι τα έργα μου είναι μια μορφή αυτοβιογραφίας. Κοιτώντας προς τα πίσω τη δουλειά μου, αναγνωρίζω κομβικές στιγμές στη ζωή μου. Έρωτες, χωρισμούς και άλλα… Ακόμα και τα τελείως αφηρημένα, με ένα δύο χρώματα, αποτυπώνουν το συναίσθημα μιας στιγμής ή κατάστασης. Ο χρόνος που τα δουλεύω ποικίλει από μία ημέρα, μέχρι και έναν χρόνο. Μπορεί το ίδιο έργο ν’ αλλάξει αρκετές μορφές, να το επαναδιαπραγματευθώ, όπως την κατάσταση που με απασχολεί. Όταν αυτή λήξει μέσα μου, ολοκληρώνεται και το έργο. Σίγουρα μια ματιά αυτοψυχανάλυσης υπάρχει σε μεγάλο βαθμό.

Τι θεωρείτε αυθεντικό;

* Οτιδήποτε είναι πηγαίο.

Τι είναι εφήμερο και τι παντοτινό;

* Πραγματικά δεν γνωρίζω, ίσως οι στιγμές είναι παντοτινές και οι προσδοκίες μας για το μέλλον είναι εφήμερες.

Τι κάνει τη δουλειά ενός εικαστικού καλλιτέχνη αναγνωρίσιμη;

* Ίσως η ειλικρινής έκφραση του ψυχισμού του.

Ένας εικαστικός καλλιτέχνης σήμερα στην Ελλάδα μπορεί να επιβιώσει από την τέχνη του;

* Απ’ ό, τι έχω δει ως τώρα όλοι κάνουν μια δεύτερη δουλειά. Μην πω μια πρώτη.

Είστε αγχωμένος ή ψύχραιμος με τη σημερινή κατάσταση;

* Προσπαθώ να είμαι ψύχραιμος και να κάνω ό, τι καλύτερο μπορώ με αυτά που έχω στα χέρια μου.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας αντικείμενο;

* Ένα βότσαλο που έχω χρόνια από μια παραλία στη νότια Κρήτη.

Ποιο το αγαπημένο σας υλικό εν γένει;

* Αγαπώ τα λάδια.

Ένα εικαστικό έργο είναι ένα όραμα που μπορεί και να ξεπερνά τα όρια της λογικής;

* Ίσως πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τι είναι λογικό, για να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση.

Τι τρόπο θα βρίσκατε να προβάλλετε την Ελλάδα στον κόσμο μέσω της τέχνης;

* Η έκθεση πάνω στην οποία δουλεύω (Human Rugs), με ένα παραδοσιακό υλικό, όπως η κουρελού, θα μπορούσε να είναι μια θαυμάσια αφορμή προβολής της Ελλάδας, όχι όμως με τον χιλιοειπωμένο τρόπο των παραλιών και των μνημείων, αλλά με βασικό θέμα τον Άνθρωπο, την Ψυχή και το Σήμερα.

Με τι ρυθμούς δουλεύετε τα έργα σας;

* Μπορεί για έξι μήνες να μην πιάσω πινέλο, και σε ελάχιστες μέρες να είμαι αρκετά παραγωγικός όταν νιώσω ότι έχω να πω κάτι.

Ποιες ώρες της ημέρας σας εμπνέουν συνήθως;

* Αγαπώ τα ηλιόλουστα πρωινά.

Τι διαβάζετε και ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας;

* Θαυμάζω τον τρόπο γραφής του Καζαντζάκη, αλλά είμαι ανοιχτός στο να διαβάσω κάτι που μπορεί να μου προτείνουν ή να μου δανείσουν οι φίλοι μου. Αυτό τον καιρό, διαβάζω το «Σχεδόν μια φυσιολογική οικογένεια», του Ντάβιντ Σεντάρις, πρόταση του φίλου μου Κίμωνα.

Σε ποιον άλλο τόπο θα ζούσατε ευχαρίστως;

* Έχω ταξιδέψει σε αρκετά μέρη, την Ελλάδα όμως δε θα την άλλαζα με τίποτα. Αγαπώ Αθήνα.

Ο Έλληνας σέβεται το δημόσιο χώρο ή τον παραμελεί;

* Νομίζω ότι αυτό που επικρατεί σήμερα είναι το εξής: το εσωτερικό του σπιτιού «παλάτι», το εξωτερικό «ερείπιο». Το αντίθετο συμβαίνει με τον ψυχισμό του.
Ας ρίξουμε μια ματιά στα πίσω μπαλκόνια μας, και θα καταλάβουμε…

Υπάρχει πολιτισμός στην καθημερινότητά μας;

* Σαφώς και υπάρχει, αν τον αναζητήσουμε βρίσκεται παντού. Από την οποιαδήποτε πολιτιστική εκδήλωση, μέχρι το να περιμένεις να βγει ο άλλος απ’ το μετρό πριν μπεις εσύ.

