24.7 C
Athens
Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Λίνα Ζαρκαδούλα, ένας μικρός Οδυσσέας δίπλα μας

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

 

 

Ίσως κάποτε μπορέσω να κάνω έναν απολογισμό, και να καταλήξω από όσες παραστάσεις έχω δει πόσες ήταν οι σπάνιες και υπέροχες, οι μεστές νοήματος αυτές που αξίζουν να τις θυμάμαι για πάντα.

Και τότε θα πω πως το 2013 είδα τη «Βασιλική», σε σκηνοθεσία Λίνας Ζαρκαδούλα, με την Αθηνά Μαξίμου να την ενσαρκώνει. Είδα στη σκηνή μια γυναίκα μαρκαρισμένη, μια φόνισσα που γλύκαινε στα μάτια μου όσο η ώρα περνούσε όλο και περισσότερο, που θα μείνει στη μνήμη μου ολοζώντανη.

Σαν μια επιστολή που γράφεται επί σκηνής και ξαφνιάζει τον παραλήπτη της. Ύστερα από μια τόσο καλή παράσταση, όπως αυτή που μας πρόσφερε η εξαιρετική Λίνα Ζαρκαδούλα, νιώθω ελεύθερη, πλούσια και με ανυπόμονο ζήλο ψηλαφώ την τσάντα μου, να βρω το χιλιοταλαιπωρημένο σημειωματάριο, να γράψω, να καταθέσω, να εκπνεύσω τη συγκίνησή μου. Στη μετέπειτα συζήτησή μας η ταλαντούχα σκηνοθέτις μού μίλησε για την αλήθεια.

Πιθανόν γιατί ξέρει πως έχουμε το ίδιο πρόσωπο με τις αλήθειες μας. Μού μίλησε για την καλλιτεχνική δημιουργία. Πιθανόν γιατί ξέρει πως δημιουργώ σημαίνει ζω δύο φορές. Μου είπε για τη γνώση. Τη γνώση, που γνωρίζει πως μόνος σου την κατακτάς, ακόμα και μέσα από λάθη και αποτυχίες. Μου είπε για την εμπειρία. Την εμπειρία,  που γνωρίζει πως είναι ένας δρόμος τον οποίο πρέπει ούτως ή άλλως να δρασκελίσεις, είτε με επιτυχία είτε όχι. Ήρεμη, γνωστική, συγκινητική, με χαρούμενες εκπλήξεις, σεμνή αλλά με συνείδηση του έργου της, τρυφερή και αστεία, με τη φαντασία να ψιθυρίζει στ’ αυτιά της, η Λίνα είναι μια ευαίσθητη γυναίκα δημιουργός, ένα παιδί της τέχνης, ένας μικρός Οδυσσέας, που ταξιδεύει σε άγνωστα πελάγη και μοιράζεται τις γοητευτικές του περιπέτειες με τους θεατές.

 

Διαβάστε τη συνέντευξη.

Φωτογραφίες: cat is art

 

 

 

* Γεννήθηκα στην Αθήνα. Ο πατέρας μου κατάγεται από την Ευρυτανία και οι πρόγονοι της μητέρας μου είναι ποντιακής καταγωγής. Όταν τους έδιωξαν από εκεί, κατέληξαν από την πλευρά του παππού μου στη Δράμα και της γιαγιάς μου στην Καβάλα. Τα νηπιακά μου χρόνια τα πέρασα σ’ ένα ορεινό χωριό της Εύβοιας, το Κόμητο, όπου ήταν πρωτοδιορισμένοι ως δάσκαλοι οι γονείς μου. Επιστρέψαμε Αθήνα όταν ήμουν δυόμισι ετών και στα έξι μου φύγαμε πάλι λόγω απόσπασης των γονέων μου στο Βέλγιο. Σε μια μικρή γαλλόφωνη μεσαιωνική πόλη, τη Μονς, όπου παραμείναμε τέσσερα χρόνια κι έπειτα άλλον ένα χρόνο όπου μεταφερθήκαμε στις Βρυξέλλες.

