16.7 C
Athens
Τρίτη 19 Μαρτίου 2024

«Μαρία Στούαρτ» του Friedrich Schiller: Προλάβετε τις τελευταίες παραστάσεις στο θέατρο «Άλμα»

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

Την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019 ολοκληρώνεται ο κύκλος παραστάσεων για τη «Μαρία Στούαρτ» του Friedrich Schiller στο θέατρο “Άλμα”. Το έργο, που σκηνοθέτησε η Άντζελα Μπρούσκου, περιστρέφεται γύρω από τις δύο μυθικές βασίλισσες της ευρωπαϊκής ιστορίας, την Ελισάβετ της Αγγλίας και τη συγγενή της Μαρία της Σκωτίας, που ερμηνεύουν η Κατερίνα Μαραγκού και η Παρθενόπη Μπουζούρη αντίστοιχα.

Πρόκειται για δύο αντίζηλες που διεκδικούν τον ίδιο θρόνο προκειμένου να επικρατήσουν σ’ έναν κόσμο ανδρών που επιβουλεύεται τη θέση τους. Και οι δύο παγιδευμένες σ’ ένα σύμπαν που σπαράσσεται από διαφορετικές και αντικρουόμενες δυνάμεις. Εθνικές ταυτότητες, θρησκείες, παραμορφωμένες ιδεολογίες, ιστορικές συμμαχίες θα θέσουν σε δοκιμασία τις δυνάμεις και τις δυνατότητές τους. Τα πάθη μετατρέπονται σε φιλοδοξίες, η πολιτική σε ίντριγκα και συνωμοσίες.

Το θέμα του έργου αφορά τη σύγκρουση δύο αγέρωχων χαρακτήρων, δύο βασιλισσών, εκ των οποίων η μία κατέχει τον θρόνο, αποβλέπουσα στο κρατικό συμφέρον και η άλλη τον διεκδικεί, επικαλούμενη τα κληρονομικά δικαιώματα. Η μία βασιλεύει και είναι πανίσχυρη, ενώ η άλλη γίνεται το θύμα της και κρατείται φυλακισμένη για πολλά χρόνια, χωρίς όμως το μαρτύριο αυτό να λυγίσει τον υπερήφανο χαρακτήρα της. Ο συγγραφέας Friedrich Schiller αντλεί το θέμα του από πραγματικά ιστορικά γεγονότα της Αγγλίας, που ξεκίνησαν το 1568, όταν ξέσπασε η σύγκρουση των δύο βασιλισσών, Μαρίας και Ελισάβετ, για τη διεκδίκηση του θρόνου της Αγγλίας.

Η Μαρία, νόμιμο τέκνο του Ιακώβου Ε΄ βασιλιά της Σκωτίας, ήταν έξι ημερών όταν ο πατέρας της απεβίωσε και η ίδια ανέβηκε στο θρόνο. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής της ηλικίας στη Γαλλία, παντρεύτηκε τον διάδοχο του γαλλικού θρόνου, Φραγκίσκο, ο οποίος πέθανε νωρίς και η Μαρία επέστρεψε στη Σκωτία όπου βρέθηκε στο επίκεντρο συνωμοσιών.
Αποτυχημένοι γάμοι, απόπειρες δολοφονίας, φυλάκιση και η σοβαρή ρήξη με την ξαδέλφη της, βασίλισσα Ελισάβετ Α’ της Αγγλίας, διατρέχουν το έργο.

Η προτεστάντης Ελισάβετ θα κερδίσει την εξουσία, αλλά καταλήγει μόνη στο θρόνο. Η καθολική Μαρία θα αναζητά, μέχρι την εκτέλεσή της, μια αληθινή κατάσταση ύπαρξης μέσα από τη θρησκεία.

Η καθηλωτική ιστορία των δύο βασιλισσών ζωντανεύει στη σκηνή, αποκαλύπτοντας τους φόβους, τα μυστικά, τις ανασφάλειες και την υποκρισία με την οποία συμβιούν οι άνθρωποι που ασκούν εξουσία. Γύρω τους κόλακες και φιλόδοξοι σύμβουλοι, φίλοι και εχθροί δίνουν τον τόνο των εξελίξεων. Μία αναγκαιότητα να αφουγκραστείς την Ιστορία για να κοιτάξεις το παρόν και το μέλλον με άλλα μάτια.

Η Παρθενόπη Μπουζούρη, ως Μαρία Στούαρτ, εκπέμπει μεγαλείο ακόμη και μόνο με το βλέμμα τους, άλλοτε ατσάλινο και επίμονο, άλλοτε τρυφερό και αδάμαστο, χτίζοντας την ηρωίδα της με αξιοπρέπεια, αέρα, αποφασιστικότητα, σαγήνη.

Η Κατερίνα Μαραγκού τσαλακώνεται και δίνει ψυχή, ανθρωπιά, τρυφερότητα, φθόνο, ζήλια, παράπονο, πείσμα, υπερηφάνεια στην Ελισάβετ, αποδεικνύοντας τη μεγάλη της ερμηνευτική κλάση και την επιβλητική της παρουσία στη σκηνή.

Εκπληκτικές ερμηνείες παραδίδουν όλοι οι ηθοποιοί: Ο Νίκος Καρδώνης δείχνει ένταση τραγική και εκρηκτικότητα ως Λόρδος Σέσιλ, ο Γιώργος Σαμσιάρης (Πώλετ – κόμης Τάλμποτ) έχει τα κατάλληλα υλικά για το σιλλερικό κλίμα, δραστικός και με σκηνικά επιχειρήματα ο Γιώργος Φριτζήλας ως Κόμης Λέστερ, ειλικρινής και παθιασμένος Μόρτιμερ ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης.

Θεατρικότατη η μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα, εντυπωσιακά τα σκηνικά του Σταύρου Λίτινα, λειτουργικά απέριττα τα κοστούμια των Σταύρου Λίτινα – Άντζελας Μπρούσκου. Η μουσική του Γιώργου Ανδριώτη φέρει θεατρικό συναίσθημα και εκφραστικότητα οι φωτισμοί του Νίκου Σωτηρόπουλου.

Μια παράσταση με πρωτοτυπία, ποιότητα και υψηλό ιστορικό και αισθητικό φορτίο, σκηνοθετημένη από την ανατρεπτική Άντζελα Μπρούσκου.

***

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Συντελεστές

Διασκευή – Σκηνοθεσία | ΑΝΤΖΕΛΑ ΜΠΡΟΥΣΚΟΥ
Μετάφραση |ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΕΠΑΣΤΑΣ
Σκηνικό: ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΙΤΙΝΑΣ
Κοστούμια | ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΙΤΙΝΑΣ – ΑΝΤΖΕΛΑ ΜΠΡΟΥΣΚΟΥ
Μουσική | ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΔΡΙΩΤΗΣ
Φωτισμοί |ΝΙΚΟΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ
Βοηθός σκηνοθέτη | ΒΙΚΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
Φωτογραφίες | ΕΛΙΝΑ ΓΙΟΥΝΑΝΛΗ

Παίζουν:
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ, ΠΑΡΘΕΝΟΠΗ ΜΠΟΥΖΟΥΡΗ, ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΔΩΝΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΜΣΙΑΡΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΡΙΤΖΗΛΑΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ
Παραγωγή: 5η Εποχή

Παραστάσεις:
Πέμπτη & Κυριακή, ώρα 20.00
Παρασκευή & Σάββατο, ώρα 21.00

***

Πληροφορίες

Friedrich Schiller
ΜΑΡΙΑ ΣΤΟΥΑΡΤ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ 8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ

Τιμές εισιτηρίων:
Πέμπτη 14 ευρώ Γενική είσοδος
Παρασκευή & Κυριακή: 18 ευρώ | 15 ευρώ φοιτητές, άνεργοι, ΑμεΑ, 65+
Σάββατο: 20 ευρώ | 15 ευρώ φοιτητές, άνεργοι, ΑμεΑ, 65+
Εξώστης | 14ευρώ
Προπώληση: viva.gr και στο ταμείο του θεάτρου ΑΛΜΑ, τηλ. 210 5220100

***

 

ΤΟ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ ΣΑΣ ΕΔΩ ΜΕ ΕΝΑ “ΚΛΙΚ”

 

***

Οι δύο βασίλισσες

Δύο εκ παραλλήλου αντίθετες γυναίκες, δύο βασίλισσες με τελείως διαφορετικό χαρακτήρα έρχονται αντιμέτωπες σ’ αυτό το έργο: από τη μια, η προτεστάντισσα Ελισάβετ, ως δικαστής, η οποία ανατράφηκε μέσα στον αυστηρό πουριτανισμό της Αγγλίας, από την άλλη, η καθολική Μαρία Στιούαρτ, ως καταδικασθείσα, η οποία διαπαιδαγωγήθηκε μέσα στην αλαφρόμυαλη Αυλή της Γαλλίας.

Η Μαρία Στούαρτ, παρόλο το παράφορο πάθος της, απεχθάνεται την εκλεπτυσμένη υποκρισία, ενώ η Ελισάβετ, χάριν του θρόνου και του λαού, αυτοχαρακτηρίζεται ως “Παρθένα Βασίλισσα”. Οι βίοι των δύο βασιλισσών είναι συνυφασμένοι με δραματικό τρόπο και τους έχει κληροδοτηθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ τους από τις οικογενειακές τους έριδες. Ανάμεσά τους στέκει ο αγγλικός θρόνος, για τον οποίον έχουν αξιώσεις και οι δυο τους μέσω δυναστικών διεκδικήσεων, αλλά και ένας φιλόδοξος άνδρας, ο κόμης του Λέστερ, πρώην εραστής της Μαρίας Στιούαρτ και νυν εραστής της Ελισάβετ.

Στην αιχμή αυτού του δράματος βρίσκεται μια σκηνή από τον Σίλλερ γύρω από μια φανταστική συνάντηση των δύο αντίπαλων και αντίζηλων βασιλισσών, παρουσία του κόμη του Λέστερ. Την έκβαση αυτής της επινοημένης “μονομαχίας”, την οποία επιβάλλουν οι επικρατούσες πολιτικές και θρησκευτικές συνθήκες κι όπου αδυσώπητα επικρατούν τα προσωπικά κίνητρα, μονάχα ο θάνατος μπορεί να την αποφασίσει. Ποια θα είναι η νικήτρια και ποια η ηττημένη; Η βασίλισσα που θα πεθάνει ή η βασίλισσα που θα ζήσει;

 

Η ιστορία τους

 

Προσωπογραφία της Μαρίας από τον Φρανσουά Κλουέ, περ. 1559

Η Μαρία, βασίλισσα της Σκωτίας ή Μαρία Στιούαρτ ή Μαρία Α’ της Σκωτίας (Mary, Queen of Scots, 8 Δεκεμβρίου 1542 – 8 Φεβρουαρίου 1587) ήταν βασίλισσα της Σκωτίας (14 Δεκεμβρίου 1542 – 24 Ιουλίου 1567) και βασιλική σύζυγος της Γαλλίας (10 Ιουλίου 1559 – 5 Δεκεμβρίου 1560).

Η Μαρία ήταν μοναδική κόρη και νόμιμο παιδί που επέζησε του Ιακώβου Ε΄ της Σκωτίας και της Μαρίας του Γκιζ, διαδέχτηκε τον πατέρα της μόλις έξι ημερών. Έζησε την παιδική της ηλικία στη Γαλλία, την ίδια εποχή η Σκωτία κυβερνήθηκε από αντιβασιλείς, παντρεύτηκε (1558) τον δελφίνο της Γαλλίας Φραγκίσκο. Ο σύζυγος της ανέβηκε στον θρόνο της Γαλλίας σαν Φραγκίσκος Β΄ (1559) και η Μαρία έγινε βασίλισσα της Γαλλίας μέχρι τον πρόωρο θάνατο του Φραγκίσκου τον Δεκέμβριο του 1560.

Η μικρή χήρα επέστρεψε στη Σκωτία, έφτασε στο Λεθ στις 19 Αυγούστου 1561 και τέσσερα χρόνια αργότερα προχώρησε σε δεύτερο γάμο με τον Ερρίκο Στιούαρτ, 1ο δούκα του Άλμπανι από τον Οίκο των Στιούαρτ. Ο δεύτερος γάμος της Μαρίας ήταν επίσης ατυχής, τον Φεβρουάριο του 1567 η κατοικία τους καταστράφηκε από μεγάλη έκρηξη και ο δούκας του Άλμπανι βρέθηκε νεκρός στον κήπο.

Ο Ιάκωβος Χέπμπορν, 4ος κόμης του Μπόθγουελ κατηγορήθηκε για τον θάνατο του Άλμπανι αλλά απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες και η Μαρία προχώρησε μαζί του τον επόμενο μήνα στον τρίτο της γάμο αλλά ακολούθησε πραξικόπημα και η Μαρία φυλακίστηκε στο κάστρο του Λοχ Λέβεν. Στις 24 Ιουλίου 1567 η Μαρία πιέστηκε να παραιτηθεί υπέρ του ενός έτους γιου της με τον Άλμπανι Ιάκωβου ΣΤ΄.

Η Μαρία ύστερα από αποτυχημένες προσπάθειες να ανακαταλάβει τον θρόνο δραπέτευσε στην Αγγλία και βρέθηκε υπό την προστασία της εξαδέλφης της Ελισάβετ Α΄ της Αγγλίας. Πολλοί Καθολικοί στην Αγγλία άρχισαν να προσεγγίζουν τη Μαρία σαν νόμιμη βασίλισσα της Αγγλίας, οι επαφές προκάλεσαν εξέγερση που έμεινε γνωστή σαν “Επανάσταση του Βορρά”.

Η Ελισάβετ Α΄ είδε την προσπάθεια σαν απειλή για τον θρόνο της, έκανε κατάσχεση σε όλα τα κάστρα της και την κράτησε φυλακισμένη στη συνοδεία της 19 χρόνια. Η Μαρία της Σκωτίας κρίθηκε ένοχη με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας εναντίον της Ελισάβετ ύστερα από δίκη με την κατηγορία ότι σχεδίαζε τη δολοφονία της (1586) και αποκεφαλίστηκε.

 

Παιδική ηλικία

 

Η Μαρία γεννήθηκε στα ανάκτορα του Λινλιθγκόου όπως ο πατέρας της, ακούγεται ότι γεννήθηκε πρόωρα και ήταν το μοναδικό νόμιμο παιδί του Ιακώβου Ε΄ που επέζησε.Ήταν μικρανιψιά του Ερρίκου Η΄ της Αγγλίας καθώς η από πατέρα γιαγιά της Μαργαρίτα Τυδώρ ήταν αδελφή του. Στις 14 Δεκεμβρίου 1542 σε ηλικία μόλις έξι ημερών στέφτηκε βασίλισσα της Σκωτίας, ο πατέρας της πέθανε πρόωρα από νευρική κρίση μετά τη συντριβή του στρατού του στο Σόλγουεϊ ή από μολυσμένο νερό που ήπιε σε εκστρατεία.

Ένας δημοφιλής θρύλος που διασώθηκε από τον Τζον Νοξ αναφέρει ότι όταν άκουσε ο πατέρας της στο νεκροκρέβατό του ότι το παιδί που γεννήθηκε ήταν κορίτσι είπε τη φράση “ξεκίνησε με μια γυναίκα και τελειώνει με μια γυναίκα”. Η φράση έχει σχέση με τον Οίκο των Στούαρτ που ξεκίνησε με τη Μάρτζορι Μπρους κόρη του Ροβέρτου Μπρους που παντρεύτηκε τον Γουόλτερ Στιούαρτ, 6ο Υψηλό Στιούαρτ της Σκωτίας και τελειώνει με τη Μαρία. Ο θρύλος δεν διαδόθηκε όμως από την ίδια τη Μαρία αλλά από την απόγονο της Άννα της Μεγάλης Βρετανίας.

Η Μαρία βαπτίστηκε στη γειτονική εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ αμέσως μετά τη γέννησή της. Οι φήμες έλεγαν ότι ήταν πολύ αδύναμη και ετοιμοθάνατη αλλά ο Άγγλος διπλωμάτης Ραλφ Σάντλερ που την είδε από κοντά τον Μάρτιο του 1543 στα ανάκτορα του Λινλιθγκόου έγραψε: “Είναι το πιο γερό παιδί που έχω δει, είναι βέβαιο ότι θα ζήσει”.

Η Μαρία λόγω πολύ μικρής ηλικίας κυβέρνησε με ένα συμβούλιο αντιβασιλέων, οι δύο βασικοί διεκδικητές ήταν: ο Καθολικός καρδινάλιος Μπήτον και ο Προτεστάντης κόμης του Άρραν που ήταν ο επόμενος στη σειρά διαδοχής. Τα δικαιώματα του Μπήτον βασίστηκαν σε ισχυρισμό του ίδιου ότι ήταν επιθυμία του βασιλιά αλλά απορρίφθηκαν σαν ανυπόστατα. Ο κόμης του Άρραν με την υποστήριξη των φίλων και των συγγενών του ανέλαβε τελικά την αντιβασιλεία και τη διατήρησε μέχρι τότε που η μητέρα της Μαρίας τον ανέτρεψε και τον διαδέχθηκε.

 

Η Συνθήκη του Γκρίνουιτς

 

Η μόλις έξι ημερών Μαρία διαδέχτηκε τον τριαντάχρονο πατέρα της, που απεβίωσε από χολέρα ή από νευρική κρίση που έπαθε μετά τη συντριπτική ήττα του από τους Άγγλους. Ο Ιάκωβος Χάμιλτον, δούκας του Σατελλερώ δεύτερος στη σειρά διαδοχής ήταν αντιβασιλιάς έως το 1554 και στη συνέχεια την αντιβασιλεία ανέλαβε η μητέρα της έως τον θάνατό της (1560). Τον Ιούλιο του 1543 με τη συνθήκη του Γκρίνουιτς, η νεογέννητη Μαρία θα παντρευόταν σε ηλικία 10 ετών τον Εδουάρδο ΣΤ΄ της Αγγλίας γιο του Ερρίκου Η΄ της Αγγλίας κληρονομώντας το Ηνωμένο βασίλειο της Αγγλίας και Σκωτίας για τους απογόνους τους, η Μαρία θα πήγαινε στο Λονδίνο για την ανατροφή της από τον Ερρίκο Η΄.

Η ίδια συνθήκη καθόριζε ότι τα δύο βασίλεια θα ήταν διακριτές περιοχές και αν το ζευγάρι δεν μπορούσε να κάνει παιδιά θα ήταν άκυρη. Ο καρδινάλιος Μπήτον ανέβηκε στην εξουσία και άρχισε να πιέζει έντονα για συμμαχία με τη Γαλλία, έστειλε τη Μαρία μακριά από την ακτή στο ασφαλές κάστρο του Στέρλινγκ. Ο κόμης του Άρραν αντιστάθηκε αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει όταν οι οπαδοί του καρδιναλίου συγκεντρώθηκαν στο Λινλιθγκόου. Ο κόμης του Λέννοξ συνόδευσε τη Μαρία και τη μητέρα της στις 27 Ιουλίου 1453 στο Στέρλινγκ με 3500 οπλισμένους άντρες, στέφτηκε στο παρεκκλήσι του κάστρου στις 9 Σεπτεμβρίου 1453.

Οι ιστορικοί Ραλφ Σάντλερ (1507 – 1587) και Χένρυ Ρέι αναφέρουν ότι η στέψη έγινε με τη “μεγαλύτερη δυνατή σοβαρότητα και δεν ήταν δαπανηρή.”

Λίγο πριν από τη στέψη της Σκωτσέζοι έμποροι που ταξίδευαν για τη Γαλλία συνελήφθησαν από τον Ερρίκο Η΄ και έγινε κατάσχεση των αγαθών τους, οι πράξεις αυτές έφεραν οργή στη Σκωτία με αποτέλεσμα ο κόμης του Άρραν να ενωθεί με τον Μπήτον και να γίνει Καθολικός. Η Συνθήκη του Γκρίνουιτς απορρίφθηκε από το Κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο που ανανέωσε την “Παλαιά Συμμαχία”, αυτό εξόργισε τον Ερρίκο Η΄ που αποφάσισε να την επιβάλει μαζί με τον γάμο του γιου του με την βία.

Οι αγγλικές δυνάμεις άρχισαν επιδρομές σε σκωτσέζικες και γαλλικές περιοχές, ο κόμης του Χέρτφορντ επιτέθηκε στο Εδιμβούργο τον Μάιο του 1544 και οι Σκωτσέζοι μετέφεραν τη Μαρία στο Ντάνκελντ για ασφάλεια. Ο καρδινάλιος Μπήτον δολοφονήθηκε τον Μάιο του 1546 από Προτεστάντες και στις 10 Σεπτεμβρίου 1547, εννιά μήνες μετά τον θάνατο του Ερρίκου Η΄ οι Σκωτσέζοι συνετρίβησαν από τους Άγγλους στη μάχη του Πίνκι Κλέου. Οι φρουροί της Μαρίας τρομοκρατημένοι την έστειλαν στο κάστρο του Ίντσμαχομ για περισσότερο από τρεις βδομάδες και στράφηκαν στους Γάλλους για βοήθεια. Ο Ερρίκος Β΄ της Γαλλίας πρότεινε να ενωθούν τα στέμματα της Γαλλίας και της Σκωτίας με τον γάμο του τρίχρονου γιου και διαδόχου του Φραγκίσκου με τη Μαρία και μια σημαντική βοήθεια, ο Άρραν το δέχτηκε. Η Μαρία μετακινήθηκε τον Φεβρουάριο του 1458 ξανά για την ασφάλεια της στο κάστρο του Νταμπάρτον. Οι Άγγλοι άφησαν πίσω τους σημαντικές λεηλασίες και κυρίευσαν τη στρατηγική πόλη του Χάντιγκτον, τον Ιούνιο έφτασε γαλλική βοήθεια στη Λιθ με τη βοήθειά τους κατάφεραν να ανακαταλάβουν τη Χάντιγκτον. Το Κοινοβούλιο της Σκωτίας συνεκλήθη στις 7 Ιουλίου 1458 σε μια μονή κοντά στην πόλη και επικύρωσε τη γαμήλια συνθήκη με τους Γάλλους.

 

Στη γαλλική αυλή

 

Με τη σύναψη της γαλλικής συνθήκης η πεντάχρονη Μαρία στάλθηκε τα επόμενα 13 χρόνια στη γαλλική αυλή, ο γαλλικός στόλος του Ερρίκου Β΄ υπό τον Νίκολας ντε Βιλλεγκάν απέπλευσε με τη Μαρία από το Νταμπάρτον στις 7 Αυγούστου 1548 και έφτασε σε λιγότερο από μια βδομάδα στο Σαιν-Πολ-ντε-Λεόν στη Βρετάνη.

Η Μαρία συνοδεύτηκε στη γαλλική αυλή από δύο νόθους ετεροθαλείς αδελφούς της και τέσσερις ευγενείς κοπέλες στην ηλικία της με το όνομα Μαρία από τις οικογένειες Μπήτον, Σέτον, Φλέμινγκ, και Λίβινγκστον. Η Τζάνετ, λαίδη του Φλέμινγκ μητέρα της Μαρίας και ετεροθαλής αδελφή του Ιακώβου Ε΄, διορίστηκε κυβερνήτης. Η Μαρία σαν πολύ όμορφη και έξυπνη είχε αρκετά προνομιακή παιδική ηλικία στη γαλλική αυλή, ήταν αγαπητή σε όλους εκτός από τη βασίλισσα Αικατερίνη των Μεδίκων. Έμαθε να παίζει δημοφιλή παιχνίδια όπως λάουτο και παρθένες, εξασκήθηκε στην ποίηση, την ιππασία, τη μαγειρική και τα κεντήματα, έμαθε Γαλλικά, Ιταλικά, Λατινικά, Ισπανικά και Ελληνικά. Η μελλοντική της κουνιάδα Ελισάβετ των Βαλουά έγινε τόσο στενή μαζί της που της άφησε “νοσταλγικές αναμνήσεις σε μεγάλη ηλικία”. Η γιαγιά της από μητέρα Αντουανέτα των Βουρβόνων είχε επίσης ισχυρή επιρροή στην παιδική της ηλικία και ήταν μια από τις συμβούλους της.

Η Μαρία είχε ένα μικρό ωοειδές πρόσωπο με μακρύ λαιμό, λαμπερά και καστανά μαλλιά, καστανά μάτια με βαριά βλέφαρα και τοξωτά φρύδια, απαλό ανοιχτό δέρμα, χαρακτηριστικά που θεωρήθηκαν εντυπωσιακά, σαν παιδί ήταν όμορφη και σαν γυναίκα εντυπωσιακή. Την περίοδο της εφηβείας της κόλλησε κάποια στιγμή ιλαρά αλλά αυτό δεν επηρέασε καθόλου τα χαρακτηριστικά της. Η Μαρία ήταν ασυνήθιστα ψηλή γυναίκα για την εποχή της, το ύψος της έφτανε περίπου το 1.80, ο τραυματισμένος γιος του Ερρίκου Β΄ ήταν αντίθετα ασυνήθιστα κοντός. Ο Ερρίκος Β΄ σημειώνει: “η συμπεριφορά του γιου μου και της νύφης μου από την πρώτη μέρα ήταν σαν να γνωρίζονται μεταξύ τους πολλά χρόνια “. Η Μαρία υπέγραψε μυστική συνθήκη στις 4 Απριλίου 1558 με την οποία θα παραχωρούσε τα αγγλικά της δικαιώματα στη Σκωτία στο γαλλικό στέμμα σε περίπτωση που πέθαινε χωρίς απογόνους. Σε 20 μέρες παντρεύτηκε τον δελφίνο Φραγκίσκο στην Παναγία των Παρισίων και έγινε βασίλισσα της Σκωτίας.

 

Βασίλισσα της Γαλλίας

 

Τη μεγαλύτερη κόρη του Ερρίκου Η΄ Μαρία Α΄ της Αγγλίας διαδέχθηκε η αδελφή της Ελισάβετ Α΄ της Αγγλίας, σύμφωνα με την “Γ΄ πράξη διαδοχής” στο Αγγλικό Κοινοβούλιο (1543) η Ελισάβετ αναγνωρίστηκε διάδοχος επειδή ο πατέρας της είχε αποκλείσει τους Στιούαρτ. Οι περισσότεροι Καθολικοί στην Αγγλία ωστόσο θεωρούσαν την Ελισάβετ νόθη και τη Μαρία Στιούαρτ σαν κόρη της μεγαλύτερης αδελφής του Ερρίκου νόμιμη διάδοχο. Ο Ερρίκος Β΄ κήρυξε τον μεγαλύτερο γιο του και τη νύφη του νόμιμους βασιλείς της Αγγλίας, τα αγγλικά βασιλικά σύμβολα που κυκλοφόρησαν στη Γαλλία είχαν στο ένα τεταρτημόριο τα σύμβολα του Φραγκίσκου και της Μαρίας. Οι διεκδικήσεις της Μαρίας στον αγγλικό θρόνο ήταν πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα στην ίδια και την Ελισάβετ που κράτησε πολλά χρόνια.

Ο Ερρίκος Β΄ πέθανε από τα τραύματά του στις 10 Ιουλίου 1559, τον διαδέχτηκε ο 15χρονος Φραγκίσκος και η 16χρονη νύφη του Μαρία. Οι δυο θείοι της βασίλισσας, ο δούκας του Γκις και ο καρδινάλιος της Λωραίνης, ήταν κυρίαρχοι στο βασίλειο της Γαλλίας, η πολιτική τους σύμφωνα με μερικούς ιστορικούς έμεινε γνωστή σαν τυραννία των Γκις. Η δύναμη των Προτεσταντών λόρδων στη Σκωτία ανέβηκε χάρη στη μητέρα της Μαρίας που είχε διατηρήσει τον έλεγχο στη χώρα με τα γαλλικά στρατεύματα.

Οι Προτεστάντες λόρδοι κάλεσαν τα γαλλικά στρατεύματα και ένας Ουγενότος στη Γαλλία, ο Τουμούλτ του Αμπουάζ, δήλωσε τον Μάρτιο του 1560 ότι οι Γάλλοι δεν μπορούσαν να στείλουν περισσότερους, οι αδελφοί Γκιζ έστειλαν απεσταλμένους να κλείσουν ειρήνη. Η μητέρα της Μαρίας και αδελφή των Γκις πέθανε στις 11 Ιουνίου του 1560 με αποτέλεσμα οι σχέσεις ανάμεσα στη Γαλλία και τη Σκωτία να περάσουν κρίση.

Με τους όρους της Συνθήκης του Εδιμβούργου που υπογράφηκε στις 6 Ιουλίου 1560 από τους απεσταλμένους της Μαρίας η Αγγλία και η Γαλλία θα έπρεπε να αποσύρουν τον στρατό τους από τη Σκωτία και η Γαλλία θα έπρεπε να αναγνωρίσει τα δικαιώματα της Ελισάβετ στην Αγγλία. Η 17χρονη Μαρία που βρισκόταν εκείνη την εποχή στη Γαλλία και θρηνούσε τον θάνατο της μητέρας της αρνήθηκε να επιβεβαιώσει τη συνθήκη.

 

Βασίλισσα της Σκωτίας

 

Ο σύζυγός της Φραγκίσκος Β΄ πέθανε πρόωρα σε ηλικία 16 ετών από μια λοίμωξη στο μεσαίο αυτί που εξελίχτηκε σε απόστημα στον εγκέφαλο, η Μαρία ήταν έντονα θλιμμένη. Η πεθερά της Αικατερίνη των Μεδίκων έγινε αντιβασίλισσα για λογαριασμό του νεότερου δεκάχρονου κουνιάδου της Καρόλου Θ΄ της Γαλλίας που τον διαδέχθηκε. Η Μαρία επέστρεψε στη Σκωτία και έφτασε στο Λιθ στις 19 Αυγούστου 1561, ζούσε στη Γαλλία από 5 ετών με αποτέλεσμα να γνωρίζει ελάχιστα την πολιτική κατάσταση στη Σκωτία και τους κινδύνους.

Η Μαρία ήταν πιστή Καθολική γι’ αυτό την έβλεπαν με μεγάλη καχυποψία πολλοί από τους υπηκόους της όπως και η βασίλισσα της Αγγλίας. Η Σκωτία βρισκόταν στο κέντρο συγκρούσεων ανάμεσα στους Προτεστάντες και στους Καθολικούς και ο νόθος ετεροθαλής αδελφός της Ιάκωβος Στιούαρτ, 1ος κόμης του Μόρεϊ, ήταν αρχηγός των Προτεσταντών. Ο Προτεστάντης μεταρρυθμιστής Τζον Νοξ την κατηγόρησε για ροπή στους χορούς, σε πολυτελή φορέματα και σε ανήθικο τρόπο ζωής. Η Μαρία τον κάλεσε να διαμαρτυρηθεί ανεπιτυχώς, αργότερα τον κατηγόρησε για προδοσία αλλά αθωώθηκε και ελευθερώθηκε.

Mετά την κρίση των Καθολικών η Μαρία δέχτηκε το νέο Προτεσταντικό συμβούλιο και κράτησε τον ετεροθαλή αδελφό της κόμη του Μόρεϊ κύριο σύμβουλο. Το συμβούλιο διορίστηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1561 με 16 άντρες που ήταν επικεφαλής της Προτεσταντικής ομάδας και διατήρησαν τα αξιώματά τους από την κρίση του 1559 – 1560 όπως οι κόμητες του Άρτζιλ και του Μόρεϊ. Μόνο τέσσερις σύμβουλοι ήταν Καθολικοί, οι κόμητες του Άθολ, του Έρολ, του Μοντρόζ και του Χάντλι, που ήταν και ο καγκελάριος.

Η σύγχρονη ιστορικός Τζέννυ Ουόρμαλντ (1942 – 2015) σημειώνει ότι η αποτυχία της Μαρίας να διορίσει ένα συμπαθές συμβούλιο στην Καθολική εκκλησία και στα γαλλικά ενδιαφέροντα δείχνει ότι βασικός της στόχος ήταν να ανέβει στον αγγλικό θρόνο. Στο συμβούλιο προστέθηκε τον Δεκέμβριο του 1563 ο λόρδος του Ρούθβεν που ήταν φανατικός Προτεστάντης και η Μαρία μέχρι τότε αντιπαθούσε. Η Μαρία επιπλέον δεν ασχολήθηκε ποτέ σοβαρά με στρατιωτική εκστρατεία εναντίον των Προτεσταντών, αντίθετα όταν εξεγέρθηκε ο καθολικός λόρδος του Χάντλι ενώθηκε αμέσως με τον κόμη του Μόρεϊ εναντίον του (1562).

 

Αναζήτηση νέου συζύγου

 

Η Μαρία έστειλε τον Ουίλιαμ Μάιτλουντ του Λέθινγκτον στην αγγλική αυλή για να θέσει το ζήτημα της διαδοχής στον θρόνο της Αγγλίας, η Ελισάβετ απέφευγε με κάθε μέσο να ορίσει διάδοχο επειδή φοβόταν τις συνωμοσίες. Η Ελισάβετ τον διαβεβαίωσε ωστόσο ότι δεν έχει αναγνωρίσει κανέναν πιο κοντινό διάδοχο από τη Μαρία. Στα τέλη του 1561 και στις αρχές του 1562 έγιναν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο βασίλισσες να συναντηθούν στη Γιορκ ή στο Νότιγχαμ τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 1562 αλλά η Ελισάβετ έστειλε τον Χένρυ Σίντνεϊ (1529 – 1586) να ακυρώσει οποιαδήποτε συνάντηση λόγω του εμφυλίου στη Γαλλία.

Η Μαρία έστρεψε την προσοχή της να βρει νέο σύζυγο από τους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης. Ο θείος της Κάρολος, καρδινάλιος της Λωρραίνης, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις να την παντρέψει με τον αρχιδούκα Κάρολο της Αυστρίας χωρίς να το γνωρίζει η ίδια η Μαρία, όταν το έμαθε διέταξε οργισμένη να διακοπούν οι διαπραγματεύσεις. Οι προσπάθειες της Μαρίας να παντρευτεί τον Ισπανό πρίγκιπα Κάρολο των Αστουριών, γιο και διάδοχο του Φίλιππου Β΄ της Ισπανίας, απερρίφθησαν από τον πατέρα του. Η ξαδέλφη της Ελισάβετ πρότεινε στη Μαρία γάμο με τον ευνοούμενό της Ρόμπερτ Ντάντλεϊ, 1ο κόμη του Λέστερ για να μπορέσει να την έχει υπό τον έλεγχο της. Η Ελισάβετ της έστειλε τον Τόμας Ράντολφ για να της πει ότι εάν παντρευτεί έναν Άγγλο ευγενή “θα έχει και η ίδια τα νόμιμα δικαιώματα σαν ξάδελφός της να είναι και κληρονόμος”. Η πρόταση δεν έφερε τελικά κανένα αποτέλεσμα επειδή η Μαρία δεν ενδιαφέρθηκε.

Ένας Γάλλος ποιητής που βρέθηκε στην αυλή της Μαρίας, ο Πιερ ντε Μποσκονέλ ντε Τσάστερλαντ, έδειχνε ότι ήταν γοητευμένος μαζί της. Στις αρχές του 1563 όταν βρέθηκε σε μια έρευνα κάτω από το κρεβάτι της Μαρίας ότι είχε σχέδια να της κάνει έκπληξη όταν βρεθούν μόνοι με πρόταση γάμου διέταξε την απέλασή του από τη Σκωτία. Ο Τσάστερλαντ σε δύο μέρες επέστρεψε και έκανε έφοδο στην κρεβατοκάμαρα της Μαρίας, η βασίλισσα έξαλλη με φωνές διέταξε τον κόμη του Μόρεϊ να τον σκοτώσει αλλά εκείνος από σεβασμό το αρνήθηκε, ο Τσάστερλαντ συνελήφθη, δικάστηκε για προδοσία και αποκεφαλίστηκε. Ο Μαίτλαντ ισχυρίστηκε ότι η ιστορία με τον Τσάστερλαντ είναι ψευδής, δημιουργήθηκε από την προπαγάνδα των εχθρών της Ουγενότων που ήθελαν να αμαυρώσουν τη φήμη της.

 

Δεύτερος γάμος με τον λόρδο του Ντάρνλεϊ

 

Η Μαρία τον Φεβρουάριο του 1561 που θρηνούσε τον θάνατο του νεαρού Φραγκίσκου είχε μια σύντομη συνάντηση με τον πρώτο της ξάδελφο Ερρίκο Στιούαρτ, λόρδο του Ντάρνλεϊ και 1ο δούκα του Άλμπανι. Οι γονείς του Ντάρνλεϊ ο κόμης και η κόμισσα του Λέννοξ Σκωτσέζοι αριστοκράτες από πλάγιο κλάδο των Στιούαρτ και Άγγλοι γαιοκτήμονες τον έστειλαν στη Γαλλία με την ελπίδα να δημιουργηθεί μια ερωτική σχέση ανάμεσα στον ίδιο και τη Μαρία. Η Μαρία και ο Ντάρνλεϊ ήταν πρώτα ξαδέλφια σαν εγγόνια της Μαργαρίτας Τυδώρ της αδελφής του Ερρίκου Η΄ της Αγγλίας. Ο Ντάρνλεϊ είχε επιπλέον στο γενεαλογικό του δέντρο καταγωγή και από τους πρόσφατους βασιλείς Στιούαρτ μέσω της οικογένειας του Χάμιλτον που καταγόταν από τη Μαρία Στιούαρτ, κόμισσα του Αρράν κόρη του Ιάκωβου Β΄ της Σκωτίας. Συναντήθηκαν το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 1565 στο κάστρο του Ουέμις, εκεί η Μαρία ερωτεύτηκε τον “μακρύ κύριο” όπως τον έλεγε η βασίλισσα Ελισάβετ επειδή ήταν έξι πόδια ψηλός.Παντρεύτηκαν στις 29 Ιουλίου 1565 στα ανάκτορα του Χόλυρουντ, ήταν και οι δυο Καθολικοί γι’ αυτό δεν χρειάστηκε παπική απαλλαγή για τον γάμο τους επειδή ήταν ξαδέλφια.

