1846
Το πρώτο κτήριο
Το πρώτο κτήριο του Αστεροσκοπείου, γνωστό και ως κτήριο Σίνα, είναι βασισμένο στα σχέδια του Δανού αρχιτέκτονα Theophil Hansen, τα οποία παρουσίασε ο αρχιτέκτονας Edward Schaubert. Για το τελικό σχέδιο ζητήθηκε η γνώμη του καθηγητή Βούρη και του πολύ σημαντικού Δανού αστρονόμου της εποχής Heinrich Christian Schumacher.Σύμφωνα με τα σχέδια, το κτήριο θα έχει σταυροειδή μορφή, προσανατολισμένη με βάση τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Στο κέντρο της κατασκευής υπάρχει ένας μικρός θόλος.
Η ανέγερση του κτιρίου ολοκληρώθηκε το 1846.
1846-1855
Ο πρώτος Διευθυντής και τα πρώτα όργανα του Αστεροσκοπείου
Πρώτος Διευθυντής του Αστεροσκοπείου Αθηνών ήταν ο εμπνευστής του καθηγητής Γεώργιος Βούρης. Για πρώτη φορά, μετά από αιώνες, ο Έλληνας αστρονόμος έχει τη δυνατότητα να διεκπεραιώνει αστρονομικές παρατηρήσεις και να παράγει σημαντικό επιστημονικό έργο βασιζόμενο στα πρώτα επιστημονικά όργανα που παραγγέλθηκαν από την Αυστρία. Ο καθηγητής Γ. Βούρης δημοσιεύει αρκετές εργασίες στο περιοδικό Astronomische Nachrichten, άλλα μεγάλο μέρος του έργου του, όπως ο κατάλογος των θέσεων περίπου 1.000 αστέρων, παρέμεινε αδημοσίευτο. Ο Βούρης προσδιόρισε τις γεωγραφικές συντεταγμένες του Αστεροσκοπείου, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση για τη χαρτογράφηση της Ελλάδας. Το 1855 ο Βούρης παραιτήθηκε από τη θέση του Διευθυντή και μετέβη στη Βιέννη όπου συνέχισε το έργο του έως το θανάτό του στις 16 Ιουλίου 1860 αφήνοντας παρακαταθήκη μεγάλο αριθμό επιστημονικών δημοσιεύσεων. Μετά το θάνατό του, η οικογένειά του παρέδωσε τα βιβλία του (663 τον αριθμό) και τα χειρόγραφά του στο Αστεροσκοπείο.
Τα πρώτα όργανα του Αστεροσκοπείου Αθηνών ήταν:
- 6.2″ (158mm, f/15) διοπτρικό τηλεσκόπιο Ploessl
- 3.7″ μεσημβρινό τηλεσκόπιο Starke-Fraunhofer
- πέντε μικρά τηλεσκόπια για παρατήρηση κομητών
- χρονόμετρα τοπικού και αστρικού χρόνου
- μια πλήρη σειρά μετεωρολογικών οργάνων
1855-1858
Ιωάννης Παπαδάκης
1858-1884
Η περίοδος του Ιουλίου Σμιθ
Στις 4 Δεκεμβρίου του 1858, τη διεύθυνση του Αστεροσκοπείου αναλαμβάνει ο Γερμανός αστρονόμος Ιούλιος Σμιτ (Johann Friedrich Julius Schmidt). Με τη χρηματοδότηση από την οικογένεια Σίνα, ο Ι. Σμιτ επιμελήθηκε την επισκευή και συντήρηση των επιστημονικών οργάνων του Αστεροσκοπείου. Επίσης, εμπλούτισε τη βιβλιοθήκη με επιστημονικά βιβλία και περιοδικά τα οποία αγοράστηκαν ή και ήταν δωρεά από αστεροσκοπεία του εξωτερικού. Το 1861 άρχισε την έκδοση των “Δημοσιεύσεων του Αστεροσκοπείου Αθηνών” με δαπάνες του Σ. Σίνα.
Το αστρονομικό έργο του Ιουλίου Σμιτ
Στα περίπου 25 χρόνια της παραμονής του στο Αστεροσκοπείο, ο Ι. Σμιτ πραγματοποίησε πάνω από 70.000 παρατηρήσεις μεταβλητών αστέρων και ανακάλυψε νέους περιοδικούς μεταβλητούς και δύο καινοφανούς (Nova) αστέρες. Ο Σμιτ δημοσίευσε τις εργασίες του κυρίως στο περιοδικό Astronomische Nachrichten journal. Για πολλά χρόνια παρατηρούσε συστηματικά τους πλανήτες Άρη και Δία, καταγράφοντας τα χαρακτηριστικά τους και τις παροδικές μεταβολές των επιφανειών τους. Το 1860 παρατήρησε τον μεγάλο κομήτη εκείνης της χρονιάς και δύο χρόνια αργότερα ανακάλυψε έναν νέο περιοδικό κομήτη. Εκμεταλλευόμενος τη διαύγεια του ουρανού της Αθήνας, εκείνη την εποχή, έκανε χιλιάδες παρατηρήσεις διαττόντων αστέρων και βολίδων. Είχε και τη δυνατότητα να παρατηρήσει μια σειρά εκλείψεων Ηλίου και Σελήνης.
Εκείνο όμως, που κατ’ εξοχήν ανέδειξε τον Ι. Σμιτ, είναι το έργο του “Ο τοπογραφικός Χάρτης της Σελήνης” (“CHARTE DES GEBIRGE DES MONDES”) που δημοσιεύθηκε στο Βερολίνο. Στην τελική του μορφή έχει διάμετρο δύο μέτρων και αποτελείται από 25 τμήματα που στο σύνολό τους απεικονίζουν την ορατή από τη Γη επιφάνεια της Σελήνης. Σχεδιάστηκε με τη βοήθεια του διοπτρικού τηλεσκοπίου Ploessl και συμπεριλαμβάνει πάνω από 30.000 κρατήρες. Σημαντική είναι η εργασία του Ι. Σμιτ για το σεληνιακό κρατήρα Linne, ο οποίος φαίνεται ότι παρουσιάζει μορφολογικές μεταβολές.
Το έργο του Ιουλίου Σμιτ στις επιστήμες της γης
Ο Ι. Σμιτ αναβαθμίζει τη μετεωρολογική υπηρεσία του Αστεροσκοπείου. Συστηματικά εκτελεί μετεωρολογικές παρατηρήσεις σε διάφορα μέρη της Αττικής και αλλού. Δημοσιεύει τις παρατηρήσεις στο δίτομο έργο με τίτλο “Beitrage zur Physikalischen von Griechland” (1864). Τακτικά αποστέλλει πίνακες με μετεωρολογικά στοιχεία στο Αστεροσκοπείο του Παρισιού. Σημαντικό είναι το ενδιαφέρον του και για τη σεισμολογία. Οργανώνει ένα κλιμάκιο εθελοντών το οποίο καταγράφει πάνω από τρεις χιλιάδες σεισμούς. Τις παρατηρήσεις αυτές τις δημοσιεύει στο έργο του “Studienn uber Erdbeben” το 1875. Επίσης, επί σειρά ετών παρακολουθεί το ηφαίστειο της Σαντορίνης μετά την έκρηξή του το 1866. Τη μελέτη αυτού του ηφαιστείου και τριών άλλων (Βεζούβιος, Έθνα, Στρόμπολι) δημοσιεύει το 1874. Ο Ι. Σμιτ πραγματοποιεί μερικά ταξίδια στο πλαίσιο γεωγραφικών μελετών και συμμετέχει σε αρχαιολογικές ανασκαφές με σκοπό την ανεύρεση της αρχαίας Τροίας.
1884-1890
Δημήτριος Κοκκίδης
1890-1934
Δημήτριος Αιγινήτης
Στις 19 Ιουνίου 1890, ψηφίστηκε ειδικός νόμος στη Βουλή, με βάση τον οποίο το Αστεροσκοπείο μετατρέπεται σε κρατικό ίδρυμα και ονομάζεται Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (Ε.Α.Α.). Με το νόμο αυτό, διευθυντής του Ε.Α.Α. διορίζεται ο Καθ. Δημήτριος Αιγινήτης. Επιπλέον του Αστρονομικού, δημιουργούνται δύο άλλα τμήματα, το Μετεωρολογικό και το Σεισμολογικό. Ο Καθ. Δ. Αιγινήτης δραστηριοποιήθηκε αμέσως για την εύρεση οικονομικών πόρων. Πέτυχε πίστωση από το Πανεπιστήμιο την οποία και χρησιμοποίησε για την επισκευή και συντήρηση του κτηρίου και των οργάνων του Ε.Α.Α. Λόγω της τότε οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα, η κρατική επιχορήγηση ήταν πολύ μικρή.
Ο Αιγινήτης πετυχαίνει τη σύσταση εθνικής επιτροπής, η οποία έκανε έρανο και μέσα σε λίγα χρόνια συνέλεξε σημαντικό ποσό από επιφανείς Έλληνες. Μεταξύ των μεγάλων δωρητών συναντάμε τα ονόματα των: Δ. Δωρίδη, Α. Συγγρού, Μ. Κοργιαλένιο, Π. Στεφάνοβικ, Ε. Ζαρίφη, Κ. Μαυρομηχάλη, Α. Σκουζέ και Ν. Χρυσοβελώνη. Με το ποσό αυτό αγοράστηκε ένα οικόπεδο δίπλα στο Αστεροσκοπείο και κτίστηκαν τρία βοηθητικά κτήρια. Αγοράστηκαν επίσης ένα μεγάλο διοπτρικό τηλεσκόπιο με διάμετρο φακού 40 εκ. και ένα μεσημβρινό τηλεσκόπιο 16 εκ., κατασκευής και τα δύο του γαλλικού οίκου Gautier. Ένα άλλο τηλεσκόπιο, κατοπτρικό, διαμέτρου 20 εκ. ήταν δωρεά από τον κ. Κ. Ιωνίδη.
Ο Δ. Αιγινήτης αναβαθμίζει το μετεωρολογικό δίκτυο, το οποίο προς το τέλος της θητείας του αριθμεί περίπου εκατό σταθμούς, και ιδρύει τη σεισμολογική υπηρεσία. Οργανώνει το επιστημονικό έργο του Ε.Α.Α. και φροντίζει την έκδοση του περιοδικού του “Annalles de l’Observatoire National d’Athenes”. Οι 12 τόμοι του περιοδικού που δημοσιεύθηκαν κατά τη διάρκεια της θητείας του περιέχουν τις εργασίες διαφόρων τμημάτων του Αστεροσκοπείου. Ο Καθ. Δ. Αιγινήτης έπαιξε σημαντικό ρόλο στη πολιτική και ακαδημαϊκή ζωή της Ελλάδας. Διετέλεσε δυο φορές Υπουργός Παιδείας (1917 και 1926) και είναι ο ιδρυτής της Ακαδημίας Αθηνών (1926). Ουσιαστική είναι η συμβολή του για την εισαγωγή στην Ελλάδα του παγκόσμιου χρονομετρικού συστήματος και της ώρας της ανατολικής Ευρώπης (1916), καθώς και του Γρηγοριανού ημερολογίου (1923).
Το μεσημβρινό τηλεσκόπιο “Συγγρού”
Το νέο μεσημβρινό τηλεσκόπιο του ΕΑΑ αγοράστηκε το 1896 και είναι και αυτό κατασκευής Gautier. Του δόθηκε το όνομα “Συγγρού” εις τιμήν του δωρητή του. Το τηλεσκόπιο εγκαταστάθηκε σε ένα ειδικό κτήριο, πίσω από το κτήριο Σίνα. Ο φακός του έχει διάμετρο 16 εκ., ενώ η εστιακή του απόσταση είναι 2 μέτρα. Το μεσημβρινό τηλεσκόπιο “Συγγρού” χρησιμοποιήθηκε συστηματικά για την υπηρεσία χρόνου του ΕΑΑ, από την εγκατάστασή του, έως και το 1964.
Το διοπτρικό τηλεσκόπιο “Δωρίδη”
Το νέο μεγάλο τηλεσκόπιο του ΕΑΑ κατασκευάστηκε το 1902 από τον γαλλικό οίκο Gautier. Του δόθηκε το όνομα “Δωρίδη” εις τιμήν του μεγάλου δωρητή του. Είναι διοπτρικό τηλεσκόπιο με διπλό αχρωματικό φακό διαμέτρου 40 εκ. και έχει εστιακή απόσταση 5 μέτρων. Ο σωλήνας του στηρίζεται σε γερμανικού τύπου ισημερινό σύστημα με ωρολογιακό μηχανισμό οδήγησης. Το τηλεσκόπιο εγκαταστάθηκε σε ειδικ όθόλο σε μικρή απόσταση από το κτήριο Σίνα.
1935-1964
Σταύρος Πλακίδης
Ο Σταύρος Πλακίδης διορίστηκε στο Αστρονομικό Τμήμα του ΕΑΑ το 1915. Το 1927 προάγεται σε έκτακτο αστρονόμο και το 1928, ύστερα από πρόταση του Καθ. Δ. Αιγινήτη, συνεχίζει για δύο χρόνια τις σπουδές του στα αστεροσκοπεία Greenwich, Cambridge, Paris, Strasbourg και Heidelberg. Με την επιστροφή του, το 1931, αναγορεύεται διδάκτωρ και προάγεται σε τακτικό αστρονόμο. Το 1935 ο Σταύρος Πλακίδης εκλέγεται Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διατηρώντας τη θέση του ως προϊσταμένου του Αστρονομικού Τμήματος του Αστεροσκοπείου. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια το ΕΑΑ διαδέχονται τρεις διευθυντές, ο Καθ. Νικόλαος Κριτικός ανέλαβε προσωρινά έως το 1936, όποτε διορίσθηκε ο Καθ. Ιλίας Μαριολόπουλος. Τέλος, τo 1937, Διευθυντής του ΕΑΑ διορίζεται ο πλοίαρχος Γεώργιος Χόρς. Ο Καθηγητής Σ. Πλακίδης είναι πια γνωστός αστρονόμος και συνεχίζει το έργο του στην παρατηρησιακή αστροφυσική. Δημοσιεύει πολλές εργασίες του στα πιο έγκυρα αστρονομικά περιοδικά. Ιδιαίτερα γνωστή είναι η συνεργασία του με τον φημισμένο αστρονόμο της εποχής, Καθ. A. S. Eddington, στη μελέτη των μεταβλητών αστέρων μεγάλης περιόδου. Ο Καθ. Σ. Πλακίδης κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για τη μεταφορά των αστρονομικών παρατηρήσεων από το κέντρο της Αθήνας. Τελικά, λόγω των πολύ περιορισμένων οικονομικών του Αστεροσκοπείου και λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα πρόσβασης και ανέγερσης εγκαταστάσεων, επιλέγεται μια τοποθεσία στο λόφο “Κουφού” στην Πεντέλη και από το 1936 αρχίζουν οι πρώτες παρατηρήσεις. Δυστυχώς, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η κατάσταση στη μεταπολεμική Ελλάδα καθυστέρησαν για πολλά χρόνια την ανάπτυξη του Αστρονομικού Σταθμού Πεντέλης, αλλά και του Αστεροσκοπείου γενικά. Στο τέλος της, περίπου μισό αιώνα, ενεργής δραστηριότητάς του στο ΕΑΑ, ο Καθηγητής Σ. Πλακίδης μπόρεσε να δει το αποτέλεσμα αυτών των κόπων του, την εγκατάσταση του 62 εκ. τηλεσκοπίου Newall στη Πεντέλη και τη ανάπτυξη του Αστρονομικού Σταθμού ως σύγχρονο παρατηρητήριο.
Αστρονομικός Σταθμός Πεντέλης
Το σημαντικότερο ίσως μέλημα του Καθηγητή Πλακίδη είναι η μεταφορά των αστρονομικών παρατηρήσεων από το κέντρο της Αθήνας. Όμως η οικονομική κατάσταση του ΕΑΑ του περιορίζει ουσιαστικά τη δυνατότητα επιλογής απομακρυσμένης περιοχής. Έπειτα από την εξέταση τοποθεσιών της Αττικής, η επιλογή ήταν ο λόφος Κουφός στη Πεντέλη και το 1936 ξεκίνησαν οι πρώτες παρατηρήσεις. Ο Αστρονομικός Σταθμός Πεντέλης (ΑΣΠ) βρίσκεται σε απόσταση μόνο 15 χλμ. από το Θησείο, όμως εκείνη την εποχή ήταν ένα απομακρυσμένο και σκοτεινό μέρος. Αρχικά εδώ εκτελούνταν μόνο μετεωρολογικές παρατηρήσεις, ενώ το 1937 κατασκευάστηκε ένα μικρό κτίριο με θόλο όπου εγκαταστάθηκε το διοπτρικό τηλεσκόπιο Zeiss (11 εκ.). Στις παρατηρήσεις χρησιμοποιούνταν στο ΑΣΠ από τους αστρονόμους και άλλα μικρά τηλεσκόπια, όμως δεν υπήρχε μόνιμο προσωπικό στη Πεντέλη. Λόγω του πολέμου η ανάπτυξη του Σταθμού διακόπτεται και η κατάσταση παραμένει αμετάβλητη πάνω από μια δεκαετία.
Το διοπτρικό τηλεσκόπιο Newall
Το 1955, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών αποδέχεται τη δωρεά από το Πανεπιστήμιο του Cambridge του 62.5 εκ. διοπτρικού τηλεσκοπίου, το οποίο είχε κατασκευαστεί το 1868 από τους Thomas Cooke & Sons για τον R. S. Newall. Ο μακρύς σωλήνας (περίπου 9 μ) μαζί με το γερμανικού τύπου ισημερινό σύστημα στήριξης του τηλεσκοπίου ζύγιζαν περίπου εννέα τόνους και απαιτούνταν πολύ προσεκτική αποσυναρμολόγηση, μεταφορά και εγκατάσταση από την αρχή σε καινούργιο θόλο που έπρεπε να κατασκευαστεί στην Πεντέλη. Ασφαλώς, χρειάσθηκαν πολλές προσπάθειες για να βρεθούν τα απαιτούμενα ποσά. Οι δωρεές από τους Έλληνες εφοπλιστές και η δωρεάν μεταφορά που πρόσφερε ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιά ήταν ουσιαστικά για να έρθει το τηλεσκόπιο στην Πεντέλη. Η Κυβέρνηση χρηματοδότησε την κατασκευή του κτηρίου με το 14 μ. διαμέτρου θόλο. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής, το 1959, το τηλεσκόπιο “Newall” εγκαταστάθηκε στο νέο του σπίτι, στον ΑΣ Πεντέλης. Το τηλεσκόπιο εξοπλίστηκε με μια σειρά επιστημονικών οργάνων τα οποία αγοράστηκαν για την πραγματοποίηση των αστροφυσικών παρατηρήσεων: μια φωτογραφική κάμερα, ένας φασματογράφος, ένα πολωσίμετρο και ένα φωτόμετρο. Παρόλο που δεν ήταν ένα σύγχρονο για την εποχή όργανο, το τηλεσκόπιο αυτό χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα επί σειρά ετών από πολλούς αστρονόμους. Μεγάλος αριθμός εργασιών βασισμένων στις παρατηρήσεις με αυτό το τηλεσκόπιο δημοσιεύτηκαν στα εγκυρότερα αστρονομικά περιοδικά. Το βασικότερο είναι ότι η χρήση του προώθησε ουσιαστικά τους Έλληνες αστρονόμους στη σύγχρονη επιστήμη της παρατηρησιακής αστροφυσικής.
Νομοθετικό Διάταγμα 1378/1942
Με το Νομοθετικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 1378/1942 ιδρύονται τρεις (3) θέσεις διευθυντών για τα αντίστοιχα Τμήματα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Αστρονομίας, Μετεωρολογίας και Σεισμολογίας. «Την προεδρίαν του συμβουλίου του Αστεροσκοπείου αναλαμβάνει αυτοδικαίως, εκ περιτροπής επί διετίαν, έκαστος των τριών Διευθυντών- Καθηγητών κατά σειράν αρχαιότητος ως τακτικού καθηγητού του Πανεπιστημίου». Με τη ρύθμιση αυτή, εναλλάσσονται στην προεδρία του Κέντρου πολλοί καθηγητές που συμμετείχαν στη διοίκησή του.
Καθηγητής Άγγελος Γαλανόπουλος
Τη διεύθυνση του Γ.Ι. αναλαμβάνει, το 1949, ο Καθηγητής Άγγελος Γαλανόπουλος, στα χρόνια του οποίου αναπτύσσεται δίκτυο με 12 σύγχρονους για την εποχή σεισμογραφικούς σταθμούς, θεμελιώνεται ο Ελληνικός σεισμογραφικός σταθμός των Αθηνών στα πλαίσια και πρότυπα του Παγκόσμιου Σεισμογραφικού Δικτύου WWSSN και δημιουργείται το πρώτο δίκτυο επιταχυνσιογράφων.