24.7 C
Athens
Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Αιώνιο Πάθος. Ο Μάνος Χατζιδάκις γράφει μια κυριακάτικη μπαλάντα για τον θρυλικό Τζορτζ Μπεστ

Μια μπαλάντα
για τον Τζορτζ Μπεστ

Εκμηδενίστηκε η ορμή μου
Έγινε χιόνι το κορμί μου
Από μια εικόνα κρεμαστή
Χρωματιστή
Από ‘να ποδοσφαιριστή
Που σφυροκόπαε τη βροχή
Θεέ μου, με τι ψυχή
Γινόταν ο ίδιος πάθος
Εικόνα και βροχή
Μες στην τηλεοπτική μου
Συσκευή.

«Ο Μπεστ υπήρξεν ο…
υπήρξεν ο
καλύτερος!

Ο Μπεστ υπήρξεν ο…

υπήρξεν ο
καλύτερος!»

Έτσι θα τραγουδάνε τα παιδιά
Της Αλμερίας
Αλλά και της Αγγλίας
Της Αλβανίας, της Αρμενίας
Της Τασμανίας και της Δανίας
Σε μια εποχή μελλοντική.

«Ο Μπεστ υπήρξεν ο…»

Κι όσο για μένα
Έτσι καθώς θα ’μαι χωμένος
Στην πατρική μου γη
Οι απόγονοι
Θα ‘ρχονται κάθε Κυριακή
Να με ποτίζουν έρωτα
Ψωμάκι και βροχή
Κι όταν θα σουρουπώνει
Θα στέκουν μπρος μου προσοχή
(Οι απόγονοι)
Γιορτάζοντας το πάθος μου
Για μια φωτογραφία χρωματιστή
Γι’ αυτόν τον Γεώργιο Μπεστ
Τον ποδοσφαιριστή.

Λονδίνο 15 Ιουνίου 1969
Μια Κυριακή

***

Ο Τζορτζ Μπεστ (George Best, 22 Μαΐου 1946 – 25 Νοεμβρίου 2005) ήταν Βορειοϊρλανδός ποδοσφαιριστής. Γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1946 στο Μπέλφαστ. Υπήρξε σημαντικός ποδοσφαιριστής, που αγωνιζόταν ως πλάγιος επιθετικός και επιθετικός μέσος. Έγινε ευρέως γνωστός για τη σταδιοδρομία του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αλλά και τα σοβαρά προβλήματα αλκοολισμού που αντιμετώπιζε σε όλη την ενήλικη ζωή του και που τελικά τον οδήγησαν στον θάνατο.

Ήταν από τους αθλητές εκείνους που όταν εμφανίστηκαν στη σκηνή, ήταν ευλογημένοι, προικισμένοι με αστείρευτο και αξιοζήλευτο ταλέντο και κάθε «καλπασμός» τους στον αγωνιστικό χώρο έκοβε την ανάσα.

Ο Τζορτζ Μπεστ, την 25η Νοεμβρίου του 2005 άφησε την τελευταία του πνοή έχοντας ταλαιπωρηθεί αφάνταστα από θέματα υγείας, τα οποία προκλήθηκαν από το αλκοόλ και τις καταχρήσεις. Δεν είχε απωθημένα, δεν μετάνιωσε, έζησε στα άκρα και του άρεσε.

Όταν στην ηλικία των 15 ετών, τότε που τον ανακάλυψε ο σκάουτ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Μπομπ Μπίσοπ, αυτό που είχαν να μεταφέρουν στον Σερ Ματ Μπάσμπι ήταν ότι πρόκειται για ποδοσφαιρική ιδιοφυΐα, ίσως ακόμα κι έτσι ουδείς περίμενε να δει τόσα πράγματα από εκείνον το συνεσταλμένο έφηβο που είχε μονίμως σκυμμένο το κεφάλι και έδειχνε απίστευτη νοσταλγία για την πατρίδα του, τη Βόρεια Ιρλανδία.

Εκείνο το πιτσιρίκι, που το 1964, στα 17 του χρόνια είχε κατακτήσει το FA Youth Cup και έναν χρόνο αργότερα έπαιρνε το μετάλλιο του πρωταθλητή στην πρώτη κατηγορία της Αγγλίας, στην πρώτη επιτυχία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μετά την τραγωδία του Μονάχου, εξελίχθηκε σε έναν ροκ σταρ του ποδοσφαίρου που έφτασε στα άκρα.

Με τη νοοτροπία που άρχισε ν’ αντιμετωπίζει το παιχνίδι και με το ταλέντο του που δεν θα τον πρόδιδε ποτέ, τουλάχιστον στη θητεία του στους «κόκκινους διαβόλους», έκανε όσα πραγματικά… κατέβαζε το κεφάλι του και δεν είχε κανέναν φόβο για τίποτα απ’ όσα σκεφτόταν να πράξει. Βάζοντας ορισμένες φορές ως πρώτο κριτήριο το θεαματικό ποδόσφαιρο και τον ενθουσιασμό του κόσμου κι αργότερα την ουσία στο παιχνίδι, ακόμα κι έτσι, το έκανε με μοναδικό τρόπο.