Ο Άγγλος πολιτικός Γουίλιαμ Σεσίλ και ο κόμης του Λέστερ εργάστηκαν σκληρά για να πάρει την άδεια ο Ντάρνλεϊ να ταξιδεύσει στη Σκωτία από το σπίτι του στην Αγγλία. Οι σύμβουλοι της Ελισάβετ είχαν προσεγγίσει το νεαρό ζευγάρι αλλά η ίδια είχε ενοχληθεί έντονα επειδή ήταν και οι δύο διεκδικητές του αγγλικού θρόνου με αποτέλεσμα τα παιδιά τους να έχουν ισχυρότατα δικαιώματα. Η Μαρία τον παντρεύτηκε ωστόσο από μεγάλο έρωτα χωρίς να σκεφτεί αυτό το ενδεχόμενο. Ο Άγγλος διπλωμάτης Νίκολας Θροσμόρτον (1515 – 1571) σημειώνει ότι “η μικρή Μαρία ήταν μαγεμένη μαζί του” και ο γάμος θα μπορούσε να σταματήσει μόνο “με τη βία”. Η ένωση εξόργισε σε μεγάλο βαθμό την Ελισάβετ που ισχυριζόταν ότι επειδή ο λόρδος του Ντάρνλεϊ ήταν ξάδελφός της και Άγγλος υπήκοος θα έπρεπε να πάρει τη δική της άδεια για τέτοιο γάμο. Ο γάμος της Μαρίας με έναν επιφανή Καθολικό έφερε μεγάλες αντιδράσεις στη Σκωτία από τους διαμαρτυρόμενους λόρδους, ο ετεροθαλής αδελφός της κόμης του Μόρεϊ ενώθηκε με άλλους προτεστάντες όπως ο λόρδος του Άρτζιλ σε ανοιχτή επανάσταση. Η Μαρία απέπλευσε από το Εδιμβούργο στις 26 Αυγούστου 1565 για να τους αντιμετωπίσει, στις 30 του μήνα ο Μόρεϊ πολιόρκησε το Εδιμβούργο αλλά απέτυχε να καταλάβει το κάστρο, η Μαρία επέστρεψε στο Εδιμβούργο τον επόμενο μήνα να συγκροτήσει τον στρατό της. Στην επιδρομή του Τζάζιμπου που ακολούθησε οι στρατοί της Μαρίας και του Μόρεϊ έκαναν συνεχείς λεηλασίες χωρίς να έρθουν σε ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ τους. Ο στρατός της Μαρίας ενισχύθηκε μετά την απελευθέρωση του γιου του λόρδου του Χάντλι και μετά την επιστροφή του Ιακώβου Χέπμπορν, 4ου κόμη του Μπόθγουελ από την εξορία στην Γαλλία. Ο κόμης του Μόρεϊ βρέθηκε σε αδιέξοδο και αναγκάστηκε να ζητήσει άσυλο στην Αγγλία. Η Μαρία στη συνέχεια ενίσχυσε το βασιλικό της συμβούλιο τόσο με Καθολικούς όσο και με Προτεστάντες.

 

Σύγκρουση με τον δεύτερο σύζυγό της

 

Ο λόρδος του Ντάρνλεϊ σταδιακά δυσαρεστήθηκε περισσότερο, δεν δέχτηκε τον τίτλο του βασιλικού συζύγου της Σκωτίας και διεκδίκησε τον τίτλο του βασιλιά, έκανε αίτημα στη Μαρία να γίνει ο ίδιος βασιλιάς αν εκείνη πεθάνει πριν από αυτόν αλλά το αρνήθηκε. Οι σχέσεις τους εξακολουθούσαν να είναι τεταμένες ενώ κύριος στόχος του Ντάρνλεϊ ήταν ο Καθολικός αυλικός Ντέιβιντ Ρίζιο (1533 – 1566) για τον οποίο είχαν κυκλοφορήσει φήμες ότι ήταν ο πατέρας του παιδιού της Μαρίας. Ο λόρδος του Ντάρνλεϊ συνωμότησε με Προτεστάντες λόρδους που ήταν εχθροί της Μαρίας και πολέμησαν εναντίον της στην επιδρομή του Τζάζιμπου. Στις 9 Μαρτίου 1566 μια ομάδα στασιαστών με αρχηγό τον ίδιο τον Ντάρνλεϊ δολοφόνησαν τον Ντέιβιντ Ρίζιο μπροστά στην έγκυο Μαρία σε δείπνο στα ανάκτορα του Χόλυρουντ. Τις επόμενες δυο μέρες ο απελπισμένος λόρδος του Ντάρνλεϊ αναγκάστηκε να αλλάξει συνεχώς πλευρές και η Μαρία δέχτηκε τον Μόρεϊ στο Χόλυρουντ. Τη νύχτα της 11ης Μαρτίου ο Ντάρνλεϊ και η Μαρία δραπέτευσαν από τα ανάκτορα και βρήκαν προσωρινά καταφύγιο στο κάστρο του Ντάνμπαρ πριν επιστρέψουν στο Εδιμβούργο στις 18 Μαρτίου. Οι πρώην επαναστάτες λόρδοι του Μόρεϊ και του Άρτζιλ αποκαταστάθηκαν στο βασιλικό συμβούλιο.

Ο γιος της Μαρίας και του Ντάρνλεϊ Ιάκωβος γεννήθηκε στις 19 Ιουνίου 1566 στο κάστρο του Εδιμβούργου αλλά ο φόνος του Ρίτζιο είχε φέρει μεγάλη ένταση στις σχέσεις τους. Τον Οκτώβριο του 1566 ενώ η Μαρία έμενε στο Ζέντμπουρ στα ακωτσέζικα σύνορα έκανε τετράωρο ταξίδι στο κάστρο του Ερμιτάζ για να επισκεφτεί τον κόμη του Μπόθγουελ που είχε τραυματιστεί ύστερα από αψιμαχίες στα σύνορα. Το ταξίδι αυτό χρησιμοποιήθηκε σαν πρόφαση από τους εχθρούς της Μαρίας για τους οποίους δεν υπήρχαν υποψίες την ίδια εποχή που η ίδια συνοδευόταν από τους σύμβουλους και φρουρούς της. Αμέσως μετά την επιστροφή της στο Ζέντμπου η Μαρία αρρώστησε βαριά, είχε συχνούς εμετούς, απώλειας όρασης, συνείδησης και ομιλίας και άρχισε να πιστεύει σοβαρά ότι πλησιάζει ο θάνατός της. Κατόρθωσε να αναρρώσει από τις 25 Οκτωβρίου χάρη στην πολύτιμη βοήθεια και ικανότητα Γάλλων γιατρών. Τα αίτια της ασθένειας, σύμφωνα με τις ιατρικές διαγνώσεις, ήταν έντονο άγχος ή πεπτικές διαταραχές ή πορφυρία. Η Μαρία συγκέντρωσε πολλούς διακεκριμένους ευγενείς τον Νοέμβριο του 1566 στο κάστρο του Κραίγκμιλαρ κοντά στο Εδιμβούργο να συζητήσουν για “το πρόβλημα του Ντάρνλεϊ.” Η περίπτωση του διαζυγίου συζητήθηκε έντονα και ένας όρκος ανάμεσα στους ευγενείς για να διώξουν τον Ντάρνλεϊ από την εξουσία δέσμευσε τις πράξεις τους:

“Θα ήταν ωφέλιμο για το δημόσιο καλό αυτός ο νεαρός τρελός τύραννος να μην πάρει ποτέ εξουσία στα χέρια του, θα πρέπει να αναβληθεί αυτό το κακό με κάθε μέσο και ο καθένας μας πρέπει να πάρει την πρωτοβουλία να το αποτρέψει”. Ο λόρδος του Ντάρνλεϊ φοβήθηκε για τη ζωή του και λίγο μετά τη βάπτιση του γιου του δραπέτευσε για τη Γλασκώβη για να μείνει στα κτήματα του πατέρα του. Όταν ξεκίνησε το ταξίδι αρρώστησε βαριά από πυρετό ή ευλογία ή σύφιλη ή κατά άλλους είχε συμπτώματα δηλητηρίου, παρέμεινε άρρωστος μερικές βδομάδες.

 

Δολοφονία του λόρδου του Ντάρνλεϊ

 

Στα τέλη Ιανουαρίου του 1567 η Μαρία δέχτηκε τον σύζυγό της στο Εδιμβούργο, ανέκαμψε από την ασθένεια σε ένα σπίτι που ανήκε στον αδελφό του Σερ Τζέιμς Μπάλφουρ στο πρώην αβαείο του Κερκ ο’ Φίλντ μέσα στα τείχη της πόλης. Η Μαρία του έκανε καθημερινές επιθέσεις και το διάστημα αυτό σταδιακά συμφιλιώθηκαν. Η Μαρία επισκέφτηκε τον σύζυγό της στις 9 Φεβρουαρίου 1567 τις πρώτες απογευματινές ώρες και στη συνέχεια παρέστη στους γάμους του Μπαστιάν Παγκέζ ενός μέλους του βασιλικού της νοικοκυριού. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 10ης Φεβρουαρίου μια δυνατή έκρηξη ακούστηκε στο αβαείο του Κερκ ο’ Φιλντ και ο λόρδος του Ντάρνλεϊ βρέθηκε νεκρός στον κήπο. Δεν υπήρχαν στο σώμα του σημάδια στραγγαλισμού ή οποιασδήποτε άλλης κακοποίησης. Οι ύποπτοι για την δολοφονία ήταν ο Μπόθγουελ, ο Μόρεϊ, ο κόμης του Μόρτον και η ίδια η Μαρία. Η Ελισάβετ έγραψε τον ίδιο καιρό στη Μαρία σχετικά με τις φήμες: “Έχω υποχρέωση σαν ξαδέλφη και φίλη να σας αναφέρω σχετικά με τις φήμες που κυκλοφορούν εναντίον σας, οι περισσότεροι λένε ότι δεν κάνατε τίποτα να συλλάβετε τους δολοφόνους και τους αφήσατε να φύγουν μέσα από τα χέρια σας. Το γεγονός ότι δεν θέλετε να τους τιμωρήσετε μου φαίνεται ευχάριστο αλλά να γνωρίζετε ότι τα εγκλήματα πάντοτε τιμωρούνται, αυτά ήθελα να σας πω και θέλω να πιστέψετε ότι δεν είχα κακό σκοπό”.

Στα τέλη του Φεβρουαρίου ο κόμης του Μπόθγουελ ήταν ο κύριος ύποπτος για τη δολοφονία του Ντάρνλεϊ. Ο κόμης του Λέννοξ, πατέρας του Ντάρνλεϊ ζήτησε από το Κοινοβούλιο της Σκωτίας να περάσει ο Μπόθγουελ σε δίκη αλλά το αίτημά του να καθυστερήσει η δίκη για να συγκεντρωθούν περισσότερα ενοχοποιητικά στοιχεία απορρίφθηκε από τη Μαρία. Η δίκη που έγινε με την απουσία του κόμητος του Λέννοξ είχε αποτέλεσμα έπειτα από 7ωρη δικαστική διαδικασία να αθωωθεί στις 12 Απριλίου. Σε μια βδομάδα μετά την αθώωσή του ο κόμης του Μπόθγουελ κατάφερε να πείσει τους λόρδους και τους επισκόπους να υπογράψουν την “Έινσλι Ταβέρν Μποντ” σύμφωνα με την οποία συμφωνούσαν να παντρευτεί τη βασίλισσα.

 

Τελευταία χρόνια

 

Την περίοδο 21 – 23 Απριλίου 1567 η Μαρία επισκέφτηκε τον γιο της στο Στέρλινγκ, στο δρόμο της επιστροφής της για το Εδιμβούργο απήχθη στις 24 Απριλίου από τον λόρδο του Μπόθγουελ και μεταφέρθηκε στο κάστρο του Ντάνμπαρ, εκεί πολύ πιθανό βιάστηκε. Η Μαρία και ο Μπόθγουελ επέστρεψαν στις 6 Μαΐου στο Εδιμβούργο, στις 15 Μαΐου παντρεύτηκαν στο Χόλυρουντ σύμφωνα με τις προτεσταντικές τελετές. Ο Μπόθγουελ και η πρώτη σύζυγός του Ιωάννα Γκόρντον που ήταν αδελφή του λόρδου Χάντλι είχαν χωρίσει πριν από 12 μέρες.

Η Μαρία στην αρχή πίστευε ότι οι ευγενείς υποστήριζαν τον τρίτο της γάμο αλλά σύντομα κατάλαβε ότι ο λόρδος του Μπόθγουελ και η σχέση τους είχαν γίνει μισητή από τους πρώην οπαδούς της. Οι Καθολικοί θεωρούσαν τον γάμο παράνομο επειδή δεν αναγνώρισαν το διαζύγιο του Μπόθγουελ με την πρώτη του σύζυγο που είχε εκδοθεί με προτεσταντικές οδηγίες. Οι Προτεστάντες από την άλλη όπως και οι Καθολικοί δήλωσαν σοκαρισμένοι για την πράξη της Μαρίας να παντρευτεί έναν άνθρωπο που ήταν βασικός κατηγορούμενος για τη δολοφονία του συζύγου της.

Ο γάμος ήταν περιπετειώδης και η θέση της Μαρίας πολύ δύσκολη, 26 επιφανείς Σκωτσέζοι ευγενείς συγκέντρωσαν στρατό εναντίον της Μαρίας και του Μπόθγουελ, βρέθηκαν αντιμέτωποι στον λόφο του Καρμπέρυ στις 15 Ιουνίου αλλά οι δυνάμεις της Μαρίας οπισθοχώρησαν χωρίς μάχη στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.

Ο Μπόθγουελ δραπέτευσε με ασφάλεια από τη μάχη και οι λόρδοι πήραν τη Μαρία στο Εδιμβούργο με τις κατηγορίες της μοιχείας και της δολοφονίας. Την επόμενη νύχτα η Μαρία φυλακίστηκε στο κάστρο του Λοχ Λέβεν σε ένα νησί στο μέσο του Λοχ Λέβεν, μεταξύ 20 – 23 Ιουλίου απέβαλε τα δίδυμα. Η Μαρία αναγκάστηκε να παραιτηθεί στις 24 Ιουλίου υπέρ του ενός έτους γιου της Ιακώβου, ο κόμης του Μόρεϊ έγινε αντιβασιλιάς και ο Μπόθγουελ εξορίστηκε στη Δανία όπου φυλακίστηκε, και πέθανε στη φυλακή παράφρων.

 

Μετάβαση στην Αγγλία

 

Η Μαρία δραπέτευσε από το κάστρο του Λοχ Λέβεν με τη βοήθεια του Τζωρτζ Ντάγκλας, αδελφού του Γουίλιαμ Ντάγκλας ιδιοκτήτη του κάστρου. Συγκέντρωσε στρατό 6.000 αντρών και αντιμετώπισε τον Μόρεϊ στις 13 Μαΐου στη μάχη του Λάνγκσαϊντ που ηττήθηκε. Μετά την ήττα της δραπέτευσε νότια, πέρασε τη νύχτα στο αβαείο του Νταντρινάν και πέρασε στην Αγγλία με αλιευτικό στις 16 Μαΐου. Στρατοπέδευσε στο Ουόρκινγκτον στα βόρεια της Αγγλίας και πέρασε τη νύχτα στα ανάκτορα της πόλης, στις 18 Μαΐου κρατικοί υπάλληλοι τη μετέφεραν για προστασία στο κάστρο του Καρλάιλ.

Η Μαρία ζήτησε από την ξαδέλφη της Ελισάβετ να τη βοηθήσει να πάρει πίσω τον θρόνο. Η Ελισάβετ ήταν όμως πολύ προσεκτική, διέταξε τους νομικούς της αυλής της να διεξάγουν έρευνα σχετικά με τον φόνο του λόρδου του Ντάρνλεϊ και τη συμμετοχή της Μαρίας σε αυτόν. Τον Ιούλιο του 1568 οι Άγγλοι μετέφεραν τη Μαρία στο κάστρο του Μπόλτον που βρισκόταν μακριά τόσο από τα σύνορα με τη Σκωτία, όσο και από το Λονδίνο. Ανάμεσα στον Οκτώβριο του 1568 και τον Ιανουάριο του 1569 η έρευνα προχώρησε στη Γιορκ και στη συνέχεια στο Ουέστμινστερ, στη Σκωτία ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στην αντιβασιλεία του Μόρεϊ και τους οπαδούς της Μαρίας.

Τα γράμματα της κασετίνας

Η Μαρία σαν εστεμμένη βασίλισσα αρνήθηκε να αναγνωρίσει την εξουσία σε οποιαδήποτε επιτροπή και αρνήθηκε να βρεθεί προσωπικά στη Γιορκ αλλά η Ελισάβετ είχε απαγορεύσει τη συμμετοχή της. Ο κόμης του Μόρεϊ παρουσίασε σαν αποδεικτικά στοιχεία για την ενοχή της δύο υποσχέσεις γάμου και ένα τραγούδι αγάπης γραμμένα από τη Μαργαρίτα σε μια κασετίνα μήκους 30 εκατοστών διακοσμημένη με το μονόγραμμα του Φραγκίσκου Β΄. Η Μαρία αρνήθηκε να το αναγνωρίσει σαν έγκυρο, επέμενε σταθερά ότι τα έγγραφα ήταν πλαστά, για την Ελισάβετ το βασικό ήταν ο βαθμός συμμετοχής της Μαρίας στη δολοφονία του Ντάρνλεϊ. Ο δούκας του Νόρφολκ που ήταν και πρόεδρος της εξεταστικής ανέφερε στην Ελισάβετ ότι τα γράμματα ήταν φάρσα και της έστειλε πολλά αντίγραφα για να αποδείξει ότι ήταν πλαστά.

