«Εάν ο θάνατος, κύριέ μου, ήταν σαν ένα από εκείνα τα περίεργα, τα αηδιαστικά έντομα, που κάποιος απροσδόκητα ανακαλύπτει επάνω σας…
Περνάτε από το δρόμο και ξαφνικά σταματάτε ένα διαβάτη και προσεχτικά, με τα δύο δάχτυλα προτεταμένα του λέτε: «Συγνώμη, επιτρέπετε; Αξιότιμε κύριε, κουβαλάτε επάνω σας το θάνατο».
Και με τα δύο προτεταμένα σας δάχτυλα τον πιάνετε και τον πετάτε πέρα… Θα ήταν υπέροχο!
Ο θάνατος όμως δεν είναι σαν εκείνα τα αηδιαστικά έντομα. Πολλοί που κάνουν περίπατο αμέριμνοι και αδαείς μπορεί να τον κουβαλούν επάνω τους. Κανείς δεν τον βλέπει και όλοι σκέφτονται ήσυχοι και ήρεμοι τι θα κάνουν αύριο και μεθαύριο.
Τώρα εγώ, αγαπητέ κύριε, να… ελάτε εδώ… κάτω από αυτή τη λάμπα… ελάτε… θα σας δείξω κάτι… Κοιτάξτε, εδώ, κάτω από το μουστάκι… εδώ, βλέπετε τι ωραίο μελανό σπυρί; Ξέρετε πώς ονομάζεται;
Α, έχει ένα γλυκύτατο όνομα… πιο γλυκό και από την καραμέλα:
Επιθηλίωμα, ονομάζεται. Πείτε το, θα νιώσετε τη γλύκα που έχει: επιθηλίωμα…
Ο θάνατος – καταλαβαίνετε; – πέρασε. Μου έχωσε αυτό το λουλούδι στο στόμα και μου είπε: – «Κράτησέ το, αγαπητέ μου: θα ξαναπεράσω σε οχτώ ή δέκα μήνες!»
(παύση)
Τώρα πείτε μου εσείς, εάν μ’ αυτό το λουλούδι στο στόμα, μπορώ εγώ να μένω ήσυχος και ήρεμος στο σπίτι…
*
Στο σπίτι εγώ δεν μένω. Το έχω ανάγκη να στέκομαι έξω από τις βιτρίνες των καταστημάτων, εγώ, να θαυμάζω την δεξιοτεχνία των νέων που δουλεύουν εκεί.
*
Αυτές τις μέρες έχει κάτι ωραία βερίκοκα… Πώς τα τρώτε εσείς; Με τη φλούδα, έτσι δεν είναι; Τα ανοίγετε στη μέση, τα ζουλάτε με τα δύο δάχτυλα για ώρα… σαν να είναι δύο χυμώδη χείλη…
Α, τι γλύκα!
(γελά – παύση)
Τα χαιρετίσματά μου στην αξιότιμη σύζυγό σας και στις κόρες σας στην εξοχή.
(παύση)
Τις φαντάζομαι ντυμένες στα λευκά και στα γαλάζια, σ’ ένα όμορφο πράσινο λιβάδι, στη σκιά…
(παύση)
Κάντε μου μία χάρη αύριο, όταν θα φτάσετε. Φαντάζομαι ότι το χωριουδάκι θα απέχει λίγο από το σταθμό. Την αυγή μπορείτε να κάνετε το δρόμο με τα πόδια. Στην πρώτη τούφα από χόρτα που θα συναντήσετε στην άκρη του δρόμου, μετρήστε τα φύλλα για μένα. Όσα φύλλα θα μετρήσετε τόσες μέρες θα ζήσω ακόμη.
(παύση)
Διαλέξτε όμως μία μεγάλη τούφα, σας παρακαλώ.
(γελά κι έπειτα).
Καληνύχτα, αγαπητέ κύριε.
***
Απόσπασμα από το μονόπρακτο του Λουίτζι Πιραντέλο «Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα».
***
Ο Λουίτζι Πιραντέλο, γεννήθηκε στις 28 Ιουνίου 1867 στο Αγκριτζέντο. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 69 ετών στις 10 Δεκεμβρίου 1936, στη Ρώμη. Το 1934 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
***
Το παραπάνω κείμενο διάβασε ο σκηνοθέτης Δημήτρης Τάρλοου την Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019 στις 11 το πρωί, στην «Αίγλη» Ζαππείου, στην εκδήλωση της ΑΚΟΣ στο πλαίσιο της δράσης για το κίνημα Movember. Αυτό το παγκόσμιο κίνημα στόχο έχει να αναδείξει τη σημασία της ανδρικής πρόληψης. Κάθε Νοέμβριο, οι άνδρες σ’ όλη την υφήλιο αφήνουν μουστάκι, υπενθυμίζοντας στον εαυτό τους την υποχρέωση να δώσουν προτεραιότητα στην πρόληψη για τον καρκίνο του προστάτη και του πνεύμονα.