Του Παναγιώτη Μήλα
Η «Έντα Γκάμπλερ», του Ερρίκου Ίψεν στην Πλατεία Ομονοίας. Η Ειμαρμένη Ξανθάκη (Έντα Γκάμπλερ), ο Μήτσος Μυράτ (Γιέργκεν Τέσμαν), η Κυβέλη Αδριανού (Τέα Έλβστεντ), ο Πέτρος Λέων (Δικαστής Μπρακ), ο Νίκος Παπαγεωργίου (Άιλερτ Λέβμποργκ), η Νέλλη Δαναού (θεία Γιούλε), η Κορίννα Ιωαννίδου (Μπέρτα). Στο θερινό θέατρο της Νέας Σκηνής στις 12 Ιουνίου 1903, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Χρηστομάνου
Στην ίδια πλατεία η Μαρίκα Κοτοπούλη και στο δικό της θέατρο υποδύεται την Έντα για πρώτη φορά το 1921. Την παράσταση προλογίζει ο λογοτέχνης Λέων Κουκούλας στις 30 Σεπτεμβρίου του 1921. Η Κοτοπούλη επανέλαβε την Γκάμπλερ και το 1926.
Και η Κυβέλη (η Τέα του 1903) στις 29 Ιουνίου 1915 ερμήνευσε τη θρυλική ιψενική ηρωίδα. Την ακολούθησαν μεγάλες Ελληνίδες ηθοποιοί: Η Κατερίνα Ανδρεάδη, η Μαρία Βάνδη, η Μαίρη Αρώνη, η Έλσα Βεργή, η Τζένη Καρέζη στην Αθήνα, η Αντιγόνη Βαλάκου στη Θεσσαλονίκη και η Κατίνα Παξινού το 1942 στη Νέα Υόρκη.
Από την πρώτη «Ελληνίδα» Γκάμπλερ, έχουν περάσει 115 χρόνια. Από τότε το κοσμοπολίτικο ύφος της πλατείας έχει ήδη μετατραπεί σε ένα συνονθύλευμα χωρίς προσωπικότητα. Η λαμπερή πλατεία είναι τώρα το πιο αδιάφορο και σκοτεινό σημείο της ελληνικής πρωτεύουσας.
Την ίδια πλατεία, που «περπάτησε» η Έντα το 1903, επέλεξε η Άντζελα Μπρούσκου για να φέρει την κόρη του στρατηγού Γκάμπλερ σήμερα, το 2018. Το δημιούργημα του Ερνέστου Τσίλλερ, το εμβληματικό ξενοδοχείο «Μπάγκειον», άνοιξε την πύλη του. Ανεβαίνοντας τη φαρδιά μαρμάρινη σκάλα η Έντα φθάνει στον πρώτο όροφο όπου στη μεγάλη αίθουσα του χορού –που είχε γυάλινη στέγη, το 1904– ζει τις πρώτες μέρες με τον σύζυγό της Γιέργκεν Τέσμαν αμέσως μετά την επιστροφή τους από τον μήνα του μέλιτος.
***
Ασφαλώς το δέλεαρ για να δει κάποιος σήμερα την Hedda Gabler του Henrik Ibsen δεν είναι το γεγονός ότι φιλοξενείται στο ιστορικό ξενοδοχείο. Μάλιστα να θυμίσω εδώ πως το 1926 ο περίφημος θεατρικός κριτικός «Άλκης Θρύλος» (η Ελένη Ουράνη) ήταν ο πρώτος που κατηγόρησε «ανοιχτά» τον Ίψεν ως ξεπερασμένο υπογραμμίζοντας πως οι απόψεις του συγγραφέα «είναι αναντίρρητο πως δεν στέκονται πια σήμερα»… Όμως η πραγματικότητα διέψευσε την κριτική.
* Το 1891 ο Edmund Gosse, σε μια κριτική του, αναφέρει ότι «ο Ίψεν ικανοποιεί εδώ “επικινδύνως” την επιθυμία του για σύντομη και περιεκτική έκφραση. Οι σχεδόν σιωπηλές, πολύ σύντομες – σαν πυροτεχνήματα – συζητήσεις, τα θραύσματα προτάσεων – πολλές φορές χωρίς ρήματα, οι προτάσεις που δεν καταλήγουν πουθενά, οι αινιγματικές ερωτήσεις, παραπέμπουν στη στιχομυθία των ελληνικών και των γαλλικών τραγωδιών».
* O James McFarlane εστιάζει στον κεντρικό χαρακτήρα του έργου λέγοντας πως «η Έντα είναι μια από τις λιγότερο εύγλωττες ηρωίδες στην παγκόσμια δραματουργία».
* Ενώ και η Else Host τονίζει ότι η Γκάμπλερ «είναι από τις πιο λιγόλογες ηρωίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας».
* Τέλος, η Ellen Hartmann επισημαίνει ότι επειδή οι ηρωίδες του Ίψεν δεν έχουν μητέρα «είναι τόσο ισχυρές, ανεξάρτητες και δυναμικές προσωπικότητες».
Για την Hedda Gabler μίλησαν στο catisart.gr και οι πρωταγωνιστές της:
* Η Παρθενόπη Μπουζούρη τονίζει πως «το έργο είναι αριστουργηματικά γραμμένο. Είναι μάθημα γραφής. Ένα φλεγόμενο παγόβουνο. Κάθε λέξη έχει αξία και ό,τι δεν λέγεται γίνεται αντιληπτό τόσο καθαρά. Ο Ίψεν εν έτει 1890 ανεβάζει στη σκηνή μια ηρωίδα του 21ου αιώνα».
* Η Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου σημειώνει ότι «στην Έντα Γκάμπλερ βλέπουμε για πρώτη φορά να αναφέρεται ο όρος «τρίγωνο» μέσα στο ίδιο το κείμενο. Το αναφέρει ο Δικαστής Μπρακ στην προσπάθειά του να κατοχυρωθεί ως τρίτο πρόσωπο ενός τριγώνου. Στο έργο δημιουργούνται διαφόρων ειδών τρίγωνα, η Τέα, όπως και τα υπόλοιπα πρόσωπα, αποτελούν κάποιες πλευρές».
* Ο Φιντέλ Ταλαμπούκας παρατηρεί πως στο έργο «υπάρχουν κωμικά στοιχεία. Ο Ίψεν είναι πολύ μεγάλος συγγραφέας για να κάνει ένα τέτοιο κατασκευαστικό λάθος, να αφήσει ένα κείμενο χωρίς ανάσες ελαφρότητας».
* Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου υπογραμμίζει ότι «η Έντα, σαν γνήσια ρομαντική ηρωίδα, έχει εμμονή με την ομορφιά. Όλα γύρω της πρέπει να περιβάλλονται από έναν πολύ αυστηρό αισθητικό κώδικα και ό,τι βρίσκεται εκτός του πλαισίου αυτού είναι απόλυτα καταδικαστέο. Στη ζωή, όμως, τα πράγματα δεν είναι απόλυτα. Το απόλυτο δεν αντέχει».
***
Ας έρθουμε όμως στο σήμερα για να πω εδώ πως το δέλεαρ για να δει κανείς φέτος την Γκάμπλερ είναι πως τη σκηνοθεσία και την εικαστική άποψη της παράστασης την υπογράφει η Άντζελα Μπρούσκου. Αυτό για αρχή. Η συνέχεια είναι απρόσμενη. Από τη στιγμή που αφήνεις πίσω σου τη σκοτεινή Πλατεία όλα αλλάζουν. Ακόμη και οι φθορές στους τοίχους έχουν τη δική τους ρομαντική διάθεση. Η αίθουσα του χορού με τον τεράστιο καθρέφτη και όσα θυμίζουν ακόμη τη γυάλινη οροφή της, μας υποδέχεται με μια σχετικά καλή ατμόσφαιρα. Στη μικρή ξύλινη κερκίδα φιλοξενούνται 55 θεατές. Αμέσως μετά την υπενθύμιση ότι πρέπει να απενεργοποιηθούν τα (ενοχλητικά) κινητά, η παράσταση αρχίζει με τρόπο ονειρικό.
* Η μουσική της Nalyssa Green απλώνεται στον χώρο και σαν διακριτικό άρωμα διαχέεται στην αίθουσα. Σε όλη τη διάρκεια της παράστασης οι νότες της Green αποτελούν τον συνδετικό κρίκο των σκηνών και δημιουργούν τον ηχητικό διάδρομο που φέρνει τους ηθοποιούς στο σαλόνι. Οι νότες αυτές έχουν τη δύναμη να σε ταξιδεύουν στο χρόνο και να σε φέρνουν στην εποχή των ηρώων του Ίψεν. Οι νότες αυτές – και κυρίως με ένα εκπληκτικό βαλς – σε στροβιλίζουν με παιγνιώδη άποψη, στον χώρο των ιδεών του Νορβηγού συγγραφέα. Σίγουρα η σύνθεση αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μια ολοκληρωμένη αυτοδύναμη συναυλία – αφιέρωμα στον Ίψεν…
* Όταν τα φώτα χαμηλώνουν η τύχη της Γκάμπλερ περνάει στα χέρια του Νίκου Βλασόπουλου που έχει κάνει το σχεδιασμό των φωτισμών. Σίγουρα ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα μέσα στην αχανή και μεγαλειώδη αίθουσα. Όμως αυτό το μειονέκτημα λειτούργησε ως πλεονέκτημα για τον Βλασόπουλο ο οποίος χρησιμοποίησε τους τοίχους της αίθουσας ως οθόνη στην οποία προβάλλει σε μεγέθυνση τις σκιές των ηθοποιών. Είναι εξαιρετικό αυτό το παιχνίδι των φωτοσκιάσεων που δίνει μια τρίτη διάσταση στα τεκταινόμενα στην κεντρική σκηνή.
* Η εικαστική άποψη της Άντζελας Μπρούσκου «παντρεύει» το φυσικό σκηνικό της αίθουσας με τα σύγχρονα κοστούμια. Είναι το ιδανικό δέσιμο του 20ου με τον 21ο αιώνα. Πιστεύω πως ο συνδυασμός αυτός είναι ένας από τους ισχυρούς πυλώνες της παράστασης.
* Πριν προχωρήσω στους ηθοποιούς δεν πρέπει να ξεχάσω τον αφανή ήρωα της παράστασης. Πρόκειται για τη βοηθό σκηνοθέτη, Στέβη Κουτσοθανάση, η οποία συντονίζει, συμμαζεύει, συμπράττει, συμμετέχει, συμπάσχει και συμβάλλει στην πραγμάτωση του έργου, παραμένοντας, δημιουργική πάντα, στη σκιά. Έτοιμη να δώσει λύση σε κάθε πρόβλημα. Της αξίζουν τα εύσημα.
***
Στο σαλόνι της βίλας Φαλκ, η Μπέρτα και η θεία Γιούλε κάνουν την εμφάνισή τους.
* Η Χριστίνα Παπαδοπούλου (Μπέρτα), ιδιαίτερη φιγούρα, ζωγραφίζει με αδρές γραμμές το πορτρέτο της υπηρέτριας του σπιτιού. Δυναμική, αποφασιστική, ανένδοτη όπου πρέπει, αλλά και χαλαρή όταν το καλούν οι περιστάσεις. Με κίνηση στιβαρή γεμίζει τον χώρο όντας παράλληλα το αυτί και το μάτι του κυρίου της και της δεσποινίδος Τέσμαν. Αξιοπρόσεκτη εμφάνιση, παρά τη μικρή διάρκεια του ρόλου.
* Σε όλα τα έργα του ο Ίψεν αρχίζει με τον πρόλογο με τον οποίο δίνει χρήσιμες πληροφορίες στους θεατές για το πλαίσιο της δράσης και για τους πρωταγωνιστές του. Εδώ η Ειρήνη Αϊβαλιώτου (θεία Γιούλε Τέσμαν) σηκώνει με επιτυχία το βάρος αυτής της αποστολής. Απλώνει τα κομμάτια του παζλ και «καλεί» το κοινό να παρακολουθήσει τη σύνθεση του πίνακα. Με χιούμορ, στην κίνηση και στο λόγο, φωτίζει σκοτεινές πτυχές των μελών της οικογένειας και των φίλων τους. Ακόμη και στη δύσκολη – ερμηνευτικά – τέταρτη πράξη αφήνει έντεχνα χαραμάδες φωτός: «Αγόρι μου, μην το παίρνεις τόσο βαριά. Και στο πένθος σου πρέπει να χαίρεσαι», συμβουλεύει τον ανιψιό της. Βλέπουμε λοιπόν εδώ πως ο ίδιος ο συγγραφέας ανοίγει τα παράθυρα για να μπει φως στις ζωές των ηρώων του.
* Από εδώ και πέρα όλοι ανήκουν σε κάποιο από τα περίφημα ερωτικά «τρίγωνα» του συγγραφέα. Ένας από αυτούς είναι και ο Φιντέλ Ταλαμπούκας (Δικαστής Μπρακ) ο οποίος με χαμόγελο που θυμίζει Τζοκόντα κινεί τα νήματα με τον τρόπο που θέλει, ώστε να πετύχει τον επιθυμητό γι’ αυτόν στόχο. Αέρινος στην κίνησή του και με λεπτή ειρωνεία στην ερμηνεία του αντιμετωπίζει και ελέγχει τους πάντες αφ’ υψηλού. Δυναμική προσωπικότητα με μοντέρνο απαράμιλλο στυλ.
* Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου έχει αναλάβει να μας αποκαλύψει τον εσωτερικό κόσμο του Άιλερτ Λέβμποργκ. Δύσκολος ρόλος, με πολλές μεταπτώσεις, ανάλογες και παράλληλες με την εκάστοτε ψυχική του διάθεση. Δυνατός αλλά με πολλές αδυναμίες. Σκληρός αλλά με ιδιαίτερες υποχωρήσεις. Κερδίζει στο πνεύμα, χάνει στον έρωτα. Σαν πραγματικός στρατιώτης, σε αυτή την παράσταση, και όχι ως στρατηγός δίνει τη μάχη χωρίς παράπλευρες απώλειες. Εξαιρετική ερμηνεία, που καταγράφεται στη θεατρική ιστορία του έργου.
* Η Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου (Τέα Έλβστεντ) σε ρόλο επικίνδυνο. Περπατάει πάνω σε τεντωμένο σκοινί και καταφέρνει να περάσει απέναντι χωρίς διόλου να παραπατήσει. Σαν μπαλάκι του μπιλιάρδου είναι στόχος των άλλων μελών του «τριγώνου». Δέχεται τα χτυπήματα αλλά αντέχει. Μαθημένη στα δύσκολα η Αγγελοπούλου υποδύεται με περισσή δεινότητα την Τέα. Είναι ένας ρόλος – κλειδί στην «Έντα Γκάμπλερ» και η πανάξια Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου τον φέρει εις πέρας με απόλυτη επιτυχία.
* Κυριολεκτικά στον κόσμο του ο Ανδρέας Κωνσταντίνου (Γιέργκεν Τέσμαν). Πνιγμένος στις σημειώσεις και στα βιβλία του έχει χάσει την μπάλα. Με αέναη χορευτική κίνηση, με χιούμορ, με πάθος και προσήλωση στο τεράστιο «εγώ» του προσπαθεί να ρίξει φως στο δρόμο του, ενώ καλά καλά δεν καταλαβαίνει αν είναι ή αν τον έχουν τοποθετήσει μέλος κάποιου ερωτικού «τριγώνου». Όλα αυτά τα διαχειρίζεται ο υπέροχος ηθοποιός Ανδρέας Κωνσταντίνου με μαθηματική ακρίβεια χωρίς να ξεφεύγει ούτε χιλιοστό από την ερμηνευτική του πορεία.
* Η Παρθενόπη Μπουζούρη, Έντα Γκάμπλερ. Όπως ξέρουμε κι εμείς που δεν πήγαμε στο Πολυτεχνείο, ένας αρχιτέκτονας χρειάζεται πάντα τη συνεργασία ενός πολιτικού μηχανικού. Αυτόν τον ρόλο έχει η Παρθενόπη Μπουζούρη. Υλοποιεί, στηρίζει και εξασφαλίζει τη σταθερότητα του οικοδομήματος που σχεδίασε η Άντζελα Μπρούσκου. Αυτό το πετυχαίνει όχι μόνο με την ερμηνεία της, όχι μόνο με την κίνησή της, όχι μόνο με τις εκφράσεις και το συναίσθημα, τη ζωντάνια, τη χάρη, το βλέμμα, το χαμόγελο και τη φωνή της αλλά ακόμα και μόνο με ένα έντονο κραγιόν στα χείλη η εκπληκτική αυτή πρωταγωνίστρια ξέρει και δίνει το κάτι άλλο στην όλη εικόνα της. Αυτό το πετυχαίνει και με το πάθος της και με την αφοσίωσή της και με την τελειομανία της. Ένα μοναδικό εργαλείο. Τώρα που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, στην πλατεία Ομονοίας, ίσως διευκολύνει εκείνους που αποφασίζουν για την απονομή βραβείων ερμηνείας. Δεν θα τους κουράσει. Μόλις μια ανάσα από το μετρό…
***
* Πιστεύω πως η «Hedda Gabler» είναι από τις πιο δύσκολες και σύνθετες σκηνοθεσίες που κλήθηκε να φέρει εις πέρας η Άντζελα Μπρούσκου. Εδώ είχε να δώσει τη σημερινή εικόνα στους πρωταγωνιστές της έτσι ώστε να μη χάνουν την πατίνα του χρόνου, ούτε να κρατούν «σε απόσταση» τους θεατές. Με επιδεξιότητα χειρίστηκε τους χαρακτήρες του Ίψεν και σε τελική ανάλυση κατάφερε να βάλει και τη δική της εικόνα και στους έξι ρόλους. Η Άντζελα Μπρούσκου δεν διεκπεραίωσε έτσι απλά την υπόθεση “Hedda”. Η Μπρούσκου καταδύθηκε στα βάθη των απόψεων του ιψενικού ωκεανού και έδωσε την τελική μορφή στη θρυλική ηρωίδα. Φυσικά όλα όσα έγραψα παραπάνω για τη σκηνοθέτιδα θα μπορούσα – και μπορώ – να τα πω μόνο με μία λέξη: Η Μπρούσκου δίδαξε!
Αυτή τη διδασκαλία λοιπόν αξίζει να τη δούμε πάλι. Είμαι σίγουρος πως θα μείνει ιστορική.
***
Ταυτότητα παράστασης
Hedda Gabler
Του Henrik Ibsen
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία – εικαστική άποψη: Άντζελα Μπρούσκου
Μουσική: Nalyssa Green
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Στέβη Κουτσοθανάση
Εκτέλεση παραγωγής: Ευάγγελος Κώνστας – Constantly Productions
Ερμηνεύουν:
Παρθενόπη Μπουζούρη (Έντα Γκάμπλερ)
Ανδρέας Κωνσταντίνου (Γιέργκεν Τέσμαν)
Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου (Τέα Έλβστεντ)
Θάνος Παπακωνσταντίνου (Άιλερτ Λέβμποργκ)
Φιντέλ Ταλαμπούκας (Δικαστής Μπρακ)
Ειρήνη Αϊβαλιώτου (θεία Γιούλε Τέσμαν)
Χριστίνα Παπαδοπούλου (Μπέρτα)
***
Χρήσιμα στοιχεία
«Μπάγκειον» ξενοδοχείο, Πλατεία Ομονοίας 18
Σταθμός μετρό «Ομόνοια», έξοδος Αθηνάς – Σταδίου.
Παραστάσεις: από 10 Φεβρουαρίου έως 25 Μαρτίου 2018
Πέμπτη έως Σάββατο στις 21.00 και Κυριακή στις 19.30.
Διάρκεια 2 ώρες και 15 λεπτά.
Τιμές εισιτηρίων: 10-15 ευρώ.
Προπώληση μέσω:
Τηλεφωνικές κρατήσεις στο 693-85.00.457
- Φωτογραφίες: catisart.gr