Η αυθεντικότητα των γραμμάτων έγινε αντικείμενο διαφωνίας ανάμεσα στους ιστορικούς αλλά δεν αποδείχτηκε ποτέ, τα αυθεντικά γράμματα πολύ πιθανό να γράφτηκαν στη Γαλλία και να καταστράφηκαν από τον γιο της Μαργαρίτας (1584). Οι γαλλικές αντιγραφές και οι μεταφράσεις στα Αγγλικά δεν δημιούργησαν μια τέλεια σειρά, από τα τέλη της δεκαετίας του 1570 υπάρχουν πολλές άλλες ατελείς μεταφράσεις στα Σκωτσέζικα, Αγγλικά, Γαλλικά και Λατινικά. Άλλα έγραφα αφορούσαν το διαζύγιο του Μπόθγουελ με την Ιωάννα Γκόρντον, ο Μόρεϊ έστειλε τον Σεπτέμβριο απεσταλμένους στο Ντάνμπαρ να βρουν αντίγραφα στις καταγραφές της πόλης. Οι βιογράφοι της Μαρίας όπως η Αντόνια Φρέιζερ (γεν. 1932), η Άλισον Ουίϊρ (γεν. 1951) και ο Τζον Γκάι (γεν. 1949) έγραψαν με βεβαιότητα ότι τα γράμματα ήταν πλαστά ή ότι αφορούσαν κάποια άλλη Μαρία. Ο Γκάι τονίζει επιπλέον ότι η ακατάστατη σύνταξη δεν συμφωνεί καθόλου με τον τρόπο γραφής της Μαρίας και τα τραγούδια δεν είχαν καμιά σχέση με την εκπαίδευση της Μαρίας. Μερικές φράσεις ωστόσο ταιριάζουν άριστα με τα χαρακτηριστικά και τον τρόπο γραφής της Μαρίας.

 

Αμφιβολίες για τη γνησιότητα

 

Τα γράμματα της κασετίνας δεν ήταν γνωστά μέχρι τη Διάσκεψη του 1568 αν και το ακωτσέζικο βασιλικό συμβούλιο τα είχε δει από τον Δεκέμβριο του 1567. Η Μαρία είχε πιεστεί να παραιτηθεί και έμεινε φυλακισμένη ένα χρόνο στη Σκωτία, τα γράμματα δεν διαδόθηκαν ποτέ για να μη γίνουν γνωστά τα γεγονότα στους Σκωτσέζους. Η ιστορικός Τζέννυ Ουόρμαλντ (1942 – 2015) σημειώνει ότι τμήμα των γραμμάτων της καταστράφηκαν από τους Σκωτσέζους (1584) και αυτό είναι απόδειξη της ενοχής της Μαρίας. Ο Ουίϊρ το δικαιολογεί στο ότι οι άρχοντες χρειάστηκαν χρόνο να τα κατασκευάσουν. Μερικοί σύγχρονοι της Μαρίας, ανάμεσά τους και ο κόμης του Νόρφολκ τονίζουν με βεβαιότητα ότι ήταν γνήσια τα γράμματα, ακούστηκε ότι ο Νόρφολκ συνωμοτούσε κρυφά να παντρευτεί τη Μαρία.

Η βασίλισσα Ελισάβετ που γνώριζε τις φήμες το απέκλεισε από τον κόμη του Νόρφολκ με τη φράση “μην είσαι τόσο σίγουρος ότι θα παντρευτείς αυτή που θέλεις”. Η πλειονότητα των απεσταλμένων ύστερα από μελέτη σχετικά με τον γραφικό χαρακτήρα της Μαρίας δέχτηκε τα γράμματα σαν γνήσια. Η Ελισάβετ όπως είχε σκοπό αποφάσισε ότι γράμματα δεν απέδειξαν τίποτα για την ενοχή ή την αθωότητα της Μαρίας και επιφυλάχτηκε για τη στάση της. Η Ελισάβετ δεν είχε σκοπό από την αρχή ούτε να καταδικάσει ούτε να αθωώσει τη Μαρία, η στάση της με τον διορισμό της δικαστικής επιτροπής δείχνει μονάχα προσωπικούς πολιτικούς ελιγμούς, στη Σκωτία παρέμεινε μια κυβέρνηση Προτεσταντών και η Μαρία έμεινε αιχμάλωτη στην Αγγλία. Η Φρέιζερ αναφέρει ότι η δίκη αυτή ήταν ένα από τα μεγαλύτερα δικαστικά αινίγματα στην ιστορία της Αγγλίας.

 

Αιχμαλωσία

 

Η Μαρία μετακινήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1569 στο κάστρο του Τούτμπουρι και μπήκε στη συνοδεία του κόμη του Σρούσμπερυ και της συζύγου του Μπες του Χάρντγουικ. Η Ελισάβετ θεωρούσε τα σχέδια της Μαρίας για τον θρόνο σοβαρή απειλή γι’ αυτό την περιόρισε στα εδάφη του Σρούσμπερυ ανάμεσα στα οποία βρισκόταν το Τούμπουρι, το κάστρο του Σέφιλντ, η βίλα του Γουίνγκφιλντ και ο οίκος του Τσάτσγουορθ, όλες οι περιοχές ήταν μεταξύ Σκωτίας – Αγγλίας και μακριά από τη θάλασσα. Η Μαρία μπορούσε να έχει το προσωπικό της νοικοκυριό που ήταν λιγότεροι από 16 ευγενείς και περίπου τριάντα άμαξες για να μπορεί να μετακινήσει τις προμήθειές της. Οι θάλαμοι ήταν διακοσμημένοι με ταπεσερί, χαλιά και εκτυπώσεις με τη γαλλική φράση “εκεί που τελειώνω αρχίζω”. Τα κρεβατοσκεπάσματα της άλλαζαν καθημερινά και οι μάγειροί της πρόσφεραν καθημερινά μια ποικιλία από 32 δίσκους σε ασημένια πιάτα. Μπορούσε περιστασιακά να αποκτήσει την ελευθερία της και πέρασε πολλά καλοκαίρια στο Μπάξτον, ασχολήθηκε μεγάλο μέρος του χρόνου της με κεντήματα.  Η υγεία της άρχισε σταδιακά να παθαίνει κρίση λόγω της ακινησίας, υπέφερε από ρευματισμούς που της έφεραν μερική παράλυση.

Τον Μάιο του 1569 η Ελισάβετ έκανε πρόταση στη Μαρία να την αποκαταστήσει, σε αντάλλαγμα έπρεπε να ασπαστεί την Προτεσταντική θρησκεία. Ένα συμβούλιο που συνεκλήθη αμέσως μετά στο Περθ απέρριψε την πρόταση με συντριπτική πλειοψηφία. Ο κόμης του Νόρφολκ συνέχισε τις προσπάθειες να παντρευτεί τη Μαρία και η Ελισάβετ τον φυλάκισε στον Πύργο του Λονδίνου ανάμεσα στον Οκτώβριο του 1569 και τον Αύγουστο του 1570. Στις αρχές της επόμενης χρονιάς ο Μόρεϊ δολοφονήθηκε σε μια εξέγερση στα βόρεια της Αγγλίας από Καθολικούς κόμητες, η εξέγερση έπεισε την Ελισάβετ ότι η Μαρία αποτελούσε μεγάλο κίνδυνο. Τα αγγλικά στρατεύματα έκαναν επέμβαση στη Σκωτία εναντίον των Καθολικών δυνάμεων της Μαρίας. Οι γραμματείς της Ελισάβετ, Φράνσις Ουάλσινγκχαμ και Γουίλιαμ Σεσίλ, πήραν εντολές από την βασίλισσα να παρακολουθούν στενά τη Μαρία.

 

Συνωμοσία εναντίον της Ελισάβετ

 

Ο Ουάλσινγκχαμ και ο Σεσίλ ανακάλυψαν τη “Συνωμοσία του Ρίντολφι”, σχέδιο ανατροπής της Ελισάβετ, με τη βοήθεια ισπανικών στρατευμάτων και του δούκα του Νόρφολκ, οι στασιαστές είχαν στόχο να ανεβάσουν στον θρόνο της Σκωτίας τη Μαρία. Ο Νόρφολκ εκτελέστηκε και το Αγγλικό Κοινοβούλιο απέκλεισε τη Μαρία από όλα τα κληρονομικά της δικαιώματα στον θρόνο της Αγγλίας. Η Μαρία δυσφημήστηκε ακόμα περισσότερο όταν δημοσιοποιήθηκαν στο Λονδίνο οι επιστολές της κασετίνας. Οι δολοπλοκίες συνεχίστηκαν, ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ πρότεινε στη Μαρία το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1570 να την παντρέψει με τον Δον Χουάν της Αυστρίας, κυβερνήτη των Κάτω Χωρών και ετεροθαλή αδελφό του Φιλίππου Β΄ της Ισπανίας και να επιτεθούν στην Αγγλία με βοήθεια από τις Ισπανικές Κάτω Χώρες. Μετά την “Εξέγερση του Θροσμόρτον” (1583) ο Ουάλσινγκχαμ εισήγαγε την “Πράξη της Σωτηρίας της βασίλισσας”, σύμφωνα με την οποία οποιοσδήποτε ύποπτος για συνωμοσία εναντίον της βασίλισσας θα εκτελείται.

Η Μαρία πρότεινε στον γιο της Ιάκωβο τη “Συσχέτιση” (1584), σύμφωνα με την οποία θα έμενε στην Αγγλία, θα παραιτείτο από όλες τις διεκδικήσεις της στο αγγλικό στέμμα, θα ενωνόταν και η ίδια εναντίον της Γαλλίας και θα συμφωνούσε τον γάμο του Ιακώβου με την έγκριση της Ελισάβετ. Το μοναδικό αντάλλαγμα που ζητούσε ήταν να βελτιωθούν οι συνθήκες αιχμαλωσίας του, ο Ιάκωβος απέρριψε την πρόταση και συμμάχησε με την Ελισάβετ εγκαταλείποντας τη μητέρα του. Η Ελισάβετ απέρριψε επίσης τη “Συσχέτιση”‘ επειδή, όπως δήλωσε, δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη στη Μαρία να κρατήσει τον λόγο της. Τον Φεβρουάριο του 1585 ο Ουίλιαμ Πάρι συνωμότησε να δολοφονήσει την Ελισάβετ χωρίς να το ξέρει η Μαρία, στη συνωμοσία είχε εμπλακεί ο αντιβασιλιάς Τόμας Μόργκαν. Η Μαρία τοποθετήθηκε τον Απρίλιο στη συνοδεία του Σερ Αμίας Παολατ και τα Χριστούγεννα μετακινήθηκε στην ασφαλή βίλα του Τσάρτλεϊ.

 

Θάνατος – Καταδίκη

 

Μετά την εμπλοκή της στη “Συνωμοσία του Μπαμπίνγκτον”, η Μαρία συνελήφθη στις 11 Αυγούστου 1586 ενώ έκανε ιππασία στο Τιξάλ. Ο Ουάλσινγκχαμ την εξαπάτησε και της ζήτησε να πάρει τα γράμματα και να τα καταστρέψει, η Μαρία τα έδωσε από αφέλεια νομίζοντας ότι δεν μπορεί να τα διαβάσει, ο Ουάλσινγκχαμ κατάφερε να τα αποκρυπτογραφήσει και να δει ότι σχεδίαζε με συνεργάτες να δολοφονήσουν την Ελισάβετ.

Μεταφέρθηκε με τετραήμερο ταξίδι στο κάστρο του Φοθερίνγκο στις 25 Σεπτεμβρίου και τον Οκτώβριο δικάστηκε για εσχάτη προδοσία σύμφωνα με την “Πράξη της Σωτηρίας της βασίλισσας” σε ένα συμβούλιο από 36 ευγενείς, ανάμεσα στους οποίους ο Σεσίλ, ο Σρούσμπερυ και ο Ουάλσινγκχαμ. Η Μαρία αρνήθηκε κατηγορηματικά όλες τις κατηγορίες και είπε: “Κοιτάξτε τον κόσμο γύρω σας, είναι πολύ ευρύτερος από τα στενά όρια του βασιλείου της Αγγλίας”. Απορρίφθηκε το αίτημά της να καθυστερήσει η δίκη για να φέρει αθωωτικά στοιχεία και δεν της επέτρεψαν να έχει συνήγορο επειδή δεν ήταν Αγγλίδα υπήκοος, καταδικάστηκε σε θάνατο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Η καταδίκη της Μαρίας έγινε με έναν μόνο επίτροπο τον λόρδο Ζουτσ.

Η Ελισάβετ δίστασε αρχικά να υπογράψει την καταδίκη, όπως δήλωσε ο φόνος μιας βασίλισσας ήταν πολύ βαρύ πράγμα και φοβήθηκε μήπως ο γιος της συμμαχήσει με τον Γάλλους Καθολικούς εναντίον της Αγγλίας. Η Ελισάβετ ζήτησε από τον Πάολατ να τη θανατώσει με κάποιο παράνομο τρόπο χωρίς να φανεί ότι υπέγραψε η ίδια αλλά εκείνος της απάντησε “δεν μπορώ να κηλιδώσω τη φτωχή μου καριέρα με μια τόσο ατιμωτική πράξη”. Η Ελισάβετ αναγκάστηκε να υπογράψει τη θανατική καταδίκη της Μαρίας την 1η Φεβρουαρίου 1587 και ανέθεσε στον Καγκελάριο Ουίλιαμ Ντέιβισον (1541 – 1608) να την εκτελέσει. Στις 3 Φεβρουαρίου 10 μέλη του βασιλικού συμβουλίου αποφάσισαν να εκτελέσουν την ποινή χωρίς να ενημερώσουν την Ελισάβετ.

 

Εκτέλεση

 

Το απόγευμα της 7ης Φεβρουαρίου 1587 η Μαρία ειδοποιήθηκε στο Φοθερινγκώ ότι θα εκτελεστεί το επόμενο πρωί. Τις τελευταίες ώρες της ζωής της προσευχήθηκε και έγραψε στον βασιλιά της Γαλλίας για την τελευταία της επιθυμία. Το ικρίωμα που στήθηκε στη μεγάλη αίθουσα είχε δύο πόδια ύψος και ήταν ντυμένο στα μαύρα, έφτανε τα 2 – 3 σκαλιά, ένα μαξιλάρι για να γονατίσει και τρία σκαμνιά για την ίδια και για τους κόμητες του Σρούσμπερυ και του Κεντ που θα παρακολουθούσαν την εκτέλεση. Οι εκτελεστές γονάτισαν μπροστά της και της ζήτησαν συγχώρεση, ήταν συνηθισμένο γεγονός τότε για τον εκτελεστή να ζητήσει τη συγχώρεση από τον άνθρωπο που θα θανατώσει, η Μαρία του απάντησε “σε συγχωρώ με όλη μου την καρδιά, ελπίζω ο θάνατος να είναι το τέλος των προβλημάτων μου”.

Οι υπηρέτριες Τζέιν Κένεντι και Ελισάβετ Καρλ και οι εκτελεστές βοήθησαν τη Μαρία να βγάλει τα εξωτερικά της ενδύματα αποκαλύπτοντας μια βελούδινη φούστα και ένα ζεύγος από μανίκια σε βυσσινί σκούρο που ήταν το χρώμα του μαρτυρίου για την Καθολική εκκλησία με μια μαύρη σατέν ποδιά με μαύρες τομές. Στη συνέχεια χαμογέλασε και είπε “ποτέ δεν είχα τέτοιους γαμπρούς, όπως ποτέ πριν δεν πέταξα τα ρούχα μου έτσι”. Δέθηκε από την Κένεντι με ένα ύφασμα κεντημένο σε χρυσό με το τρίχωμα μπροστά που τοποθέτησε το κεφάλι της, στη συνέχεια τέντωσε τα χέρια της μπροστά και είπε: “Στα χέρια σου Θεέ παραδίδω το πνεύμα μου”. Η Μαρία δεν αποκεφαλίστηκε με μία μόνο κίνηση: στο πρώτο χτύπημα ο δήμιος χτύπησε το πίσω μέρος της κεφαλής, στο δεύτερο χτύπημα τής έκοψε το λαιμό εκτός από ένα μικρό κομμάτι κρανίου που το έκοψε με το τσεκούρι. Ο δήμιος στη συνέχεια κράτησε το κεφάλι της Μαρίας και φώναξε “Ο Θεός σώζει τη βασίλισσα”, τότε το κεφάλι της Μαρίας έπεσε κάτω και αποκαλύφτηκε ότι τα μαλλιά της ήταν πολύ κοντά σκούρα γκρι και φορούσε περούκα. Ένα μικρό σκυλί που ανήκε στη βασίλισσα βγήκε μέσα από τις φούστες της, αν και ο μάρτυρας Μανουέλ Τόμασκον δεν το αναφέρει στην έκθεσή του. Τα αντικείμενα που φορούσε στην εκτέλεσή της ήταν αμφίβολης προέλευσης, κάηκαν όλα στην εστία της μεγάλης αίθουσας για να μη γίνουν αντικείμενα λαθρεμπορίας κειμηλίων.

 

Ταφή

 

Όταν η Ελισάβετ έμαθε τα νέα για την εκτέλεση της Μαρίας, εξοργίστηκε επειδή ο καρδινάλιος Ουίλιαμ Ντέιβισον δεν ακολούθησε τις οδηγίες της και το βασιλικό συμβούλιο αποφάσισε να ενεργήσει αυτόνομα χωρίς να την ενημερώσει. Η Ελισάβετ ήθελε να αποφύγει την προσωπική της συμμετοχή στον αποκεφαλισμό της Μαρίας αλλά η δυσπιστία της και οι κακές οδηγίες δεν της το επέτρεψαν. Ο Ντέιβισον συνελήφθη, φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου και απελευθερώθηκε 19 μήνες αργότερα με την παρέμβαση του Σεσίλ και του Ουάλσινγκχαμ.

Το αίτημα της Μαρίας να ταφεί στη Γαλλία δεν έγινε δεκτό από την Ελισάβετ. Το σώμα της βαλσαμώθηκε και τοποθετήθηκε σε ένα φέρετρο μέχρι να γίνει η ταφή της με Προτεστάντες ιερείς στα τέλη του Ιουλίου του 1587 στον Καθεδρικό ναό του Πίτερμπρο. Τα εντόσθια της αφαιρέθηκαν και τάφηκαν μυστικά στο κάστρο του Φοθέρινγκο. Το σώμα της εξήχθη (1612) όταν ο γιος της Ιάκωβος Α΄ διέταξε την εκταφή της στο αβαείο του Ουέστμινστερ σε ένα παρεκκλήσι δίπλα από τον τάφο της Ελισάβετ Α΄. Ο τάφος της ανοίχτηκε (1867) για να εντοπιστεί η ακριβή θέση ταφής του Ιακώβου Α΄, η σορός της βρέθηκε μαζί με αυτήν του Ερρίκου Ζ΄ και πολλών άλλων απογόνων της όπως της Ελισάβετ Στούαρτ, του πρίγκιπα Ρούπρεχτ του Παλατινάτου και των παιδιών της Άννας της Μεγάλης Βρετανίας.

