Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Κόκκινες καρέκλες σε γεωμετρική φόρμα ως χρηστικά αντικείμενα, τετράγωνες μπροκάρ μαξιλάρες, κόκκινα ποτηράκια, μπαλόνια, το γραφείο του Ιβάνωφ φορτωμένο αγγουράκια τουρσί και ρέγκες πάνω σε φύλλα εφημερίδας… Πολλή βότκα, ανία – αφόρητη ανία ρώσικης επαρχίας, αγωνιώδης πνευματική ανεπάρκεια, ασθματική συμπεριφορά και ο καταθλιπτικός κι ανένταχτος Ιβάνωφ σε ένα σαθρό κοινωνικό σύστημα τοκογλυφίας, ανηθικότητας και μοναξιάς. Μια κοινωνία που καταπιέζεται στους ρόλους της, μια ελεγεία της πλήξης και της κενότητας!
Η υπόθεση
O Ιβάνωφ, ένας άντρας εύρωστος, έξυπνος και δραστήριος, λίγο μετά τα 30 -δηλαδή στην αρχή της ωριμότητάς του, σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής- είναι παντρεμένος με τη Σάρα. Πρόκειται για μια πλούσια Εβραία που για χάρη του γίνεται χριστιανή -και γι’ αυτό αποκληρώνεται από τους γονείς της- με σκοπό να καταχραστεί την περιουσία της, αλλά σύντομα απογοητεύεται όταν κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Η Σάρα αρρωσταίνει με φυματίωση και ο Ιβάνωφ μην μπορώντας ν’ αντεπεξέλθει οικονομικά, αρχίζει να ενδιαφέρεται για τη Σάσα, την κόρη των Λιεμπέντεφ, δηλώνοντας πως δεν είναι πια ερωτευμένος με τη γυναίκα του η οποία αργοπεθαίνει.
Ο κεντρικός ήρωας προσπαθεί να δραπετεύσει με οποιονδήποτε τρόπο από την ασφυκτική ατμόσφαιρα του περιβάλλοντός του. Βυθισμένος στην απραξία, αρνείται να ακολουθήσει τις συμβουλές που του προσφέρει ο στενός του περίγυρος για να σώσει την περιουσία του, αλλά και τη γυναίκα του, που υποφέρει. Μια νέα γυναίκα θα αναζωογονήσει προσωρινά την ψυχή του, χωρίς ωστόσο ο ίδιος να πάψει να πνίγεται από την ενοχή.
Ένα απόσπασμα…
«Το χειμώνα θα ξεχάσεις ποιος είμαι… κι εγώ θα γνωρίσω κάποιαν άλλη που θα σου μοιάζει… κι όλα θα είναι όπως ήταν πάντα… Γιατί να έρθω; Γιατί; Για να ιδωθούμε και να χωρίσουμε πάλι; Τι νόημα έχει;».
-Ποιος είναι αυτός;
-Ο Νικολάι Ιβάνωφ.
-Ναι, ωραίος άντρας! Αλλά δυστυχισμένος…
Το όνομα
Το όνομα Ιβάνωφ είναι ένα από τα πλέον κοινά ονόματα στη ρωσική αυτοκρατορία και ο Τσέχωφ το συνδέει με τη διάψευση των ονείρων, όταν η πρώτη νεότητα τελειώνει, με το κενό, την απάθεια, τη συναισθηματική αδράνεια και εν τέλει τον θάνατο. Στο πρόσωπο του Ιβάνωφ συναντάμε τον κάθε άνθρωπο που στα νιάτα του ονειρεύτηκε ένα νέο κόσμο, αλλά που η ζωή τον διέψευσε, δεν του έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία και το μόνο του καταφύγιο είναι η διαδρομή του προς την απόλυτη σιωπή.
Το έργο
Ο “Ιβάνωφ” (1887) κατέχει μια ασυνήθιστη θέση στο θέατρο του Τσέχωφ επειδή σπάνια ανεβαίνει επί σκηνής. Γράφτηκε σε λιγότερο από δύο εβδομάδες και παρουσιάστηκε στην πρώτη του εκδοχή ακριβώς πριν από 132 χρόνια, το 1887, ξεσηκώνοντας μεγάλο θόρυβο. Ξαναγράφτηκε από το συγγραφέα το 1902 και παίχτηκε το 1905 από το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας (ένα χρόνο μετά το θάνατο του Τσέχωφ) σημειώνοντας αυτή τη φορά επιτυχία. Σε αυτή την αναθεωρημένη μορφή παίζεται μέχρι σήμερα. Όπως όλα τα σπουδαία έργα του Τσέχωφ, δεν είναι παρά ένα δράμα για την αποτυχία.
Σε μια εποχή με έντονα αντιφατικές και μεταβαλλόμενες συνθήκες, η σκηνοθέτις Άντζελα Μπρούσκου έστησε στη σκηνή του «Θεάτρου της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής» μια παράσταση για τα όνειρα των ανθρώπων και την αισιοδοξία τους για έναν καλύτερο κόσμο. Που πιστεύουν ότι θα έρθει…
Από τις 9 Μαρτίου 2019 η Άντζελα Μπρούσκου και το Θέατρο Δωματίου παρουσιάζουν τον «Ιβάνωφ» του Άντον Τσέχωφ (1887-1901), πρωτόλειο θεατρικό έργο του μεγάλου δραματουργού, γραμμένο την εποχή της «κρίσης του ‘δράματος’», που τοποθετείται στο μεταίχμιο ανάμεσα στην κλασική δραματουργία του τέλους του 19ου αιώνα και στη μοντέρνα, «ανοιχτή» δραματουργία των αρχών του 20ού αιώνα.
Το παρελθόν και το μέλλον του θεάτρου
Ο μεγάλος συγγραφέας, σε ένα από τα πρώτα του θεατρικά έργα, προβλέπει το εκρηκτικό, επαναστατικό, περιρρέον κλίμα της Ρωσίας στο γύρισμα του αιώνα. Ο «Ιβάνωφ» αποτελεί μια θαυμάσια προσπάθεια δημιουργίας ενός σύγχρονου Άμλετ.
Ο Τσέχωφ κουβαλάει στο έργο του όλο το παρελθόν και εν σπέρματι το μέλλον το θεάτρου. Από τον Σαίξπηρ, τον Μολιέρο και τον Γκολντόνι ως τον Πιραντέλο και τον Μπέκετ. Θα βρούμε τον Ταρτούφο, τον Άμλετ, τον Δον Ζουάν ή τον Ριχάρδο να υποκρίνονται στο θέατρο του Τσέχωφ, κάπου στην απεραντοσύνη της ρωσικής περιφέρειας.
Σήμερα μπορούμε να εντοπίσουμε μεμονωμένα μοτίβα του Τσέχωφ, τα οποία δείχνουν ότι ο Ρώσος συγγραφέας ήταν μπροστά από την εποχή του και ότι είχε ένα προαίσθημα των προβλημάτων, τα οποία θα έρχονταν στο προσκήνιο στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα.
Η ατμοσφαιρική σκηνοθεσία της Άντζελας Μπρούσκου μας δείχνει πώς μπορεί σήμερα ένα κλασικό έργο να ανέβει με μοντέρνα και θαρραλέα άποψη.
Ένα μεγάλο μέρος της δράσης τοποθετείται στον χώρο ενός ατελείωτου κι ανιαρού καταναγκαστικού πάρτι, όπου όλοι είναι δέσμιοι συμβάσεων και θύματα μιας αδυσώπητης αθυμίας και κατήφειας. Παρακολουθούμε μια διαμάχη ανάμεσα στα μοτίβα «δεν καταλαβαίνω» και «καταλαβαίνω». Ο “Ιβάνωφ” και ο κωμικοτραγικός χορός που τον συνοδεύει, συνειδητοποιούν πως τα τείχη της Ιεριχούς έχουν οριστικά κλείσει κάθε διαφυγή τους. Πως αυτή η πραγματικότητα που αποκαλύπτουν και μάχονται είναι έργο των ίδιων και της ιστορικότητάς τους.
Το μυστικό της αρμονίας
Το έργο έχει την αίσθηση της αρμονίας, μυστικό που κατείχαν οι τελευταίοι εκ των κλασικών Ρώσων συγγραφέων του δεκάτου ενάτου αιώνα. Γοητευτική ατμόσφαιρα αστάθμητης μελαγχολίας και παρακμής και αναγνώριση και στωική παραδοχή της καθολικής φθοράς των ανθρώπινων πραγμάτων. Διαρκής ταλάντευση ανάμεσα στον τραγικό και κωμικό τόνο και άνεση στην απόδοση των κωμικών όψεων στις τραγικές στιγμές.
Μια δραματικότητα που υποβόσκει, αίσθηση γελοιότητας, αβρή ειρωνεία, συγκινημένη και συγκινητική σκληρότητα. Σύγκρουση ονείρου και πραγματικότητας, σύγκρουση του ατόμου με το περιβάλλον του. Ποίηση της καθημερινότητας, ήρεμο λυρικό πάθος, χαμηλοί τόνοι.
Η ελπίδα, η αποτυχία, η παραίτηση αλλά και η ματαιοδοξία που χαρακτηρίζει την κοινωνική ζωή των ηρώων, αποτελούν τα κύρια συστατικά της παράστασης. Έτσι, διαφαίνεται το χιούμορ και ο λεπτός σαρκασμός του συγγραφέα.
Ένα θεατρικό ορυχείο
Αν εξετάσουμε το έργο ως θεατρικό ορυχείο ή ως ένα σχολείο πειραματικής δραματουργίας, θα ανακαλύψουμε ότι από αυτό αντλούν όλα τα δραματικά έργα του Τσέχωφ και θα μείνουμε έκπληκτοι από τον πλούτο αυτής της ανακάλυψης. Διότι όλα τα συστατικά προσφέρονται με πλήρη ειλικρίνεια.
Ο Ιβάνωφ είναι ιδιοκτήτης γης, «ανώτερος υπάλληλος της κυβέρνησης, υπεύθυνος για αγροτικά ζητήματα», το κοινωνικό του στάτους φαίνεται ρεαλιστικά. Η περιουσία έχει καταστραφεί, ο ιδιοκτήτης είναι βυθισμένος στα χρέη και κάνει επίκληση για πίστωση στη Ζινάιντα Σαβίσνα Λεμπέντεφ.
Κάθε χαρακτήρας έχει τις δικές του θεματικές και γλωσσικές εμμονές: ο Iβάνωφ παρουσιάζει τη δική του υπαρξιακή αυτοανάλυση, ο γιατρός Λβοφ παρουσιάζει πιο έντονα το θέμα της τιμιότητας, άλλος χαρακτήρας κάνει κυνικά και ανούσια αστεία και άλλος μιλά μόνο για χαρτιά.
Τι ακριβώς συμβαίνει στο έργο σε αυτόν τον ήρωα του οποίου τα χαρακτηριστικά του «μέσου άνδρα» κυριαρχούν; Τα γεγονότα που συνδέονται με την έλλειψη χρημάτων ή την καταστροφή της περιουσίας είναι απλώς συνοδευτικά άλλων γεγονότων τα οποία είναι πιο σημαντικά για τον ήρωα. Το ίδιο και η σχέση οικογένειας – αγάπης ανάμεσα στον Ιβάνωφ, τη γυναίκα του Σάρα (Άννα Πετρόβνα) και τη νεαρή Σάσα. Φαίνεται να είναι ένα παραδοσιακό ερωτικό τρίγωνο, όμως ο Ιβάνωφ έχοντας χάσει το ενδιαφέρον του για τη Σάρα, δεν ενδιαφέρεται κατόπιν ούτε για τη Σάσα. Τα βάσανα του κεντρικού χαρακτήρα δεν έχουν σχέση με την αγάπη. Βλέπει τον αποτυχημένο γάμο του ως ένα λάθος σε μια σειρά λαθών.
Υπάρχουν πολλές φήμες και κουτσομπολιά που περιτριγυρίζουν τον Ιβάνωφ κατά τη διάρκεια του έργου.
Η ανακάλυψη της απιστίας του συζύγου, η φυματίωση που θερίζει, ο θάνατος της συζύγου, τα χρέη που γίνονται θηλιά στο λαιμό, η συκοφαντία, ένας γάμος που ποτέ δεν γίνεται και ο θάνατος του γαμπρού -αυτά δεν είναι γεγονότα και δραματικές καταστάσεις στον Ιβάνωφ. Όλα αυτά αποτελούν το περίγραμμα της εξωτερικής δράσης. Σημαντικό είναι το τι συμβαίνει στον εσωτερικό κόσμο του ήρωα.
Ο «Ρώσος Άμλετ»
Ο Ιβάνωφ ονομάζεται ο «Ρώσος Άμλετ», ωστόσο ο χαρακτήρας του Τσέχωφ δεν αποδεικνύεται τόσο σημαντικός όσο ο ήρωας του Σαίξπηρ. Όμως ο Ρώσος συγγραφέας παίρνει το παράδειγμά του όχι από έναν ηρωικό τύπο, αλλά από μια «αρχή κατασκευής», την αγαπημένη του σαιξπηρική τραγωδία. Ο Τσέχωφ έκανε χρήση αυτής της δραματικής αρχής, αλλά δίχως καμία πρόθεση να δώσει στον ήρωά του τις διαστάσεις ενός Άμλετ.
Ο Ιβάνωφ είναι ένας «μέσος άνθρωπος», αν και οι λέξεις του Άμλετ ταιριάζουν και σε αυτόν. Κινητήρια δύναμη στην τοπική αυτοδιοίκηση, κάποτε πρωτοπόρος των επιστημονικών γεωργικών μεθόδων και της εκπαίδευσης για τους αγρότες, τώρα πνίγεται στη γραφειοκρατία, την απελπισία και τα χρέη.
Ποιος είναι λοιπόν αυτός ο απογοητευμένος, πικραμένος ιδεαλιστής και ματαιωμένος μεταρρυθμιστής, που στα 35 του αδυνατεί να ανταποκριθεί στην ανάγκη της άρρωστης συζύγου του για αγάπη και βρίσκεται παγιδευμένος σε μια επαρχιακή κοινωνία που δεν επιδοκιμάζει τα αισθήματά του;
Η πλήξη έρχεται με μια μεγάλη ποικιλία γεύσεων στον «Ιβάνωφ», αυτή την πρώιμη μελέτη του Τσέχωφ για τις ανεκπλήρωτες ζωές στις επαρχίες.
Όπως ο Τσέχοφ τον περιγράφει, ο Ιβάνωφ είναι ο «πιο συνηθισμένος άνθρωπος», απλώς «ένας καλός άνθρωπος», «με κανέναν τρόπο αξιοσημείωτος», «μια ειλικρινής φύση» αλλά με «ασταθές μυαλό» και με μια ροπή στη «νευρική αστάθεια και την εξάντληση».
Ρίχνεται σε όλα αυτά με ενθουσιασμό, παρασύρεται και παρασύρει και άλλους (ειδικά γυναίκες), αστειεύεται και κάνει λογοπαίγνια, επινοεί γελοίες ιστορίες, κάνει τούμπες στα μαξιλάρια, γελά, φιλοσοφεί, σαρκάζει. Ο τρόπος με τον οποίο ο Ιβάνωφ συμπεριφέρεται σε αντίθεση με τους άλλους ανθρώπους, ζει και πιστεύει αντίθετα με τους άλλους ανθρώπους, κάνει την υπερβολή να είναι μια οικεία μορφή συμπεριφοράς, μια «κοινοτοπία».
Ο Τσέχωφ μας καλεί να βρούμε το κλειδί για τον κύριο χαρακτήρα του: σαν τον Βόιτσεκ της ρωσικής διανόησης.
Ο Ιβάνωφ ή θα συνεχίσει να ζει σε μια κατάσταση εξάντλησης, γκρίνιας, παραπόνων, βαρεμάρας και τοξικής καθημερινότητας τη ζωή του και τις σχέσεις με τους γύρω του ή πρέπει να δεχτεί την αλήθεια των «μικρών πράξεων», πράγμα που η συνείδησή του και η περηφάνια του δε θα το επιτρέψουν. Η ευσυνειδησία άλλωστε ήταν κύριο χαρακτηριστικό του χαρακτήρα του από την αρχή.
Κάθε νέο γεγονός αυξάνει την ένταση, ιδίως σε σχέση με το συμβατικό τρίγωνο των Ιβάνωφ – Άννα – Λβοφ, καθώς οι διώξεις του Λβοφ γίνονται όλο και πιο επίμονες. Ο Ιβάνωφ πιάνεται όλο και περισσότερο σε ένα δόκανο, μέχρι που δεν έχει άλλη επιλογή από το να καταστρέψει τον εαυτό του.
Έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο ο οποίος νοσεί, ίσως νοσεί από αυτό που συμβαίνει και αρχίζει και το σώμα του να επηρεάζεται και να είναι σαν νευρόσπαστο. Αρχίζει και χάνεται, δηλαδή βυθίζεται μέσα στον εαυτό του, χάνει την επαφή με τον κόσμο γύρω του, το ενδιαφέρον του, οπότε αυτό φυσικά επηρεάζει και το σώμα, γιατί το σώμα είναι ο δέκτης. Ως εκ τούτου η συμπεριφορά του, η σωματική του συμπεριφορά, είναι απρόβλεπτη, γιατί έχει ξεσπάσματα, ξεσπάει το σώμα του, είναι σαν να δηλητηριάζεται.
Η παράσταση είναι επιτυχημένη γιατί αναδεικνύει τα χαρακτηριστικά που καθιστούν τα θεατρικά έργα του Τσέχωφ μοναδικά: μια ισορροπία ενδιαφερόντων μιας μεγάλης διανομής χαρακτήρων, με προσοχή στις λεπτές αποχρώσεις της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, και ευαισθητοποίηση των βυθισμένων επιθυμιών που ζωντανεύουν ακόμα και τις πιο φαινομενικά ανιαρές ζωές.
Η ιστορία μπορεί να διαβαστεί εύκολα, οι πολυάριθμοι χαρακτήρες εξετάζονται ψυχολογικά και κοινωνικά και οι συγκρούσεις καθορίζονται με σαφήνεια.
Οι ερμηνείες
Εξαιρετική παράσταση, με υπέροχη, ευρηματική σκηνοθεσία από την Άντζελα Μπρούσκου και καταπληκτική κίνηση. Κρατά τον θεατή καθηλωμένο και σε ορισμένες σκηνές μάλιστα του κόβει την ανάσα από την ένταση.
Μια τσεχοφική κωμωδία παρεξηγήσεων και παραλογισμών με άρτιες ερμηνείες. Πάνω απ’ όλα το εξαίρετο ερμηνευτικό αποτέλεσμα οφείλεται στη σκηνοθεσία, η οποία διάβασε τον Τσέχωφ ρεαλιστικά, αλλά και ποιητικά. Ανέδειξε τον κοινωνικά παρηκμασμένο, οικονομικά ετοιμόρροπο, ιδεολογικά αδιέξοδο, ηθικά ανερμάτιστο, εργασιακά νωθρό, ψυχολογικά νοσούντα κόσμο των οκνών αριστοκρατών, όπως και την αήθεια των αρπακτικά αναρριχώμενων αστών και των κάθε λογής κολάκων, ακολούθων, υπηρετών και ουραγών τους.
Συνέθεσε γύρω από το κεντρικό πρόσωπο, του ξοφλημένου -οικονομικά, κοινωνικά, οικογενειακά, ηθικά, ψυχολογικά, συναισθηματικά-, αυτοκαταστροφικού Ιβάνωφ, ένα κοινωνικό μωσαϊκό, και καθοδήγησε τους ηθοποιούς, με τρόπο βιωματικό, σκεπτόμενο, αυτοελεγχόμενο, να εμβαθύνουν στο χαρακτήρα των ρόλων τους. Πολύ καλές ερμηνείες από όλους, ανεξαιρέτως, τους ηθοποιούς.
Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου είναι ένας καλλιτέχνης που έχει έναν ωκεανό δυνατοτήτων. Κοφτερή αίσθηση ρυθμού, έντονη σωματικότητα, υψηλές ταχύτητες και μια ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ. Στο ρόλο του Ιβάνωφ κάνει μια άρτια δουλειά. Παίζει με όλη εκείνη την επίγνωση του μάταιου, του δίχως λύση, του “τέλους”, τον άνθρωπο που στα τριάντα πέντε του ξοδεύτηκε με τόσο πάθος που δεν αντέχει πια να ζει. Μια τραγική μορφή ανθρώπινης απόγνωσης. Δύσκολο να παίξεις το αγεφύρωτο, την ερημιά της ψυχής. Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου όμως έδωσε στο καθημερινό, το φαινομενικά ασήμαντο, ένα νόημα κρυφό και βαθύ. Μια ερμηνεία για βραβείο!
Η Παρθενόπη Μπουζούρη παίζει την άλλοτε πλούσια Εβραία, μια γυναίκα ωραία, ευαίσθητη, γενναία, καλλιεργημένη, που αλλάζει θρησκεία, σπίτι, τρόπο ζωής για χάρη του συζύγου της Ιβάνωφ και καταδικάζεται σε έναν αχάριστο γάμο. Η φθορά της δεν είναι μόνο ψυχική, γίνεται οργανική και την οδηγεί σε έναν άδοξο θάνατο. Σε βαθιά επικοινωνία με το κείμενο και τη σκηνοθετική γραμμή, υποδύθηκε με συνταρακτική ψυχική ωριμότητα τη Σάρα / Άννα και μας συγκίνησε απόλυτα.
Ο Αλμπέρτο Εσκενάζυ ήταν μια πολύ όμορφη έκπληξη στην παράσταση στο ρόλο του κόμη Σαμπιέλσκι, ενός ανθρώπου ρέμπελου, κακόμοιρου, αξιολύπητου, μιας μετριότητας και μιας προσωρινότητας. Σημαντική η παρουσία του και αδρή η ερμηνεία του.
Η Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου υποδύεται με άνεση και ευαισθησία τη Σάσα, τη νέα κοπέλα που ερωτεύεται τον Ιβάνωφ, θέλει να τον παντρευτεί και προσπαθεί εις μάτην να τον σώσει από την κόπωση και τη μοναξιά του, ελπίζοντας πως έτσι θα σώσει και τον ίδιο της τον εαυτό. Η ερμηνεία της ακροβατεί περίφημα ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία, τη λογική και την ονειρικότητα, το φως και το σκοτάδι. Βλέποντάς την τη φαντάστηκα και πολλούς ακόμα ρόλους του Τσέχωφ και όχι μόνο. Ένα σπουδαίο ταλέντο!
Όπως όλοι οι χαρακτήρες, έτσι και ο πλούσιος πεθερός του Ιβάνωφ παίρνει κι αυτός μέρος σε μια κάθετη πτώση, σε μια αναπότρεπτη φθορά. Κάποτε είχε ιδανικά, όνειρα, επιθυμίες. Σιγά σιγά έμαθε, κατάλαβε, κουράστηκε, δείλιασε, συμβιβάστηκε. Ακριβής, ξέχειλος από συναισθήματα, ο Τσιμάρας Τζανάτος δίνει μια ερμηνεία δεξιοτεχνική στο ύφος της πικρής κωμωδίας και αφηγείται εύγλωττα την αμήχανη αρχοντιά του καλοσυνάτου και φοβισμένου Λιέμπεντεφ, που ενώ έχει χρήματα δεν δικαιούται να τα διαχειριστεί.
Ο Κρις Ραντάνοφ, με την εκθαμβωτική του εξέλιξη, ως αρκούδος – κλόουν, ήταν έξοχος στο ρόλο του επιστάτη Μπόρκιν. Άγριος, πανούργος, αγροίκος, άπληστος.
Λαμπερός και εύστοχος, εξαίρετος και ως μουσικός ο Ιλία Αλγκάερ, μια πειστική τσεχωφική φιγούρα, στο ρόλο του νεαρού αγροτικού γιατρού Λβοφ, που ερωτεύεται τη γλυκιά Άννα με έναν έρωτα οιδιπόδειο και διαρκώς κατακεραυνώνει και κατηγορεί τον αδιάφορο για την τύχη της Ιβάνωφ.
Η Βάλια Παπαχρήστου έλαμψε στο ρόλο της πλούσιας χήρας Μπαμπάκινα. Αεικίνητη, αυθόρμητη, με μπρίο, ισορρόπησε εξαιρετικά τον εγωκεντρισμό, την εξωστρέφεια και την εσωτερική ανασφάλεια του ρόλου.
Η Άντζελα Μπρούσκου ήταν απολαυστικότατη ως φιλοχρήματη, μοχθηρή και κυνική Ζινάιντα που ασκεί την τοκογλυφία, που κάνει βεγγέρες στο μέγαρό της αλλά δεν κερνά ούτε ένα μεζέ τους καλεσμένους, ενώ κρύβει ακόμα και το βάζο με τα αγγουράκια τουρσί. Θέλει να καταστρέψει τον Ιβάνωφ που τον μισεί, καταπιέζει τον σύζυγό της Λιέμπεντεφ και απεχθάνεται ακόμα και τη σκέψη ότι η κόρη της Σάσα θα παντρευτεί τον Ιβάνωφ.
Φρέσκια, νεανική, ευφρόσυνη η παρουσία του ταλαντούχου Αλέξανδρου Μαράκη.
Μια σοβαρή κατάθεση και αξιόλογη προσέγγιση κάνει με τους ρόλους που επωμίζεται ο ικανότατος Αντώνης Τσίλερ.
Οι συντελεστές
Μεστή και λογοτεχνική η μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα. Ευαίσθητη, υπαινικτική, ευγενική η μουσική της Nalyssa Green και νοσταλγικά τα ακούσματα της ρώσικης κουλτούρας που μας υπενθύμισε. Άκρως αφαιρετικά τα σκηνικά και ιδανική η επιλογή των κοστουμιών από την ίδια τη σκηνοθέτιδα. Θαυμάσια η επιμέλεια των φωτισμών από τη νέα καλλιτέχνιδα Στέβη Κουτσοθανάση.
Στιγμές
Διάσπαρτες τρυφερές στιγμές, κάποιες που υπονομεύουν το τραγικό μέσω ενός πικρού χιούμορ και άλλες που δίνουν μια διάχυτη ελαφρότητα στην παράσταση. Όλα τα πρόσωπα βαλτώνουν σε μια κατάσταση αδράνειας, στη φαντασίωση κάποιας άλλης “ζωής”. Παγιδευμένοι στον εαυτό τους, χάνουν την επαφή με την πραγματικότητα, συντρίβονται. Η αναμέτρηση με την πραγματικότητα γίνεται το επίκεντρο της παράστασης που σκηνοθετεί καταλυτικά η Άντζελα Μπρούσκου. Μια αναμέτρηση που είναι και η ιστορία του καθενός μας.
Το δράμα του Ιβάνωφ είναι ότι πόθησε να κάνει πολλά αλλά κατάλαβε πως τίποτα δεν μπορεί να αγαπήσει μέχρι τέλους. Και ο άνθρωπος που δεν μπορεί να αγαπήσει είναι πολύ δραματικό πρόσωπο. Πιο δραματικό από αυτό που αγαπάει και απογοητεύεται.
Εν τέλει ο θεατής είναι αυτός που θα πρέπει να αποφασίσει, ανάλογα με τις δικές του προσλαμβάνουσες και πεποιθήσεις και σύμφωνα με τις δικές του αξίες, αν ο Ιβάνωφ είναι ένοχος ή αθώος.
ΓΙΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΕΤΕ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ, ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ
- Η παράσταση, που είναι μια συμπαραγωγή του Θεάτρου Δωματίου και της Constantly Productions, παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου, μετάφραση Γιώργου Δεπάστα, σκηνικά και κοστούμια της σκηνοθέτιδας, μουσική της Nalyssa Green και φωτισμούς Στέβης Κουτσοθανάση, με βοηθούς σκηνοθέτη τους Τίνα Τζάθα και Γιώργο Ανδριώτη.
- Παίζουν οι ηθοποιοί: Ανδρέας Κωνσταντίνου, Παρθενόπη Μπουζούρη, Αλμπέρτο Εσκενάζυ, Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου, Τσιμάρας Τζανάτος, Κρις Ραντάνοφ, Ιλία Αλγκάερ, Βάλια Παπαχρήστου, Άντζελα Μπρούσκου, Αλέξανδρος Μαράκης, Αντώνης Τσίλερ.
***
Πληροφορίες
Παραστάσεις: Πέμπτη έως Σάββατο στις 21.00. Κυριακή στις 19:30
Εισιτήρια: 15 ευρώ (κανονικό), 10 ευρώ (ανέργων, φοιτητικό και ΑΜΕΑ)
Διάρκεια: 120 λεπτά
Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής
Κυκλάδων 11, Αθήνα, 210 8217877, 698 2387245 (5 μ.μ. – 9 μ.μ.)
* Το Θέατρο Δωματίου επιχορηγήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού για την παράσταση
Σύντομο βιογραφικό του συγγραφέα
Γεννημένος στο λιμάνι Τανγκαρόγκ της Αζοφικής Θάλασσας, από πατέρα έμπορο ο οποίος χρεοκόπησε και αναγκάστηκε να πουλήσει το πατρικό σπίτι για να καταφύγει οικογενειακώς στη Μόσχα (εκεί εντοπίζεται η «καταγωγή» του προς πώληση βυσσινόκηπου στο ομότιτλο έργο), ο Άντον Τσέχοφ (1860-1904) είναι ο πρωτοπόρος συγγραφέας μιας συλλογής αριστουργημάτων: Πλατόνοφ, Ιβάνοφ, Γλάρος, Θείος Βάνιας, Τρεις Αδερφές, Βυσσινόκηπος.
Εκτός από συγγραφέας, υπήρξε τολμηρός γιατρός και ερευνητής. Διέσχισε τη Σιβηρία για να επισκεφθεί τη Σαχαλίνη, το νησί-κάτεργο του Ειρηνικού εκείνη την εποχή, προκειμένου να μελετήσει τις αποτρόπαιες συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων, ενώ αφοσιώθηκε επίσης στην καταπολέμηση της επιδημίας χολέρας που είχε ενσκήψει στη ρωσική ύπαιθρο – το φυσικό τοπίο της μετέπειτα δραματουργίας του.