23.7 C
Athens
Τετάρτη 23 Απριλίου 2025

«Ιστορία ενός αιχμαλώτου», μυθιστόρημα – ντοκουμέντο του Στρατή Δούκα

Πάνω: Ο Στρατής Δούκας ζωγραφισμένος από τον Σπύρο Παπαλουκά

 

Η «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» είναι μυθιστόρημα – ντοκουμέντο του Στρατή Δούκα. Πρωτοδημοσιεύθηκε το 1929 και ακολούθησε δεύτερη έκδοση το 1932. Είναι μια από τις συντομότερες και πιο δραστικές αφηγήσεις της περιπέτειας όσων δεν μπόρεσαν να διαφύγουν έγκαιρα από τη μικρασιατική ακτή το 1922. Η συγκλονιστική αυτή μαρτυρία από τη Μικρασία, έμεινε στην αφάνεια σχεδόν επί τρεις δεκαετίες για ν’ αναγνωριστεί αργότερα (τρίτη έκδοση 1958, τέταρτη 1962, πέμπτη 1969), ως ένα από τα αριστουργήματα της γενιάς του 1930.
Η αφήγηση είναι επικεντρωμένη σχεδόν αποκλειστικά στον αγώνα για επιβίωση του αιχμάλωτου Νικόλα Κοζάκογλου (Καζάκογλου στην πρώτη έκδοση) που κατόρθωσε να επιζήσει κάτω από οριακές συνθήκες αιχμαλωσίας. Ο συγγραφέας τις καταγράφει άμεσα με τον πιο απλό τρόπο γραφής, χωρίς ανώφελες ωραιολογίες και άσκοπους συναισθηματισμούς, ακριβώς όπως ο ίδιος ο Καζάκογλου του τις αφηγήθηκε το 1925 σε ένα χωριό της Κατερίνης. Έτσι είναι πολύ δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, να διακρίνει κανείς πού αρχίζει και πού τελειώνει η συμβολή του συγγραφέα. Γεγονός πάντως, είναι ότι το πρόσωπο του αφηγητή δεν προβάλλεται σε κανένα σημείο της αφήγησης· αντίθετα αναδύεται από την ουσία των γεγονότων που αφηγείται, αποκτώντας τις διαστάσεις ενός προσώπου συλλογικού. Ο πόνος και η απόγνωση της αιχμαλωσίας μοιάζει να μην είναι μόνο του αφηγητή αλλά πολλών ανθρώπων μαζί, όλων όσων είχαν την ίδια με αυτόν εμπειρία, τους οποίους εκπροσωπεί σαν ο κορυφαίος του χορού.

* Στο κλίμα των πριμιτιβιστικών ενδιαφερόντων της δεκαετίας του 1920 στην Ελλάδα, ο στόχος του Δούκα όταν πρωτοεξέδωσε το βιβλίο ήταν λαογραφικός. Η πρώτη και η δεύτερη έκδοση ήταν αφιερωμένες «στα κοινά μαρτύρια του ελληνικού και τουρκικού λαού». Στις επόμενες εκδόσεις του, το κείμενο της Ιστορίας υπέστη αλλαγές ιδιαίτερα με την τρίτη έκδοση (1958), που το μεταμόρφωσαν ιδεολογικά: οι πατριωτικές αναφορές ενισχύθηκαν και το κείμενο αφιερώθηκε πλέον «στα κοινά μαρτύρια των λαών», αλλαγή που μπορεί να οφείλεται στα γεγονότα της γερμανικής κατοχής και του Ολοκαυτώματος ή στις σοσιαλιστικές ιδέες του Δούκα. Στην πέμπτη έκδοση (1969) το προοίμιο αφαιρέθηκε. Από το 1980 και εξής, η Ιστορία καθιερώθηκε ως εθνικό κειμήλιο και, ενώ είχε τυπωθεί μόνο 7 φορές μέχρι τότε, γνώρισε πάνω από 20 ανατυπώσεις ως το 2000.