Ποια είναι η σχέση σας με τα ζώα; Έχετε κατοικίδιο;

* Αγαπώ τη φύση και τα ζώα, αλλά ο τρόπος ζωής μου και το πρόγραμμα της δουλειάς μου δεν μπορούν να υποστηρίξουν υπεύθυνα μια τέτοια συγκατοίκηση.

* Στο σημείο αυτό το cat is art παραθέτει το μικρό αλλά ενδεικτικό κείμενο ενός ιστορικού τέχνης που ζει και εργάζεται στην Ισπανία, του Γιάννη Μουρατίδη, ο οποίος κάνει μια ουσιαστική και ενδιαφέρουσα προσέγγιση στο έργο του Μορφέα Παπουτσάκη:
«Όταν πριν από περίπου ένα χρόνο ο Μορφέας μου έδειξε μερικές φωτογραφίες από έργα του που θύμιζαν απελπιστικά Jackson Pollock, σκέφτηκα ότι χρειαζόταν να δω κι άλλη δουλειά του αν ήθελα να καταλάβω ποια είναι η ανάγκη ενός σύγχρονου καλλιτέχνη στον 21ο αιώνα να αναπαραγάγει φάρμες και ιδέες ενός άλλου με τόσο ξεκάθαρη και απροκάλυπτη διάθεση.
Όταν όμως ο Μορφέας με κάλεσε στο εργαστήριό του για να δω τα έργα από κοντά, κατάλαβα πόσο λανθασμένη ήταν η πρώτη μου εκτίμηση.
Ένα έργο σύγχρονης τέχνης είναι ένας ζωντανός οργανισμός που παλεύει να αποκτήσει υπόσταση, ζωή και ύπαρξη, να ολοκληρωθεί στα μάτια του θεατή του. Εμείς ως θεατές ολοκληρώνουμε το έργο κάνοντάς το δικό μας, και είναι τόσο μεγαλύτερη η αξία του όσο διαφορετικές είναι οι τελικός μορφές που παίρνει στα μάτια και στην ψυχή του καθενός από εμάς!
Αυτό συνέβη και με τα κουρέλια του Μορφέα. Η επαφή μου μαζί τους, πρόσωπο με πρόσωπο, ανάσα με ανάσα, τους έδωσε ζωή και φωνή και μου μίλησαν. Είχαν μια ιστορία να πουν και εγώ μεγάλη διάθεση να την ακούσω: Μου είπαν πως ξεφύτρωσαν από ανάγκη, όπως κάθε μεγάλο έργο, πως γράφτηκαν πάνω σε κουρελούδες γιατί δεν υπήρχαν λεφτά για καμβάδες και τελάρα αλλά υπήρχε η ανάγκη να βγουν και να μιλήσουν, να πουν ότι υπάρχουν, ότι ζουν, ότι αναπνέουν, ότι είναι εδώ.
Πίσω τους υπάρχει ένας σωρός από δαύτα… Κουρελούδες που η μάνα, η γειτόνισσα, ο φίλος έδωσε στον Μορφέα για να τους δώσει Μορφή… Να μην πεταχτούν, να μην ξεχαστούν σε ντουλάπια, να μην ξαναπατηθούν άλλο γιατί δεν θα το αντέξουν…
Όταν ο Pollock χόρευε με τα πινέλα του πάνω σε τεράστιους καμβάδες τον χορό του νικητή του πολέμου, στην ηττημένη και κατεστραμμένη Ευρώπη ένα τσούρμο ρακένδυτων καλλιτεχνών, όπως ο Καταλανός Antoni Tapies, ο Ισπανός Eduardo Chillida, ο Γάλλος Jean Fautrier ή ο Γερμανός Hans Hartung δεν είχαν ούτε τα λεφτά ούτε τη διάθεση να ζωγραφίσουν αυτά που ζωγράφιζαν πριν από τον πόλεμο… Σε σπασμένα ξύλα, σκισμένους καμβάδες και μεταχειρισμένα χαρτιά γεννούσανε μια καινούργια τέχνη, πιο brut και πιο informal, και λίγο αργότερα ο Έλληνας Γιάννης Κουνέλλης δίνοντας ζωή και φωνή σε «φτωχά» υλικά πρότεινε μια φτωχή τέχνη. Η Art Brut, o Informalismo ή η Arte Pοvera ίσως δεν έχουν την αρμονία και την ομορφιά της κλασικής τέχνης, έχουν όμως τη δύναμη της τέχνης».

 

 

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -