Του Παναγιώτη Μήλα
Την Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018 στο Μουσείο Μπενάκη, στο κεντρικό κτήριο συνάντησα τον ζωγράφο Κώστα Τσόκλη στη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε με θέμα τις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιηθούν στην Τήνο για το έτος Γιαννούλη Χαλεπά.
Κάθισε διακριτικά στο πίσω μέρος της αίθουσας και λίγο πριν ολοκληρωθεί η συνέντευξη του ζήτησαν να πει δυο λόγια. Εκείνος απάντησε σεμνά λέγοντας: «Είμαι εδώ μόνο για να τιμήσω τον Χαλεπά». Μόνο 8 λέξεις είπε και κάθισε πάλι στη θέση του. Φυσικά ο ζωγράφος ήταν και πάλι μαγνήτης για τα φλας των φωτορεπόρτερ.
Φεύγοντας τον χαιρέτησα και τον ευχαρίστησα για άλλη μια φορά για τη συζήτηση που είχαμε κάνει στο ατελιέ του τον Ιούλιο του 2010 για συνέντευξη στη «Ναυτεμπορική».
Με αφορμή τη νέα του έκθεση στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) σκέφτηκα να αναρτήσω εκείνη τη συνέντευξη με όσα είχα γράψει στο μαγνητόφωνο και δεν είχαν χωρέσει στο δισέλιδο (σελ. 52-53) αφιέρωμα το Σάββατο, 24 Ιουλίου 2010.
***
Μέχρι την Κυριακή 1η Ιουλίου στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
«Υπάρχουν έργα αδελφοκτόνα. Και υπάρχουν έργα πατροκτόνα. Και είναι εκείνα που ρίχνουν τη σκιά της λαμπρότητάς τους στα άλλα έργα του καλλιτέχνη και είναι αυτά που η φήμη τους ξεπερνά τη διασημότητα του δημιουργού τους. Σε αυτές τις κατηγορίες ανήκουν τα λίγα έργα που εκθέτω στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ), ευχαριστώντας το για τη τιμή που κάνει στο Δημοτικό Μουσείο Κώστα Τσόκλη στην Τήνο, φιλοξενώντας το για ένα διάστημα στο πλαίσιο της Ημέρας των Μουσείων. Τα έργα αυτά είναι τέκνα πολυμελών οικογενειών που κατάφεραν να ξεχωρίσουν, χάρη στην απλότητα και την αμεσότητά τους. Έργα που δεν χρειάζονται εξηγήσεις, έργα εικαστικά, μονολεκτικά. Έργα – γεγονότα».
Τα παραπάνω λόγια είπε ο ζωγράφος για τη συνεργασία του ΕΜΣΤ με το Δημοτικό Ίδρυμα «Μουσείο Κώστα Τσόκλη».
***
Το ΕΜΣΤ εγκαινίασε το νέο του πρόγραμμα «Εντός – Εκτός» που έχει ως στόχο να γνωρίσει στο κοινό της πρωτεύουσας τη δραστηριότητα μικρότερων Μουσείων της επικράτειας. Αυτό το πρόγραμμα που θα αποτελέσει τη γέφυρα δια-σύνδεσής τους με το Εθνικό Μουσείο μέσα από αμφίδρομες δράσεις, ξεκίνησε με τη συνεργασία του με το Δημοτικό Ίδρυμα «Μουσείο Κώστα Τσόκλη» που διανύει ήδη τον όγδοο χρόνο λειτουργίας του στο νησί της Τήνου.
***
Ας δούμε λοιπόν εδώ τι μου είχε πει ο προκλητικός, εκρηκτικός και απρόβλεπτος ο Κώστας Τσόκλης, κάνοντας την αυτοπροσωπογραφία του για τη «Ναυτεμπορική» με 8+1 πινελιές
***
«Όταν ακούω το όνομα Τσόκλης, εκνευρίζομαι. Όταν μαθαίνω για τα happening που διοργανώνει, ενοχλούμαι αφάνταστα. Όταν βλέπω έργα του, αδιαφορώ. Δεν ξέρω όμως γιατί…».
Αυτό του είπα μόλις τον είδα να μπαίνει στη φιλόξενη αυλή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου μαζί με τη σύζυγό του, κυρία Ελένη Τσόκλη, πριν αρχίσει η performance με τον τίτλο «Προς εγκατάστασιν…».
– Και σε μένα συμβαίνει πολλές φορές το ίδιο. Μου απάντησε…
– Οταν όμως είδα πέρυσι τη δουλειά σας στο «Σχολείον» στην Πειραιώς με τον τίτλο «Η Ζωντανή Ζωγραφική 1985-2009», είπα: Ευτυχώς που υπάρχει αυτός ο διεθνής Έλληνας εικαστικός. Ευτυχώς…
***
Έτσι ακριβώς έγινε η πρώτη μας γνωριμία που κατέληξε σε μια συνάντηση στο σπίτι του. Μας υποδέχθηκε ο αγαπημένος του Νέρο…
Καθίσαμε σε μια γωνιά του ολόλευκου φωτεινού ατελιέ του κάτω από δύο κλασικούς του πίνακες: Το «Μικάντο», ξύλα και σχέδιο με μολύβι σε χαρτί. Συλλογή του καλλιτέχνη. (1975) και το «Δέντρο», ζωγραφική σε μουσαμά και ριζόχαρτα. Συλλογή του καλλιτέχνη (1983).
Εκεί ο Κώστας Τσόκλης σε ένα διάλειμμα της δουλειάς του έκανε την αυτοπροσωπογραφία του για τη «Ναυτεμπορική» με 8+1 πινελιές…
Μια λεμονάδα από… λεμόνι από την κυρία Ελένη Τσόκλη ήταν ό,τι καλύτερο για μια καλοκαιρινή μέρα.
– Δεν θα μας προκαλείτε μόνο εσείς, του είπα. Ήρθα εδώ για να σας προκαλέσω. Έχω για σας 8+1 ερωτήσεις. Σας τις λέω και… ακούω:
Συνδέω, Συναντώ, Συνομιλώ, Συνθέτω, Συναγωνίζομαι, Συνεισφέρω, Συνεργάζομαι, Συνοδοιπορώ, Συνεχίζω…
***
Συνδέω…
Στην περίπτωσή μας υπάρχει μια σύνδεση. Ήμασταν μια οικογένεια με έναν πατέρα που είχε το ψώνιο της τέχνης και ένα είδος μεγαλομανίας, που δεν είχε όμως τρόπο να αποδείξει τη βάση της. Ήθελε να είναι αριστοκράτης.
Ήταν ένας λεπτός, ψηλός, όμορφος άνθρωπος, ο οποίος ξεκίνησε τη ζωή του σαν ιμπρεσάριος στα «Ολύμπια» φέρνοντας θιάσους από το εξωτερικό και σιγά σιγά, εξαιτίας των γεγονότων και διαφόρων συγκυριών, άρχισε με τον καιρό να ξεπέφτει. Και «έφυγε» θυρωρός πια στα θέατρα του Μπουρνέλη. Αυτός ο άνθρωπος ήταν συγχρόνως και ζωγράφος. Ζωγράφος ερασιτέχνης.
Οχι καλός ζωγράφος. Αλλά να όμως εγώ, μέσα στη φτώχεια και στη δυστυχία που κυκλοφορούσε, είχα τη δυνατότητα να έρθω σε επαφή με χρώματα και με πινέλα και με κάποιες ρεπροντιξιόν της εποχής. Άρχισα από μικρό παιδί να ζωγραφίζω κοντά του. Έτσι, λοιπόν, συνέδεσα και δικαιολόγησα κατά κάποιον τρόπο με ομολογία του πατέρα μου αργότερα την προηγούμενη υπόθεση της γενιάς μας.
Ο πατέρας μου ήθελε να κατάγεται από σπουδαία οικογένεια, έτσι έλεγε. Όμως τελικά με τη δικιά μου προσπάθεια δώσαμε στο όνομά του κάποια αίγλη, τόσο εγώ, όσο και η Μάγια, η κόρη μου. Δηλαδή αυτή τη στιγμή μέσα στην ελληνική πραγματικότητα υπάρχει μια οικογένεια «Τσόκλης». Να που τον ικανοποιήσαμε. Να είναι καλά εκεί που βρίσκεται. Εγώ συνέχισα παράλληλα την επιθυμία του να κάνει τέχνη. Να, λοιπόν, η σύνδεση…
Συναντώ…
Είχα την τύχη να συναντήσω στη ζωή μου τον Γιώργο Βακιρτζή, που ήταν μάστοράς μου για πολλά χρόνια, γιατί εγώ μόλις τέλειωσα το Δημοτικό πήγαινα και δούλευα στα ντεκόρ για να βγάζω το ψωμί μου.
Ήταν ένας άνθρωπος που τον λάτρεψα κυριολεκτικά. Αν μου έλεγε πήγαινε να πνιγείς, θα πήγαινα χωρίς δεύτερη κουβέντα. Αν μου έλεγε να κάνω κάτι που δεν ήταν ανθρώπινο, το έκανα -και είναι πράγματα που συνέβησαν αυτά- και που αργότερα αυτός ο άνθρωπος με απογοήτευσε, διότι όταν θέλησα να πάω στη Σχολή Καλών Τεχνών, με εμπόδισε. Δεν ήθελε να πάω. Τον βόλευε που με είχε βοηθό γιατί ήμουν ένας καταπληκτικός βοηθός. Είχα τέτοια λατρεία σε αυτούς τους ανθρώπους και στην τέχνη που δούλευα!
-Να, λοιπόν, μια πρώτη συνάντηση που δυνάμωσε την ψυχή μου. Κι εκείνη την ίδια στιγμή πέφτει στα χέρια μου το βιβλίο του Ρομέν Ρολάν «Η μαγεμένη ψυχή» την οποία ξεκινάω να διαβάζω και πάλι ο Γιώργος με σταματάει γιατί μου λέει: «Θα πάρουν τα μυαλά σου αέρα». Αυτό ήταν ένα βιβλίο που με μαρκάρισε. Να, λοιπόν, μια διπλή συνάντηση στα πρώτα μου χρόνια. Μετά πάω στη Σχολή Καλών Τεχνών.
-Μπαίνω σαν εξαιρετικό ταλέντο γιατί δεν είχα τελειώσει το Γυμνάσιο και συναντάω τον Γιάννη Μόραλη. Νομίζω πως κι αυτή ήταν μια πολύ σημαντική συνάντηση για τη ζωή μου. Κι αυτή όμως με απογοήτευσε στο τέλος. Γιατί όταν έφυγα από την Ελλάδα και πήγα έξω ανακάλυψα ότι μας μάθαιναν όχι αυτά τα πράγματα που έπρεπε να μάθει ένας νέος άνθρωπος, αλλά αυτά που εκείνοι αγαπήσανε στη ζωή τους. Και θύμωσα τότε και πέρασε μια περίοδος που δεν ήμαστε σε καλές σχέσεις με τον Μόραλη.
Εγώ έφταιγα βασικά, γιατί δεν υπολόγισα, ο βλάκας, ότι ζήταγα πράγματα από ένα παιδί που ήταν 30-32 χρόνων όταν έγινε δάσκαλός μου. Τι ήξερε κι αυτός. Τώρα που το σκέπτομαι ντρέπομαι, γιατί του ζητούσα πράγματα που δεν μπορούσε να μου δώσει. Δεν ήταν της ηλικίας του. Λοιπόν αυτή ήταν μια δεύτερη συνάντηση.
-Μια τρίτη συνάντηση πολύ σημαντική στη ζωή μου ήταν στο Παρίσι με τον Μichael Sonnabend. Είχε μια από τις μεγαλύτερες γκαλερί εκείνη την εποχή στο Παρίσι και μετά στη Νέα Υόρκη. Με ανέλαβε και με μετέτρεψε σε λίγο διάστημα από έναν άσημο καλλιτέχνη στο Παρίσι, που πάλευε να βρει τον τρόπο να φανεί λίγο και να βγάλει το ψωμί του, γιατί δυστυχούσαμε τότε, σε μια μικρή διεθνή βεντέτα περιζήτητη παντού σε όλο τον κόσμο. Αυτός και η γυναίκα του, Ileana, με μεταμόρφωσαν από το τίποτα σε κάτι.
-Ήταν μια πολύ σπουδαία συνάντηση. Και τελευταία συνάντηση που ίσως δεν μου έδωσε πολλά πράγματα, αλλά δυνάμωσε την εμπιστοσύνη στον εαυτό μου είναι ο Giuliano Gori. Ένας πολύ μεγάλος έμπορος υφασμάτων και συλλέκτης από τους μεγαλύτερους του κόσμου, στη Φλωρεντία στο Prato, που αγάπησε πολύ τη δουλειά μου στην Μπιενάλε του 1986 και από τότε είναι κοντά μου, με έχει φροντίσει, έχει κάνει πράγματα πολλά για μένα…
Συνομιλώ…
Αυτό είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον. Συνομιλίες με πρόσωπα ή με έργα προσώπων. Θα έλεγα λοιπόν ότι στα νεανικά μου χρόνια θυμάμαι τις ατέλειωτες συνομιλίες πάνω στην τέχνη που είχα με δύο συναδέλφους μου.
Έναν Βασίλη Γκρόζα, που δυστυχώς δεν ζει… Δουλεύαμε όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα. Ξεκινάγαμε με ένα ποδήλατο πότε να πάμε στον Υμηττό που έμενε αυτός, πότε να με φέρει στη Μαυρομιχάλη που έμενα εγώ. Ξενυχτάγαμε μιλώντας για τέχνη. Αυτός ήταν πιο μορφωμένος από μένα. Ήταν από οικογένεια πιο διανοουμένων. Ήταν πολύ αγαπητός φίλος.
Μετά ήταν ένας άλλος φίλος, ο Παντελής Ξαγοράρης, επίσης στη Σχολή Καλών Τεχνών. Η φιλία μας κράτησε μέχρι μεγάλη ηλικία. Συνομιλίες για τέχνη είχα με το ζωγράφο Παύλο. Πολλά χρόνια στο Παρίσι δουλέψαμε κοντά κοντά. Είχαμε τις ίδιες επιτυχίες, στις ίδιες γκαλερί. Μέχρι που φτιάξαμε και έργα μαζί που βρίσκονται σε διάφορες συλλογές έξω και νομίζω ότι ο τελευταίος συνομιλητής μου -αν εξαιρέσω την Ελένη με την οποία μοιραζόμαστε τα πάντα- είναι ο Bruno Cora. Κριτικός τέχνης και διευθυντής μουσείων στην Ιταλία και στην Ελβετία, με τον οποίο επιθυμώ βαθύτατα να βρεθώ κάθε λίγο για να ανταλλάξω επιτέλους κάποια λόγια.
Είδα τώρα ένα κείμενο, δεν είχα δώσει σημασία τότε, του κριτικού τέχνης Πιέρ Ρεστανί που γράφει «υπήρχε μια συνομιλία του Τσόκλη με μένα χωρίς καν να την υποψιάζεται και ο ίδιος και βεβαίως κανείς από όσους ήταν τριγύρω μας και έτσι δεν μπορεί να γίνει κατανοητό το τι τεράστια σημασία έχει η επίδραση ενός καλλιτέχνη πάνω στη σταδιοδρομία ενός κριτικού τέχνης». Και αυτός ήταν ένας από τους μεγαλύτερους κριτικούς τέχνης παγκοσμίως και φυσικά αυτό με κολακεύει. Άρα εδώ υπήρξε μια ουσιαστική συνομιλία.
Η άλλου είδους συνομιλία όμως δεν ήταν με πρόσωπα, αλλά με το λόγο. Ήταν η ελληνική ποίηση πρώτα την οποία λάτρεψα από μικρό παιδί και της οποίας -ένα μεγάλο μέρος- γνωρίζω απ’ έξω. Και πιο πρόσφατα, με τον Φερνάντο Πεσόα, με τον οποίο βρίσκω ότι έχω μια συγγένεια μεγάλη σαν χαρακτήρας και που αυτή τη στιγμή τον θεωρώ -αν και έχει φύγει- ένα άνθρωπο που μπορώ ακόμη να συνομιλήσω.
Συνθέτω…
Γυρίζοντας στο χώρο το δικό μας της τέχνης, ανακαλύπτουμε δύο μεγάλες κατευθύνσεις. Από τη μία είναι εκείνοι που απεικονίζουν έναν κόσμο, αντιγράφουν έναν κόσμο για λόγους ή εκφραστικούς ή αναγκαίους ιστορικά και υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι συνθέτουν έναν ανύπαρκτο κόσμο, χρησιμοποιώντας πολλές φορές και ψήγματα φαινομένων ή εικόνων που προϋπήρχαν.
Ένας λοιπόν από τους συνθέτες της ζωής -μιλάω εικαστικά πάντα- υπήρξε ο Γκρέκο, που το τελευταίο κομματάκι του πίνακά του έχει την ίδια σημασία που έχει και το κέντρο του, το βασικό του θέμα. Μετά από σχεδόν τρεις αιώνες χρησιμοποιεί το δίδαγμά του συνειδητά ή ασυνείδητα ο Σεζάν, ο οποίος πια πραγματικά διαλύει το θέμα του και δίνει σημασία στο πώς οργανώνεται ένας πίνακας -περνάμε στον κυβισμό που είναι η αποθέωση αυτής της υποθέσεως- και να ‘μαι κι εγώ που έρχομαι να σου πω ότι στη δουλειά μου και σέβομαι τα διδάγματα τα παλιά, δηλαδή όταν συνθέτω υπολογίζω ότι κάθε μέρος του πίνακα έχει την ίδια σημασία με το βασικό του θέμα, αλλά και διηγούμαι μέσω του έργου μου ιστορίες, είμαι στην ουσία ένας σκηνοθέτης-καλλιτέχνης. Πάντα σκηνοθετώ τα έργα μου. Δεν είναι αυθόρμητα. Δεν είμαι αυθόρμητος καλλιτέχνης. Και λυπάμαι γι’ αυτό.
Το αυθόρμητο περιέχει και το θαύμα καμιά φορά και το δώρο του Θεού. Ενώ εγώ είμαι στερημένος από αυτό το δώρο. Πάντα θα δεις όταν κάνω ένα έργο, όσο μεγάλο κι αν είναι, υπάρχουν μικρά σχεδιάκια σε χαρτί τόσα δα, τα οποία σέβομαι σαν να είναι νόμοι θεϊκοί και όταν τα μεταφέρω στο μεγάλο μου έργο, δεν παίρνω το θάρρος να κάνω κάτι άλλο. Ανατρέχω στο μικρό. Αυτό που είχα προβλέψει. Αυτό που είχα δει. Λοιπόν είμαι ένας σκλάβος της σύνθεσης… Και από εκεί αντλώ και τις ντροπές μου και τις περηφάνιες μου.
Αυτό που δεν μπορώ να κάνω είναι το να Συντονίζω… Δεν είναι χαρακτηριστικό του Τσόκλη να συντονίζει πράγματα. Δεν έχω αυτή την ικανότητα. Καμιά φορά έχω την ανάγκη να με βοηθήσουν οι άλλοι… Δεν μπορώ να πάρω την ευθύνη… Δεν είναι μέσα στα ταλέντα μου.
Συναγωνίζομαι…
Εδώ είναι η μανία μου. Μπορώ να σας πω χίλια πράγματα. Επειδή γεννήθηκα σε μια πολύ φτωχή οικογένεια, δεν έκανα τις σωστές σπουδές την ώρα που έπρεπε και αισθανόμουν πάντα μέσα μου μια έλλειψη όταν βρισκόμουν ανάμεσα σε κόσμο πιο εξελιγμένο από μένα… Ήταν επιτακτική ανάγκη για να μπορέσω να ζήσω κοντά τους να γίνω ανώτερος απ’ αυτούς. Κι αυτό άρχισε να εμφανίζεται πολύ έντονα την εποχή που ήμουν στη Σχολή Καλών Τεχνών. Τότε είχα ελλείψεις πολλές.
Όταν κάναμε ρυθμολογία και προοπτική χρειαζόμαστε μαθηματικά. Όλα τα παιδιά τ’ άλλα ήξεραν. Εγώ δεν είχα βγάλει το Γυμνάσιο και δεν ήξερα. Και θυμάμαι ότι είχα δημιουργήσει ένα σύστημα κατανόησης τελείως δικό μου, τρελό, αλλιώτικο. Για να ζήσω όμως έπρεπε να δείξω ότι δεν είμαι κατώτερος από τους άλλους. Βέβαια εκεί που ήμουν ανώτερος το παρατράβαγα και δημιούργησα ένα χαρακτήρα ανταγωνιστικό.
Ακόμη και σήμερα δεν έχει φύγει από πάνω μου αυτή η ανταγωνιστικότητα. Πάντα σε μια έκθεση ομαδική που έπαιρνα μέρος ήθελα να υπερβώ τους άλλους… Και ενώ ξέρω τώρα πια πόσο ανόητο είναι αυτό, είναι βίτσιο, ένα ελάττωμα που δεν μπορώ να το ξεπεράσω.
Ακόμη και τώρα και στις συζητήσεις με τους φίλους, θα δεις πως μέσα μου υπάρχει ένας κρυφός παρατηρητής που περιμένει την ώρα του λάθους του άλλου για να του αποδείξω ότι εγώ βλέπω καλύτερα απ’ αυτόν.
Είμαι πάρα πολύ ανταγωνιστικό άτομο… Όμως καμιά φορά αναγκάζεσαι και λες πράγματα που αν είσαι φιλότιμος πρέπει να τα αποδείξεις. Έτσι λοιπόν αυτή μου η μανία να υπάρξω, να φανώ με οδήγησε σε σκληρή δουλειά και συχνά σε καλά αποτελέσματα. Να λοιπόν που είναι και το ανάποδο του νομίσματος.
Νομίζω ότι με βοήθησε πάρα πολύ ο ανταγωνισμός. Πολλές φορές αυτό μπορεί να με κατέστησε αντιπαθή σε πολλούς, αλλά στο βάθος δεν μετανιώνω. Αυτός είμαι εξάλλου…
Συνεισφέρω…
Από πεποίθηση συνεισφέρω σε όλους τους τομείς. Βασική μου συνεισφορά θα πρέπει να θεωρηθεί η υπόθεση της Τέχνης. Έχω θυσιάσει όλες τις χαρές της ζωής για την Τέχνη, αλλά και έχω το πάθος να βοηθάω τους άλλους τριγύρω μου. Όσοι δούλεψαν μαζί μου, όποιοι βρέθηκαν κοντά μου, είχαν πάντα ένα κέρδος.
Είτε οικονομικό, είτε ηθικό, είτε εκπαιδευτικό. Σε όλους έχω προσφέρει… Λίγα πήρα από τους άλλους. Ενώ είχαν, δεν μου έδιναν. Έχω ένα παράπονο μέσα μου. Το γεγονός ότι έχω αυτή την τάση να δώσω τους φοβίζει… Οικονομικά βέβαια αυτός που μου έδωσε ήταν ο Ιόλας. Αυτός δεν υπολόγιζε τα λεφτά, αλλά δεν έκανε κάτι άλλο για να σε κάνει να δικαιώσεις την ύπαρξή σου…
Συνεργάζομαι…
Στη ζωή μου είχα μερικούς συνεργάτες. Κάποτε ήταν παθητικό και κάποτε ήταν σωτήριο. Υπήρχαν συνεργάτες πνευματικοί, σαν τον Παύλο, που δουλέψαμε μαζί στο Παρίσι. Υπήρξαν και συνεργάτες πρακτικοί που μπορούσαν να πραγματοποιήσουν κάποια ιδέα σου που εσύ φυσικά δεν μπορούσες να την κάνεις. Τέτοιοι υπάρχουν και σήμερα, όπως το συνεργείο του Γαβρήλου, οι οποίοι εδώ και πολλά χρόνια έχουν πραγματοποιήσει σχεδόν το σύνολο των μεγάλων μνημειακών έργων που έχω φτιάξει. Άρα αυτοί είναι πραγματικοί συν-εργάτες και νομίζω ότι δικαίωμα έχουνε σε όλα τα οφέλη που η Τέχνη ουσιαστικά αποφέρει. Πιστεύω ότι είμαι ένας τίμιος άνθρωπος. Κι όμως. Δεν μοίρασα ίσως τα κέρδη με σωστό τρόπο. Κράτησα περισσότερα για τον εαυτό μου. Δεν είχα την ευγένεια να δώσω σε αυτούς τους ανθρώπους το ανάλογο των κερδών που απέφερε η δουλειά τους…
Βέβαια υπάρχουν και οι συνεργασίες οι εμπορικές με τις γκαλερί. Πολλές φορές χρήσιμες και άλλοτε καταστροφικές. Με τη Sonnabend σώθηκα. Δούλεψα για πέντε χρόνια με συμβόλαιο και από το τίποτα κάτι έγινα και από την άλλη έπαθα μεγάλο κακό από τη συνεργασία μου με τον Αλέξανδρο Ιόλα. Δώδεκα χρόνια μαζί του, όμως ο Ιόλας θεωρούσε τον εαυτό του το βασικό έργο και εμάς μας χρησιμοποιούσε σαν όργανα, σαν υλικά…
Συνοδοιπόροι…
Η λέξη «συνοδοιπόροι» ταιριάζει για μερικούς συναδέλφους της γενιάς του ’60 με τους οποίους ξεκινήσαμε μαζί. Θα σου φανεί περίεργο, αλλά είναι και οι πιο γνωστοί Έλληνες καλλιτέχνες: Νίκος Κεσσανλής, Βλάσσης Κανιάρης, Χρίστος Καρράς, Γιάννης Κουνέλης, Pavlos (Διονυσόπουλος), Θόδωρος, Αλέκος Φασιανός. Κινηθήκαμε όλοι μαζί εκτός Ελλάδας με την προσπάθεια να υπάρξουμε. Πολλές φορές μοιραστήκαμε και τις ιδέες μας και τα έργα μας, αλλά σιγά σιγά ο καθένας άρχισε να υποστηρίζει τις δικές του απόψεις. Και πώς θα γινόταν αλλιώς άλλωστε… Αυτοί, λοιπόν, είναι πραγματικοί συνοδοιπόροι μου…
Τώρα στην καθημερινότητα της ζωής, ποιος άλλος από την Ελένη Τσόκλη, που είμαστε 24 ώρες την ημέρα μαζί, που ό,τι είναι να φτιαχτεί συζητάμε, το μοιραζόμαστε, το κριτικάρουμε, διαφωνούμε, φτάνουμε πάντα στο τέλος να αποφασίζουμε μαζί. Περισσότερο από τόσο δεν γίνεται. Είναι ένα από τα θαύματα της φύσης αυτή η αρμονία…
Συνεχίζω…
Ναι! Συνεχίζω ακόμη. Πάντα η ζωή μου ήταν μια συνέχεια, έστω και αν -όπως έγραφα σε ένα κείμενό μου- είναι μια αλυσίδα που την έχω δέσει με παλιοσύρματα. Συνεχίζω ακόμη να κάνω, όχι πια πιστεύοντας ότι μπορώ να προσφέρω κάτι καινούργιο… Εύχομαι να πέφτω έξω σε αυτά που λέω, αλλά σίγουρα συνεχίζω, υποστηρίζοντας το οικοδόμημα που σιγά σιγά κατασκεύασα και που το καθιστά έτσι πιο ανθεκτικό στο χρόνο. Αυτό για λόγους πρακτικούς, αλλά και για λόγους επίσης ψυχικούς και φυσικούς, ανάγκη πάσα να συνεχίσεις τη δραστηριότητά σου… Δεν υπάρχει περίπτωση να υπογράψω την καταδίκη μου…
***
[Σ.Σ. O κανονικός τρόπος γραφής στην αρχαιότητα, σε κάθε τύπου κείμενα, ήταν η scriptio continua, η συνεχόμενη δηλαδή γραφή. Αυτόν τον τρόπο χρησιμοποίησα και στον τίτλο της συνέντευξης].
***
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Συνεργασία με το Δημοτικό Ίδρυμα «Μουσείο Κώστα Τσόκλη»
Πρόγραμμα «Εντός – Εκτός»
19 Μαΐου – 1 Ιουλίου 2018
Ωράριο Λειτουργίας
Δευτέρα: Κλειστό, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή: 11.00 π.μ – 7.00 μ.μ.
Λεωφόρος Καλλιρρόης και Αμβροσίου Φραντζή
Αθήνα, Τηλέφωνο: 211-101.9000
Σταθμός μετρό «Φιξ»
***
«Μουσείο Κώστα Τσόκλη»
Βρίσκεται στο χωριό Κάμπος της Τήνου
Λειτουργεί από την 1η Ιουνίου έως τις 30 Σεπτεμβρίου καθημερινά εκτός Τρίτης, από 10 π.μ. έως 2 μ.μ. και από 6 μ.μ. έως 9 μ.μ.
Από 15 Σεπτεμβρίου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου από 10 π.μ. έως 6 μ.μ.
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 2283-051.009
e-mail: [email protected]
facebook: facebook.com/TSOCLIS-MUSEUM