Θεατρική παράσταση

«Η Ιστορία ενός Αιχμαλώτου», του Στρατή Δούκα ανεβαίνει σε θεατρική μεταφορά και σκηνοθεσία του Μανώλη Γιούργου για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων στο χώρο τέχνης “Ιδιόμελο” στο Μαρούσι.

Στα 1928 δύο άντρες συναντώνται στο καφενείο ενός χωριού της Πιερίας. Ο ένας είχε αιχμαλωτισθεί πριν από 6 χρόνια από τους Τούρκους στη Μικρασιατική καταστροφή. Μέσα από τρομακτικές βαναυσότητες, καταφέρνει να δραπετεύσει μαζί με έναν σύντροφό του και έπειτα από περιπλανήσεις και παραπλανήσεις -καθώς υποδύεται τον Τούρκο- στο εχθρικό έδαφος και στο εχθρικό ανθρώπινο περιβάλλον, επιστρέφει στην πατρίδα και αφηγείται την οδύσσειά του.
Ο άλλος, πνευματικός άνθρωπος της εποχής, τον ακούει και καταγράφει ένα μέρος απ’ αυτήν την αδιανόητη ιστορία στη μνήμη του και το άλλο στο χαρτί, έκθαμβος για το «ωραίο αυτό λαϊκό λουλούδι του Λόγου» που του προσφέρεται. Θα φύγει στη Θεσσαλονίκη και θα την υπαγορεύσει ολόκληρη την ιστορία σε συγγενή του υποδυόμενος με τη σειρά του τον ήρωα. Αποτέλεσμα: ένα έργο υβριδικού χαρακτήρα (μαρτυρία και μυθοπλασία μαζί), με ιδιαίτερο θεατρικό ενδιαφέρον χάρη στην παραστατικότητα της αφήγησης και τον γνήσιο λαϊκό λόγο, θεωρούμενο ως ένα από τα 100 καλύτερα ελληνικά λογοτεχνικά βιβλία των τελευταίων δύο αιώνων!). Πρόκειται για την «Ιστορία ενός Αιχμαλώτου» του Στρατή Δούκα.

Στην εξιστόρηση η «μεγάλη» Ιστορία αγκαλιάζει τη «μικρή», την προσωπική ιστορία, και μαζί κι οι δύο γίνονται μύθος και ανεξίτηλο συλλογικό βίωμα, για μελλοντικούς χρόνους, επιβεβαιώνοντας έτσι τα διορατικά λόγια του Χρόνη Μίσιου: πως όταν «…ο άνθρωπος ξανακαταχτήσει την ανθρωπιά του, όταν ξαναρχίσει να δημιουργεί ανθρώπινο πολιτισμό, να γράφει πια την ιστορία κάθετα, όχι για λαούς και για μάζες, αλλά για τον Παύλο, για τη Ρηνιώ, για την Ελένη, για το μαστρο-Στέφανο… τότε μονάχα οι άνθρωποι θα ξέρουν τι κοστίζει η ιστορία, τι κοστίζει η συμμετοχή”. (Χρόνης Μίσσιος, «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς»).
Από τις 23 Ιανουαρίου 2016 μέχρι τις 27 Μαρτίου στον χώρο τέχνης «Ιδιόμελο» στο Μαρούσι «Η Ιστορία ενός Αιχμαλώτου», του Στρατή Δούκα ανεβαίνει σε θεατρική μεταφορά και σκηνοθεσία του Μανώλη Γιούργου για είκοσι παραστάσεις.

* Παίζουν οι ηθοποιοί Γιάννης Παπαθύμνιος και Νεκτάριος Παπαλεξίου
Σκηνικό: Βαγγέλης Λογοθέτης
Φωτογράφιση – Βίντεο: Μαριάννα Παναγιώτου

* Χώρος Τέχνης «Ιδιόμελο», Ελευθερίου Βενιζέλου 17 και Β. Κωνσταντίνου (πλησίον ΗΣΑΠ).
Παραστάσεις: Σάββατο και Κυριακή από τις 23/1/16 μέχρι τις 27/3/16
Ώρες παραστάσεων: Σάββατο στις 21.00 – Κυριακή στις 20.00
Είσοδος:
Κανονικό: 10 ευρώ
Φοιτητικό – Ανεργίας – Ατέλεια: 7 ευρώ
Διάρκεια: 2 ώρες (μαζί με το διάλειμμα)
Κρατήσεις: 210 6817042
και προπώληση στο viva.gr

Ο Στρατής Δούκας ζωγραφισμένος από τον Φώτη Κόντογλου

ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΟΙΝΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ

Η ιστορία τούτη είναι απόχτημα μιας βραδιάς που πέρασα σ’ ένα χωριό Αιχμαλώτων. Ήταν μιαν απλή και γλυκιά μονωδία που κυριαρχούσε, γιατί όλα σιωπούσαν και γι’ αυτό δε θα ταίριαζε ούτε σήμερα να τη συνοδέψω με προλόγους. Αν όμως τέλος αποφάσισα να προτάξω δυο λόγια είναι να διασαφηνίσω το σκοπό οπού προσφέρω δημόσια και με τ΄όνομά μου το ωραίο αυτό λαϊκό λουλούδι του Λόγου. Είναι να πω σ’ εκείνους που μπορούν και σε κείνους που πρέπει να ενδιαφερθούνε, πως είναι αστοργία σε ό, τι ύστερ’ από μας θαν έρτη, αστοργία στο νόημα της ζωής, που είναι οι χαρές και οι πόνοι μας, ν’ αφίνουμε να χάνουνται μέσα στην καταβόθρα της λήθης τα ωραία αυτά μαργαριτάρια που ΄ναι ατόφια τα δάκρυα της φυλής μας
Μονάχα οι ηλίθιοι και οι νεκροί έχουν δικαίωμα να λησμονούν. Μα όσοι έχουν την πνοή της ζωής μέσα τους οφείλουν να θυμούνται για να στοχάζουνται και να συχωρούν. Η μνήμη είναι εκείνη που δίνει θροφή στο πνεύμα και στην καρδιά. Η μνήμη ειν’ ένα ωραίο καθήκον μέσα στη ζωή. Ας βγουν λοιπόν από κάποια πρωτοβουλία ένα ή δυο πλήρη συνεργεία κι ας συλλέξουν αυτά τα πολύτιμα ψηφιδώματα με τα οποία θα στολίσουμε το νέο πνευματικό ναό μας. Χωρίς αυτά θάναι τρομακτικά άδειος· συλλέξατέ τα, ψηφί ψηφί, με προσοχή και μ’ αγάπη και μην αφίνετε να χάνεται ό, τι είναι ακριβά πληρωμένο.
Για μιαν ανάλογη, λοιπόν, πλήρη εργασία, προσφέρω, προς το παρόν, την ιστορία τούτη σα μια δοκιμή και μιαν απλή προσπάθεια.

ΣΤΡΑΤΗΣ ΔΟΥΚΑΣ

Μάρτης 1929

* Σημείωση: κρατήθηκε η ορθογραφία (πλην του πολυτονικού φυσικά) του κειμένου της α’ έκδοσης

Ιστορία ενός αιχμαλώτου – Στρατής Δούκας (απόσπασμα)

Το πρωί μας σηκώσανε για το Αχμετλί. Άμα φτάσαμε, ο λοχαγός μάς περίμενε στο σταθμό κι απ’ αυτόν μάθαμε πως θα μέναμε εκεί.
Μας τράβηξε σ’ έναν ξερότοπο και μας άφησε στον ήλιο. Εμείς τον παρακαλούσαμε να μας βάλει απ’ το άλλο μέρος που είχε δέντρα.
― Όχι, μας είπε, στον ήλιο. Κι έφυγε.
Τ’ απομεσήμερο έπιασε βροχή· χαρήκαμε. Ήπιαμε με τη φούχτα μας νερό, πλυθήκαμε και δροσιστήκαμε. Άμα πήρε το βράδυ, ήρθε ο λοχαγός και μας έβαλε κάτω από ’να υπόστεγο. Στο πόδι ξημερωθήκαμε. Όλη τη νύχτα έβρεχε.
Το πρωί ήρθε πάλι· κοντά του είχε κι ένα γραμματικό. Μας χώρισε σε λόχους, κι έβγαλε τους τεχνίτες, φουρνάρηδες, ζυμωτήδες, καμιά δεκαριά, μαραγκούς, σιδεράδες είκοσι, χτίστες, σουβατζήδες άλλους τόσους· κι όπως τους χώριζε έλεγε:
― Εσείς που τα γκρεμίσατε, να τα χτίσετε.
Και τους παράδωσε στους στρατιώτες.
Ο γραμματικός φώναξε:
― Μυλωνάς δεν είναι κανένας από σας; Καρπό έχουμε ν’ αλέσουμε. Δεν ξέρει κανένας σας μυλωνάς;
Βγήκε ο αδερφός μου και δυο άλλοι.
Οι ζυμωτήδες πήγαν στο φούρνο, κι έβγαλαν κουραμάνα, από κριθάρι ακοσκίνιστο. Κι από κείνη τη μέρα μας μοίραζαν από ’να τέταρτο στον καθένα μας. Ένα βράδυ δυο ζυμωτήδες έκλεψαν λίγο χαμούρι γιατί ’χαν στο νου τους να το σκάσουν. Κι ο σκοπός τους έπιασε την ώρα που το έκλεβαν. Το πρωί τους πήγαν στο λοχαγό, που έμενε εκεί κοντά μας σε μια καλύβα.
― Τούτοι εδώ χτες βράδυ έκλεψαν χαμούρι για να φύγουν, του λένε.
Ο λοχαγός έβγαλε το πιστόλι του.
― Να, έτσι θα πάτε σα σκυλιά όσοι κάνετε αυτά, είπε και τους σκότωσε μπροστά μας. Ύστερα μας έβαλε αγγαρεία να καθαρίσουμε το σταθμό. Απ’ την ακαθαρσία, μας πόνεσαν τα μάτια. Κι ένας λοχίας που μας παράστεκε, Τουράν τον λέγανε, μας φώναζε άγρια και μας χτυπούσε, για να τον καμαρώνουνε μεσ’ απ’ το τρένο οι γυναίκες. Κι όποιοι από μας είχαν βαρύ πονόματο τους έλεγε πως θα τους πάει στο νοσοκομείο να τους γιατρέψει, κι αυτός τους τράβαγε μες στη χαράδρα και τους ξεπάστρευε.
Ένα βράδυ ο λοχαγός έδωσε διαταγή στη φρουρά να πουν στα χωριά, όσοι θέλουν παραγιούς να ’ρχονται να παίρνουν.
― Έχουμε, να τους πείτε, απ’ όλους· τσοπάνηδες, χτίστες, σιδεράδες, ό, τι θέλουν.
Το πρωί έφτασαν οι μουχτάρηδες κι άρχισαν να διαλέγουν πενήντα, ογδόντα, όσους ήθελαν από μας, σα να ’μαστε ζωντόβολα.
Τότε συμφωνήσαμε, δώδεκα χωριανοί, να μάθουμε κανένα καλό χωριό, κι όταν ξανάρθουν και ζητήσουν, να πάμε όλοι μαζί.
Από λίγες μέρες ένας δεκανέας που μας συμπαθούσε, γιατί του είχαμε χαρίσει, από την αρχή όταν πιαστήκαμε, ένα ζουνάρι που του άρεσε, μας λέγει:
― Ετοιμαστείτε. Εδώ κοντά είναι ένα καλό χωριό, το Μπουνάρ-Μπασί, στο Μποζ-Νταγ. Θα περάσετε καλά.
Τον ρωτήσαμε αν θα ’ρθει κι αυτός μαζί.
― Όχι, μας λέγει, εμένα δε μ’ αφήνει ο λοχαγός. Θα σας παραδώσω στο μουχτάρη.
Μας παράδωσε και φύγαμε.
Στο δρόμο απάνω, βρήκαμε μια γκορτσιά και πέσαμε στ’ άγουρα γκόρτσα.
―Μπρε σεις, ελάτε, φώναζε ο μουχτάρης, μας πήρε το βράδυ.
Κι εμείς μπήκαμε στο δρόμο τρώγοντας.
Στο χωριό φθάσαμε νύχτα. Μας μοίρασαν σε τρεις μεριές, από τέσσερις.
Είκοσι μέρες δουλέψαμε σ’ αυτό το μέρος. Κι απ’ την πρώτη μέρα που πήγαμε, βάλαμε με το νου μας να λιποταχτήσουμε, κι αρχίσαμε στα κρυφά να κρατούμε ψωμί, κι ό, τι άλλο βαστούσε απ’ το φαγί μας, για το δρόμο.
Τέλος ορίσαμε τη μέρα. Παρασκευή μεσάνυχτα να ξεκινήσουμε. Κι όταν ήρθε η ώρα, ξύπνησα το σύντροφό μου, κι ένας με τον άλλο ξυπνήσαμε όλοι. Μα οι άλλοι μετάνιωσαν. Εμείς τους είπαμε: τ’ αποφασίσαμε πια, θα φύγουμε. Και φύγαμε.