 

Ιστορικές γνώμες

 

Οι εκτιμήσεις για την Μαρία τον 16ο αιώνα χωρίστηκαν ανάμεσα στους Προτεστάντες μεταρρυθμιστές όπως οι Τζωρτζ Μπιουκάναν και Τζον Νοξ οι οποίοι την κακοποίησαν ανελέητα και Καθολικοί απολογητές όπως ο Άνταμ Μπλάκυουντ (1539 – 1613) που προσευχήθηκαν στη μνήμη της και την ευλόγησαν. Μετά την άνοδο στον θρόνο του Ιακώβου Α΄, ο ιστορικός Ουίλιαμ Κάμντεν έγραψε μια μεγάλη βιογραφία της με βάση έγγραφα της εποχής της. Κατηγορεί το έργο του Μπιουκάναν σαν προσωπική εφεύρεση και τονίζει “την κακή τύχη της Μαρίας, όχι τον κακό χαρακτήρα της”.

Οι γνώμες διαφέρουν σε συγγραφείς τον 18ο αιώνα: οι Ουίλιαμ Ρόμπερτσον (1721 – 1793) και Ντέιβιντ Χιουμ την κατηγορούν για προδοσία και μοιχεία ενώ ο Ουίλιαμ Τίτλερ (1711 – 1792) υπερασπίζεται την αθωότητά της. Το τελευταίο μισό του 20ου αιώνα το έργο της Αντόνια Φρέιζερ (γεν. 1932) θεωρήθηκε πιο αντικειμενικό χωρίς τις “σκληρές και άδικες προσωπικές επιθέσεις των προηγούμενων”, στην ίδια μορφή ακολούθησαν και τα έργα των σύγχρονων συγγραφέων Γκόρντον Ντόναλντσον (1913 – 1993) και Ίαν Κόουαν. Η ιστορικός Τζέννυ Ουόρμαλντ (1942 – 2015) σημειώνει ότι η Μαρία ήταν μια τραγική μορφή που δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις συνθήκες της εποχής της ενώ παρουσιάζει την πρωτότυπη άποψη ότι η Μαρία έγινε πιόνι στα χέρια των σχισματικών ευγενών. Δεν υπάρχουν αποδείξεις για συμμετοχή της στον φόνο του λόρδου του Ντάρνλεϊ ούτε η συμμετοχή της σε συνωμοσία με τον Μπόθγουελ, οι κατηγορίες αυτές όπως και η βιογραφία του Μπιουκάναν θεωρήθηκαν “εντελώς φανταστικές”. Το θάρρος της Μαρίας και η στάση που έδειξε στην εκτέλεσή της τη μετέτρεψαν σε λαϊκή ηρωίδα και έγινε το ηρωικό θύμα σε πολλές τραγωδίες.

 

***

 

Elizabeth I, Rainbow Portrait

Η Ελισάβετ Α΄ (Elizabeth I, 7 Σεπτεμβρίου 1533 – 24 Μαρτίου 1603) ήταν βασίλισσα της Αγγλίας και της Ιρλανδίας από τις 17 Νοεμβρίου 1558 έως το θάνατό της. Η άτεκνη Ελισάβετ, μερικές φορές αποκαλούμενη και Παρθένος Βασίλισσα, ήταν η πέμπτη και τελευταία μονάρχης της δυναστείας των Τυδώρ (οι άλλοι μονάρχες της οικογένειας αυτής ήταν ο παππούς της Ερρίκος Ζ’, ο πατέρας της Ερρίκος Η’, ο ετεροθαλής αδελφός της Εδουάρδος ΣΤ’ και η ετεροθαλής αδελφή της Μαρία Α’). Βασίλεψε επί 45 έτη, κατά τη διάρκεια των οποίων η παγκόσμια ισχύς και επιρροή της Αγγλίας ενισχύθηκε σημαντικά. Στο εσωτερικό η βασιλεία της σημαδεύτηκε από έντονες θρησκευτικές ζυμώσεις.

 

Τα Πρώτα Χρόνια

 

Η Ελισάβετ ήταν το μόνο παιδί του Ερρίκου Η΄ και της Άννας Μπολέιν, η οποία δεν γέννησε αρσενικό διάδοχο και εκτελέστηκε σε λιγότερο από τρία χρόνια μετά τη γέννηση της Ελισάβετ.
Η Ελισάβετ ήταν το τρίτο παιδί του Ερρίκου Η΄ της Αγγλίας, από τη δεύτερη σύζυγό του, την Άννα Μπολέιν. Το ζεύγος παντρεύτηκε μυστικά κάποια στιγμή ανάμεσα στο χειμώνα του 1532 και τα τέλη του Ιανουαρίου του 1533. Η Ελισάβετ γεννήθηκε στο Παλάτι της Πλακεντίας στο Γκρίνουιτς, στις 7 Σεπτεμβρίου 1533. Έλαβε το όνομα των δύο γιαγιάδων της, της Ελισάβετ της Υόρκης και της Ελισάβετ Ηάουαρντ. Από τη γέννησή της αποτέλεσε την επίδοξη διάδοχο του θρόνου δεδομένου ότι η μεγαλύτερή της ετεροθαλής αδελφή της Μαρία έχασε το δικαίωμά της στον θρόνο ως νόμιμη κληρονόμος, όταν ο Ερρίκος ακύρωσε το γάμο του με τη μητέρα της, την Ισπανίδα πριγκίπισσα Αικατερίνη της Αραγωνίας. Παρόλο που οι φήμες ήθελαν τη Μαρία να αντιπαθεί τη μικρότερη αδελφή της, στην πραγματικότητα ήταν αγαπημένες μεταξύ τους. Ωστόσο, η σχέση τους δοκιμάστηκε, όταν τοποθετήθηκαν σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα, τόσο στον πολιτικό όσο και στο θρησκευτικό τομέα.

Ο Ερρίκος είχε ανάγκη από έναν νόμιμο διάδοχο για να συνεχιστεί η διαδοχή των Τυδώρ. Διέθετε ήδη έναν μη νόμιμο γιο, τον Ερρίκο Φίτζροϋ, Α΄ Δούκα του Ρίτσμοντ και του Σόμερσετ, από την Ελισάβετ Μπλαντ, αλλά το αγόρι, που έζησε το 1519 – 1536, δεν μπορούσε να ανέβει στο θρόνο, καθώς είχε γεννηθεί εκτός γάμου. Τη γέννηση της Ελισάβετ δεν ακολούθησε καμία γέννηση αγοριού. Αντίθετα, η Βασίλισσα Άννα είχε τουλάχιστον δύο αποβολές, την πρώτη το 1534 και τη δεύτερη στις αρχές του 1536. Η δεύτερη αποβολή ακολουθήθηκε σύντομα από την πτώση της βασίλισσας, η οποία συνελήφθη στις 2 Μαΐου 1536, φυλακίστηκε και εκτελέστηκε με αποκεφαλισμό στον Πύργο του Λονδίνου στις 19 Μαΐου 1536 με την κατηγορία της προδοσίας, της αιμομιξίας με το μικρότερο αδελφό της, Τζωρτζ Μπολέιν και της μαγείας. Οι ιστορικοί διαφωνούν πάνω στο λόγο που η Άννα εξέπεσε, αλλά είναι σε γενικές γραμμές αποδεκτό πως ήταν αθώα για τις συγκεκριμένες κατηγορίες για τις οποίες καταδικάστηκε και πως ο θάνατός της ενορχηστρώθηκε από τους πολιτικούς της αντιπάλους.

Η Ελισάβετ, που ήταν τριών ετών όταν εκτελέστηκε η μητέρα της, κηρύχθηκε μη νόμιμη και έχασε τον τίτλο της πριγκίπισσας. Έχασε επίσης τα χρήματα και τα δώρα που άφθονα της χάριζε η μητέρα της. Μετά το θάνατο της Άννας, την αποκαλούσαν πλέον Λαίδη Ελισάβετ και έζησε μακριά από τον πατέρα της, ενόσω αυτός παντρευόταν τις επόμενες συζύγους του. Το 1537, η τρίτη σύζυγος του Ερρίκου, η Τζέιν Σέιμουρ, του γέννησε έναν γιο, τον Πρίγκιπα Εδουάρδο, που ονομάστηκε διάδοχος με το σχετικό διάταγμα του 1543.

Η πρώτη παιδαγωγός της Ελισάβετ ήταν η Λαίδη Μαργαρίτα Μπράιαν, μια βαρόνη την οποία η Ελισάβετ αποκαλούσε Μάγκι. Σε ηλικία τεσσάρων ετών, η Ελισάβετ έλαβε δεύτερη παιδαγωγό, την Αικατερίνη Τσαμπερνόουνι (μετέπειτα Λαίδη Αικατερίνη Άσλεϊ), την οποία και αποκαλούσε Κατ. Εκείνη ανέπτυξε μια στενή σχέση με τη μικρή και παρέμεινε έμπιστή της και καλή της φίλη εφ’ όρου ζωής. Ο Μάθιου Πάρκερ, ο αγαπημένος ιερέας της μητέρας της, φρόντισε ιδιαίτερα για την Ελισάβετ, καθώς το καθήκον αυτό του είχε αναθέσει ανήσυχη η ίδια η Άννα πριν από το θάνατό της. Ο Πάρκερ αργότερα έγινε από την Ελισάβετ Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι. Ένας σύντροφος, στον οποίο αναφερόταν με στοργή σε όλη της τη ζωή, ήταν ο εξάδελφός της, ο Ιρλανδός Τόμας Μπάτλερ, μετέπειτα τρίτος Κόμης του Όρμοντ.

 

Νεανική ηλικία

 

Η Ελισάβετ ήταν πολυμήχανη, αποφασιστική και ιδιαίτερα έξυπνη. Αγαπούσε τη μάθηση για τη χαρά που της προσέφερε. Όπως η μητέρα και ο πατέρας της ήταν χαρισματική και της άρεσε να φλερτάρει. Επίσης κληρονόμησε τις κοφτερές τους γλώσσες και τον ευερέθιστο χαρακτήρα τους.

Ο Ερρίκος Η΄ πέθανε το 1547 και τον διαδέχτηκε ο Εδουάρδος ΣT΄. Η Αικατερίνη Παρ, η τελευταία σύζυγος του Ερρίκου, νυμφεύθηκε τον βαρόνο Τόμας Σέιμουρ, το θείο του Εδουάρδου, και πήρε την Ελισάβετ υπό την προστασία της. Εκεί, η Ελισάβετ μορφώθηκε υπό τον Ρότζερ Άσκαμ. Έμαθε να μιλά και να διαβάζει σε έξι γλώσσες: τη μητρική της, τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ιταλικά, τα ισπανικά, τα ελληνικά και τα λατινικά. Στην Ελισάβετ άρεσε πολύ να διαβάζει και περνούσε ώρες μελετώντας ελληνική και λατινική λογοτεχνία. Υπό την επιρροή της Αικατερίνης Παρ και του Άσκαμ, η Ελισάβετ μεγάλωσε ως Προτεστάντισσα.

Η Ελισάβετ δεν έζησε με τη μητριά της για μεγάλο διάστημα. Το Μάιο του 1548, εστάλη στο Τσέσχαντ, το σπίτι του σερ Άντονι Ντένι, από την εγκυμονούσα τότε Αικατερίνη, που ανησυχούσε για τη στενότητα των σχέσεων της Ελισάβετ με τον Τόμας Σέιμουρ, και τη συμπεριφορά και των δύο: ο Σέιμουρ, σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής φερόταν απρεπώς κάνοντας χοντροκομμένους αστεϊσμούς και χτυπώντας την Ελισάβετ στα οπίσθια. Οι φήμες ήθελαν τον Σέιμουρ να έχει αποπλανήσει τη νεαρή του προστατευόμενη, ή ακόμη πως σκεφτόταν να την παντρευτεί. Η Ελισάβετ δεν ξαναείδε τη μητριά της ποτέ πια, παρόλο που αντάλλασσαν εγκάρδια γράμματα μέχρι το θάνατο της δεύτερης. Η Αικατερίνη πέθανε από επιλόχειο πυρετό στις 5 Σεπτεμβρίου 1548. Η Ελισάβετ μετακόμισε τότε σε βασιλικό σπίτι στο Χάτφιλντ.

Η Ελισάβετ βρέθηκε ανακατεμένη με τα σχέδια του Τόμας Σέιμουρ να πάρει τον έλεγχο της Αγγλίας τον Μάρτιο του 1549. Όταν ο Τόμας συνελήφθη για απόπειρα πραξικοπήματος, υποστηρίχθηκε η άποψη πως έλαβε μέρος στα σχέδια αυτά και πως ενθάρρυνε τη φιλοδοξία του να την παντρευτεί. Η Ελισάβετ, ανακρίθηκε, δεν ομολόγησε τίποτα και δεν τιμωρήθηκε. Ο Σέιμουρ καταδικάστηκε και εκτελέστηκε το 1549.

Το 1553 ο Εδουάρδος πέθανε από φυματίωση σε ηλικία 15 ετών. Άφησε διαθήκη με την οποία προσπάθησε να ακυρώσει τις επιθυμίες του πατέρα του σχετικά με τη διαδοχή. Παραβλέποντας την Πράξη Διαδοχής του 1543, απέκλειε τη Μαρία και την Ελισάβετ από τη διαδοχή και ανακήρυσσε κληρονόμο του τη Λαίδη Τζέιν Γκρέι, εγγονή της Μαρίας, Δούκισσας του Σάφοκ (αδελφής του Ερρίκου Η΄). Η αλλαγή αυτή ήταν μέρους του σχεδίου του αντιβασιλέως, του Τζον Ντάντλεϊ, Α΄ δούκα του Νορθάμπερλαντ, που ήταν αποφασισμένος να διατηρήσει την εξουσία του και τις μεταρρυθμίσεις που είχε κάνει, και που αιφνιδιάστηκε από τον ξαφνικό θάνατο του Εδουάρδου. Με τη συγκατάθεση της οικογένειας της Τζέιν, των Γκρέι, ο Ντάντλεϊ πάντρεψε τη διάδοχο με το μικρότερο γιο του, τον Γκίλφορντ Ντάντλεϊ. Μετά το θάνατο του Εδουάρδου, η Λαίδη Τζέιν ανέβηκε στο θρόνο, μα δεν τον κράτησε περισσότερο εννέα μέρες. Στις 3 Αυγούστου 1553 η Μαρία μπήκε θριαμβευτικά στο Λονδίνο με την Ελισάβετ στο πλάι της.

Η Μαρία Τυδώρ, Βασίλισσα της Αγγλίας και αδελφή της πριγκίπισσας Ελισάβετ, τη φυλάκισε στον Πύργο του Λονδίνου με την κατηγορία της συνενοχής στα σχέδια του προδότη Τόμας Ουάιατ.
Η Μαρία Τυδώρ συμφώνησε γάμο με τον πρίγκιπα Φίλιππο της Ισπανίας (μετέπειτα Βασιλιά Φίλιππο τον Β΄), προσπαθώντας να ενισχύσει τον καθολικισμό στη Αγγλία. Η Επανάσταση του Γουάιατ το 1554 προσπάθησε να αποτρέψει την ένωση αυτή, και μετά την αποτυχία της, η Ελισάβετ φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου για την υποτιθέμενη συνενοχή της. Υπήρχε από κάποιους η απαίτηση να εκτελεστεί η Ελισάβετ, αλλά λίγοι Άγγλοι ήθελαν να θανατώσουν ένα μέλος της λαοφιλούς δυναστείας των Τυδώρ. Ο Στίβεν Γκάρντινερ ήθελε να διαγραφεί η Ελισάβετ από τη γραμμή διαδοχής, αλλά ούτε η Μαρία ούτε η Βουλή θα επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Μετά την παραμονή της στον Πύργο για δύο μήνες, η Ελισάβετ απελευθερώθηκε στην επέτειο εκτέλεσης της μητέρας της δεκαοχτώ χρόνια πριν. Τοποθετήθηκε σε περιορισμό κατ’ οίκον υπό την επίβλεψη του σερ Έρικ Μπέντινγκφιλντ.

Η Μαρία, ως Ρωμαιοκαθολική, υιοθέτησε σκληρή στάση απέναντι στους Προτεστάντες, τους οποίους και θεωρούσε αιρετικούς και απειλή για την εξουσία της. Για τις διώξεις που διέταξε έλαβε το προσωνύμιο «Bloody Mary» (Η αιμοσταγής Μαρία). Προέτρεψε την Ελισάβετ να προσχωρήσει στη Ρωμαιοκαθολική πίστη, αλλά η Ελισάβετ επέλεξε να μείνει πιστή στη συνείδηση και τις φιλοδοξίες της. Μέχρι το τέλος του έτους, όταν κυκλοφόρησε η λανθασμένη φήμη πως η Μαρία περίμενε παιδί, στην Ελισάβετ επετράπη να επιστρέψει στην Αυλή μετά από διαταγή του Φιλίππου. Φοβόταν μήπως η γυναίκα του πεθάνει στη γέννα, περίπτωση στην οποία προτιμούσε την Ελισάβετ, κάτω από την καθοδήγησή του, να διαδεχθεί το θρόνο, αντί για την επόμενη στενότερη συγγενή της Μαρίας και της Ελισάβετ, τη Μαρία Στούαρτ. Η Μαρία Στούαρτ είχε μεγαλώσει στη γαλλική Αυλή και ήταν αρραβωνιασμένη με το δελφίνο της Γαλλίας, τον μετέπειτα Φραγκίσκο Β΄. Παρόλο που η Μαρία Στούαρτ ήταν Καθολική όπως η Μαρία Τυδώρ, ο Φίλιππος δεν ήθελε να πάρει η Μαρία Στούαρτ το αγγλικό στέμμα, γιατί οι πολιτικές της θέσεις θα επηρεάζονταν έντονα από τη Γαλλία. Η Μαρία Τυδώρ πέθανε το Νοέμβριο του 1558, αφήνοντας την Ελισάβετ μόνη διάδοχο του αγγλικού θρόνου.