«Σε ένα παιχνίδι απέναντι στην Ίπσουϊτς, είχα σκοράρει με απευθείας κόρνερ. Είχα κάνει πολλές προπονήσεις και πετύχαινα 9 στα 10. Την επόμενη μέρα διάβασα στις εφημερίδες ότι με χαρακτήριζαν απλά τυχερό. Έπειτα από δύο εβδομάδες παίξαμε ξανά στο Κύπελλο, κερδίσαμε ένα κόρνερ, προσπάθησα να κάνω το ίδιο και η μπάλα πήγε στην εξωτερική πλευρά του δοκαριού. Αν είχε πάει μέσα, θα ανέβαινα μέχρι και τις θέσεις των δημοσιογράφων, θα υποκλινόμουν και θα… αποχωρούσα»! Αυτά είναι λόγια του Μπεστ. Χρειάζεται κάτι άλλο για να καταλάβει κανείς το σκεπτικό του;

Βασικά ναι, χρειάζεται. Σε παιχνίδι της εθνικής ομάδας της Βορείου Ιρλανδίας απέναντι στην Ολλανδία, το 1976 και στο δρόμο προς το γήπεδο του Ρότερνταμ, δημοσιογράφος του Guardian καθόταν ακριβώς πίσω από τον… 5ο Beatle, τον ρώτησε αν ο Κρόιφ ήταν καλύτερος από εκείνον κι ο θρυλικός επιθετικός είχε απαντήσει:

«Μου κάνεις πλάκα έτσι; Θα σου πω τι θα κάνω… Θα κάνω “ποδιά” στον Κρόιφ με την πρώτη ευκαιρία». Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού με τους «οράνιε», τη βρήκε αυτή την ευκαιρία και μόλις έκανε το «τούνελ» στον Ολλανδό, σήκωσε ψηλά τη γροθιά του συνεχίζοντας παράλληλα το παιχνίδι και την κίνησή του. Το μήνυμα είχε εκληφθεί από ελάχιστους στις θέσεις των εκπροσώπων του Τύπου, αλλά ήταν σαφέστατο.

Το παλμαρέ του Τζορτζ Μπεστ παρέμεινε φτωχό, ενώ και με την εθνική ομάδα της πατρίδας του δεν αγωνίστηκε σε καμία μεγάλη διοργάνωση, συμπληρώνοντας μόνο 37 ματς. Με τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ κατέκτησε δύο πρωταθλήματα, ένα ευρωπαϊκό, αυτό του 1968 που απέκτησε τεράστια σημασία επιβεβαιώνοντας την αναγέννηση του συλλόγου μετά το αεροπορικό δυστύχημα, ενώ, σε ατομικό επίπεδο, είχε γίνει ο νεότερος ποδοσφαιριστής που κατέκτησε τη Χρυσή Μπάλα, τη χρονιά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος.

Το εσωστρεφές και ντροπαλό αγόρι είχε δώσει τη θέση του σ’ έναν άντρα που κυνηγούσε ποτό, γυναίκες και αυτοκίνητα. Η συνεχής παρουσία του σε νυχτερινά πάρτι, το ατελείωτο αλκοόλ, οι… κακές παρέες, οι γυναίκες στις οποίες είχε τρομερή πέραση ως ομορφόπαιδο που ήταν στην εποχή του και η αδυναμία να ξεφύγει από τον… κακό – όπως τουλάχιστον τον θεωρούσαν οι άλλοι – εαυτό του, έδωσαν κατηφορική πορεία στην καριέρα του.

Σε αντίθεση με τα δεδομένα που επικρατούσαν τη δεκαετία του ’60 στους μισθούς των ποδοσφαιριστών, ο Τζορτζ Μπεστ εξοικονομούσε πολλά περισσότερα από τον μέσο όρο. Λέγεται ότι λάμβανε χρήματα τα οποία για εκείνα τα χρόνια οι συνάδελφοί του ούτε που μπορούσαν να σκεφτούν. Οι σπόνσορες τον πλησίασαν αμέσως, οι όποιες διαφημίσεις προϊόντων της εποχής τού γέμιζαν τις τσέπες κι εκείνος ήξερε ακριβώς πώς να διαχειριστεί τα οικονομικά του. Ή μάλλον η λέξη «διαχείριση» δεν ενδείκνυται στην περίσταση. «Διέθεσα αρκετά χρήματα για αλκοόλ, γυναίκες και γρήγορα αυτοκίνητα… Τα υπόλοιπα χρήματα απλά τα σπατάλησα» είχε αναφέρει και από αυτό αντιλαμβάνεται κανείς πολλά.

Σε όλες του τις συνεντεύξεις μετά τις πρώτες επιτυχίες έβγαζε μια πολύ συμπαθητική φιγούρα, είχε αίσθηση του χιούμορ, έδειχνε όμως πως η ελπίδα για κάτι καλύτερο είχε χαθεί. Το αλκοόλ τον εξουσίαζε, τον κατέστρεψε, τον σκότωσε…

Σε ηλικία 59 ετών, στις 25 Νοεμβρίου του 2005, βύθισε στο πένθος τους Βρετανούς, αφού ο πιο ποιοτικός παίκτης της χώρας τους έχανε τη μάχη για τη ζωή σε ένα κρεβάτι στο «Cromwell Ηospital» του Λονδίνου.

Για εκείνον, του οποίου τη μορφή οι οπαδοί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αντικρίζουν κάθε φορά στο άγαλμα της… Αγίας Τριάδας, έξω από το Ολντ Τράφορντ, θα τραγουδούν πάντοτε το σύνθημα που προέκυψε από το τραγούδι του Norman Greenbaum το 1969 με τίτλο «Spirit in the Sky», με μια μικρή αλλαγή στους στίχους:

«Όταν πεθάνω και με βάλετε ν’ αναπαυθώ, θα πάω για ένα ποτό με τον Τζόρτζι Μπεστ…».

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -