Ένας συνεσταλμένος εργένης, που ζούσε με τη μητέρα του μέχρι το θάνατό της το 1928 στα 60 της χρόνια, και άφησε πίσω του μικρούς πίνακες οι οποίοι με τη λεπτότητα και τη δεξιοτεχνία τους, του εξασφάλισαν μια φήμη πολύ μεγαλύτερη από τις διαστάσεις τους.
Ο Εντουάρ Βιγιάρ (γαλλικά: Jean-Édouard Vuillard, 1868-1940) ήταν Γάλλος ζωγράφος, χαράκτης και σκηνογράφος που συνδέθηκε με τη μεταϊμπρεσιονιστική, avant garde καλλιτεχνική ομάδα Ναμπί.
Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1868 στο Κυϊζώ (Cuiseaux) της Βουργουνδίας και σπούδασε στο Παρίσι όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα και πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του. Το 1887 έγινε δεκτός στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Αργότερα, λόγω της αντίθεσης που έτρεφε προς τον ακαδημαϊσμό στράφηκε προς τον μεταϊμπρεσιονισμό και την καλλιτεχνική ομάδα Ναμπί. Συμμετείχε στις εκθέσεις της ομάδας ενώ εργάστηκε ως σκηνογράφος και ως καθηγητής στην Ακαδημία Ρανσόν. Πέθανε στις 21 Ιουνίου 1940 στο La Baule-Escoublac της βορειοδυτικής Γαλλίας.
Το έργο του Βιγιάρ μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα θεωρείται πως διεύρυνε τους ορίζοντες της ζωγραφικής και πως υπήρξε ο πρόδρομος του μοντερνισμού που παρουσιάστηκε τα επόμενα χρόνια. Μέχρι τη δεκαετία του 1900 τα έργα του είχαν ως κύρια θεματολογία τους εσωτερικούς χώρους ενώ στη συνέχεια ακολούθησε μέχρι και το τέλος της ζωής του μια μακρά περίοδος κατά την οποία ασχολήθηκε κατά κύριο λόγο με το πορτρέτο και την τοπιογραφία. Οι δημιουργίες του Βιγιάρ που απεικονίζουν εσωτερικούς χώρους διακρίνονται για τους χαμηλούς τόνους και την επιδέξια ανάμειξη των χρωμάτων.
Υπάρχει κάτι από Προυστ στα εσωτερικά αυτά, το αίσθημα του σταματημένου χρόνου, του αποκλεισμού από τον έξω κόσμο, της εσώστρεφης ζωής. Το ίδιο είναι και τα πρόσωπά του που δεν ξεχωρίζουν από την ταπετσαρία του τοίχου.
Θα μπορούσε να αποκληθεί ο δεξιοτέχνης των πνιχτών φωνών και των ανείπωτων αισθημάτων, των αβυσσαλέων μυστικών που κρύβουν οι Παριζιάνοι, όταν είναι μόνοι τους ή μόνοι με παρέα, μέσα στα διαμερίσματά τους.
O Βιγιάρ ήταν γοητευτικός ζωγράφος. Για την ακρίβεια, η γοητεία του έγκειται στη θερμή οικειότητα των εσωτερικών χώρων που ζωγράφισε στο τέλος του 19ου και στην αρχή του 20ού αιώνα. Αυτή η οικειότητα, αργότερα, στη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα, έγινε μανιέρα που με τα μεγάλα πορτρέτα των αστών της εποχής, τα όχι ανέπαφα από τον συρμό και τη μόδα, έτεινε να καταπέσει στη διακοσμητικότητα.
Ωστόσο, η τέχνη του, ιδιαίτερα στα χρόνια πριν από τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν δούλευε ταυτόχρονα στη ζωγραφική, την εικονογράφηση, την τοιχογραφία και τη σκηνογραφία, έχει τη σιγουριά και τη δύναμη ενός φυσικού κληρονόμου των δωματίων και των εσωτερικών χώρων του Ντεγκά.
Οι πίνακές του προσφέρουν στην όραση ένα σύνολο από χρώματα, γκρίζα, πράσινα, ρόδινα, μοβ, που αναμεμειγμένα σχηματίζουν μια ομίχλη, μέσα από την οποία ξεπροβάλλουν οι άνθρωποι. Μυστήριο και γοητεία ταυτόχρονα, με το πρώτο να κάνει την τέχνη.
Το εσωτερικό ενός τυπικού, παρισινού διαμερίσματος της δεκαετίας του 1890, είναι το χαρακτηριστικό έργο του Βιγιάρ. Μάλλον πνιγηρό, τα παράθυρα κλειστά και η θέα έξω από το τζάμι μοιάζει προέκταση της ταπετσαρίας, η οποία πρωταγωνιστεί, ενσωματώνοντας στο πλαίσιό της και τα πρόσωπα μέσα στο δωμάτιο. Αυτά μπορεί να είναι ένα ή δύο, καθιστά διαβάζοντας, ράβοντας, μοντάροντας, ρεμβάζοντας.
Μέσα στη λουλουδιασμένη ταπετσαρία, τα τραπεζομάντιλα και τα μαξιλάρια με τα ζωντανά χρώματα, τα περσικά χαλιά και τις θάλασσες του μεταξιού, τίποτα δεν συμβαίνει. Μπορεί να έχει συμβεί ή να πρόκειται να συμβεί αλλά κι αυτό ήταν ή θα είναι κάτι ουδέτερο, απρόσωπο, καλυμμένα απάνθρωπο, τελείως διαφορετικό απ’ ό, τι στον Μπονάρ.
Οι τύποι, οι συμβάσεις, η ταπετσαρία είναι το έργο, όπως στη γυναίκα που ράβει, η οποία περικυκλωμένη από την ταπετσαρία του τοίχου και τα ρούχα, μοιάζει να διαλύεται και να εξαφανίζεται μέσα σ’ αυτά. Σε άλλο έργο ένας άνδρας βουλιαγμένος στην πολυθρόνα, διαβάζει μια διπλωμένη εφημερίδα, σαν καφκικός ήρωας περιμένοντας ένα χτύπο στην πόρτα. Αλλού, μια νεαρή γυναίκα με άσπρη δαντέλα και μπλε φόρεμα, ιδωμένη από πίσω, κάθεται μπροστά σε μια ηλικιωμένη ντυμένη με μαύρα. Ανάμεσά τους, ένα έπιπλο σαν ανοιχτό βιβλίο που τις χωρίζει, σαν να είναι ξεχωριστές εικόνες. H απανθρωπιά των αστικών εσωτερικών, με σκηνογράφο τον Βιγιάρ.
Πολλοί βρίσκουν στα έργα ψυχολογική διεισδυτικότητα, άλλοι όχι. «Δεν ζωγραφίζω πορτρέτα», έλεγε ο ίδιος, «αλλά ανθρώπους σε δωμάτια». Οι αληθινοί του, ανέκφραστοι και ανεκδήλωτοι, παθητικοί ή απειλητικοί, άνθρωποι σε δωμάτια, βρίσκονται στα έργα του της δεκαετίας του 1890.