 

Οι Αρχές της Βασιλείας

 

Μετά το θάνατο της Μαρίας, υπήρξαν εκδηλώσεις χαράς στους δρόμους του Λονδίνου και το Νοέμβριο του 1558 ορίστηκε να ανεβεί η Ελισάβετ στο θρόνο. Ο θρύλος λέει πως καθόταν κάτω από μια βελανιδιά στο Χάτφιλντ και διάβαζε τη Βίβλο όταν έφτασαν σε αυτήν τα νέα –αν και αυτό είναι μάλλον απίθανο μιας και ήταν χειμώνας. Ένας υπηρέτης την πλησίασε και την αποκάλεσε «Μεγαλειοτάτη…». Τότε η Ελισάβετ ως απάντηση απήγγειλε ένα απόσπασμα από τον Ψαλμό 118: «Αυτό είναι πράξη του Θεού και είναι υπέροχο στα μάτια μας».
Κατά την ενθρόνισή της, έγινε δεκτή με χαρά από τους απλούς ανθρώπους, που έπαιξαν θεατρικά έργα και διάβασαν ποίηση που υμνούσε την ομορφιά και την εξυπνάδα της. Η στέψη της έλαβε χώρα στις 15 Ιανουαρίου 1559. Ήταν 25 ετών. Όταν οι σημαντικότεροι αρχιεπίσκοποι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην τελετή, επειδή η Ελισάβετ δεν ήταν νόμιμη τόσο σύμφωνα με το Κανονικό Δίκαιο όσο και σύμφωνα με τους κοσμικούς νόμους, ο σχετικά άγνωστος Όουεν Όγκλεθορπ, Επίσκοπος του Καρλάιλ την έστεψε. Η στέψη της Ελισάβετ ήταν η τελευταία στην οποία η Λειτουργία έγινε στα λατινικά. Όλες οι επόμενες, με εξαίρεση αυτή του Γεωργίου Α΄, έγιναν στα αγγλικά. Αργότερα έκανε τον ιερέα της μητέρας της, το Μάθιου Πάρκερ, Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι.

Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα κατά τις απαρχές της βασιλείας της Ελισάβετ ήταν η θρησκεία. Βασίστηκε αρχικά στον Σερ Ουίλιαμ Σέσιλ (τον οποίο αποκαλούσε «Πνεύμα») για συμβουλές. Ο Νόμος περί Ομοιομορφίας του 1559 (Act of Uniformity 1559), για τον οποίο έδωσε τη συγκατάθεσή της λίγο μετά την άνοδό της στο θρόνο, επέβαλε τη χρήση του Προτεσταντικού Βιβλίου των Κοινών Προσευχών (Book of Common Prayers) στις εκκλησιαστικές λειτουργίες. Οι επαφές με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είχαν αποκατασταθεί από τη Μαρία Α’, αλλά διακόπηκαν οριστικά από την Ελισάβετ. Η Βασίλισσα έλαβε τον τίτλο «Ανώτατος Κυβερνήτης της Εκκλησίας της Αγγλίας», αντί για το «Επικεφαλής», κυρίως γιατί πολλοί επίσκοποι αλλά και μέλη του λαού θεωρούσαν πως μια γυναίκα δεν μπορούσε να είναι η κεφαλή της Εκκλησίας.

Επιπροσθέτως, ο Νόμος περί Υπεροχής του 1559 (Act of Supremacy) όριζε να παίρνουν οι δημόσιοι αξιωματούχοι όρκο, αναγνωρίζοντας τον έλεγχο της Βασίλισσας πάνω στην Εκκλησία, αλλιώς θα έπρεπε να τιμωρηθούν. Πολλοί επίσκοποι αρνήθηκαν να συμμορφωθούν στη θρησκευτική πολιτική της Ελισάβετ. Αυτοί καθαιρέθηκαν και αντικαταστάθηκαν από άλλους που συμφωνούσαν με τη Βασίλισσα. Επίσης όρισε νέο Συμβούλιο (Privy Council), απομακρύνοντας πολλά από τα μέλη του που πίστευαν στον Καθολικισμό. Κάποιοι καθολικοί ευγενείς, όμως, μερίμνησαν για την κρυφή διδασκαλία των γιων τους από καθολικούς δασκάλους κατά τη διάρκεια των διώξεων της Καθολικής Εκκλησίας. Υπό την Ελισάβετ, ο κομματισμός και οι διαμάχες στην αυλή μειώθηκαν σημαντικά. Οι κύριοι σύμβουλοί της ήταν ο Σερ Ουίλιαμ Σέσιλ, ως Γραμματέας του Κράτους (Secretary of State) και ο Σερ Νίκολας Μπέικον, ως ο Λόρδος Σφραγιδοφύλακας (Lord Keeper of the Great Seal).

Αναφέρεται η λειτουργία κρυφών σχολείων για Καθολικούς κατά τη διάρκεια των διώξεων της Καθολικής Εκκλησίας από τους διαμαρτυρόμενους στη Βρετανία (Ελισαβετιανή Εποχή).

Η Ελισάβετ επικύρωσε τη Συνθήκη του Κατώ–Καμπρεζί (Cateau-Cambrésis) της 3ης Απριλίου 1559, εξασφαλίζοντας ειρήνη με τη Γαλλία. Υιοθέτησε την αρχή «η Αγγλία για τους Άγγλους». Η άλλη περιοχή υπό την κυριαρχία της, η Ιρλανδία, αντιμετωπίστηκε με διαφορετικό τρόπο. Τα αγγλικά έθιμα που επιβλήθηκαν στην Ιρλανδία δεν ήταν λαοφιλή, το ίδιο και η θρησκευτική πολιτική της.

Ο Ρόμπερτ Ντάντλεϊ, 1ος Κόμης του Λέστερ, ήταν αυτός με τον οποίο λεγόταν πως η Βασίλισσα ήταν βαθύτατα ερωτευμένη. Σύμφωνα με κάποιες ρομαντικές ιστορίες εκείνος ήταν ο λόγος που δεν παντρεύτηκε ποτέ κάποιον άλλον.
Λίγο καιρό μετά τη στέψη της, πολλοί περίμεναν ότι θα παντρευτεί η Ελισάβετ και το ερώτημα ήταν με ποιον. Ο λόγος που ποτέ δεν το έκανε παραμένει άγνωστος. Ίσως είχε υποστεί κλονισμό από τις σχέσεις της με τον Τόμας Σέιμουρ ή να ήξερε ότι ήταν στείρα. Τα κουτσομπολιά της εποχής την παρουσίαζαν να υποφέρει από κάποια παραμόρφωση που φοβόταν να αποκαλύψει, όπως σημάδια από ευλογιά. Υπήρχε επίσης η ιστορία πως θα παντρευόταν μόνον έναν άντρα, τον Ρόμπερτ Ντάντλεϊ, με τον οποίον λεγόταν πως ήταν βαθύτατα ερωτευμένη και τον οποίο είχε ονομάσει σταβλάρχη. Ωστόσο, μέχρι το 1560, ο Ντάντλεϊ ήταν παντρεμένος με την Έιμι Ρόμπσαρτ, η οποία πέθανε κάτω από ύποπτες συνθήκες. Μετά το θάνατό της, το Συμβούλιο της Ελισάβετ αρνήθηκε και να σκεφτεί την επικύρωση ενός γάμου ανάμεσα στη Βασίλισσα και τον Κόμη, εξαιτίας της ιστορίας της οικογένειάς του ( ο παππούς του ήταν διαβόητος υπουργός του Ερρίκου Ζ΄ και εκτελέστηκε υπό τον Ερρίκο Η΄, ενώ ο πατέρας του ήταν ο ακόμη πιο διαβόητος Λόρδος Προστάτης). Μερικοί πιστεύουν πως η Ελισάβετ αποφάσισε πως μιας και δεν μπορούσε να έχει τον Ντάντλεϊ, δεν θα παντρευόταν ποτέ.

 

Ανύπαντρη

 

Η πιο πιθανή αιτία, ωστόσο, ήταν μάλλον η επιφυλακτικότητά της Ελισάβετ να μοιραστεί την εξουσία με κάποιον άλλο, φοβούμενη πως ο γάμος με έναν ξένο θα προκαλούσε την ίδια έχθρα με εκείνη που προκάλεσε ο γάμος της Μαρίας με το Φίλιππο Β΄ της Ισπανίας. Επίσης, δεν διακινδύνευε να κάνει την Αγγλία όργανο της πολιτικής των ξένων, ούτε την πιθανότητα να τη βυθίσει σε νέους πολέμους σαν και αυτούς που προκάλεσε ο γάμος της Μαρίας. Ένας γάμος με κάποιον Άγγλο υψηλής κοινωνικής θέσης θα προκαλούσε εσωτερικές τριβές στην Αυλή. Με δεδομένη την αστάθεια της πολιτικής κατάστασης, η Ελισάβετ θα πρέπει να φοβόταν ένοπλη διαμάχη ανάμεσα στις φατρίες αν παντρευόταν κάποιον που δεν έχαιρε κοινής αποδοχής. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως ένας γάμος με τον οποιοδήποτε θα είχε μεγάλο κόστος για εκείνη, τόσο σε χρήμα όσο και σε ανεξαρτησία, καθώς όλα τα περιουσιακά στοιχεία που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα της θα της άνηκαν μέχρι να παντρευτεί. Εκείνες της μέρες, η Αγγλία δεν ήταν έτοιμη να δεχτεί την ιδέα μιας Queen Regnant, δηλαδή μιας βασίλισσας που η ίδια διοικεί κι όχι ο σύζυγός της, όπως ήταν η Μαρία και τώρα η ίδια η Ελισάβετ. Όντας ανύπαντρη έκανε ό,τι νόμιζε, λαμβάνοντας συμβουλές μόνο όταν το ζητούσε. Αν ενωνόταν με κάποιον με γάμο, θα ήταν αναμενόμενο να παραχωρήσει τις τύχες του κράτους στον άντρα της και να μη συμμετέχει ενεργά στις κρατικές υποθέσεις. Θα ήταν λοιπόν μια αποκρουστική προοπτική να δεχτεί γάμο με έναν από τους καθολικούς μονάρχες που περιτριγύριζαν την αυλή της.

Η Αγνότητα

Παρόλο που η Ελισάβετ είναι γνωστή ως η «Παρθένος Βασίλισσα» επειδή δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν είναι σίγουρο κατά πόσο ήταν κυριολεκτικά παρθένα. Ακόμη και για τους συγχρόνους της ήταν ένα κοινωνικό και σεξουαλικό αίνιγμα αποφεύγοντας τον γάμο, το σεξ και τη μητρότητα. Αν και ένας βασιλιάς ήταν αναμενόμενο να διατηρεί μια ερωμένη ή παλλακίδα, θα ήταν επικίνδυνο σε πολιτικό επίπεδο να συμπεριφερθεί μια γυναίκα με τον ίδιο τρόπο. Η σεξουαλικότητα του κυβερνώντος ήταν ένα σημαντικό θέμα για το έθνος, όπως ήταν και στην εποχή του πατέρα της –ωστόσο υπό ένα διαφορετικό πρίσμα.

Το να διατηρεί τη φήμη της παρθενίας της απέφερε πολλά πλεονεκτήματα στην Ελισάβετ. Επειδή μια σύζυγος την εποχή της Αναγέννησης αναμενόταν να αφήνεται στην εξουσία του συζύγου της, μια βασίλισσα διακινδύνευε της πολιτική της υπεροχή. Η συζυγική ζωή ίσως να προκαλούσε ανεπιθύμητες εντάσεις στην κρεβατοκάμαρα, στην πατρίδα και στο εξωτερικό, με τους γάμους της εξαδέλφης της, Μαρίας Στούαρτ, να αποτελούν τρανταχτό παράδειγμα.

Εν τούτοις, φήμες για διάφορους δεσμούς έρχονταν στην επιφάνεια, με περισσότερο γνωστό αυτόν με τον Ρόμπερτ Ντάντλεϊ. Αργότερα στη ζωή της ακούστηκε πως συνδέθηκε με τον προγονό του Ντάντλεϊ, τον Ρόμπερτ Ντέβερω, Κόμη του Έσσεξ.

 

Διαμάχες με τη Γαλλία και τη Σκωτία

 

Η Βασίλισσα βρήκε έναν επικίνδυνο αντίπαλο στο πρόσωπο της καθολικής της εξαδέλφης, της Μαρίας Στούαρτ, που ήταν σύζυγος του Γάλλου Βασιλιά Φραγκίσκου Β΄. Το 1559, η Μαρία αυτοανακηρύχτηκε Βασίλισσα της Αγγλίας με την υποστήριξη των Γάλλων. Στη Σκωτία, η μητέρα της, η Μαρία του Γκιζ, προσπάθησε να εξασφαλίσει τη γαλλική υποστήριξη προσφέροντας στρατεύματα ενάντια στους Άγγλους. Μια ομάδα Σκωτσέζων ευγενών που ήταν σύμμαχοι της Ελισάβετ απαλλάχτηκαν από τη Μαρία του Γκιζ και, υπό την πίεση των Άγγλων, οι αντιπρόσωποι της Μαρίας υπέγραψαν τη Συνθήκη του Εδιμβούργου, που προέβλεπε την απόσυρση των γαλλικών στρατευμάτων. Παρόλο που η Μαρία αρνήθηκε να επικυρώσει τη συνθήκη, είχε τελικά το αναμενόμενο αποτέλεσμα, και η γαλλική επιρροή μειώθηκε σε μεγάλο βαθμό στη Σκωτία.

Μετά το θάνατο του συζύγου της, Φραγκίσκου Β΄, η Μαρία Στούαρτ επέστρεψε στη Σκωτία. Στη Γαλλία, εν τω μεταξύ, διαμάχη ανάμεσα στους καθολικούς και τους Ουγενότους οδήγησε στο ξέσπασμα των Γαλλικών Θρησκευτικών Πολέμων. Η Ελισάβετ βοήθησε μυστικά τους Ουγενότους. Έκανε ειρήνη με τη Γαλλία το 1564, συμφωνώντας να μη διεκδικήσει πλέον την τελευταία αγγλική κτήση στην ηπειρωτική Γαλλία, το Καλαί, μετά την ήττα μιας αγγλικής εκστρατείας στη Χάβρη. Ωστόσο, δεν εγκατέλειψε τη διεκδίκηση του γαλλικού στέμματος, που συνεχιζόταν από την εποχή του Εδουάρδου Γ΄ κατά την περίοδο του Εκατονταετούς Πολέμου το 14ο αιώνα, και που δεν έλαβε τέλος μέχρι και τη βασιλεία του Γεωργίου Γ΄ το 18ο αιώνα (λίγα χρόνια μετά τη Γαλλική Επανάσταση).

Ο Θρησκευτικός Διακανονισμός του 1559

Ο Καθολικισμός επανήλθε υπό τη Μαρία Α΄, αλλά η Ελισάβετ ήταν Προτεστάντης στο δόγμα, και έτσι θέλησε να φτιάξει μια Προτεσταντική Εκκλησία. Η Βουλή συνεδρίασε το 1559 για να συζητήσει την πιθανότητα μεταρρύθμισης και για να δημιουργήσει μια νέα Εκκλησία. Το Διάταγμα της Μεταρρύθμισης περιελάμβανε απόψεις για τη Θεία Κοινωνία, στιγμάτιζε καταχρήσεις του Πάπα και διέταζε τους λειτουργούς να μη φορούν τα λευκά μακριά τους ενδύματα ή άλλα καθολικά ρούχα. Επέτρεπε στους λειτουργούς να παντρεύονται, απαγόρευσε τις εικόνες στις εκκλησίες και ανακήρυσσε την Ελισάβετ Κεφαλή της Εκκλησίας της Αγγλίας. Το διάταγμα συνάντησε μεγάλη αντίσταση στη Βουλή των Λόρδων, καθώς καθολικοί επίσκοποι ψήφισαν εναντίον του και ζήτησαν σημαντικές αλλαγές σε αυτό, ανάμεσα στις οποίες ήταν και η άρνηση αναγνώρισης της Ελισάβετ ως Κεφαλής της Εκκλησίας.

Η συνεδρίαση της Βουλής αναβλήθηκε επ’ αόριστον το Πάσχα, και όταν συνεχίστηκε, η κυβέρνηση κατέθεσε τα δύο νέα διατάγματα στις δύο Βουλές – την Πράξη της Υπεροχής και την Πράξη της Ομοιομορφίας. Η πρώτη όριζε την Ελισάβετ Ανώτατο Κυβερνήτη της Εκκλησίας και όχι Κεφαλή της. Ήταν μια βολική παράφραση του όρου που έκανε την Ελισάβετ κεφαλή χωρίς αυτό να αναφέρεται επισήμως, πράγμα σημαντικό γιατί το 16ο αιώνα δεν ήταν αποδεκτό να ηγείται μια γυναίκα της Εκκλησίας.

Η Πράξη της Ομοιομορφίας ήταν περισσότερο μετριοπαθής από το αρχικό Διάταγμα της Μεταρρύθμισης. Είχαν αφαιρεθεί κάποιοι νόμοι κατά των καθολικών, καθώς και η αναφορά σε καταχρήσεις του Πάπα. Όταν λύθηκε η συνεδρίαση, η Ελισάβετ, μαζί με τον Ουίλιαμ Σέσιλ, πέρασαν αυτά που είναι γνωστά ως Βασιλικά Διατάγματα. Αυτές οι προσθήκες τόνισαν τη συνέχεια σε σχέση με το καθολικό παρελθόν. Οι λειτουργοί διατάχτηκαν να φορούν τα λευκά άμφια. Η όστια, και όχι πλέον το κανονικό ψωμί από το φούρνο, χρησιμοποιήθηκε ως άρτος στη Θεία Κοινωνία. Οι αλλαγές αυτές έγιναν προκειμένου να διευκολύνουν τη γενικότερη αποδοχή του Διακανονισμού.

Η Ελισάβετ, παρά τις όποιες πιέσεις, δεν άλλαξε το Θρησκευτικό Διακανονισμό και στην πραγματικότητα είναι αυτός ο διακανονισμός του 1559 που αποτελεί τη βάση της σημερινής Εκκλησίας της Αγγλίας.

 

Συνωμοσίες και Επαναστάσεις

 

Στα τέλη του 1562, η Ελισάβετ νόσησε από ευλογιά, αλλά θεραπεύτηκε. Το 1563, ανήσυχη για τη σχεδόν θανατηφόρα ασθένεια της Βασίλισσας, η Βουλή της ζήτησε να παντρευτεί ή να κατονομάσει ένα διάδοχο για να αποφευχθεί εμφύλιος πόλεμος μετά το θάνατό της. Αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε από αυτά και τον Απρίλιο διέλυσε τη Βουλή. Το σώμα δεν ανασυγκροτήθηκε μέχρι το 1566, οπότε και η Βασίλισσα χρειάστηκε τη συγκατάθεσή του για να μαζέψει φόρους. Η Βουλή των Κοινοτήτων απείλησε να μη δώσει χρήματα μέχρι να ορίσει η Βασίλισσα διάδοχο. Στις 19 Οκτωβρίου 1566, ο Σερ Ρόμπερτ Μπελ πίεσε τη Βασίλισσα να απαντήσει παρά τη διαταγή της να πάψει.