ΣΤΡΑΤΗΣ ΔΟΥΚΑΣ (1895-1983)

Ο Στρατής Δούκας γεννήθηκε στα Μοσχονήσια του Αδραμυτινού κόλπου της Μικράς Ασίας, γιος του Κωσταντή Δούκα και της Αιμιλίας το γένος Χατζηαποστολή. Είχε ένα μεγαλύτερο αδερφό, τον Αλέκο. Τέλειωσε το σχολαρχείο στη γενέτειρά του και το γυμνάσιο στο Αϊβαλί. Το 1912 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγκατοίκησε με τον Φώτη Κόντογλου, με τον οποίο συνδεόταν φιλικά από τα γυμνασιακά χρόνια. Διέκοψε τις σπουδές του μετά το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και επισκέφτηκε τη Λέσβο και το Άγιον Όρος. Το 1913 οργάνωσε λαογραφικές μελέτες στη Μυτιλήνη από κοινού με τον Αντώνη Πρωτοπάτση και τρία χρόνια αργότερα κατατάχτηκε εθελοντικά στην Εθνική Άμυνα. Πολέμησε στη Μακεδονία και τη Μικρασία και τραυματίστηκε. Αποστρατεύτηκε το 1923 και στράφηκε στην προσπάθεια διάδοσης της μικρασιατικής λαϊκής τέχνης και βιοτεχνίας (αγγειοπλαστική και ταπητουργία) στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα οργάνωσε εκθέσεις ζωγραφικής με έργα των Φώτη Κόντογλου και Σπύρου Παπαλουκά. Με τους δύο τελευταίους υπήρξε επίσης συνιδρυτής του Συλλόγου Μουσικών Τεχνών της Μυτιλήνης (μαζί με τον Στρατή Μυριβήλη) και της Εταιρείας Διακοσμητικής Τέχνης της Αθήνας. Υπήρξε επίσης βασικό στέλεχος των περιοδικών Φιλική Εταιτρεία και Φραγγέλιο και καλλιτεχνικός διευθυντής της εταιρείας Αγγειοπλαστικής της Κιουτάχειας. Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Μακεδονία και Εφημερίς των Βαλκανίων (Θεσσαλονίκης) και Ελεύθερος Λόγος (Μυτιλήνης). Ύστερα από μια σοβαρή ασθένεια το 1927 και ανάρρωσή του στη Θεσσαλονίκη, άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και περιόδευσε δύο φορές ανά τη μακεδονική επαρχία, εμπειρία που του έδωσε υλικό για δημοσιογραφική έρευνα που δημοσίευσε στην εφημερίδα Πρωία (Ορεινή Ελλάδα), για κάποια εικαστικά έργα του, καθώς επίσης για το αφήγημα Η ιστορία ενός Αιχμαλώτου. Από το 1929 άρχισε να συνεργάζεται με τις αθηναϊκές εφημερίδες Πρωία, Πολιτεία και Νέος Κόσμος ως δημοσιογράφος και παράλληλα δημοσίευσε λυρικά κείμενα στο περιοδικό Κύκλος. Το 1931 ξεκίνησε η ενασχόλησή του με το έργο του γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά και γνωρίστηκε με τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη. Το 1934 πήρε μέρος στην ίδρυση της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Συνεργάστηκε επίσης στην ίδρυση και την κυκλοφορία του περιοδικού Το Τρίτο Μάτι μαζί με τους Πικιώνη, Παπαλουκά, Χατζηκυριάκο – Γκίκα και Καραντινό (1935-1937) και το περιοδικό Νεοελαία (1939-1940). Από το 1937 ως το 1939 εργάστηκε ως γραμματέας της τουριστικής επιτροπής Θεσσαλονίκης και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου υπηρέτησε ως αξιωματικός.

Το 1942 επέστρεψε στην Αθήνα και παντρεύτηκε τη Δήμητρα Δούκα που ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνία. Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση από τις γραμμές του ΕΑΜ και εντάχτηκε στο ΚΚΕ. Κακοποιήθηκε από τους Γερμανούς κατακτητές για τη δράση του. Μετά την απελευθέρωση υπηρέτησε στα ιατρεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ελεύθερα Γράμματα (1949-1950 διευθυντής), Ο αιώνας μας, Ποιητική Τέχνη και Ζυγός. Υπήρξε σύμβουλος (1949-1953) και γενικός γραμματέας (1953-1960) της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Το 1962 έφυγε για να υποβληθεί σε εγχείρηση προστάτη στη Μόσχα. Η εγχείρηση δεν έγινε τελικά και ο Δούκας πέρασε την υπόλοιπη ζωή του κατάκοιτος στο σπίτι του στην Αθήνα. Συνεργάστηκε τότε με το περιοδικό Διαγώνιος της Θεσσαλονίκης και ολοκλήρωσε τα λογοτεχνικά του έργα Οδοιπόρος και Ενώτια, καθώς και τα κείμενά του για τον Χαλεπά. Διώχθηκε από το δικτατορικό καθεστώς του Παπαδόπουλου και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε γηροκομεία. Τη χρονιά του θανάτου του πρόλαβε να αναγορευτεί επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και επίτιμο μέλος του Pen – Club και επίτιμος δημότης Ζωγράφου. Ο Δήμος Ζωγράφου δημιούργησε ένα μικρό μουσείο με χειρόγραφα και σχέδια του Στρατή Δούκα στο πνευματικό του κέντρο. Το συγγραφικό έργο του Στρατή Δούκα τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία του Μεσοπολέμου και εκτείνεται χρονικά ως τη μεταπολεμική πεζογραφία μας. Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι η παράλληλη στήριξή του τόσο στην παράδοση, όσο και στα ανανεωτικά ρεύματα του καιρού του, η αξιοποίηση της λαϊκής γλώσσας και το βιωματικό στοιχείο.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία

• Βαφόπουλος Γ.Θ., Σελίδες αυτοβιογραφίαςΑ΄, σ.237-238. Θεσσαλονίκη, 1970.
• Ζερβού Θεοδώρα, «Στρατής Δούκας: Δεν εννοώ τέχνη χωρίς βίωμα, χωρίς ζωή», Διαβάζω74, 27/7/1983, σ.64-70 (συνέντευξη).
• Κόντογλου Φώτης, Κριτική για την Ιστορία ενός αιχμαλώτου, Ελληνικά Γράμματα, 4/5/1929.
• Κόρφης Τάσος, «Δούκας Στρατής», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
• Κόρφης Τάσος, «Η έντεχνη χρήση του λαϊκού λόγου και ο Στρατής Δούκας», Καταθέσεις όψεως, σ.36-39. Αθήνα, 1982.
• Κόρφης Τάσος, Βιογραφία Στρατή Δούκα 1895-1986. Αθήνα, Πρόσπερος, 1988.
• Κόρφης Τάσος, «Στρατής Δούκας», Η μεσοπολεμική πεζογραφία· Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Γ΄, σ.322-342. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.
• Μητσάκης Κάρολος, «Στρατής Δούκας», Νεοελληνική πεζογραφία· Η γενιά του ’30, σ.41-44. Αθήνα, Ελληνική Παιδεία, 1977.
• Παπαγεωργίου Κώστας, «Δούκας Στρατής», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985.
• Πεντζίκης Νίκος-Γαβριήλ, «Το βασιλόπουλο που δεν βλέπει ούτε ακούει», Κοχλίας, 1/1947, σ.11-12.
• Πολίτης Φώτος, Κριτική για την Ιστορία ενός αιχμαλώτου, Ελεύθερο Βήμα, 10/5/1929.
• Τσιάμης Μήτσος Ν., «Στρατής Δούκας – Ο συγγραφέας της Ιστορίας ενός αιχμαλώτου», Μορφές του Αιγαίου ΙΙ, σ.12-19. Αθήνα, Παπαδήμας, 1990.
• Χριστιανόπουλος Ντίνος, Στρατής Δούκας. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περιοδικό Διαγώνιος, 1969 (το ίδιο στο Συμπληρώνοντας κενά: Σολωμός – Καβάφης – Καββαδίας – Δούκας – Λαούρδας· Φιλολογικές μελέτες, σ.167-241. Αθήνα, Ρόπτρον, 1988).
Αφιερώματα περιοδικών
• Τομές 6, 11/1976
• Η λέξη 24, 5-6/1983.
• Το Φραγγέλιο, 5.