Βαθιά χαραγμένη στη μνήμη μου είναι η πρώτη μέρα στο σχολείο όπου πέρα από τον βίαιο και παρά τη θέλησή μου αποχωρισμό μου από τη μητέρα μου με κατέλυσε ο φόβος για το άγνωστο περιβάλλον διότι πήγα σε γαλλικό σχολείο, δεν γνώριζα τη γλώσσα και ένιωσα «ξένη». Αυτό νομίζω μου όξυνε την παρατηρητικότητα και από τότε ενισχύθηκε μέσα μου η δύναμη της εικόνας έναντι της γλώσσας εν προκειμένω της γαλλικής που ήταν τότε για μένα ένα άγνωστο και σκοτεινό δάσος. Αυτό μου προκάλεσε έναν περίεργο διχασμό επειδή ήμουν πολύ μικρή για να το εκλογικεύσω, εννοώ ότι υπήρχε ήδη μια γλώσσα τα ελληνικά τα οποία όμως δεν μπορούσαν να μου φανούν χρήσιμα στην εκεί ζωή μου παρά μόνο στο σπίτι και σε κάποιες ελάχιστες κοινωνικές συναναστροφές με ομογενείς.

 

Όταν έμαθες τη γλώσσα;

 

* Όταν έμαθα τη γλώσσα και προσαρμόστηκα μου άρεσε πολύ, είχα δηλαδή ανέμελα κι ευτυχισμένα παιδικά χρόνια αλλά υπήρχε πάντα και μια νοσταλγία, μια χαρμολύπη. Θυμάμαι στα διαλείμματα αρκετά συχνά κοιτούσα τα αεροπλάνα στον ουρανό και σκεφτόμουνα ότι θα έρθουν η γιαγιά και ο παππούς να μας επισκεφτούν αλλά αυτό δεν συνέβαινε ποτέ, εμείς ερχόμασταν Ελλάδα τα καλοκαίρια. Έτσι το καλοκαίρι συμβόλιζε πέρα από καλοκαιρινές διακοπές, ήλιο, θάλασσα και σμίξιμο με την οικογένεια! Επιστρέψαμε στην Ελλάδα όταν ήμουν 12 ετών όπου αισθάνθηκα «ξένη» για δεύτερη φορά γιατί είχα μεγαλώσει σ’ ένα ολότελα διαφορετικό περιβάλλον και κουλτούρα κι έπρεπε εκ νέου να προσαρμοστώ.

 

Ποια ήταν η πρώτη επαφή σου με την τέχνη;

 

* Δεν θυμάμαι ακριβώς γιατί η μητέρα μου είχε την τάση να με πηγαίνει σε μουσεία, θέατρα από πολύ μικρή ηλικία παρ’ όλα αυτά από παιδί με γοήτευαν οι αρχαιολογικοί χώροι και επίσης θυμάμαι πολύ ζωντανά το σπίτι του Βαν Γκογκ, μου είχαν κάνει τρομερή εντύπωση οι πίνακές του, τα χρώματά του, οι πινελιές του!

 

Σε ποια ηλικία αποφάσισες να γίνεις σκηνοθέτις και γιατί;

 

 

 

 

* Το πρωτοείπα αυθόρμητα σε ηλικία οκτώ χρονών αφότου τελείωσε μια ταινία, το «Greystoke: The Legendof Tarzan», που με είχε πάει να δω η μητέρα μου. Μου είχε φανεί μαγικός αυτός ο κόσμος! Αρχικά ήθελα να γίνω σκηνοθέτις του σινεμά μετά μπήκε το θέατρο στη ζωή μου. Λόγω της νονάς μου Ελισάβετ Κωνσταντινίδου και του τότε συζύγου της Ταξιάρχη Χάνου παρακολουθούσα πολύ θέατρο. Παραστάσεις όπως του Λευτέρη Βογιατζή «Αντιγόνη», «Κατσούρμπος» και άλλες, π.χ. «Το μικρό δαχτυλάκι της Ολυμπιάδος», «Ο θρίαμβος του έρωτα» του Μαριβώ, «Πλούτος». Τώρα πιο συνειδητά το αποφάσισα όταν είδα στο θέατρο το «Κτήνος στο φεγγάρι» του Στάθη Λιβαθινού, «Τη νύχτα του τράγου» του Σωτήρη Χατζάκη και τη «Φρεναπάτη» πάλι του Στάθη Λιβαθινού και τότε είχα πει μάλιστα ότι θέλω να δουλέψω δίπλα του και πράγματι ήταν και ο πρώτος σκηνοθέτης στον οποίο εργάστηκα ως βοηθός στην τότε Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Και η τύχη τα έφερε έτσι που τρία χρόνια αργότερα υπήρξα βοηθός και του Σ. Χατζάκη πάλι στο Εθνικό με το έργο «Ματωμένος Γάμος».

 

Παρέχεται υψηλής ποιότητας θεατρική εκπαίδευση στην Ελλάδα, κατά τη γνώμη σου;

 

* Νομίζω πως ναι. Αν και η γνώμη μου είναι ότι όσο υψηλής ποιότητας εκπαίδευση κι αν σου παρέχεται, η γνώση είναι κάτι που μόνος σου την κατακτάς και επίσης δεν τελειώνει ποτέ, πρόκειται για ένα πιθάρι χωρίς πάτο! Καθώς επίσης ότι η εμπειρία που είναι εφάμιλλης αξίας με τη γνώση δεν μεταλαμπαδεύεται και είναι ένας δρόμος που πρέπει να δρασκελίσεις είτε με επιτυχία είτε όχι. Για να μην πω ότι συνήθως κατακτιέται μέσα από λάθη ή αποτυχίες!

 

Νιώθεις ότι εσείς οι καλλιτέχνες παλεύετε μοναχικά κόντρα στο ρεύμα;

 

* Ότι χρειάζεται απ’ τη φύση της η τέχνη μια «μόνωση» για να γεννηθεί μια ιδέα είναι αλήθεια, όντως ενέχει μια μοναχικότητα ο δρόμος του καλλιτέχνη, αλλά και ποιος δρόμος δεν είναι εν τέλει μοναχικός; Η κατάσταση στην Ευρώπη αλλά και παγκόσμια θα έλεγα έχει μεταβληθεί σε μια ζοφερή πραγματικότητα, όταν υπάρχουν σοβαρά προβλήματα καθημερινής επιβίωσης σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού είναι νομίζω μάλλον ρομαντικό να ισχυριστεί κανείς ότι εμείς οι καλλιτέχνες παλεύουμε κόντρα στο ρεύμα γιατί το ρεύμα κοντεύει να μας παρασύρει όλους…

 

Πώς καταλαβαίνει ο θεατής την αξία ενός έργου τέχνης;

 

* Αυτό είναι υποκειμενικό για τον καθένα… Ένα έργο τέχνης μπορεί να εισβάλει εντός μας με διάφορους τρόπους, μέσω της νόησης ή των αισθήσεων ή και συνδυαστικά… αν πάρω ως κριτήριο τον εαυτό μου θα έλεγα ότι αν συμβεί να με συνεπάρει ένα έργο τέχνης, αν δηλαδή αισθανθώ μέσα μου μια συγκίνηση, ένα ερωτηματικό να γεννιέται, κάτι να αναμοχλεύει το μυαλό μου ή την ψυχή μου, τότε η αξία του κατά τη γνώμη μου είναι μεγάλη εάν φύγω «ανέγγιχτη» τότε μπορεί να το χαρακτηρίσω ήσσονος σημασίας.

 

Σύμφωνα με τη σκηνοθετική σου άποψη, πώς δαμάζεται ένας ρόλος;

 

 

 

* Με το να είναι ένας ηθοποιός ανοιχτός, έτοιμος, διαθέσιμος, τολμηρός, πειθαρχημένος, συνεπής απέναντι στο έργο, στο ρόλο, στο σκηνοθέτη αλλά και σε όλους τους συντελεστές της παράστασης!

 

Το πιο δύσκολο θεατρικό έργο είναι και το πιο όμορφο, κατά κανόνα;

 

* Όχι απαραίτητα. Παρόλο που γενικά στη ζωή οι δυσκολίες σίγουρα μας ωθούν σε υπέρβαση εαυτού…

 

Τα πολιτικά συστήματα, κατά τη γνώμη σου, έχουν κάποια χρησιμότητα σήμερα;

 

* Δεν ξέρω αλήθεια τι να σας απαντήσω. …Όποια χρησιμότητα κι εάν είχαν αυτή τη στιγμή τα παρατηρούμε να καταρρέουν, νομίζω ότι είναι μια εποχή γενικότερης επανεφεύρεσης συστημάτων, θεσμών… η οποία δεν ξέρουμε και πού θα οδηγήσει.

 

Τι αποτελεί πρόκληση για σένα και τι σε φοβίζει;

 

* Το «δύσκολο» αποτελεί μια πρόκληση για μένα! Αρκεί να είναι κάτι που με γοητεύει και το θέλω πολύ, θα το παλέψω με Ιώβεια υπομονή και επιμονή, ο χρόνος δεν με απασχολεί, το μόνο που με αφορά η κατάκτηση.  Με φοβίζουν το «κακό» και οι ανίατες ασθένειες…

 

Πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου σε κάποιον που δεν σε γνωρίζει;

 

* Είμαι αγχώδης, συνεπής, παρορμητική, γενναιόδωρη, επίμονη, ανασφαλής, τρυφερή,   συχνά κυκλοθυμική, με χιούμορ και εξαίρετη ζαχαροπλάστης!

 

Γιατί επέλεξες να σκηνοθετήσεις τη “Βασιλική”; Τι είδες σ’ αυτό το έργο και τι σε οδήγησε να επιλέξεις την Αθηνά Μαξίμου για το ρόλο;

 

* Καταλήγω να πιστεύω ότι τελικά τα έργα μας διαλέγουν και όχι το αντίθετο! Μάλλον γιατί μίλησε κατευθείαν στην καρδιά μου. Με το που το τέλειωσα κατάλαβα ότι μόλις μου είχε αποκαλυφθεί μια πόρτα που ήθελα οπωσδήποτε να την ανοίξω χωρίς να μ’ ενδιαφέρει πού θα με βγάλει.
Την Αθηνά την είχα πρωτοδεί στην ταινία «Αυτή η νύχτα μένει» και μου είχε αρέσει τόσο η ταινία, όσο και η ερμηνεία της. Κάποια στιγμή είχαμε συνεργαστεί στο θέατρο «Τζένη Καρέζη» στην παράσταση «Μαύρο κουτί», είχα δει το πώς δουλεύει, μου άρεσε η πειθαρχία της, η συγκέντρωσή της, ο τρόπος που σκέφτεται, επίσης με κέρδισε και σαν άνθρωπος οπότε νομίζω πως όταν άρχισα να σκέφτομαι και ποια θα μπορούσε να ενσαρκώσει τη Βασιλική τη σκέφτηκα φυσικά, για να μην πω μεταφυσικά, πίστευα από το όσο τη γνώριζα πως είναι ένα κείμενο που θα της «μιλούσε» με τον τρόπο που μίλησε και σε μένα και δεν έπεσα έξω. Μάλιστα την είχα πιέσει να μου απαντήσει μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και θυμάμαι βρεθήκαμε πρωί όπου και της το έδωσα και με πήρε την ίδια μέρα το βράδυ να μου πει πως της άρεσε πολύ και ήθελε πολύ να το κάνουμε μαζί!

 

Με ποιους σκηνοθέτες έχεις συνεργαστεί και τι έχεις κρατήσει από αυτούς;

 

* Έχω υπάρξει βοηθός των Στάθη Λιβαθινού, Θωμά Μοσχόπουλου, Lilo Baur, Αντώνη Καλογρίδη, Nebojsa Bradic, Σωτήρη Χατζάκη και στην τηλεόραση έχω δουλέψει με τους Νίκο Κουτελιδάκη και Ερρίκο Ανδρέου. ‘Ήταν μάλιστα συνεργασίες σε περισσότερα από ένα έργα, με τον κύριο Χατζάκη δε ήμασταν σε μαζί συνολικά σε πέντε έργα. Από τον καθένα κρατάω και κάτι διαφορετικό, ας πούμε από τον Λιβαθινό κράτησα και το εφαρμόζω το να παρακολουθείς την παράστασή σου κάθε βράδυ, είναι ένα μεγάλο σχολείο το «κοινό» και οι αντιδράσεις του, από τον Μοσχόπουλο την πειθαρχία και την ακρίβεια, από την Baur τη σαρωτική της ενέργεια και την ευαισθησία, από τον Κουτελιδάκη την αμεσότητα που είχε με τους ηθοποιούς, από τον Bradic την απίστευτη παρατηρητικότητα και προσοχή του στη λεπτομέρεια, από τον Καλογρίδη την ελευθερία που έδινε στους ηθοποιούς του να δοκιμάσουνε και να δοκιμαστούνε, από τον Ανδρέου την εγρήγορσή και την επιμονή, από τον Χατζάκη τον ευρύτερο σεβασμό του για το θέατρο και τον δομημένο τρόπο με τον οποίο υλοποιούσε το επί σκηνής όραμά του. Κοινή συνιστώσα όλων το πάθος και η αφοσίωσή τους.

 

Πιστεύεις ότι στην εποχή της κρίσης μπορούμε να δημιουργήσουμε ευκαιρίες;

 

 

 

* Ανεξαρτήτως κρίσης πιστεύω πως μόνοι μας δημιουργούμε τις ευκαιρίες. Ασφαλώς και τώρα η κατάσταση είναι πια δυσκολότερη αλλά έτσι αναγκάζεις το μυαλό σου να σκεφτεί έξω απ’ το κουτί και να βρεις σαν το καλό το παλικάρι κι άλλα μονοπάτια. Όπως λέει και σε ένα θεατρικό του ο Ρ. Ατάϋντε, αρχηγός των ρημάτων είναι το ρήμα «κάνω». Ό, τι στατικό και οπισθοδρομικό… δεν υπάρχει καμιά πολυτέλεια, ούτε και χρόνος για χάσιμο να περιμένει κανείς να καλυτερεύσουν οι συνθήκες. Όποιος δεν το καταλάβει αυτό είναι εκ προοιμίου χαμένος! Η εκάστοτε κρίση – δυσκολία πρέπει να βγάζει στην επιφάνεια κι έναν μικρό Οδυσσέα που κρύβουμε μέσα μας!

 

Η τέχνη μπορεί να αλλάξει κάτι στις μέρες μας;

 

* Η δύναμη της τέχνης ήταν και είναι τεράστια. Αλλά οι εποχές είναι δύσκολες και σαφώς όταν κάποιος παλεύει με τα της επιβίωσης όπως πολλές ελληνικές οικογένειες και όχι μόνο, όταν δίνουν μια τέτοια σκληρή καθημερινή μάχη, η τέχνη είναι μια πολυτέλεια. Και ο Λόρκα το περιγράφει αυτό τόσο γλαφυρά οπότε και το μεταφέρω αυτούσιο: «Δύο άνθρωποι σεργιανούν στην ακροποταμιά. Ο ένας είναι πλούσιος, ο άλλος φτωχός. Ο ένας έχει γεμάτη την κοιλιά του. Ο άλλος με τα χνώτα του μολύνει τον αέρα. Κι ο πλούσιος αναφωνεί: «Ω τι όμορφα κυλά η βάρκα στο νερό! Κοίταξε το κρίνο που άνθισε στην ακροποταμιά!». Κι ο φτωχός μουρμουρίζει «Πεινάω, δεν βλέπω τίποτα. Πεινάω πεινάω πολύ». Όπως ισχυρίζεται λοιπόν και ο Λόρκα, μόνο τη μέρα που θ’ αφανιστεί η πείνα, θα γίνει η μεγαλύτερη πνευματική επανάσταση που είδε ποτέ η ανθρωπότητα.

 

Ποια έργα θα ήθελες να σκηνοθετήσεις;

 

* Ιονέσκο αν μπορούσα να σκηνοθετήσω όλα του τα έργα θα το ήθελα πολύ! Την «Προδοσία» του Πίντερ, το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Σαίξπηρ κι άλλα που δεν είναι γνωστά!

 

Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου συγγραφείς;

 

* Ομολογώ πως είμαι πιο πολύ της ποίησης, αγαπημένοι μου είναι οι Καβάφης, Λειβαδίτης, Χριστιανόπουλος, Γκανάς, Νερούδα, καταραμένοι ποιητές ιδίως ο Ρεμπό, Μπωντλαίρ, Ρίλκε, έπειτα διαβάζω κατά καιρούς Πυθαγόρα, Επίκτητο, Μάρκο Αυρήλιο, Σενέκα, Ηρόδοτο, από λογοτεχνία μου αρέσουν οι Καραγάτσης, Καζαντζάκης, Παπαδιαμάντης, Ντοστογιέφσκι, Ναμπόκωφ, Τσβάιχ, Πόε…

 

Τι ονειρεύεσαι για το μέλλον σου;

 

* Τι να πω που να μην ακουστεί τετριμμένο… υγεία, ωραίες παραστάσεις και μια ισορροπημένη και ήρεμη προσωπική ζωή.

 

Υπάρχουν στιγμές που μπορεί να χάσεις το κουράγιο σου;

 

* Φυσικά και το έχω χάσει και παλεύω να το ξαναβρώ, όπως όλοι μας φαντάζομαι είναι κάτι ανθρώπινο πως λέει αυτή η ρήση εφτά φορές να πέφτεις και να σηκώνεσαι οκτώ.

 

Η καθημερινότητά μας έχει πολιτισμό;

 

* Νομίζω πως εκλείπει δυστυχώς από την καθημερινότητά μας κάθε ίχνος πολιτισμού και σεβασμού. Και είναι κάτι που δεν μπορώ να καταλάβω και το οποίο με θλίβει και με θυμώνει. Δεν μπορώ, ας πούμε, να καταλάβω γιατί υπάρχουν τόσα σκουπίδια κατά μήκος των εθνικών οδών, γιατί οι παραλίες είναι γεμάτες από γόπες τσιγάρων και όχι μόνο… γιατί οι ιδιοκτήτες σκύλων δεν μαζεύουν τις ακαθαρσίες των ζώων τους, γιατί στο μετρό δεν έχουμε ακόμα μάθει να περιμένουμε να κατέβουν αυτοί που αποβιβάζονται για να επιβιβαστούμε με τη σειρά μας, γιατί κάποιος με το αμάξι του μπορεί να κλείσει ένα δρόμο έτσι αυθαίρετα για δέκα λεπτά επειδή θέλει να πεταχτεί π.χ. μέχρι το περίπτερο, και αυτά είναι μόνο λίγα από τα πολλά δείγματα έλλειψης σεβασμού και παιδείας που κάνουν την καθημερινή μας ζωή πιο άσχημη, δύσκολη και μουντή.

 

Ποια είναι η αγαπημένη ασχολία του ελεύθερου χρόνου σου;

 

* Το σινεμά, βλέπω πολλές ταινίες, το διάβασμα, μου αρέσει επίσης το σκάκι, το Sudoku και οι βόλτες στη θάλασσα χειμώνα – καλοκαίρι.

 

Ποια είναι τα άμεσα καλλιτεχνικά σου σχέδια;

 

* Αρχικά η κατάσταση είναι γενικότερα εξαιρετικά ρευστή, το σίγουρο είναι ότι η «Βασιλική» θα συνεχιστεί και το χειμώνα από κει κι ύστερα με πετυχαίνετε σε μια περίοδο που βρίσκομαι ακόμη σε συζητήσεις για τα επόμενά μου βήματα και δυστυχώς δεν είμαι σε θέση να σας απαντήσω. Το μόνο που μπορώ να πω σε σχέση μ’ αυτά σχέδια είναι ότι πρόκειται για έργα που με ιντριγκάρουν πολύ κι αν όλα έχουν αίσια έκβαση θα χαρώ πολύ να «αναμετρηθώ» μαζί τους και ότι υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί και συντελεστές με τους οποίους ανυπομονώ να συνεργαστώ! Πέρα όμως από τα θεατρικά σχέδια μ’ έχει συνεπάρει ένα διήγημα που σκέφτομαι να το μεταφέρω στο σινεμά.

 

Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Έχεις κατοικίδιο;

 

* Τα αγαπώ πολύ, από μικρή είχα κατοικίδιο, τότε ήταν μια γάτα ανγκορά αλλά μετά ανέπτυξα αλλεργικό άσθμα οπότε δυστυχώς η σχέση μου μαζί τους είναι πλέον εξ αποστάσεως. Εδώ κι ενάμισι χρόνο υιοθέτησα ένα σκυλάκι από μια Φιλοζωική. Στα μάτια των ζώων βλέπει κανείς κάτι που δεν περιγράφεται εύκολα με λόγια. Καταλήγω όμως με βεβαιότητα να πιστέψω αυτό που λένε ότι εάν κάποιος είναι ικανός να βλάψει ένα ζώο, είναι σίγουρο πως είναι ικανός να βλάψει και άνθρωπο!

 

Οι φωτογραφίες είναι του www.catisart.gr

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε


Τελευταία άρθρα

- Advertisement -