Διαφορετικές γραμμές διαδοχής συζητήθηκαν κατά τη βασιλεία της Ελισάβετ. Μια πιθανή απάντηση ήταν αυτή της Μαργαρίτας Τυδώρ, της αδελφής του Ερρίκου Η΄, που οδηγούσε στη Μαρία Στούαρτ, Βασίλισσα των Σκωτσέζων. Η εναλλακτική επιλογή καταγόταν από τη μικρότερη αδελφή του Ερρίκου, Μαρία Τυδώρ, Δούκισσα του Σάφοκ. Ο διάδοχος από αυτή τη γραμμή θα μπορούσε να είναι η Λαίδη Αικατερίνη Γκρέι, αδελφή της Λαίδης Τζέιν Γκρέι. Ακόμη μια πιο μακρινή πιθανότητα ήταν αυτή του Ερρίκου Χάστινγκς, 3ου Δούκα του Χάντιγκτον, που υποστήριζε πως καταγόταν από τον Εδουάρδο Γ΄, που βασίλεψε το 14ο αιώνα. Καθένας από τους πιθανούς διαδόχους είχε και τα μειονεκτήματά του: η Μαρία ήταν καθολική, η Αικατερίνη είχε παντρευτεί χωρίς τη συναίνεση της Βασίλισσας και ο Πουριτανός Λόρδος Χάντιγκτον δεν ήθελε να δεχτεί το θρόνο.

Η Μαρία είχε τα δικά της προβλήματα στη Σκωτία. Η Ελισάβετ της πρότεινε να παντρευτεί τον Προτεστάντη Ρόμπερτ Ντάντλεϊ, Α΄ Κόμη του Λέστερ, και τότε θα της αναγνώριζε το δικαίωμα να θεωρείται εξαδέλφη και διάδοχός της. Η Μαρία έκανε τις δικές της επιλογές και το 1565 παντρεύτηκε έναν καθολικό, που επίσης διεκδικούσε τον αγγλικό θρόνο, τον Ερρίκο Στούαρτ, Λόρδο Ντάρνλεϊ. Ο τελευταίος δολοφονήθηκε το 1567, αφού η σχέση του ζευγαριού είχε ψυχράνει. Ο Ντάρνλεϊ έπινε πολύ και είχε επικροτήσει το θάνατο του γραμματέα της Μαρίας, Ντέιβιντ Ρίτζιο, τον οποίο και υποψιαζόταν για εραστή της. Η Μαρία τότε παντρεύτηκε τον Τζέιμς Χέπμπορν, Δ΄ Κόμη του Μπόθγουελ, που θεωρείτο από πολλούς υπεύθυνος για το θάνατο του Ντάρνλεϊ. Οι Σκωτσέζοι ευγενείς εξεγέρθηκαν, φυλάκισαν τη Μαρία και την ανάγκασαν να παραιτηθεί υπέρ του γιου της που ήταν ακόμη νήπιο και που αργότερα έγινε ο Ιάκωβος ΣΤ΄ της Σκωτίας.

Το 1568, η τελευταία πιθανή διάδοχος του αγγλικού θρόνου, Αικατερίνη Γκρέι, πέθανε. Άφησε πίσω δύο γιους, που κρίθηκαν όμως μη νόμιμοι, εξαιτίας της απουσίας εν ζωή μαρτύρων του γάμου ή κάποιου κληρικού να υποστηρίξει πως τον τέλεσε. Διάδοχος αυτής ήταν η αδελφή της, η Λαίδη Μαρία Γκρέι, μια νάνος με δυσμορφία. Η Ελισάβετ ήταν αναγκασμένη για άλλη μια φορά να σκεφτεί έναν Σκωτσέζο διάδοχο από τη γραμμή της αδελφής του πατέρα της, Μαργαρίτας Τυδώρ. Η Μαρία όμως δεν ήταν πλέον δημοφιλής στη χώρα της και ήταν στη φυλακή. Αργότερα απέδρασε και διέφυγε στην Αγγλία, όπου αιχμαλωτίστηκε από τις αγγλικές δυνάμεις. Η Ελισάβετ ήταν αντιμέτωπη με ένα αίνιγμα. Το να τη στείλει πίσω στη Σκωτία ήταν πολύ σκληρό, ενώ με το να τη στείλει στη Γαλλία έβαζε ένα δυνατό πιόνι στα χέρια του Γάλλου βασιλιά. Το να την ανεβάσει με το ζόρι στο θρόνο της Σκωτίας μπορεί να έμοιαζε με ηρωική κίνηση, αλλά θα έφερνε μεγάλες διαμάχες με τους Σκωτσέζους, και να την κρατά περιορισμένη στην Αγγλία θα της επέτρεπε να συμμετέχει σε συνωμοσίες κατά της Βασίλισσας. Η Ελισάβετ διάλεξε την τελευταία επιλογή: η Μαρία έζησε υπό περιορισμό για δεκαοχτώ χρόνια, τα περισσότερα από τα οποία στο Κάστρο του Σέφιλντ.

Το 1569, η Ελισάβετ αντιμετώπισε μια σημαντική εξέγερση, γνωστή ως Επανάσταση στο Βορρά, συντονισμένη από τον Τόμας Χάουαρντ, Δ΄ Δούκα του Νόρφοκ, τον Τσαρλς Νέβιλ, ΣΤ΄ κόμη του Γουέστμορλαντ και τον Τόμας Πέρσι, Ζ΄ Κόμη του Νορθάμπερλαντ. Ο Πάπας Πίος Ε΄ βοήθησε την επανάσταση αυτή των καθολικών αφορίζοντας την Ελισάβετ και κηρύσσοντάς την έκπτωτη με παπική βούλα. Η βούλα αυτή, Regnans in Excelsis, εκδόθηκε το 1570, καταφθάνοντας αφού καταπνίγηκε η εξέγερση. Μετά την έκδοσή της όμως, η Ελισάβετ αποφάσισε να μη δείχνει πλέον άλλη ανοχή στα θρησκευτικά ζητήματα. Άρχισε διώξεις απέναντι στους θρησκευτικούς της αντιπάλους, δίνοντας την αφορμή για διάφορες συνωμοσίες κατά της παραμονής της στο θρόνο. Επέτρεψε επίσης στην Εκκλησία της Αγγλίας να στραφεί περισσότερο προς τον προτεσταντισμό, επιτρέποντάς της να περάσει τα καλβινιστικά 39 άρθρα το 1571 σαν διακήρυξη πίστης της Εκκλησίας της Αγγλίας.

Τότε η Ελισάβετ βρήκε έναν νέο εχθρό στο πρόσωπο του πρώην κουνιάδου της, Φιλίππου Β΄, Βασιλιά της Ισπανίας. Ύστερα από μια αιφνιδιαστική επίθεση του Φιλίππου εναντίον των Άγγλων Φράνσις Ντρέικ και Τζον Χώκινς το 1568, η Ελισάβετ ενέκρινε την κατάληψη ενός ισπανικού πλοίου που μετέφερε θησαυρούς το 1569. Ο Φίλιππος ήταν ήδη απασχολημένος στην καταπολέμηση μιας εξέγερσης στην Ισπανική Ολλανδία, και δεν ήταν σε θέση να ανοίξει πόλεμο με την Αγγλία.

Συμμετείχε σε κάποιες συνωμοσίες για την απομάκρυνση της Ελισάβετ, αλλά με κάποια επιφυλακτικότητα. Ο Δ΄ Δούκας του Νόρφολκ συμμετείχε επίσης στο πρώτο από αυτά τα σχέδια, τη Συνωμοσία Ριντόλφι του 1571. Όταν, προς μεγάλο σοκ της Ελισάβετ, η συνωμοσία ανακαλύφθηκε και απετράπη, ο Δούκας του Νόρφολκ εκτελέστηκε και η Μαρία έχασε και τις λίγες ελευθερίες που τις απέμειναν. Η Ισπανία, που ήταν φιλική προς την Αγγλία από τότε που ο Φίλιππος νυμφεύθηκε την προκάτοχο της Ελισάβετ, έπαψε να είναι πλέον και τόσο εγκάρδια.

Το 1571, ο Σερ Γουίλιαμ Σέσιλ έγινε Βαρόνος Μπέργκλεϊ. Ήταν ο υψηλότερος σύμβουλος της Βασίλισσας από τις πρώτες μέρες της θητείας της και έμεινε έτσι μέχρι και το θάνατό του το 1598. Το 1572, ο Μπέργκλεϊ ανέβηκε στην υψηλότατη θέση του λόρδου διοικητή του βασιλικού ταμείου (Lord High Treasurer). Τη θέση του ως Γραμματέα του Κράτους κατέλαβε ο αρχηγός του δικτύου κατασκόπων της Βασίλισσας, ο Σερ Φράνσις Γουόλσιγκχαμ.

Επίσης το 1572, η Ελισάβετ συμμάχησε με τη Γαλλία. Η Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου, οπότε και χιλιάδες Ουγενότοι θανατώθηκαν, έθεσε σε κίνδυνο τη συμμαχία αλλά δεν την έσπασε. Η Ελισάβετ ξεκίνησε μάλιστα διαπραγματεύσεις ώστε να παντρευτεί τον Ερρίκο, Δούκα του Ανζού (αργότερα Γάλλο Βασιλιά με το όνομα Ερρίκος Γ΄ και της Πολωνίας), και κατόπιν με το νεότερο αδελφό του Φραγκίσκο, Δούκα του Ανζού και του Αλανσόν. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του τελευταίου το 1581, λέγεται πως η Ελισάβετ έβγαλε από τα χέρια της ένα δαχτυλίδι και του το έδωσε. Ο Ισπανός πρέσβης αναφέρει πως πράγματι εκείνη ανακοίνωσε πως θα τον παντρευτεί. Ωστόσο, ο Ανζού, που όπως αναφέρεται ήταν στιγματισμένος από ουλές και καμπούρης, επέστρεψε στη Γαλλία και πέθανε το 1584 προτού παντρευτεί.

 

Διαμάχη με την Ισπανία και την Ιρλανδία

 

Το 1579, η 2η Επανάσταση του Ντέσμοντ ξεκίνησε στην Ιρλανδία με την άφιξη μιας εξωτερικής δύναμης σταλμένης από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄, αλλά το 1583 η επανάσταση καταπνίγηκε έπειτα από μια αιματηρή εκστρατεία, φτιαγμένη από φωτιά, σπαθί και πείνα, κατά τη διάρκεια της οποίας μεγάλο μέρος του πληθυσμού της τότε Κομητείας του Ντέσμοντ, το βορειοδυτικό κομμάτι της επαρχίας του Μύνστερ, έχασε τη ζωή του.

Επίσης το 1580, ο Φίλιππος Β΄ της Ισπανίας κατέκτησε την Πορτογαλία, και με τον πορτογαλικό θρόνο απέκτησε και τον έλεγχο των θαλασσών. Μετά τη δολοφονία του Δανού Γουλιέλμου Α΄, η Αγγλία πήρε ανοιχτά το μέρος των Ηνωμένων Επαρχιών της Ολλανδίας, που την εποχή εκείνη είχαν επαναστατήσει ενάντια στην κυριαρχία των Ισπανών. Ο Φίλιππος, που δεν είχε σύζυγο, έκανε πρόταση γάμου στην Ελισάβετ, εκείνη όμως αρνήθηκε. Αυτό, μαζί με τις οικονομικές διαμάχες των δύο χωρών και την πειρατεία των Άγγλων ενάντια στις ισπανικές αποικίες (που οδήγησε σε συμμαχία των Άγγλων με το ισλαμικό Μαρόκο), οδήγησε στο ξέσπασμα του Άγγλο – Ισπανικού Πολέμου το 1585. Τον επόμενο χρόνο, το 1586, ο Ισπανός πρέσβης εκδιώχθηκε από την Αγγλία εξαιτίας της συμμετοχής του σε συνωμοσίες κατά της Ελισάβετ. Φοβούμενη αυτές τις συνωμοσίες, η Βουλή πέρασε την Πράξη της Συνενοχής το 1584, σύμφωνα με την οποία όποιος είχε κάποια συμμετοχή σε σχέδια δολοφονίας του Μονάρχη θα αποκλειόταν από τη γραμμή διαδοχής. Εντούτοις, ένα νέο σχέδιο κατά της Ελισάβετ, η Συνωμοσία Μπάμπινγκτον, αποκαλύφθηκε από τον αρχηγό των κατασκόπων της Βασίλισσας, το Σερ Φράνσις Ουόλσινγκχαμ.

Η Μαρία, Βασίλισσα των Σκωτσέζων, παραπέμφθηκε σε δίκη για τη Συνωμοσία Μπάμπινγκτον μπροστά σε 40 ευγενείς, περιλαμβανομένων καθολικών, επικεφαλής των οποίων ήταν ο αρχιδικαστής της Αγγλίας, Σερ Τζον Πόπχαμ. Η Μαρία αρνήθηκε τις κατηγορίες και διαμαρτυρήθηκε πως της αρνήθηκαν την ευκαιρία να ξαναδεί τις αποδείξεις ή τα χαρτιά που αφαιρέθηκαν από αυτήν, πως της αρνήθηκαν την πρόσβαση σε νομικούς συμβούλους και πως δεν είχε ποτέ υπάρξει Αγγλίδα υπήκοος και κατά συνέπεια δεν μπορούσε να δικαστεί για προδοσία. Η Μαρία κρίθηκε ένοχη και αποκεφαλίστηκε στο Κάστρο Φόδερινγκεϋ, Νορθάμπτοντσαϊρ στις 8 Φεβρουαρίου 1587.

Στη διαθήκη της, η Μαρία άφησε στο Φίλιππο τις αξιώσεις της στον αγγλικό θρόνο. Κάτω από την πίεση της απειλής της πολιτικής της Ελισάβετ στην Ολλανδία και τον Ανατολικό Ατλαντικό, ο Φίλιππος έθεσε σε εφαρμογή τα σχέδιά του για εισβολή στην Αγγλία. Τον Απρίλιο του 1587, ο Σερ Φράνσις Ντρέικ έκαψε μέρος του ισπανικού στόλου στο Κάδιθ, καθυστερώντας τα σχέδια του Ισπανού Βασιλιά. Τον Ιούλιο του 1588, η Ισπανική Αρμάδα, ένας μεγαλόπρεπος στόλος 130 πλοίων που ήταν επανδρωμένα με πάνω από 30.000 ανθρώπους, απέπλευσε με αποστολή να μεταφέρει μια ισπανική δύναμη εισβολής υπό την ηγεσία του Δούκα της Πάρμα κατά μήκος της Μάγχης από την Ολλανδία. Η Ελισάβετ ξεκίνησε να συναντήσει τους άνδρες της φορώντας ελαφρά πανοπλία πάνω από το φόρεμά της και χωρίς καθόλου φρουρούς, μόνο κάποιους ακόλουθους. Παρά τα παράπονα για την ασφάλειά της, η Ελισάβετ απευθύνθηκε στα στρατεύματα με έναν αξιόλογο λόγο, γνωστό με το όνομα «Λόγος στα Στρατεύματα στο Τίλμπουρυ», κατά τη διάρκεια του οποίου είπε την περίφημη ρήση:

Γνωρίζω πως έχω το σώμα μιας αδύναμης γυναίκας, αλλά έχω την καρδιά και το στομάχι ενός Βασιλιά, και ενός Βασιλιά της Αγγλίας επίσης! Και θεωρώ βρομερά υποτιμητικό πως η Ισπανία, η Πάρμα ή οποιοσδήποτε άλλος πρίγκιπας της Ευρώπης τολμά να εισβάλει στα σύνορα του βασιλείου μου.

Οι προσπάθειες των Ισπανών εξουδετερώθηκαν από τον αγγλικό στόλο υπό το Λόρδο Αρχιναύαρχο Τσαρλς Χάουαρντ, Β΄ Βαρόνο Χάουαρντ του Έφιγχαμ, βοηθούμενο από τον άθλιο καιρό. Η Αρμάδα αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ισπανία, με τρομερές απώλειες στις Βόρειες και Δυτικές ακτές της Ιρλανδίας. Η νίκη αύξησε δραματικά τη δημοφιλία της Ελισάβετ, μα αποδείχτηκε όχι και τόσο καθοριστική, και μια φιλόδοξη αντεπίθεση ενάντια στην Ισπανία τον επόμενο χρόνο (Αγγλική Αρμάδα) αποδείχτηκε τέλεια αποτυχία. Ο πόλεμος συνεχίστηκε στην Ολλανδία, όπου οι ολλανδικές κτήσεις ζητούσαν την ανεξαρτησία τους από την Ισπανία. Η αγγλική κυβέρνηση επίσης ανακατεύτηκε στις διαμάχες στη Γαλλία, όπου το θρόνο διεκδικούσε ένας Προτεστάντης διάδοχος, ο Ερρίκος της Ναβάρρας (κατοπινός Ερρίκος Δ΄ της Γαλλίας). Η Ελισάβετ έστειλε 20.000 στρατιώτες και πάνω από 300.000 λίρες στον Ερρίκο, καθώς επίσης και 8.000 στρατιώτες και πάνω από 1.000.000 λίρες στους Ολλανδούς.

Οι Άγγλοι κουρσάροι συνέχισαν να χτυπούν ισπανικά πλοία που μετέφεραν θησαυρούς από την Αμερική. Ανάμεσα στους πιο διάσημους από αυτούς ήταν ο Σερ Τζων Χώκινς και ο Σερ Μάρτιν Φρόμπισερ. Το 1595 και 1596, μια καταστροφική εκστρατεία στην ηπειρωτική Ισπανία οδήγησε στο θάνατο των ηλικιωμένων Χώκινς και Ντρέικ. Επίσης το 1595, Ισπανοί στρατιώτες υπό την ηγεσία του Δον Κάρλος ντε Αμεσκίτα αποβιβάστηκαν στην Κορνουάλη όπου κατατρόπωσαν την αγγλική εθνοφρουρά και έκαψαν κάποια χωριά, αλλά αποσύρθηκαν όταν κατέφθασε μια ναυτική δύναμη υπό τον Σερ Γουόλτερ Ράλεϋ.

Το 1596, η Αγγλία αποσύρθηκε από τη Γαλλία, με τον Ερρίκο Δ΄ της Γαλλίας να κρατά σταθερά την εξουσία. Πήρε το θρόνο (συμφωνώντας να ασπαστεί τον καθολικισμό). Ταυτόχρονα οι Ισπανοί αποβίβασαν μια σημαντική δύναμη ανδρών στη Βρετάνη, που έδιωξε τις αγγλικές δυνάμεις που βρίσκονταν εκεί και άνοιξαν νέο μέτωπο στον πόλεμο, με μια επιπρόσθετη απειλή να διαπλεύσουν το κανάλι. Η Ελισάβετ έστειλε επιπλέον 2.000 στρατιώτες στη Γαλλία μετά την κατάκτηση του Καλαί από τους Ισπανούς. Έπειτα έδωσε τη συγκατάθεσή της για επίθεση στις Αζόρες το 1597, μα η προσπάθεια ήταν επίσης παταγωδώς αποτυχημένη. Νέες μάχες συνέχισαν μέχρι και το 1598, όταν η Γαλλία και η Ισπανία έκαναν επιτέλους ειρήνη. Ο Άγγλο-ισπανικός πόλεμος κρίθηκε ισόπαλος όταν ο Φίλιππος Β΄ της Ισπανίας πέθανε στα τέλη της ίδιας χρονιάς. Εν μέρει κυρίως λόγω του πολέμου, οι υπερατλαντικές προσπάθειες δημιουργίας αποικιών των Ράλεϋ και Γκίλμπερτ δεν απέδωσαν καρπούς, και ο αποικισμός των Άγγλων αναβλήθηκε, μέχρι που ο Ιάκωβος Α΄ διαπραγματεύτηκε ειρήνη με τη Συνθήκη του Λονδίνου.