Εργογραφία

(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) 1

Ι. Πεζογραφία
• Ιστορία ενός αιχμαλώτου. Αθήνα, Χ.Γανιάρης, 1929.
• Εις εαυτόν. Αθήνα, Έκδοση του συγγραφέα, 1930.
• Γράμματα και συνομιλίες. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περ. Διαγώνιος, 1966.
• Ο βίος ενός αγίου (Γιαννούλης Χαλεπάς). Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περιοδικό Διαγώνιος, 1967.
• Οδοιπόρος. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περιοδικό Διαγώνιος, 1968.
• Δεσμός. Αθήνα, Κέδρος, 1970.
• Μαρτυρίες και κρίσεις. Αθήνα, Ιωλκός, 1971 (και διορθωμένη έκδοση Αθήνα, Ιωλκός, 1972).
• Ο μικρός αδελφός. Αθήνα, 1972.
• Ενώτια. Αθήνα, 1974.
• Ενθυμήματα από δέκα φίλους μου. Αθήνα, Κέδρος, 1976.
• Οι δώδεκα μήνες. Αθήνα, Κέδρος, 1982.
• Θερμοκήπιο. Αθήνα, Κέδρος, 1982.
ΙΙ. Δοκίμια – Μελέτες
• Υποθέσεις και λύσεις πάνω σε προβλήματα της ζωής και του έργου του Γιαννούλη Χαλεπά. Αθήνα, Κέδρος, χ.χ.
• Το εικονογραφικό έπος της ανατολικής εκκλησίας. Αθήνα, ιδιωτική έκδοση, 1948.
• Γιαννούλης Χαλεπάς· Νέα βιογραφικά. Αθήνα, 1952.
• Γιαννούλης Ιωάννου Χαλεπάς. Έκδοση της Αδελφότητας Τηνίων, ανάτυπο από την Επετηρίδα της Εταιρείας Κυκλαδικών ΜελετώνΒ΄, 1962.
• Ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περ. Διαγώνιος, 1966.
• Ο βίος ενός αγίου· Γιαννούλης Χαλεπάς. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περ. Διαγώνιος, 1967.
• Γιαννούλης Χαλεπάς. (δεύτερη έκδοση Αθήνα, Κέδρος, 1978).
• Μαρτυρίες και κρίσεις. Αθήνα, Ιωλκός, 1971.
• Γράμματα και συνομιλίες. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περ. Διαγώνιος, 1965.
ΙΙΙ.Λευκώματα
• Σχέδια του Στρατή Δούκα. Αθήνα, Άγρα, 1979. 1. Για περισσότερα εργογραφικά στοιχεία για το Στρατή Δούκα βλ. το λήμμα Κόρφης Τάσος, «Στρατής Δούκας», Η μεσοπολεμική πεζογραφία· Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Γ’, σ.322-342. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.

Σχετικά άρθρα

Κυνηγήστε μας

6,398ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
713ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -