***
Η πρώτη γνωστή φωτογράφηση στην Ακρόπολη έγινε το 1921 από τον φωτογράφο, ζωγράφο και επιμελητή έργων τέχνης Έντουαρντ Γιαν Στέιχεν (Edward Jean Steichen 1879-1973), που απαθανάτισε τη «μητέρα του σύγχρονου χορού», Ισιδώρα Ντάνκαν (Isadora Duncan, 27 Μαΐου 1877- 14 Σεπτεμβρίου 1927), λάτρη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Η Ντάνκαν είχε έρθει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1903 δίνοντας παραστάσεις στο «Βασιλικό Θέατρο» και δημιούργησε μαζί με τον αδελφό της το «Σπίτι του Χορού» στον σημερινό Βύρωνα. Το καλοκαίρι του 1921 βρισκόταν στη Βενετία, όπου γνώρισε τον Στέιχεν.
Η χορεύτρια, αφού βεβαιώθηκε ότι ο φωτογράφος θα μπορούσε να κάνει κινούμενες εικόνες του χορού της στην Ακρόπολη, τον έπεισε να τη συνοδεύσει στην Αθήνα.
Έπειτα από άδεια που έλαβαν, άρχισε η φωτογράφιση της Ισιδώρας, αρχικά με φόντο το Ερεχθείο και στη συνέχεια πίσω από τον Παρθενώνα. Ο Edward Steichen σε motion pictures απαθανάτισε την Ντάνκαν να χορεύει σαν αρχαία Ελληνίδα στον Παρθενώνα. Το αποτέλεσμα ήταν αριστουργηματικό και οι φωτογραφίες ονομάστηκαν από τον δημιουργό τους ως η «επίδραση της φωτιάς» – «Wind Fire».
Κατά την παραμονή της στην Αθήνα, η Ντάνκαν ανέβαινε συχνά στην Ακρόπολη, καλώντας τις δυνάμεις των μνημείων να της στείλουν την έμπνευση. Οι περιγραφές των στιγμών της αναμονής είναι έντονα συναισθηματικές και απροσποίητες:
«Για πολλές μέρες καμία κίνηση δε μου ερχόταν. Και τότε, μια μέρα γεννήθηκε στον νου μου μία σκέψη: οι κίονες αυτοί φαίνονται τόσο ίσιοι, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι· καθένας κυρτώνει ελαφρά από τη βάση προς την κορυφή, καθένας βρίσκεται σε ρέουσα κίνηση, αεικίνητος, και η κίνηση του καθενός εναρμονίζεται με των άλλων. Κι ενώ έκανα αυτή τη σκέψη, τα χέρια μου υψώθηκαν αργά προς τη μεριά του Ναού και έγειρα μπροστά – και τότε ήξερα πως είχα βρει τον χορό μου και πως ο χορός αυτός ήταν μια Προσευχή».
Ο Steichen είχε ταξιδέψει στην Ακρόπολη με τις Isadorables επειδή η Ντάνκαν του είχε υποσχεθεί το αδιανόητο: ότι θα τον αφήσει να την κινηματογραφήσει για πρώτη και τελευταία φορά. Πράγμα που δεν έγινε ποτέ και από κανέναν. Κι έτσι, με μια φωτογραφική μηχανή που δανείστηκε, τράβηξε μερικές φωτογραφίες της που έμειναν κι αυτές στην Ιστορία.
Μία από τις πιο ποιητικές φωτογραφίες του Steichen. H κοπέλα με το διάφανο αραχνοΰφαντο πέπλο είναι η Τερέζα Ντάνκαν, μία από τις επτά θετές κόρες της Ισιδώρας. Η φωτογραφία είναι γνωστή και με το όνομα “Άνεμος της Φωτιάς”, ονομασία που έδωσε ο ίδιος ο Steichen, όταν προσπάθησε να περιγράψει την αίσθηση της στιγμής της φωτογράφησης. “Ο αγέρας ἐσφιγγε τα πέπλα πάνω στο κορμί της και οι άκρες τους χτυπούσαν και κυμάτιζαν. Θα έλεγε κανείς ότι τριζοβολούσαν. Έδιναν την εντύπωση της φωτιάς. Άνεμος Φωτιάς”: είναι τα λόγια με τα οποία ο Steichen προσπάθησε να αποδώσει τη μαγεία της στιγμής. Πρόκειται για μία εικόνα όχι μόνο οπτική, αλλά και ακουστική και απτική, αφού κινητοποιεί την όραση, την ακοή και την αφή. Χωρίς αμφιβολία ο αρχαιολογικός χώρος και τα μνημεία της Ακρόπολης έχουν φωτογραφηθεί πολλές φορές στο παρελθόν, συνεχίζουν να φωτογραφίζονται στο παρόν και θα φωτογραφίζονται στο μέλλον.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα, που άρχισε να χρησιμοποιείται σχετικά ευρέως η φωτογραφική μηχανή, ξένοι αρχαιολάτρες ταξιδιώτες και περιηγητές φωτογράφισαν την Ακρόπολη για να διατηρήσουν στη μνήμη της προσωπικής τους ιστορίας εικόνες από την επίσκεψή τους σ’ ένα χώρο-σύμβολο και μύθο για την παγκόσμια συλλογική συνείδηση. Εκτός όμως από αυτούς τους ταξιδιώτες – τουρίστες, υπήρξαν και διάφοροι καλλιτέχνες που επισκέφθηκαν την Ακρόπολη για να αποτυπώσουν ιδεατές εικόνες ενός ιδεατού χώρου. H Ισιδώρα Ντάνκαν θεωρείται από κάποιους ότι είχε σημαντικό ρόλο στη γένεση του μοντέρνου χορού.
Λάτρευε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και οι χορογραφίες της ήταν εμπνευσμένες από τις κινήσεις αρχαίων ελληνικών αγαλμάτων και εικόνων αρχαίων αγγείων. Επιθυμούσε να αναβιώσει τον αρχαίο ελληνικό χορό ή τέλος πάντων αυτό που πίστευε και φανταζόταν ότι ήταν ο αρχαίος ελληνικός χορός. Χόρευε φορώντας αραχνοΰφαντα αέρινα πέπλα και χιτώνες. Συμμετείχε στις Δελφικές Γιορτές που είχε χρηματοδοτήσει η Εύα Πάλμερ, η πρώτη σύζυγος του Άγγελου Σικελιανού.
Ο Edward Steichen θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους φωτογράφους του 20ού αιώνα. Ως τις αρχές του 20ού αιώνα ακολουθούσε το ρεύμα του πικτοριαλισμού – ιμπρεσιονισμού στη φωτογραφία. Την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918) γνώρισε τη φρίκη των πολεμικών συγκρούσεων στο μέτωπο της Γαλλίας. Μετά το τέλος του πολέμου αισθάνθηκε την ανάγκη να αλλάξει τον τρόπο που έβλεπε και φωτογράφιζε τα πράγματα. Για αυτό, αποφάσισε να κάνει ένα μεγάλο ταξίδι στην Ανατολή για να αναζητήσει νέους δρόμους για την τέχνη του. Στη Βενετία συνάντησε την τότε διάσημη χορεύτρια και γνωστή στους κοσμικούς κύκλους της Ευρώπης Ισιδώρα Ντάνκαν που τον έπεισε να ταξιδέψει μαζί της στην Αθήνα, δίνοντάς του την υπόσχεση ότι θα τον άφηνε να την κινηματογραφήσει. Τελικά, όμως, η Ισιδώρα αρνήθηκε να συνεργαστεί για το γύρισμα ταινίας, ωστόσο δέχθηκε να τη φωτογραφήσει στον Παρθενώνα μαζί με τις θετές της κόρες.
Στην Ακρόπολη ο Steichen τράβηξε ίσως τις τελευταίες ποιητικές του φωτογραφίες που ακόμα ήταν κοντά στην ατμόσφαιρα του πικτοριαλισμού.
Οι λήψεις είναι ονειρικές, στιγμές ανείπωτης ομορφιάς που εντυπώνονται από το φακό του Steichen: H φιγούρα της Iσιδώρας ανάμεσα στις κολόνες του Παρθενώνα.
Την Iσιδώρα Ντάνκαν την ονόμαζαν και “η ξυπόλητη χορεύτρια”, γιατί συνήθιζε να χορεύει ξυπόλητη.
Η ζωή της ήταν πραγματικά περιπετειώδης, θυελλώδης, συναρπαστική, γεμάτη δυνατές συγκινήσεις και πάθος. Η μοίρα, ωστόσο, επεφύλασσε στην Ισιδώρα θλιβερές στιγμές και τραγικό τέλος. Καταγόταν από πολύ εύπορη οικογένεια, αλλά όταν ο πατέρας της πτώχευσε, αναγκάστηκε να ζήσει με στερήσεις.
Σπούδασε χορό, έδινε παραστάσεις και δίδασκε χορό. Έγινε διάσημη, όταν έφυγε από την Αμερική για περιοδεία στην Ευρώπη. Έζησε στη Δυτική Ευρώπη, στην Ελλάδα και τη Ρωσία. Υπήρξε η μούσα διαφόρων καλλιτεχνών (ποιητών, ζωγράφων, του γλύπτη Ροντέν). Είχε δύο παιδιά από δύο διαφορετικούς άνδρες, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, τα οποία βρήκαν τραγικό θάνατο στο Παρίσι, όταν το αμάξι στο οποίο βρίσκονταν κύλησε και έπεσε στο Σηκουάνα (ο οδηγός κατέβηκε για να γυρίσει τη μανιβέλα και ξέχασε να σηκώσει το χειρόφρενο). Ένας από τους συζύγους της ήταν εκατομμυριούχος, γόνος της πλούσιας οικογένειας Σίνγκερ.
Το 1922 παντρεύτηκε τον κατά αρκετά χρόνια νεότερό της Ρώσο ποιητή Σεργκέι Γιεσένιν και εγκαταστάθηκε μαζί του στη Σοβιετική Ένωση όπου και άνοιξε σχολή χορού. Παρά τις φιλοαριστερές ιδέες που είχε εκείνη την περίοδο της ζωής της, η Ισιδώρα δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στο σοβιετικό καθεστώς και έφυγε στη Δυτική Ευρώπη. Ο Σεργκέι αυτοκτόνησε το 1925, ενώ η ίδια βρήκε τραγικό θάνατο το 1927 στη Νίκαια της Γαλλίας. Πνίγηκε από το μακρύ φουλάρι που φορούσε, όταν αυτό τυλίχτηκε στις ρόδες του πολυτελούς σπορ αυτοκινήτου (Bugatti) που επέβαινε.
- Πηγή πληροφοριών: Βλ. Άλκης Ξανθάκης, Ιστορία της Ελληνικής φωτογραφίας 1839-1970, Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα, 2008.