 

Τα Τελευταία Χρόνια

 

Το 1598, ο κύριος σύμβουλος της Ελισάβετ, ο Λόρδος Μπέργκλεϋ, πέθανε. Η πολιτική του θέση κληροδοτήθηκε στο γιο του, Ρόμπερτ Σέσιλ, που είχε προηγουμένως γίνει Γραμματέας του Κράτους το 1590. Η Ελισάβετ δεν ήταν και πολύ δημοφιλής εξαιτίας της πρακτικής της να ορίζει βασιλικά μονοπώλια, την άρση των οποίων η Βουλή εξακολουθούσε να ζητά. Στον περίφημο Χρυσό Λόγο της στη Βουλή το Νοέμβριο του 1601, η 68χρονη μονάρχης υποσχέθηκε μεταρρυθμίσεις και σκεπτόμενη τη μακρά βασιλεία της, είπε:

Παρόλο που είχατε και ίσως έχετε στο μέλλον πολλούς πρίγκιπες ισχυρότερους και σοφότερους να κάθονται σε αυτή τη θέση, δεν είχατε και δεν θα ξαναέχετε κανέναν που θα είναι τόσο γεμάτος φροντίδα και αγάπη. Παρόλο που ο Θεός με ανέβασε ψηλά, ωστόσο με αυτό μετρώ τη δόξα του στέμματός μου – πως βασίλεψα με την αγάπη σας.

Σύντομα έπειτα από αυτό, δώδεκα μονοπώλια έλαβαν τέλος με βασιλική διαταγή. Αυτές οι αλλαγές, ωστόσο, ήταν απλά επιφανειακές. Η συγκέντρωση χρημάτων από τα μονοπώλια συνεχίστηκε.

Την ίδια εποχή που η Αγγλία μαχόταν ενάντια στην Ισπανία, αντιμετώπιζε επίσης επανάσταση στην Ιρλανδία, το γνωστό Εννεαετή Πόλεμο. Ο ανώτατος εκτελεστής της εξουσίας του Στέμματος στη Βόρεια Ιρλανδία, ο Χιου Ο’ Νηλ, Β΄ Κόμης του Τυρόν, ανακηρύχθηκε προδότης το 1595. Ζητώντας να αποφευχθεί νέος πόλεμος, η Ελισάβετ έκανε ανακωχή με τον Κόμη, μα αυτή την περίοδο η Ισπανία προσπάθησε δύο νέες εκστρατείες της αρμάδας στη Βόρεια Ευρώπη. Αυτές τελικά απέτυχαν, κυρίως λόγω κακών καιρικών συνθηκών. Το 1598, ο Ο’ Νηλ πρότεινε ανακωχή, ενώ λάμβανε βοήθεια από την Ισπανία υπό τη μορφή όπλων και εκπαίδευσης. Όταν η ανακωχή έλαβε τέλος, οι Άγγλοι έζησαν τη μεγαλύτερη ήττα τους στην Ιρλανδία στη Μάχη του Γέλοου Φορντ.

To 1559, ένας από τους επικεφαλής του ναυτικού, ο Ρόμπερτ Ντέβερω, Β΄ κόμης του Έσσεξ, πήγε στην Ιρλανδία με τον μεγαλύτερο στρατό που είχε σταλεί ποτέ στο νησί, σε μια προσπάθεια να ηττηθούν οι επαναστάτες. Το εκστρατευτικό σώμα του Έσσεξ σύντομα διαλύθηκε, και έπειτα από μια ιδιωτική συζήτηση με τον Ο’ Νηλ – κατά τη διάρκεια της οποίας ο τελευταίος στάθηκε καβάλα στο άλογό του στη μέση ενός ποταμού – έγινε προφανές πως η νίκη ήταν ανέφικτη. Το 1600, ο Έσσεξ επέστρεψε στην Αγγλία χωρίς την άδεια της Βασίλισσας, όπου και τιμωρήθηκε με την απώλεια όλων των αξιωμάτων του και μονοπωλίων στο εμπόριο, που αποτελούσαν το πρωταρχικό του εισόδημα.

Η διαδοχή του θρόνου ήταν η μεγαλύτερη πολιτική ανησυχία στην Αγγλία από τότε που η Μαρία Στούαρτ έφτασε στη Σκωτία τη δεκαετία του 1560, και μέχρι και το τέλος του αιώνα ένα ερώτημα βασάνιζε το μυαλό των συμβούλων της Ελισάβετ: ποιος θα ήταν ο επόμενος; Υπό αυτό το πρίσμα εξηγείται η συμπεριφορά του Έσσεξ. Το 1601, ηγήθηκε μιας επανάστασης ενάντια στη Βασίλισσα, μα δεν είχε υποστήριξη από το λαό, και ο πρώην αγαπημένος των μαζών εκτελέστηκε.

Ο Τσαρλς Μπλάουντ, 8ος βαρόνος του Μάουντζοϊ, ένας σχολαστικός άντρας που του άρεσε να τυλίγεται με κασκόλ, εστάλη στην Ιρλανδία στη θέση του Έσσεξ. Με ανελέητη αφοσίωση στο σκοπό του, προσπάθησε να αποκλείσει τους στρατιώτες του Ο’ Νηλ και να τους υποτάξει με όπλο την πείνα. Το 1601, οι Ισπανοί έστειλαν σε βοήθεια των Ιρλανδών 3.000 άνδρες, με τη δικαιολογία πως έκαναν αντίποινα στους Άγγλους, επειδή εκείνοι έστειλαν στρατό στους Ολλανδούς όταν είχαν επαναστατήσει ενάντια στην ισπανική κατοχή. Μετά μια εξαντλητική εκστρατεία το χειμώνα, ο Μάουντζοϊ νίκησε τις ισπανικές και ιρλανδικές δυνάμεις στη Μάχη του Κίνσεϊλ. Ο Ο’ Νηλ παραδόθηκε λίγες μέρες μετά το θάνατο της Ελισάβετ, αν και το γεγονός αποκρύφτηκε από εκείνον με μεγάλη δεξιοτεχνία και ειρωνεία από την πλευρά του Μάουντζοϊ.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών της, αναφέρεται πως η Βασίλισσα δήλωσε πως έστειλε «λύκους, και όχι βοσκούς να κυβερνήσουν την Ιρλανδία, επειδή δεν μου άφησαν τίποτα να κυβερνήσω παρά στάχτες και πτώματα». Ο διάδοχος της Ελισάβετ έδωσε στον Μάουντζοϊ τον τίτλο του Ανώτατου Διοικητή της Ιρλανδίας (Lord Lieutenant of Ireland), ένα αξίωμα που υπηρέτησε με μεγάλη ικανότητα και μετριοπάθεια μέχρι τον πρόωρο θάνατό του, το 1605.

 

Το τέλος της

 

Παρόλο που τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της βασιλείας της Ελισάβετ αμαυρώθηκαν από πολιτικές ατυχίες, φωτίστηκαν από την καλλιτεχνική λάμψη των Σίδνεϋ, Έντμουντ Σπένσερ, Κρίστοφερ Μάρλοου και Σαίξπηρ, από τις θαλάσσιες επιτυχίες των Ντρέικ και Χώκινς, και από την ίδρυση της πρώτης αγγλικής αποικίας στη Βιρτζίνια, που ονομάστηκε από αυτήν (στην αγγλική γλώσσα virgin = παρθένος). Η περίοδος αυτή ξεκίνησε από την απόκρουση της Ισπανικής Αρμάδας, που εξασφάλισε την κυριαρχία της Ελισάβετ ως Προτεστάντη ηγεμόνα. Τελείωσε με τη μελαγχολία της προχωρημένης ηλικίας και τον αυξανόμενο κυνισμό της Αυλής. Τις μέρες που είχε κατάθλιψη, ήταν ληθαργική και σιωπηλή, σε αντιδιαστολή με το ζωντανό χαρακτήρα της. Στεκόταν στητή, χωρίς ξεκούραση για δύο ημέρες, σιωπηλή, με το δάχτυλο στο στόμα σαν κουρασμένο παιδί. Ήταν σαν να ήξερε πως αν ξάπλωνε, δεν θα σηκωνόταν ξανά.

Στις 21 Μαρτίου 1603, ο Λόρδος Ναύαρχος τελικά έπεισε τη Βασίλισσα να πάει στο κρεβάτι. Αναγκάστηκαν να κόψουν το βασιλικό δαχτυλίδι της στέψης που είχε πλέον χωθεί βαθιά στο δάχτυλο. Δεν μπορούσε πια να μιλήσει. Ο Ρόμπερτ Σέσιλ αργότερα υποστήριξε πως εκείνη του έδειξε με νοήματα πως ο Ιάκωβος ΣΤ’ της Σκωτίας θα ήταν ο διάδοχός της. Στις 24 Μαρτίου, με τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι στα γόνατα πλάι στο κρεβάτι της, προσευχόμενο με τις γυναίκες της για την ψυχή της, πέθανε, ανάμεσα στις δύο και τρεις το ξημέρωμα. Ο γιατρός της αργότερα δήλωσε πως ήταν σαν να παρακολουθεί να πέφτει ένα γινωμένο μήλο από το δέντρο. Η Ελισάβετ κυβέρνησε την Αγγλία για πάνω από 44 χρόνια και κηδεύτηκε στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ. Ένας ιππέας ήδη ταξίδευε στη Σκωτία προς τον Ιάκωβο, μεταφέροντας το δαχτυλίδι της.

Η διαθήκη του Ερρίκου Η΄ όριζε πως την Ελισάβετ θα διαδέχονταν οι απόγονοι της μικρότερης αδελφής του Μαρίας Τυδώρ, Δούκισσας του Σάφοκ, και όχι οι Σκωτσέζοι απόγονοι της μεγαλύτερης αδελφής του, Μαργαρίτας Τυδώρ. Αν, ωστόσο διατηρούνταν οι κανόνες της διαδοχής από τον μεγαλύτερο, διάδοχος θα ήταν ο Ιάκωβος. Υπήρχαν επίσης και άλλοι διεκδικητές: ο Έντουαρτ Σέιμουρ, υποκόμης του Μποσάμπ (ο ημι-νόμιμος γιος της Λαίδης Αικατερίνης Γκρέι) και ο Γουίλιαμ Στάνλεϊ, 6ος κόμης του Ντέρμπι (θείος της Λαίδης Άννας Στάνλεϋ).

Υποστηρίζεται μερικές φορές πως η Ελισάβετ κατονόμασε το διάδοχό της στο νεκροκρέβατό της. Σύμφωνα με μια ιστορία, όταν ρωτήθηκε ποιον θα ονόμαζε διάδοχό της, απάντησε: «Ποιος άλλος θα μπορούσε να είναι παρά ο ξάδελφός μου στη Σκωτία;». Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία, είπε: «Ποιος παρά ένας Βασιλιάς μπορεί να διαδεχτεί μια Βασίλισσα;». Τελικά, ένας τρίτος μύθος υποστηρίζει πως έμεινε σιωπηλή μέχρι το θάνατό της. Δεν υπάρχει καμία απόδειξη που να επαληθεύει κάποια από αυτές τις εκδοχές. Όπως και να έχει, κανένας από τους εναλλακτικούς διαδόχους δεν προέβαλε το δικαίωμά του στη διαδοχή. Ο Ιάκωβος ΣΤ΄ ανακηρύχθηκε Βασιλιάς της Αγγλίας με το όνομα Ιάκωβος Α΄ λίγες ώρες μετά το θάνατο της Ελισάβετ στις 24 Μαρτίου 1603, σηματοδοτώντας τη λήξη της Δυναστείας των Τυδώρ και την έναρξη της Δυναστείας των Στούαρτ στο Βασίλειο της Αγγλίας.

 

Εμβλήματα

 

Η Βασίλισσα ονομάζεται σήμερα Βασίλισσα Ελισάβετ Α΄ μετά τη στέψη της Ελισάβετ Β΄ το 1952. Πριν από αυτή την εποχή ήταν απλά γνωστή ως Βασίλισσα Ελισάβετ.

Το έμβλημά της ήταν ίδιο με αυτό του Ερρίκου Δ΄: «Quarterly, Azure three fleurs-de-lys Or (για τη Γαλλία) and Gules three lions passant guardant in pale Or (για την Αγγλία)». Ενώ οι Τυδώρ χρησιμοποιούσαν ένα χρυσό λέοντα και ένα κόκκινο δράκο, εκείνη χρησιμοποιούσε ένα χρυσό λέοντα και ένα χρυσό δράκο. Είχε επίσης υιοθετήσει ένα από τα μότο της μητέρας της «Semper Eadem» (Πάντα η Ίδια), καθώς και το έμβλημά της, έναν αετό στην κορυφή ενός κορμού δέντρου.

 

Κληρονομιά

 

Η Ελισάβετ έγινε μία από τους δημοφιλέστερους μονάρχες στην αγγλική – βρετανική ιστορία. Κατέλαβε την έβδομη θέση στην ψηφοφορία για τους 100 σημαντικότερους Βρετανούς, που διεξήχθη από το British Broadcasting Corporation (BBC) το 2002, υψηλότερη από κάθε άλλο μονάρχη.

Ορισμένοι ιστορικοί, ωστόσο, βλέπουν τη βασιλεία της Ελισάβετ με αυστηρότερο μάτι. Παρόλο που η χώρα σημείωσε στρατιωτικές επιτυχίες, η Ελισάβετ δεν τα κατάφερε στον τομέα αυτό τόσο καλά όσο ο Ερρίκος Ε΄ για παράδειγμα. Επίσης δέχεται κριτική για τα προβλήματα στην Ιρλανδία.

Γενικότερα θεωρείται επιτυχημένη μονάρχης, καθώς βοήθησε στη σταθεροποίηση της χώρας ακόμη κι αν κληρονόμησε ένα τεράστιο εθνικό χρέος από την αδελφή της Μαρία. Υπό την εξουσία της η Αγγλία απέκρουσε την ισπανική εισβολή στα εδάφη της και παράλληλα απέτρεψε το ξέσπασμα ενός θρησκευτικού ή εμφυλίου πολέμου σε αγγλικό έδαφος. Για πολλά χρόνια μετά το θάνατό της η μέρα της στέψης της γιορταζόταν με εκδηλώσεις καύσης του Πάπα. Τα κατορθώματά της, όμως, ίσως να δέχτηκαν κάποια μεγαλοποίηση μετά το θάνατό της. Τα επόμενα χρόνια θεωρήθηκε πως ήταν η προστάτις του Προτεσταντισμού στην Ευρώπη, πράγμα που δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις.

 

Η Ελισάβετ στις Τέχνες

 

Πολλοί καλλιτέχνες εξύμνησαν την Ελισάβετ κατά τη διάρκεια της βασιλείας της και ωραιοποίησαν το πρόσωπό της στα πορτρέτα που φιλοτεχνήθηκαν όταν εκείνη βρισκόταν σε προχωρημένη ηλικία. Συχνά απεικονιζόταν με πλούσια και στυλιζαρισμένα φορέματα. Συχνά κρατά ένα κόσκινο, σύμβολο παρθενίας.

 

***

 

Ο συγγραφέας

 

Friedrich Schiller by Ludovike Simanowiz

 

Ο Φρίντριχ Σίλερ (Friedrich Schiller, Μάρμπαχ, 10 Νοεμβρίου 1759 – Βαϊμάρη, 9 Μαΐου 1805) ήταν Γερμανός θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και ιστορικός.

Γεννήθηκε στην πόλη Μάρμπαχ (Marbach) της Βάδης-Βυρτεμβέργης το 1759. Είναι ο πρώτος μεγάλος εκπρόσωπος του ρομαντικού κινήματος. Το πρώτο θεατρικό έργο, που έγραψε πολύ νέος, αποτελεί ορόσημο στην ιστορία του θεάτρου, αν και είχε ατέλειες, που παραδέχτηκε αργότερα κι ο ίδιος. Μετουσιώνοντας τον ενθουσιασμό των είκοσι χρόνων του, ο Σίλερ κατόρθωσε να δώσει στον κόσμο της εποχής του τα πρώτα μηνύματα του νέου κινήματος. Ο ρομαντισμός κήρυξε την αγάπη για τη δικαιοσύνη και την ελευθερία, για την τιμωρία των ενόχων, για τη ζωή, την ελπίδα, για το αύριο του ανθρώπου. Με το έργο του «Οι ληστές» προβάλλει ακριβώς αυτά τα ιδανικά. Ιδανικά πάλης του ανθρώπου ενάντια στην άδικη κοινωνία.

Το 1783-1787 γράφει δύο έργα: «Η συνωμοσία του Φιέσκο» και το «Ραδιουργία και έρως», έργα με τα οποία ο Σίλερ επιτίθεται στους αυλικούς, που με τις ραδιουργίες τους δημιουργούν την εγκληματική ζωή του κόσμου. Ο Σίλερ αρχίζει πια να διαγράφει με άνεση τους χαρακτήρες και η ανάλυσή του γίνεται βαθύτερη.

Έγραψε κι άλλα έργα με υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο, με αυστηρή τήρηση των ιδανικών του, όπως είναι τα «Ντον Κάρλος», «Μαρία Στούαρτ», «Γουλιέλμος Τέλλος». Στα έργα του ακόμα δείχνει μια εξαιρετική επιδεξιότητα στη σκηνική δομή. Είναι κάτοχος των δραματικών εξάρσεων. Μέσα σ’ αυτά ακούμε τα επίκαιρα μηνύματα και διδάγματα του Σαίξπηρ.

Η φιλία του Σίλερ με τον Γκαίτε είχε μεγάλη επίδραση πάνω του. Ο Γκαίτε στάθηκε γι’ αυτόν όχι μόνο ένας άριστος φίλος μα και ανεκτίμητος σύμβουλος, ένας ένθερμος σύντροφος, που τον ενθάρρυνε στις κρίσιμες στιγμές. Μαζί με τον Γκαίτε, το 1799, ήταν οι υπεύθυνοι των παραστάσεων του Αυλικού Θεάτρου της Βαϊμάρης.

Ο Σίλερ πέθανε το 1805. Τα έργα του μεταφράστηκαν και παίχτηκαν στην Ελλάδα από πολλά θέατρα.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -